"Μνημειακή τοπογραφία της περιοχής του Αρχαγγέλου στη...

31
ΧΑΡΙΣΤΟΥΛΑ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗ Αρχαιολόγος, 4 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ΦΩΤΕΙΝΗ ΖΕΡΒΑΚΗ Αρχαιολόγος, ΚΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων MNHMEIAKH TΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ* Οι πληροφορίες μας σχετικά με την κατοίκηση στην περιοχή του Αρχαγ- γέλου κατά την αρχαιότητα βασίζονται περισσότερο σε τυχαία ευρήματα και επιφανειακές έρευνες και σε μικρότερο βαθμό σε ανασκαφικές έρευνες. Μια πρώτη, συνοπτική, καταγραφή των αρχαιολογικών θέσεων στην περιοχή έγινε κατά την περίοδο της ιταλοκρατίας από τον U. Inglieri 1 . Οι R. Ηope Simpson & J.F. Lazenby διεξήγαγαν επιφανειακή έρευνα στην περιοχή του Αρχαγγέλου κατά τη δεκαετία του 1960 2 , ενώ ο Αδ. Σάμψων, στη δεκαετία του 1980, επι- κέντρωσε την έρευνα του στις θέσεις της νεολιθικής περιόδου 3 . Η πληρέστερη ωστόσο και αναλυτικότερη καταγραφή των αρχαίων ευρημάτων έγινε από τον Ιω. Παπαχριστοδούλου, επίτιμο Έφορο Αρχαιοτήτων, στη μελέτη του για το αρχαίο ροδιακό κράτος της Ιαλυσίας, και δημοσιεύθηκε το 1989 4 . Το 2006, προκειμένου να θεσμοθετηθεί η ευρύτερη περιοχή ως αρχαι- ολογικός χώρος και να προστατευθούν τα μνημεία και ο περιβάλλων χώρος τους, παλαιά και νεώτερα στοιχεία συγκεντρώθηκαν από τις δύο συναρμό- διες Εφορείες Αρχαιοτήτων, οι θέσεις αποτυπώθηκαν και συντάχθηκαν τοπογραφικοί χάρτες. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΑ, AΠΟ ΤΗ ΝΕΟΛΙΘΙ- ΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΕΩΣ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Τα αρχαιότερες ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας στη Ρόδο προέρχο- νται από σπήλαια στην ανατολική ακτή του νησιού, στις περιοχές των Καλυ- 1 Inglieri 1936, foglio nord, 36-37, αρ. 78-85. 2 Ηope Simpson & Lazenby 1973. 3 Βλ. Σάμψων 1980, 1987, 1988. 4 Παπαχριστοδούλου 1989.

Transcript of "Μνημειακή τοπογραφία της περιοχής του Αρχαγγέλου στη...

ΧΑΡΙΣΤΟΥΛΑ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗ

Αρχαιολόγος, 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

ΦΩΤΕΙΝΗ ΖΕΡΒΑΚΗ

Αρχαιολόγος,

ΚΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων

MNHMEIAKH TΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΗ ΡΟ∆Ο*

Οι πληροφορίες µας σχετικά µε την κατοίκηση στην περιοχή του Αρχαγ-

γέλου κατά την αρχαιότητα βασίζονται περισσότερο σε τυχαία ευρήµατα και

επιφανειακές έρευνες και σε µικρότερο βαθµό σε ανασκαφικές έρευνες. Μια

πρώτη, συνοπτική, καταγραφή των αρχαιολογικών θέσεων στην περιοχή έγινε

κατά την περίοδο της ιταλοκρατίας από τον U. Inglieri1. Οι R. Ηope Simpson

& J.F. Lazenby διεξήγαγαν επιφανειακή έρευνα στην περιοχή του Αρχαγγέλου

κατά τη δεκαετία του 19602, ενώ ο Αδ. Σάµψων, στη δεκαετία του 1980, επι-

κέντρωσε την έρευνα του στις θέσεις της νεολιθικής περιόδου3. Η πληρέστερη

ωστόσο και αναλυτικότερη καταγραφή των αρχαίων ευρηµάτων έγινε από τον

Ιω. Παπαχριστοδούλου, επίτιµο Έφορο Αρχαιοτήτων, στη µελέτη του για το

αρχαίο ροδιακό κράτος της Ιαλυσίας, και δηµοσιεύθηκε το 19894.

Το 2006, προκειµένου να θεσµοθετηθεί η ευρύτερη περιοχή ως αρχαι-

ολογικός χώρος και να προστατευθούν τα µνηµεία και ο περιβάλλων χώρος

τους, παλαιά και νεώτερα στοιχεία συγκεντρώθηκαν από τις δύο συναρµό-

διες Εφορείες Αρχαιοτήτων, οι θέσεις αποτυπώθηκαν και συντάχθηκαν

τοπογραφικοί χάρτες.

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΑ, AΠΟ ΤΗ ΝΕΟΛΙΘΙ-

ΚΗ ΠΕΡΙΟ∆Ο ΕΩΣ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Τα αρχαιότερες ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας στη Ρόδο προέρχο-

νται από σπήλαια στην ανατολική ακτή του νησιού, στις περιοχές των Καλυ-

1 Inglieri 1936, foglio nord, 36-37, αρ. 78-85.

2 Ηope Simpson & Lazenby 1973.

3 Βλ. Σάµψων 1980, 1987, 1988.

4 Παπαχριστοδούλου 1989.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

115

θιών και του Αρχαγγέλου. Στο «Σπήλιο του Κούµελλου» στην περιοχή Κεραµί

βρέθηκαν σε ανασκαφική έρευνα τη δεκαετία του 1980 λείψανα εγκατάστα-

σης που χρονολογούνται από την 4ης

χιλιετίας π.Χ. και µετά και περιλαµβά-

νουν λίθινα και οστέινα εργαλεία και χειροποίητη κεραµεική5 (φωτ. 1). Ίχνη

εποχικής ή περιοδικής κατοίκησης κατά τη νεολιθική περίοδο και την αρχή

της πρώιµης εποχής του Χαλκού, έχουν εντοπιστεί και σε πολλά άλλα σηµεία

κατά µήκος της ακτογραµµής, κυρίως σε σπήλαια, αλλά και σε χαµηλά υψώ-

µατα, στα Σφουγγάρια, στη Σπηλιά του Σακελλάρη και στη Σπηλιά του Λάινα6

στην περιοχή της Λαφτήρας, αλλά και µεσόγαιες θέσεις, στον Αναγρό7 και

στην περιοχή της Σύρας8. Στην ευρύτερη περιοχή Κεραµί, εκτός από το Κού-

µελλο, ευρήµατα της περιόδου αυτής εντοπίστηκαν ακόµη στο αρχαίο λιµάνι

στη θέση Κακοσκάλι9, στις Σπηλιές του Τεµίρη και στο Φρύδι του Κεραµιού

10,

όπως επίσης και τη Σπηλιά του Καρόλου στον Προφήτη Ηλία11

.

Οι αµέσως επόµενες ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας χρονολο-

γούνται στη µυκηναϊκή περίοδο και εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή του

σηµερινού οικισµού του Αρχαγγέλου και στους γύρω λόφους. Στις θέσεις

Μαλά12

, Πετροκοπιό13

και Σεραφί14

έχουν ερευνηθεί θαλαµοειδείς τάφοι.

5 Το κυρίως σπήλαιο, το εσωτερικό του οποίου διαµορφώνεται µε σταλαγµιτι-

κά µορφώµατα σε τρεις θαλάµους, έχει ερευνηθεί στη δεκαετία του 1980. Βρέθη-

καν λείψανα εγκατάστασης και σποραδικής κατοίκησης που χρονολογούνται στην

νεολιθική περίοδο, καθώς και ενδείξεις χρήσης κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλ-

κού και την ελληνιστική περίοδο. Σε δεύτερο σπήλαιο, χαµηλώτερα στην απότοµη

πλαγιά, βρέθηκαν επίσης ίχνη νεολιθικής εγκατάστασης. βλ. Σάµψων 1988, 13-15,

figs.5-8. Σάµψων 1987, 66-78, 99, 12, σχέδ. 134. 6 Βλ. Σάµψων 1987, 100, 16 και 17, σχ. 134, 137-138.

7 Βλ. Hope Simpson–Lazenby 1973, 152, Hope Simpson–Dickinson 1979,

356, Παπαχριστοδούλου 1989, 133, 77. 8 Σχετικά µε την προϊστορική εγκατάσταση στην περιοχή της Σύρας βλ. Σάµ-

ψων 1987, 101, 18, σχ. 134. 9 Σάµψων 1987, 101, 20, σχέδ. 134, πίν. 56.

