5% Η αισθητή πραγματικότητα ως μια φωτογραφία

21
Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας Τμήμα φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών 5% : Η αντιληπτή πραγματικότητα ως μια φωτογραφία <<Πτυχιακή Εργασία>> Άννα Παντελιά Α/Μ:09026 Επιβλέπων: Δρ. Φώτης Καγγελάρης, Επιστημονικός Συνεργάτης 20132014

Transcript of 5% Η αισθητή πραγματικότητα ως μια φωτογραφία

 

Τεχνολογικό  Εκπαιδευτικό  Ίδρυμα  Αθήνας  Τμήμα  φωτογραφίας  και  Οπτικοακουστικών  Τεχνών  

 

     

5%  :  Η  αντιληπτή  πραγματικότητα  ως  μια  φωτογραφία  <<Πτυχιακή  Εργασία>>  

Άννα  Παντελιά  Α/Μ:09026  

 Επιβλέπων:  Δρ.  Φώτης  Καγγελάρης,  Επιστημονικός  Συνεργάτης  

 

 

   

 

   

 

   

 

2013-­‐2014  

Ευχαριστίες    Η   παρούσα   πτυχιακή   εργασία   πραγματοποιήθηκε   στο   Ευρωπαϊκό   Κέντρο  Πυρηνικών   Ερευνών   (CERN)   το   2013.   Η   ολοκλήρωσή   της   θα   ήταν   αδύνατη  χωρίς   τη   βοήθεια   της   αδερφής   μου   Μαρίας   (απόφοιτης   του   τμήματος  φιλολογίας  του  Εθνικού  &  Καποδιστριακού  Πανεπιστημίου  Αθηνών)  καθώς  και  την  υποστήριξη,  καθοδήγηση  και  συνεργασία  του  καθηγητή  μου  κυρίου  Φώτη  Καγγελάρη.   Ξεχωριστά   θα   ήθελα   να   ευχαριστήσω   από   καρδιάς   την   φίλη   μου  Νικολέτα  Κούντουρα  (απόφοιτη  της  σχολής  Design  Akademie  U5  του  Μονάχου)    για   τη  σχεδίαση  του   εξωφύλλου  του  βιβλίου,  αλλά  και   τους  φοιτητές  φυσικής  που   γνώρισα   στο   CERN   για   τις   πολύτιμες   πληροφορίες   και   γνώσεις   που  μοιράστηκαν  μαζί  μου.  Τέλος,  θα  ήθελα  να  ευχαριστήσω  τόσο  τους  γονείς  μου  για  την  στήριξη  τόσων  χρόνων  όσο    και  τον  κύριο  Ευάγγελο  Γαζή    (διακεκριμένο  καθηγητή  πυρηνικής  φυσικής  στο  Εθνικό  Μετσόβιο  Πολυτεχνείο  και  έθνικό  μας  εκπρόσωπο  στο  CERN)  για  την  ευκαιρία  που  μου  έδωσε  να  συμβάλω  κι  εγώ  -­‐με  τις   δικές   μου   δυνάμεις-­‐   στη   προώθηση   ένος   τόσο   σημαντικού   επιστημονικού  επιτεύγματος.  

 Εισαγωγή  

         Η   κατανόηση   της   πραγματικότητας,   θέμα   άρρηκτα   συνδεδεμένο   με   την  ανθρώπινη  ύπαρξη,  έχει  τις  ρίζες  της  στην  αρχαία  ελληνική  φιλοσοφία.  Ήδη  οι  προσωκρατικοί   του   7ου   αιώνα   μέσα   από   φιλοσοφικές   αναζητήσεις,  παρατηρήσεις  για  τη  λειτουργία  του  κόσμου  και  προβλέψεις  προσπάθησαν  να  την   ερμηνεύσουν.   Μελετώντας   αυτές   τις   προσπάθειες   -­‐και   άλλες  μεταγενέστερες-­‐   παρατηρεί   κανείς   ότι   ο   ορισμός   της   πραγματικότητας  συνυπάρχει   με   την   ανθρώπινη   οπτική   για   τον   κόσμο   και   τα   μέρη   που   τον  αποτελούν.        Στη   παρούσα   εργασία   καταβάλλεται   προσπάθεια   να   γεφυρωθεί   το   χάσμα  ανάμεσα  στη  φωτογραφία  (ως  ένα  ανεπαίσθητο  κομμάτι  της  πραγματικότητας)  και   την   πραγματικότητα   που   μας   περιβάλλει.   Εξάλλου,   είναι   γνωστό   ότι   η  φωτογραφία  αποτελεί  ένα  πολύ  μικρό  κομμάτι  της  πραγματικότητας.  Δεν  είναι  εξίσου   γνωστό   όμως   ότι   η   πραγματικότητα   που   αντιλαμβανόμαστε   είναι   ένα  πολύ  μικρό  κομμάτι  από  κάτι  που  δε  μπορούμε  να  δούμε,  να  αντιληφθούμε  και  να  παρατηρήσουμε.  Συγκεκριμένα,  με  βάση  τόσο  κοσμολογικές  όσο  και  φυσικές  έρευνες   οτιδήποτε   βλέπουμε,   παρατηρούμε   και   αντιλαμβανόμαστε   αποτελεί  περίπου   το  5%  απ'   ότι   υπάρχει  στο  σύμπαν.  Το  υπόλοιπο  95%  είναι  σκοτεινή  ενέργεια  και  ύλη  των  οποίων  η  φύση  παραμένει  άγνωστη.      Μήπως  τελικά  η  πραγματικότητά  μας  είναι  μια  ''φωτογραφία''  του  ότι  υπάρχει;  Η  διευρεύνηση  του  παραπάνω  ερωτήματος  αποτελεί  τον  στόχο  της  συγκεκριμένης  εργασίας.      

 

   

 

   

               

   Περιεχόμενα        

1. Pale  Dot  Blue  1.2  Σκοτεινή  Ύλη...................................................................................................................1  1.3  Σκοτεινή  Ενέργεια:    Συντομη  Ιστορική  Αναδρομή..........................................1-­‐2  1.4  Το  5%..................................................................................................................................2  

2. Ποια  είναι  τελικά  η  πραγματικότητα  2.1. Ο  επικρατέστερος  ορισμός  της  πραγματικότητας..........................................2-­‐3  2.2. Ο  ιδεαλισμός.....................................................................................................................3-­‐4  2.3. Ο  πλατωνικός  ιδεαλισμός  και  η  Αριστοτελική  ανάλυση  της  τέχνης  σε  

σχέση  με  τη  πραγματικότητα....................................................................................4-­‐5  

2.4. Ο  μύθος  του  σπηλαίου  και  ο  μύθος  περι  καταγωγής  της  ζωγραφικής...5-­‐6  

3. Η  φωτογραφία  ως  κομμάτι  της  πραγματικότητας  3.1. Φωτογραφία:  Η  τέχνη  της  επιλογής......................................................................6-­‐7  

3.2. Η  πίστη  στον  ρεαλισμό  της  φωτογραφίας......................................................7-­‐8  

4. Η  φωτογραφία  οφείλει  να  μοιάζει  στη  πραγματικότητα  

           4.1  Η  Διαδικασία  αναγνώρισης  της  εικόνας................................................................8  

       4.2    Η  φωτογραφία  και  η  πραγματικότητα....................................................................9  

5.  Ψυχολογία  της  Ολικής  Μορφής.......................................................................10  

6. Η  «αντιληπτή»  πραγματικότητα  ως  μια  φωτογραφία  

             6.1  Pale  Dot  Blue.................................................................................................................10-­‐11  

6.2  Φωτογραφική  προσέγγιση  ....................................................................................11  

6.3    Συμπεράσματα:  Η  «αντιληπτή»  πραγματικότητα  ως  μια  φωτογραφία.......................................................................................................................11-­‐12  

 

Βιβλιογραφία........................................................................................................................13-­‐14  Παράρτημα.............................................................................................................................15  

 

   

 

 

   

                   

   

 

1  

1.  Pale  Dot  Blue  

 Τον   Φεβρουάριο   του   1990   το   διαστημόπλοιο   Voyage   1   μετά   απο   12   χρόνων  ταξιδιού  και  φτάνοντας  στην  άκρη  του  ηλιακού  μας  συστήματος  διετάχθη  απο  τη   NASA   να   φωτογραφίσει   τους   πλανήτες   του   ηλιακού   μας   συστήματος.   Μια  απο  τις  60  φωτογραφίες  που  κατέγραψε  ήταν  η  εικόνα  της  Γης  η  οποία    του  Pale  Dot  Blue  ο  αστρονόμος  Carl  Sagan  μιλά  για  ενα  όραμα  για  το  μέλλον  του  ανθρώπου  στο  διάστημα:  Από  αυτό  το  μακρινό  πανοραμικό  σημείο,  η  Γη  μπορεί  να  μην  φαίνεται  ότι  έχει  ιδιαίτερο  ενδιαφέρον.  Για  εμάς  όμως  είναι  διαφορετική.  Σκεφτείτε   ξανά   αυτή   την   κουκίδα.   Αυτό   εδώ.   Αυτό   είναι   το   σπίτι   μας.   Αυτό  είμαστε  εμείς.  Σε  αυτό  ο  καθένας  που  αγαπάτε,  όσοι  ξέρετε,  ο  καθένας  που  έχετε  ποτέ  ακούσει,  κάθε  ανθρώπινο  όν,  έζησε  τη  ζωή  του  εδώ.  Το  σύνολο  της  χαράς  και   του   πόνου,   χιλιάδες   θρησκείες,   ιδεολογίες,   και   οικονομικές   θεωρίες,   κάθε  κυνηγός   και   συλλεκτών,   κάθε   ήρωας   και   δειλός,   κάθε   δημιουργός   και  καταστροφέας   του   πολιτισμού,   κάθε   βασιλιάς   και   χωρικός,   κάθε   νέο  ερωτευμένο   ζευγάρι,   κάθε   μητέρα   και   πατέρας,   ελπιδοφόρο   παιδί,   εφευρέτης  και  εξερευνητής,  κάθε  δάσκαλος  της  ηθικής,  κάθε  διεφθαρμένος  πολιτικός,  κάθε  "σούπερσταρ",  κάθε  "ανώτατος  ηγέτης,  κάθε  άγιος  και  αμαρτωλός  στην  ιστορία  του  είδους  μας  έζησε  εκεί  -­‐  σε  έναν  κόκκο  σκόνης.  Μπορεί  ολα  αυτά  να  μας  κάνουν  να  νιώθουμε  μικροι  αλλά  δε  θα  έπρεπε.  Απ'  όσο  γνωρίζουμε  ο  ανθρωπος  είναι  το  μόνο  ον  το  οποίο  είναι  ικανό  να  αντιληφθεί  και  να   μελετήσει   μερικά   βασικά   χαρακτηριστικά   του   σύμπαντος.   Αυτή   η   διαφορά  της  κλίμακας  δε,  ορίζει  τον  άθρωπο  και  του  δίνει  τη  δυνατότητα  να  ενταχθεί  στο  περιβάλλον  του.  Όλα  αυτά  βέβαια  είναι  δύσκολο  να  γίνουν  αντιληπτά  γιατί  δεν  υπάρχει  η  απαραίτητη  εμπειρία.  

