Ο Ιωάννης ο Ιταλός και η αναγέννηση των κλασσικών...

37
Ο Ιωάννης ο Ιταλός και η αναγέννηση των κλασσικών σπουδών στο Βυζάντιο Εθνικό Και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Θεολογική Σχολή Τμήμα Θεολογίας Προπτυχιακή εργασία στο μάθημα: Γενική εκκλησιαστική Ιστορία Β΄ Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Μαρία Χ. Στρούπα Αριθμός Μητρώου: 1230201200335

Transcript of Ο Ιωάννης ο Ιταλός και η αναγέννηση των κλασσικών...

Ο Ιωάννης ο Ιταλός και η αναγέννηση των κλασσικώνσπουδών στο Βυζάντιο

Ε θ ν ι κ ό Κ α ι Κ α π ο δ ι σ τ ρ ι α κ ό Π α ν ε π ι σ τ ή μ ι ο Α θ η ν ώ ν

Θ ε ο λ ο γ ι κ ή Σ χ ο λ ήΤ μ ή μ α Θ ε ο λ ο γ ί α ς

Π ρ ο π τ υ χ ι α κ ή ε ρ γ α σ ί α σ τ ο μ ά θ η μ α : Γ ε ν ι κ ή ε κ κ λ η σ ι α σ τ ι κ ή Ι σ τ ο ρ ί α Β ΄

Υ π ε ύ θ υ ν ο ς κ α θ η γ η τ ή ς : κ .

Μαρία Χ. Στρούπα

Αριθμός Μητρώου: 1230201200335

Πρόλογος

Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του μαθήματοςτης Γενικής Εκκλησιαστική Ιστορίας Β΄ του επίκουρουκαθηγητή κ. Δημητρίου Μόσχου, κατά την διάρκεια τουεαρινού Δ΄ εξαμήνου του ακαδημαϊκού έτους 2013-2014. Τοθέμα της εργασίας είναι καθαρά προσωπική επιλογή, καθώςήδη από τα πρώτα εξάμηνα φοίτησης στη Θεολογική σχολή τουΕ.Κ.Π.Α έρχεται κάποιος σε επαφή τόσο με την αρχαίαφιλοσοφία όσο και με την εξέλιξή της κατά την βυζαντινήμέχρι τη σήμερον εποχή. Πηγή έμπνευσης για την μελέτη μετο παρόν ζήτημα υπήρξε το μάθημα της Βυζαντινής Ιστορίαςτου Β΄ εξαμήνου της κυρίας Δέσποινας Μιχάλαγα όσο και τομάθημα Φιλοσοφία του Γ΄ εξαμήνου του κυρίου ΚωνσταντίνουΔεληκωσταντή με αποτέλεσμα να μου δοθεί η ευκαιρία ναεμβαθύνω σε κάτι που ήδη μου είχε προξενήσει τοενδιαφέρον για περαιτέρω μελέτη.

Ωστόσο, παρόλο που εκ πρώτης όψεως και μία εργασίαφαίνεται ότι χρειάζεται αρκετό χρόνο και πολύ κόποούτως ώστε να εκπληρωθεί από το άτομο που την εκτελεί τοεπιθυμητό αποτέλεσμα ,αντιθέτως αποδεικνύεται ότι από τημελέτη της βιβλιογραφίας ότι πρόκειται για μία ευχάριστηδιαδικασία, καθώς μου δόθηκε η ευκαιρία να μελετήσωβιβλία και άρθρα τα οποία ενδέχεται να μην μελετούσα ποτέκαι τέλος να ενημερωθώ για την δόξα που γνώρισε ηΑριστοτελική και η Πλατωνική φιλοσοφία κατά την βυζαντινήπερίοδο, η οποία οδήγησε όμως σε λανθασμένα μονοπάτιαλόγω αδυναμίας οριοθέτησης καταστάσεων. Επιπλέον, θαήθελα να ευχαριστήσω το προσωπικό τόσο της βιβλιοθήκηςτης Θεολογικής Σχολής όσο και της Εθνικής Βιβλιοθήκης πουπρόθυμα μου έδωσαν όσα βιβλία χρειάστηκα για την εκπόνησητης εργασίας μου, την φιλόλογό μου κυρία Μαρία Νικολακάκη– Ρουσουνέλου, η οποία με καθοδήγησε στην αναζήτηση

1

σωστών και έγκυρων πηγών, το μεταπτυχιακό φοιτητή κ.Μηνά που αφιέρωσε πολύτιμο χρόνο για να μου δείξει τονσωστό τρόπο οργάνωσης πληροφοριών και σύνταξης για ναολοκληρώσω αυτήν την εργασία και τέλος τη φίλη καισυμφοιτήτρια μου Ελένη Πατσανά που παρακολουθούσε διαρκώςαπό τη στιγμή που ξεκίνησα μέχρι την ολοκλήρωσή της τηνπαρούσα εργασία.

Μαρία Χ. Στρούπα

Αθήνα,2014

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος …….……………………………………………….. 1

Περιεχόμενα……….…….……………………………………. 2

Εισαγωγή……….……………………………………………… 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

Τα πρώτα στάδια ζωής του Ιωάννη Ιταλού.

1.Τα παιδικά χρόνια και οι σπουδές του ΙωάννηΙταλού………………..6

2

2.Τα προβλήματα της διδασκαλίας του και οι πρώτοιεχθροί………..…7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

Οι αιρετικές διδασκαλίες του Ιταλού και η αντιμετώπισήτους.

1. Οι αντιλήψεις και οι θεολογικές διατυπώσεις τουΙταλού έναντι των πατερικών κειμένων και γενικότερατης πατερικής παράδοσης…………9

2. Οι αντιρρήσεις απέναντι στο Χριστολογικό δόγμα και ηκατηγορίες για το ζήτημα των εικόνων……………………..11

3. Η θεία ευχαριστία, η «Ομολογία πίστεως» και ηκαταδίκη του Ιωάννη Ιταλού…………….14

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Η απομάκρυνση του Ιταλού και του κύκλου του από τηνεκκλησία και το τέλος της ζωής του.

1. Συνοδικόν της Ορθοδοξίας: Ο επίσημος αναθεματισμόςτης διδασκαλίας τουΙωάννη Ιταλού, Αναθέματα………….…………………………….….16

2. Οι διώξεις εις βάρος των μαθητών του μετά τηνκαταδίκη του του και οι επιδράσεις της ……………………………………….………………….18

3. Το τέλος της ζωής του Ιωάννη Ιταλού………………………………….19

4.Το συγγραφικό έργο του Ιταλού……………..…………………………20

3

Επίλογος…………………………………………………………………..22

Βιβλιογραφία……………………………………….……………………..24

Εισαγωγή

4

«Η παρουσία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας κατά τους

πρώτους Βυζαντινούς αιώνες1 προξενεί μεγάλη χαρά διότι με

την πάροδο των ετών, δημοσιεύονται όλο και περισσότερες

μελέτες που αφορούν το χώρο της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Η

παρατήρηση αυτή έχει εξόχως ιδιαίτερη σημασία καθώς, ως

γνωστόν, η έρευνα και παρουσίαση της Βυζαντινής

Φιλοσοφίας αποτελεί σημαντικότατο παράγοντα για την

έρευνα και την παρουσίαση συνολικά του βυζαντινού

πολιτισμού.

Με τον όρο Βυζαντινή Φιλοσοφία εννοούμε τηνενασχόληση των βυζαντινών συγγραφέων με την αρχαίαελληνική φιλοσοφία, δηλαδή το σχολιασμό και τη μελέτη τηςκεντρικής σκέψης των αρχαίων ελληνικών φιλοσοφικών

κειμένων που αφορούν τον κόσμο, το φυσικό περιβάλλον καιτον άνθρωπο (Λογική και Φυσική). Βέβαια αυτή η διεξοδικήενασχόληση των βυζαντινών με την έρευνα και την ερμηνείατων αρχαίων φιλοσοφικών κειμένων δεν είναι άμοιρη τουγενικότερου πολιτιστικού περιβάλλοντος στο οποίο ανέπνεετο Βυζάντιο. Το Βυζάντιο είχε αφομοιώσει γόνιμα τηνελληνικότητα σε κάθε πτυχή της ζωής του και όχι μόνο στοσχολιασμό των αρχαίων φιλοσοφικών κειμένων. Η τέχνη, ηθεολογία, η εκκλησιαστική ζωή, η διπλωματία και ηπολιτική των Βυζαντινών είναι άμεσα εμποτισμένα από τομέτρο, τα όρια και την άσκηση του ελληνικού πνεύματος.Όμως καθώς καταγράφουμε, ως μελετητές της Φιλοσοφίας, τηνπαρουσία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στο Βυζαντινόπολιτισμό, θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως ΒυζαντινήΦιλοσοφία ονομάζουμε μόνο την ενασχόληση των Βυζαντινώνσυγγραφέων με τα καθεαυτό αρχαιοελληνικά φιλοσοφικάκείμενα.

1 Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο επίσημο περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ορθοδοξία περίοδος Β΄ έτος ΙΓ΄, τεύχος Γ΄, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2006, σ. 577 – 596.

5

Συνεπώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο ΒυζαντινήΦιλοσοφία για τα κείμενα του 9ου αιώνα μ.Χ. και εξής,μέχρι την κατάρρευση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπωςτα κείμενα του Μ. Φωτίου και κατόπιν του Μ. Ψελλού, τουΑρέθα, του Πλήθωνα και άλλων σοφών, οι οποίοι ασχολήθηκανδιεξοδικά με τα κείμενα των αρχαίων φιλοσόφων2 γεγονός πουδεν παρατηρείται στους προηγούμενους βυζαντινούς αιώνες.Από τον 1ο μ.Χ. αιώνα μέχρι τον 9ο, δεν έχουμε βυζαντινήφιλοσοφία, αλλά τη φιλοσοφία του τέλους της αρχαιότητας,του ύστερου Ελληνισμού, στους τρεις πρώτους μ.Χ. αιώνες,καθώς και τη χρησιμοποίηση της αρχαίας ελληνικήςφιλοσοφικής ορολογίας από τους Πατέρες της Εκκλησίας3.»4

Εικόνα 1:Οι φιλόσοφοι" διδάσκουν τους "μαθητές". Απόχειρόγραφο του 12ου αι. με το "Χρονικό" του ΙωάννηΣκυλίτζη. Μαδρίτη, Εθνική Βιβλιοθήκη

2 Λίνου,2000, σ. 3-4.3 Λινού, σ. 3.4 Λίλης , σ. 1-2.