10 Σάµψων, 1987, 99, 13, πίν. 54α, σχ.134. Έχει εντοπιστεί εγκατάσταση νεολιθικών

χρόνων. Στη θέση αυτή έχουν βρεθεί λίθινοι πελέκεις και αξίνες της περιόδου αυτής. 11

Σάµψων, 1987, 101, 19, σχ. 134, πίν. 55. 12

Σχετικά µε το νεκροταφείο µυκηναϊκών τάφων στη θέση Μαλά, στα κτήµα-

τα ∆. Ψαρά και Στ. Κολλιού, βλ. Hope Simpson – Lazenby 1973, 153, Hope Simp-

son – Dickinson 1979, 356, Χαριτωνίδης 1963, 135, Παπαχριστοδούλου 1989,

133, 78. 257, σηµ. 641.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

116

Ίχνη εγκατάστασης της µυκηναϊκής περιόδου έχουν εντοπιστεί στη θέση

Λιπαρή Αγίου Νικολάου15

και στο ύψωµα Αναγρός16

, καθώς και στην πα-

ραθαλάσσια θέση Κακοσκάλι 17

.

Στους ιστορικούς χρόνους, η περιοχή του Αρχαγγέλου ταυτίζεται µε

τον αρχαίο ∆ήµο των Ποντωρέων18

. Η ονοµασία «Ποντώρεια» δηλώνει

τόπο ορεινό κοντά σε θάλασσα. Ο δήµος Ποντωρέων θεωρείται, βάσει επι-

γραφικών δεδοµένων, ότι ήταν ο πλησιέστερος προς τη Λίνδο δήµος της

Ιαλυσίας19

, περιλάµβανε δε πολλούς αυτοτελείς παράλιους και µεσόγειους

οικισµούς. Το σύνορο µεταξύ των αρχαίων δήµων Ιαλυσίας και Λινδίας

πρέπει να συµπίπτει µε το σηµερινό σύνορο µεταξύ των κοινοτήτων Αρ-

χαγγέλου και Μαλώνας, δηλ. µε τον ορεινό όγκο του Προφήτη Ηλία. Ο

δήµος Ποντορέων περιλάµβανε την περιοχή της Τσαµπίκας και ενδεχοµέ-

νως τη σηµερινή περιοχή των Κολυµπίων, ενώ συνόρευε προς βορρά µε

τον δήµο Βρυγινδαρίων της Ιαλυσίας.

Αγροτικές κοινότητες εντοπίζονται κατά την περίοδο αυτή στις µικρές

εύφορες µεσόγειες κοιλάδες, σε θέσεις όπου συχνά οργανώθηκαν στη συ-

νέχεια οι εγκαταστάσεις παλαιοχριστιανικών βασιλικών, στις Νάπες20

(γύ-

13

Βλ. Παπαχριστοδούλου 1989, 133, 78, Χαριτωνίδης 1963, 13 κ.ε., σχέδ. 1,

Hope Simpson-Lazenby BSA 73, Σάµψων 1980, 560. 14

Στο κτήµα Αργυρού στη θέση Σεραφί ερευνήθηκε το 1993 συστάδα λαξευτών

θαλαµοειδών τάφων, που βρέθηκαν συληµένοι. Πρόκειται για στρογγυλό θάλαµο µε

δρόµο και λαξευτό θρανίο στις τρεις πλευρές, και ένα δεύτερο, οκτώσχηµο, θάλαµο, µε

τέσσερεις λαξευµένες επιµήκεις κόγχες. Βλ. Καράντζαλη 1993, 539-540, σχέδ. 9-10. 15

Βλ. Παπαχριστοδούλου 1989, 133, 78, 257 σηµ. 643. 16

Στην κορυφή του υψώµατος εντοπίστηκαν λείψανα προϊστορικού οικισµού

της ύστερης νεολιθικής-πρώιµης εποχής του Χαλκού και ίχνη της µυκηναϊκής πε-

ριόδου. 17

Βλ. σηµ. 7. 18

Hiller von Gaertringen 1953, 47, λήµµα Ποντώρεια. Παπαχριστοδούλου

1989, 131 κ.ε. 19

Στον Κατάλογο των ιερέων του Ερεθιµίου Απόλλωνος (IG 730), ο δήµος

Ποντωρέων εκπροσωπείται από έξι ιερείς, η επιγραφή ΑΜ 1917, 182-183,

(Lindiaka VIII 6, 9-10) και η επιγραφή της Λίνδου IG 786, όπου αναφέρεται και

το τοπωνύµιο Ποντώρεια. Ονόµατα µε το δηµοτικό Ποντωρεύς και Ποντωρεΐς ή

Ποντωρηΐς είναι γνωστά κι από επιγραφές που βρέθηκαν σε άλλους αρχαίους δή-

µους. Βλ. σχετικά Παπαχριστοδούλου 1989, ό.π. 20

Inglieri 1936, foglio nord 37, αρ. 80

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

117

ρω από την εκκλησία του Αγίου Βασιλείου), στον Πανάθυρα21

, και στην

Κυρά Ναπενή, όπου εντοπίζονται εκτεταµένα λείψανα αρχαίου οικισµού

και νεκρόπολη ελληνιστικών και ρωµαϊκών χρόνων. Από την περιοχή αυτή

προέρχεται αγαλµάτιο Αφροδίτης στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ρόδου

µε αρ. καταγραφής Γ 14422

(φωτ 2).

Στην περιοχή Γεµαχί αρχαίες τοιχοδοµίες και πυκνή κεραµική γύρω

από την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας µαρτυρούν την ύπαρξη οικισµού των

ύστερων ρωµαϊκών χρόνων, ενώ ενεπίγραφο µέλος της ίδιας περιόδου βρί-

σκεται εντοιχισµένο στην κόγχη του ιερού της εκκλησίας23

. Στην απέναντι

πλαγιά είναι ορατά τα λείψανα εκτεταµένης αρχαίας νεκρόπολης µε λαξευ-

τούς θαλαµοειδείς και λακκοειδείς τάφους, συληµένους ήδη κατά την

τουρκοκρατία24

(φωτ. 3).

Η περιοχή της Τσαµπίκας θεωρείται ότι οφείλει την ονοµασία στη σαµβύ-

κη, όνοµα πλοίου25

. Κατά την αρχαιότητα η περιοχή ονοµαζόταν Φαγαί, και το

όνοµα διασώζεται σήµερα στο τοπωνύµιο «του Φαγιού» (φωτ. 4). Στη θέση

Στάσσουσα, στους βορειοδυτικούς πρόποδες του βουνού της Τσαµπίκας, βρέ-

θηκε το 1906 µικρή ενεπίγραφη στήλη, σήµερα στο Εθνικό Μουσείο της Κο-

πεγχάγης, που αναφέρει την ύπαρξη στην περιοχή ιερού της Αρτέµιδος ες Φα-

γάς και χρονολογείται στο 200 π.Χ. (φωτ. 5). Κατατάσσεται στη σειρά των

ροδιακών λατρευτικών ηµερολογίων, που περιέχουν κανονισµούς θυσιών:

ΠΟΝΤΩΡΕΩΝ / ΑΡΤΑΜΙΤΙΟΥ / [E]ΙΚΑ∆Ι ΑΡΤΕΜΕΙ / ΕΣ ΦΑΓΑΣ / ΑΙΓΑ /

ΚΑΙΤΑ ΕΦΙΕΡΟΣ / ΘΥΕΙ ΙΕΡΕΙΑ. Η επιγραφή καταδεικνύει ότι η περιοχή της

Τσαµπίκας ανήκε πράγµατι στο δήµο Ποντωρέων.26

Το ίδιο το ιερό της Αρτέµιδος ες Φαγάς είναι πιθανό να βρισκόταν στη

θέση εύρεσης της επιγραφής, ή στην κορυφή του βουνού, όπου κατά παρά-

21

Το 1978 εντοπίστηκαν στα κτήµατα των Μ. Κλαδογένη-Χατζηστέργου και

Α. Κολιάδη δύο κτιστοί κιβωτιόσχηµοι τάφοι, βλ. Παπαχριστοδούλου 1989, 133. 22

Παπαχριστοδούλου 1989, 134, αρ. 82. 23

Πρόκειται µάλλον για οστεοθήκη ή κάποιο επιτύµβιο µνηµείο, όπως δηλώνει η

επιγραφή ∆ΟΡΚΑΣ / ΕΦΕΣΙΑ, βλ. Παπαχριστοδούλου 1983, 205, Ν9, πίν. 37β. 24

Inglieri 1936, foglio nord 37, αρ. 78, Παπαχριστοδούλου 1989, 144, 92. 25

Παπαχριστοδούλου 1996, 140-141, Ross, IV 75 26

LINDOS II, 680. Segre 1951. 150. Παπαχριστοδούλου 1989, 196-197,

πίν. 36 β.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

118

δοση ανεβαίνουν ακόµη και σήµερα για να προσκυνήσουν στο µικρό εκ-

κλησάκι της Παναγίας οι γυναίκες που δεν µπορούν να αποκτήσουν παιδί

- πιθανώς λοιπόν η λατρεία της Αρτέµιδος ες Φαγάς να συνδέεται µε αυτήν

της Αρτέµιδος Ειλειθυίας, που σχετίζεται µε τη γονιµότητα, την κυοφορία

και τον τοκετό27

.

