ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ,...

34
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Τόμος Β: ΑΤΤΙΚΗ Α’ και Γ’ Εφορείες Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων

Transcript of ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ,...

ΑΡΧΑ

ΙΟΛΟ

ΓΙΚΕ

Σ ΣΥΜΒΟ

ΛΕΣ

Μ Ο Υ Σ Ε Ι Ο Κ Υ Κ Λ Α Δ Ι Κ Η Σ Τ Ε Χ Ν Η Σ

Τόμος Β: ΑΤΤΙΚΗΑ’ και Γ’ Εφορείες Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: Κοινωφελές Ίδρυμα Ιωάννη Σ. Λάτση

Απαγορεύεται η εν όλω ή εν μέρει ανατύπωση, αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή των κειμένων και των φωτογραφιών του βιβλίου χωρίς την έγγραφη άδεια εκάστου συγγραφέα και του Ιδρύματος Νικολάου & Ντόλλης Γουλανδρή - Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.

ISBN 978-618-5060-05-3 • ISBN SET 978-960-7064-99-8

© Ίδρυμα Νικολάου & Ντόλλης Γουλανδρή - Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ

Τόμος Β: ΑΤΤΙΚΗΑ’ και Γ’ Εφορείες Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ

Σταυρούλα Οικονόμου

Μαρία Δόγκα-Τόλη

Μ Ο Υ Σ Ε Ι Ο Κ Υ Κ Λ Α Δ Ι Κ Η Σ Τ Ε Χ Ν Η Σ

Α θ ή ν α 2 0 1 3

Οι διαλέξεις της Γ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

πραγματοποιήθηκαν από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του 2012

και της Α΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του 2013 στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης

5

Περιεχόμενα

Συντομογραφίες Τίτλων 7

Βραχυγραφίες 9

Πρόλογος Χορηγού 10

Πρόλογος Επιμελητών 11

Α’ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

1 Ελένη Κουρίνου - Αντί εισαγωγής 15

Χριστίνα Βλασσοπούλου 2 Συνειρμοί της έρευνας στην έκθεση των γλυπτών της Ακρόπολης 17

Μελίνα Μπριάνα-Πρωτοπαπαδάκη 3 Νέες ανασκαφικές έρευνες στη Στοά Ευμένους 35

Έφη Κασάπογλου 4 Νεότερα ανασκαφικά δεδομένα από δύο μνημεία της νότιας κλιτύος της Ακρόπολης: Χαλκουργεία και χορηγικό μνημείο του Νικία 45

Αγγελική Κουβέλη

5 Υστερορρωμαϊκή κεραμική από οικιακό πηγάδι της ανασκαφής για το Νέο Μουσείο Ακρόπολης 57

Μαρία Λιάσκα 6 Το Μουσείο της Αρχαίας Αγοράς στη Στοά του Αττάλου. Η ανακατασκευή της Στοάς και η πρώτη έκθεση του Μουσείου 79

Νικολέττα Σαραγά 7 Το Μουσείο της Αρχαίας Αγοράς στη Στοά του Αττάλου κατά την τελευταία δεκαετία. Μεταμορφώσεις και νέες προοπτικές 95

Κλειώ Τσόγκα 8 Νέα στοιχεία από τη σωστική ανασκαφική έρευνα της Α’ Εφορείας στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας: Το δυτικό τμήμα 111

Νικολέττα Σαραγά 9 Νέα στοιχεία από τη σωστική ανασκαφική έρευνα της Α΄ Εφορείας στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας 129

Δημήτρης Σούρλας

10 Πρόσφατες Αρχαιολογικές έρευνες στη Ρωμαϊκή Αγορά, στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού και τις όμορες περιοχές 149

Νίκος Τσονιώτης 11 Η Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας από την ύστερη αρχαιότητα έως την Τουρκοκρατία: αρχαιολογική έρευνα – ανασκαφικά δεδομένα 169

Όλγα Βογιατζόγλου

12 Αναδιφώντας την ιστορία των Δυτικών Λόφων 193

Μαρία Ντούρου

13 Το ιερό των Νυμφών στον ομώνυμο Λόφο. Στοιχεία από τις νεότερες έρευνες 213

Τατιάνα Πούλου

14 Οι Γεωμετρικοί Τάφοι του λόφου Μουσών (Φιλοπάππου) 231

Άγγελος Ζαρκάδας

15 Άγνωστα γλυπτά από το Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου 247

6

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

Γ’ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

Ελένη Σπ. Μπάνου 1 Οι ανασκαφές της Γ΄ ΕΠΚΑ κατά την τελευταία πενταετία 281

Μαριλένα Κοντοπανάγου – Αικατερίνη Σταμούδη 2 Ο αρχαιολογικός χαρακτήρας των Άνω Πετραλώνων κατά τους κλασικούς και πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους 305

Χαρά Χαραμή 3 Ένα λουτρό της ύστερης αρχαιότητας στα ΝΑ του βράχου της Ακροπόλεως 323

Σταυρούλα Ασημακοπούλου-Λιντζέρη 4 Αντιλήψεις για τη ζωή και τον θάνατο μέσα από τις μαρτυρίες των αναθηματικών και επιτύμβιων αναγλύφων: νέα ευρήματα από την περιοχή των Αθηνών 341

Λεωνίδας Μπουρνιάς 5 Όστρακα δύο νέων μελανόμορφων νεκρικών πινάκων από τoν Κεραμεικό και την άμεση περιοχή του 355

Anagnostis Pan. Agelarakis 6 On the Anthropology Project of 35 Salaminos street site of Kerameikos, Athens: A brief account 369

Γιώργος Αλεξόπουλος 7 Πραγματικά και φανταστικά υδάτινα τοπία στον Κεραμεικό της Αθήνας 387

Παναγιώτα Αυγερινού 8 Η ύδρευση των Μεγάρων κατά την αρχαιότητα 405

7

Σ Υ Ν Τ Ο Μ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Ε Σ Τ Ι Τ Λ Ω Ν - Β Ρ Α Χ Υ Γ Ρ Α Φ Ι Ε Σ

Συντομογραφίες τίτλων

ΑΑΑ Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ ΑθηνώνΑΔ Αρχαιολογικό ΔελτίοΑΕΜΘ Το Αρχαιολογικό Έργο στην Μακεδονία και τη ΘράκηΑνθέμιον Ενημερωτικό Δελτίο της Ένωσης Φίλων ΑκροπόλεωςΑΡΜΑ Αρχείον των Μνημείων των Αθηνών και της ΑττικήςΑρχαιολογία Αρχαιολογία και ΤέχνεςΑρχΕφ Αρχαιολογική ΕφημερίδαΔΧΑΕ Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας ΕΕΒΣ Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών ΣπουδώνΈργον Το Έργον της εν Αθήναις Αρχαιολογικής ΕταιρείαςΗόρος Ένα αρχαιογνωστικό περιοδικόΜέντωρ Χρονογραφικό και Ιστοριοδιφικό Δελτίο της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας ΠΑΑ Πρακτικά της Ακαδημίας ΑθηνώνΠΑΕ Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής ΕταιρείαςΤό Μουσε�ον Περιοδική Έκδοση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

AA Archäologischer AnzeigerAAIAB The Australian Archaeological Institute at Athens BulletinAbhBerl Abhandlungen der Deutschen Akademie der Wissenschaften zu BerlinABV Attic Black-Figure Vase-PaintersAJA American Journal of ArchaeologyAM Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts, Athenische AbteilungAnalRom Analecta Romana Instituti DaniciAntCl L’ Antiquitè classiqueAntiquity A Quarterly Review of ArchaeologyAntK Antike KunstAntP Antike Plastik AntW Antike Welt. Zeitschrift für Archäologie und KulturgeschichteAR Archaeological Reports (supplement to Journal of Hellenic Studies)ArchCl Archaeologia ClassicaARV Attic Red-Figure Vase-PaintersASAtene Annuario della Scuola archeologica di Atene e delle Missioni italiane in OrienteBABESCH Annual Papers on Mediterranean ArchaeologyBAHBeyrouth Bibliotèque archéologique et historique; Institut français d’archéologie de BeyrouthBAR British Archaeological ReportsBCH Bulletin de correspondance helléniqueBICS Bulletin of the Institute of Classical StudiesBMusHongr Bulletin du musée hongrois des beaux-artsBoreas Münstersche Beiträge zur ArchäologieBSA The Annual of the British School at AthensCorpus Αρχαιολογία – Ιστορία των ΠολιτισμώνCRAI Comptes-rendus des séances de l’Académie des Inscriptions et Belles-LettresCVA Corpus Vasorum AntiquorumEAA Enciclopedia dell’arte antica, classica e orientale (Rome 1958–1984)EpigAnat Epigraphica Anatolia: Zeitschrift für Epigraphik und historische GeographieFacta A Journal of Roman Material Culture StudiesGettyMusJ The J. Paul Getty Museum JournalGrRomByzSt Greek, Roman and Byzantine StudiesHarStClPh Harvard Studies of Classical PhilologyHesperia The Journal of the American School of Classical Studies at AthensHistoria Zeitschrift für Alte GeschichteHistrArch Histria ArcheologicaIG Inscriptiones GraecaeJdI Jahrbuch des deutschen archäologischen InstitutsJHS Journal of Hellenic StudiesJRA Journal of Roman ArchaeologyJRS Journal of Roman Studies

8

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

Kernos Revue internationale et pluridisciplinaire de religion grecque antiqueKlio Beiträge zur alten GeschichteLGPN Lexicon of Greek Personal Names LIMC Lexicon Iconographicum Mythologiae ClassicaeMDAV Mitteilungen des Deutschen Archäologischen-VerbandesMedMusB Medelhavsmuseet, Bulletin [Stockholm]MÉFRA Mélanges de l’ École française de Rome, AntiquitéMM Madrider MitteilungenMMAB The Metropolitan Museum Art BulletinMonPiot Monuments et mémoires. Fondation E. PiotMuqarnas An Annual on the Visual Cultural of the Islamic WorldNumAntCl Numismatica e antiquità classiche. Quaderni ticinesiOcnus Quaderni della Scuola di Specializzazione in ArcheologiaOJA Oxford Journal of ArchaeologyÖJh Jahreshefte des Österreichischen archäeologischen Instituts in WienOstraka Rivista di antichitàPBSR Papers of the British School at RomePhilologus Zeitschrift für klassische PhilologiePhoenix The Classical Association of CanadaRALouvrain Révue des archéologues et historiens d’ art de LouvainRCRFActa Rei Cretariae Romanae Fautrorum ActaRE Pauly-Wissowa, Real-Encyclopädie der klassischen AltertumswissenschaftRÉByz Revue des études byzantinesREG Revue des études grecquesScAnt Scienze dell’ Antiquità: Storia, archeologia, antropologiaSEG Supplementum Epigraphicum GraecumSIMA Studies in Mediterranean ArchaeologyThesCRA Thesaurus Cultus et Rituum Antiquorum ZPE Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik

Βραχυγραφίες EAM Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνώναι. αιώνας/εςΑκρ. Ακρόποληαρ. αριθμός/οίΑΣΚΣΑ Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών Αθηνώνβλ. βλέπεΓ γεωμετρικός/ή/όΓΑΙ Γερμανικό Αρχαιολογικό ΙνστιτούτοΔΕΑΜ Διεύθυνση Εθνικού Αρχείου Μνημείωνεικ. εικόνα/εςεκ. εκατοστό/άΕΜ Επιγραφικό Μουσείο ΑθηνώνΕΠΚΑ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών ΑρχαιοτήτωνΕΣΜΑ Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων ΑκροπόλεωςΕΣΠΑ Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς Ζ. ζωγράφοςιδ. ιδιαίτερακ.ά. και άλλοι/και άλλακ.α. και αλλούκ.εξ. και εξήςκ.λπ. και λοιπάκ.μ. κυβικό μέτροΚΑΣ Κεντρικό Αρχαιολογικό ΣυμβούλιοΚλ. κλασικός/ή/όΚΣΝΜ Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων λ. λήμμα/λέξημ. μέτρο/α

9

Β Ρ Α Χ Υ Γ Ρ Α Φ Ι Ε Σ

μ.Χ. μετά ΧριστόνΜΓ μέση γεωμετρικήΜΕ μεσοελλαδικήό.π. όπως παραπάνωΟΑΝΜΑ Οργανισμός Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακροπόλεωςοδ. οδόςοικ. οικόπεδοπ.Χ. προ ΧριστούΠΓ πρώιμη γεωμετρικήΠΕ πρωτοελλαδικήπίν. πίνακας/εςπρβλ. παράβαλεΠρΓ πρωτογεωμετρικός/ή/όσημ. σημείωσηστρ. στρέμμα/ατασχ. σχέδιο/ατ. τόμος/οιτ.μ. τετραγωνικό/ά μέτρο/αΥΓ ύστερη γεωμετρικήΥΕ υστεροελλαδικήΥΚλ. υστεροκλασικός/ή/όΥπΓ υπογεωμετρικός/ή/όΥπΜ υπομυκηναϊκός/ή/όυποσ. υποσημείωσηΥΠΠΟ Υπουργείο ΠολιτισμούΥΡ υστερορρωμαϊκός/ή/όΥΣΜΑ Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων ΑκροπόλεωςΦΕΚ Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως

cf. conferDAI Deutsches Archäogisches Instituted. editoreds editorsfig. figureibid. ibidemno. numberpp. page/s