 

 1.2  Σκοτεινή  ύλη  

Όπως  αναφέρθηκε  και  νωρίτερα  η  μελέτη  της  πραγματικότητας  ενδιέφερε  τον  ανθρωπο   από   νωρίς.   Οι   αρχαίοι   Έλληνες,   με   επικεφαλής   τον   Εμπεδοκλή,  βασιζόμενοι   στην   απλότητα   του   σύμπαντος   υποστήριζαν   οτι   τα   πάντα   είναι  φτιαγμένα  από  4  βασικά  στοιχεία:   το   νερό   ,   τον  αέρα,   το   χώμα  και   τη  φωτιά.  Παρόλα  αυτά  η  συγκεκριμένη  πεποίθηση  δεν  παρείχε  μετρήσιμα  αποτελεσματα  με   αποτέλεσμα   να   απορριφθεί   σύντομα.   Στη   συνέχεια   ένας   ακόμα  φιλόσοφος,  της   κλασικής   αυτή   τη   φορά   εποχής,   ο   Λευκιππος   υποστήριξε   πως   οτιδήποτε  βλέπουμε   αποτελείται   από   τα   μικρότερα   αδιαίρετα   στοιχεία   της   φύσης:   τα  άτομα.  Εντούτοις,  ούτε  η  θεωρία  αυτή  αποδείκτηκε  απόλυτα  σωστή  καθώς  τα  άτομα  δεν  είναι  αδιαιρετα.  Μια  ακόμη  αδυναμία  της  εντοπίστηκε  στην  ερμηνεία  ενός  μόνο  πολύ  μικρού  σύμπαντικού  τμήματος.  

Ας   πάρουμε   όμως   τα   πράγματα   απο   την   αρχή:   επιστημονικές   μετρήσεις   γύρω  απο   την   κίνηση   των   γαλαξίων   σε   σχέση   με   το   ποσοστό   της   ύλης   που  εμπεριέχεται   σ'   αυτούς   άφησε   την   επιστημονική   κοινότητα   έκπληκτη.  Συγκεκριμένα,  παρατηρήθηκε  ότι  δεν  υπάρχει  αρκετή  ορατή  ύλη  που  να  παρέχει  αντίστοιχη   βαρύτητα  ώστε   να   υπάρχει   ισορροπία.   Κατα   συνέπεια   θα  πρέπει   -­‐σύμφωνα   με   υποθέσεις-­‐   να   υπάρχει   μια   άλλη   μορφή   ύλης   αόρατη   στο  

 

2  

ανθρώπινο  μάτι.  Η  υπόθεση  αυτή  αποτέλεσε  το   εφαλτήριο  αυτού  που  σήμερα  αποκαλούμε  σκοτεινή  ύλη.  Μάλιστα,  είναι  αξιοσημείωτο  ότι  επιβεβαιώθηκε  από  μετέπειτα  έρευνες  μεμονωμένων  γαλαξιών.  

 1.3  Σκοτεινή  ενέργεια-­‐  Σύντομη  ιστορική  αναδρομή  

Σύμφωνα   με   την   θεωρία   του   5%   το   95%   του   σύμπαντος   αποτελείται   απο  σκοτεινή  ύλη  (για  την  οποία  ένας  υπαινιγμός  έγινε  στο  προηγούμενο  κεφάλαιο)  και   σκοτεινή   ενέργεια.   Επεξηγώντας   τον   όρο   αυτό,   θα   πρέπει   να   γίνει   μια  σύντομη   ιστορική   αναδρομή   που   σκοπό   έχει   να   λειτουργήσει   επικουρικά   στη  πληρέστερη  κατανόηση  του  όρου.      Στις   αρχές   της   δεκαετίας   του   90   το   μόνο   αδιάσειστο   κεκτημένο   της  επιστημονικής   κοινότητας   ήταν   η   διαστολή   του   σύμπαντος.   Βάσει   λογικών  υποθέσεων,   το   σύμπαν   λόγω   της   ενεργειακής   του   πυκνότητας   και   της  βαρύτητάς  του  θα  έπρεπε  ή  να  σταματήσει  να  διαστέλλεται  ή  να  επιβραδύνθει  η  διαστολή  του.  Τίποτα  από  αυτά  όμως  δε  παρατηρήθηκε,  απεναντίας  ο  ρυθμός  διαστολής  του  παρουσίαζε  αδικαιολόγητη  αύξηση.  Σύμφωνα  με  τη  NASA  (NASA  2013)     το   1998   μέσω   παρατηρήσεων   του   Hubble   φάνηκε   ότι   το   σύμπαν   στο  παρελθόν   διεστελλόταν   με   πολύ   πιο   αργούς   ρυθμούς   απ’ότι   σήμερα   και   δεν  επιβραδυνόταν   εξ’αιτίας   της   βαρύτητας   αλλά   επιταχυνόταν   για   κάποιον  αδιευκρίνστο  λόγο.  Απόπειρες  να  εξηγηθεί  το  φαινόμενο  επιστημονικά  υπήρξαν  ποικίλες,  ωστόσο  κανείς  δεν  ήταν  σε  θέση  να  γνωρίζει  ποια  ήταν  η  σωστή.  

Ωστόσο,  παρά  την  άγνοιά  τους,  τόσο  οι  φυσικοί  όσο  και  οι  κοσμολόγοι,  γνώριζαν  ότι   μια   αγνώστου   είδους   σκοτεινή   ενέργεια   επηρεάζει   την   διαστολή   του  σύμπαντος.   Πρόκειται   για   τη   λεγόμενη   σκοτεινή   ενέργεια.   Έχει   μάλιστα  υπολογιστεί   και   η   ακριβής   ποσότητα   αυτής   στο   σύμπαν,   υπολογισμός   που  απορρέει  από  το  μέγεθος  της  επιρροής  της  στο  συμπαντικό  γίγνεσθαι.  Έτσι,  το  68%   περίπου   του   σύμπαντος   αποτελείται   απο   σκοτεινή   ενέργεια   και   το   27%  απο  σκοτεινή  ύλη.  Η  σκοτεινή  ύλη,  από  την  άλλη  πλευρά,  είναι  ένα  είδος  ύλης  η  οποία  δεν  είναι  άμεσα  παρατηρήσιμη  διότι  δεν  απορροφά  ούτε  εκπέμπει  αρκετή  φωτεινή   ενέργεια,   είναι   όμως   αντιληπτή   από   τις   επιδράσεις   που   έχει   με   τη  βαρύτητα.   Η   φύση   της   σκοτεινής   ύλης   παραμένει   και   αυτή   άγνωστη.   Βάσει  αποδείξεων  μπορούμε  να  πούμε  ότι  η  σκοτεινή  ύλη  δεν  αποτελείται  από  τα  ίδια  σωματίδια   που   αποτελείται   η   γνωστή   μας   ύλη   (βαρυονική   ύλη),   σωματίδια  δηλαδή   όπως   τα   πρωτόνια   και   τα   νετρόνια.   Όσον   αφορά   την   ανίχνευσή   της,    αυτή   έχει   επιτευχθεί   μέσω   διάφορων   μεθόδων.   Μια   από   αυτές   αποτελεί   η  ανίχνευση   ακτίνων   χ   και   γ   που   έχουν   προκύψει   από   τη   διάσπαση   ή   την  εξαύλωση   της   σκοτεινής   ύλης   όπως   και   η   «παραγωγή»   αυτής   μέσω   της  σύγκρουσης  δεσμών  πρωτονίων  υψηλής  ενέργειας.    

1.4  Το  5%  

Όπως   προκύπτει,   το   εναπομείναν   5%   (που   μπορούμε   να   αντιληφθούμε  αισθητηριακά)   συνίσταται   στην   ύλη.   Με   τον   όρο   αυτό   στη   φυσική   νοείται  οποιοδήποτε   σωματίδιο   το   οποίο   έχει   μάζα.   Αντιθέτως,   στη   καθημερινότητα  χρησιμοποιείται   για   την   ουσία   από   την   οποία   είναι   φτιαγμένα   όλα   τα  πρατηρήσιμα   φυσικά   αντικείμενα.   Εκτός   αυτού,   είναι   ήδη   γνωστό   πως   ο,τι  βλέπουμε   με   γυμνό   μάτι   αποτελείται   από   άτομα.   Τα   άτομα   με   τη   σειρά   τους  

 

3  

αποτελούνται  από  quarks   και   ηλεκτρόνια   τα  οποία   είναι   σημειακά  σωματίδια,  δεν   έχουν   δηλαδή   όγκο   και   διαστάσεις.   Εντούτοις,   αυτα   τα   σωματίδια  συνθέτουν  την  “συνηθισμένη  ύλη”  η  οποία  -­‐φαινομενικά  τουλάχιστον-­‐  έχει  όγκο  (Wikipedia   2013).   Το   ερώτημα,   λοιπόν,   που   τίθεται   είναι  πώς   είναι   δυνατόν  η  πραγματικότητα  που  έχουμε  στο  μυαλό  μας  να  είναι  δημιουργημένη  απο  άυλα  σωματίδια;  

 2.  Ποιά  είναι  τελικά  η  πραγματικότητα;  

Η  αναζήτηση   του  ανθρώπου   για   την  φύση   του   κόσμου  που   τον  περιβάλλει   -­‐μια  αναζήτηση   καθώς   είδαμε   αέναη   και   διαχρονική-­‐   έχει   ως   απότατο   στόχο   την  αποκάλυψη   της   ουσίας   της   πραγματικότητας.   Και   εδώ,     φιλοσοφικές   και  επιστημονικές   απόπειρες   ορισμού   δεν   απουσιάζουν,   ώστοσο   δύσκολα   θα   βρεί  κανείς   -­‐λόγω   της   πολυσχιδούς  φύσης   της   πραγματικότητας-­‐   έναν   ορισμό   άρτιο,  ολοκληρωμένο  και  κατανοητό.  Παρακάτω  γίνεται  προσπάθεια  να  παρουσιαστούν  μερικές  από  τις  πιο  εύστοχες  -­‐στο  μέτρο  του  δυνατού-­‐  προσπάθειες.  