6

Κεφάλαιο Α΄

Τα πρώτα στάδια ζωής του Ιωάννη Ιταλού.

1.Τα παιδικά χρόνια και οι σπουδές του Ιωάννη Ιταλού

Ο Ιωάννης Ιταλός γεννήθηκε το 1025 στην Καλαβρία τηςΙταλίας από γονείς νορμανδικής καταγωγής. Ο πατέρας τουυπηρετούσε στον μισθοφορικό στρατό με αποτέλεσμα οΙωάννης να έρθει από μικρή ηλικία σε επαφή με ταστρατόπεδα. Η διαμονή του στη Νότια Ιταλία ήταν σύντομη,διότι όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην αριστοτελικήφιλοσοφία, αναχώρησε το 1042 για την Κωνσταντινούπολη καιεγκαταστάθηκε εκεί μόνιμα για να συνεχίσει τις σπουδέςτου αυτή την φορά στον τομέα της πλατωνικής φιλοσοφίαςδίπλα σε διάφορους δασκάλους5. Μετά τη μαθητεία του στηνομική σχολή των Σχολαστικών, προσκολλήθηκε στον ΜιχαήλΨελλό, τον περίφημο θεολόγο, λόγιο και φιλόσοφο (1018-1096 περίπου). Έτσι, το 1049 ξεκίνησε να μαθητεύει υπότην επίβλεψη του διδασκάλου Μιχαήλ Ψελλού (1018 - 1079)6.Υπήρξε ο διαπρεπέστερος και σημαντικότερος μαθητής του7 μεαποτέλεσμα να τον διαδεχθεί το 1055, σε ηλικία μόλις 30ετών , στην καθηγητική θέση που οι βυζαντινοί πομπωδώςαποκαλούσαν «Ύπατος των Φιλοσόφων», ήδη από το 10548,(επρόκειτο απλώς για την θέση του πρωτοδιδασκάλου ή τουΚοσμήτορα9 στο Πανδιδακτήριο Κωνσταντινουπόλεως)10, στονεοσύστατο Πανεπιστήμιο. Αργότερα όμως, εκδιώχθηκε απότην Κωνσταντινούπολη, αφού πρώτα τον κατηγόρησαν ωςπλατωνιστή με αποτέλεσμα να κλεισθεί στο μοναστήρι τουΟλύμπου της Βιθυνίας στην περιοχή της Μικρά Ασίας. Ακόμη

5 Φειδάς, 1998, σ. 282· Krumbacher, 1897, σ. 429.6 "Ψελλός, Μιχαήλ", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 61, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].7 Τατάκης, 1977, σ. 201· Γεωργούλης, 2007, σ. 742· Φειδάς, 1998, σ. 282· Στεφανίδης, 2002, σ. 423.8 Hunger, 1992, σ. 189.9 Χρήστου, 1994, σ. 107.10 Αναστασίου, 2005, σ. 95.

7

φημολογείται ότι εκτός από καθηγητής υπήρξε αξιωματούχοςτης βυζαντινής αυλής και πρεσβευτής11. Ως καθηγητής τουΠανδιδακτηρίου είχε ως αντικείμενο του την ερμηνεία τωνέργων του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και των Νεοπλατωνικών,χρησιμοποιώντας την αριστοτελική μέθοδο για τη διδασκαλίατης πλατωνικής φιλοσοφίας12. Διακρίθηκε τόσο για τηνευρύτατη φιλοσοφική του παιδεία όσο και για τηνεξαιρετική διαλεκτική δεινότητα που διέθετε13, η οποίαγοήτευε τους λόγιους της Κωνσταντινούπολης, μολονότιπεριγράφεται ότι είχε γλωσσικές αδυναμίες, πλημμελή γνώσητης λογικής και εγωιστικό, προκλητικό, καυστικό καιισχυρογνώμον ύφος14. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας τουχρησιμοποιούσε έντονα τα χέρια του και το κεφάλι του,κάνοντας νεύματα για να δώσει ζωηρότητα καιπαραστατικότητα στο λόγο του15. Εξαιτίας αυτών τονχαρακτήριζαν « Βάσκανο, λοίδορο, υπόκουφο, οιηματία κλπ».Οι μαρτυρίες που σώζονται για το πρόσωπο του ΙωάννηΙταλού προέρχονται από εχθρικά διακείμενες προς αυτόνπηγές. Ο Ιωάννης ο Ιταλός έχοντας συμπληρώσει αρκετάχρόνια διδασκαλίας και δράσης, λέγεται ότι απεβίωσεπερίπου το 1090.

2.Τα προβλήματα της διδασκαλίας του και οι πρώτοι εχθροί

Όπως έχει γίνει ήδη γνωστό ο Ιταλός ως άριστος γνώστηςτης Αριστοτελικής φιλοσοφίας, συνήθιζε να χρησιμοποιείευρύτατα κατά τη διδασκαλία του αριστοτελικούςσυλλογισμούς που γοήτευαν ιδιαίτερα τους λόγιους τηςΚωνσταντινούπολης, με αποτέλεσμα να τον χρησιμοποιήσουνσε επίσημη διπλωματική αποστολή στο Δυρράχιο, η οποίαόμως κατέληξε σε αποτυχία και θεωρήθηκε υπεύθυνος οΙωάννης Ιταλός. Ο Νορμανδός ηγεμόνας Ροβέρτος Γισκάρδος,

11 Krumbacher, 1955, σ. 456, 457· Uspenskij, 1897, σ. 444-445.12 Φειδάς, 1998, σ. 283-284.13 Hunger, 2008, σ. 81.14 Φειδάς, 1998, σ. 282-283.15 Φειδάς, 1998, σ. 282.

8

θεωρεί ύποπτο τον Ιταλό με αποτέλεσμα να καταφύγει στηΔύση. Με τη βασιλεία του Νικηφόρου Βοτανειάτη (1078-1081)επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και ξεκίνησε η διδασκαλίατου στη Ακαδημία. Κατά τη διδασκαλία της πλατωνικήςφιλοσοφίας χρησιμοποιούσε την Αριστοτελική μέθοδο, ηοποία είχε έντονη απήχηση στους μαθητές τους16.

Ο Ιωάννης Ιταλός, σε μια περίοδο που γινόταν απόπειραπνευματικής αναγέννησης του Βυζαντίου, πρωτοστάτησε στηναναβίωση της φιλοσοφίας ως αυτόνομης επιστήμης17. ΟΙωάννης πίστευε ότι η φιλοσοφία δεν ήταν μόνον η μελέτηκαι διδασκαλία των πολύτιμων φιλοσοφικών συστημάτων τουπαρελθόντος ούτε η χρήση της φιλοσοφικής μεθοδολογίας ωςθεολογικού εργαλείου αλλά ότι αποτελούσε μια ζωντανήπραγματικότητα η οποία υποστηριζόταν από τη δύναμη τηςανθρώπινης λογικής. Έτσι ο ίδιος δε φαίνεται να διέκρινετη συνήθη βυζαντινή πρακτική του διαχωρισμού των πεδίωντης φιλοσοφίας και της θεολογίας, αφού είναιχαρακτηριστικό πως η εκκλησία και το κράτος δεν έδιωξανποτέ τη φιλοσοφική σκέψη18, αντιθέτως την ενθάρρυναν, όσοόμως δεν οδηγούσαν σε ετεροδοξία19. Η διαδοχή τουευέλικτου και πανούργου Ψελλού σε μία περίοδο ευαισθησίαςελέγχου ακραίων εκδηλώσεων υπέρ της ελληνικής φιλοσοφίας,υπήρξε ιδιαίτερα αρνητικό στοιχείο για τον εγωιστή Ιταλό,που πέρα αυτού παρέβλεπε τα κριτήρια της πατερικήςπαράδοσης ως προς τη σχέση της ελληνικής φιλοσοφίας καιτης πατερικής παράδοσης. Η αδιαφορία του για την πατερικήπαράδοση τον έκανε να υποστηρίζει ακραίες θέσειςαναφορικά με τη διδασκαλία της φιλοσοφίας, οι οποίεςσκανδάλιζαν τους ζηλωτές μοναχούς απ’ τον κύκλο τωνμαθητών του. Ο ίδιος υποστήριζε ότι η διδασκαλία τηςφιλοσοφίας δεν είναι μόνο για «παίδευσιν» των μαθητώναλλά και για «αξιοποίηση» με στόχο τη δημιουργία ενόςθρησκειοφιλοσοφικού συστήματος, στο οποίο θα εντασσόταν

16 Φειδάς, 1998, σ. 283.17 Χρήστου, 1994, σ. 107, 228, 229.18Ματσούκας, 1994, σελ. 316.19Runciman, 1969, σελ. 145.

9

και η εκκλησιαστική παράδοση20. Οι βασικές φιλοσοφικέςαρχές του αυτού του συστήματος προέρχονταν κυρίως από τηνπλατωνική φιλοσοφία και αξιοποιούνταν με τις αρχές τηςαριστοτελικής λογικής με στόχο τη διαμόρφωση της νέαςφιλοσοφικής σύνθεσης. Οι αλήθειες του Χριστιανισμού γιανα γίνουν δεκτές, έπρεπε να προσαρμοστούν με το νέοφιλοσοφικό σύστημα με τη βοήθεια των αριστοτελικώνσυλλογισμών. Ο Μιχαήλ Ζ΄ Δούκας (1071- 1078), που ήτανευνοϊκός με προς τον Ιταλό, περιόριζε τις αντιδράσεις,αφού μεταξύ των θαυμαστών του υπήρχαν και πολλοί ιεράρχεςπου δεν μπορούσαν να αντιληφθούν τη μείωση του κύρους τηςεκκλησιαστικής παράδοσης. Οι συνέπειες της διδασκαλίαςτου Ιταλού έγιναν κατανοητές από τις ακραίες θέσεις τουκύκλου των μαθητών του, οι οποίοι αξιολογούσανμειονεκτικά τις δογματικές διδασκαλίες της εκκλησίας.