149

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

∗ Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Καθηγητή κ. Ν. Σταμπολίδη και τις επιμελήτριες κ. Μ. Τόλη και Σ. Οικονόμου, για τη δυνατότητα να παρουσιάσω εδώ τα αποτελέσματα ορισμένων εκ των ανασκαφών που προσωπικά επέβλεψα τα τελευταία δέκα έτη στην περιοχή. Ας σημειωθεί ότι τα πρώτα πορίσματα των ερευνών στο Ξενοδοχείο Αίολος, έχουν ήδη παρουσιαστεί σε συμπόσιο του Πανεπιστημίου της Ρώμης La Sapienza, όπως και στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, στο πλαίσιο των Roman Seminars. Επίσης ορισμένες εκ των ανασκαφών και των ευρημάτων αυτών βρίσκονται ήδη σε στάδιο δημοσίευσης. Ειδικά για την ανασκαφή στον “Αίολο” τα αναφερόμενα εδώ αποτελούν μια πρόδρομη σύντομη παρουσίαση καθώς η μελέτη του πολύ σημαντικού αυτού ευρήματος βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Ευχαριστώ ξεχωριστά όλους τους συναδέλφους που αυτά τα χρόνια συνέδρα-μαν με κάθε τρόπο την έρευνα στα μνημεία και ειδικότερα τους Επίτιμους Προϊσταμένους της Α΄ ΕΠΚΑ κ. Α. Μάντη, Σ. Σαμαρτζίδου και τη νυν προϊσταμένη κ. Ε. Κουρίνου για την κατανόηση και τη στήριξή της στην προσπάθεια “ανάγνωσης” των “μνημείων” του παρελθόντος. Ιδιαιτέρως ευχαριστώ την αρχιτέκτονα κ. Ι. Τιγγινάγκα, την αρχιτέκτονα κ. Π. Αναστασάκου, τον συντηρητή κ. Σ. Κορώση, τη φωτογράφο Ε. Μπαρδάνη και τους εργατοτεχνίτες κ. Δ. Μανώλη και Ν. Κρητικό, που χωρίς αυτούς η έρευνα στον “Αίολο” δεν θα ήταν δυνατή. Τον κ. Α. Ματθαίου, τον κ. Μ. Κορρέ και τον συνάδελφο κ. Ι. Θεοχάρη τους ευχαριστώ για τις κρίσιμες και πολύ σημαντικές τους παρατηρήσεις στα θέματα των ενδιαφερόντων τους. Οφείλω πολλά στον φίλο κ. Ν. Παπαζαρκάδα και στην κ. Ζ. Θεοφίλου, που είχαν την υπομονή και την αγάπη να αντιμετωπίσουν τα ερωτήματα και τα προβλήματα της έρευνας, πάντα ενθαρρύνοντάς με. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς και να της αφιερώσω το παρόν κείμενο, την επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων της Α΄ ΕΠΚΑ κ. Άλκηστη Χωρέμη, που μου μετέφερε την αγάπη της για τους δυο Χώρους και μου επέτρεψε να εργάζομαι για αυτούς σε αυτούς.

1 Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/2473/50443/9-10-1985, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 674/13-10-1985. Σύμφωνα με το σκεπτικό της Απόφασης, το κτίριο χρήζει προστασίας καθώς “είναι από τα πρώτα κτίρια που κατασκευάστηκαν στην Αθήνα μετά τον ορισμό της ως πρωτεύουσας του Ελληνικού Κράτους, ειδικά κατασκευασμένο για ξενοδοχείο. Κτίστηκε το 1837 και εκεί είχε εγκατασταθεί το ξενοδοχείο ‘ΑΙΟΛΟΣ’. Πρόκειται για κτίριο που έχει τη μορφολογία των λαϊκών σπιτιών της Πλάκας, αποτελείται από ισόγειο και όροφο, και εκτός από την ιστορική του αξία έχει και ενδιαφέροντα αισθητικά στοιχεία όπως οι εναπομείναντες ψευδοκίονες με τα κεραμεικά κιονόκρανα και το λιτό μαρμάρινο μπαλκόνι με τα ελικοειδή φουρούσια που προδίδουν κάποιες επιρροές του αναπτυσσόμενου στην Αθήνα την εποχή εκείνη νεοκλασσικισμού”.

2 Σχετικά βλ. Μπίρης 1966, 46-47.3 Πρβλ. σχετικά Κορρές (επιμ.) 2010, χάρτες 6.2, 6.4, 6.5. Το περίγραμμα του κτιρίου δηλώνεται και στους χάρτες του Weiler του 1834,

αν και προφανώς υπάρχει κάποιο λάθος στη χάραξη ενός επί πλέον οικοδομικού τετραγώνου, πρβλ. Κορρές (επιμ.) 2010, χάρτης 6.3. 4 Μπίρης 1939, 32.5 Είναι γνωστό ότι ήδη από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα οι αγορές της πόλης είχαν διαμορφωθεί στην περιοχή ανάμεσα στη Μεγάλη

Παναγιά, στο εσωτερικό της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και το Φετιχιέ Τζαμί στη Ρωμαϊκή Αγορά, βλ. Κνιθάκης – Μαλλούχου – Τιγγινάγκα 1986, 107-110. Συνοπτικά για την ιστορία του χώρου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού κατά την οθωμανική περίοδο και εξής, βλ. Τιγγινάγκα 2007, 393-398. Γενικά για την οδό Αιόλου βλ. Λάμπρου 2002 και ειδικότερα, 23 κ.εξ.

Η ανασκαφή στο ξενοδοχείο «Αίολος»Τα δυο τελευταία έτη η Α΄ ΕΠΚΑ ανέσκαψε συστηματικά τους υπόγειους χώρους του πρώτου ξενοδοχείου των Αθηνών, του γνωστού ως “Αίολος”. Το διώροφο κτίριο βρίσκεται επί των οδών Αιόλου 3-5 και Αδριανού 64 στην Πλάκα και εί-ναι κηρυγμένο ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 19851.

Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του δεν είναι εξακριβωμένη. Στο σιδερένιο ημικυκλικό φεγγίτη άνωθεν της εισόδου από την οδό Αιόλου σώζεται η χρονολογία 1837. Ωστόσο υπάρχει αναγγελία στις εφημερίδες για τη λειτουργία του ήδη από το έτος 18352. Σε κάθε πε-ρίπτωση το κτίριο θα κτίστηκε μετά το 1832, καθώς δεν αποτυπώνεται στους χάρτες των Κλεάνθους-Schaubert

(1831-1832), ενώ αντιθέτως δηλώνεται στους χάρτες των Stauffert-Schaubert (1836) και του Stauffert του 1836-1837, και σίγουρα η ανέγερσή του θα συνδυάστηκε με τη διάνοιξη και διαπλάτυνση της οδού Αιόλου στο σημείο αυτό3. Το βέβαιο είναι ότι το κτίριο βρισκόταν στη θέση αυτή το 1842, όταν και ιδιοκτήτης του ήταν ο λοχαγός του μηχανικού Ι. Γενίσαρλης, είναι άγνωστο όμως μέχρι πότε λειτουργούσε ως ξενοδοχείο4.

Η επιλογή της θέσης δεν ήταν τυχαία εάν συνυπολο-γίσουμε δύο παράγοντες, πρώτον ότι ήταν κοντά στην τότε κεντρική αγορά της πόλης και δεύτερον ότι από τα μέσα του 19ου αιώνα και εξής η οδός Αιόλου ήταν το επίκεντρο κάθε οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητας5. Πιστεύεται επί-σης ότι η άφιξη του βασιλιά Όθωνα στη νέα πρωτεύουσα

Η Ρωμαϊκή Αγορά και η Βιβλιοθήκη του Αδριανού είναι δύο από τα σημαντικότερα μνημεία της ρω-μαϊκής περιόδου στην Αθήνα. Οι ανασκαφικές έρευνες στους δύο χώρους ξεκίνησαν από τα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίζονται περιοδικά έως και σήμερα από την Αρχαιολογική Υπηρεσία (εικ. 1). Έχοντας την τύχη ή την ατυχία να βρίσκονται ενταγμένοι μέσα στον πολεοδομικό ιστό της σύγχρο-νης πόλης, μεγάλα τμήματα των μνημείων βρίσκονται έως και σήμερα στα υπόγεια των κτιρίων της Πλάκας ή παραμένουν ανεξερεύνητα. Σταχυολογώντας τα ευρήματα των τελευταίων περίπου δέκα ετών, παρουσιάζω εδώ τα αποτελέσματα των σημαντικότερων ανασκαφικών ερευνών στα μνημεία και στον περιβάλλοντα χώρο αυτών.

ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ, ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Στην κ. Άλκηστη Σπετσιέρη-Χωρέμη

Δημήτρης Σούρλας Αρχαιολόγος Α’ ΕΠΚΑ

150

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

1. Γενικό τοπογραφικό σχέδιο της περιοχής και των μνημείων όπου σημειώνονται οι θέσεις των ερευνών (Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

1

151

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

6 Μπίρης 2010, 142.7 Για τα ευρήματα αυτά βλ. Σούρλας 2008, 99-114 και Σπετσιέρη-Χωρέμη – Τιγγινάγκα 2008, 115-131.8 Όλες οι μετρήσεις έχουν γίνει με απόλυτο σταθερό το +0,00μ. του εσωτερικού περιστυλίου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού.

δημιούργησε την ανάγκη για κατάλληλο χώρο διαμονής των επισήμων επισκεπτών σε αυτήν, που μέχρι τότε ήταν υποχρεωμένοι να διαμένουν σε ανατολίτικα χάνια.

Το κτίριο μέχρι τη δεκαετία του 1980 διατηρούσε ορισμένα στοιχεία από την αρχική του μορφή, ενώ σήμε-ρα έχει παραμορφωθεί εξαιτίας των διαρκών επεμβάσεων σε αυτό6.

Η ΝΑ γωνία της Βιβλιοθήκης του ΑδριανούΟι εργασίες αποκατάστασης του κτιρίου από τον σημερινό φερόμενο ιδιοκτήτη “ΠΑΡΘΕΝΩΝ Α.Ε.”, άρχισαν το έτος 2008 με την επισκευή των δομικών μερών του κτιρίου και σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη του ΚΣΝΜ. Ο χώρος που καταλαμβάνει το κτίριο “Αίολος” δεν είχε ερευνηθεί ποτέ στο παρελθόν ανασκαφικά. Ορισμένα κατάλοιπα ήταν ορατά μόνο στα βόρεια υπόγεια του κτιρίου, στα οποία επι-κεντρώθηκε η έρευνα της Α΄ ΕΠΚΑ. Μικρότερες ανασκαφι-κές τομές διενεργήθηκαν και στα νότια υπόγεια του κτιρίου χωρίς τα αναμενόμενα δυστυχώς αποτελέσματα. Οι ανα-σκαφικές έρευνες άρχισαν τον Ιούνιο του 2010.

Όπως είναι προφανές από το τοπογραφικό σχέδιο, το κτίριο συνολικής έκτασης 458,50 τ.μ. έχει κτιστεί πάνω στα κατάλοιπα της ΒΑ γωνίας της Ρωμαϊκής Αγοράς και της

ΝΑ γωνίας της Βιβλιοθήκης του Αδριανού αντίστοιχα. Στη δυτική του πλευρά συνορεύει με τον Αρχαιολογικό Χώρο “Καλάμια”, όπου έπειτα από τις έρευνες των τελευταίων ετών στο πλαίσιο της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων, έχουν αποκαλυφθεί και είναι πλέον ορατά, τα κατάλοιπα της Ρωμαϊκής Αγοράς και της Βιβλιοθήκης του Αδριανού7.

Μετά την αποξήλωση των σύγχρονων δαπέ-δων, αποκαλύφθηκε μεγάλο τμήμα του νότιου τοίχου-περιβόλου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, ο οποίος σώ-ζεται σε ύψος περίπου τεσσάρων δόμων (μέση διάσταση λιθοπλίνθου 1,65 x 0,65 x 0,80μ.) και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση σε μήκος περίπου 12μ. στον άξονα Δυτι-κά προς Ανατολικά σε απόλυτο ύψος +2,205μ.8 (εικ. 2-3).