Η περιοχή Στάσσουσα-Στενή ήταν γνωστή από το παρελθόν ως µία α-

κόµη θέση αγροτικών εγκαταστάσεων της ελληνιστικής περιόδου µε λεί-

ψανα τοίχων, αντίβαρα ελαιοπιεστηρίου, µεγάλη πυκνότητα κεραµεικής

και µικρά επιτύµβια µνηµεία28

. Εξαιρετικά σηµαντικό πρόσφατο εύρηµα

αποτελεί κτιστός αποθέτης κεραµικής της ελληνιστικής περιόδου, όπου

βρέθηκε και τµήµα πήλινης ανδρικής κεφαλής, σε φυσικό µέγεθος, εξαιρε-

τικό δείγµα της ροδιακής πλαστικής της περιόδου29

.

Στην περιοχή Κολύµπια, βόρεια του υψώµατος της Τσαµπίκα, η οποία

ενδεχοµένως ανήκε και αυτή στον αρχαίο δήµο των Ποντωρέων30

, έχει ε-

ντοπιστεί κεραµεική και λίθινα εργαλεία της Νεολιθικής περιόδου σε διά-

φορες θέσεις κατά µήκος της κοίτης του Λουτάνη31

, καθώς και τέφρα από

την έκρηξη της Σαντορίνης και κεραµεική της µυκηναϊκής περιόδου32

.

Νεκροταφείο ελληνιστικής περιόδου εντοπίστηκε στις βορειοδυτικές υπώ-

ρειες του λόφου της Τσαµπίκας, ενώ µικρά επιτύµβια µνηµεία βρέθηκαν

και στην παραλιακή περιοχή χαµηλότερα33

. Την ύπαρξη οικισµού στην

παραλιακή περιοχή στα ελληνιστικά χρόνια φανερώνει η πυκνότητα κερα-

µεικής, ιδιαίτερα νοτιοανατολικά της µικρής χερσονήσου. Πρόσφατα ερευ-

νήθηκε εγκατάσταση της υστερορρωµαϊκής περιόδου34

.

27

Παπαχριστοδούλου 1989, 142, σηµ. 664. Morelli 1959, 31, Άρτεµις ες Φα-

γάς και 114 σηµ. 4, Ζευς Ορλύγιος. 28

Παπαχριστοδούλου 1989, 142. 29

Βλ. Μ. Χαλκίτη, Α∆ 2008-2009, Χρονικά, υπό δηµοσίευση. Το πολύ σηµα-

ντικό αυτό εύρηµα πρόκειται να δηµοσιευθεί από την ανασκαφέα. 30

Παπαχριστοδούλου 1989, 132, σηµ. 638 31

Σάµψων 1987, 98.

27. Hope Simpson – Lazenby 1973, 154. 33

Παπαχριστοδούλου 1989, 144. 34

Ε. Κανίνια, Κολύµπια, ανασκαφή οικ. Ι. Πλατή, Α∆ 2008-2009, υπό δηµο-

σίευση

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

119

Σηµαντικό επίσης πρόσφατο εύρηµα αποτελεί ο εντοπισµός στην πα-

ραλία της Τσαµπίκας σειράς κλιβάνων κεραµεικής που χρονολογούνται

στην ύστερη ελληνιστική-ρωµαϊκή περίοδο καθώς και ίχνη εκτεταµένης

εγκατάστασης των υστερορωµαϊκών-παλαιοχριστιανικών χρόνων, που πε-

ριλαµβάνουν ορατές τοιχοδοµίες, σωζόµενες σε σχετικά µεγάλο ύψος µέσα

στις αµµοθίνες, και µεγάλη πυκνότητα κεραµεικής (φωτ. 6).

Στη θέση του οικισµού του Αρχαγγέλου, υπήρχε οικισµός που παρου-

σιάζει συνέχεια από τους αρχαϊκούς έως τους ελληνιστικούς χρόνους. Τάφοι

των αρχαϊκών και πρώιµων κλασικών χρόνων, που περιλαµβάνουν καύσεις

και εγχυτρισµούς, έχουν εντοπιστεί στη συνοικία των Ταξιαρχών35

. Στη θέση

Σεραφί είχαν εντοπιστεί ήδη από την περίοδο της Ιταλοκρατίας τάφοι των

κλασικών και ελληνιστικών χρόνων36

(φωτ. 7). Το 1997 ερευνήθηκαν δύο

κτιστοί κιβωτιόσχηµοι τάφοι της πρώιµης ελληνιστικής περιόδου37

.

Αγροτικοί οικισµοί εντοπίζονται στις θέσεις Χάρακας38

και Σύρα. Στην

περιοχή της Σύρας υπάρχουν εκτεταµένα λείψανα αρχαίου οικισµού, νε-

κροταφείου και πιθανώς ιερού, που χρονολογείται από τους αρχαϊκούς έως

τους ελληνιστικούς χρόνους39

.

Στον αρχαίο οικισµό της Σύρας ανήκουν πιθανώς τα συγκροτήµατα

λαξευτών θαλαµοειδών τάφων στη θέση Φελλαδούνια. Σηµαντικότερο

είναι το αρχαίο ταφικό συγκρότηµα, όπου βρέθηκε ενεπίγραφη στήλη, τώ-

ρα στο Μουσείο της Ρόδου (Ε 1438) (φωτ. 9). Χρονολογείται στο πρώτο

µισό του 1ου

αι. π.Χ. Ανήκει στη σειρά των κειµένων που αναφέρονται στα

ροδιακά κοινά ή συλλόγους και περιλαµβάνει ονόµατα µελών που συνει-

σέφεραν για την επισκευή ή τη διακόσµηση του νεκροταφείου, καθώς και

35

Τ. Μαρκέτου 1993, 540-542. 36

Inglieri 1936, foglio nord 37, αρ. 82, Παπαχριστοδούλου 1989, 133, 80 37

Μπαϊράµη, Α∆ 52 (1997), Χρονικά, 1106. 38

Ερευνήθηκε το 1998 συστάδα λαξευτών θαλαµοειδών τάφων της ύστερης

κλασικής-πρώιµης ελληνιστικής περιόδου, ένας από τους οποίους είχε επαναχρη-

σιµοποιηθεί για ανακοµιδές κατά τους ύστερους ρωµαϊκούς - παλαιοχριστιανικούς

χρόνους. Στην περιοχή υπάρχουν επίσης ορατές αρχαίες τοιχοδοµίες. 39

Στις ανασκαφές που διεξήχθησαν στην περιοχή γύρω στο 1915, από τα ιτα-

λικά στρατεύµατα, βρέθηκε ενεπίγραφη τετράπλευρη βάση κυλινδρικού βωµού

από λάρτιο,: ΑΥΤΟΚΡΑΤΗ /∆ΑΜΟΣΘΕΝΕΥΣ/ΠΟΝΤΩΡΕΙΣ (αρ. καραγρ. E15).

Παπαχριστοδούλου 1989, 134, 195, 6, πίν. 35γ.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

120

τα ποσά της εισφοράς. Το ταφικό συγκρότηµα θα πρέπει να ανήκε σε κά-

ποιο κοινό του δήµου Ποντωρέων40

.

H κοιλάδα του Πετρώνα, στο δρόµο που συνδέει τον οικισµό του Αρ-

χαγγέλου µε την παραλία Στεγνά (το ένα από τα δύο αγκυροβόλια της πε-

ριοχής κατά την αρχαιότητα), παρουσιάζει σηµαντικό αρχαιολογικό και

ιστορικό ενδιαφέρον από τα ελληνιστικά χρόνια έως και τις µέρες µας. Στη

θέση Μάκρωνας βρέθηκε τµήµα κιονίσκου που φέρει αναθηµατική επι-

γραφή: ΣΙΜ[----] / ∆ΙΙ / ΑΤΑΒΥΡΙΩΙ (Μουσείο Ρόδου, αρ. καταγρ. Ε 1243,

φωτ. 10). Η επιγραφή χρονολογείται στον 2ο αι. π.Χ. και αποτελεί ένδειξη

ότι στη θέση υπήρχε ιερό αφιερωµένο στον Αταβύριο ∆ία. Αποτελεί την

πρώτη µαρτυρία για λατρεία του Αταβυρίου ∆ιός στην Ιαλυσία 41

.

Στον κόλπο των Στεγνών42

και στο Κεραµί έχουν αποκαλυφθεί ίχνη αρ-

χαίων εργαστηριακών εγκαταστάσεων και παράλιων οικισµών, µε τους

οποίους σχετίζονται συστάδες τάφων στους πρόποδες των γύρω υψωµά-

των43

(φωτ. 11α). Στις δύο αυτές περιοχές, Στεγνά και Κεραµί, εντοπίζονται

και δύο από τα σηµαντικότερα αρχαία λατοµεία πωρόλιθου, από τα οποία

η πέτρα φορτωνόταν απευθείας σε σκάφη και µεταφερόταν δια θαλάσσης

στον τόπο προορισµού. Ειδικότερα στη θέση Κουφά στο Κεραµί οι λατο-

µευτικές σήραγγες καταλήγουν απευθείας στη θάλασσα (φωτ. 12). Εκτετα-

µένα ίχνη αρχαίου λατοµείου, που στη συνέχεια διαµορφώθηκε ως νεκρο-

ταφείο σώζονται στου Σαρικά τη Μάντρα 44

(φωτ 11β).