20 Φειδάς, 1998, σ. 283.

10

Κεφάλαιο Β΄

Οι αιρετικές διδασκαλίες του Ιταλού και ηαντιμετώπισή τους.

1.Οι αντιλήψεις και οι θεολογικές διατυπώσεις του Ιταλούέναντι των πατερικών κειμένων και γενικότερα τηςπατερικής παράδοσης

Η διδασκαλία του Ιωάννη, μια απόπειρα συγκρότησηςθεολογικού συστήματος με τη βοήθεια της φιλοσοφικήςσκέψης21, καθιστούσε μη αναγκαία την εκκλησιαστικήαυθεντία22και ήταν αδιάφορη προς τα χριστιανικά δόγματα23.Ηανάμειξη θεολογίας και φιλοσοφίας όπως εμφανίστηκε στιςαπόψεις του φιλόσοφου ανησύχησαν την Εκκλησία24η οποίααντέδρασε με αυξανόμενη καταστολή25, πιθανώς και εξ αιτίαςτου πολεμικού και προσηλυτιστικού του χαρακτήρα.

Ο Ιταλός μόλις ξεκίνησε να διδάσκει την ελληνικήφιλοσοφία στην Ακαδημία, άρχισε να παραθεωρεί τηνπατερική παράδοση ως προς τη σχέση της ελληνικήςφιλοσοφίας προς την εκκλησιαστική παράδοση. Η αδιαφορίατου για την πατερική παράδοση τον έκανε να συνεχίζειαπτόητος με αποτέλεσμα να σκανδαλίζει ζηλωτές μοναχούς

21

22 Φειδάς, 1998, σ. 284.23 Χρήστου, 1994, σ. 229.24 Χρήστου, 1994, σ. 107.25 Bernard, 2006, σ. 128· Krumbacher, 1897, σ. 42.

11

από τον κύκλο των μαθητών του26. Ο Ιταλός εξέφρασε τηνεπιθυμία δημιουργίας ενός θρησκειο-φιλοσοφικούσυστήματος, στο οποίο θα δινόταν έμφαση στη εκκλησιαστικήπαράδοση27. Οι βασικές αρχές αυτού του φιλοσοφικούσυστήματος προέρχονται κυρίων απ’ την πλατωνική φιλοσοφίακαι αξιοποιούνται με τη βοήθεια της αριστοτελικήςλογικής, με στόχο τη διαμόρφωση της νέας φιλοσοφικήςσύνθεσης, η οποία στόχευε στη γνώση της αλήθειας28.

Όπως γίνεται αντιληπτό από το περιεχόμενο τωνκαταδικασθέντων «Κεφαλαίων» της διδασκαλίας του Ιταλού,τα οποία δεν αποδίδονται ονομαστικώς στον ίδιο, ούτε καιαναφέρουν συγκεκριμένες προσωπικές του κακοδοξίες. Παρόλααυτά, εμπεριέχουν τις ενθουσιαστικές απόψεις των μαθητώντου, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα επηρεασμένοι από τιςακραίες τάσεις της αναγέννησης των κλασικών σποδών ή καιπρόσμεναν στην αναθεώρηση ολόκληρης της δογματικής τηςεκκλησίας με κριτήρια τις αρχές της πλατωνικής φιλοσοφίαςκαι τη μέθοδο των αριστοτελικών συλλογισμών.Επιπροσθέτως, λέγεται ότι ο Ιωάννης Ιταλός απέφευγε ναεκφράζει τις θεολογικές του απόψεις κατά τη διάρκεια τηςδιδασκαλίας της φιλοσοφίας ή απέφευγε τα τιθέμεναθεολογικά ζητήματα. Το πνεύμα όμως της διδασκαλίας τουέκανε τους μαθητές του να αντιληφθούν ότι δεν ήταναπαραίτητη καμία εκκλησιαστική αυθεντία για τη διατύπωσητων αληθειών της πίστεως. Ακόμη, πίστευε ότι οι πιστοίείχαν τη δυνατότητα αν χρησιμοποιούσαν ορθά τουςφιλοσοφικούς συλλογισμούς και τις αρχές της φιλοσοφίας ναφτάσουν μόνοι τους στην αλήθεια της πίστεως και ναδιατυπώσουν καλύτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια τις ήδηδιατυπωμένες από τις Οικουμενικές Συνόδους ή τους Πατέρεςτης Εκκλησίας αλήθειες της πίστεως . Οι αντιλήψεις αυτέςκαταδικάζονται στα προαναφερθέντα «Κεφάλαια» , τα οποίαπροφανώς πρόβαλλαν τη διδασκαλία του Ιταλού, η οποία όμωςδιαδόθηκε από τους μαθητές του στα πλαίσια της26 Φειδάς, 1998, σ. 283.27 Φειδάς, 1998, σ. 283.28 Φειδάς, 1998, σ. 284.

12

ενθουσιώδους διάθεσης που είχε προκληθεί από την απήχησητων «ελληνικών μαθημάτων» στη βυζαντινή κοινωνία τηςπεριόδου εκείνης.

Η εκκλησία δεν έμεινε αμέτοχη σε αυτήν τηνκατάσταση. Αντέδρασε διακριτικά εναντίον του Ιταλού, αλλάσυνάμα και αποφασιστικά για το προκείμενο ζήτημα. ΗΕνδημούσα Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης πουπραγματοποιήθηκε το 1077, πραγματοποίησε εκτενέστατηέρευνα πριν λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις. Εύκολα έγινεαντιληπτό ότι ο Ιταλός και οι μαθητές του αμφισβητούσαντόσο την αναγκαιότητα της εν Χριστώ αποκαλύψεως για τησωτηρία του κόσμου όσο και την γνησιότητα τηςεκκλησιαστικής παράδοσης. Αναπόφευκτες εκ μέρους τουΙταλού και των μαθητών του υπήρξαν οι παρεκκλίσεις απότην πατερική παράδοση και πίστη της εκκλησίας, διότι οιίδιοι εισήγαγαν νέες θεωρίες για τις ανθρώπινες ψυχές,τον ουρανό και τη γη, για τη μετεμψύχωση των ανθρωπίνωνψυχών, την αιδιότητα της ύλης και για την εισαγωγή«μυθικών πλασμάτων»29.

Οι θεολογικές αυτές αυθαιρεσίες οριοθέτησαν για τηνεκκλησία όχι μόνο μια απλή θεολογική διαμάχη, αλλά μιακαταλυτική απειλή για όλη τη σωτηριολογική της αποστολήστον κόσμο. Δεν θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος αυτές τιςκαταστάσεις περιοδικές εναντίον του πνεύματος τηςαυστηρής παραδοσιαρχίας, το οποίο επικρατούσε σεορισμένους κύκλους της Ιεραρχίας και του Μοναχισμού.Πάντοτε όμως κατέληγαν στην άμεση ή έμμεση αμφισβήτηση ήκαι απόρριψη της αυθεντίας της εκκλησιαστικής παράδοσηςαφού υποστήριζαν ότι μπορούσαν να διορθωθούν οιδογματικές αλήθειες της πίστεως με κριτήριο τιςφιλοσοφικές αρχές ή μεθόδους. Το υποκείμενο έμμεσοεκκλησιολογικό ζήτημα ήταν οπωσδήποτε σοβαρότερο από τηνεκκλησιαστική διαμάχη και απ’ τα χρησιμοποιούμεναεπιχειρήματα30.29 Φειδάς, 1998, σ. 285.30 Φειδάσ, 1998, σ. 286.

13

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, η σύνοδος θεμελίωσε τηναπόφασή της στην προγενέστερη πατερική παράδοση απ’ τημια για τη χρησιμότητα της κλασικής ελληνικής σοφίας προς«Παίδευσιν» των χριστιανών και απ’ την άλλη για τηναποδοκιμασία οποιασδήποτε προσπάθειας νοθεύσεως τουπεριεχομένου της εν Χριστώ αποκαλύψεως με την αυθαίρετηαποδοχή των φιλοσοφικών ιδεών ή συλλογισμών. Το 1077 ηΕνδημούσα σύνοδος της Κωνσταντινούπολης εξέτασε το ζήτημακαι θεώρησε ότι αμφισβητούνταν όχι μόνο ζητήματαχριστιανικής σωτηριολογίας αλλά και η αυθεντικότητα καιτο αμετάβλητο της εκκλησιαστικής παράδοσης. Η σύνοδοςαναγνώρισε ότι τα «ελληνικά μαθήματα» είναι χρήσιμα καιαναγκαία αλλά αποδοκίμασε την «προτίμησιν» της ελληνικήςφιλοσοφίας έναντι της εκκλησιαστικής παράδοσης και τηννόθευση της χριστιανικής διδασκαλίας με ακραίεςφιλοσοφικές ιδέες. Ο Ιωάννης Ιταλός κλήθηκε από τηνσύνοδο σε απολογία και υποχρεώθηκε να αναθεματίσει όλεςτις «κακοδοξίες» που του αποδίδονταν από την σύνοδο. ΗΣύνοδος κάλεσε τον Ιωάννη Ιταλό σε απολογία, τονυποχρέωσε να αναθεματίσει όλες τις αναγραφόμενες στουςσχετικούς αναθεματισμούς κακοδοξίες. Πάρα ταύτα, στα«Κεφάλαια» της Συνόδου δεν αναφέρεται το όνομα τουΙταλού, ο οποίος αφού αποδέχθηκε τους αναθεματισμούςσυνέχισε να διδάσκει στην Ακαδημία τηςΚωνσταντινουπόλεως. Συνέχισε να διατηρεί αρκετές ακραίεςθέσεις, αλλά υπήρξε ποιο προσεκτικός κατά την ανάπτυξητου θέματος της σχέσης των αρχών της φιλοσοφίας έναντιτων δογματικών αληθειών της εκκλησίας31. Η συνέχιση τηςδιδασκαλίας του Ιταλού στην Ακαδημία τηςΚωνσταντινουπόλεως εξηγείτε λόγω της εύνοιας απέναντι στοπρόσωπό του απ’ του αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα (1071-1078), ο οποίος φαίνεται να επηρέασε ακόμα και τηνΕνδημούσα σύνοδο για τη μη προσωπική καταδίκη τουευνοούμενου του φιλοσόφου32.

