Το Ισλάμ βάσει των τριών κυρίαρχων θεωρήσεων Διεθνών...

22
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΑΘΗΜΑ : ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (Β’ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΊΑ ) ΔΙΔΆΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΛΙΤΣΑΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΕΞΑΜΗΝΟ : ΕΑΡΙΝΟ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ : 2013-2014 ΚΟΙΛΙΑΡΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Α/Μ: 165/05 ΘΕΜΑ : ΤΟ ΙΣΛΑΜ ΒΆΣΕΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΚΥΡΙΑΡΧΩΝ ΘΕΩΡΗΣΕΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ (ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ – ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ – ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ): ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΜΩΑΜΕΘΑΝΙΚΉΣ ΘΡΗΣΚΕΊΑΣ ΣΕ ΣΧΈΣΗ ΜΕ ΤΗ ΘΕΩΡΊΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΏΝ ΣΧΈΣΕΩΝ Λευκωσία, Μάρτιος-Σεπτέμβριος 2014 Σελίδα 1 από 22

Transcript of Το Ισλάμ βάσει των τριών κυρίαρχων θεωρήσεων Διεθνών...

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (Β’ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΊΑ)

ΔΙΔΆΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΛΙΤΣΑΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ

ΕΞΑΜΗΝΟ: ΕΑΡΙΝΟ

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ: 2013-2014

ΚΟΙΛΙΑΡΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Α/Μ: 165/05

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΙΣΛΑΜ ΒΆΣΕΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΚΥΡΙΑΡΧΩΝ ΘΕΩΡΗΣΕΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ

ΣΧΕΣΕΩΝ (ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ – ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ – ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ):

ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΜΩΑΜΕΘΑΝΙΚΉΣ ΘΡΗΣΚΕΊΑΣ ΣΕ ΣΧΈΣΗ ΜΕ ΤΗ ΘΕΩΡΊΑ

ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΏΝ ΣΧΈΣΕΩΝ

Λευκωσία, Μάρτιος-Σεπτέμβριος 2014

Σελίδα 1 από22

Το Ισλάμ βάσει των τριών κυρίαρχων θεωρήσεων Διεθνών Σχέσεων (Ρεαλισμός – Ιδεαλισμός – Μαρξισμός):

μια προσέγγιση της μωαμεθανικής θρησκείας σε σχέση με τη Θεωρία τωνΔιεθνών Σχέσεων.

Κοιλιαρής Βασίλειος

Περίληψη Ο ρόλος της θρησκείας στις διάφορες κοινωνίες, ενώ

αναδεικνύεται οριακά σημαντικότερος στο εσωτερικό

πολιτικό πεδίο, σε διεθνές επίπεδο παραμένει στο

περιθώριο, λόγω μη επαρκών στοιχείων που θα μπορούσαν

να καταδείξουν τη θρησκεία ως σημαντικό παράγοντα

διαμόρφωσης των διεθνών σχέσεων. Παρουσιάζοντας τις

ξεχωριστές προσεγγίσεις της κάθε θεώρησης, σε σχέση με

την Ισλαμική θρησκεία, ως φαινόμενο και ως παράγοντα

της θεωρίας των διεθνών σχέσεων, αναζητούνται τα αίτια

που η θρησκεία δεν εντάχθηκε στο στενό επιστημονικό

πλαίσιο εξέτασής τους. Το συμπέρασμα είναι ότι η

θρησκεία αποτελεί ένα εσωτερικό παράγοντα διαμόρφωσης

κοινωνικών αξιών που δύναται να παραγάγουν ενέργειες

με διεθνοπολιτικές συνέπειες.

Λέξεις Κλειδιά θεώρηση, διεθνείς σχέσεις, ισλαμική θρησκεία,

Πλουραλισμός

Σελίδα 2 από22

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Πίνακας Περιεχομένων 2

Εισαγωγή 3

Μέρος Πρώτο: Η Θρησκεία και το Ισλάμ στην Επιστήμη 5

Μέρος Δεύτερο: Η Πλουραλιστική Θεώρηση των Διεθνών Σχέσεων και

το Ισλάμ 11

Συμπέρασμα 13

Βιβλιογραφία 14

Εύρεση θέματος

Το θέμα το άντλησα στα πλαίσια της 10ης Διάλεξης [Θρησκεία και

Θεωρία Διεθνών Σχέσεων: «Αναλύστε την Ισλαμική θρησκεία μέσα από τις 3

βασικές θεωρήσεις των Διεθνών Σχέσεων (Ρεαλισμός, Ιδεαλισμός,

Μαρξισμός)»] του μαθήματος και μέσα από τις παραδόσεις που είχα

παρακολουθήσει, σε προγενέστερη περίοδο της δικής σας ανάθεσης, με τον

κο Καραγιάννη. Δυστυχώς είμαι εκτός Θεσσαλονίκης, εργάζομαι στην

Κύπρο, γι’ αυτό ήταν αδύνατο να παρακολουθήσω τις διαλέξεις σας τα δύο

τελευταία χρόνια. Βασίστηκα όμως στα προτεινόμενα συγγράμματα, στο

υλικό που απέκτησα μέσα από το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του τμήματος και

σε σχετική βιβλιογραφία που βρήκα και την παραθέτω στο τέλος της

εργασίας.

Εισαγωγή

Η παρούσα εργασία στοχεύει να παρουσιάσει τρεις

διαφορετικές προσεγγίσεις επί του φαινομένου της θρησκείας, με

συγκεκριμένη αναφορά στο Ισλάμ. Το κάθε θεωρητικό υπόδειγμα

Διεθνών Σχέσεων προσεγγίζει το φαινόμενο αυτό με διαφορετικά

Σελίδα 3 από22

κριτήρια-αξιώματα.1 Η σκοπιά του κάθε παραδείγματος λαμβάνει

διαφορετικούς, εκ των προτέρων καθορισμένους, παράγοντες των

διεθνών σχέσεων και μέσω αυτών αναλύει και επιχειρηματολογεί

περί της θρησκείας και δη του Ισλάμ και το ρόλο που αυτό

καταλαμβάνει στις διεθνείς σχέσεις.

Εκεί που συμπίπτουν οι απόψεις των τριών κυρίαρχων

θεωρήσεων ή οιονεί θεωρήσεων της επιστήμης των διεθνών σχέσεων

είναι ότι καμία δεν εκλαμβάνει το φαινόμενο της θρησκείας ως καθοριστικό

παράγοντα στη διαμόρφωση των διεθνών σχέσεων,2 σε αντίθεση με την

πολιτική επιστήμη, όπου η θρησκεία «αποτελεί μία ‘βαριά

μεταβλητή’, μία ‘κοινωνική διαιρετική τομή’ που, όπως και η

κοινωνική τάξη, άσκησε καθοριστική επίδραση στην κομματική και

την εκλογική επιλογή των ψηφοφόρων συγκεκριμένων κοινωνικό-

πολιτισμικών περιβαλλόντων».3

Η θρησκεία, παρά τη μείωση της επιρροής της, διατηρεί

σημαίνοντα ρόλο στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό κάθε χώρας.