Στον όρµο Σφουγγάρια, όπου υπήρχε κατά την αρχαιότητα ένα ακόµη

παράκτιο λατοµείο πωρόλιθου. Αγαλµάτιο που παριστάνει γυναικεία µορ-

40

Παπαχριστοδούλου 1989, 134, 198-200, πίν. 38. 41

Παπαχριστοδούλου 1989, 141, 90, 197-198, πίν. 37 α. 42

Παπαχριστοδούλου 1989, 140-141. Έχουν αποκαλυφθεί ίχνη αρχαίου παράλιου

οικισµού, και αρχαίοι τάφοι στις παρυφές των υψωµάτων Συγκεκριµένα, έχουν ερευ-

νηθεί στο κτήµα Ιακ. Τσακίρη τα λείψανα αρχαίου δηµόσιου οικοδοµήµατος, ενώ στο

κτήµα Παναγ. Νικ. Ψαρά αποκαλύφθηκαν επίσης λείψανα του οικισµού. 43

Στην περιοχή Κεραµί µεµονωµένοι τάφοι ή συγκροτήµατα τάφων της ελλη-

νιστικής και ρωµαϊκής περιόδου σηµειώνονται ήδη από τον Guérin 1880, 209-212.

Βλ. επίσης Σάµψων 1980, 560. 44

Ορθογώνιοι λαξευτοί τάφοι υπάρχουν νότια από τον χώρο του λατοµείου, ενώ

ανατολικότερα έχει εντοπιστεί ταφικό συγκρότηµα συγκρότηµα µε λαξευτούς θαλαµο-

ειδείς τάφους, βλ. Σάµψων 1980, 560. Παπαχριστοδούλου 1989, 137, 85, 138, εικ. 16.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

121

φή καθισµένη σε βράχο, πιθανώς Αφροδίτη ή νύµφη, και χρονολογείται

στα µέσα του 2ου

αι. π.Χ., ίσως προέρχεται από κάποιο σπηλαιώδες νυµ-

φαίο στην περιοχή (Μουσείο Ρόδου, αρ. καταγρ. Γ 1272, φωτ. 13).

Εκτός από τους οικισµούς και τις λιµενικές εγκαταστάσεις έχουν εντο-

πιστεί στην περιοχή µεµονωµένες αγροτικές εγκαταστάσεις. Στη θέση Α-

µπακού, στο πέρασµα από την µεσόγεια περιοχή της Σύρας προς το Κερα-

µί, κοντά στον Άγιο Αββακούµ, σώζονται ίχνη οχυρωµένης αγροτικής εγκα-

τάστασης, που αποτελείται από εξωτερικό περίβολο πολυγωνικής λιθοδο-

µίας και ορθογώνιο πύργο45

(φωτ. 14).

Ερείπια µικρών οχυρών, πύργων µε χρήση φρυκτωρίου σώζονται κατά

µήκος της ακτογραµµής, στις θέσεις Λαφτήρα46

και Κούµελλο47

. Πύργοι

εντοπίζονται στα σηµεία ελέγχου διόδων και δρόµων, όπως ο πρόσφατα

εντοπισµένος ελληνιστικός πύργος στο Τσινίκι (φωτ. 15), στο στενό που

οδηγεί από την παραλία της Τσαµπίκας προς την πεδιάδα στο εσωτερικό,

σε οπτική επαφή µε τον Πύργο της Βασίλισσας, ερείπια του οποίου διατη-

ρούνται στην κορυφή βραχώδους εξάρµατος στο Γεµαχί (φωτ. 16). Το αρ-

χαίο οχυρό στο Ερηµόκαστρο 48

έλεγχε το πέρασµα προς την κοιλάδα του

Ναίθωνα, αλλά κυρίως τον αρχαίο δρόµο προς Λίνδο. Πιθανώς εδώ ήταν

τα όρια Ιαλυσίας και Λινδίας πριν ακόµη τον συνοικισµό49

.

Σύµφωνα µε τα παραπάνω µέχρι τώρα δεδοµένα, κατά τους ιστορικούς

χρόνους και µέχρι την ύστερη αρχαιότητα, η περιοχή του Αρχαγγέλου χαρα-

κτηρίζεται από την κατοίκηση σε µικρές και µεγαλύτερες κοινότητες, κατ’

45 Εκτεταµένα ερείπια αρχαίας αγροτικής εγκατάστασης, που αποτελείται

από ορθογώνιο εξωτερικό περίβολο, µέσα στον οποίο βρίσκεται ένα µικρότερο

ορθογώνιο κτίσµα. ∆ιατηρείται καλά ο νότιος τοίχος του εξωτερικού περιβόλου,

πολυγωνικής λιθοδοµίας και µήκους 54,70 µ., ενώ στη νοτιοδυτική γωνία του ε-

σωτερικού κτίσµατος διακρίνεται περιταίνιο και έξεργο. Πρόκειται πιθανώς για

µικρό οχυρό ή οχυρωµένη αγροτική εγκατάσταση. Inglieri, foglio nord 37, αρ. 85,

Παπαχριστοδούλου 1989, 135, 84, εικ.15. 46

Παπαχριστοδούλου 1989, 141, 88. Σάµψων 1987, 100, 15, σχέδ. 134, 136.

Σώζονται τα λείψανα αρχαίου µικρού οχυρού ή φρυκτωρίας, καθώς και εκτεταµέ-

να στρώµατα νεολιθικής κατοίκησης σε πλάτωµα στην κορυφή υψώµατος 47

Σάµψων 1980, 558. Παπαχριστοδούλου 1989, 141, 89. 48

Inglieri, foglio nord 37, αρ. 81. 49

Παπαχριστοδούλου 1989, 133, 81.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

122

εξοχήν αγροτικές, ενταγµένες ως δήµος Ποντωρέων στο διοικητικό σύστηµα

του ροδιακού κράτους. Κάποιοι από τους µικρούς αυτούς οικισµούς χρονο-

λογούνται στους ελληνιστικούς και ρωµαϊκούς χρόνους, ορισµένοι όµως

(Σεραφί, Σύρα) παρουσιάζουν αξιοσηµείωτη συνέχεια από την αρχαϊκή µέχρι

την ύστερη ρωµαϊκή περίοδο. Η οικονοµία είναι κατ’ εξοχήν αγροτική, ενδε-

χοµένως δε βασιζόταν περισσότερο στην παραγωγή λαδιού, κρίνοντας από

το γεγονός ότι, ενώ έχουν εντοπιστεί σε πολλά σηµεία αντίβαρα και τροχοί

ελαιοπιεστηρίων, δεν είναι γνωστοί αρχαίοι ληνοί από την περιοχή. Παράλ-

ληλα υπήρχε έντονη δραστηριότητα λατόµευσης και εξαγωγής πωρόλιθου,

καθώς κάποια από τα λατοµεία εξυπηρετούσαν τοπικές ανάγκες σε πωρόλι-

θο (π.χ. στο Πετροκοπιό, ενώ άλλα, παραθαλάσσια, προορίζονταν για την

κάλυψη των αναγκών άλλων περιοχών, έπειτα από µεταφορά του λίθου µέ-

σω θαλάσσης. Μαρτυρείται τέλος κατασκευή κεραµεικής σε µεγάλη κλίµα-

κα, σε παραθαλάσσια εργαστήρια (κλίβανοι στην παραλία Τσαµπίκας, εργα-

στηριακά κτίρια στη Λαφτήρα, κλπ.) και κυρίως δίπλα σε λιµενικές εγκατα-

στάσεις (Στεγνά, λιµάνι Παπακωνσταντή, Κακοσκάλι).

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΓΙΑ

ΤΟΝ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΜΕ-

ΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ∆Ο

Κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους οι πληροφορίες µας για τον

Αρχάγγελο βασίζονται κυρίως σε αρχαιολογικά κατάλοιπα. Τα οικοδοµικά

και αρχιτεκτονικά λείψανα βασιλικής (φωτ.), η άφθονη επιφανειακή κερα-

µική και το αντίβαρο ελαιοπιεστηρίου σε όµορο ακίνητο, στην Κυρά Ναπε-

νή, θέση κατεξοχήν αγροτική, καθώς και οι κεραµοσκεπείς «καλυβίτες»

τάφοι που ανασκάφηκαν στα Βλετρούδια, νοτιοδυτικά του Αρχαγγέλου50

,

υποδεικνύουν την κατοίκηση της γύρω από τον σηµερινό οικισµό περιο-

χής. Επιφανειακά οικοδοµικά λείψανα, τυχαία ευρήµατα, κεραµική κυρίως,

και νοµίσµατα έχουν εντοπιστεί επίσης στις παράκτιες θέσεις Τσινίκι (ση-

µερινή παραλία Τσαµπίκας), Κεραµί και Στεγνά. Από τα µέσα του 7ου έως

50

Στη θέση Βλετρούδια έχουν εντοπιστεί οικοδοµικά λείψανα και κεραµική

παλαιοχριστιανικής περιόδου. Στα 1988 κατά τις εργασίες διάνοιξης σκάµµατος

για τη διέλευση αγωγού ύδρευσης εντοπίστηκαν και ερευνήθηκαν τρεις κεραµο-

σκεπείς καλυβίτες τάφοι. Βλ. Βολανάκης 1988, 661-662.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

123

τα µέσα του 9ου αιώνα φαίνεται ότι οι πειρατικές επιδροµές που λυµαίνο-

νταν τα νησιά του Αιγαίου οδήγησαν τους κατοίκους των παράλιων οικι-

σµών σε θέσεις πιο ασφαλείς και αθέατες από την πλευρά της θάλασσας.