31 Φειδάς, 1998, σ. 286.32Φειδάς, 1998, σ. 287.

14

2.Οι αντιρρήσεις απέναντι στο Χριστολογικό δόγμα και ηκατηγορίες για το ζήτημα των εικόνων

O Ιωάννης συνέχισε τη δράση του στην Κωνσταντινούποληεπιμένοντας στις φιλοσοφικές του δοξασίες. Αυτό γίνεταικατανοητό, όταν κάποιος παρατηρήσει τις εναντιώσεις πουπραγματοποίησε κατά τις συζητήσεις του με τονσεβαστοκράτορα Ισαάκιο, όσο και την παρουσία του ονόματόςτου κατά τις μετέπειτα θεολογικές έριδες.33

Ο πρώτος κύκλος των μετέπειτα προβλημάτων ανέκυψε ότανη Ενδημούσα σύνοδος αποφάσισε να προσφέρει καθιερωμέναλατρευτικά χρυσά και αργυρά σκεύη, μαζί με τον πολύτιμοδιάκοσμο κάποιων ιερών εικόνων πολύτιμου διάκοσμου , γιανα καλυφτούν οικονομικές ανάγκες που προέκυψαν από τιςμάχες που έδινε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α' Κομνηνός(1081-1118) με τους Νορμανδούς που είχαν εισβάλει στα δυτικάτης αυτοκρατορίας. Ο πατριάρχης ΚωνσταντινούποληςΕυστράτιος Γαριδάς (1081-1084) υποστήριξε αυτή τηναπόφαση της συνόδου. Εντούτοις, ο μητροπολίτης ΧαλκηδόναςΛέοντας αντέδρασε έντονα, θεωρώντας την ενέργεια αυτή ωςμια νέα μορφή Εικονομαχίας. Με την απόφαση της συνόδουκαι του αυτοκράτορα συντάχθηκε και ο Ιωάννης,αναπτύσσοντας συλλογισμό ο οποίος έδωσε λαβή σεαντιπάλους του να τον κατηγορήσουν ως εικονομάχο και ναανακινήσουν το ζήτημα της διδασκαλίας του. Ο Ιωάννηςσυντάχθηκε με το αίτημα του Ισαάκιου και με την απόφασητα συνόδου, καθώς υποστήριξε ότι η «λατρεία» της ιεράςεικόνας αποδίδεται στο εικονιζόμενο «πρωτότυπον» και δενπεριορίζεται στην ευτέλεια της ύλης, γι’ αυτό καιθεωρείται σκιά του «πρωτοτύπυ» ή απλά ένα χειροποίητο«ομοίωμά» του. Η προσπάθειά του να συνδυάσει την απόφασητης Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου(787) με τον απλούστατοσυλλογισμό του, τον έκανε να παραγκωνίσει όλη τη θεολογίατης Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου για την εσώτερη μυστική σχέση

33 Φειδάς, 1998, σ. 287.

15

μεταξύ της εικόνας και του εικονιζόμενου «πρωτοτύπου», ηοποία θεμελίωνε και την πίστη της εκκλησίας αναφορικά μετις θαυματουργές ιερές εικόνες. Ο Ιταλός θεωρούσε αυτή τησχέση μικρότερης σημασίας, γι’ αυτό το λόγο οι ιερέςεικόνες μπορούσαν και να καταστραφούν34.

Εξαιτίας όλων αυτών, ο Ιταλός απέκτησε πολλούςεχθρούς, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ως εικονομάχο καιεπανέφεραν στο φως όλο το ζήτημα της διδασκαλίας του. Οδεύτερος κύκλος θεολογικών εριδών με επίκεντρο τηδιδασκαλία του Ιταλού ενθαρρύνθηκε προφανώς απ’ τονπολέμιό του σεβαστοκράτορα Ισαάκιο, θεμελιώθηκε με τησυγκέντρωση ενός ενιαίου καταλόγου με όλες τις εναντίοντου αιρετικές κακοδοξίες. Αυτός ο ενιαίος κατάλογος,υποβλήθηκε στην Ενδημούσα Σύνοδο ανυπόγραφος απ’ τονΜιχαήλ Κασπάκη, ο οποίος επέμεινε με σθένος ενάντια σταεικονομαχικά φρονήματα με την επίκληση ρίψεως λίθουεναντίον της ιεράς εικόνας για την απόδειξη των θέσεώντου. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ευστράτιος ο Γάριδαςκάλεσε τον Ιωάννη να απολογηθεί ενώπιον της Συνόδου γιατις εναντίον του κατηγορίες ( Μάρτιος 1082), αλλά οΙταλός υπέβαλε ενώπιον της Συνόδου μία Ομολογία Πίστεως,η οποία εκπονήθηκε λίγο αφηρημένα και περιείχε φραστικέςκαι θεολογικές ανακρίβειες. Ο Ιταλός υπέπεσε σεσυγκεκριμένες θεολογικές πλάνες ως προς την «επιστροφή»του Υιού προς τον πατέρα και ως προς τη Χριστολογικήδιδασκαλία της εκκλησίας γενικότερα, σαφώς με τηνεπίδραση των νεοπλατωνικών του ιδεών. Ο Ιωάννης Ιταλόςαποδέχθηκες τις κρίσεις της Ενδημούσας συνόδου και μεπροθυμία αποφάσισε να αποκηρύξει δημόσια τις κακοδοξίεςπου εντοπίστηκαν στην Ομολογία Πίστεως35.

Η διστακτικότητα της Συνόδου να προβεί στην καταδίκητου Ιταλού προξένησε έντονες διαδηλώσεις απ’ τουςαντιπάλους του, οι οποίοι δεν δίστασαν να κατηγορήσουνακόμα και τον Πατριάρχη για έκπτωση στην πλάνη.34 Φειδάς, 1998, σ. 287.35 Φειδάς, 1998, σ. 288.

16

Συγκλήθηκε εκ νέου σύνοδος η οποία καταδίκασε τον Ιταλό.Η αποδοχή τόσο του καταλόγου των κακοδοξιών του όσο καιτων κακοδοξιών των εννέα από δέκα «Κεφάλαια», αποτελούσαναδιάσειστα τεκμήρια όχι μόνο για τη θεμελίωση τηςκαταδίκης του, αλλά και για την κίνηση της συνοδικήςδιαδικασίας εναντίον των οπαδών του από τον κύκλο τωνμαθητών του. Αυτή η προτροπή απευθύνθηκε από τοναυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (1081-1118) με έγγραφό του«πιττάκιον», το οποίο απέστειλε στη σύνοδο με τον έμπιστότου Ιωάννη Σεβαστοφόρο Πεπαγωμένο. Ο αυτοκράτοραςπαρότρυνε τη σύνοδο, να κρίνη τους μαθητές του, και όσοιαπ’ αυτούς είχαν αποκηρύξει τις συγκεκριμένες κακοδοξίεςνα γίνουν δεκτοί στην εκκλησιαστική κοινωνία, ενώ όσοιπαρέμεναν με τον Ιταλό να αποκοπούν από το σώμα τηςεκκλησίας ως αιρετικοί. Στη σύνοδο παρευρέθηκαν μόνο όσοιαπ’ τους μαθητές είχαν υποδειχθεί απ’ τον Ιταλό ωςομοϊδεάτες του. Ονόματα τέτοιων μαθητών του είναι ταεξής: Μιχαήλ ο Ματζούς, ο οποίος είχε διοριστεί έξαρχοςτων δυτικών επαρχιών από τον πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλινό,ο Μιχαήλ Δοξαπάτρης, ο Μιχαήλ Τζηρός, ο Ιωάννης ο τουΓαγγρών και ο Ευστράτιος. Ο αριθμός των μαθητών πουυποδείχθηκαν απ’ τον Ιταλό είναι πράγματι πολύ μικρός,αλλά και αυτοί ουσιαστικά αποκήρυξαν το δάσκαλό τους αφούισχυρίστηκαν ότι έρχονταν σε επαφή μαζί του μόνο «χάρινμαθημάτων»36.

Η Σύνοδος όχι μόνο δεν επέβαλε οποιουδήποτε είδουςεκκλησιαστική ποινή, αλλά αντιθέτως τους άφησε ελεύθερουςνα συνεχίσουν το διδακτικό τους έργο, ενώ ο Ιωάννης ήδηαπό την ώρα της καταδίκης του είχε κλειστεί σε μοναστήρι.Η Σύνοδος ανανέωσε τους αναθεματισμούς των εννέα«Κεφαλαίων», οι οποίοι καταχωρίστηκαν στο «Συνοδικόν» τηςΚυριακής της Ορθοδοξίας με στόχο την οριστική καταδίκηκάθε τάσης εκτροπής από τα πλαίσια της πατερικήςπαράδοσης στο ζήτημα της σχέσεως της ελληνικής φιλοσοφίαςπρος τη δογματική διδασκαλία και παράδοση της Εκκλησίας.

36Φειδάς, 1998, σ. 289.