Παρατηρείται, άλλωστε, βάσει μοντέλων ανάλυσης εκλογικής

συμπεριφοράς, όπως αναφέρει ο Mayer, μια «ισχυρή συσχέτιση

μεταξύ εκλογικής προτίμησης και θρησκευτικής πρακτικής», γεγονός

που αποτελεί αταλάντευτη ένδειξη της εξέχουσας θέσης που κατέχει

η θρησκεία στα εγχώρια πολιτικά ζητήματα κάθε χώρας.4

Η έλευση της νεωτερικότητας επέφερε την αποκρυστάλλωση των

ιστορικών σχέσεων μεταξύ εκκλησίας και κράτους, σε μια

συγκρουσιακή μορφή, ενώ εγγύτερα στις μέρες μας, η περίοδος της

1 Για μια παραστατική απεικόνιση των θεωρήσεων της επιστήμης των διεθνών σχέσεων, βλ. Παράρτημα: Περί Θεωρήσεων Διεθνών Σχέσεων.2 Anderson J. “Religion and International Relations” In Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Issues in International Relations, 2nd ed., Hoboken : Taylor and Francis, p. 208.3 Γεωργιάδου Β., «Θρησκείες και Πολιτική στη Νεωτερικότητα» Στο Ζορμπάς Κ. Β. (2007). Πολιτική και Θρησκείες, Αθήνα: Παπαζήση, σ. 53.4 Ibid., σ. 54.

Σελίδα 4 από22

εκκοσμικευμένης (secularism) ύστερης νεωτερικότητας, συμπίπτει

με την αναβίωση της θρησκείας.5

Συνακόλουθα, συχνά γίνεται επίκληση στην απειλή του Ισλάμ

γενικότερα και των ισλαμικών κινημάτων ειδικότερα, ως αντίβαρο,

από διάφορους παράγοντες, για την εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων·

π.χ. εκκοσμίκευση, ως έννοια κοινωνικής συρρίκνωσης της

θρησκείας, αντί της οθωμανικής παράδοσης στην Τουρκία επί Kemal

Atatürk και αντιστροφή πορείας επί Tayip Erdogan, ενώ το Ισραήλ

καταπολεμά τη Hamas, ως αποτέλεσμα της εναντίωσής του στην

ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους, επικαλούμενο τη δυνητική χρήση

του τελευταίου ως πηγής εξαγωγής κρίσεων στον υπόλοιπο αραβικό-

μουσουλμανικό κόσμο της Μέσης Ανατολής.

Στο Ρεαλιστικό κλασσικό θεώρημα, όπου τα κράτη, η ισχύς και

τα συμφέροντά τους καθορίζουν, εν πολλοίς, το διεθνές πολιτικό

σκηνικό, η θρησκεία κατέχει ελάσσονα οριακή σημασία στη

διαμόρφωση των διεθνών σχέσεων και σύμφωνα με το Μακιαβέλι

δύναται να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο νομιμοποίησης ή

αιτιολόγησης μιας πολιτικής δράσης. Στο δε

Πλουραλιστικό/Ιδεαλιστικό παράδειγμα, θα αναμένετο μια

συγκριτικά εμβριθέστερη αντιμετώπιση της θρησκείας και του ρόλου

της στο διεθνές στερέωμα, λόγω της σημασίας που προσδίδει και σε

άλλους δρώντες (διεθνείς οργανισμοί, κοινωνία των πολιτών,

άτομα), πέραν των κρατών, ως συνδιαμορφωτών της διεθνούς

πολιτικής. Ωστόσο, παρά τη συνθετότητα που ενέχουν οι εσωτερικές

διεργασίες στις διάφορες οντότητες, σύμφωνα με σειρά

πλουραλιστικών θεωριών, η θρησκεία λαμβάνει εξίσου υποδεέστερη

θέση, παρά τις οριακές προσπάθειες του Βατικανού και άλλων

παρεμφερών οργανισμών να της προσδώσουν μια πιο υψηλή θέση.

Τέλος, στο Μαρξιστικό θεωρητικό υπόδειγμα, όπου η οικονομία και

5 Ibid., σσ. 54-56.

Σελίδα 5 από22

οι διαμορφούμενες οικονομικές σχέσεις μεταξύ των δρώντων της

κυρίαρχης οικονομικής ελίτ καθορίζουν, εν πολλοίς, το

διεθνολογικό περιβάλλον, η θρησκεία καταλαμβάνει επίσης

δευτερεύοντα ρόλο σε αυτό.6

Στα προδιαγεγραμμένα πλαίσια θα κινηθεί η κάτωθι ανάλυση,

με συγκεκριμένες αναφορές στη δεύτερη μεγαλύτερη παγκόσμια

θρησκεία, το Μωαμεθανισμό. Κεντρική επιδίωξη είναι να παρουσιαστούν οι

ξεχωριστές προσεγγίσεις της κάθε προαναφερθείσας κυρίαρχης θεώρησης σε σχέση με

την Ισλαμική θρησκεία, ως φαινόμενο και ως παράγοντα της θεωρίας των διεθνών

σχέσεων.

Θα επιχειρηθεί, επίσης, μία στοιχειοθέτηση των αιτιών που η

σημασία της θρησκείας «υποτιμήθηκε», κατά τις διάφορες

αναλύσεις, θεωρίες και στοχασμούς στη βάση των τριών θεωρήσεων,

γιατί δηλαδή στις τρεις κυρίαρχες θεωρήσεις των διεθνών σχέσεων δεν εντάχθηκε η

θρησκεία στο στενό επιστημονικό πλαίσιο εξέτασής τους. Θα αποτιμηθεί,

εξάλλου, η επάνοδος της θρησκείας στα διεθνή πολιτικά ζητήματα

τις τελευταίες δεκαετίες, με επίκεντρο την τρομοκρατία και το

φονταμενταλισμό που πηγάζει από ακραίες πτυχές του Ισλάμ, καθώς

και την αντανακλαστική αντιτρομοκρατία που βιώνει ο κόσμος, με

επίκεντρο τα πολιτικά κέντρα των δυτικών κοινωνιών αλλά και την

καταπολέμηση του ιερού πολέμου (Jihad)7 εν τη γενέσει του, στα

αφρικανικά και μεσανατολικά μουσουλμανικά κράτη.

Εξάλλου, ενώ δεν εξετάζεται το λεγόμενο Ισλαμικό

Κράτος/Χαλιφάτο (IS), μετεξέλιξη της τρομοκρατικής οργάνωσης

ISIL (Islamic State of Iraq and the Levant), ευελπιστούμε ότι

μέσα από τα πορίσματα της παρούσης εργασίας θα μπορέσουν να6 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., pp. 208-209.7 Jihad = αγώνας στην αραβική γλώσσα, ατομικός ως καλύτερος μουσουλμάνος, συλλογικός ως προσαρμογή της κοινωνίας στη γλώσσα του Κορανίου ή ως βίαιη δράση εναντίον των καταπατητών μουσουλμανικών εδαφών.Baylis, J. & Smith, S. (ed.) (2005). The globalization of world politics: an introduction to international relations, 3rd ed., New York: Oxford University Press, p. 583.