Πιθανότατα σε αυτήν την περίοδο, αν και δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία,

θα µπορούσε να αναχθεί η ίδρυση του σηµερινού οικισµού, τη φυσική

προστασία του οποίου εξασφάλιζαν οι ορεινοί όγκοι του Καράβου, Προ-

φήτη Ηλία, της Κλίµακας και Κεφαλωτής51

.

Οι πληροφορίες µας για τον Αρχάγγελο πληθαίνουν µετά την κατάλη-

ψη του νησιού από το Τάγµα των Ιωαννιτών Ιπποτών (1309). Προέρχονται

κυρίως από τους ναούς και τα οχυρωµατικά έργα, τα οποία διατηρούνται

στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και από τα έγγραφα του Αρχείου του Τάγ-

µατος. Για πρώτη φορά το casale του Αρχαγγέλου απαντάται σε έγγραφο

του 1347, όταν ο Μιχαήλ Κουλίκης πρώτος στο χωριό Αρχάγγελος, και ο

γαµπρός του Γεώργιος Φίλιππος παίρνουν στην κατοχή τους από το Τάγµα

των Ιωαννιτών Ιπποτών, σε συνεχή εµφύτευση µε ετήσιο ενοίκιο 100 ά-

σπρα, µια θέση που ονοµάζεται Άγιος Θεόδωρος, η οποία πιθανότατα ταυ-

τίζεται µε τη σηµερινή περιοχή, Άι Θιώρος, νοτιοδυτικά του Αρχαγγέλου52

.

Το 1372, σύµφωνα µε την κτητορική επιγραφή, ανεγείρεται και διακοσµεί-

ται ο ναός των Αγίων Θεοδώρων µε έξοδα των Κωνσταντίνου Μαύδη και

Ειρήνης της Ατούµισσας, υπέρ της των ψυχών αυτών και των τέκνων τους

σωτηρίας53

(φωτ.). Από τις επιγραφικές µαρτυρίες και τον τρόπο απεικόνι-

σής τους, συνάγεται ότι οι κτήτορες πρέπει να ανήκαν σε επώνυµη τάξη

της τοπικής τουλάχιστον κοινωνίας, ενώ άγνωστο παραµένει αν ήταν Ρό-

διοι στην καταγωγή ή είχαν καταφύγει στη Ρόδο από τουρκοκρατούµενη

ίσως ελληνική περιοχή. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα του ναού, όπως το

αυστηρά δοµηµένο και πλήρες εικονογραφικό του πρόγραµµα (κανονικό

∆ωδεκάορτο στην καµάρα, στηθαία αγίων µέσα σε µετάλλια στη γένεση

51

Έτσι αποκαλούν οι κάτοικοι του οικισµού τον λόφο, όπου υψώνεται το µε-

σαιωνικό κάστρο. 52

K. Hattersley-Smith, Documentary and archaeological evidence for Greek

settlement in the countryside of Rhodes in the fourteenth and early fifteenth centu-

ries, The Military Orders. Fighting for the faith and caring for the sick, επιµ. M.

Barber, Hampshire 1994, 82-88, κυρίως 84-85. 53

Αρχοντόπουλος 2010, 58, σηµ. 29

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

124

της καµάρας και ολόσωµοι άγιοι στην κάτω ζώνη), η ποιότητα των τοιχο-

γραφιών, η ακριβής χρονολόγησή του, η διπλή αναφορά των ονοµάτων των

κτητόρων, καθώς και το µεγάλο µέγεθός του συγκριτικά µε άλλους ναούς

αυτής της εποχής, τον κατατάσσουν στους πιο σηµαντικούς στα ∆ωδεκά-

νησα, ελλείψει µάλιστα ασφαλώς χρονολογηµένων µνηµείων της περιόδου

της Ιπποτοκρατίας.

Εκτός από τους Αγίους Θεοδώρους αξίζει να αναφέρουµε τον Άγιο

Ιωάννη τον Πρόδροµο, που βρίσκεται εντός του οικισµού και διατηρεί δύο

ζωγραφικά στρώµατα, χρονολογηµένα µε επιγραφή, το πρώτο στα 1428

και το δεύτερο στα 172354

. Στον 15ο αιώνα ανάγεται ο τοιχογραφικός διά-

κοσµος του Αγίου Γεωργίου του Πετρωνιάτη στον Πετρώνα, όπου η προ-

σωνυµία της Παναγίας στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας ως Πετρωνιάτισσας,

επιβεβαιώνει τη χρήση της ονοµασίας της περιοχής από τον 15ο αιώνα55

(φωτ.). Στους ίδιους χρόνους, τουλάχιστον, θα πρέπει να ανάγεται η λει-

τουργία των κεραµικών εργαστηρίων γύρω από τον Πετρωνιάτη (φωτ.),

καθώς και η αξιοποίηση των άφθονων νερών µε την ανέγερση νερόµυλων.

Στον Αρχάγγελο εντοπίζονται κι άλλοι ναοί που ανάγονται στην περίοδο

της Ιπποτοκρατίας, και διατηρούν τµήµατα ή σπαράγµατα από τον τοιχο-

γραφικό τους διάκοσµο: ο Άγιος Ονούφριος ο «Παλιός», ο Άγιος Νικόλαος

στο Νησί (φωτ.), απέναντι από το επίνειο Στεγνά του Αρχαγγέλου, ο Προφή-

της Ηλίας (φωτ.), η αρχική εκκλησία του Άγιου Νικολάου ή Ζωοδόχου Πη-

γής ή Παναγίας της Ελεούσας πίσω από το σηµερινό Γυµνάσιο Αρχαγγέλου,

η Παναγιά η «Κυρά», η Παναγία η Πλατανιώτισσα στον Αίθωνα, ο Άγιος

Γεώργιος ο Καστρενός, και πιθανότατα ο Αρχάγγελος Γαβριήλ «Πατητηριώ-

της» εντός του οικισµού, η µικρή εκκλησία που αντικατέστησε την παλαιο-

χριστιανική βασιλική στην Κυρά Ναπενή, ο Άγιος Βασίλειος στις Νάπες, η

Αγία Μαύρη στον Πετρώνα και ο Άγιος Νικόλαος στις Πλάκες.

Η αύξηση του πληθυσµού του Αρχαγγέλου αλλά και οι αλλεπάλληλες

πειρατικές επιδροµές, φαίνεται ότι οδήγησαν τον µεγάλο µάγιστρο Jacques

de Milly (1454-1461) στην οικοδόµηση του κάστρου ανατολικά του οικι-

σµού (φωτ.), για την καταφυγή των κατοίκων του, οι οποίοι µέχρι τότε έ-

54

Μπίθα 2000, 435 κ.ε. 55

Αδηµοσίευτο µνηµείο.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

125

βρισκαν καταφύγιο, σε περίπτωση τουρκικής επιδροµής, στο κάστρο του

Φαρακλού56

. ∆ύο φορές τουλάχιστον µέσα σε πενήντα χρόνια ο Αρχάγγε-

λος έγινε στόχος τουρκικών επιδροµών, το 1457, τέσσερα χρόνια µετά την

άλωση της Κωνσταντινούπολης, και το 1503 µε ανθρώπινες απώλειες και

καταστροφικές συνέπειες στη γεωργική παραγωγή και στον ίδιο τον οικι-

σµό57

. Από την τελευταία επιδροµή φαίνεται πως καταστράφηκε και ο πύρ-

γος-µονή του Αγίου Νικολάου στο Νησί, ενώ το κάστρο φαίνεται ότι δεν

επαρκούσε για την προστασία των κατοίκων του οικισµού. Προκειµένου

να αντιµετωπίσει την τουρκική απειλής, ο µεγάλος µάγιστρος Pedro Rai-

mondo Zacosta (1461-1467) προχώρησε στην ανοικοδόµηση και επισκευή

του φρουρίου. Το οικόσηµό του, µαζί µε εκείνο του µεγάλου µαγίστρου

Giovanni Batista Orsini (1467-1476) και του Τάγµατός του, βρίσκονται

σήµερα εντοιχισµένα στη δυτική πλευρά του µεσαιωνικού φρουρίου58

.