 

2.1  Επικρατέστερος  ορισμός  της  πραγματικότητας  

Ο   όρος   πραγματικότητα   δεν   είναι   ενιαίος   για   όλους.   Άρα   πώς   μπορούμε   να   την  ορίσουμε;   Και   αν   τα   καταφέρουμε   μήπως   εν   τέλει   ο   ορισμός   που   θα   προκύψει  εξαρτάται   άμεσα   άπο   τις   εμπειρείες   και   τις   γνώσεις   μας;     Και   τελικά   πόσο  αντικειμενικός   θα   μπορούσε   να   θεωρηθεί   οποιοσδήποτε   ορισμός   της  πραγματικότητας;  

Χωρίς  αμφιβολία,  τα  παραπάνω  ερωτήματα  άπτονται  της  φιλοσοφίας.  Και  είναι  επίσης  γεγονός  ότι  η  πραγματικότητα  πάντοτε  ορίζεται  ως  προς  τον  τρόπο  της  ανθρώπινης   οπτικής   για   τον   κόσμο   ή   με   μέρη   τα   οποία   τον   αποτελούν  (εννοιολογικό   πλαίσιο).   Με   τον   όρο   αυτό   στην   οπτική   επικοινωνία   νοείται   το  κοινωνικοπολιτικό   και   χωροχρονικό   περιβάλλον,   όπως   επίσης   και   μια   σειρά  παραμέτρων,  συνθηκών  και  εννοιών  που  περιβάλλουν  και  καθορίζουν  το  νόημα  της   εικονάς.   Το   εννοιολογικό   πλαίσιο   είναι   ιδιαίτερα   σημαντικό   καθώς  ενδεχόμενη   μεταβολή   του   δύναται   ν'   αλλάξει   το   νόημα   της   ίδιας   εικόνας.  Πληθώρα   επιστημονών   -­‐ετερόκλητων   μεταξύ   τους-­‐   όπως   η   φιλοσοφία,   η  κοινωνιολογία,  η  επικοινωνία  κλπ.  Προσπαθούν  επί  αιώνες  να  κατασκευάσουν  θεωρίες   πέρι   της   πραγματικότητας.   Στη   φιλοσοφία   μάλιστα,   ένα   κίνημα   που  χαρακτήρισε   μια   ολόκληρη   εποχή,   αυτό   του     ιδεαλισμού,   βασίστηκε   στην  πεποίθηση   ότι   η   πραγματικότητα,   όπως   τη   γνωρίζουμε,   είναι   ένα   νοητικό  κατασκεύασμα  και  συνεπώς  άυλη.    

2.2  Ιδεαλισμός  Ο   όρος   Ιδεαλισμός   προέρχεται   από   τη   λέξη   Ιδέα   η   οποία   με   την   σειρά   της  ετυμολογείται  βάσει  του  αρχαιοελληνικού  Ιδείν  που  σημαίνει  βλέπω.  Ως  κίνημα  στηρίζει  την  πρωταρχικότητα  του  πνεύματος  και  της  νόησης  έναντι  της  ύλης  η  οποία  είναι  προιόν  της  αντίληψης  και  των  αισθήσεων  μας  (wikipedia,  2013)  .    

Ένας   από   τους   βασικότερους   εκπροσώπους   του   ιδεαλισμού,   ο   Immanuel   Kant  στη  θεωρία  του  περί  υπερβατικού  ιδεαλισμού  υποστηριξε  πως  ο,τι  βλέπουμε  δεν  

 

4  

είναι   παρά   οι   προβολές   των   πραγμάτων   και   όχι   το   πράγμα   αυτό   καθ’   αυτό  (Dinge   an   sich).   Σύμφωνα   με   την   παραπάνω   θεωρία,   η   προσέγγιση   των  πραγμάτων   γίνεται   μόνο   μέσω   της   νόησης   και   όχι   μέσω   των   αισθήσεων.   Η  θεωρία  του  ωστόσο  δεν  εξηγεί  τι  μπορεί  να  είναι  τα  πράγματα  αυτά  καθ’  αυτά  οδηγώντας  στον  αγνωστικισμό,  που  αποτελεί  και  το  αδύναμο  σημείο  της.  

Χαρακτηριστικό  είναι  ένα  απόσπασμα  από  το  έργο  του  το  οποίο  παρατίθεται  -­‐για  λόγους  ευκολότερης  επεξεργασίας-­‐  κατά  λέξη:  “Έπρεπε  να  αρνηθώ  τη  γνώση  ώστε  να  μείνει   χώρος  για  τη  πίστη”.  Με  τον  όρο  πίστη  εννοούσε  τη  πίστη  του  στο   ότι   υπάρχει   κάτι   για   το   οποίο   δεν   έχει   καμία   εμπειρία   (Gresham,   2011).  Αυτό  μας  οδηγεί  στη  πεποίθηση  ότι  δε  πρόκειται  να  περιγράψουμε  ή  να  έχουμε    ποτέ  επαρκή  εικόνα  της  πραγματικότητας.  

Το  πιο  αξιόλογο  παράδειγμα  έρχεται  απο  τον  χώρο  της  σωματιδιακής  φυσικής  όπου  προκειμένου  να  γίνουν  παρατηρήσεις  δημιουργούνται  τεχνικά  φαινόμενα  των  οποίων  τα  αποτελέσματα  υπολογίζοντα  από  κάποιους  φυσικούς  ανιχνευτές  και   τα   αποτελέσματα   αυτών   -­‐όπως   για   παράδειγμα   τα   ίχνη   της   τροχιάς   ενός  ηλεκτρονίου   σε   ενα   cloud   chamber-­‐   μας   αποδεικνύουν   την   ύπαρξη   του  ηλεκτρονίου,  ακόμα  και  αν  δεν  έχει  παρατηρηθεί  το  ίδιο.  

Καταλήγουμε,  λοιπόν,  στο  συμπέρασμα  ότι  αυτό  που  βλέπουμε  είναι  προβολές  κάποιον   οντοτήτων   που   στη   πραγματικότητα   δε   μπορούμε   να   δούμε.   O  Heidegger   στο   δοκίμιo  περί   καταγωγής   του   έργου   τέχνης   εξηγεί   ότι   ο  πυρήνας  των  πραγμάτων  ήταν  -­‐κατα  τους  αρχαίους  Έλληνες-­‐  αυτό  που  κείται  πάντα  από  κάτω,  δηλαδή  το  υποκείμενο.  

Ακολουθώντας   παρόμοια   συλλογιστική   περί   τέχνης   οδηγούμαστε   σε   μια  παρατήρηση:   ότι   δηλαδή   η   εξέλιξη   της   τέχνης   μας   παρέχει   ένα   πλήθος  τεχνοτροπιών   αναπαράστασης   της   πραγματικότητας   η   οποία   υποδηλώνει   την  ποικιλία   των   σχέσεων   του   ανθρώπου   με   αυτή.   Η   Τέχνη,   με   άλλα   λόγια,  δημιουργεί   διαφορετικούς   κόσμους   ή   παρουσιάζει   πτυχές   του   ήδη   γνωστού  κόσμου   που   παρέμεναν   άδηλες.   Έτσι,   τόσο   η   τέχνη   όσο   και   η   επιστήμη   -­‐με  ανεξάρτητα   βήματα-­‐   μας   φέρνουν   πιο   κοντά   στην   εξερεύνηση   της  πραγματικότητας.  

 2.3   Πλατωνικός   Ιδεαλισμός   και   Αριστοτελική   ανάλυση   της   τέχνης   σε  σχέση  με  τη  πραγματικότητα  Όπως  αναλύσαμε  παραπάνω,  μέσω  των  παρατηρήσεων  και  των  μετρήσεων  που  λαμβάνουν   χώρα  στον   επιστημονικό   χώρο,   σε   βάθος   χρόνου,   όπως   επίσης   και  βάσει   φιλοσοφικών   αναζητήσεων   ενισχύεται   η   πεποίθηση   ότι   η   σκιά   (βλέπε  σκοτεινή   ενέργεια/ύλη)   αποτελεί   αποτύπωμα   της   ύπαρξης.   Αυτή   η  πεποίθηση  είχε   διατυπωθεί   ήδη   από   τα   αρχαία   χρόνια.   Οι   φιλοσοφικές   αναζητήσεις   που  είχαν   ξεκινήσει   από   τους   προσωκρατικούς   φιλόσοφους   υποστήριζαν   ότι   τα  πάντα   στον   κόσμο   του   χώρου   και   του   χρόνου   μεταβάλλονται,   η   μεταβολή   δε  είναι  αέναη  και   τίποτα  δεν  μένει   αμετάβλητο  από   τη  μία   χρονική  στιγμή  στην  άλλη.  Αυτό  είχε  ως  αποτέλεσμα  την  αδυναμία  μελέτης  του  κόσμου.    

 

Προκεμένου   να   δώσει   μια   λύση   στο   συγκεκριμένο   αδιέξοδο,   ο   Πλάτωνας  θέλοντας  να  διαφυλάξει  το  αγαθό  της  γνώσης  και  της  αντικειμενικής  αλήθειας  

 

5  

από   ιδεολογήματα   που   την   απέρριπταν   καταδικάζοντας   τον   άνθρωπο   σε   μια  άγνοια  μόνιμη  και   οδηγώντας   τον   τελικά  στον  αμοραλισμό,   υποστήριξε   ότι   τα  αντικείμενα   της   γνώσης,   τα   αντικείμενα   που   θα   μπορούσαν   να   οριστούν,  υπήρχαν,   αλλά   δεν   έπρεπε   να   ταυτιστούν   με   τίποτε   στον  αισθητό   κόσμο·   είχε  χωρίσει   την   πραγματικότητα   σε   δυο   κόσμους:   τον   κόσμο   των   ιδεών   ο   οποίος  ήταν  άφθαρτος  και  αιώνιος  και  στο  φθαρτό  υλικό  κόσμο.  Ο  κόσμος  των  ιδεών  ,  κατά  τον  Πλάτωνα,  ήταν  ένας  νοητός  κόσμος,  πέραν  χώρου  και  χρόνου.  Η  ψυχή  δε,   προϋπήρχε   του   σώματος   και   άνηκε   στο   κόσμο   των   ιδεών   ενώ   το   σώμα  αποτελούσε   προσωρινή   κατοικία   της   ψυχής   σύμφωνα   με   την   ίδια   θεωρία.  (Taylor  1992).        