Σελίδα 6 από22

αντληθούν χρήσιμα στοιχεία για την προσέγγιση και του πρόσφατου

αυτού φαινομένου.

Η θρησκεία μπορεί να προσθέσει ουσία στην πολιτκή (και τη δημοκρατία) αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να

χρησιμοποιηθεί και σαν γκιλοτίνα που την αποκεφαλίζει (Zygmunt Bauman).8

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Η Θρησκεία και το Ισλάμ στην Επιστήμη

Η αναζωπύρωση της θρησκείας, ως παράγοντα διαμόρφωσης

πολιτικών στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις, δεν πρέπει να

συσχετισθεί μονάχα με την αλλαγή του διπολικού διεθνούς

συστήματος, ένεκα του τερματισμού του ψυχρού πολέμου. Η ένταση

του πολέμου αυτού και η διοχέτευσή του στον υπόλοιπο κόσμο,

εκτός βεληνεκούς και άμεσης εμπλοκής των δύο υπερδυνάμεων και

των συμμάχων τους (ΗΠΑ + ΝΑΤΟ v. ΕΣΣΔ + Σύμφωνο Βαρσοβίας),

απέκρυβε επί δεκαετίες τη σημασία της θρησκείας για τη διεθνή

πολιτική, όπως άλλωστε καταδεικνύει η Επανάσταση στο Ιράν (1979)

και η ανατροπή του Σάχη, ενός φιλοδυτικού βασιλικού τύπου

καθεστώτος, με την εγκαθίδρυση μιας διακυβέρνησης ενός

θεοκρατικού ισλαμικού κράτους, βασισμένο στο νόμο της Σαρίας

(ισλαμικός νόμος) και το Σιισμό.9

Η σημασία της ιρανικής επανάστασης, εξεταζόμενης υπό ένα

θρησκευτικό Vs. πολιτικό πλαίσιο, είναι διττή:10

1. Λειτούργησε ως ένας υπολογίσιμος αποσταθεροποιητικός

παράγοντας της διεθνούς ασφάλειας, αφού τα παραδοσιακά

μουσουλμανικά καθεστώτα θεώρησαν ως απειλή την εν

δυνάμει εξάπλωση της ισλαμικής επανάστασης και ισχυρά

8 Bauman Z. (2006). Ρευστή Αγάπη, μτφρσ. Γ. Καραμπελά, Αθήνα: Εστία, σ. 27.9 Baylis, J. & Smith, S. (ed.) (2005). Ibid., p. 565. Στην πρώτη εργασία που απαιτείται για το μάθημα, επιχειρείται μία προσέγγιση του φαινομένου της θεοκρατικής οντότητας του Ιράν, στα πλαίσια του δόγματος και της οντολογίας της Ισλαμικής θρησκείας.10 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., p. 211.

Σελίδα 7 από22

κράτη, όπως οι ΗΠΑ, αντιτάχθηκαν στην διάδοσή της,

υποστηρίζοντας διάφορα ριζοσπαστικά κινήματα στο

Λίβανο, την Παλαιστίνη και αλλού.

2. Παρείχε σε Σουνίτες και Σιίτες μουσουλμάνους ακτιβιστές

την πεποίθηση ότι το πολιτικό Ισλάμ θα μπορούσε να

θριαμβεύσει επί εγχώριων

τυράννων/δικτατόρων/απολυταρχών ή θα μπορούσε να

αποκρούσει διεθνείς επεμβάσεις στο εσωτερικό ισλαμικών

χωρών.

Για τους λόγους αυτούς, η αναφορά στην ιρανική επανάσταση

έχει ιδιαίτερη σημασία, καθότι εμπλέκει το διεθνή παράγοντα στα

εντός των ισλαμικών κρατών ζητήματα εξουσίας, διακυβέρνησης και

ασφάλειας, καθώς και αντίστροφα, χρησιμεύει ως κομβικό σημείο

αναφοράς της αντίδρασης του διεθνούς παράγοντα στην εξάπλωση του

ιρανικού μοντέλου ισλαμικής επανάστασης σε όμορα μουσουλμανικά

κράτη, ανεξαρτήτως κυρίαρχης ισλαμικής σέκτας· αναφερόμαστε

κυρίως στις ισλαμικές σέκτες Σουνιτών, Σιιτών ή Αλεβιτών (όπως

συνεχίζεται να παρατηρείται σε Λίβανο, Συρία και Ιράκ), αλλά και

στις δυτικές κοινωνίες, όπου ζουν μουσουλμανικές μειονότητες,

αυτοχθόνων ή μεταναστών, 1ης, 2ης, 3ης κλπ γενεάς (π.χ. Πομάκοι και

άλλοι μουσουλμάνοι σε Ελλάδα και Βουλγαρία, Τούρκοι μετανάστες

στη Γερμανία, Αλγερινοί στη Γαλλία, Μαροκινοί και Τούρκοι στο

Βέλγιο και αλλού).

Γιατί όμως γίνεται αντιληπτή μια αναζωπύρωση της θρησκείας στη σύγχρονη

εποχή και γιατί το Ισλάμ θεωρήθηκε και συνεχίζει να θεωρείται, από μεγάλη μερίδα

μουσουλμανικών πληθυσμών, ως απάντηση και λύση στα προβλήματα που

αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες τους;

Υπενθυμίζεται ότι, κατά τoυς προηγούμενους αιώνες, είχε

αναφερθεί, από πολιτικούς στοχαστές, φιλόσοφους και

Σελίδα 8 από22

κοινωνιολόγους/ψυχολόγους, ότι επέρχεται το «τέλος του Θεού» και

των θρησκειών (K. Marx, F. Nietzsche, S. Freud etc)11, όπως

επίσης έχει θεωρητικοποιηθεί, κατά την τελευταία δεκαετία της

δεύτερης χιλιετιρίδας μ.Χ., μια διχοτομία μεταξύ ενός «τέλους

της ιστορίας», με τη λήξη του ψυχρού πολέμου και τη διάλυση της

Σοβιετικής Αυτοκρατορίας (F. Fukuyama), καθώς και μιας

«σύγκρουσης των πολιτισμών», ως προπομπός των τρομοκρατικών

επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και των επακόλουθων πολέμων

σε Αφγανιστάν και Ιράκ (S. Huntington).12 Αναφέρουμε,

παρενθετικός, ότι και στις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της

θρησκείας, είχε εικαστεί, από τους τρεις λεγόμενους κλασσικούς

της κοινωνιολογίας, Κarl Μarx, Εmile Durkheim και Karl Emil

Maximilian Weber, ότι η σημασία της θρησκείας θα μειωνόταν στη

σύγχρονη εποχή.13 Άλλωστε, κατά τον Tocqueville, η θρησκεία, ως

το κατεξοχήν στρατηγικό πεδίο της διδασκαλίας του, γίνεται πιο

κατανοητή «τη στιγμή που το πολιτικό στοιχείο αποϊεροποιείται

και το θρησκευτικό εκδημοκρατίζεται»,14 χάνοντας έτσι την

κοσμολογική της αυθεντία και την άνευ αμφισβήτησης ιερή της

αλήθεια.