Επίσης σε πολύ καλή κατάσταση σώζεται το τμή-μα του ανατολικού τοίχου-περιβόλου της Βιβλιοθήκης Αδριανού που αποκαλύφθηκε στο πρώτο από ανατολικά διαμέρισμα του υπογείου του κτιρίου, σε απόλυτο ύψος +1,885μ. (εικ. 4). Σώζεται σε μήκος 6,50 περίπου μέτρων και σε ύψος περίπου τριών δόμων. Πρόκειται ουσιαστικά για ολόκληρη τη ΝΑ γωνία της Βιβλιοθήκης του Αδρια-νού, η οποία διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση και σε ικανοποιητικό ύψος. Είναι δομημένη από κατά χώραν πολύ επιμελώς ειργασμένες λιθοπλίνθους από ακτίτη

2

2. Αποτύπωση ανασκαφής βορείων διαμερισμάτων του Ξενοδοχείου “Αίολος” (Σχέδιο Π. Νίκα – Π. Αναστασάκου, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

152

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

9 Βλ. Ορλάνδος 1958, 248 σημ. 2. Σύμφωνα με τον Μπούρα (1971, 163), οι τοιχοδομίες με τη λάξευση αυτή ανάγονται στα προη-γούμενα της ελληνικής αρχιτεκτονικής, το οποίο με την αλλαγή της κλίμακας και της αντιθέσεως τονίζει το μνημειώδες ύφος και συνδέεται με την πρόθεση ανάδειξης του αυτοκρατορικού μεγαλείου. Όμοια λάξευση διαθέτουν και οι λίθοι της νότιας πλευράς, αλλά είναι μικρότερου εξαρματικού αναγλύφου.

10 Η εφαρμογή των λιθοπλίνθων επιτυγχάνεται με την τέλεια λάξευση και επαφή των οριζόντιων και κατακόρυφων επιφανειών. Οι σύνδεσμοι μορφής Π, τοποθετούνται σε μικρή απόσταση από την εσωτερική παρειά των πωρολίθων, ενώ οι γόμφοι αποτελούνται από τετράγωνης διατομής σιδηρά στοιχεία, όλα καλυμμένα με χυτό μολύβι. Οι λίθοι φέρουν στην άνω επιφάνεια τους “καμπάνα” για τη μεταφορά και τοποθέτηση τους.

11 Ίσως το τμήμα του τοίχου αυτού να αποτελεί το μοναδικό σωζόμενο στοιχείο από το μικρό αμφιθέατρο (auditorium), που θα πρέπει να υπήρχε στη ΝΑ γωνία της Βιβλιοθήκης κατά αναλογία με αυτό της ΒΑ γωνίας αν και δεν αποκλείεται να μην είχε δεύτερο αμφιθέατρο. Για το ΒΑ αμφιθέατρο και τη σχεδιαστική του αποκατάσταση βλ. Κνιθάκης – Συμβουλίδου 1969, 107-117. Προσφάτως επαναδιατυπώ-θηκε η παλαιότερη άποψη του Sisson (1929, 62) σύμφωνα με την οποία τα αμφιθέατρα στη Βιβλιοθήκη ήταν μεταγενέστερες προσθή-κες στο κτίριο, ενδεχομένως της εποχής του Ερκουλίου, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με επιφύλαξη, βλ. Caruso 2013, 170-171.

12 Πρβλ. σχετ. Τσονιώτης 2008, 59-61.13 Ο δεύτερος κίονας είναι όμοιος με τους κίονες του προπύλου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού αλλά είναι πολύ μικρότερης κλίμακας.

λίθο, με εκείνες του ανατολικού τοίχου να είναι μεγαλύ-τερου μεγέθους (1,50 x 1,06 x 0,90μ.). Η εξωτερική επι-φάνειά τους, κατ’ αναλογίαν προς το ορατό τμήμα του περιβόλου στον Αρχαιολογικό Χώρο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, διαθέτει χονδρολαξευμένες κυφώσεις, το λεγόμενο “αγροτικό” ή rustico9. Στην άνω επιφάνεια

πολλών εκ των λίθων και των δύο πλευρών διατηρού-νται κατά χώραν οι σιδερένιοι σύνδεσμοι με τις μολυβδο-χοήσεις αλλά και όλα τα ίχνη των συνδέσμων, γόμφων και των μοχλοβοθρίων10.

Το Υστερορρωμαϊκό ΤείχοςΣε επαφή με τον ανατολικό τοίχο-περίβολο της Βιβλιο-θήκης του Αδριανού και σε όλο το μήκος του, βρέθηκε τοίχος πλάτους περίπου 0,70μ., δομημένος από λίθους και κονίαμα, εν είδει opus incertum, (σε από λυτο ύψος

+1,73μ)11. Σε επαφή με αυτόν και προς τα δυτικά απο-καλύφθηκε, (σε απόλυτο ύψος +1,28μ.), στρώμα ικανού πάχους που αποτελείται από λίθους, τεμάχια μαρμάρων και θραυσμένων αρχιτεκτονικών μελών και ορθομαρ-μαρώσεων, εντός κονιάματος και χώματος, που, αναμ-φίβολα είναι ο πυρήνας του λεγόμενου Υστερορρωμαϊ-

κού Τείχους. Ανάλογης μορφής είναι και ο πυρήνας του τείχους που βρέθηκε κατά τις ανασκαφές στην πρόσοψη της Βιβλιοθήκης του Αδριανού12. Το πλάτος του γεμίσμα-τος κυμαίνεται από 1,50-1,80μ. και ακολουθεί τον άξονα βορρά-νότου. Στο άνω άκρο του γεμίσματος βρέθηκαν εντός ορύγματος που διανοίχθηκε στον πυρήνα κατά τους χρόνους κατασκευής του κτιρίου, δύο τμήματα μαρμά-ρινων κιόνων, ενός αρράβδωτου από υμήττιο μάρμαρο σωζόμενου ύψους περίπου 1,61μ. και διαμέτρου 0,54μ. και ενός με ανάγλυφες ραβδώσεις από λευκό μάρμαρο σωζόμενου ύψους 1,50μ. και διαμέτρου 0,50μ.13

4. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Όψη Ανατολικού τοίχου-περιβόλου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

3. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Νότιος τοίχος-περίβολος Βιβλιοθήκης του Αδριανού (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

4

3

153

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

14 Η ανασκαφή του πηγαδιού μέχρι του σημείου εκείνου δεν απέδωσε σπουδαία ευρήματα καθώς τα ανώτερά του στρώματα ήταν πλήρη λίθων αργών και τα κατώτερα γεμάτα λίθους, πλίνθους και κεράμους.

15 Camp McKesson 1977, 142-143, ο οποίος όμως τα χρονολογεί μετά το τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ. μέχρι και τους ελληνι-στικούς χρόνους.

16 Vitruvius, De Architectura V, 10· Adam 1999, 266-267.17 Α. Σπετσιέρη-Χωρέμη, ΑΔ 51 (1996): Χρονικά, 31· Γ. Κνιθάκης – Ι. Τιγγινάγκα, ΑΔ 56-59 (2001-2004): Β1 Χρονικά, 189.18 Όπως έχει διαπιστωθεί, στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού έχουν χρησιμοποιηθεί ως τεκτονικά σύμβολα ελληνικά αριθμητικά σύμβολα

στις μαρμάρινες λιθοπλίνθους, κυρίως της πρόσοψης, και λατινικά αριθμητικά στις πώρινες λιθοπλίνθους· πρβλ. σχετικά Τιγγινάγκα 2008, 135. Οι λιθόπλινθοι μετά την αφαίρεση τους μεταφέρθηκαν στον γειτονικό Αρχαιολογικό Χώρο “Καλάμια”.

Τμήμα λουτρικού συγκροτήματοςΠρος τα δυτικά του πυρήνα του τείχους αποκαλύφθη-κε σε μεγαλύτερο βάθος (απόλυτο -0,28μ.), σκαμμένο εντός του φυσικού βράχου, πηγάδι με διαμορφωμένα τοιχώματα από πήλινους δακτυλίους. Η διάμετρός του είναι περίπου 0,92μ. και είναι διαμορφωμένο από τρία σώματα πήλινων δακτυλίων συνδεδεμένων μεταξύ τους με μολύβδινα ελάσματα. Κάθε στέλεχος του δακτυλίου φέρει ημικυκλικές οπές για την ανάρτηση τους, την τοπο-θέτηση αλλά και προς διευκόλυνση της επίσκεψής τους. Το εσωτερικό του φρέατος ανασκάφηκε έως το βάθος πε-ρίπου των 2μ. χωρίς να ολοκληρωθεί εξαιτίας των συνε-χώς αναβλυζόντων υδάτων14. Λόγω της μορφής του, της άρτιας κατασκευής του και βάσει των μέχρι σήμερα γνω-στών παραλλήλων, το φρέαρ μπορεί να χρονολογηθεί στον 4ο αιώνα π.Χ.15 Το στόμιο του φρέατος υπερυψώθη-κε σε μεταγενέστερους χρόνους, πιθανώς μετά τον 9ο μ.Χ. και μάλιστα διαμορφώθηκε και σύστημα υπερχείλισης, με πήλινους αγωγούς, προς γειτονικό μεγάλο κυκλικό όρυγμα–σιρό, σκαμμένο εντός του εδάφους.

Το φρέαρ οριοθετήθηκε κάποια χρονική περίοδο, πιθανότατα, βάσει των ανασκαφικών ευρημάτων, στους χρόνους της ύστερης αρχαιότητας, και στις τρείς πλευ-ρές του (βόρεια, νότια και δυτικά) από χαμηλά τοιχάρια. Σημαντικό είναι ότι το τοιχάριο που ορίζει το φρέαρ από βόρεια έχει κατασκευαστεί από τμήματα πλίνθων και ακέ-ραια τμήματα πήλινων δίσκων κτιστών κιονίσκων υπο-καύστων γνωστών ως pilae16.

Σε μικρή τομή που διενεργήθηκε στο σημείο αυτό, σε τμήμα του τοίχου της Βιβλιοθήκης διαπιστώθηκε ότι αυτός εδράζεται στον φυσικό βράχο. Κάθε λίθος έχει υποστεί την τελική του επεξεργασία κατά χώραν, όπως διαπιστώνεται από τα πάρα πολλά υπολείμματα λατύπης που βρέθηκαν. Τα στρώματα λατύπης εναλλάσσονταν με στρώμα φερτού κιμιλοχώματος· πρόκειται για μέθοδο που εφαρμοζόταν και σε άλλα σημεία της Βιβλιοθήκης με σκοπό την προστασία των λίθων από την υγρασία17.

Στο μεγαλύτερο σε διαστάσεις δυτικό διαμέρισμα του υπογείου, μετά την αφαίρεση των σύγχρονων δαπέ-δων, βρέθηκαν έμπροσθεν του τοίχου της Βιβλιοθήκης (βάθος +1,43μ.) πολλές καταπεσμένες λιθόπλινθοι ακέ-ραια σωζόμενες, μία εκ των οποίων σώζει τεκτονικό ση-μείο του λατινικού αριθμητικού συστήματος18.

Ολόκληρος ο χώρος που ορίζεται από τον τοίχο δυτικά του φρέατος, έχει καταληφθεί από εγκατάσταση πολύ μεγάλου μεγέθους. Βρέθηκαν συνολικά πέντε κτι-στοί πεσσοί με πλίνθους και ισχυρό κονίαμα εν είδει opus testaceum (εικ. 5). Είχαν κτιστεί στη σειρά, στην ίδια ευ-θεία, στον άξονα νότου-βορρά, αφήνοντας στα διάκενα

χώρους διαμορφωμένους σε επιμελημένες μικρές δεξα-μενές ή κόγχες, διαδρόμους και πιθανά διόδους καύσης. Το δάπεδο στον κεντρικό χώρο μεταξύ των πεσσών είχε καλυφθεί από πήλινες πλάκες, εκ των οποίων ένας μι-κρός μόνο αριθμός σώζεται κατά χώραν. Το δάπεδο αυτό καταστράφηκε σε κάποια αδιευκρίνιστη χρονική περίο-δο, όπως είναι προφανές από τα μεγάλα ορύγματα που έχουν αποκαλυφθεί στα νότια και τα βόρεια.

Στην ανώτερη επιφάνεια του τρίτου πεσσού βρί-σκονται σε απόλυτο ύψος +1, 74μ., ελάχιστα κατάλοιπα από τη γωνία ενός λεπτού τοιχίου δομημένου από πλίν-θους και κονίαμα, ενώ εξωτερικά αυτού, προς τα ανατο-λικά είναι ορατά τα –εν μέρει κτιστά εν μέρει χυτά– θε-μέλια του πεσσού. Στο σημείο αυτό, σε απόλυτο ύψος +0,28μ., αποκαλύφθηκε παρατοποθετημένη μαρμάρινη βάση ιωνικού κίονα με συμφυή πλίνθο, όμοιου τύπου με τις βάσεις του εσωτερικού περιστυλίου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού. Η βάση εδράζεται στο χώμα και δεν είναι σαφής η λειτουργία της στη θέση αυτή.

Ακριβώς στην άλλη πλευρά, προς τα νότια, και σε επαφή με τον πρώτο κτιστό πεσσό, βρέθηκε τμήμα κυκλι-κής δεξαμενής ή σιρού, στον οποίο απολήγει το πρόχειρο σύστημα υπερχείλισης των υδάτων από το παρακείμενο φρέαρ για το οποίο έχουμε ήδη κάνει λόγο. Η δεξαμενή-σιρός έχει διάμετρο 1μ. και είναι εν μέρει σκαμμένη στο έδαφος εν μέρει σε σκληρό στρώμα από χυτή υποδομή άγνωστης χρήσης. Ήταν γεμάτη από όστρακα μαγειρικών σκευών και από λίγα εφυαλωμένα όστρακα, των βυζα-ντινών και υστεροβυζαντινών χρόνων, οπότε και η χρήση της εγκαταλείφθηκε.

5. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Κατάλοιπα πιθανώς λουτρικής εγκατάστασης (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

5

154

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

19 Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση ότι ενώ στην ανασκαφή του Αιόλου και παρά την πληθώρα των ευρημάτων απουσιάζουν πλήρως τα θερμαντικά πηνία, που συνήθως βρίσκονται σε χώρους λουτρών, σε τομές για έργα κοινής ωφελείας που έγιναν στο παρελθόν αλλά και κατά το 2012 στην αρχή της οδού Αιόλου έξω από τον περίβολο του Μενδρεσέ, σε πολύ μικρή απόσταση από το κτίριο, βρέθηκαν πάρα πολλά σπαράγματα από πήλινες πλάκες για τη θέρμανση των τοίχων των λουτρών, γνωστές ως tegulae mammatae. Υπάρχει η πιθανότητα να προέρχονται από το ίδιο κτίριο.

20 Σπετσιέρη – Χωρέμη – Τιγγινάγκα 2008, 123-124.21 Γ. Κνιθάκης – Ι. Τιγγινάγκα, ΑΔ 56-59 (2001-2004): Β1 Χρονικά, 188-189.22 Σχετικά με τα δάπεδα εργασίας και τα ικριώματα επ’ αυτών, Adam 1999, 81-87, εικ. 180. Σύμφωνα με προφορική πληροφορία του

κ. Ch. Williams, όμοια έχουν βρεθεί και στο θέατρο της Κορίνθου. 23 Ο αγωγός είναι αρκετά απλός στη μορφή του. Έχει κατασκευαστεί από φύλλο μολυβιού το οποίο τυλίγεται γύρω από κάποιο

ξύλινο στέλεχος, και στη συνέχεια οι άκρες του αναδιπλώνονται και σφραγίζονται από χυτό μολύβι. Ομοίως οι συνδέσεις μεταξύ των στελεχών του αγωγού έχουν γίνει με την προσθήκη ενός δακτυλίου από χυτό μολύβι. Για τον τρόπο κατασκευής των αγωγών βλ. Vitruvius, De Architectura VIII, 6,4· Frontinus, De Aquaeductu I, 25· Hodge 2002, 309-315. Για τους τύπους των μολύβδινων αγωγών βλ. Fassitelli 1972, passim.

24 Για τις επιγραφές στα τοιχώματα των μολύβδινων αγωγών βλ. Bruun 1991, 26-34· Bruun 2001, 51-63. 25 Pitsiri – Sourlas – Boyatzis – Golfomitsou – Karampotsos 2011 (υπό έκδοση). Η διαπίστωση αυτή που προέκυψε έπειτα από τη

μεθοδική ανάλυση του υλικού, είναι ιδιαιτέρως σημαντική καθώς υπάρχει η άποψη, βασιζόμενη στη μαρτυρία του Παυσανία (Ι.1), ότι τα μεταλλεία του Λαυρίου δεν λειτουργούσαν τον δεύτερο αιώνα μ.Χ. Αυτή είναι για πολλούς η αιτία του μικρού αριθμού των μολύβδινων αγωγών στην Αθήνα κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, βλ. Leigh 1998, 189-190, όπου και η συζήτηση για το θέμα. Σύμφωνα ωστόσο με τις έρευνες των τελευταίων ετών, που επιβεβαιώνονται με ένα τρόπο και από το εύρημα στον “Αίολο”, τα μεταλλεία

Η ερμηνεία του χώρου είναι ιδιαιτέρως δύσκολη. Το πιθανότερο είναι να πρόκειται για τα υπόγεια διαμε-ρίσματα ενός μεγάλου κτίσματος, του οποίου οι πεσσοί συγκρατούσαν τον άνω όροφο. Ο εντοπισμός του σκεπα-στού εν είδει αγωγού χώρου με τη στάχτη και τα ίχνη καύ-σης, σε συσχετισμό με τα επαναχρησιμοποιημένα πήλινα στελέχη κτιστών κιονίσκων υποκαύστων, καθιστά πιθανή την ταύτιση του χώρου με τμήμα λουτρικού συγκροτή-ματος19. Τα κεραμικά ευρήματα, εκτός του ότι απέδειξαν εκτεταμένες παρεμβάσεις κατά τους βυζαντινούς και μετα-βυζαντινούς χρόνους, μαρτυρούν χρονολόγηση αρχικής κατασκευής μεταξύ του 4ου και του 6ου αιώνα μ.Χ., και οπωσδήποτε όχι μετά από αυτόν.

Τα ευρήματα αυτά θα πρέπει να συνεξεταστούν με αυτά που είχαν βρεθεί στον γειτονικό Αρχαιολογικό Χώρο “Καλάμια”, στο εσωτερικό της ημικυκλικής κόγχης του νο-τίου περιβόλου της Βιβλιοθήκης, όπου τον 5ο ή 6ο αιώνα μ.Χ. είχε διαμορφωθεί ένας χώρος με μεγάλες στεγασμέ-νες δεξαμενές20. Όπως έχει διαπιστωθεί ανασκαφικά, στις κόγχες και στους ορθογώνιους “οίκους” του περιβόλου της Βιβλιοθήκης είχαν κατά τους χρόνους της ύστερης αρ-χαιότητας κτιστεί εγκαταστάσεις διαφόρων χρήσεων, όπως κεραμικοί κλίβανοι και δεξαμενές, που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της συρρικνωμένης εντός του Υστερορρωμαϊκού Τείχους πόλης21. Δεν είναι απίθανο στη θέση αυτή να υπήρ-χε ένα μεγάλο λουτρικό κτίριο, τα κατάλοιπα του οποίου αποκαλύφθηκαν εντός των υπογείων του “Αιόλου”.

Δάπεδο εργασίας και μολύβδινος αγωγόςΠαράλληλα ερευνήθηκαν τα σημεία εκτός του περιβόλου της Βιβλιοθήκης. Πρώτα στο δυτικό διαμέρισμα, όπου μετά την αφαίρεση επιχώσεων, αποκαλύφθηκαν τα εξής: σε απόλυτο ύψος +0,40μ. και σε όλο το αποκαλυφθέν μήκος του νοτίου τοίχου-περιβόλου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, βρέθηκε στρώση πάχους περίπου 0,10μ. από πολύ σκληρό υδατοστεγές κονίαμα (εικ. 6). Η στρώση αυτή πλάτους περίπου 1,45μ. έχει έντονη κλίση προς τα βόρεια, προς τον τοίχο δηλαδή της Βιβλιοθήκης χωρίς όμως να εφάπτεται με αυτόν καθώς μεταξύ τους ανοίγεται τάφρος περίπου 0,20μ. Κατά διαστήματα στο νότιο πέρας του διαμορφώνονται ορθογώνια ανοίγματα, διαστάσεων

περίπου 0,25 x 0,20μ. Πρόκειται για δάπεδο εργασίας, machinae scansoriae, κατά την περίοδο ανέγερσης της Βιβλιοθήκης, του οποίου οι οπές χρησίμευσαν για την ένθεση των πασσάλων των ικριωμάτων. Η τάφρος μετα-ξύ του δαπέδου και του τοίχου ήταν πλήρης λατύπης, φαίνεται δε ότι, υποβοηθούμενη από την έντονη κλίση, χρησίμευε για τη συγκέντρωση της λατύπης. Ανάλογο εύρημα δεν έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα στη Βιβλι-οθήκη, αν και βεβαίως είναι η πρώτη φορά που δίνεται η δυνατότητα ανασκαφής των εξωτερικών παρειών του περιβόλου αυτής22. Πάνω στο δυτικό τμήμα του δαπέδου εργασίας αποκαλύφθηκαν στελέχη μολύβδινου αγωγού ύδρευσης, σε απόλυτο ύψος +0,52μ. Συνολικά εντοπί-στηκαν δύο ακέραια σωζόμενα στελέχη, και σπαράγματα από δύο ακόμη, συνολικού μήκους περίπου 1,50μ.23 Ο αγωγός πατά πάνω σε στρώση χώματος. Δεν σώζονται ίχνη επιγραφών στα τοιχώματά τους αλλά από τον τύπο και τη μορφή τους πρέπει να χρονολογούνται μετά τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ.24 Από αναλύσεις που έγιναν στο μέταλλο διαπιστώθηκε ότι κατά πάσα πιθανότητα προέρ-χεται από τα μεταλλεία του Λαυρίου25.

6. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Άποψη του χώρου εκτός νοτίου τοίχου-περιβόλου Βιβλιοθήκης του Αδριανού. Διακρίνονται το δάπεδο εργασίας με τις οπές για τη στήριξη των ικριωμάτων και τα στελέχη του μολύβδινου αγωγού (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

6

155

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

συνέχιζαν να παράγουν άργυρο και μόλυβδο σε πολύ μικρότερες ποσότητες, περισσότερο μέσω της συγκαμίνευσης των σκωρίων και των εκβολάδων και λιγότερο με την εξόρυξη μεταλλευμάτων, μέχρι και τον 6ο αιώνα μ.Χ., βλ. σχετικά την μαρτυρία στα Γεωγρα-φικά του Στράβωνα (Θ΄. Ι.23) και Κονοφάγος 1980, 122-123· Σαλλιώρα-Οικονομάκου 2002, 8.

26 Σούρλας 2008, 105-107.27 Camp McKesson 1991, 109-110.28 Για τους μολύβδινους αγωγούς που έχουν βρεθεί στην Αρχαία Αγορά βλ. Camp McKesson 2007, 640, εικ. 2 & 15.29 Σύμφωνα με τις τελευταίες ανασκαφές στην περιοχή το πλάτος της οδού δεν ξεπερνούσε τα 10μ., που ήταν και η απόσταση μεταξύ

των δύο ρωμαϊκών μνημείων. Για την αρχαία διαδρομή βλ. Τραυλός 1960, 105, πίν. 60. Για τις ανασκαφές στο λεγόμενο “Πάνθεον” ή “Πανελλήνιον”, βλ. Παπαστόλου 1968, 19-20· Δοντάς 1968, 221-224· Γ. Δοντάς, ΑΔ 24 (1969): Β1 Χρονικά, 19-23· Κόκκου 1970, 159-161· Travlos 1971, 439-443· Costaki 2006, v. 25, 289-290· Ficuciello 2008, 80-81. Για τις τελευταίες ανασκαφές στην περιοχή βλ. Σούρλας 2008, 106. Για τη στενή σύνδεση των οδών και των συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης στην Αθήνα βλ. Costaki 2006, 77-81· Κωστάκη 2009, 104-106.

Ο αγωγός είχε τοποθετηθεί εντός ημικυκλικού ορύγματος που είχε διανοιχτεί στο έδαφος, οπωσδήποτε μετά την κατασκευή της Βιβλιοθήκης, μεταφέροντας νερό υπό πίεση σε κάποιο άγνωστο γειτονικό δημόσιο ή ιδιω-τικό οικοδόμημα ή ακόμη και κρήνη. Το όρυγμα αυτό στη συνέχεια καλύφθηκε με χώμα και πυκνό στρώμα πλίν-θων και κεράμων, που περιείχε πολύ μεγάλη ποσότητα κεραμικής ύστερων ελληνιστικών, πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων καθώς και πληθώρα σπαραγμάτων τοιχογραφι-ών. Γνωρίζουμε ότι ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν οι επι-χώσεις στη βόρεια πλευρά της Ρωμαϊκής Αγοράς, όπου μεταφέρθηκαν υλικά πιθανότατα από μέρη της πόλης με σκοπό την ανύψωση των επιπέδων και την οικοδόμηση τελικά του μνημείου26. Δεν είναι απίθανο λοιπόν στην πε-ρίπτωση αυτή να έχουν μεταφερθεί τα υλικά από τη γει-τονική Αγορά, όταν και θα απομακρύνθηκαν έπειτα από κάποια επέμβαση την περίοδο αυτή.

Μέχρι σήμερα πολύ λίγα ήταν τα παραδείγματα μολύβδινων αγωγών της ρωμαϊκής περιόδου από την Αθήνα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την άποψη ότι οι αγωγοί της ίδιας της Ρώμης ήταν ως επί το πλείστον κατασκευασμένοι από μολύβι, οδήγησε τον Camp να διατυπώσει την άποψη ότι οι υδραυλικές εγκαταστάσεις του είδους που έχουν βρεθεί στην Αθήνα, υποδεικνύουν προέλευση από και κατασκευή στην ίδια τη Ρώμη27. Το τμήμα του αγωγού στον Αίολο, που είναι και το μοναδικό του τύπου που έχει βρεθεί στην ευρύτερη περιοχή της Ρωμαϊκής Αγοράς και της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, καθώς και τα δυο νέα μεγάλα τμήματα μολύβδινων αγωγών που έχουν βρεθεί στις πρόσφατες ανασκα-φές της Αμερικανικής Σχολής στην Αρχαία Αγορά, μας υποχρεώνουν να επανεξετάσουμε αυτή την άπο-ψη, αν και ο αριθμός των μολύβδινων αγωγών αυ-τοκρατορικών χρόνων που έχουν βρεθεί στη Αθήνα εν συγκρίσει με αυτόν των άλλων πόλεων της ίδιας περιόδου εξακολουθεί να είναι πολύ μικρός28.