Επιπλέον   όσον   αφορά   τις   τέχνες   γνωστή   είναι   η   υποτιμητική   στάση   του  αθηναίου   φιλοσόφου.   Συγκεκριμένα,   ο   τελευταίος   υποτίμησε   τις   μιμητικές  τέχνες  διότι  θεωρούσε   επικίνδυνη  τη  μεταβλητότητα  η  οποία  τις   χαρακτήριζε.    Παίρνοντας   ως   παράδειγμα   μια   κλίνη,   ο   φιλόσοφος   θεωρούσε   ως   υψηλότερο  επίπεδο   δημιουργίας   την   Ιδέα   της   -­‐που   ανάγεται   στο   θεό   (φυτουργό)-­‐.   Το      αμέσως  χαμηλότερο  επίπεδο  στην  ιεραρχική  ταξινόμηση  ήταν  η  κατασκευή  της  από   τον   ξυλουργό   (δημιουργό)   και   τέλος,   ως   υποδεέστερη,   εμφανίζοταν   η  μίμησή   της   από   το   ζωγράφο   (μιμητής)   ο   οποίος   δεν   έκανε   τελικά   τίποτε  περισσότερο  από  ό,τι  ένας  καθρέφτης,  που  παράγει  φαινόμενα  και  όχι  όντα  τη  αληθεία.    Δεδομένης,  λοιπόν,  της  τριπλής  αυτής  διάκρισης  τόσο  ο  ζωγράφος  όσο  και  και  ο  ποιητής  κατατάσονταν  στο  μιμιτικό  κόσμο.  Έτσι,  οι  τελευταίοι  απείχαν  τρείς  βαθμούς  από  τα  όντως  όντα  (Πλάτων).      Συνεχίζοντας,   την   εξερεύνησή   μας   στην   Πλατωνική   θέαση   της   τέχνης   θα  αποτελούσε  παράλειψη  η  μη  αναφορά  του  διαχωρισμού  της  εικαστικής  από  τη  φανταστική   τέχνη.   Πιο   συγκεκριμένα,   ο   εικαστικός   καλλιτέχνης   ακολουθεί   τις  πραγματικές   αναλογίες,   διαστάσεις   κλπ.   ενώ   ο   φανταστικός     δημιουργεί   ένα  έργο  το  οποίο  θα  φαίνεται  όπως  το  πραγματικό  κάτω  από  ορισμένες  συνθήκες  (πχ.  απόσταση).  Αυτά  σύμφωνα  με  την  Πλατωνική  φιλοσοφία.  

Από   την   άλλη   πλευρά,   ο   σπουδαιότερος   εκ   των   μαθητών   του,     ο   Αριστοτέλης  διαφοροποιήθηκε   έντονα   από   τον   δάσκαλό   του,   αναπτύσσοντας   μια   εκ  διαμέτρου   αντίθετη   θεώρηση.   Συγκεκριμένα,   κατ΄   αυτόν,     η   τέχνη     αποτελεί  δημιουργική  απεικόνιση  της  πραγματικότητας  με  τη  βοήθεια  των  αισθήσεων.  Η  θεωρία  του  αναβαθμίζει  τις  μιμητικές  τέχνες  διότι  υποστηρίζει  ότι  η  γνώση  στα  πρώτα   στάδια   της   εκπαίδευσης   του   ανθρώπου   ξεκινά   μέσω   της   μίμησης,  πράγμα   αδιανόητο   για   τον   τον   Πλάτωνα   αν   λάβουμε   υπόψιν   ότι   για   τον  τελευταίο  η  γνώση  ήταν  συνυφασμένη  με  τη  μνήμη  (  Σφενδόνη-­‐Μέντζου  2010-­‐2011)  .  Αντιθέτως,   ο   Σταγειρίτης   πίστευε   ότι   η   τέχνη   καθιστά   ορατή   την   “αληθινή”  ουσία   του   αναπαριστάμενου.   Το   ότι   το   δηλαδή   γνωρίζουμε   σημαίνει   ότι  αντιλαμβανόμαστε  την  ιδέα  την  οποία  υπηρετεί  το  αναπαριστάμενο.    

Προεκτάσεις   την   συγκεκριμένης   θεωρίας   βρίσκουν   εφαρμογή   και   στον   χώρο  του  θεάτρου.  Έτσι,  ο  Gadamer  (Gadamer  1992)  αντιστοιχίζει  τη  λειτουργία  της  μίμησης   στο   αρχαίο   δράμα.   Πιο   αναλυτικά,   ο   θεατής   μετέχει   στο   δράμα   μέσω  της   ταύτισής   του   με   τον   ηθοποιό   συνεπώς   η   απόσταση   μεταξύ   των   δύο  

 

6  

καταργείται.   Η   “μίμηση”,   λοιπόν,   είναι   παράσταση,   παρουσίαση   και   όχι  αναπαράσταση.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  δεν  παραπέμπει  σε  κάποιο  πρότυπο,  αλλά  είναι  η  μεταμόρφωση  αυτού  του  προτύπου.  

 2.4  Ο  μύθος  του  σπηλαίου  και  Ο  μύθος  περί  καταγωγής  της  ζωγραφικής  

του  Πλινίου.    Κατά  τον  Πλάτωνα  η  σκιά,  στο  Μύθο  του  σπηλαίου  (Πλάτων),  είναι  το  μόνο  που  μπορεί  να  δει  ο  άνθρωπος  αφού  είναι  αλυσοδεμένος  σε  ενα  σκοτεινό  σπήλαιο,  καταδικασμένος  να  βλέπει  μόνο  τη  σκιά  του  μπροστά  η  οποία  σχηματίζεται  απο  μία  φωτιά  η  οποία  βρίσκεται  πίσω  του.  Η  φιλοσοφικη  αναζήτηση  είναι   εκείνη  που  θα  τον  “βγάλει”  από  το  σκοτάδι  της  άγνοιας  καθιστώντας  τον  ικανό  να  δεί  την  αλήθεια.  

 Σε   παρόμοιες   κατευθύνσεις   προσανατολίζεται   και   η   αφήγηση   του   Πλινίου  αναφορικά  με  την  καταγωγή  της  ζωγραφικής  τέχνης.    Συγκεκριμένα,  η  αφήγηση  του   Πλίνιου   τον   1ο   αιώνα   μ.Χ   (Πλίνιος   εκδ.1994)   αποτελεί   καταλύτη   στην  ιστορία   του   πορτραίτου.   Βάσει   αυτής,   μια   νεαρή   Κορίνθια   βρισκόταν   στο  δωμάτιο   της   με   τον   αγαπημένο   της   ο   οποίος   επρόκειτο   την   αποχωριστεί.  Ξαφνικά,   εκείνη   παρατήρησε   τη   σκιά   του   στον   τοίχο   η   οποία   δημιουργήθηκε  εξ'αιτίας   της   λάμπας   και   έσπευσε   να   τη   ζωγραφίσει   πάνω   στον   τοίχο   με  κάρβουνο.  

 Λαμβάνοντας  υπόψη  το  συγκεκριμένο  περιστατικό  θα  μπορούσε  να  λεχθεί  ότι  η  ζωγραφική   βρίσκεται   στη   διασταύρωση   της   αγάπης   και   της   απώλειας·   του  έρωτα  και  του  θανάτου.  Δημιουργεί  μια  εικόνα  άρρηκτα  συνδεδεμένη  με  τη  σκιά.  Η   ενασχόληση   της   με   τον   κόσμο   των   σκιών   δηλώνει   την   σύγχυση   του  πραγματικού  με  τη  ψευδαίσθηση.      

Έτσι,  λοιπόν,    -­‐για  επιστρέψουμε  και  στο  παράδειγμά  μας-­‐  μια  προσπάθεια  της  κοπέλας  να  κρατήσει  στη  μνήμη  της  την  εικόνα  του  αγαπημένου  της  την  κάνει  να   αναζητά   την   αλήθεια.   Ποια   είναι   όμως   η   αλήθεια;   H   αλήθεια,     κατα   τον  Πλάτωνα,   είναι   η   άρση   της   λήθης.   (αλήθεια   >   α   +   λήθη).   Η   ψυχή   ούσα   στον  κόσμο   των   ιδεών   πριν   τη   γέννηση   του   ανθρώπου   ήταν   κοινωνός   της   γνώσης  των  ιδεών.  Μα  απο  τη  στιγμή  της  γέννησής  του,  η  ψυχή  λησμόνισε  τις  γνώσεις  που   είχε   ηδη.  Με   βάση   των  Αθηναίο  φιλόσοφο   μόνο   η  φιλοσοφία   ανοίγει   τον  δρόμο  ώστε  ο    άνθρωπος  να  μπορέσει  να  επαναφέρει  στη  μνήμη  του  τις  γνώσεις  τις  οποίες  η  ψυχή  κατείχε.    Βέβαια  ο  μύθος  του  Πλίνιου  έχει  ουσιαστικές  διαφορές  απο  αυτόν  του  Πλάτωνα.  Στη  περίπτωση  του  Πλατωνικού  μύθου  οι  “φυλακισμένοι”  δεν  μπορούν  να  δουν  τη  σκιά  σα  σκιά   διότι   δε   μπορούν   να  βρούν   μια   οπτική   γωνία  ούτως  ώστε  να  δουν  τη  σκιά  σαν  ένα  διακριτό  αντικείμενο.  Η  κοπέλα  της  Κορίνθου,  αντιθέτως  ,  αντιλαμβάνεται   τη   σκιά   σαν   σκιά   και   τη   σχηματίζει   στον   τοίχο.   Ο   Roland  Barthes   στο   φωτεινό   θάλαμο   (Barthes   2011)   είχε   γράψει   “αυτό   που   η  Φωτογραφία  επαναλαμβάνει  στο  άπειρο  δεν  έχει  συμβεί  πάρα  μόνο  μια  φορά:  επαναλαμβάνει   με   μηχανικά   μέσα   εκείνο   που   δεν   μπορεί   ποτέ   πια   να  

 

7  

επαναληφθεί   υπαρξιακά”,   με   άλλα   λόγια   διαφυλλάσει   μια   στιγμή   απο   το  πέρασμα  του  χρόνου.  Αυτός  ακριβώς  ήταν  και  ο  σκοπός  της  κοπέλας.  Στη  ουσία  δεν   προσπάθησε     να   δημιουργήσει   ένα   υποκατάστατο   του   αγαπημένου   της,  αλλά  την  παρουσία  της  απουσίας  του  και  να  τη  διαφυλάξει  στο  χρόνο.    