Το όνοµα του χωριού απαντάται στα διατάγµατα των µεγάλων µαγί-

στρων Orsini (1475) και Pierre d’ Aubusson (1479), που όριζαν σε ποιά

φρούρια θα έπρεπε να οχυρωθούν οι κάτοικοι των χωριών σε περίπτωση

τουρκικής επιδροµής59

. Σε ιπποτικά έγγραφα του 15ου αιώνα ανάµεσα στις

εκκλησίες που καταγράφονται στα χωριά της Ρόδου, στον Αρχάγγελο ανα-

φέρονται η εκκλησία της Παναγιάς της Οδηγήτριας, στο κάτω µέρος του

χωριού, καθώς και µία ακόµη ανώνυµη εκκλησία, και οι δύο έως σήµερα

αταύτιστες60

. Αρκετές πληροφορίες αντλούµε για τον πύργο-µονή του Αγί-

ου Νικολάου του Νησιού, που βρίσκεται στο οµώνυµο νησί απέναντι από

τα Στεγνά και σηµειώνεται σχηµατικά στους χάρτες των περιηγητών που

επισκέφθηκαν τη Ρόδο κατά διαστήµατα από τις αρχές του 15ου

αιώνα και

αργότερα61

. Η θέση που είναι κτισµένος ο πύργος – µονή έχει στρατηγική

σηµασία, αφού επικοινωνεί οπτικά µε το λόγο της Παναγιάς Τσαµπίκας

της «Ψηλής» στ βόρεια, όπου πιθανότατα υπήρχε και παρατηρητήριο και

56

Στεφανίδου, 2001, 198-199, όπου σχετική και η σχετική βιβλιογραφία. 57

Παπαχριστοδούλου 1994, 282, 306. 58

Παπαχριστοδούλου, ό.π., 284. 59

Παπαχριστοδούλου, ό.π., 286-287. 60

Τσιρπανλής 1995, 110, 111. 61

Τσιρπανλής, ό.π., 107-109 119, 129, 131, 322, 323, 421, 538. Παπαχριστο-

δούλου, ό.π., 340.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

126

νότια µε κάστρα του Φαρακλού και της Λίνδου. Το καθολικό του µονα-

στηριού ανήκει στον τύπο του ελεύθερου σταυρού, µε το δυτικό σκέλος

του σταυρού µακρύτερο των άλλων και περιβάλλεται µε πύργο. Σήµερα

διατηρείται έως το ύψος γένεσης της καµάρας των κεραιών του. Η µονή

διατηρούσε κελιά, µύλο, κήπους, στέρνα, ζώα και µετόχι µε αµπέλι στην

περιοχή Άγιος ∆ηµήτριος. ∆εν αποκλείεται να πρόκειται για την ίδια περιο-

χή απέναντι από το Νησί στα Στεγνά, όπου σήµερα υπάρχει η εκκλησία

του Αγίου ∆ηµητρίου. Πήλινος αγωγός, αποτελούµενος από µικρότερα

τµήµατα κυλινδρικών σωλήνων, ορατός στο βυθό της θάλασσας ακόµη και

σήµερα, όταν η άµµος µε τα θαλάσσια ρεύµατα δεν τον καλύπτει, µαρτυρά

τη µεταφορά νερού στο νησί από την παραλία των Στεγνών και ίσως από

την πλούσια σε πηγές περιοχή του Πετρώνα, που βρίσκεται πιο ψηλά και

δυτικά. Το 1521, ένα µόλις χρόνο πριν από την τελική πτώση της Ρόδου

στα χέρια των Τούρκων, ο µ.µ. Philippe Villiers de l’ Isle Adam αποφάσι-

σε την οχύρωση της µονής του Αγίου Νικολάου, ώστε να υπάρχει στο Νη-

σί ελαφρά χειροκίνητη πυροβολαρχία, που θα την προστατεύει από τις επι-

θέσεις των πειρατών και των Τούρκων62

.

Η παρουσία του µεσαιωνικού κάστρου φανερώνει τη µέριµνα που επέ-

δειξε το Τάγµα των Ιπποτών για την προστασία και φύλαξη των κατοίκων

του οικισµού, ενώ η µονή-πύργος του Αγίου Νικολάου αποκαλύπτει τη

στρατηγική θέση του Νησιού για τη άµυνα του νησιού της Ρόδου. Τα µνη-

µεία και οι ιστορικές αναφορές αποκαλύπτουν έναν οικισµό ιδιαίτερα ε-

νεργό, που κατορθώνει να συµβιώνει οµαλά µε τον ξένο κατακτητή µένο-

ντας όµως πιστός στην ελληνορθόδοξη ιδεολογία και επιδιώκοντας µε τον

τρόπο αυτό να διαχωρίζει την πολιτιστική του ταυτότητα και καταγωγή.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο Αρχάγγελος ήταν το πιο σηµαντικό

και πυκνοκατοικηµένο χωριό του νησιού, και κατοικείτο αποκλειστικά από

Έλληνες. Στη θέση του σηµερινού ενοριακού ναού (1845), όπως διαφαίνε-

ται από τη χαλκογραφία του Eugene Flandin, είναι πολύ πιθανόν να υπήρχε

παλιότερος ναός µε τρούλο, αφιερωµένος επίσης στον Αρχάγγελο Μιχαήλ,

στον οποίο οφείλεται και η ονοµασία του οικισµού63

. Κατά τον 18ο και

62

Παπαχριστοδούλου, ό.π., 395-396. 63

Flandin 1853, πίν. 41.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

127

19ο αιώνα, παρατηρείται µεγάλη οικοδοµική δραστηριότητα µε την ανέ-

γερση εκκλησιών µεγάλης αλλά και µικρότερης κλίµακας εντός και εκτός

του οικισµού, ενδεικτικό της πληθυσµιακής και οικονοµικής ευηµερίας του

Αρχάγγελου. Βασικό χαρακτηριστικό των νέων εκκλησιών είναι η σταυρο-

θολιακή στέγασή τους. Ξεχωρίζουν η Παναγία Τσαµπίκα η Χαµηλή (1760),

ο σηµερινός ενοριακός ναός του Ταξιάρχη (1845) (φωτ.), η Κοίµηση της

Θεοτόκου (1868) και ο Άγιος Νικόλαος (19ος αιώνας).

Οπωσδήποτε, η µελέτη και έρευνα για τον Αρχάγγελο ωστόσο, η οποία

πρόσφατα θεσµοθετήθηκε ως αρχαιολογικός χώρος64

, έπειτα από συνεχείς

προσπάθειες των συναρµόδιων Εφορειών Αρχαιοτήτων, δεν εξαντλείται

στα στενά περιθώρια του παρόντος. Η πρόσφατη όµως καταστροφή που

υπέστη και υφίσταται ανεπιστρεπτί η ευρύτερη περιοχή του Αρχαγγέλου

από την κατασκευή των «εθνικών» έργων και της ανεξέλεγκτης δόµησης

σε άθικτες έως τώρα θέσεις, η οποία οφείλεται σε αστοχία και κακό συντο-

νισµό των αρµόδιων φορέων και υπηρεσιών, στάθηκε η αφορµή της συνο-

πτικής αυτής παρουσίασης των µνηµείων, νέων αρχαιολογικών δεδοµένων,

και των γνωστών έως σήµερα ιστορικών µαρτυριών για να καταδειχθεί η

αδιάλειπτη ανά τους αιώνες ιστορική συνέχεια και σπουδαιότητα του Αρ-

χαγγέλου, την προστασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς του οποίου κα-

λούµαστε να διαφυλάξουµε εναγωνίως το τελευταίο χρονικό διάστηµα όχι

µόνον οι αρχαιολόγοι και ιστορικοί, αλλά κυρίως οι κάτοικοι αυτού του

τόπου. Ήδη πολλά πράγµατα στο χώρο αυτό έχουν αλλάξει. Στην παρα-

λιακή ζώνη η έντονη και ανεξέλεγκτη δόµηση έχει πλέον δηµιουργήσει

δεδοµένα µη αναστρέψιµα, κυρίως στην περιοχή των Στεγνών, στο Κεραµί

και πρόσφατα, µετά τη διάνοιξη της «λεωφόρου» για τη διέλευση του αγω-

γού υδροδότησης γύρω από τον ορεινό όγκο του Προφήτη Ηλία, δια µέσου

της Λαφτήρας προς τον Πετρώνα.

Σε καιρούς περασµένους, η συλλογική προσπάθεια των µελών των δύο

Εφορειών να προστατεύσουν, ως όφειλαν, τα τεκµήρια της ανθρώπινης

64

Βλ. την µε αρ. πρωτ. ΥΠΠΟΤ/Γ∆ΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/100790/4338/5-12-2011

Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 344/Α.Α.Π./22-12-2011). Να σηµειωθεί επίσης ότι τα

εκκλησιαστικά µνηµεία στην περιοχή του Αρχαγγέλου έχουν κηρυχθεί ως ιστορικά -

διατηρητέα µνηµεία.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

128

παρουσίας στις περιοχές αρµοδιότητάς τους αρκούσε για τη διάσωση των

αρχαιοτήτων. Στους παρόντες σκοτεινούς καιρούς, όταν τα δεδοµένα της

ζωής µας αλλάζουν µε την ίδια ταχύτητα που αλλοιώνεται το πανάρχαιο

τοπίο, θα πρέπει όλοι πια να αναλογιστούµε τι ακριβώς εννοούµε όταν α-

ναφερόµαστε σε δηµόσιο πλούτο, κοινό αγαθό, ιστορική ταυτότητα και

ανάπτυξη.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αρφαράς 1977: Αρφαράς Μ., «Βυζαντινή αρχιτεκτονική και λαϊκή παράδοση –

εκκλησάκια της Ρόδου», ∆ωδ Χρον 6 (1977), 210-272.