Ο J. Anderson, αντικρούοντας τις θεωρίες αυτές, παραθέτει

έξι, σχετικούς με τα προαναφερθέντα ερωτήματα, παράγοντες:15 Η

Θρησκεία γενικότερα και το Ισλάμ ειδικότερα διαδραματίζουν ένα

ρόλο ως:

• μια εναλλακτική λύση-πρόταση ένεκα της αποτυχίας των μετα-αποικιακών εθνικιστικών καθεστώτων να επιτύχουν ευημερία καιδικαιοσύνη στους λαούς τους,

11 Ibid., p.11. 12 Norris P. & Inglehart R. (2004). Sacred and Secular: Religion and Politics Worldwide, Cambridge University Press, pp. xiii, 3-4. 13 Giddens A. (2002). Κοινωνιολογία, Αθήνα: Gutenberg, σσ. 577, 595.14 Herview-Leger D. & Willaime J.P. (2005). Κοινωνικές Θεωρίες και Θρησκεία, Αθήνα: Κριτική, σσ. 89-90.15 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., p. 210.

Σελίδα 9 από22

• μια αντίδραση στην κοινωνική και ψυχολογική διάλυση πουεπέφερε στην ανθρωπότητα ο μοντερνισμός,• μια αντίδραση στην κοινωνική και οικονομική αποστέρηση πουβιώνει ο άνθρωπος,• μια απάντηση, βασισμένη στο ήθος, έναντι της βαρβαρότητας πουφέρουν τα αυταρχικά καθεστώτα, νοοτροπίες και συμπεριφορές,καθώς και έναντι της υπονόμευσης της αξιοπρέπειας που οαυταρχισμός επιβάλλει στον άνθρωπο,• μια προσπάθεια αναβίωσης των παραδοσιακών αξιών σε ένανπαγκοσμιοποιημένο κόσμο και• ως μια συνέπεια της σύγχρονης τεχνολογίας της επικοινωνίας,που επιτρέπει με μεγαλύτερη ευκολία τη διαθρησκειακή ανταλλαγήκαι το διαθρησκευτικό διάλογο.

Στο ίδιο πνεύμα, σημειώνεται μία επιστροφή των θρησκειών

χωρίς απαραιτήτως αυτές να συνοδεύονται από την επιστροφή του

Θεού. Οι θρησκείες δίνουν διέξοδο, ελπίδα και νόημα ζωής στο

σύγχρονο, νεωτερικό και μονοδιάστατο άνθρωπο. Αντιδρώντας στην

εσωτερική του κατάσταση εναντιώνεται σε ένα ανίκανο δημόσιο και

κοινωνικό σύστημα που αδυνατεί να ικανοποιήσει τις καταναλωτικές

του ανάγκες και κοινωνικό-οικονομικές προσδοκίες,. Ως εκ τούτου,

η επαναφορά των θρησκειών, ως λειτουργικά υποκατάστατα της

πολιτικής, μετατρέπουν μια άχαρη ζωή σε υποφερτή προσδοκία

δικαίωσης στη μετά θάνατον ζωή.16

Όπως αναφέρουν, εξάλλου, οι Norris και Inglehart, o

αυξανόμενος ρόλος της θρησκείας στη διεθνή πολιτική είναι

αποτέλεσμα της μεγέθυνσης της απόστασης μεταξύ θρησκοληψίας

(religiosity) και εκκοσμίκευσης (secularization)17, σε διάφορες

κοινωνίες ανά την υφήλιο. Οι ίδιοι συγγραφείς προβάλλουν διάφορα

16 Ζορμπάς Κ. Β. (επιμ.) (2007). Ibid., σσ. 60-63.17 Η Θεωρία της Εκκοσμίκευσης, είναι μια διαδικασία συστηματικής διάβρωσης τωνθρησκευτικών αξιών, πρακτικών και πιστεύω, καθώς και ένα “φυσικό επακόλουθο (corollary) ιστορικής διαδικασίας, το οποίο αποδυνάμωσε την κυριαρχία του ιερού/εκκλησιαστικού (sacred)”, όπως αναφέρει ο C. W. Mills. Αναλυτικότερα για τη “Νέα” Θεωρία της Εκκοσμίκευσης και για τη διαλεκτική αντιπαράθεση μεταξύ υπέρμαχων, αναθεωρητών και αποδομητών της θεωρίας, βλ. Norris P. & Inglehart R. (2004). Ibid., pp. 3-32.

Σελίδα 10 από22

επίμαχα ζητήματα που αναγάγουν σημαντικά το ρόλο της θρησκείας

σε ενδοκρατικό επίπεδο (π.χ. αμβλώσεις, γάμοι ομοφυλοφίλων,

διαζύγιο, ευθανασία και σεξουαλική απελευθέρωση, καθώς και

θέματα ισότητας φύλων και ατομικών δικαιωμάτων, μέχρι και της

αποδοχής ή μη ενός ομοφυλόφιλου επισκόπου). Σε διακρατικό δε

επίπεδο, οι δύο συγγραφείς αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι

«παραμένουν αυστηρά αγνωστικιστές κατά πόσον οι πολιτιστικές

διαφορές σε θρησκευτικές αξίες αναπόφευκτα θα παραγάγουν

κρούσματα παρατεταμένης βίας, ένοπλων συρράξεων ή διεθνών

συγκρούσεων».18

Ειδικότερα, αντιπαραβάλλοντας δύο θεωρίες από διαφορετικές

επιστημονικές πειθαρχίες, την Κοινωνιολογία και την Πολιτική

Επιστήμη, μπορούμε να διακρίνουμε πού η Θρησκεία δύναται να

διαδραματίσει ένα στατιστικά σημαντικό παράγοντα που να τις

επεξηγεί. Ο R. Inglehart (2003) στη θεωρητική του προσέγγιση της

Νεωτερικότητας (Modernization theory), αντικρούει με

κοινωνιολογικούς όρους την τοποθέτηση του S. Huntington (1996),

όπου, με όρους πολιτικής επιστήμης, οριοθέτησε το διεθνές

περιβάλλον πολιτικής ως ένα συγκρουσιακό πεδίο ένεκα βαθύτερων

πολιτισμικών διαφορών, που ‘χάνονται στο βάθος της ιστορίας’.

Απότοκες δηλαδή κοινωνικές αξίες, της εποχής της

βιομηχανοποίησης και μετα-βιομηχανοποίησης ορισμένων χωρών, όπως

είναι η χειραφέτηση των γυναικών, η ισότητα των φύλων και τα

ατομικά θεμελιώδη δικαιώματα, εξηγούν, κατά τον Inglehart, τη

δημιουργία προϋποθέσεων για ενδοκρατικές ή διεθνικές

συγκρούσεις, λόγω της απουσίας από τον Μουσουλμανικό κόσμο

αντίστοιχων αξιών, παρά οι θρησκευτικές και πολιτισμικές

διαφορές των εθνών, όπως θεώρησε ο Huntington στο γνωστό του

18 Norris P. & Inglehart R. (2004). Ibid., pp. 26-27.

Σελίδα 11 από22

σύγγραμμα “[Η] σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της

παγκόσμιας τάξης»19.