Η ύπαρξη του αγωγού υποδεικνύει την πιθα-νότητα διέλευσης παραπλεύρως κάποιας αρχαίας οδού· πράγματι στο σημείο αυτό, που βρίσκεται εκτός της Βιβλιοθήκης και μεταξύ αυτής και της Ρωμαϊκής Αγοράς, διήρχετο αρχαιοτάτη οδός, η οποία την εποχή αυτή οδηγούσε στο λεγόμενο “Πάνθεον” ή “Πανελ-λήνιον”29. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, σε μικρή απόσταση από τον αγωγό και το υποκείμενο δάπεδο εργασίας, αποκαλύφθηκαν τμήματα οδοστρωμάτων, μεγίστων σωζόμενων διαστάσεων 1,50 x 0,60μ. και πάχους 0,65μ., αποτελούμενα από πατημένο σκληρό

χώμα και μικρούς λίθους σε στρώσεις, που μαρτυρούν ενδεχόμενες επισκευές κατά την πάροδο των ετών.

Τμήματα του δαπέδου εργασίας, σπαράγματα του αγωγού και των οδοστρωμάτων βρέθηκαν και στο νότιο γειτονικό διαμέρισμα όπου συνεχίστηκε η έρευνα σε από-λυτο ύψος +1,78μ. Όλα τα παραπάνω ωστόσο καταστρά-φηκαν σε κάποια συγκεκριμένη περίσταση με σκοπό την οικοδόμηση κατασκευής, η οποία αποτελεί ίσως ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της ανασκαφής.

Τμήμα Πύλης του Υστερορρωμαϊκού ΤείχουςΣυγκεκριμένα, αποκαλύφθηκε τμήμα ενός πολύ ισχυρού οικοδομήματος χτισμένου εξ ολοκλήρου από μεγάλα αρ-χιτεκτονικά μαρμάρινα μέλη και πολλά μονόλιθα ενεπίγρα-φα βάθρα (εικ. 7). Οι διαστάσεις του είναι 3,70 x 2μ. χωρίς να έχει αποκαλυφθεί πλήρως το ακριβές πλάτος του, κα-θώς συνεχίζεται κάτω από τον νότιο τοίχο του σύγχρονου κτιρίου. Το αποκαλυφθέν του ύψος είναι περίπου 1,40μ.

Τα μέλη και τα βάθρα έχουν τοποθετηθεί με συνε-κτικότητα και λογική, με την προσθήκη ισχυρού κονιάμα-τος, θραυσμάτων πλίνθων, κεράμων και μικρότερων λί-θων και μαρμάρινων μελών, όπου αυτό ήταν απαραίτητο για τη σφράγιση των διάκενων μεταξύ των μεγάλων με-λών. Μέχρι στιγμής έχουν εντοπιστεί πάνω από δεκαπέ-ντε ενεπίγραφα βάθρα, τα οποία βάσει της μορφής τους, της μορφής των γραμμάτων αλλά και του περιεχομένου,

7. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Άποψη του πυλώνα της Πύλης του Υστερορρωμαϊκού Τείχους (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

7

156

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

30 Γενικά για τoν τύπο των βάθρων αυτών βλ. Højte 2005, 27-33. Όπως έχει παρατηρηθεί κατά τις ανασκαφές του τείχους στην Αρχαία Αγορά, τα εντοιχισμένα μέλη προέρχονταν από γειτονικά διαλυμένα αρχαία μνημεία. Δεδομένου αυτού αλλά και συνυπολογίζοντας τον μεγάλο τους όγκο και βάρος, τη σχεδόν άριστη κατάσταση διατήρησης αλλά και τα αρχιτεκτονικά μέλη που έχουν εντοιχιστεί στον πυλώνα της Πύλης, όπως επιστύλια τμήματα κορινθιακών κιονοκράνων και σπαραγμάτων αρράβδωτων κιόνων από φρύγιο λίθο που πιθανά να προέρχονται από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού, τότε θεωρούμε ότι και η αρχική θέση των βάθρων ήταν η Βιβλιοθήκη του Αδριανού, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα να προέρχονται από τη γειτονική Ρωμαϊκή Αγορά ή από το λεγόμενο “Πάνθεον” ή “ Πανελλήνιον”.

31 Για τη λατρεία του θεοποιημένου αυτοκράτορα Νέρωνα ως Νέου Απόλλωνα στην Αθήνα, βλ. Graindor 1931, 16, 115· Smallwood 1984, 52-53· Kantirea 2007, 97-98· Schmalz 2009, 122-124.

32 IG II2 4217· Loriot 1996, 221-228· Hermann - Malay 2003, 1-4· Σταϊνχάουερ 2008, 198-201.33 Η ταύτισή του προκύπτει από τις ομοιότητές του με τα γνωστά τμήματα του λεγόμενου υστερορρωμαϊκού τείχους, όπου κατά περι-

πτώσεις είχαν χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό ενεπίγραφα μνημεία, αλλά και από τη μεθοδολογία δόμησης (κονιάματα κ.λπ.). Η ταύτιση του ευρήματος με τον βόρειο πυλώνα της πύλης, πέραν των άλλων προκύπτει και από τον σχεδιασμό της κατασκευής του καθώς είναι ευθυγραμμισμένη με τη γωνία της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και δεν εξέχει από αυτήν. Δεδομένου δε ότι όλοι οι γνω-στοί μέχρι σήμερα πύργοι του τείχους είχαν αρκετά μεγαλύτερες διαστάσεις, ήταν τετράγωνοι στην κάτοψη και κυρίως εξείχαν αυτού, αποκλείεται η αποκαλυφθείσα κατασκευή να είναι τμήμα πύργου. Γενικά για το λεγόμενο Υστερορρωμαϊκό Τείχος βλ. Τραυλός 1960, 125-129· Agora XXIV, 5-11· Travlos 1988, 125-141· Τσονιώτης 2008, 55-73· Μπούρας 2010, 29-46· Theocharaki 2011, 133-134. Για τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες του τείχους Travlos 1988, 126-127· Τσονιώτης 2008, 68. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς το τείχος χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 3ου αιώνα μ.Χ. επί αυτοκράτορος Πρόβου (276-282 μ.Χ.), βλ. Agora XXIV, 6, αν και έχει προταθεί η χρονολόγηση του στα χρόνια του Γαλιηνού (253-268 μ.Χ.), βλ. Armstrong 1987, 235-258· Branco 2006, 63-72, ή του Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.), βλ. Agora XXIV, 6, σημ. 40 (αν και η Franz θεωρεί ότι η κατασκευή του συνεχιζόταν μέχρι την περίοδο αυτή)· Sironen 1994, 21, σημ. 29 Διαφορετική είναι η άποψη μιας μερίδας Ιταλών ερευνητών, οι οποίοι χρονολογούν την κατασκευή του τείχους στα τέλη του 5ου - αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ. βλ. σχετικά Baldini-Lippolis 1995, 173-174· Greco 2002, 598· Baldini-Lipolis 2006, 295· Greco 2009, 217-220.

34 Τραυλός 1960, 128· Travlos 1988, 140, πίν. 5. Πρόσφατα στο θέμα επανήλθε ο Μπούρας (2010, 42-43, εικ. 15).35 Η μελέτη των ευρημάτων της ανασκαφής είναι σε εξέλιξη. Περισσότερες και ενδεχομένως ασφαλείς πληροφορίες θα μας δώσει η

μελέτη των λιγοστών ευρημάτων που συγκεντρώθηκαν από το εσωτερικό της κατασκευής, τα οποία σε μια πρώτη εκτίμηση χρονο-λογούνται την ίδια περίοδο. Πέραν τούτου είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η συντριπτική πλειονότητα των ενεπίγραφων βάθρων χρονολογείται περί τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. Επί πλέον η άριστη κατάσταση διατήρησής τους μαρτυρά ότι δεν παρέμειναν επί αρκετό χρονικό διάστημα εκτεθειμένα στα καιρικά φαινόμενα.

μπορούν να χρονολογηθούν στους ύστερους αυτοκρα-τορικούς χρόνους. Παραδείγματα των τύπων έχουν βρε-θεί σε διάφορους χώρους των Αθηνών, την Ακρόπολη, το Διονυσιακό Θέατρο, το Ολυμπίειο, την Αρχαία και τη Ρωμαϊκή Αγορά και στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού30. Οι διαστάσεις τους κυμαίνονται από 1,20 έως 1,30μ. ύψος και περίπου 0,40 έως 0,60μ. πλάτος και είναι λαξευμέ-να από ένα κομμάτι μαρμάρου. Στην άνω επιφάνειά τους όλα έφεραν αγάλματα ή χάλκινους αδριάντες, όπως μαρ-τυρούν οι οπές ένθεσης των πελμάτων τους. Στη μορφή τους τα βάθρα έχουν διαφοροποιήσεις, κυρίως στη δια-μόρφωση της επίστεψής τους, με κάποια από αυτά να φέ-ρουν μοναδικό ανάγλυφο διάκοσμο.

Στα βάθρα αναγράφονται τιμές που είχαν αποδοθεί σε αξιωματούχους και εξέχοντες πολίτες των Αθηνών αλλά και άλλων πόλεων της Ελλάδας. Με τα έως τώρα δεδομέ-να, όλες οι επιγραφές, πλην μιας, χρονολογούνται στον 3ο αιώνα μ.Χ. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η ενεπίγραφη επίστεψη βάθρου προς τιμήν του αυτοκράτορα Νέρωνα, ο οποίος μεταξύ των άλλων τιμάται ως νέος Απόλλων31.

Η σημαντικότερη από ιστορικής άποψης επιγραφή, είναι αυτή που αναφέρεται σε ένα ιδιαιτέρως προβεβλημέ-νο αξιωματούχο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας των αρχών του 3ου αιώνα μ.Χ. Στην εν λόγω δεκαεπτά στίχων επιγρα-φή, τιμάται ο Lucius Egnatius Victor Lollianus, consul suf-fectus, διοικητής της Βιθυνίας και του Πόντου, τρείς φορές ανθύπατος της Ασίας, και τελικώς, το 254 μ.Χ., praefectus urbanus της Ρώμης, ο οποίος μαρτυρείται σε ανάλογες τιμητικές επιγραφές που έχουν βρεθεί στην Ακρόπολη των Αθηνών, στη Βοιωτία, αλλά και σε πόλεις της Μικράς Ασίας, στις οποίες αναφέρεται ως ανθύπατος κατά τα έτη 244-247 μ.Χ.32 Τη μέριμνα για την τιμή προς το πρόσωπο

αυτό μαρτυρεί και η επιμελημένη χάραξη της επιγραφής, η ποιότητα της οποίας υπερέχει έναντι των άλλων. Εντυ-πωσιάζει το γεγονός ότι ένας τόσο εξέχων αξιωματούχος του ρωμαϊκού Imperium διετέλεσε Αρεοπαγίτης, και ότι τιμήθηκε όχι μόνο ως ρήτορας αλλά και ως επανορθωτής της Ελλάδος, σύμφωνα με το κείμενο της νέας επιγραφής. Το βάθρο αυτό αποτελεί δίχως άλλο ένα από τα σημα-ντικότερα επιγραφικά τεκμήρια για τους ύστερους αυτο-κρατορικούς χρόνους που έχει παραγάγει η αττική γη την τελευταία εικοσαετία, καθώς ο Λολλιανός ήταν εκ των ση-μαντικότερων αξιωματούχων της αυτοκρατορίας. Τα έτη 244-247 μ.Χ. αποτελούν και terminus post quem, για την κατασκευή στην οποία το βάθρο είχε ενσωματωθεί.