Αρχοντόπουλος 2010: Αρχοντόπουλος Θ.Α., Ο εντοίχιος διάκοσµος του ναού της

Αγίας Αικατερίνης (Ίλκ Μιχράµπ) στην πόλη της Ρόδου και η ζωγραφική του

ύστερου Μεσαίωνα στα ∆ωδεκάνησα (1309 – 1453), Αθήνα 2010.

Αχειµάστου–Ποταµιάνου 1992: Αχειµάστου–Ποταµιάνου Μ., «Η βυζαντινή τέχνη στο

Αιγαίο», Το Αιγαίο. Επίκεντρο ελληνικού πολιτισµού, Αθήνα 1992, 131–160

---- 1994: «Βυζαντινές τοιχογραφίες», Ελληνική Τέχνη, Αθήνα 1994.

Berg 1862: Berg Α., Die Inseln Rhodus II, Braunschweig 1862, 113-114.

Biliotti – Cottret 1881: Biliotti E.- Abbè Cottret, L’ ile de Rhodes, Rhodes, 1881,

447-448.

Βολανάκης 1980Α: Βολανάκης Ι.Η., «Περιοδείες–Παναγία η Πλατανιώτισσα στον

Αίθωνα Αρχαγγέλου», Α∆ 35 (1980), Β2, Χρονικά, 575-576.

---- 1980Β: «Τα παλαιοχριστιανικά µνηµεία της ∆ωδεκάνησου», Αφιέρωµα στον

µητροπολίτην Ρόδου κ.κ. Σπυρίδωνα, Αθήναι 1980, 311-347.

---- 1981: «Οι τοιχογραφίες του Ιερού Ναού των Αγίων Θεοδώρων στον Αρχάγγε-

λο Ρόδου», Πρώτο Συµπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και

Τέχνης, Πρόγραµµα και Περιλήψεις Εισηγήσεων και Ανακοινώσεων, Αθήνα

1981, 10–11.

---- 1984: «Η εις Κολύµπια Ρόδου παλαιοχριστιανική βασιλική», Actes du Xe

Congres International d’ Archeologie Chretienne, Thessalonique 28 Septem-

bre-4 Octobre 1980, Citta del Vaticano-Θεσσαλονίκη 1984, τ. II, 691-705.

---- 1988Α: «Συµβολή στην έρευνα των παλαιοχριστιανικών µνηµείων της ∆ωδε-

κανήσου», ∆ωδ. Χρον. 12 (1988), 33-144.

---- 1988Β: Ιστορία και µνηµεία του ∆ήµου Αρχαγγέλου, Ρόδος 1988.

---- 1988Γ: «Αρχάγγελος, θέση Βλετρούδια», Α∆ 43 (1988), Β2, Χρονικά, 661-662.

---- 1989: «Ναοί της βυζαντινής και µεταβυζαντινής εποχής», Τα Κωακά Γ΄(1989),

57–118.

---- 1994: Ιστορία και µνηµεία του ∆ήµου Αρχαγγέλου, Ρόδος 1994.

Γκαλά–Γεωργιλά 2006: Γκαλά–Γεωργιλά Ε., «Ο θεσµός της εµφύτευσης στην

οικοδοµική δραστηριότητα και την αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης (13ος

15ος

αιώνας)», Εικοστό Έκτο Συµπόσιο Βυζαντινής και µεταβυζαντινής Αρχαιο-

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

129

λογίας και Τέχνης, Πρόγραµµα και Περιλήψεις Εισηγήσεων και Ανακοινώσεων,

Αθήνα 2006, σ. 18–19.

Η ζωγραφική στη Ρόδο από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια µέχρι τον 18ο αιώνα.

Η Ρόδος από τον 4ο αιώνα µ. Χ. µέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522),

Αθήνα 2004.

Ζερβάκη-Φαρµακίδου 1998: Ζερβάκη Φ.- Φαρµακίδου Ε., «Αρχάγγελος, θέση

Χάρακας», Α∆ 53 (1998), Β3, Χρονικά, 956, πίν. 148α.

Flandin 1853: Flandin E., L’ Orient Rhodes, Paris 1853.

Guérin 1880: Guérin V., Ile de Rhodes, Paris 1880, 209-212.

Hamilton 1842: Hamilton, W. J., Researches in Asia Minor II, London 1842, 53-54

Hiller von Gaertringen 1938: Hiller von Gaertringen, F., RE XIX (1938) 1519

λήµµα Phagai

---- 1953: RE XXII 1 (1953) 47, λήµµα Ποντώρεια.

Hope Simpson–Dickinson 1979: Hope Simpson R. – Dickinson O.T.P., A Gazet-

teer of Aegean Civilization in the Bronze Age, I: The Mainland and Islands,

Göteborg 1979, 356.

Hope Simpson–Lazenby 1973: Hope Simpson, R.– Lazenby J.F., Notes from the

Dodecanese III, BSA 68 (1973) 127-179, πίν. 37-44.

Inglieri 1936: Inglieri, R.U., Carta Archeologica dell’ Isola di Rodi, instituto

“Fert” ed. Firenze, 1936, foglio nord 36-37, αρ. 78-85.

Καράντζαλη-Φαρµακίδου 1993: Καράντζαλη Έ., Φαρµακίδου Ε., Α∆ 48 (1993)

B2, Χρονικά, 539-540, σχέδ. 9-10.

Kατσιώτη 2002 : Kατσιώτη Αγγ., «Oι παλιότερες τοιχογραφίες του Aγίου Γεωργί-

ου του Πλακωτού στη Pόδο», ∆XAE 23 (2002), 105-120.

Κόλλιας 1973: Κόλλιας Η., «Τοιχογραφίαι της Ιπποτοκρατίας (1309–1522) εις

Ρόδον», ΑΑΑ VΙ (1973), τεύχ. 2, 265–276.

---- 1973: «Μεσαιωνικά µνηµεία ∆ωδεκανήσου: Συντήρηση και στερέωση µνη-

µείων και συντήρηση τοιχογραφιών», Α∆ 28 (1973) Β2, Χρονικά, 643-645.

---- 1973-1974: «Μεσαιωνικά µνηµεία ∆ωδεκανήσων», Α∆ 29 (1973-1974), Β3

Χρονικά, 985.

---- 1980: «Τα ∆ωδεκάνησα», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Θ΄, Αθήνα 1980.

---- 1986: ∆ύο ροδιακά σύνολα της εποχής της ιπποτοκρατίας: ο Άγιος Νικόλαος

στα Τριάντα και η Αγία Τριάδα (Ντολαπλί Μετζίντ) στη µεσαιωνική πόλη, (αδη-

µοσίευτη διατριβή), 1986.

---- 1994: Η µεσαιωνική πόλη της Ρόδου και το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου,

Αθήνα 1994.

---- 2000: Η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου,

Αθήνα 2000.

Κουτελάκης 1974: Κουτελάκης Χ. Μ., «Κτητορικές επιγραφές εκκλησιών Ρόδου»,

∆ωδΧρον 3 (1974), 48-64.

---- 1986: Ξυλόγλυπτα τέµπλα της ∆ωδεκανήσου µέχρι το 1700, Γιάννινα–Αθήνα

1986.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

130

Λαζαρίδης 1955: Λαζαρίδης Π., Συµβολή εις την µελέτην των παλαιοχριστιανικών

µνηµείων της ∆ωδεκανήσου, Πεπραγµένα Θ΄ Βυζαντινολογικού Συνεδρίου,

Θεσσαλονίκη 1953, Α΄, Αθήναι 1955.

LINDOS II: Blinkenberg Chr.-K.F. Kinch, Lindos, fouilles et recherches 1902-

1914, II, Inscriptions, Berlin & Copenhague 1941, 986-987.

Μαρκέτου 1993: Μαρκέτου Τ., Α∆ 48 (1993), B2, Χρονικά, 540-542.

---- 1997: Α∆ 52 (1997), B3, Χρονικά, 1106.

Μπαϊράµη 1997: Μπαϊράµη Κ., Α∆ 52 (1997), B3, Χρονικά, 1106.

Mee 1982: Mee, C., Rhodes in the Bronze Age, Warminster 1982, 75-76.

Morelli 1959: Morelli D., I culti in Rhodi, SCO VIII, 1959.

Μπίθα 2000: Μπίθα Ι., «Ενδυµατολογικές µαρτυρίες στις τοιχογραφίες της µεσαι-

ωνικής Ρόδου (14ος

αι. – 1523)», Ρόδος 2400 χρόνια Πρακτικά, Β΄, Αθήνα

2000, 429–448.

Μπούρας 1992: Μπούρας Χ., «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαί-

ου», Το Αιγαίο. Επίκεντρο του Ελληνικού Πολιτισµού, Αθήνα 1992, 123–130.