Η πληθώρα των παραπάνω ζητημάτων αναφύονται στις

εκκοσμικευμένες κοινωνίες του δυτικού φιλελεύθερου προτύπου

διακυβέρνησης. Αντίθετα, στις περισσότερες από τις ακραία

θρησκόληπτες, μοναρχικές και απολυταρχικές κοινωνίες του

Ισλαμικού κόσμου, τέτοια ζητήματα παραμένουν στη σφαίρα της

επιστημονικής φαντασίας, παρά κατέχουν εξέχουσα θέση στον όποιο

πολιτικό διάλογο ενυπάρχει στις χώρες αυτές. Στις δε εσωτερικές

πολιτικές διεργασίες κάθε κράτους, ο ρόλος της θρησκείας είναι

πολύ πιο σημαντικός και προσδιορίζεται με μεγάλη διακύμανση,

ανάλογα με την θρησκεία και την περιοχή όπου λαμβάνει χώρο και

χρόνο η εξέταση των διαφόρων μελετών-περιπτώσεων (χαρακτηριστικό

παράδειγμα, ο μεγαλύτερος ρόλος της κυπριακής αρχιεπισκοπής στα

πολιτικά πράγματα του τόπου, από ότι ο ρόλος της αρχιεπισκοπής

Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο οποίος όμως υπολείπεται της

παρεμβολής στα πολιτικά ζητήματα επί αρχιεπισκοπικής θητείας του

μ. Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου)

Στο διεθνές, εξάλλου, επίπεδο ανάλυσης, μετά το ορόσημο της

11ης Σεπτεμβρίου 2001 και τις επεμβάσεις των ΗΠΑ στον ισλαμικό

κόσμο, σε μια εξέταση των συγκρούσεων ανά την υφήλιο, δεν

προκύπτουν βάσιμα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη διάδοση του

θρησκευτικού πολέμου. Αντίθετα, τήνει να θεωρηθεί ως κεκτημένο

ένα αξιόλογο «μέρισμα ειρήνης» (peace dividend) στο

μεταψυχροπολεμικό κόσμο της διεθνούς πολιτικής.20

‘Ενα άλλο όμως ερώτημα που προκύπτει περαιτέρω, είναι γιατί στις τρεις

κυρίαρχες θεωρήσεις Διεθνών Σχέσεων δεν εντάχθηκε η θρησκεία στο στενό

επιστημονικό πλαίσιο εξέτασης τους;

19 Ibid., pp. 135-138.20 Ibid., p. 26.

Σελίδα 12 από22

Ήδη έχουμε προβεί σε μια πρωταρχική προσέγγιση της

θρησκείας στα τρία επίπεδα θεωρήσεων των διεθνών σχέσεων. Στο

διακρατικό επίπεδο διαφάνηκε ότι η θρησκεία, ως φαινόμενο και ως

παράγοντας, καταλαμβάνει θέση μόνο σε επίπεδο σύγκλισης

συμφερόντων μεταξύ πολιτικής και εκκλησιαστικής εξουσίας, όπως

δηλαδή πρεσβεύει ο Ρεαλισμός. Κατά την εν δυνάμει θεώρηση του

Πλουραλισμού, η θρησκεία θεωρείται ως μια απάντηση βασισμένη στο

ήθος και έναντι της υπονόμευσης του ανθρώπου από τον αυταρχισμό,

καθώς και ως μια προσπάθεια αναβίωσης της παράδοσης σε έναν

σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο κόσμο και ακόμη περαιτέρω ως μια

συνέπεια της κοινωνίας της πληροφορίας, που επιτρέπει με

μεγαλύτερη ευκολία τη διάδραση μεταξύ των θρησκευτικών και των

πολιτικών παραγόντων διεθνώς. Προσεγγίσαμε επίσης ζητήματα που

άπτονται της θεωρίας της εκκοσμίκευσης βάσει του Πλουραλισμού,

ως μια αντίδραση στην κοινωνικό-ψυχολογική διάλυση και

μονοδιάσταστη στάση που επέφερε στην ανθρωπότητα ο μοντερνισμός

και ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας και του κράτους. Βάσει,

τέλος, του Μαρξισμού, αναφερθήκαμε σε θέματα βασισμένα στη

«θεολογία της απελευθέρωσης» (liberation theology), που

συνδυάζει τις παραδοσιακές χριστιανικές ανησυχίες για κοινωνική

δικαιοσύνη με την μαρξιστική ανάλυση της οικονομικής

εκμετάλλευσης ή και περαιτέρω με την αναβίωση του Ισλάμ, ως

εναλλακτική της αποτυχίας των νέων κρατών, μετά το πέρας της

χρυσής εποχής του ιμπεριαλισμού, να επιτύχουν ευημερία και

δικαιοσύνη στους λαούς τους, καθώς και ως αντίδραση στην

κοινωνική και οικονομική αποστέρηση που βιώνει ο άνθρωπος στις

μέρες μας στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος.21

Ο ρόλος της θρησκείας στις διάφορες κοινωνίες, ενώ αναδεικνύεται οριακά

σημαντικότερος στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, βάσει των παραπάνω αναλύσεων, σε

21 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., pp. 210-215.

Σελίδα 13 από22

διεθνές επίπεδο παραμένει στο περιθώριο, λόγω μη επαρκών στοιχείων που θα

μπορούσαν να καταδείξουν τη θρησκεία ως σημαντικό παράγοντα διαμόρφωσης των

διεθνών σχέσεων.

Ακολούθως, θα διευκρινιστούν μερικά επιμέρους εννοιολογικά

ζητήματα που περιβάλλουν το ζητούμενο της εργασίας, με σκοπό να

απαντηθούν τα κύρια ερωτήματα που ηγέρθησαν στην εισαγωγή.

Λόγω της δυσκολίας εύρεσης ενός συλλογικά αποδεκτού

επιστημονικού ορισμού της έννοιας της θρησκείας, υιοθετούμε a

priori ότι, η θρησκεία γίνεται αντιληπτή βάσει μιας σειράς

φαινομένων που την χαρακτηρίζουν, εκ των οποίων τα πέντε

κυριότερα είναι τα εξής:22

1. επίκεντρο πνευματικότητας,

2. κοινότητα πιστών,

3. μύθοι και συμβολισμοί,

4. τελετουργίες και ιεροτελεστίες και

5. υπάκουη συμπεριφορά πιστών.