Αναμφίβολα η κατασκευή αυτή αποτελεί τμήμα του βόρειου πυλώνα μιας πύλης του Υστερορρωμαϊ-κού Τείχους της πόλης33. Ήδη από τη δεκαετία του 1960 ο Ι. Τραυλός είχε θεωρήσει ότι η πύλη του ανατολικού σκέλους του Τείχους πρέπει να τοποθετηθεί στο σημείο αυτό34 (εικ. 8). Αργότερα ο ίδιος την ονόμασε “η πύλη της Μεγάλης Παναγιάς” λόγω της εγγύτητάς της με τον φε-ρώνυμο Ναό στο κέντρο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού. Την ταύτιση επιβεβαιώνουν τόσο η μορφή, ο τρόπος δό-μησης με τη φροντισμένη επανάχρηση των μελών αλλά και η χρονολόγηση, βάση των επιγραφών και κυρίως αυ-τής προς τιμήν του Λολλιανού που μας παρέχει terminus post quem, τα έτη τα 244-247 μ.Χ. Επί πλέον, όπως δια-πιστώθηκε από την ανασκαφή στο κατεστραμμένο τμήμα του δαπέδου εργασίας και του μολύβδινου αγωγού στα δυτικά της πύλης, αυτό επιχώσθηκε περίπου τον 4ο μ.Χ. αιώνα, χρονολόγηση που γενικώς συμφωνεί με τη μέχρι σήμερα αποδεκτή χρονολόγηση της κατασκευής του Τεί-χους μετά το 267 μ.Χ.35

157

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

36 Η αποκάλυψη σε ανασκαφικές έρευνες κατά το 2008-2009 του νότιου ορθογώνιου οίκου του περιβόλου της Βιβλιοθήκης του Αδρι-ανού σε πολύ καλή κατάσταση διατήρησης και σε ικανοποιητικό ύψος καθιστά την προηγούμενη άποψη περί λιθολογήσεως του νοτίου περιβόλου της Βιβλιοθήκης, ο οποίος δεν είχε χρησιμοποιηθεί ως τμήμα του τείχους, ως μη απολύτως αποδεκτή. Το πιθανό-τερο είναι να υπήρχε μικρότερο άνοιγμα ή πυλίδα στον νότιο περίβολο που θα οδηγούσε από το πρόπυλο στην πύλη της Μεγάλης Παναγιάς. Την ίδια υπόθεση είχε διατυπώσει ο Τραυλός, σημειώνοντας δε ότι ο νότιος περίβολος θα είχε ενισχυθεί για την καλύτερη άμυνα, βλ. Travlos 1988, 136-137. Για το πρόβλημα της οδού διαμέσου του προπύλου της Βιβλιοθήκης βλ. Μπούρας 2010, 31, 42-44, σημ. 174. Για τα αποτελέσματα των ανασκαφών στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού βλ. Σούρλας 2008 (υπό έκδοση).

Η επιλογή της θέσης της Πύλης συνδέεται ανα-πόφευκτα με την κατεύθυνση του αρχαίου δρόμου, που οδηγούσε στο Πάνθεον ή Πανελλήνιον, τμήματα της οποίας όπως είδαμε αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές του Αιόλου. Η οδός, μικρότερου πλάτους κατά την περίοδο

αυτή, οδηγούσε στην εξωτερική πλευρά του τείχους και πιθανότατα να είχε συνδεθεί με το σκέλος που διέρχο-νταν από το πρόπυλο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού36.

Δυστυχώς το τμήμα που αποκαλύφθηκε είναι μι-κρό μόνο μέρος του βορείου πυλώνα της πύλης καθώς

8. Η πορεία του Υστερορρωμαϊκού Τείχους κατά Ι. Τραυλό (Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

8

158

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

37 Άξιο μνείας είναι ότι τα περισσότερα από τα σπαράγματα των γλυπτών που βρέθηκαν ανήκουν στην κατηγορία των έξεργων αναγλύ-φων του 2ου αιώνα μ.Χ., βλ. Despinis 2008, passim.

το νότιο σκέλος της, όπως και το ίδιο το άνοιγμά της βρί-σκονται κάτω από τα θεμέλια του “Αιόλου” και κάτω από την κεντρική είσοδο του κτιρίου προς την εσωτερική του αυλή, που είναι μάλλον αδύνατον να ανασκαφούν στο προσεχές μέλλον.

Η σημαντικότερη παρατήρηση είναι ότι τα κατά-λοιπα της Βιβλιοθήκης, του Τείχους, της πύλης και ίσως ορισμένων τμημάτων του Υστερορρωμαϊκού λουτρικού κτίσματος σωζόταν σε μεγαλύτερο ύψος και σε καλύτε-ρη κατάσταση, μέχρι την ανέγερση του κτιρίου μετά το 1832. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι λιθόπλινθοι που βρέθηκαν καταπεσμένες και προέρχονται από τους τοίχους της Βιβλιοθήκης ανήκουν σε υψηλότερους δό-μους και όχι σε αυτούς που σώζονται σήμερα. Επί πλέ-ον, από όλους τους τοίχους του σύγχρονου κτιρίου και των δύο ορόφων αποτοιχίστηκαν πολλά θραύσματα από ενεπίγραφα βάθρα αυτοκρατορικών χρόνων, ίδιας μορφής με αυτά που βρέθηκαν εντοιχισμένα στην πύλη του Υστερορρωμαϊκού Τείχους, όπως επίσης σπαράγμα-τα γλυπτών της ιδίας περιόδου και ένας σχεδόν ακέραιος μαρμάρινος Παναθηναϊκός αμφορέας (εικ. 9-10)37. Είναι πιθανόν λοιπόν να ταπεινώθηκε το σωζόμενο σκέλος της πύλης ή να αποξηλώθηκε το νότιο τμήμα που δεν έχουμε ανασκάψει και τα λίθινα μέλη να κατατεμαχίστηκαν και να επαναχρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό.

Άξιο αναφοράς είναι ότι οι δύο κλίμακες καθόδου στο εσωτερικό του υπογείου είχαν εξ ολοκλήρου κατα-

9. Σπαράγματα (α) γυναικείας καθήμενης ενδεδυμένης γυναικείας μορφής και (β) γυμνού ανδρικού κορμού, από έξεργα ανάγλυφα αυτοκρατορικών χρόνων, που βρέθηκαν στις ανασκαφές στο Ξενοδοχείο “Αίολος” (Λήψεις Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

10. Αποσπασματικά σωζόμενος μαρμάρινος Παναθηναϊκός αμφορέας, από τις ανασκαφές στο Ξενοδοχείο “Αίολος” (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

9α 9β

10

159

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

38 Τα ευρήματα αυτά έχουν μεταφερθεί στη Βιβλιοθήκη του Αδριανού.39 Σχετικά βλ. Σούρλας 2008, 110.40 Για τις ανασκαφές στο οθωμανικό ιεροσπουδαστήριο του 1721 (Μενδρεσές) αλλά και για το σκέλος του τείχους που σώζεται σε αυτό

βλ. Τσονιώτης 2008, 61-63· Μπούρας 2010, 30.

σκευαστεί από μαρμάρινα μέλη σε δεύτερη χρήση: με-ταξύ αυτών περιλαμβάνονται πλίνθος ένθεσης χάλκινου αγάλματος και δύο ενεπίγραφα μέλη, ένα υπερμέγεθες τμήμα ενεπίγραφης επίστεψης πεσσόμορφου μνημείου και μια πιθανώς επιτύμβια τράπεζα με τιμητική επιγραφή μεταγενέστερων χρόνων38.

Τα ευρήματα των δοκιμαστικών τομών στα νότια υπόγεια του «Αιόλου»Με σκοπό την αποκάλυψη πιθανών σωζόμενων καταλοί-πων της ΒΑ γωνίας της Ρωμαϊκής Αγοράς, διενεργήθηκαν ερευνητικές τομές και στα νότια υπόγεια του κτιρίου. Σύμ-φωνα με τα σχέδια του Τραυλού και τα πορίσματα των ανασκαφών των τελευταίων ετών, με βάση τα οποία το πλάτος της Ρωμαϊκής Αγοράς είναι 104μ.39, η γωνία του κτιρίου πρέπει να βρίσκεται στο σημείο αυτό.

Συνολικά διενεργήθησαν τρείς δοκιμαστικές το-μές, περίπου στο μέσο των διαμερισμάτων και προς τα δυτικά αλλά όχι πολύ κοντά στα θεμέλια του κτιρίου για λόγους ασφαλείας.

Παρά το μεγάλο βάθος των ανασκαφικών τομών δεν αποκαλύφθηκαν τμήματα της γωνίας της Ρωμαϊκής Αγοράς. Λογικά πρέπει να βρίσκεται μερικά μέτρα πιο δυτικά κάτω από τα θεμέλια του τοίχου του “Αιόλου” και πιθανά να σώζονται στο μέσον του αύλειου χώρου. Υπάρχει ωστόσο πάντα η πιθανότητα μέρη της να είχαν καταστραφεί. Λόγω των ιδιαίτερα υψηλών επιχώσεων στο σημείο αυτό αλλά και της εξέλιξης των εργασιών δεν διενεργήθησαν ανασκαφικές έρευνες στον αύλειο χώρο.

Στις δοκιμαστικές τομές αποκαλύφθηκαν σειρές μεγάλων πωρολιθικών δόμων, συνολικού μήκους πε-ρίπου 3,50μ., συνδεδεμένες μεταξύ τους με ισχυρό κο-νίαμα, κατά τόπους κουρασάνι (εικ. 11). Προς τα νότια η σειρά των πωρολίθων γωνιάζει προς τα ανατολικά, δηλαδή προς την οδό Αιόλου, διαμορφώνοντας έτσι έναν μικρό τετράγωνο χώρο. Τμήματα των δρομικών πωρολίθων, κυρίως του βορείου σκέλους (μήκος περί-που 1,50μ.) εδράζονται σε στρώση από μαρμάρινα μέλη σε δεύτερη χρήση, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν δύο μονόλιθα αποσπασματικά σωζόμενα ορθογώνια βάθρα, όμοιου τύπου με αυτά του εσωτερικού περιστυλίου της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, τμήματα αρράβδωτων κιό-νων από φρύγιο λίθο, που ενδεχομένως να προέρχονται από το εσωτερικό περιστύλιο της Βιβλιοθήκης καθώς και μικρότερα σπαράγματα ορθομαρμαρώσεων από σκυρια-νό μάρμαρο.

Ο τοίχος αυτός είχε υποστεί επεμβάσεις, καθώς τμήματά του είχαν αποξηλωθεί κατά τους μεταβυζαντι-νούς ή τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με τα κινητά ευρήματα. Την ίδια περίοδο χρονολογούνται τα πολλά οδοστρώματα που βρέθηκαν κατά μήκος της δυτικής παρειάς του.

Τα πρωιμότερα ευρήματα από τη θέση αυτή εί-ναι ένα σύνολο αγωγών και κτιστών φρεάτων, κάποιου οικοδομήματος προσαρτημένου στην εξωτερική πλευ-ρά του Τείχους, του οποίου δεν βρέθηκαν κατάλοιπα και μπορεί να χρονολογηθεί, βάσει της κεραμικής στον 3ο-4ο αιώνα μ.Χ.

Το πιθανότερο είναι ο αποκαλυφθείς τοίχος να αποτελεί τμήμα του νοτίου σκέλους του Υστερορρωμα-ϊκού Τείχους, το οποίο υπέστη μετατροπές και επεμβά-σεις κατά τους βυζαντινούς και υστερότερους χρόνους. Ο κλειστός διαμορφωμένος χώρος πιθανότατα να απο-τελούσε έναν πύργο ή κάποιο άλλο διαμέρισμα του Τείχους αν και τα ευρήματα και η μορφή του ομιλούν μάλλον για μια χρονικά υστερότερη επέμβαση. Το τμήμα αυτό της οχύρωσης βρίσκεται στον άξονα του σωζομένου σκέλους της που έχει βρεθεί εντός του γειτονικού Οθω-μανικού Μενδρεσέ40.

Έπειτα από την ολοκλήρωση των ανασκαφικών εργασιών, συντάχθηκε –σε συνεργασία με τους ιδιοκτή-

11. Ανασκαφή Ξενοδοχείου “Αίολος”: Η συνέχεια του Υστερορρωμαϊκού Τείχους προς τα νότια (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

11

160

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

τες– μελέτη η οποία εγκρίθηκε ομοφώνως από το ΚΑΣ. Σύμφωνα με αυτήν τα ευρήματα θα είναι πλήρως ορατά και επισκέψιμα στο κοινό, το οποίο θα έχει τη δυνατό-τητα να δει όλα τα σημεία μέσω γυάλινων γεφυρών και διαδρόμων που θα τοποθετηθούν σε επιλεγμένα σημεία.

Η ανασκαφή στο οικόπεδο Αδριανού 80 – Διογένους 3 Ακολουθώντας την πορεία του Υστερορρωμαϊκού Τεί-χους προς τα ανατολικά, σταματούμε στο οικόπεδο επί της οδού Διογένους 3. Εκεί το έτος 2007, έπειτα από σχετική αίτηση των φερόμενων ιδιοκτητών, ξεκίνησαν οι εργασίες καθαρισμού του, με σκοπό την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης και της τελικής οικοδόμησής του. Το οικόπεδο συνορεύει με το Αδριανού 78, ιδιοκτη-σίας ΥΠΠΟ, στο οποίο αποκαλύφθηκαν το 1968 σημαντι-κά υπολείμματα Αδριάνειου κτίσματος που ταυτίζεται με το Πάνθεον ή το Πανελλήνιον41.

Στο οικόπεδο αυτό, στο οποίο περιλαμβάνεται μια ερειπωμένη οικία με πρόσοψη επί της οδού Αδριανού, ένα ισόγειο κτίσμα με υπόγειο επί της οδού Διογένους όπου λειτουργούσε για πολλά χρόνια παραδοσιακό κα-

φενείο, είναι γνωστό ήδη από τη δεκαετία του 1920 ότι διατηρούνται σημαντικές αρχαιότητες.