Ντέλλας 2000: Ντέλλας Γ., «Οι σταυροθολιακές εκκλησίες της µεσαιωνικής Ρό-

δου», Ρόδος 2400 χρόνια, Πρακτικά, Β΄, Αθήνα 2000, 351-366.

Newton 1865: Newton C.T., Travels and Discoveries in the Levant, I, London

1865, 182-189.

Ορλάνδος 1948: Ορλάνδος Α., «Βυζαντινά και µεταβυζαντινά µνηµεία της Ρό-

δου», Αρχείον Βυζαντινών Μνηµείων Ελλάδος 6 (1948).

---- 1957: Les baptistères du Dodécanèse, Actes du Ve Congrès International d’ Ar-

chéologie Chrétienne, 1954, Studi di Antichità Christiana 22, 1957, 199-211.

Παπαβασιλείου 1989: Παπαβασιλείου Ε., «Αρχάγγελος. Ναός Αγίου Νικολάου»,

Α∆ 44 (1989) Β2 Χρονικά, 522 – 524.

---- 1990: «Ύπαιθρος Ρόδου. Ναός Αγίου Νικολάου στο νησί Αρχαγγέλου», Α∆ 45

(1990), Β2, Χρονικά, 515.

Παπαϊωάννου 1989: Παπαϊωάννου Μ. ∆., Ρόδος και νεώτερα κείµενα, 1, Αθήνα –

Γιάννινα 1989.

Παπαµανώλης 1981: Παπαµανώλης Ε., «Αναστήλωση και προβολή των ερειπω-

µένων κάστρων της ∆ωδεκανήσου», Πολιτιστικά ∆ωδεκανήσου, Εισηγήσεις

και πορίσµατα Α΄ Πολιτιστικού Συµποσίου ∆ωδεκανήσου ’78, Αθήνα 1981,

324-325.

Παπαχριστοδούλου 1983: Παπαχριστοδούλου, I.Χ., Συµβολή στην ιστορική και

αρχαιολογική έρευνα των ∆ήµων της Αρχαίας Ροδιακής Πολιτείας, Αθήνα 1983

---- 1989: Οι Αρχαίοι ροδιακοί δήµοι, Ιστορική επισκόπηση- Η Ιαλυσία, Αθήνα

1989, 131-144.

Παπαχριστοδούλου 1972: Παπαχριστοδούλου Χ.Ι., Η ιστορία της Ρόδου, Αθήνα

1972.

---- 1994: Ιστορία της Ρόδου, Αθήνα 1994.

---- χ.χ.: «Η θέση των ορθοδόξων της Ρόδου στην εποχή των Ιπποτών», ∆ωδεκα-

νησιακή Επιθεώρηση, χ.χ.

---- 1996: Τοπωνυµικό της Ρόδου, Ρόδος 1996.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

131

Ross 1845: Ross, L., Reisen auf den griechischen Inseln des ägäischen Meeres III,

Stuttgart und Tübingen 1845, 110, σηµ.28.

---- 1852: Reisen auf den griechischen Inseln des ägäischen Meeres IV, Reisen

nach Kos, Halikarnassos, Rhodos und der Inseln Cypern, Halle 1852, 74-75.

Σάµψων 1980: Σάµψων, Α., Α∆ 35 (1980), B2, Χρονικά, 558-560.

---- 1987: Η Νεολιθική περίοδος στα ∆ωδεκάνησα, Αθήνα 1987.

---- 1988: “Periodic and Seasonal Usage of Two Neolithic Caves in Rhodes”, Ar-

chaeology in the Dodecanese, Copenhagen 1988.

Segre 1951: Segre Μ., “Rituali Rodi di Sacrifici” Parola del Passato 6, 1951, 139-153.

Ταρσούλη 1947: Ταρσούλη Α., ∆ωδεκάνησα, Α΄, Αθήνα 1947.

Τσιρπανλής 1991: Τσιρπανλής Ζ. Ν., Η Ρόδος και οι Νότιες Σποράδες στα χρόνια

των Ιωαννιτών Ιπποτών (14ος

– 16ος

αι.), Ρόδος 1991.

---- 1995: Ανέκδοτα έγγραφα για τη Ρόδο και τις Νότιες Σποράδες από το Αρχείο

των Ιωαννιτών Ιπποτών 1421 – 1453, Ρόδος 1995.

van Gelder 1900: van Gelder, H., Geschichte der alten Rhodier, Haag 1900, 12, 217.

Χαριτωνίδης 1963: Χαριτωνίδης Σ., «Μυκηναϊκά εκ Ρόδου», Α∆ 18 (1963), Α,

Μελέται, 135-140.

Χριστοφοράκη 2000: Χριστοφοράκη Ι., «Χορηγικές µαρτυρίες στους ναούς της

µεσαιωνικής Ρόδου (1204 – 1522)», Ρόδος 2400 χρόνια. Πρακτικά, Β΄, Αθήνα

2000, 449 – 464.

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΑΑΑ : Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών

Α∆: Αρχαιολογικόν ∆ελτίον

ΑΜ: Mitteilungen des Deutschen Archaeologischen Instituts- Athenische Abteilung

BSA: The Annual of the British School at Athens

∆XAE: ∆ελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας

∆ωδΧρον: ∆ωδεκανησιακά Χρονικά

IG: Inscriptiones graecae

Lindiaka: Chr. Blinkenberg, „Deux documents chronologiques rhodiens“, Lindiaka

VIII, Archaeologisk- Kunsthistoriske Meddelelser II, 4,, Kobenhavn 1938.

LINDOS II: Chr. Blinkenberg- K.F. Kinch, Lindos, fouilles et recherches 1902-

1914, II, Inscriptions, Berlin & Copenhague 1941

RE: Paulis Realencyclopaedieder classischen Altertumswissenschaft

SCO: Studi classici e orientali

TitCam: Tituli Camirenses

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

132

ΦΩΤ. 1. Σπήλαιο Κούµελλο. Άποψη του εσωτερικού.

ΦΩΤ. 2. Νάπες-Κυρά Ναπενή. Αγαλµάτιο Αφροδίτης (Μουσείο Ρόδου αρ. Γ 144)

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

133

ΦΩΤ. 3. Γεµαχί. Ο πύργος της Βασίλισσας, και το νεκροταφείο.

ΦΩΤ. 4. Το ύψωµα της Τσαµπίκας και η θέση Τσινίκι. Λήψη από το Γεµαχί.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

134

ΦΩΤ. 5. Περιοχή Τσαµπίκας. Επιγραφή LINDOS II, 680

ΦΩΤ. 6. Κλίβανος κεραµικής

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

135

ΦΩΤ. 7. Αρχάγγελος, συνοικία των Ταξιαρχών. Κεραµική προτοµή από τάφο της

κλασικής περιόδου

ΦΩΤ. 8. Σύρα. Αρχαίες τοιχοδοµίες.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

136

ΦΩΤ. 9. Φελλαδούνια. Ενεπίγραφη στήλη Ε1438

ΦΩΤ. 10. Πετρώνας. Ενεπίγραφος κιονίσκος (Μουσείο Ρόδου, αρ. Ε 1243)

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

137

ΦΩΤ. 11α. Στεγνα, Λαφτήρα. Λαξευτοί τάφοι

ΦΩΤ. 11β. Κεραµί. Του Σαρικά η Μάντρα. Αρχαίο ταφικό συγκρότηµα.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

138

ΦΩΤ. 12. Κεραµί, Κουφά. Αρχαίο λατοµείο

ΦΩΤ. 13. Σφουγγάρια. Αγαλµατίδιο Αφροδίτης ή νύµφης.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

139

ΦΩΤ. 14. Αµπακού, οχυρωµένη αγροτική εγκατάσταση.

ΦΩΤ. 15. Τσινίκι. Αρχαίος πύργος

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

140

ΦΩΤ. 16. Γεµαχί. Πύργος της Βασίλισσας

ΦΩΤ. 17. Κυρά Ναπενή. Παλαιοχριστιανική βασιλική. Μαρµάρινο αρχιτεκτονικό

µέλος.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

141

ΦΩΤ. 18. Άγιοι Θέοδωροι. Νοτιοδυτική άποψη του ναού.

ΦΩΤ. 19. Άγιοι Θέοδωροι. Οι κτήτορες του ναού.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

142

ΦΩΤ. 20. Άγιος Γεώργιος ο Πετρωνιάτης. Τεταρτοσφαίριο αψίδας. Παναγία η

Πετρωνιάτισσα.

ΦΩΤ. 21. Καµίνι.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

143

ΦΩΤ. 22. Προφήτης Ηλίας. Βορειοανατολική άποψη του ναού.

ΦΩΤ. 23. Νησί. Άγιος Νικόλαος.

∆Ω∆ΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ – Τόµος ΚΕ΄ Χαριστούλα Γιακουµάκη - Φωτεινή Ζερβάκη

144

ΦΩΤ. 24. Το µεσαιωνικό κάστρο Αρχαγγέλου (αεροφωτογραφία).

ΦΩΤ. 25. Ταξιάρχης-Αρχάγγελος Μιχαήλ. Βόρεια όψη του ναού.