Αποδεχόμαστε επίσης, ως conditio sine qua non, την

προσέγγιση του φαινομένου της θρησκείας από την επιστήμη των

διεθνών σχέσεων μόνο σε επίπεδο συλλογικής πίστης, δηλαδή της

ακολουθίας/υιοθέτησης ενός ιερού συστήματος πιστεύω και

πρακτικών από μια θρησκευτική κοινότητα/ομάδα.23 Επισημαίνεται

περαιτέρω ότι, ενώ στη Χριστιανοσύνη καταγράφεται, από τον ιερό

Χρυσόστομο, ο διαχωρισμός μεταξύ «βασιλείας και ιερωσύνης»,

δηλαδή Πολιτείας-Πολιτικής και Θρησκείας-Εκκλησίας, στο Ισλάμ η

θρησκεία γίνεται πολιτική και η πολιτική θρησκεία, σε ένα

πλαίσιο όμως, σύμφωνα με το μουσουλμάνο φιλόσοφο Mohammed

22 Marty M. & Moore J. (2000). Politics, Religion and the Coommon Good ..., pp. 11-14 Στο HaynesJ. (c2007). Introduction to international relations and religion, New York : Pearson Longman, p. 11.23 Ibid., p. 12.

Σελίδα 14 από22

Arkoun, όπου κυριαρχεί «μια έντονη θρησκευτική τελετουργικότητα,

που βασίζεται στην πειθαρχία του κοινωνικού συνόλου».24

Αξίζει, τέλος, να αναφερθούν τρία σημεία αναφορικά με την

προσέγγιση της θρησκείας από τις διεθνείς σχέσεις. Πρώτον, η

σχέση μεταξύ θρησκείας και διεθνών σχέσεων είναι

αλληλοεπιδραστική. Η ώθηση δηλαδή που ενυπάρχει μεταξύ των δύο

φαινομένων είναι διαδραστική και διαλεκτική. Τα εκκολαπτόμενα δε

φαινόμενα από τη σχέση αυτή δεν έχουν μια απόλυτη σχέση αίτιου-

αιτιατού, αλλά ο κάθε παράγοντας σχηματοποιεί και επηρεάζει τον

άλλο. Δεύτερον, οι θρησκείες είναι ευμετάβλητοι παράγοντες του

συστήματος, τόσο μεταξύ τους όσο και σε σχέση με το κοσμικό

πεδίο. Η θέση τους, υπέρ ή κατά ενός συστήματος διακυβέρνησης ή

έναντι αλλόθρησκων συστημάτων, αλλάζει αναλόγως των ιδιαίτερων

συμφερόντων που έχουν οι κυρίαρχοι παράγοντες λήψης αποφάσεων

της κάθε θρησκείας, ήτοι η εκκλησιαστική ιεραρχία, τα οικονομικά

συμφέροντα, η απήχηση στους ψηφοφόρους κλπ. Τρίτον, οι

δογματικές θέσεις των θρησκειών είναι αποτέλεσμα θεολογικών

«συγκρούσεων» σε βάθος αιώνων, βάσει της κοσμοθεωρητικής και

θεολογικής ετερότητας του κάθε πιστού, όπως έγινε για παράδειγμα

με τις Οικουμενικές Συνόδους επί Βυζαντινής εποχής.25

Η αποσαφήνηση των σχετικών ζητημάτων προηγουμένως, ανέδειξε

δύο αλληλένδετα ερωτήματα,26 εκ των οποίων το πρώτο επιχειρείται

να απαντηθεί στο δεύτερο μέρος της ανάλυσης που ακολουθεί,

δηλαδή,

1. πώς τα πλαίσια θεώρησης και οι παράγοντες/αξιώματα των διεθνών σχέσεων

επηρεάζουν τη δράση των θρησκευτικών παραγόντων/ηγετών;

Ένα αντίστροφο, εξάλλου, ερώτημα που ανακύπτει, το οποίο θα

μπορούσε να αποτελέσει θεματική κάποιας άλλης εργασίας, είναι24 Ζορμπάς Κ. Β. (επιμ.) (2007). Ibid., σσ. 13-15.25 Haynes J. (c2007),Ibid., p. 18.26 Ibid., pp. 18-19.

Σελίδα 15 από22

2. πώς η θρησκευτικότητα μπορεί να έχει συγκεκριμένες επιδράσεις στις διεθνείς

σχέσεις;

Συνοπτικά, το δεύτερο ερώτημα θα μπορούσε να απαντηθεί με

την εξής διχοτομία: εθνικές και διεθνείς συγκρούσεις έχουν

ερείσματα σε σειρά διαπλεκόμενων θρησκευτικών, πολιτιστικών και

εθνοτικών τομών, ενώ σε μια αντίθετη κατεύθυνση, η θρησκεία

εμπλέκεται όλο και περισσότερο στις διεθνείς σχέσεις με την

ιδιότητα ενός φορέα συνεργασίας, ιδίως σε ζητήματα επίλυσης

συγκρούσεων (Κύπρος) και οικοδόμησης εμπιστοσύνης (Ν. Αφρική),

καθώς και σε περιοχές με αναπτυξιακά προβλήματα, κυρίως στις

λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής και στα

ανεπτυσσόμενα κράτη της Λατινικής Αμερικής.

[Α]μφιβάλλω εάν ο άνθρωπος θα μπορέσει ποτέ να αντέξει ταυτόχρονα μια απόλυτη θρησκευτική ανεξαρτησία και μια

ολοκληρωτική πολιτική ελευθερία […] αν δεν έχει πίστη, πρέπει να υπηρετεί και, αν είναι ελεύθερος, πρέπει να πιστεύει»

(Alexis de Tocqueville).27

ΜΈΡΟΣ ΔΕΎΤΕΡΟ

Η Πλουραλιστική Θεώρηση των Διεθνών Σχέσεων και το Ισλάμ

Η επιστημονική μελέτη της θρησκείας προσεγγίζει το

φαινόμενο αυτό στη βάση, κυρίως, μιας πλουραλιστικής ανάλυσης

και μέσω ενός διαθρησκειακού διαλόγου. Σημειώνεται ότι η

βιβλιογραφία βρίθει παραπομπών σε επιστημονικές εργασίες

27 Herview-Leger D. & Willaime J.P. (2005). Ibid., p. 74.

Σελίδα 16 από22

βασισμένες στο θεωρητικό αυτό υπόδειγμα. Ως εκ τούτου

παραλείπονται οι περαιτέρω αναφορές στις άλλες δύο θεωρήσεις, οι

οποίες άλλωστε καλύφθηκαν για τις ανάγκες της εργασίας στο πρώτο

μέρος. ‘Οπως άλλωστε επισημαίνεται, η θέση της Πλουραλιστικής

Θεώρησης, σύμφωνα με τον Chung Hyun-Kyung, είναι ότι «ο

Πλουραλισμός κατέχει την πιο διαφωτιστική τοποθέτηση [...]

σεβόμενος τη διαφορετικότητα».28

Εξάλλου, στη βάση της Πλουραλιστικής Θεώρησης, η αναγέννηση

των θρησκευτικών παραδόσεων ανά το παγκόσμιο, σε αντίθεση με τις

εκτιμήσεις των μοντερνιστικών θεωριών και της εκκοσμίκευσης των

κοινωνιών, οδήγησε στην εισαγωγή της Sharia στο δημόσιο ποινικό

δίκαιο κάποιων ισλαμικών χωρών (π.χ. Μπρουνέι, Ιράν και Σαουδική

Αραβία).