Ο οχυρωματικός πύργος και η πύλη της Παναγιάς της Κρυσταλιώτισσας Μετά την απομάκρυνση πολύ μεγάλου όγκου απορ-ριμμάτων, βλάστησης και πολύ μικρής επίχωσης, ξανα-ήρθαν στο φως η ανατολική πλευρά ενός ορθογώνιου οχυρωματικού πύργου, ο οποίος συνδέεται με τον οχυ-ρωματικό περίβολο της πόλης, Ιουστινιάνειας περιόδου, σωζόμενου μήκους περίπου 7,50μ. (εικ. 12). Στο μέσο πε-ρίπου του τοίχους αποκαλύφθηκε η περίκοσμη μαρμάρι-νη πύλη, γνωστή μέχρι σήμερα μόνο από περιγραφές και σχέδια του 1920. Επίσης έπειτα από καθαρισμό και απο-μάκρυνση πολύ μεγάλου όγκου υλικών, διαπιστώθηκε ότι το καφενείο χρησιμοποιούσε ως αποθηκευτικό χώρο τα κατάλοιπα του μεταβυζαντινού ναού της Παναγιάς της Κρυσταλλιώτισσας42.

Συγκεκριμένα, ο ορθογώνιος οχυρωματικός πύρ-γος σώζεται σε ύψος περίπου 5μ. Η δυτική του πλευρά εδράζεται επί των θεμελίων του Αδριάνειου οικοδομή-ματος και είναι σήμερα πλήρως ορατός από το όμορο οικόπεδο Αδριανού 78. Η όψη του, η βόρεια πλευρά,

41 Για τις ανασκαφές στο λεγόμενο “Πάνθεον” ή “Πανελλήνιον”, βλ. ό.π. σημ. 29.42 Γενικά για τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα στο οικόπεδο αυτό (παλαιά οικία Αδριανού 26, ιδιοκτησίας Χαλκοκονδύλη),

βλ. Pittakys 1835, 130-131· Σωτηρίου 1920, 3-13· Σωτηρίου 1927, 28-30· Ξυγγόπουλος 1929, 106· Μπίρης 1940, αρ. 38· Γ. Δοντάς, ΑΔ 24 (1969): Β1 Χρονικά, 19-23· Agora XXIV, 140· Μπούρας 2010, 34, 43.

12. Αδριανού 80 - Διογένους 3: Φωτορρεαλιστική απεικόνιση των σωζόμενων ιστάμενων αρχαιοτήτων. Διακρίνεται ο τοίχος του “Πάνθεον”, ο Ιουστινιάνειος πύργος και η Πύλη, όπως και το τμήμα του τείχους της ίδιας περιόδου (Επεξεργασία Γ. Κρεμμυδιώτη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

12

161

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

εδράζεται και αυτή επί του θεμελίου του Αδριάνειου οι-κοδομήματος, είναι δομημένη με μεγάλες πώρινες και μαρμάρινες λιθοπλίνθους σε δεύτερη χρήση. Δεν είναι ορατή από την οδό Αδριανού καθώς καλύπτεται από την ερειπωμένη σήμερα οικία έμπροσθεν αυτής. Τμήμα της ανατολικής του πλευράς αποκαλύφθηκε κατά τις εργα-σίες καθαρισμού (εικ. 13), ενώ η οπίσθια, νότια πλευρά είναι σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένη. Άγνωστο σε ποια περίοδο, ο πύργος μετασκευάστηκε και χρησιμοποιήθη-κε για άλλους σκοπούς, αν κρίνουμε από τα ανοίγματα θυρών και παραθύρων που διατηρούνται άλλα ορατά, άλλα σφραγισμένα με αργολιθοδομές. Στην εσωτερική περίμετρο των τοίχων διατηρούνται ίχνη από πασσάλους στήριξης στέγης.

Αρκετά κατεστραμμένο είναι το σημείο ένωσης του πύργου με τον οχυρωματικό περίβολο. Το πλάτος του δεν

ξεπερνά το 1μ. και είναι δομημένος από πώρινες λιθοπλίν-θους με την παρεμβολή πλίνθων και μικρότερων λίθων και συνδετικού κονιάματος. Το συνολικό σωζόμενο μήκος του τείχους είναι περίπου 7,50μ. και το μέγιστο ύψος πε-ρίπου 3μ. Στο μέσον του τείχους ανοίγεται η κατάκοσμη μαρμάρινη πυλίδα, η οποία δεν αποκαλύφθηκε σε όλο το ύψος της (εικ. 14 α-β). Το κατώτερο τμήμα της είχε δι-αμορφωθεί σε νεότερους χρόνους σε κρήνη. Την ίδια πε-ρίοδο πιθανώς, το ανώτερο τμήμα της πύλης είχε κλειστεί με λιθοδομή χωρίς κονίαμα. Οι διαστάσεις της υπολογί-ζονται σε 1,98 x 2,50μ. περίπου. Βάσει του διακόσμου της η Πύλη, η οποία, για ευνόητους λόγους, έχει ονομαστεί Πύλη της Παναγιάς της Κρυσταλλιώτισσας, πρέπει να χρο-νολογηθεί στους χρόνους του Ιουστινιανού43.

Το τμήμα του τείχους ανατολικά της πύλης σώ-ζεται σε καλύτερη κατάσταση. Απολήγει στον εξωτερικό

43 Βλ. Σωτηρίου 1920, 12· Travlos 1988, 140· Η πύλη έχει χρονολογηθεί από ορισμένους τον 11ο αιώνα μ.Χ. και θεωρείται ότι διαμορ-φώθηκε στη θέση μιας προγενέστερης πύλης, βλ. Guidi 1921-1922, 36· Μπούρας 2010, 43, σημ. 179, όπου αναφέρει ωστόσο ότι η διακόσμησή της προδίδει αρχαιότερη περίοδο. Ο τύπος των ανάγλυφων ροδάκων, με κεντρικό κομβίο και τέσσερα πέταλα που συνήθως πλαισιώνουν σταυρό, βρίσκονται σε άλλα γλυπτά από την Αθήνα και τον ελλαδικό χώρο και χρονολογούνται στους πα-λαιοχριστιανικούς χρόνους, βλ. Sodini 1977, 439. Για τη χρήση του σταυρικού συμβόλου στις πύλες των τειχών και την επανάχρηση αρχαιότερων μελών σε αυτές, την περίοδο αυτή, βλ. Jacobs 2009, 202-205. Οι μαρμάρινες παραστάδες τις πύλης έχουν κατασκευ-αστεί από μέλη σε β΄ χρήση. Ένα εξ αυτών προέρχεται από κάλυμμα σαρκοφάγου ρωμαϊκών χρόνων με διακόσμηση ανάγλυφων λογχόσχημων φύλλων.

13. Αδριανού 80 - Διογένους 3: Άποψη της ανατολικής πλευράς του Ιουστινιάνειου πύργου (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

14. Αδριανού 80 - Διογένους 3: (α) Άποψη της μαρμάρινης πύλης του Ιουστινιάνειου Τείχους, (β) λεπτομέρεια του διακόσμου του υπέρθυρου (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

13 14α

14β

162

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

τοίχο της γειτονικής οικίας, όπου διακρίνονται ενσωμα-τωμένοι σε αυτόν μεγάλου μεγέθους λιθόπλινθοι. Πρό-κειται πιθανώς για τμήματα ενός δεύτερου οχυρωματικού πύργου, όπως παλαιά είχε διατυπωθεί44.

Ο ναός της Παναγιάς της ΚρυσταλιώτισσαςΝοτίως της πύλης, καθαρίστηκαν τα σωζόμενα μέρη του Ναού της Παναγιάς της Κρυσταλιώτισσας. Σε γενικά καλή κατάσταση διατηρείται το Ιερό και το πρόσκτισμα στα βό-ρεια, εκεί όπου εφάπτεται με το τείχος. Στο σημείο αυτό διατηρούνται μικρά σπαράγματα τοιχογραφιών με φυτικό διάκοσμο, πιθανώς μεταβυζαντινών χρόνων. Εντός της κόγχης βρίσκονται τοποθετημένα, εν είδει ιερής τράπεζας, αρχαία μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως βάσεις κιό-νων, κιονόκρανα και τμήματα κιόνων (εικ. 15). Το σημα-ντικότερο κινητό εύρημα είναι μαρμάρινο επίθημα δίλο-βου παραθύρου μεσοβυζαντινών χρόνων με ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο (ΠΛ 2501), το οποίο ίσως να προέρχεται από πρωιμότερο κτίσμα στην περιοχή του Ναού της Πα-ναγιάς της Κρυσταλιώτισσας45.

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, οι εργασίες περι-ορίστηκαν σε καθαρισμούς κυρίως απορριμμάτων και βλάστησης και όχι αποχωματώσεων και εκσκαφών, και επομένως δεν έχουμε περισσότερα στοιχεία για τη χρο-νολόγηση ή τη διαδοχή των φάσεων των κτισμάτων. Οι εργασίες στο οικόπεδο δεν ολοκληρώθηκαν αλλά είναι

απαραίτητο να συνεχιστούν καθώς η ενότητα των παρα-πάνω κτισμάτων που ανάγονται από τη ρωμαϊκή (Αδρι-άνειο κτίσμα), την ιουστινιάνεια (Τείχος και Πύργος), τη βυζαντινή (Πύλη και Ναός Παναγιάς Κρυσταλιώτισσας) έως και τη νεότερη περίοδο (παραδοσιακό καφενείο “ο Πλάτανος”, με πιθανή ανέγερσή του τις αρχές του 1920), συνθέτουν ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό παλίμψηστο της πόλης των Αθηνών.

Η ανασκαφή στη Ρωμαϊκή ΑγοράΤο πρόπυλο νότια των ΒεσπασιανώνΣε παλαιότερες αλλά και νεότερες μελέτες του ο Μ. Κορ-ρές, έχει διατυπώσει την άποψη ότι τα ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα στην ανατολική πλευρά της Ρωμαϊκής Αγοράς, νότια των Βεσπασιανών και σε μικρή απόσταση από το Ωρολόγιο του Κυρρήστου, αποτελούν τμήμα ενός προ-πύλου46 (εικ. 16). Ερμηνεύοντας τις αρχές σχεδιασμού των αρχαιοτέρων οδικών δικτύων γύρω από την Ακρό-πολη, συνδέει το πρόπυλο αυτό με την οδό που οδηγού-σε στη βόρεια πλευρά της πόλης, αντίθετα δηλαδή με την πρόσοψη του προπύλου. Λόγω δε των μορφολογικών στοιχείων των καταλοίπων, θεωρεί ότι το πρόπυλο ήταν ιωνικού ρυθμού47. Αποφεύγει να το αποδώσει σε κάποιο κτίριο ή συγκρότημα και θεωρεί ότι αυτό καταστράφηκε ή κατεδαφίστηκε την εποχή ανέγερσης του Ωρολογίου.

44 Σωτηρίου 1927, 30. Κατά τις εργασίες ανακαίνισης της γειτονικής οικίας επί της οδού Διογένους 5, το καλοκαίρι του 2012, αποκα-λύφθηκε στον βόρειο τοίχο της οικίας, τμήμα πιθανώς του τείχους χτισμένο με πώρινες λιθοπλίνθους και μικρότερους λίθους και πλίνθους στα διάκενα τους.

45 Για την άποψη αυτή βλ. Ξυγγόπουλος 1929, 106 ενώ αντίθετη άποψη έχει ο Μπούρας (2010, 43 σημ. 179).46 Κορρές 2009, 86-87. Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα είχαν θεωρηθεί ως μέρη μαρμάρινης εξέδρας, βλ. Travlos 1971, 282, σχ. 362, όπου

σημειώνεται στην κάτοψη του χώρου χωρίς να γίνεται ειδική αναφορά σε αυτά. Άγνωστη είναι επίσης η περίοδος που τα κατάλοιπα ανασκάφηκαν καθώς δεν υπάρχει αναφορά στις εκθέσεις από το έτος 1890 κ.εξ. Για την ιστορία των ανασκαφών στο χώρο της Ρωμα-ϊκής Αγοράς βλ. Hoff 1988, 73-86· Sourlas 2012, 119. Όπως διαπιστώθηκε ανασκαφικά ο χώρος είχε τμηματικά διερευνηθεί κάποια χρονική στιγμή μέσα στα τελευταία 20 με 30 έτη, χωρίς όμως να υπάρχει αναφορά για τις εργασίες αυτές.

47 Κορρές 2009, 87, σχ. 4.12.