17

Η επίσημη έτσι θέση της εκκλησίας, απέκρουσε όχι μόνοτην περιφρόνηση των ζηλωτών μοναχών προς τη «θύραθεν»σοφία, αλλά και τον υπερβολικό θαυμασμό προς αυτήςορισμένων λόγιων, οι οποίοι απέτρεπαν την καθιερωμένη απ’τους μεγάλους Πατέρες ισορροπία της ελληνοχριστιανικήςσυνθέσεως και λειτουργούσε ως μία απειλή εναντίον τηςαποστολής της εκκλησίας στον κόσμο. Η συνοδική όμωςκαταδίκη του Ιταλού δεν έκλεισε τον κύκλο των θεολογικώνερίδων, αφού ο μητροπολίτης Χαλκηδόνος Λέων επέμενε στηναποδοκιμασία της πράξεως του πατριάρχη Ευστρατίου Γαριδά(1081-1084) για την προσφορά τόσο των χρυσών και αργυρώνιερών σκευών, όσο και του ποικίλου διάκοσμου των ιερώνεικόνων. Η πράξη αυτή χαρακτηρίστηκε ως εικονομαχία μεαποτέλεσμα να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία με τονΟικουμενικό πατριάρχη37

Συνεπώς το όλο ζήτημα που δημιουργήθηκε γύρω από τιςιερές εικόνες έφερε στο φώς ένα ευρύτερο θεολογικό ζήτηματης εποχής εκείνης αναφορικά με την κατανόηση τουχριστιανικού δόγματος, οι οποίες είχαν τις ρίζες τους στηδιδασκαλία του Ιωάννη Ιταλού. Είναι ιδιαίτερα εύκολααντιληπτό ότι το περιεχόμενο του πρώτου απ’ τααναθεματισθέντα εννέα « Κεφάλαια» για τις κακοδοξίες τωνμαθητών του Ιταλού συνεζητούντο στους κύκλους αυτούςσοβαρά χριστολογικά ζητήματα38. Επομένως, στους κύκλουςτων μαθητών του Ιταλού είχαν ξαναέρθει στην επιφάνειαχριστολογικές συζητήσεις για μία νέα αξιολόγηση επί τηβάσει των φιλοσοφικών συλλογισμών των σχετικών δογματικώνΌρων των Οικουμενικών Συνόδων ή των δογματικών τους όρων.Μολοταύτα, ο Ιταλός αναίρεσε σε ειδική πραγματεία τημονοφυσιτική φράση «μία σύνθετος φύσις» στηριζόμενος στονΌρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά η πραγματεία τουαυτή απ’ τη μία δεν είχε ευδιάκριτες χριστολογικέςδογματικές θέσεις ενώ απ’ την άλλη υποδήλωνε πραγματικήύπαρξη σχετικού ζητήματος στον κύκλο των μαθητών του.

37 Φειδάς, 1998, σ. 289.38 Φειδάς, 1998, σ. 290.

18

Επιπλέον, σύμφωνα μρ τον σχολιαστή των έργων του Μάξιμουτου Ομολογητή, ο Ιταλός συνήθιζε να συζητά το ζήτημα αυτόμε τους μαθητές του, οι οποίοι ονομάζονταν ως«φυσιθεσίται» απ’ τον σχολιαστή39.

3.Η θεία ευχαριστία, η «Ομολογία πίστεως» και η καταδίκητου Ιωάννη Ιταλού

Ένας δεύτερος κύκλος θεολογικών ερίδων προέκυψε ότανσυγκεντρώθηκαν σε έναν ενιαίο κατάλογο όλες οι εναντίοντου διαδιδόμενες από τους αντιπάλους του κατηγορίες για«αιρετικές κακοδοξίες»40. Αυτός ο κατάλογος, εκτός από τιςπαλιότερες κατηγορίες που περιέχονταν στα 9 Κεφάλαια(1077), τόνιζε την καταγγελία περί εικονομαχικώνφρονημάτων, με το τεκμήριο μάλιστα ότι ο Ιωάννης είχερίξει μια πέτρα σε μια εικόνα για να αποδείξει τιςαπόψεις του. Τον Μάρτιο του 1082 ο πατριάρχηςΚωνσταντινούπολης Ευστράτιος Γαριδάς κάλεσε τον ΙωάννηΙταλό να απολογηθεί ενώπιον της συνόδου για τιςκατηγορίες που του είχαν αποδοθεί. Ο Ιωάννης υπέβαλε προςτη σύνοδο μια Ομολογία πίστεως, η οποία όμως ήταν πρόχειρηκαι θεολογικά ή φραστικά ασαφής. Με αυτό τον τρόπο, όμως,ο Ιωάννης θεωρήθηκε ότι α) δεν ακολούθησε την καθιερωμένηεκκλησιαστική πρακτική Ομολογία πίστεως, που ερμηνεύθηκεως απόπειρα μη ομολογίας πίστης στις επτά Οικουμενικέςσυνόδους, και β) υπέπεσε σε χριστολογικές και δογματικέςπλάνες, υπό την επίδραση νεοπλατωνικών ιδεών. Ολόκληρη ηδιδασκαλία του Ιωάννη, η οποία θεωρήθηκε ότι ήταν«αντιχριστιανική», καταδικάσθηκε και ο ίδιος τέθηκε σεπεριορισμό σε μοναστήρι41. Αργότερα, υποτάχθηκε στιςαποφάσεις της συνόδου και αποκήρυξε δημόσια τις«κακοδοξίες» του. Οι χριστολογικές συζητήσεις του πουδιαδραματίζονταν προβλημάτιζαν ιδιαίτερα τους λόγιουςκύκλους, οι οποίοι είχαν συνδεθεί με τη διδασκαλία τουΙταλού και εφάρμοζαν τους φιλοσοφικούς συλλογισμούς στονθεολογικό τους στοχασμό ( φυσιθεσίται, χριστολύται

39Φειδάς, 1998, σ. 291.40 Φειδάς, 1998, σ. 288.41 Στεφανίδης, 1998, σ. 424.

19

κ.λπ.)42. Αυτή η κατάσταση επηρέασε είτε άμεσα είτε έμμεσαακόμα και την ερμηνευτική της Αγίας Γραφής, στην οποίαπάντοτε ήταν ισχυρή η φιλοσοφική υποδομή της Αλεξανδρινήςκαι της Αντιοχειανής σχολής δια μέσου των ερμηνευτικώνέργων των μεγάλων Πατέρων των πρώτων αιώνων.

Το 1082, με επέμβαση του βυζαντινού αυτοκράτοραΑλεξίου Κομνηνού, συγκλήθηκε σύνοδος από τον πατριάρχηΕυστράτιο Γαριδά υπό την προεδρία του «πρωτοπροέδρουΗρακλείας Θεοφίλου» για να ανακρίνει τον Ιωάννη. Ησύνοδος, η οποία αποτελούνταν από τον πατριάρχη, τοναυτοκράτορα και μια ομάδα επισκόπων, πατριαρχικώναξιωματούχων και επίτιμων της αυλής, τον έκρινε ένοχοαρειανικών και σαβελλιανικών διατυπώσεων καθώς και γιαυφέρπουσες επιρροές από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφουςΙάμβλιχο και Πρόκλο43. Επιπροσθέτως, Σύμφωνα με την ΆνναΚομνηνή44, ο Ιωάννης καταδικάστηκε κυρίως για την θέσηπου διατηρούσε στο ζήτημα της ένωσης των δύο φύσεων τουΙησού Χριστού45. Όσον αφορά την καταδίκη του περί ψυχής, οΙωάννης κατηγορήθηκε ότι πίστευε απ’ τη μια στηνπλατωνική θεωρία περί μετεμψύχωσης και απ’ την άλλη στηναριστοτελική θεωρία περί καταστροφής των ψυχών κατά τονθάνατο. Καθόσον όμως οι δύο αυτές θέσειςαλληλοαναιρούνται είναι πιθανόν ότι οι κατήγοροί του είτεδεν κατανοούσαν τα γραπτά του, είτε ήθελαν απλά και μόνονα καταδικάσουν απόψεις που αρχικά είχαν διατυπωθεί απόπαγανιστές συγγραφείς46. Το ίδιο ισχύει και για τιςαλληλοαντικρουόμενες κατηγορίες περί ειδωλολατρικήςλατρείας εικόνων και εικονοκλαστικότητας47. Η δεύτερη δίκητου είναι εντελώς διαφορετική. Η Άννα Κομνηνή αποδίδειπολιτική διάσταση στο ζήτημα και τον κατηγορεί ότι ήτανυπεύθυνος για την εξέγερση των αμαθών και τη μεταστροφήτων μαθητών του σε επαναστάτες. Η προσαγωγή του Ιταλούέγινε ενώπιον μεικτού δικαστηρίου κοσμικών και κληρικών.Ο Αλέξιος επιτίθεται στον Ιταλό αμφισβητώντας όχι μόνοτην ειλικρίνεια του ίδιου αλλά και κάθε πιθανού συνεχιστή

42 Φειδάς, 1998, σ. 293.43Angold, 2000, σ. 52.44 Ματσούκας, 1994, σ. 32· Γεωργούλης, 2007, σ. 745· Krumbacher 1995, σ. 456.45 Ιωαννίδης, 1994, σ. 34· Τατάκης, 1977, σ. 204.46 Alexakis, σ. 172.47 Shepard, 1984, σ. 410.

20

του, γενόμενος έτσι υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, εμπλέκονταςμάλιστα και ζητήματα νομιμότητας48. Τα εναντίον τουστοιχεία περιλάμβαναν εδάφια από τα κείμενά του καθώς καιυποθετικές δηλώσεις και μαρτυρίες49. Φαίνεται πως οικατηγορίες50 περί αίρεσης που απευθύνθηκαν κατά του Ιταλούστη δίκη του 1082 ήταν ουσιαστικά αβάσιμες και ότι οίδιος ήταν πιθανώς αθώος από όλες τις εναντίον τουκατηγορίες. Ενώ σύρθηκαν σε δίκη και πέντε από τουςμαθητές του, η δίκη του δίνει την εντύπωση ότι αφορούσετον ίδιο και μόνο. Υπάρχουν λόγοι που υποδεικνύουν ότι ηδίκη του Ιταλού είχε πολιτικά κίνητρα και ότι οικατηγορίες εναντίον του ήταν ως ένα βαθμόκατασκευασμένες51.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Η απομάκρυνση του Ιταλού και του κύκλου του απότην εκκλησία και το τέλος της ζωής του.