Τρεις σχολές σκέψης αναλύουν τις συγκρούσεις μεταξύ

διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων, οι οποίες αναγεννιώνται

πολιτικά, με αποτέλεσμα να θεωρητικοποιείται η θρησκεία ως μια

ανεξάρτητη μεταβλητή. Στην πρώτη σχολή των Αρχέγονων

(Primordials), επιχειρηματολογείται ότι ένεκα των διαφορών στις

θρησκευτικές παραδόσεις επεξηγούνται εν πολλοίς οι βίαιες

συγκρούσεις τόσο μεταξύ εθνών-κρατών όσο και ενδοκρατικά. Στη

δεύτερη σχολή σκέψης, των Οργανικών (Instrumentalists),

συμφωνούν μόνο ότι οι συγκρούσεις μπορούν να επιδεινωθούν από

αποκλίνοντα θρησκευτικά δόγματα, χωρίς απαραίτητα να αποτελούν

τα τελευταία προαπαιτούμενα συγκρούσεων. Σύμφωνα με τους

Οργανικούς, τα βασικά αίτια της έναρξης συγκρούσεων ανά τον

κόσμο αποδίδονται στις ενδοκρατικές και διεθνικές πολιτικές και

κοινωνικοοικονομικές ανισότητες που παρατηρούνται στον κόσμο.

Τέλος, στην τρίτη σχολή των μετριοπαθών Κονστρουκτιβιστών

28 Lynch C. “Dogma, Praxis, and Religious Perspectives on Multiculturalism, InFabio P. & Hatzopoulos P. (ed.) (2003). Religion in International Relations: the return from exile, New York : Palgrave Macmillan, pp. 64-65.

Σελίδα 17 από22

(moderate constuctivists), τονίζεται ότι είναι η αντιπαράθεση

μεταξύ πιστών φονταμενταλιστών και λοιπού κλήρου που οδηγεί τις

πολιτικές ελίτ σε έξαρση ή περιορισμό των συγκρούσεων μεταξύ

διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων, την οποία νομιμοποιούν ή

απονομιμοποιούν, αντίστοιχα, οι εκάστοτε θρησκευτικοί ηγέτες.29

Σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, η κατηγοριοποίηση του κόσμου σε

εννέα κυρίαρχες πολιτισμικές ομάδες (Δυτική Χριστιανοσύνη,

Ισλαμικός Κόσμος, Ορθοδοξία, Λατινική Αμερική, Κομφουκιανισμός,

Ιαπωνική κουλτούρα, Ινδουϊσμός, Βουδισμός και Υποσαχάρια Αφρική,

με επιφυλάξεις για την τελευταία), παρά την κριτική που δέχθηκε

ο Huntington, αποτελεί μια από τις ελάχιστες, ευρέως γνωστές,

διεθνολογικές μονογραφίες με αναφορά στη σχέση θρησκείας και

διεθνούς πολιτικής. Λαμβάνοντας ως κεντρικό πυρήνα της ανάλυσής

του τα κράτη και τις κοινωνίες, αναγνωρίζει ότι οι θρησκευτικές

και πολιτισμικές ταυτότητες των λαών επεκτείνονται συχνά εκτός

της κλασικής εθνοκρατικής δόμησης του κόσμου και ακόμα

περισσότερο παραδέχεται τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα ορισμένων

κοινωνιών και τις έντονες διαφορές που τις χαρακτηρίζουν.

Συνοψίζοντας δε τα κύρια σημεία της εργασίας του, που βασίζονται

στο τρίπτυχο ότι α) οι αξίες σε κάθε σύγχρονη κοινωνία έχουν τις

ρίζες τους στη θρησκεία, β) η σημαντικότερη πολιτιστική

διχοτομία μεταξύ Δυτικού και Ισλαμικού κόσμου σχετίζεται με

διαφορετικές αντιλήψεις για τις δημοκρατικές αξίες και ότι γ)

στη μεταψυχροπολεμική εποχή η πολιτισμική σύγκρουση έχει τις

πηγές της σε διεθνείς και εσωτερικές εθνικές συγκρούσεις και

διαφορές, μπορούμε να αποδεχτούμε, σαν βάση συζήτησης, ότι, έστω29 Hasenclever A. & Rittberger V. (2000). “Does Religion make a Difference: Theoretical Approaches to the Impact of Faith on Political Conflict”, In Fabio P. & Hatzopoulos P. (ed.) (2003). Ibid., pp. 107-109.

Σελίδα 18 από22

εν μέρει, η θρησκεία αποτελεί ένα εσωτερικό παράγοντα διαμόρφωσης

κοινωνικών αξιών που δύναται να παραγάγουν ενέργειες με διεθνοπολιτικές

συνέπειες. Τουναντίον, η όποια υπόνοια πολιτισμικής σύγκρουσης

ένεκα μιας πολιτικής διχοτομίας, υπέρ ή κατά δημοκρατικών

ιδεωδών, μεταξύ Ισλάμ και Δύσης, αποτελεί υπεραπλούστευση της

κεντρικής υπόθεσης της εν λόγω μονογραφίας.30

Εξάλλου, άλλοι επιστήμονες αναφέρουν ότι τα βαθύτερα

διαδεδομένα αίτια των συγκρούσεων μεταξύ διαφόρων κοινοτήτων

(π.χ. στην πρώην Γιουγκοσλαβία), με εξέχοντα παραδείγματα την

κοινωνική και οικονομική ανισότητα και αδικία, γίνονται έρμαιο

στις πολιτικές φιλοδοξίες ηγετικών προσωπικοτήτων, οι οποίοι,

χρησιμοποιώντας ένα πολιτικό λόγο με θρησκευτικά συνθήματα

κινητοποιούν και φανατίζουν το εκλογικό τους σώμα και γενικότερα

τον πληθυσμό μιας χώρας για να δικαιολογήσουν συγκεκριμένες

πολιτικές ενέργειες.31

Η άντληση στοιχείων από θεωρίες βασισμένες στον Πλουραλισμό

οδηγά στην εκτίμηση ότι μάλλον ισχύει το αντίστροφο, ήτοι η

δράση των θρησκευτικών παραγόντων/ηγετών διαμορφώνεται ή

προσαρμόζεται κατά περίπτωση στο διεθνές περιβάλλον και το

πιθανότερο είναι να συμβιβάζονται οι παράγοντες αυτοί με τις

εξελίξεις και λιγότερο να τις καθοδηγούν στη βάση θρησκευτικό-

πολιτικών κριτηρίων. Οι αξίες, σε κάθε περίπτωση, επηρεασμένες από τα

θρησκευτικά δόγματα, διαδραματίζουν κάποιο ρόλο και με τη σειρά τους εφάπτονται

των διεθνοπολιτικών σχέσεων και εξελίξεων στο διεθνές γίγνεσθαι.