3.  Η  φωτογραφία  ως  κομμάτι  της  πραγματικότητας  

 3.1    Φωτογραφία:  Η  τέχνη  της  επιλογής  

Η  φωτογραφία  πάντα  διέφερε  από  τις  άλλες  τέχνες  διότι  -­‐όπως  είναι  ευρύτερα  γνωστό   -­‐  αποτελεί   την  τέχνη  της   επιλογής.  Και  η   επιλογή,  ως  χαρακτηριστικό,  συμβάλλει   με   τη   σειρά   της,   στην   απόδειξη   της   μεταβλητότητας   που   διέπει   τη  πραγματικότητα.  Με  άλλα  λόγια,  το  στιγμιότυπο  που  είναι  καταγεγραμμένο  στη  φωτογραφία  δεν  πρόκειται  να  υπάρξει  ξανά.  

Αντίθετα   από   τις   άλλες   τέχνες   οι   οποίες   δημιουργούν   μια   πραγματικότητα,  δημιουργούν   δηλαδή   κάτι   νέο,   η   φωτογραφία   βασίζεται   στην   επιλογή   του  μερικού   από   το   όλον.     Προκειμένου   να   γίνει   κατανοητή   η   διαφοροποίηση   της  φωτογραφίας   από   άλλες   συγγενικές   μορφές   τέχνης   θα   μπορούσε   να  επισημανθεί   το   εξής:     στην   οπτική   επικοινωνία   το   φωτογραφικό   κάδρο  αντιπροσωπεύει   κάτι   εντελώς   διαφορετικό   από   το   ζωγραφικό.   Ο   ζωγράφος  γεμίζει  το  κάδρο  με  την  προσωπική  του  οπτική  για  τα  πράγματα.  Κάτι  που  στην  ούσια  δεν  είναι  απαραίτητα  υπαρκτό  στο  παρόν  ή  το  παρελθόν.  Η  φωτογραφία  από  την  άλλη  μεταφέρει  κάτι  που  έχει  υπάρξει  στον  κόσμο  των  εικόνων  χωρίς  όμως  να  φέρνει  στη  μνήμη  το  παρελθόν.  Κατά  τον  Roland  Barthes  η  εντύπωση  που   προξενεί   μια   φωτογραφία   δεν   είναι   πως   αποκαθιστά   ό,τι   έχει   καταλυθεί  από  τον  χρόνο  ή  την  απόσταση  αλλά  πως  πιστοποιεί  οτί  αυτο  που  βλέπω  έχει  πραγματικά  υπάρξει.    

Έτσι,  η  φωτογραφική  αναπαράσταση  δεν  εκφράζει  απαραίτητα  αυτό  που  έχει  πάψει  να  υπάρχει,  αλλά  αυτό  που  αναμφιβόλως  έχει  υπάρξει.  Κάθε  φωτογραφία  υπηρετεί   τη  βεβαιότητα   επικυρώνοντας  αυτό  που  παρισταίνει.   Τη  βεβαιότητα  που  μας  δίνει  η  φωτογραφική  εικόνα  δεν  μπορεί  να  δοθεί  από  κανένα  κείμενο  διότι   η   γλώσσα   δε   μπορεί   να   αποδείξει   η   ίδια   την   αυθεντικότητα   της,   θα  επικαλεστεί   τη   λογική,   την   έλλειψη   της   λογικής   ή   τον   όρκο   για   να   το   πετύχει  αυτό.    Αντιθέτως,  η  φωτογραφία  είναι  αδιάφορη    ως  προς  την  διαμεσολάβηση  (κάθε   είδους).   Αυτό   αν   και   δε   διαφυλλάσει   την   ειλικρίνεια   του   νοήματός   της,  εντούτοις  διασφαλίζει    την  ειλικρίνεια    της  ύπαρξής  της.  Το  σπουδαίο  μάλιστα  είναι  ότι  η  φωτογραφία  έχει  μια  δύναμη  διαπιστωτική  η  οποία  αφορά  τον  χρόνο  της   και   όχι   το   αντικείμενο,   ενώ   μορφολογικά   η   διαπίστωση   της   αυθεντικότας  προηγείται   από   αυτή   της   αναπαράστασης   (Barthes   2011). Ένα   ακόμη  διαφοροποιητικό   στοιχείο   της   φωτογραφίας   έγκειται   στο   ότι   δε   συνιστά   μια  πραγματικότητα  από  μόνη  της.    Μια  αυτόφωτη  πραγματικότητα.  Κι  αυτό  γιατί  η  φωτογραφία   δεν   τελειώνει   εκεί   που   τελειώνει   το   κάδρο,   αλλά   αποτελεί   μια  αναφορά  στη  πραγματικότητα  .    

Με  τον  τρόπο  αντίληψης  της  τέχνης  έχει  ασχοληθεί  και  ο    Wollheim.  Στο  έργο  του  με  τίτλο:   ''Winters''  που  εκδόθηκε  το  2013  αναφερόμενος  στη  θεωρία  του  

 

8  

περι  τέχνης  υποστηρίζει  ότι  η  θέαση  μιας  εικόνας  βασίζεται  σε  ένα  αντιληπτικό  δίπτυχο:   αυτό   σημαίνει   ότι   ο   θεατής   αντιλαμβάνεται   ότι   αυτό   που   βλέπει  μπροστά  του  είναι  ενας  καμβάς  (στη  περίπτωση  της  ζωγραφικής)  ή  ένα  κομμάτι  χαρτί   (στη   περίπτωση   της   φωτογραφίας),   αλλά   ταυτόχρονα   έχει   την  αντιληπτική   οξυδέρκεια   που   απαιτείται   ώστε   να   διακρίνει   πέρα   από   τα  χρώματα,  τις  γραμμές  ή  το  στιγμιότυπο  της  φωτογραφίας  και  να  ανάγαγει  αυτό  που   βλέπει   σε   μια   πραγματικότητα.   Η   ικανότητά   του   αυτή   είναι   φυσικά  συνυφασμένη  με    γνωσιακές  παραμέτρους  και  αισθητικές  εμπειρίες  που  διέπουν  το  ανθρώπινου  είδος.    

Ένας  ακόμη  φιλόσοφος,  Γερμανός  αυτή  τη  φορά,  ο  Heidegger  στο  έργο  του  "  Η  προέλευση   του   έργου   τέχνης"   διαγραμμίζει   την   σημαντικότητα   του   υλικού  υποβάθρου   του   έργου   τέχνης.   Θεωρεί   μάλιστα   ότι   όσοι   διαχωρίζουν   το   έργο  τέχνης  σε  ουσιώδες  και   επουσιώδες,   σε  υλικό  υπόβαθρο  και  σε  φορμαλισμένο  εποικοδόμημα  υποστηρίζουν  ότι   το   έργο   τέχνης   είναι   κατ'   ουσίαν  αλληγορικό.  Υποστηρίζούν  ότι  η  καλλιτεχνική  φόρμα  οδηγεί  σε  κάτι  άλλο,  λειτούργει  δηλαδή  ως  σύμβολο.  Αυτή  η  καθιερωμένη  άποψη  υποβαθμίζει  το  υλικό  υπόβαθρο  για  να  περιορίσει  το  ουσιώδης  στη  φόρμα.  Παραβλέπει  το  πραγμοειδές  άρα  αγνωεί  το  πραγματικό  έργο  τέχνης.  Ο  πραγμοειδής  χαρακτήρας  του  έργου  τέχνης  (η  ύλη  με  άλλα   λόγια  από   την   οποία  αυτό  αποτελείται)   είναι   ιδιαίτερα  σημαντικός   γιατί  σχετίζεται  με  το  αισθητικό  βίωμα  που  είναι  εκείνο  που  μας  δίνει  τη  δυνατότητα  αναγνώρισης.   Το   κάθετι   είναι   συνάρτηση  φόρμας   και   ύλης.  Έτσι,   είναι   όταν   η  ύλη  είναι  αυθύπαρκτη  είναι  απλά  αδιανόητη.    Το  ίδιο  και  η  φόρμα  χωρίς  την  ύλη.    

Όπως   θα   δούμε   παρακάτω   ακόμα   και   η   πιο   αφορμάριστη   ύλη   έχει   κάποια  αισθητά   χαρακτηριστικά   που   γίνονται   άμεσα   προσιτά   απο   τις     αισθήσεις   μας  (Heidegger).  

 

 

 

3.2    Η  πίστη  στον  ρεαλισμό  της  φωτογραφίας.  

Προεικονοποίηση  

 

Παρότι   η   φωτογραφία   ωθεί   τον   θεατή   σε   μια   νέα   θεώρηση   του   κόσμου    αποτυπώνοντας   περισσότερα   απ΄   ό,τι   πραγματικά   βλέπει   το   μάτι,   εντούτοις  γίνεται  πάντα  αποδεκτή  χωρίς  εξηγήσεις.  Αυτό  συμβαίνει  διότι  αντιμετωπίζουμε  ένα   καλλιτεχνικό   έργο   ως   προσυντονισμένοι   δέκτες   (Αντωνιάδης   1999).   Πιο  συγκεκριμένα,  στη  φωτογραφία,  η  απόδοση  του  θέματος  διαμεσολαβείται  από  μια  συγκεκριμένη  τεχνοτροπία  η  οποία  εξαρτάται  τόσο  απο  τα  τεχνικά  μέσα  που  θα   χρησιμοποιηθούν   όσο   και   απο   τις   επιλογές   του   φωτογράφου.   Η   επιλογή  συγκεκριμένου  εξοπλισμού  (κάμερας,  φίλμ,  φακού)  είναι  άρρηκτα  συνδεδεμένη  με  αυτό  που  στη  φωτογραφία  ονομάζουμε  προεικονοποίηση.  Πιο  αναλυτικά,   ο  φωτογράφος   μέσω   συγκεκριμένων   επιλογών   αναμένει   αντίστοιχα  

 

9  

αποτελέσματα.  Για  παράδειγμα,  γνωρίζει  εκ  των  προτέρων  το  αποτέλεσμα  της  επιλογής  ενός  φίλμ  υψηλού  ISO  ή  ενός  υπερευρυγώνιου  φακου  και  τα  επιλέγει  προσδοκώντας  να  πετύχει  τον  φωτογραφικό  του  στόχο.    