48 Browning, 1975, σ. 3-23.49 Uspenskij, 1987, σ. 36-37.50 Clucas, 1981, σ. 409-410.51 Μango, 2010, σ. 174.

21

1. Συνοδικόν της Ορθοδοξίας: Ο επίσημος αναθεματισμός τηςδιδασκαλίας του Ιωάννη Ιταλού, Αναθέματα

Στις 13 Μαρτίου 1082, κατά τη διάρκεια της Κυριακής τηςΟρθοδοξίας, διαβάστηκαν οι προτάσεις του Συνοδικού καιαναθεματίστηκαν δημόσια από τον άμβωνα στο ναό της ΑγίαςΣοφίας όσοι τις αποδέχονταν, χωρίς να αναφέρεταιονομαστικά ο Ιωάννης ο Ιταλός52. Ο λόγος για τον οποίοαπουσίαζε το όνομα του Ιωάννη53 από την αρχική μορφή τουΣυνοδικού, θεωρείτο η μεταμέλεια του Ιωάννη. Ο ΙωάννηςΙταλός αποδέχτηκε ότι το κείμενο παρουσίαζε εν μέρει τηδιδασκαλία του, και γι’ αυτό το λόγο αναγκάστηκε ναυποβάλλει προς τη Σύνοδο ομολογία πίστης. Η ομολογία τουδιαπιστώθηκε ότι ήταν φανερά διαποτισμένη απόνεοπλατωνικά στοιχεία54. και ότι ο ίδιος είχε υποπέσει σεσυγκεκριμένες θεολογικές πλάνες υπό την επίδραση αυτώντων στοιχείων55. Η σύγχρονη μελέτη των σχετικών στοιχείωνέχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν μια κατ' επίφασηδίκη και ότι «το δικαστήριο διέστρεψε κάθε φράση από ταλόγια του Ιταλού για να παράγει το επιθυμητόαποτέλεσμα56». Φυσικό επακόλουθο ήταν αφόυ καταδικάσθηκενα του επιβάλλουν υποχρεωτικό ισόβιο εγκλεισμό σεμοναστήρι, αφού πρώτα αποδέχθηκε 11 συνολικά αναθέματα,τα οποία ενσωματώθηκαν στο Συνοδικόν της Ορθοδοξίας57.Ανάμεσα σε αυτά τα αναθέματα που μνημονεύονται από τηνεκκλησία έως σήμερα περιλαμβάνονται τα εξής: Ανάθεμα στηνεφαρμογή της διαλεκτικής για τη μελέτη της φύσης τουΧριστού, ανάθεμα στην πίστη στην αιωνιότητα της ύλης,ανάθεμα στην «υπεράσπιση των σοφών των Ελλήνων» πουκαταδικάστηκαν από συνόδους και πατέρες της εκκλησίας,ανάθεμα στην κριτική επί των θαυμάτων, ανάθεμα στηναποδοχή των ιδεών των Ελλήνων φιλοσόφων πέρα από τημελέτη για εκπαιδευτικούς λόγους, ανάθεμα στην πίστη των52 Γεωργούλης, 2007, σ. 746.53 Γεωργούλης 2007, σ. 746.54 Τατάκης, 1977, σ. 204-205.55 Φειδάς, 1998, σ. 283.56 Kaldellis, 2008, σ. 228· Clucas, 1981, σ. 55.57 Συνοδικό της Ορθοδοξίας σ. 144-150.

22

πλατωνικών ιδεών, ανάθεμα στην κριτική επί του δόγματοςτης ανάστασης του σώματος κ.ο.κ58. Τα αναθέματα πουαπαγγέλθηκαν κατά του Ιωάννη του Ιταλού δεν κατευθύνοντανμόνο εναντίον της συγκεκριμένης διδασκαλίας του αλλάπεριλάμβαναν και μια γενικότερη καταδίκη της αρχαίαςελληνικής φιλοσοφίας ως πηγής θεολογικής έμπνευσης καιιδεών59.

Ακολούθως παρατίθενται οι αναθεματισμοί πουαναγιγνώσκονται κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας:

1 ος Αναθεματισμός: Σε όσους φρονούν και λένε ότι είναιφτιαχτή κάθε φυσική δύναμη και ενέργεια της τρισυπόστατηςΘεότητας, και αναγκάζονται ως εκ τούτου να δεχτούν ότικαι η θεία ουσία είναι χωρίς άλλο φτιαχτή· γιατί ηδημιουργημένη ενέργεια, σύμφωνα με τους Αγίους, θαφανερώσει ότι είναι [εκ των υστέρων] φτιαγμένη-δημιουργημένη και η [θεία] ουσία [της τρισυπόστατηςΘεότητας]. Κι από κει και πέρα, πλέον, κινδυνεύουν ναπέσουν σε ολοκληρωτική αθεΐα, όσοι ζουν με την καθαρή κιαμόλυντη χριστιανική πίστη, και να δεχθούν την ελληνικήμυθολογία και την λατρεία των κτισμάτων – δημιουργημάτων.Σε όσους, άρα, δεν ομολογούν, σύμφωνα με τις θεόπνευστεςθεολογικές ερμηνείες των Αγίων και το ευσεβές φρόνημα τηςΕκκλησίας, ότι είναι άκτιστη κάθε φυσική δύναμη καιενέργεια της τρισυπόστατης Θεότητας, τρεις φορές ανάθεμα.

2 ος Αναθεματισμός : όσους ασπάζονται τις διδασκαλίες τωνΕλληνων και δεν τις σπουδάζουν μόνο για μόρφωση, αλλάακολουθούν και τις μάταιες θεωρίες τους και τις πιστεύουνως αληθινές, και μάλιστα ωσάν αυτές να περιέχουν τηβεβαιότητα, και παρασύρουν σ’ αυτές άλλοτε κρυφά καιάλλοτε φανερά και τις διδάσκουν χωρίς κανέναν ενδοιασμό,τρεις φορές ανάθεμα.

58 Gouillard, 1967, σ. 56-61.59 Magdalino, 2008, σ. 610.

23

3 ος Αναθεματισμός : Σε όσους μαζί με τα άλλα μυθικάπλάσματα, με δική τους πρωτοβουλία, διαστρεβλώνουν τιςδικές μας πεποιθήσεις και δέχονται ως αληθινές τιςπλατωνικές ιδέες και λέγουν ότι η ύλη, ούσα αυθύπαρκτη,μορφοποιείται από τις ίδιες ιδέες, και προφανώςαμφισβητούν το αυτεξούσιο του Δημιουργού, ο οποίος απότην ανυπαρξία έφερε στην ύπαρξη τα πάντα και ως ποιητήςέθεσε σε όλα αρχή και τέλος με τη δύναμη του εξουσιαστήκαι δεσπότη, τρεις φορές ανάθεμα.

4 ος Αναθεματισμός : Σε όσους δέχονται και διαδίδουν τιςμάταιες ελληνικές αντιλήψεις, ότι και οι ψυχές προϋπήρχανκαι ότι τα πάντα δεν προήλθαν ούτε προέκυψαν από τηνανυπαρξία, και ότι ήρθε το τέλος της κολάσεως από τηστιγμή που δημιουργήθηκε και η κτίση και το ανθρώπινοείδος, και διαδίδουν με τέτοια λόγια ότι η Βασιλεία τωνΟυρανών έχει τελείως καταλυθεί και εκλείψει, την οποίακαι ο ίδιος ο Χριστός και Θεός ως αιώνια και ακατάλυτημας δίδαξε, παρέδωσε και εμείς από την Παλαιά και ΚαινήΔιαθήκη παραλάβαμε ότι και η Κόλαση είναι ατέλειωτη και ηΒασιλεία παντοτινή, και καταστρέφουν με τέτοια λόγια καιτους εαυτούς τους και προξενούν σε άλλους αιώνιακαταδίκη, τρεις φορές ανάθεμα.

5 ος Αναθεματισμός :Σε όσους παριστάνουν τους ευσεβείς, ενώ,την ίδια στιγμή, εισάγουν τις ασεβείς δοξασίες τωνΕλλήνων στην Ορθόδοξη και Καθολική Εκκλησία για τιςανθρώπινες ψυχές και για τον ουρανό και τη γη και για ταάλλα κτίσματα με αναίδεια ή πολύ περισσότερο με ασέβεια,τρεις φορές ανάθεμα.

6 ος Αναθεματισμός : Σε όσους προτιμούν την ανόητη λεγόμενησοφία των εκτός [χριστιανισμού] φιλοσόφων και ακολουθούντους δασκάλους τους και δέχονται τις μετεμψυχώσεις των

24

ανθρώπινων ψυχών, ή ότι αυτές [οι ψυχές] χάνονται ομοίωςμε των άλογων ζώων και ξεπέφτουν στην ανυπαρξία και γιααυτό αθετούν την ανάσταση, την κρίση και την ανταπόδοσησύμφωνα με όσα βίωσαν, τρεις φορές ανάθεμα.

7 ος Αναθεματισμός :Σε όσους λένε ότι οι σοφοί των Ελλήνωνκαι πρωτοστάτες στις αιρέσεις – στους οποίους οι επτάάγιες και Καθολικές Σύνοδοι και όλοι οι Πατέρες πουέλαμψαν μέσα στην Ορθοδοξία τούς αναθεμάτισαν, ως ξένουςστην Καθολική Εκκλησία, λόγω του ψεύτικου και βρώμικουπεριεχομένου των λόγων τους – είναι πολύ καλύτεροι κι εδώκαι στην μέλλουσα κρίση από τους ευσεβείς και ορθόδοξουςανθρώπους που αμάρτησαν από ανθρώπινο πάθος ή από άγνοια,τρεις φορές ανάθεμα.