Συμπέρασμα

30 Norris P. & Inglehart R. (2004). Ibid., pp. 139-140 & 152-155. 31 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., p. 216-217. Βλ. σχετικά Huntington S. (1996). The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order, New York: Simon & Schuster.

Σελίδα 19 από22

Το πλέγμα θρησκείας-πολιτικής αναφέρεται όλο και

περισσότερο στον επιστημονικό λόγο και αντίλογο (academic

discourse), με αποτέλεσμα η θρησκεία και άλλα πολιτισμικά

στοιχεία να επιζητούν έναν πιο κεντρικό ρόλο στις διεθνείς

σχέσεις. Η συζήτηση που ξεκίνησε αρχικά με το αμφιλεγόμενο

σύγγραμμα του Samuel Huntington και τη θεωρία του περί

«σύγκρουσης των πολιτισμών», βάσει του Ιδεαλιστικού υπόβαθρου,

συνεχίστηκε επαυξανόμενη την επαύριο των τρομοκρατικών επιθέσεων

της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 εναντίων των ΗΠΑ από τζιχαντιστές της

Αλ Κάιντα, όπου και σηματοδοτήθηκε η έναρξη του «Πολέμου του

Τρόμου».32

Σημειώνουμε δε ότι μεταξύ δέκατου ένατου και εικοστού

αιώνα, η τρομοκρατία ήταν σε μεγάλο βαθμό απότοκος δράσεων από

εθνικιστικά απελευθερωτικά κινήματα, αλλά τις τελευταίες

δεκαετίες, η θεόπνευστη τρομοκρατία έχει και πάλι γίνει ένα

σημαντικό χαρακτηριστικό του διεθνούς συστήματος, όπως ήταν

άλλωστε επί εποχής των Ιουδαίων Ζηλωτών εναντίον της Ρωμαϊκής

εξουσίας στα εδάφη της αρχαίας Παλαιστίνης και του σύγχρονου

Ισραήλ. Συνεπικουρεί τη θέση αυτή το γεγονός ότι ηθικοπλαστική

θρησκευτική ρητορική συνοδεύει συχνά θρησκευτικά κινήματα που

προβαίνουν σε τρομοκρατικές ενέργειες [π.χ. Παλαιστινιακή Hamas

(«Ζήλος») και Λιβανέζικη Hezbollah («Κόμμα του Θεού») v. Ισραήλ]

ή καθεστώτα και τρομοκρατικές οργανώσεις [Taliban («φοιτητής»)

και Al-Qaeda («η Βάση») v. ΗΠΑ (11η Σεπτεμβρίου 2001)].33

Η οιονεί θεώρηση του Ιδεαλισμού, σύμφωνα με την προηγηθείσα

παράθεση θεωριών βασισμένες στα αξιώματά του, καταδεικνύει το

ρόλο της θρησκείας στο διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι, όπου η

ακαδημαϊκή κοινότητα αλλού τη θεωρεί μείζονα παράγοντα των

διεθνών σχέσεων και αλλού ελάσσονα. Κατά κανόνα, ακόμα και στην32 Ζορμπάς Κ. Β. (επιμ.) (2007). Ibid., σσ. 14-15.33 Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Ibid., p. 215-216.

Σελίδα 20 από22

πλουραλιστική θεώρηση, η θρησκεία καταλαμβάνει ένα υποδεέστερο

βαθμό συμπερίληψης στην επιστημονική ανάλυση των διεθνών

σχέσεων. Στην επιστημονική αυτή πειθαρχία, με κύριο αντικείμενο

τη διατύπωση θεωριών που να εξηγούν τις σχέσεις μεταξύ των

διαφόρων δρώντων και πώς αυτές διαμορφώνουν τα παρατηρούμενα

φαινόμενα του διεθνούς συστήματος, οι θρησκείες δεν επιτυγχάνουν

να διαδραματίσουν το ρόλο που ίσως τους αναλογεί. Ωστόσο, η

θεώρηση του Ιδεαλισμού μπορεί να συνεισφέρει περισσότερο στην

κατανόηση του θεωρητικού πλαισίου που περιβάλλει το φαινόμενο

της θρησκείας στη διεθνή πολιτική σκακιέρα, ως παράγοντα

διαμόρφωσης των διεθνών σχέσεων στο τρίπτυχο άνθρωποι-κράτοι-

οργανισμοί, ζήτημα που καταδείξαμε στην παρούσα εργασία, με

κύριες αναφορές στον Ισλαμισμό.

Η θρησκεία καταγίνεται έτσι ένα σημαίνων εργαλείο διαχείρισης της εγχώριας

πολιτικής σκηνής με τις όποιες, ελάσσονες, εκκολαπτόμενες συνέπειες στο περιφερειακό

και διεθνές πολιτικό περιβάλλον μιας χώρας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Armstrong K. (2002), Ισλάμ: μια σύντομη ιστορία. 5η έκδ. [2009], Αθήνα: Πατάκης.

Baylis, J. & Smith, S. (ed.) (2005). The globalization of world politics: an introduction to

international relations, 3rd ed., New York: Oxford University Press.

Fabio P. & Hatzopoulos P. (ed.) (2003). Religion in International Relations: the return from

exile, New York : Palgrave Macmillan.

Giddens A. (2002). Κοινωνιολογία, Αθήνα: Gutenberg.

Haynes J. (c2007). Introduction to international relations and religion, New York : Pearson

Longman.

Herview-Leger D. & Willaime J.P. (2005). Κοινωνικές Θεωρίες και Θρησκεία, Αθήνα:

Κριτική.

Huntington S. (1996). The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order, New York:

Simon & Schuster.

Σελίδα 21 από22

Norris P. & Inglehart R. (2004). Sacred and Secular: Religion and Politics Worldwide,

Cambridge University Press.

Salmon Τ. C. & Imber Μ. F. (2008). Issues in International Relations, 2nd ed., Hoboken :

Taylor and Francis

Ζορμπάς Κ. Β. (2007). Πολιτική και Θρησκείες, Αθήνα: Παπαζήση.

ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΑ

a priori = εκ των προτέρων φιλοσοφική θέση

c. = περίπου, κατά προσέγγιση

conditio sine qua non = απαραίτητη προϋπόθεση ("εκ των ων ουκ άνευ)

μ.Χ. = μετά Χριστόν

v. = σε αντίθεση με (εναντίον)

Vs. = σε σύγκριση με

«Δηλώνω υπευθύνως ότι όλα τα στοιχεία σε αυτήν την εργασία τααπέκτησα, τα επεξεργάσθηκα και τα παρουσιάζω σύμφωνα με τουςκανόνες και τις αρχές της ακαδημαϊκής δεοντολογίας, καθώς καιτους νόμους που διέπουν την έρευνα και την πνευματικήιδιοκτησία. Δηλώνω επίσης υπευθύνως ότι, όπως απαιτείται απόαυτούς τους κανόνες, αναφέρομαι και παραπέμπω στις πηγές όλωντων στοιχείων που χρησιμοποιώ και τα οποία δεν συνιστούνπρωτότυπη δημιουργία μου.»

Βασίλειος Κοιλιαρής

………………………….........

Σελίδα 22 από22