Ωστόσο,   θα   πρέπει   να   σημειωθεί   οτί   κάθε   φορά   που   αναφερόμαστε   σε  ρεαλιστική   απόδοση   της   πραγματικότητας   μέσω   της   φωτογραφίας,   δεν  παρεπέμπουμε   σε   πιστή   αντιγραφή.   Εξάλλου,   κάτι   τέτοιο   θα   ήταν   τόσο  ανέφικτο   όσο   και   ασύμβατο   με   τις   ευρύτερες   καλλιτεχνικές   επιδιώξεις   .  Συνεπώς,   ο   ρεαλισμός   δεν   συνδέεται   με   την   πιστή   αναπαράσταση   της  πραγματικότητας  αλλά  με  την  άρτια  πληροφόρηση  περί  αυτής.    

Στο   ζήτημα   αυτό   έχει   αναφερθεί   και   ο   Αριστοτέλης   με   σχετικό   τον   όρο  ΄΄Ομοίωσις''   που   βρίσκουμε   στο   έργο   του.   Κατά   τον   Σταγειρίτη   φιλόσοφο   η  τέχνη   γενικότερα   είναι   μια   αναφορά   του   πραγματικού.   Η   απόδοση   της  πραγματικότητας   όμως   απαιτεί   ασφαλώς   τη   συμφωνία   με   τα   όντα,   το  ταίριασμα  με  αυτά,    την  λεγόμενη''ομοίωση''.  

Η   άποψη   αυτή   δεν   έρχεται   σε   αντίθεση   με   όσο   αναφέρθηκαν   προτύτερα.  Παρουσίαζει   απλώς   μια   διαφορετική   οπτική.   Σήμερα  ωστόσο,   χιλιάδες   χρόνια  μετά   τον   σπουδαίο   αυτόν   μελετητή   της   ανθρώπινης   φύσης   και   του   κόσμου,  αποτελεί  πια  κοινό  τόπο  μεταξύ  όσων  αγαπούν  και  καταπιάνονται  με  την  τέχνη  πως  η  επαρκής  ποσότητα  πληροφοριών  και  ο  μεγάλος  βαθμός  πιστότητας  δεν  οδηγεί   κατ΄   ανάγκη   στην   άρτια   απόδοση   της   πραγματικότητας.   Είναι   μάλιστα  χαρακτηριστικό  πως  όχι  σπάνια  μια  ελλειπτική  απεικόνιση  μπορεί  να  αποδώσει  πιο   αποτελεσματικά   το   αναπαριστάμενο.   Σύμφωνα   και   με   τον   Goodman,   ο  οποίος   προσθέτοι   μια   ακόμη   παράμετρο   στο   υπο   εξέταση   θέμα,   ο   βαθμός  ρεαλισμού   εξαρτάται   από   την   ταχύτητα   εξοικείωσης   του   θεατή   με   το  αναπαριστάμενο,   η   οποία   με   τη   σειρά   της   έχει   να   κάνει   με   την   ταχύτητα  εξοικείωσης   του   θεατή   με   τα   στερεότυπα   και   τα   χαρακτηριστικά   του  συστήματος   αναπαραστατικών   συμβάσεων.  Ο   ρεαλισμός   κατα   συνέπεια     είναι  ζήτημα  συνήθειας  κατα  τον  Goodman.  

     4.  Η  φωτογραφία  οφείλει  να  μοιάζει  στη  πραγματικότητα  4.1  Η  Διαδικασία  αναγνώρισης  της  εικόνας    Η   αναγνώριση   της   εικόνας   στην   οπτική   αντίληψη   επιτυγχάνεται   μέσω   της  διαπίστωσης   ομοιοτήτων   της   απεικόνισης   με   την   αντιληπτική   εμπειρία   του  θεατή.  Σύμφωνα  με  τον  Wollheim  (Wollheim  1998)  είναι  απαραίτητη  η  εμπειρία  ούτως  ώστε   να   καταστεί   δυνατή   η   αναγνώριση   η   οποία   τελικά   επιτυγχάνεται  μέσω  της  σύγκρισης   της   εικόνας   του  πραγματικού  με  αυτή  που  απεικονίζεται.  Όταν   ο   θεατής   βλέπει   μια   εικόνα   εξετάζει   τις   οπτικές   πληροφορίες   και   τις  αντιλαμβάνεται  εφόσον  μπορεί  να  τις  αναγνωρίσει.    Στην  ανθρώπινη  εμπειρία,  κάθε   αντικείμενο   αισθητικότητας   είναι   και   αντικείμενο   σκέψης:   ό,τι   βιώνεται  στην  εμπειρία  ταξινομείται  και  κωδικοποιείται,  υπάγεται  από  τη  νόηση  σε  μία  ή  περισσότερες   έννοιες.   O   Gombrich   αναφέρει   ακριβώς   αυτό:   "   Ακόμα   και   στον  καθρέφτη  τίποτα  δεν  είναι  ορατό,  αν  δεν  είναι  από  πριν  γνωστό  και  ζητούμενο".  

 

10  

Διότι  αν  δεν  είναι  εξαρχής  γνωστό  πως  θα  το  δείς  και  θα  το  αναγνωρίσεις.  Όπως  αναφέρει   ο   Καγγελάρης   στο   κείμενο   του   για     το   τι   είναι   μια   φωτογραφία,   ο  Gombrich   φτάνει   σε   μια   πρωτοποριακή   άποψη   για   την   αντίληψη,  υποστηρίζοντας  ότι  πρόκειται  για  ψευδαίσθηση.  Δεν  αποκαλεί  ψευδαίσθηση  το  γεγονός  της  επινόησης  μιας  νέας  πραγματικότητας,  όπως  συχνά  συμβαίνει  στις  ψυχωτικές   διεργασίες,   αλλά   κάτι   βαρύτερο:   τον   ίδιο   τον   μηχανισμό   που  επιτρέπει  την  όραση.  Μ’  άλλα  λόγια,  μας  λέει,  δεν  βλέπουμε,  ερμηνεύουμε,  βάσει  του  τρόπου  που  χρησιμοποιούμε  για   να  δούμε,  συν   το  πολιτιστικό  φορτίο   της  εποχής.  Αν  θέλουμε  να  έχουμε  επαφή  με  την  πραγματικότητα,  οφείλουμε  να  την  αγνοήσουμε.  Μήπως  εδώ  συναντά  τον  Barthes  όταν  λέει  ότι   για  να  δω  σωστά  μια   φωτογραφία   οφείλω   να   κλείσω   τα   μάτια;  Μόνο   μέσω   της   ψευδαίσθησης,  συνεχίζει   ο  Gombrich   είμαι   σε   θέση   να   βιώσω  την  πραγματικότητα.   Λόγω   της  αληθοφάνειας   του   φωτογραφικού   ντοκουμέντου   ο   θεατής   έχει   τη   τάση   να  αποδέχεται   αυτά  που   βλέπει   και   να   τα   θεωρεί   μέρος   της   πραγματικότητας.   H  έννοια   της   αναπαράστασης   φαίνεται   να   απουσιάζει   για   τον   θεατή   του  φωτογραφικού   σημείου   αφού   είναι   ικανός   να   αντιληφθεί   μόνο   ότι   είναι  πανομοιότυπο  με  κάτι  πραγματικό.      4.2.   Ψυχολογία  της  Ολικής  Μορφής      Όπως  αναφέρθηκε  στο  προηγούμενο  κεφάλαιο  η  οπτική  αντίληψη  προϋποθέτει  την   ύπαρξη   ομοιότητας   προκειμένου   να   ενεργοποιηθούν   γνωσιακές  ανθρώπινες   ιδιότητες   όπως   η   κατηγοριοποίηση   η   οποιά   με   τη   σειρά   της  συμβάλλει   στην   αναγνώριση   μιας   εικόνας.   Βλέπουμε,   λοιπόν,   ότι   η   γνωσιακή  προσέγγιση   έχει   πολλά   να   προσφέρει   στην   κατανόηση   της   φωτογραφίας.   Γι΄  αυτόν  ακριβώς  τον  λόγο  στο  κεφάλαιο  που  ακολουθεί  παρουσιάζεται  σύντομα  -­‐αλλά   ευελπιστούμε   και   εύληπτα-­‐   ο   ακρογωνιαίος   λίθος   της   οπτικής   μας  αντίληψης.  

 Η   οπτική   αντίληψη   δε   ξεκινά   από   τα   επιμέρους   χαρακτηριστικά   ενός  αντικειμένου,   αλλά   από   τη   γενική   δομή   του.   Βάσει   της   μορφοκρατικής  ψυχολογίας   η   οπτική   αντίληψη   είναι   συνθετική,   αυτό   σημαίνει   ότι  αντιλαμβανόμαστε   σύνολα   μέσα   σε   ένα   αρχικά   άπειρο   και   απροσδιόριστο   για  εμάς  περιβάλλον.  Καθώς  γίνονται  αντιληπτά  τα   επιμέρους  στοιχεία  αυτού  του  περιβάλλοντος   αρχίζει   αυτό   να   αποκρυπτογραφείται   στην   αντίληψη   μας  (Arnheim  1954).     Το   μυαλό  αρνείται   να   δεχτεί   οτιδήποτε   δεν  παρουσιάζει   μια  στοιχειώδη   δομή   και   κατανομή.   Ενδεικτικός   είναι   ο   τρόπος   με   τον   οποίο   ο  άνθρωπος   αντιμετωπίζει   τα   συννέφα:   τα   τελευταία   δεν   παρουσιάζουν   μια  συγκεκριμένη  δομή,  παρόλα  αυτά  το  ανθρώπινο  μυαλό   έχει   τη  δυνατότητα  να  αναγνωρίζει   σχηματισμούς   οι   οποίοι   του   θυμίζουν   γνωστές   εικόνες   (όπως   για  παράδειγμα   ένα   ζώο).   Στη   ψυχολογία   αυτό   ονομάζεται   “προβολή”.   Στην   ίδια  παρατήρηση   βασίζεται   και   το   γεγονός   πωσ   ο,τι   είναι   εντελώς   άγνωστο   στον  άνθρωπο   τείνει   να   προσομοιώνεται   ή   να   αναγάγεται   σε   κάτι   που   είναι   ήδη  γνωστό.  Η  οπτικοποίηση   ,   για  παράδειγμα,  όσων  δε  μπορούν  να   ιδωθούν  ή  να  γίνουν   αντιληπτά   γίνεται   με   βάση   την   αντιληπτική   μας   εμπειρία.   Έτσι,   κάθε  προσπάθεια   οπτικοποίησης   εξωγήινων   οργανισμών   γίνεται   με   βάση   το  ανθρωπόμορφο  πρότυπο.    