2. Οι διώξεις εις βάρος των μαθητών του μετά την καταδίκητου και οι επιδράσεις της

Ο πατριάρχης δεν καταδίκασε προσωπικά τον Ιωάννη Ιταλό.Το γεγονός αυτό δεν θεωρήθηκε ικανοποιητικό και έτσιξέσπασαν «θορυβώδεις διαδηλώσεις», με αποτέλεσμα πλέον νακατηγορήσουν ακόμα και τον πατριάρχη για έκπτωση καιπλάνη. Κάτω από αυτές τις πιέσεις και με την προτροπή τουαυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού συγκλήθηκε και πάλισύνοδος η οποία καταδίκασε και τον Ιωάννη Ιταλό αλλά καικίνησε τη διαδικασία εναντίον των οπαδών του από τονκύκλο των μαθητών του60. Έτσι, ο Ιωάννης αναγκάστηκε ναυποδείξει ποιοι από τους μαθητές του ήταν σύμφωνοι με τιςιδέες του: ο Μιχαήλ ο της Ματζούς (ο οποίος είχεδιοριστεί από τον πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλινό έξαρχος τωνδυτικών μοναστηριών), ο Μιχαήλ Δοξαπατρής, ο ΜιχαήλΤζηρός, ο Ιωάννης ο του Γαγγρών και ο Ευστράτιος (οοποίος παλιότερα είχε διατελέσει πρόξιμος της σχολής του60 Φειδάς, 1998, σ. 288.

25

αγίου Θεοδώρου του Σφωρακίου). Όπως ο δάσκαλός τους, καιαυτοί επίσης αποκήρυξαν τις θέσεις του Ιωάννη, δηλώνονταςότι είχαν επαφές μαζί του μόνο «χάριν μαθημάτων». Κατόπιντούτου δεν τους επέβαλε κάποια ποινή και τους επέτρεψε νασυνεχίσουν το διδακτικό τους έργο. Ο Ιταλός υποχρεώθηκενα παραδεχθεί την ενοχή του, καθώς στη διάρκεια της δίκηςτο εχθρικό ακροατήριο προσπάθησε ανεπιτυχώς να τονλιντσάρει61. Ο Ιωάννης δέχτηκε οχλοκρατικές επιθέσεις οιοποίες έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή του. Ένας μεγάλος όχλοςτης Κωνσταντινούπολης τον καταδίωξε και μόλις και μετάβίας διέφυγε από τα χέρια τους όταν κρύφτηκε στον όροφοτης Αγίας Σοφίας.

Η καταδίκη του Ιωάνη του Ιταλού, τα κίνητρα της οποίαςήταν περισσότερο πολιτικά παρά επιστημονικά, αναστάτωσετην ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ διανόησης και πίστης στοΒυζάντιο, επανεδραίωσε τον έλεγχο του διπόλου κράτους-εκκλησίας στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης και έθεσε όριαστις λογικές υποθέσεις. Πιστεύεται μάλιστα πως αυτό τογεγονός περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο σήμανε την αρχήτης αποδυνάμωσης της βυζαντινής κουλτούρας, που ήτανιδιαίτερα χαρακτηριστική κατά την περίοδο των Κομνηνών62.Η αφύπνιση του πνεύματος η οποία παρατηρήθηκε κατά τον11ο αιώνα τελικά καταπνίχτηκε63. Άλλωστε τα σύμβολα τωνοικουμενικών συνόδων, όπως και τα διατάγματα τωνΑυτοκρατόρων (οι βυζαντινοί) τα μεταχειρίζονταν μεσεβασμό ακόμα και με κάποια δουλοπρέπεια. Αυτάπροορίζονταν να γίνουν κατανοητά και κατά περιπτώσεις ναυπομνηματιστούν κατάλληλα. Αλλά ήσαν εκτός κριτικής και,με εξαίρεση όταν τα διατύπωναν σε σχέση με τιςθρησκευτικές πεποιθήσεις των παγανιστών, δεν μπορούσαν νααμφισβητηθούν ή να παραμεριστούν64. Στην πραγματικότητα ανκαι γενικά κατά τη Βυζαντινή περίοδο η καταπολέμηση τωνδιανόησης δεν ήταν χαρακτηριστικό της εκκλησίας, υπήρξαν

61 Brownind, 1975, σ. 14.62 Kazhdan, 1964, σ. 53-98.63 Browning, 1975, σ. 18.64 Milton, 1962, σ. 411.

26

μερικές αξιομνημόνευτες περιπτώσεις, όπως του Ιωάννη τουΙταλού, που κάτι τέτοιο συνέβη65.

3. Το τέλος της ζωής του Ιωάννη Ιταλού

Μετά από την φυσική και φιλοσοφική του εξόντωση, ηΆννα Κομνηνή ανέλαβε στην «Αλεξιάδα» της να κατεδαφίσεικαι την φιλολογική υπόσταση του Ιωάννη Ιταλού:« ........δεν ανεχόταν καθόλου να έχει δασκάλους ούτεκατά τη διαδικασία της μάθησης, και όπως ήταν γεμάτοςθράσος και βαρβαρική οίηση και νόμιζε ότι τους ξεπερνάειόλους ακόμη και πριν μάθει κάτι, ήρθε σε σύγκρουση απότην αρχή και με τον ίδιο τον Ψελλό. Έχοντας εμβαθύνει στηδιαλεκτική, δημιουργούσε καθημερινώς επεισόδια σεδημόσιες συγκεντρώσεις αραδιάζοντας σοφιστικές φλυαρίες,και προσθέτοντας κι άλλα τέτοια και γυρνώντας κατόπιν ταλόγια του πάλι σε αυτά ...; Αν τώρα κανείς επιθυμεί ναμάθει για την εμφάνισή του, το κεφάλι του ήταν μεγάλο, τομέτωπο προτεταμένο, η μύτη του ανέπνεε τον αέρα ελεύθερακαι άνετα, το γένι του ήταν στρογγυλεμένο, το στέρνοευρύ, τα μέλη του σώματος καλοφτιαγμένα, το ανάστημά τουυπολειπόταν μόνο από τους πολύ ψηλούς. Η ομιλία του ήτανόπως θα περίμενε κανείς από κάποιον που ήλθε στη χώρα μαςνέος από τους Λατίνους και σπούδασε μεν τα ελληνικά, αλλάδεν είχε τελειοποιήσει την προφορά του, και μάλιστα πότε- πότε έτρωγε τις συλλαβές. Η κακή του προφορά και ησυγκοπή των λέξεων δεν περνούσαν απαρατήρητες από τουςπερισσότερους, και οι πιο μορφωμένοι τον θεωρούσαναγροίκο. Έτσι τα συγγράμματά του ήταν μεν παντού γεμάτααπό διαλεκτικούς τόπους, ωστόσο καθόλου δεν απέφευγαν τασποραδικά λάθη ασυνταξίας και σολοικισμών».Τρομοκρατημένοι πάντως από την συνεχή απειλή της εκτροπής65 Milton, 1962, σ. 409.

27

του επιβεβλημένου σχολαστικισμού σε πραγματική Φιλοσοφία,οι θεοκράτες, άφησαν επί 5 ολόκληρες δεκαετίες κενή τηνθέση του «Υπάτου των Φιλοσόφων» και όταν τελικάαποφάσισαν για την πλήρωσή της, το έκαναν με τονγελοιωδέστερο τρόπο, διορίζοντας έναν ...; διάκονο της«Αγίας Σοφίας» με υπογραφή του αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄66.

4.Το συγγραφικό έργο του Ιταλού

Το συγγραφικό έργο του Ιταλού ήταν ιδιαίτερα πλούσιο,γόνιμο και παραγωγικό. Μέχρι τις μέρες μας δυστυχώς δενέχει σχηματιστεί πλήρης εικόνα γύρω απ’ τη διδασκαλία τουκαθώς δεν δημοσιεύτηκαν όλα τα έργα του, αν και έχειδιασωθεί ένας μικρός αριθμός από κάποια χειρόγραφάτους67. Ο έντονος αντικομφορμισμός του ακόμα και σεζητήματα δογματικής φύσης, αλλά συνάμα και η ανάμειξήτου στην οικογενειακή πολιτική του αυτοκράτορα είχε ωςαποτέλεσμα να μην επιβιώσουν τα περισσότερα από τα έργατου68. Όταν καταδικάσθηκε η διδασκαλία του Ιωάννη και τούαπαγορεύτηκε από την σύνοδο να διδάσκει, τα έργα τουπαραδόθηκαν στη φωτιά. Κατά συνέπεια, δεν είναι πλέονγνωστά ούτε τα ονόματα ούτε ο συνολικός αριθμός των έργωνπου συνέγραψε αυτός ο μεγάλος φιλόσοφος ακόμη περισσότεροδε αν αυτά που διασώζονται είναι τα συνολικά καλύτερα.Ορισμένοι τίτλοι από βιβλία του που είναι γνωστά είναι οιακόλουθοι:

1. Έκδοσις εις διάφορα ζητήματα δια το και διαφόρουςτους ταύτα προβαλλομένους

2. Έκδοσις εις το Β, Γ και Δ των Τοπικών [τουΑριστοτέλη]

3. Προς τον Βασιλέα Ανδρόνικον ερωτήσεις περίδιαλεκτικής

4. Επιτομή της διαλεκτικής

66 Ρασσιάς, 2009.67 Αναστασίου, 2005, σ.95· Γεωργούλης, 2007, σ. 744.68 Hunger, 2008, σ. 81.

28

5. Περί της των συλλογισμών ύλης και της συστάσεωναυτών

6. Περί ρητορικής7. Μέθοδος ρητορικής εκδοθείσα κατά σύνοψιν8. Περί λογικής9. Σχόλια στο αριστοτελικό Περί ερμηνείας10. Συλλογή 93 αποκρίσεων και ερωτήσεων υψηλών

προσώπων όπως του Μιχαήλ Παραπινάκη και τουΑνδρόνικου Δούκα

11. Περί πίστεως Οι θρησκευτικοφιλοσοφικές τουαντιλήψεις, έργο αποτελούμενο από 11 βιβλία69

69 Ρασσιάς, 2009.