 

11  

 Στη   φωτογραφία   βρίσκει   εφαρμογή   η   θεωρία   της   πληροφορίας   του   Gilson  (Gilson   1998)   κατά   την   οποία   η   αναγνώριση   καθίσταται   δυνατή   λόγω   των  πληροφοριών   που   παρέχονται,   τις   οποίες   μάλιστα   θα   λαμβάναμε   αν   ήμασταν  παρόντες   στο   χώρο   λήψης   της   συγκεκριμένης   φωτογραφίας.   Λόγω   της  “αληθοφάνειας”   του   φωτογραφικού   ντοκουμέντου   η   ύλη   η   οποία  αναπαριστάται   εξαλείφεται   πιο   εύκολα   συγκριτικά   με   ένα   ζωγραφικό   πίνακα  και   ο   θεατής   έρχεται   νοητά   σε   άμεση   επαφή   με   το   αναπαριστώμενο.   Σε   κάθε  περίπτωση   βέβαια   η   θεωρία   του   Wollheim,   περί   αντιληπτικού   δίπτυχου,   σε  μεγάλο  ή  μικρό  βαθμό  ισχύει.      5.    Η  φωτογραφία  και  η  πραγματικότητα    Η   πραγματικότητα   όμως   δεν   είναι   κάτι   κοινά   αποδεκτό.   Τα   εικονογραφικά  στερεότυπα   που   διέπουν   την   εκάστοτε   κοινωνία   στο   εκάστοτε   χρονολογικό  πλαίσιο   που   αυτή   εντάσσεται   προσδίδουν   μια   επιπλέον   εν   δυνάμει   ερμηνεία  στην   εικόνα.   Για   παράδειγμα   η   εικόνα   μιας   μαυροφορεμένης   ηλικιωμένης  γυναίκας   βάσει   των   Ελληνικών   στερεοτύπων   αποτυπώνει   το   πένθος,   την  απώλεια   ,   τη   μοναξιά   και   την   αφοσίωση,   πράγμα   που   δεν   ισχύει   για   άλλους  λαούς   και   άλλες   κουλτούρες.   Άρα   μπορούμε   να   πούμε   οτι   η   αντίληψη   του  ορατού   εξαρτάται   απο   τις   συνθήκες   που   την   παράγουν   (Αντωνιάδης   1999).  Βέβαια,   η   εξοικείωση   του   θεατή   με   τις   συμβάσεις   του   οικείου  αναπαραστασιακού   συστήματος   δεν   αποκλείουν   την   αναγνώριση   νέων   ή  διαφορετικών   συμβάσεων.   Στη   περίπτωση   αυτή   βέβαια   είναι   η   ταχύτητα  αναγνώρισης  αυτή  που  λειτουργεί  ανασταλτικά.      Η  φωτογραφία  δεν  είναι   ένα  παράθυρο  στον  πραγματικό  κόσμο.  Η  απόσταση  της  σκηνής  είναι  πολύ  μεγαλύτερη  από  την  απόσταση  που  μας  χωρίζει  από  την  επιφάνεια   της  φωτογραφίας.   Ο   χρόνος   είναι   ένα   στοιχείο   το   οποίο   συμβάλλει  στην  απόσταση  που  δημιουργείται  μεταξύ  του  θεατή  και  της  πραγματικότητας.  Ως   εκ   τούτου   οι   αντιδράσεις   και   οι   σκέψεις   του   θεατή   μετά   την   διαδικασία  αναγνώρισης   αφορούν   την   πραγματικότητα   που   αντιλαμβάνονται   μέσω   μιας  εικόνας  και  όχι  την  εικόνα  αυτή  καθ’αυτή.  Ο  Hume  στο  βιβλίο  του  "πραγματεία  για   την   ανθρώπινη   φύση"   υποστηρίζει   ότι   όταν   ο   νους   προχωράει   πέρα   από  αυτό   που   εμφανίζεται   μπροστά   του   άμεσα,   τα   συμπεράσματα   στα   οποία  καταλήγει    δε  μπορούν  ποτέ  να  αποδοθούν  στις  αισθήσεις  και  είναι  σίγουρο  ότι  προχωράει   πέρα   από   τα   άμεσα   δεδομένα   των   αισθήσεων   όταν   από   μια   και  μοναδική  αντίληψη  οδηγείται  στο  συμπέρασμα  της  διπλής  ύπαρξης  και  υποθέτει  σχέσεις  ομοιότητας  ανάμεσα  στους  δυο  τρόπους  ύπαρξης  (Hume,  εκδ  2005).  Η  σύγκριση   του   πραγματικού   με   οποιαδήποτε   εικόνα   είναι   αδύνατη.   Ένα  πραγματικό   αντικείμενο   είναι   τρισδιάστατο,   μπορεί   να   ιδωθεί   από   πολλές  διαφορετικές  γωνίες  κάτω  από  διαφορετικές  συνθήκες  φωτισμού  κ.ο.κ  όμως  η  απεικόνιση   είναι   δισδιάστατη   και   μοναδική.   Ο   Barthes   (Barthes   2011)   θεωρεί  ανούσια  αυτή  τη  διαπίστωση  διότι  τίποτε  δεν  εμποδίζει  τη  φωτογραφία  να  είναι  αναλογική.  Το  νόημα  της  φωτογραφίας  όμως  δεν  είναι  στην  αναλογία  αλλά  στη  διαπίστωση  της  αυθεντικότητας  αυτού  που  παρουσιάζει.    

 

12  

Όπως   επισημάνθηκε   και   νωρίτερα,   η   πραγματικότητα   στην   οποία  αναφερόμαστε  δεν  είναι  απαραίτητο  πως  υπήρξε  όπως  ο  θεατής  τη  σχημάτισε  στο   μυαλό   του.   Στη   περίπτωση   της   ζωγραφικής   η   πραγματικότητα   η   οποία  αναπαριστάται  δεν  υπήρξε  ποτέ  αλλά  παράχθηκε  απο  το  μυαλό  του  ζωγράφου.  Στη   προκειμένη   περίπτωση   ο   ζωγράφος   είτε   δανειζόμενος   στοιχεία   της  πραγματικότητας  είτε  όχι  (αναλόγως  το  ρεύμα  που  ακολούθησε)  δημιουργεί  ένα  μονοπάτι   ανάγνωσης   για   τον   θεατή.   Στη   φωτογραφία   τα   πράγματα   είναι  εντελώς   διαφορετικά.   Ο   φωτογράφος   καλείται   να   επιλέξει   ένα   μικρο   κομμάτι  απ’  ότι  συμβαίνει  μπροστά  στα  μάτια  του  εν  αντιθέσει  με  τον  ζωγράφο  ο  οποίος  περιγράφει   μια   εμπειρία   του   αφού   την   έχει   ήδη   βιώσει.   Ο   θεατής   του  φωτογραφικού   έργου   λοιπόν   γνωρίζοντας   αυτό   έχει   την   ανάγκη   να   επινοήσει  μια  ιστορία  ωστε  να  περιγράψει  αυτό  που  βλέπει  στην  φωτογραφία  αφού  έχασε  τη  δυνατότητα  να  το  βιώσει.  Για  αυτόν  τον  λόγο  θεωρούμε  ότι  η  φωτογραφία  είναι   η   πραγματικότητα   και   αν   της   αφαιρέσεις   την   ιστορία   δεν   μένει   τίποτα  (Αντωνιάδης  1999).        6.    Συμπεράσματα:    

6.1  Φωτογραφική  προσέγγιση    Το  φωτογραφικό  μέρος  της  παρούσας  εργασίας  έχει  ως  στόχο  την  απεικόνιση  εργαζομένων  του  Ευρωπαϊκού  Οργανισμού  Πυρηνικών  Ερευνών  (CERN)  στους  πειραματικούς   χώρους   του   οργανισμού.   Η   λήψη   των  φωτογραφιών   συνέβαλε  καθοριστικά   στη   προσπάθεια   οπτικοποίησης   της   θεωρίας   που   αναλύσαμε  παραπάνω.  Στη  προσπάθεια  αυτή  καταλυτικής  σημασίας  παράγοντας  δεν  ήταν  άλλος   από   τον   χώρο   που   πραγματοποίηθηκε   η   φωτογραφική   αυτή   έρευνα.  Συγκεκριμένα,   όπως   ειπώθηκε   πρωτύτερα,   ο   ευρωπαϊκός   οργανισμός  πυρηνικών   ερευνών   υπήρξε   ο   χώρος   που   φιλοξένησε   το   συγκεκριμένο  φωτογραφικό   διάβημα.   Πρόκειται   για   έναν   χώρο   έρευνας   υποατομικών  σωματιδίων,   της   σκοτεινής   ύλης   και   της   σκοτεινής   ενέργειας   (όροι   που  αναφέρθηκαν   στο   πρώτο   κεφάλαιο).   Η   άμεση,   λοιπόν,     συσχέτιση   όσων  θεωρητικά   αναλύονται   στην   παρούσα   εργασία   με   τον   χώρο   όπου     στην  πραγματικότητα   βρίσκονται   υπό   μελέτη,   καθιστά   την   συγκεκριμένη   εργασία  ξεχωριστή   .   Ακόμη,   αξίζει   να   αναφερθεί   η   προσπάθεια   του   φωτογραφικού  φακού   να   φανεί   συνεπής   όσον   αφορά   την   περιβόητη   θεωρία   του   5%.  Συγκεκριμένα,   στις   εικόνες   που   η   εργασία   αυτή   περιλαμβάνει,   η   θέση   του  ανθρώπου  καλύπτει  περίπου  το  5%  της  εικόνας,  όπως  ακριβώς  και  το  μέγεθος  της   αντιληπτικής   ικανότητας   του   ανθρώπου   με   βάση   το   σύμπαν   στο   σύνολό  του.     Τέλος,   με   βάση   την   ισχνή   ανθρώπινη   παρουσία   σε   σχέση   με   τον  περιβάλλοντα  χώρο  της  φωτογραφίας,  θα  μπορούσε  κανείς  να  αντιπαραβάλει  -­‐τηρουμένων   των   αναλογιών   -­‐τη   απειροελάχιστη   θέση   του   ανθρώπου   στο  σύμπαν.        