29

Επίλογος

Εν κατακλείδι, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε πως

όταν αναφέρουμε ότι μετά τους τρεις πρώτους χριστιανικούς

αιώνες η φιλοσοφική γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων γίνεται το

ένδυμα της θεολογίας, δεν εννοούμε απλώς μία ταύτιση ή

συγκόλληση των φιλοσοφικών όρων με το θεολογικό

περιεχόμενο. Κάτι τέτοιο δεν θα είχε κανένα νόημα και

πολύ εύκολα θα ξεχνιούνταν. Στους Βυζαντινούς συγγραφείς

η φιλοσοφική γλώσσα έγινε το οργανικό και αξεδιάλυτο

στοιχείο της θεολογίας. Ο όρος ἐνέργεια π.χ. δέθηκε τόσο

οργανικά με το θεολογικό περιεχόμενο, ώστε ο ερευνητής

των βυζαντινών κειμένων δεν μπορεί να ξεχωρίσει σε ποιο

σημείο σταματά ο Αριστοτέλης και σε ποιο ξεκινά η

θεολογική αλήθεια70. Έγινε πλέον θεολογικός, γιατί οι

Βυζαντινοί δεν τον επέλεξαν μηχανικά ή τυπικά από έναν

αρχαίο φιλόσοφο και τον πρόσθεσαν στη διδασκαλία τους,

αλλά τον ενέταξαν οργανικά στη θεολογία τους, καθώς τον

70 Ματσούκας, 1994, σ. 190· Ματσούκας,1992, σ. 302-304

30

εξέλαβαν ως δραστική κίνηση της φύσεως και έκφραση της

ελεύθερης βουλήσεως του Θεού.

Επιπλέον στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε πως

η αρχαία ελληνική φιλοσοφία με τα θέματα και τη σοφία της

απαντά σε τρία ερωτήματα : α) την οντολογία (τι είναι το

ον και το μη ον), β) τη γνωσιολογία (με ποιο τρόπο

μπορούμε να γνωρίσουμε το ον) και γ) την ανθρωπολογία ή

ηθική (ποιος ο σκοπός της υπάρξεως του ανθρώπου, ποια

είναι η συμπεριφορά του κ.τ.λ.). Η Βυζαντινή θεολογία,

εκφρασμένη με τη φιλοσοφική γλώσσα, καθώς εκθέτει την

αλήθεια της εκ των πραγμάτων απαντά σε ένα ή σε δύο ή και

στα τρία από τα παραπάνω ερωτήματα της φιλοσοφίας – αυτό

γίνεται εκ των υστέρων, δευτερευόντως, αλλά πάντως

ευδιάκριτα. Συνεπώς η δογματική θεολογία των Βυζαντινών,

εκφρασμένη με τη φιλοσοφική γλώσσα, γεννάει εκ των

υστέρων μία καινούρια φιλοσοφία, γιατί στηρίζεται στην

αλήθεια της Αγίας Γραφής και όχι στην αρχαία ελληνική

φιλοσοφία. Έτσι, μετά την μετάπλαση των όρων γενητό και

ἀγένητο σε κτιστὸ και ἄκτιστο ο κόσμος δεν υπάρχει από πάντα

και το αισθητό – γενητὸ στοιχείο μορφοποιείται από το

νοητό – ἀγένητο, αλλά όλη η δημιουργία, νοητή και αισθητή,

δημιουργήθηκε εξαρχής από τον άκτιστο Τριαδικό Θεό. Έχει

αρχή, και πρέπει συνεχώς να μετέχει στις θείες ενέργειες

για να παίρνει το είναι και τη ζωή.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας αλλάζουν τα γράμμα της

Αγίας Γραφής, αλλά όχι το πνεύμα και την ουσία της.

Καθιστούν τη φιλοσοφική γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων το νέο

ένδυμα που ντύνει τη δογματική θεολογική αλήθεια και31

εκφράζει καινούρια πράγματα για το Θεό, τον άνθρωπο, τον

κόσμο και τη ζωή. Με άλλα λόγια παράγουν πολιτισμό.

32

Βιβλιογραφία

Alexakis, = Alexakis Alexander, «Was There Life beyond the Life Beyond? Byzantine Ideas on Reincarnation and Final Restoration», Dumbarton Oaks Papers, Αρ. 55, (pdf).

Angold, 2000, = Angold Michael, Church and society in Byzantium under the Comneni, 1081-1261, Cambridge University Press, Κέιμπριτζ 2000.

Browning, 1975, = Browning Robert, «Enlightenmentand Repression in Byzantium in the Eleventh and Twelfth Centuries» στο Past & Present, Αρ. 69 (Νοε.),1975.

Clucas, 1981, = Clucas Lowell, Tbe trial of John Italos and the crisis of intellectual values in Byzantium in tbe eleventh century (Munich: Institut fur Byzantinistik, Neugriechische Philologie und Byzantinische Kunstgeschichte der Universitat), εκδ. Oxford University Press, Μόναχο, 1981.

Gouillard, 1967, = Gouillard J., "Le Synodicon del' Orthodoxie", Travaux et Memoires, 1967.

Hunger, 2008, = Hunger Herbert, Βυζαντινή Λογοτεχνία. Η Λόγια Κοσμική Γραμματεία των Βυζαντινών, τόμ. Α΄, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2008.

Hunger, 1992, = Hunger Herbert, Βυζαντινή Λογοτεχνία. Η Λόγια Κοσμική Γραμματεία των Βυζαντινών, τόμ. Β΄, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992.

Kazhdan,1964, = Kazhdan Alexander, «Zagadka Komninov» [Το αίνιγμα των Κομνηνών], VizantijskijVremennik, 1964.

Kaldellis Anthony, Hellenism in Byzantium: The Transformations of Greek Identity and the Reception of the Classical Tradition, Cambridge University Press, 2008.

33

Krumbacher, 1995, = Krumbacher Karl, Ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας, τόμ. Α', Επιστημονική Εταιρία των Ελληνικών Γραμμάτων Πάπυρος, Αθήνα 1955.

Magdalino, 2008, = Magdalino Paul, Η αυτοκρατορίατου Μανουήλ Α' Κομνηνού 1143-1180, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα 2008.

Μango, 2010, = Mango Cyril, Βυζάντιο:Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2010.

Milton,1962, = Milton V. Anastos, «The History ofByzantine Science. Report on the Dumbarton Oaks Symposium of 1961», Dumbarton Oaks Papers, Τόμ. 16, 1962.

Runciman,1969, = Runciman Steven, Βυζαντινός Πολιτισμός, Γαλαξίας-Ερμείας 1969

Shepard, 1984, = Shepard Jonathan, The English Historical review, Τόμ. 99, Αρ. 391 (Απρ. 1984), σ. 410, εκδ. Oxford University Press.

Uspenskij, 1987, = Uspenskij F. I. "The proceedings of the trial of John Italus for heresy", Izvestiya Russkago Arkheologicheskago Instituta v IV Κonstantinopole, 1897.

Αναστασίου, 2005, = Αναστασίου E. Ιωάννης, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμ. Β', Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2005.

Γεωργούλης, 2007, = Γεωργούλης Δ. Κωνσταντίνος, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, Παπαδήμας, Αθήνα 2007

"Ψελλός, Μιχαήλ", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 61, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM]= Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 ( CD-ROM) = ("Ψελλός, Μιχαήλ", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 61, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM]).

34

Λίνου.Γ.,2000, = Λίνου Γ. Μπενάκη, Η Βυζαντινή Φιλοσοφία στην σύγχρονη έρευνα από το βιβλίο «Μεσαιωνική φιλοσοφία. Σύγχρονη έρευνα και προβληματισμοί», Εκδ. Παρουσία, Αθήνα, 2000.

Ματσούκας, 1994, = Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994.

Ματσούκας,1992, = Ματρούκας Α.Νίκος, Για τον Ιουλιανό το Παραβάτη, εφτά ποιήματα του Καβάφη, (άρθρο για το περιοδικό Θρακικά Χρονικά 45, 1991). δημοσιευμένο και στο Μυστήριον ἐπὶ τῶν ἱερῶς κεκοιμημένων καὶ ἄλλα μελετήματα, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992.

Ρασσιάς, 2009, = Ρασσιάς Β. Βλάσης, Ιωάννης ο Ιταλός (Ioannes Italus, 1025 – περ. 1090) Ιταλόςνεοπλατωνικός ελληνιστής φιλόσοφος του Μεσαίωνα.,2009. Διαθέσιμο από: http://www.rassias.gr/1087IOANNESITALUS.html .

Στεφανίδης, 1998, = Στεφανίδης Κ. Βασίλειος, 3η εκδ., Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998.

Τατάκης, 1977, = Τατάκης N. Βασίλειος, Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1977.

Φειδάς, 1998, = Φειδάς Ι. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία Β΄. Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, Αθήνα 1998.

Χρήστου, 1994, = Χρήστου Κ. Παναγιώτης, Ελληνική Πατρολογία, τόμ. Α΄. Εισαγωγή, 3η έκδοση., Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1994.

Συνοδικό της Ορθοδοξίας, = http://www.google.gr/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=1&sqi=2&ved=0CB0QFjAA&url=http%3A%2F%2Fapollonios.pblogs.gr%2Ffiles%2F348895-3d7027Orthodoxias-06.pdf&ei=fEqsU--

35

vO6Ge0QWq1IDQDQ&usg=AFQjCNEjoao0d6MbcGVziVataZLKgE4vRA&bvm=bv.69837884,d.bGQ

Η παρουσία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας κατά τους πρώτους Βυζαντινούς αιώνες, άρθρο που δημοσιεύθηκε στο επίσημο περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ορθοδοξία περίοδος Β΄ έτος ΙΓ΄, τεύχος Γ΄, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2006,

36