   

 

 

13  

6.2  Η  «αντιληπτή»  πραγματικότητα  ως  μια  φωτογραφία  

 Όπως   πολλάκις   έχει   αναφερθεί   στην   συγκεκριμένη   εργασία   καταβλήθηκε  προσπάθεια   να   συσχετιστεί   η   φωτογραφία   (ως   ένα   ψήγμα   της  πραγματικότητας)   με   το   τμήμα   του   σύμπαντος   που   μπορεί   να   γίνει  αισθητηριακά  αντιληπτό  (5%  επί  του  συνόλου).  Η  αντιστοιχία  αυτή  επιδιώκεται    εξ΄αιτίας   διαφορετικών  παραγόντων.     Αρχικά   διότι,   η  φωτογραφία   αποτελεί   -­‐πλέον-­‐  ένα  οικείο  μέσο  για  το  κοινό  και  εν  συνεχεία  διότι  είναι  συνυφασμένη  με  τη  πραγματικότητα  αφού  αποτελεί  κομμάτι  της.  Ποιάς  πραγματικότητας  όμως;  Της   αισθητής   πραγματικότητας.   Ωστόσο,   η   αισθητή   πραγματικότητα   είναι   η  ερμηνεία   και   το   νόημα   που   έχουμε   δώσει   στα   πράγματα   και   όχι   τα   ίδια   τα  πράγματα.    Η  φωτογραφία  λοιπόν  στο  μυαλό  όλων  μας   είναι   ένα  στιγμιότυπο  καθορισμένου  χρόνου  και  χώρου  αντλημένη  απο  τον  φαινομενικά  άπειρο  χώρο  και  χρόνο.  Αναγάγοντας  το  ίδιο  συλλογιστικό  πρότυπο  σε  μεγαλύτερη  κλίμακα  μπορούμε   να   υποστηρίξουμε   ότι   η   πραγματικότητα   που   βιώνουμε   είναι   ένα  πάρα  πολύ  μικρό  κομμάτι  χώρου  και  του  χρόνου.  Αρκεί  να  αναλογιστούμε  την  ηλικία  του  σύμπαντος  που  ανέρχεται  στα  13,73  δισεκατομμύρια  χρόνια  και  τις  διαστάσεις  του  που  υπολογίζονται  στα  46  δισεκατομμύρια  έτη  φωτός  (με  βάση  τη  γενική  σχετικότητα,  λόγω  της  διαστολής  του  χώρου  και  το  γεγονός  ότι   ένα  έτος  φωτός  ισούται  με  9,465×1012  km).    Με   βάση   όλα   αυτά   τα   στοιχεία,   συμπεραίνουμε   ότι   η   πραγματικότητα   που  βιώνουμε  είναι  μια  "φωτογραφία"  του  χωροχρονικού  συνεχούς,  του  σύμπαντος  δηλαδή.  Από  την  άλλη  πλευρά  όπως  αναλύσαμε  παραπάνω,  μόνο  το  5%  του  ό,τι  υπάρχει  είναι  αντιληπτό  και  παρατηρήσιμο,  ένα  δηλαδή  πολύ  μικρό  κομμάτι  της  πραγματικότητας   .   Επιπλέον,   η   φωτογραφία   για   τον   θεατή   είναι   ένα   κομμάτι  μιας   πραγματικότητας   την   οποία   δεν   γνωρίζει   γιατί   δεν   την   έχει   βιώσει   όμως  παρόλα   αυτά   είναι   πεποισμένος   για   την   υπαρξή   της.   Η   πραγματικότητα   της  φωτογραφίας  για  τον  θεατή  είναι  κατί  σκοτεινό  όπως  η  σκοτεινή  ύλη  για  τους  επιστήμονες  διότι  γνωρίζει  ότι  υπάρχει  αλλά  δε  μπορεί  παρά  να  κάνει  εικασίες  γι'  αυτήν.    

   

   

 

   

   

 

   

 

14  

     Βιβλιογραφία  i.  Βιβλία    Arnheim,  R  1954,  Art  and  Visual  Perception  ,  University  of  California  Press,  California.    Barthes,  R  2011,  Ο  φωτεινός  θάλαμος,  Σημειώσεις  για  τη  φωτογραφία,.  edn,  Ράππας,  Αθήνα.    Gadamer,  HG  1992,  “L'antique  et  l'art  conteporain,  1.  Poesie  et  mimesis”,  L'actualite  du  beau  ,.,  Alinea,  Aix-­‐en-­‐Provence.    Gilson,  E  1998,  Peinture  et  realite,  Vrin,  Paris.    Heidegger,  Η  καταγωγή  του  εργου  τέχνης  ,  1st  edn,  Δωδώνη,  Αθήνα.    Hume,  D  2005,  Πραγματεία  για  την  ανθρώπινη  φύση,  Βιβλίο  Ι:  Για  τη  νόηση,  4th  edn,  Πατάκη,  Αθήνα.    Taylor  1992,  Πλάτων,  Ο  άνθρωπος  και  το  έργο  του,  δ/α  edn,  ΜΙΕΤ,  Αθήνα.  Πλάτων  2002,  Πολιτεία,.  edn,  Πόλις,  Αθήνα.    Wollheim,  R  1998,  'On  Pictorial  Representation',  The  journal  of  Aesthetics  and  Art  Criticism,  vol  III,  no.  56,  p.  221.    Αντωνιάδης,  Κ  1999,  Λανθάνουσα  Εικόνα  ,  2nd  edn,  Μωρεσόπουλος,  Αθήνα.    Kαγγελάρης  Φ.    2013,  ‘Το  πορτραίτο’,  περιοδικό  Φωτογράφος,  Αθήνα      Μπανάκου-­‐Καραγκούνη,  Χ  2012,  Τέχνη  και  πραγματικότητα  ,  1st  edn,  Έννοια,  Αθήνα.    Πλάτων  εκδ2002,  Πολιτεία,  Πόλις,  Αθήνα    Πλινίος  1994,  Περί  της  αρχαίας  ελληνικής  ζωγραφικής,  35ο  βιβλίο  της  "Φυσικλης  ιστορίας",  Άγρα,  Αθήνα.      ii.  Άρθρα  στο  Διαδίκτυο    d'Espagnat,  B  1979  ,  <<The  Quantum  Theory  and  Reality>>,  Scientific  American,  ,  <http://www.scientificamerican.com/media/pdf/197911_0158.pdf  >,  

 

15  

[πρόσβαση  27-­‐04-­‐  2013].    d'Espagnat,  B  2009,  <<Quantum  weirdness:  What  we  call  'reality'  is  just  a  state  of  mind>>,  The  Guardian,  <http://www.theguardian.com/science/blog/2009/mar/17/templeton-­‐quantum-­‐entanglement>  ,  [πρόσβαση  02-­‐07-­‐2013]    iii.  Γενική  πηγή  απο  το  Διαδίκτυο    d’Espagnat,  B  2011,  <<  Quantum  Physics  And  Reality>>,  <http://arxiv.org/pdf/1101.4545v3.pdf>,  [πρόσβαση  29-­‐04-­‐13]  

 NASA,  <<Dark  Energy,  Dark  Matter>>,  http://science.nasa.gov/astrophysics/focus-­‐areas/what-­‐is-­‐dark-­‐energy/,  [πρόσβαση  30-­‐04-­‐2013]    Wikipedia:  The  Free  Encyclopedia.  Wikimedia  Foundation,  <<Matter>>,  http://en.wikipedia.org/wiki/Matter,  [πρόσβαση  15-­‐08-­‐2013]    Wikipedia:  The  Free  Encyclopedia.  Wikimedia  Foundation,  <<Idealism>>,  http://en.wikipedia.org/wiki/Idealism,  [πρόσβαση  15-­‐08-­‐2013]    Σφενδόνη-­‐Μέντζου,  Δήμητρα  2010-­‐2011<http://invenio.lib.auth.gr/record/126332/files/GRI-­‐2011-­‐6544.pdf>,  [πρόσβαση  18-­‐08-­‐2013].    Λεοτσίνη,  Ε  2009,  Αcademia  ,  <<Μίμηση,  αισθητική  εμπειρία  και  ηθική  αγωγή  κατα  τον  Αριστοτέλη>>,<http://www.academia.edu/358646/_>,  [πρόσβαση  06-­‐04-­‐2013].    iii.  Διαλέξεις    Αντωνιάδης  Κ.  ,  Το  πορτραίτο,  Τμήμα  Φωτογραφίας  &  Οπτικοακουστικών  Τεχνών,  Μάρτιος-­‐  Ιούνιος  2013    Καγγελάρης  Φ.  ,  ‘Το  στάδιο  του  καθρέφτη’,  Τμήμα  Φωτογραφίας  &  Οπτικοακουστικών  Τεχνών,  ΤΕΙ  Αθήνας,  Μάρτιος-­‐  Ιούνιος  2012                    

 

16  

Παράρτημα        Ομιλία  του  Professor  Keith    Ward    στο    Gresham  College  περί  ιδεαλισμού    http://www.gresham.ac.uk/lectures-­‐and-­‐events/the-­‐triumph-­‐of-­‐idealism    

 

 Paper  "Pictures  and  their  surfaces:  Wollheim  on  Twofoldness",  Prof.  Edward  Winters  απο  το  University  of  Westminster,  http://www.um.es/logica/Winters.htm    Video:  Dark  matter,  The  matter  we  can't  see  ,  James  Gillies  http://ed.ted.com/lessons/dark-­‐matter-­‐the-­‐matter-­‐we-­‐can-­‐t-­‐see-­‐james-­‐gillies