15. Αδριανού 80 - Διογένους 3: Εσωτερικό Ναού Παναγιάς Κρυσταλιώτισσας (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

16. Ρωμαϊκή Αγορά: Άποψη του προπύλου από ΝΑ (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

15 16

163

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση του χώρου αλλά και των ίδιων των καταλοίπων τα δύο τελευταία έτη έγιναν σύντομες διερευνητικές τομές και καθαρισμοί από όπου προέκυψαν σημαντικά στοιχεία. Το κτίριο έχει συνολικές διαστάσεις 7,70 x 5,70μ. Διαιρείται σε δύο τμή-ματα βόρεια και νότια, με ενδιάμεσο ελεύθερο διάδρομο πλάτους 2,30μ. Τα δύο τμήματα, πτέρυγες, παρουσιά-ζουν ομοιότητες στη μορφολογία και τις κατασκευαστικές λεπτομέρειές τους, με το βόρειο να σώζεται σε καλύτερη κατάσταση. Ολόκληρο το κτίριο καταλείφθηκε στους πα-λαιοχριστιανικούς ή πρώιμους βυζαντινούς χρόνους, από μια μεγάλη βιοτεχνική εγκατάσταση, όπως μαρτυρούν οι μεγάλες κυκλικές δεξαμενές αλλά και οι πολυάριθμοι αγωγοί και τα φρεάτια (εικ. 17). Από την αρχική του φάση διατηρούνται κατά χώραν μόνο ορισμένοι λίθοι της κρη-πίδας στη βόρεια πτέρυγα, όπου διακρίνονται και τα ίχνη έδρασης μεγάλου κίονα αλλά και των υποθεμελιώσεων που αποτελούνται από λιθοπλίνθους γκρίζου μαρμάρου και πωρολίθους. Στην ανατολική του πλευρά διατηρεί-ται μαρμάρινος λίθος με ίχνος στροφέα θύρας. Στη νότια πλευρά, διατηρούνται μόνο ορισμένοι πωρόλιθοι των θεμελίων αλλά και ορισμένοι πωρόλιθοι στην ανατολι-κή πλευρά όπου διακρίνονται ομοίως ίχνη από στροφέα

θύρας. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι ορισμένοι λίθοι διατηρούν τους αγκώνες ανάρτησης αλλά κυρίως ότι οι γωνιαίοι λίθοι του κρηπιδώματος της βόρειας πτέρυγας έχουν πολύ έντονα ίχνη απότριψης.

Ισχυρά διαβρωμένο από τη χρήση είναι και το μεγάλο μονόλιθο μαρμάρινο κατώφλι, που βρίσκεται κατά χώραν, στο μέσο περίπου της νότιας πτέρυγας και που αντιστοιχούσε στον άξονα της αρχαίας οδού. Στον ίδιο λίθο σώζονται ίχνη από την έδραση ορθογώνιου πεσσού. Ωστόσο κατά την έρευνα το χώρου νοτίως του κατωφλιού δεν βρέθηκαν τμήματα του αναμενόμενου περιβόλου ή τοίχου που θα περίκλειε το πρόπυλο. Αντι-θέτως βρέθηκε μια ισχυρή καμπύλη αργολιθοδομή και τμήμα ίσως θεμελίου από μεγάλες πωρολιθικές πλίνθους αλλά λοξά και όχι κάθετα προς το κατώφλι. Επίσης δεν σώζονται τμήματα ανάλογου περιβόλου ή τοίχου στην βόρεια πλευρά, όπου σήμερα βρίσκονται τα κατάλοιπα των Βεσπασιανών.

Σημαντικό ως προς τη θέση του κτίσματος είναι ότι κάτω από τους πωρόλιθους της ΒΑ γωνίας του, βρέθηκαν σπαράγματα αρχαιότερων οδοστρωμάτων στον άξονα βορρά-νότου. Η εύρεσή τους στο σημείο αυτό μαρτυ-ρεί τη θέση των αρχαιότερων οδικών αξόνων της πόλης

17. Ρωμαϊκή Αγορά: Αποτύπωση του προπύλου (Σχέδιο Π. Αναστασάκου, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

17

164

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

καθώς βάσει των ευρημάτων χρονολογούνται στους κλασικούς χρόνους48.

Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα πέρα από τη μορ-φή, όπως το ασυνεχές κρηπίδωμα και ο διάδρομος μεταξύ των δύο πτερύγων, τα ίχνη των στροφέων θυρών στην ανατολική πλευρά, οι έντονες αποτρί-ψεις των γωνιαίων λίθων καθώς και το μαρμάρινο κατώφλι και τα άλλα αρχιτεκτονικά μέλη, συνηγο-ρούν στην ταύτιση του κτιρίου με πρόπυλο49. Σύμ-φωνα με τα έως τώρα ευρήματα το κτίριο μπορεί να χρονολογηθεί στους ελληνιστικούς χρόνους, με εκτεταμένες παρεμβάσεις κατά τους παλαιοχρι-στιανικούς-πρώιμους βυζαντινούς χρόνους.

Το θέμα χρήζει περαιτέρω μελέτης, τόσο ως προς τα ανασκαφικά ευρήματα αλλά και ως προς την προσπάθεια ταύτισης ή καλύτερα της απόδο-σής του σε κάποιο κτιριακό συγκρότημα, με το Γυ-μνάσιο του Πτολεμαίου να είναι μια πιθανότητα50.

Έρευνες εξωτερικά του νοτίου περιβόλου της Ρωμαϊκής ΑγοράςΠριν από περίπου δέκα έτη, με σκοπό τη διάνοιξη δρομί-σκου σύνδεσης των σύγχρονων οδών Πανός και Θρασυ-βούλου, στα νότια της Ρωμαϊκής Αγοράς και παράλληλα προς τον περίβολο αυτής, διενεργήθησαν εκτεταμένες ανασκαφικές έρευνες, από τις οποίες προέκυψαν σημα-ντικά ευρήματα.

Θα αναφερθούμε εδώ σε δυο σημεία που κατά τη γνώμη μας έχουν σημασία. Το πρώτο σχετίζεται με τη μορφολογία της εσωτερικής όψης του περιβόλου της Αγοράς στο νότιο του άκρο, ο οποίος αποτελείται από όρθιες και κατά πλάτος τοποθετημένες λαξευμένες λιθο-πλίνθους, ώστε να σχηματίζουν ταυ και σταυρό (εικ. 18). Χρονολογικά η κατασκευή τοποθετείται στους μεσοβυ-ζαντινούς χρόνους και έχει θεωρηθεί τμήμα ενός κτιρίου ή Ναού51. Ωστόσο, στις ανασκαφές στο εξωτερικό τμήμα του περιβόλου, βρέθηκαν υπολείμματα ευτελών τοιχί-

ων ύστερων χρόνων που σε καμία περίπτωση δεν συν-δέονται με αυτόν. Όμοια ήταν η εικόνα στις ανασκαφές που έγιναν στο σημείο αυτό το 193152. Ενδεχομένως το κτίριο στο οποίο θα ανήκε το τμήμα του περιβόλου, να είχε καταστραφεί εκ θεμελίων ή να πρόκειται απλώς για συμπλήρωμα του περιβόλου την περίοδο αυτή. Το δεύ-τερο στοιχείο είναι ότι μετά την αποξήλωση των ύστερων τοιχίων αποκαλύφθηκε ο φυσικός βράχος, λαξευμένος την εποχή των πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων για την κατα-σκευή του περιβόλου της Αγοράς53.

Ο Πεισιστράτειος αγωγός και ο αποθέτης μιας οικίας του 5ου αι. π.Χ.Λίγα μέτρα νοτιότερα την ίδια περίπου περίοδο, κατά τη διάρκεια της ανέγερσης κτιρίου της 2ης ΕΒΑ, αποκαλύφθη-κε αναλημματικός τοίχος, περίπου 9 μέτρων από κροκα-λοπαγείς λιθοπλίνθους στον άξονα ανατολής-δύσης. Η θέση όπως και η μορφή του παραπέμπει σε ανάλημμα της αρχαίας οδού Τριπόδων, που στην αρχαιότητα θα βρίσκονταν λίγα μέτρα νοτιότερα54.

48 Στη σύσταση τους τα οδοστρώματα αποτελούνται από σκληρό πατημένο χώμα με πολλούς μικρούς λίθους και βότσαλα και σχετικά μικρότερο αριθμό οστράκων, η μελέτη των οποίων δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Για την κατεύθυνση των οδών στο σημείο αυτό βλ. Κορρές 2009, 85-87, σχ. 4.1.

49 Γενικά για τα προπύλαια κατά τους ελληνιστικούς χρόνους βλ. Carpenter 1970, passim· Winter 2006, 34-49.50 Βασιζόμενοι στο χωρίο του Παυσανία Ι.17,2, πολλοί ερευνητές έχουν θεωρήσει τα σωζόμενα οικοδομικά κατάλοιπα ανατολικά και

βόρεια της Ρωμαϊκής Αγοράς ως τμήματα του γυμνασίου του Πτολεμαίου. Πειστικότερη είναι η άποψη του Miller, ο οποίος συνδέει με το γυμνάσιο τα κατάλοιπα των στωικών οικοδομημάτων στα ανατολικά του Ωρολογίου του Κυρρήστου όπως επίσης και το λεγόμενο “Αγορανομείο”, θεωρώντας μάλιστα ότι αυτό γνώρισε διάφορες οικοδομικές φάσεις και υπέστη μετατροπές, χωρίς μάλιστα να θεω-ρεί το Ωρολόγιο μέρος του όλου συγκροτήματος. Εάν το πρόπυλο συνδέεται με το γυμνάσιο τότε θα πρέπει να χρονολογηθεί στην πρώτη φάση του και πιθανά πριν την ανέγερση του μνημείου του Κυρρήστου (σύμφωνα με τον μελετητή του Kienast στα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ.). Ασφαλείς απαντήσεις για τη χρονολόγηση του προπύλου θα μας δώσει η μελέτη των ευρημάτων η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί. Βλ. σχετικά Miller 1995, 201-242, ειδικότερα 202-208. Για την άποψη του Lippolis, η οποία παρουσιάζει προβλήματα καθώς ταυτίζει το λεγόμενο “Πάνθεον” ή “Πανελλήνιον” με το γυμνάσιο του Πτολεμαίου, βλ. Lippolis 1995, 43-67. Η πιθανότητα το πρόπυλο να αποδοθεί σε ένα προγενέστερο της Ρωμαϊκής Αγοράς κτίριο δεν μπορεί να αποκλειστεί κατηγορηματικά αν και είναι αρκετά δύσκολη λόγω κυρίως της θέσης του. Για την προγενέστερη χρήση του χώρου της Ρωμαϊκής Αγοράς αλλά και την ύπαρξη αρ-χαιότερων κτισμάτων εκεί βλ. Σούρλας 2008, 99, σημ. 2, όπου συγκεντρωμένη η βιβλιογραφία και 110-111· Sourlas 2012, 120-121.

51 Μπούρας 2010, 70 εικ. 28.52 Σταυρόπουλος 1930-1931, 13, εικ. 12.53 Το εύρημα είναι πολύ σημαντικό καθώς όπως γνωρίζουμε η ανέγερση της Ρωμαϊκής Αγοράς ήταν μεγάλης κλίμακας τεχνικό έργο

που απαιτούσε τη λάξευση σε βάθος του φυσικού βράχου στη νότια πλευρά και την ανύψωση μέσω φερτών επιχώσεων στη βόρεια. Βλ. σχετικά Σούρλας 2008, 106, 110. Η ακριβής χρονολόγηση της εκσκαφής του φυσικού βράχου στη νότια πλευρά, άρα και στο σημείο που αναφερόμαστε, είναι πολύ δύσκολη καθώς τα στρώματα ήταν διαταραγμένα.

54 Η ανασκαφή όπως και όλα τα ευρήματα αυτής που αναφέρονται εδώ δημοσιεύονται στο άρθρο Sourlas 2013 (υπό έκδοση) στον τιμητικό τόμο για τον Harold B. Mattingly.

18. Ρωμαϊκή Αγορά: Άποψη τμήματος νοτίου τοίχου-περιβόλου πριν από τις εργασίες καθαρισμού (Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

18

165

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Στο μέσον του οικοπέδου και μέσα σε όρυγμα στον φυσικό βράχο βρέθηκε τμήμα του λεγόμενου Πει-σιστράτειου αγωγού ύδρευσης (εικ. 19-20). Αποτελείται από έντεκα ακέ-ραια σωζόμενα στελέχη πήλινων ακόσμητων αγωγών, συνολικού μήκους 6,50μ. Ορισμένοι εξ αυτών φέρουν στο ανώτερο σημείο τους εγχάρακτα την επιγραφή ΧΑ που είναι η αρχή του ονόματος Χάρων, σύμφωνα με ανάλογα παραδείγμα-τα που έχουν σωθεί στην Αρχαία Αγορά. Το πρόσωπο αυτό έχει θε-ωρηθεί ως ένας από τους κατασκευ-αστές του συστήματος αυτού των αγωγών και η δράση του τοποθετεί-ται μεταξύ των ετών 525-510 π.Χ.55. Αναμφίβολα το νέο εύρημα αποτε-λούσε τμήμα του βόρειου σκέλους του επονομαζόμενου Πεισιστράτει-ου υδραγωγείου, και ειδικότερα της διακλάδωσής του προς ανατολικά, που μετέφερε νερό από τον Εθνικό κήπο προς τη ΝΑ Κρήνη της Αρχαί-ας Αγοράς56.

Σε κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο μέσα στον 5ο αιώ-να π.Χ., το δυτικό άκρο του αγωγού καλύφθηκε από μια μεγάλη απόθε-ση κεραμικής της περιόδου. Το ση-μαντικότερο κεραμικό εύρημα του αποθέτη αυτού ήταν μια ενεπίγρα-φη βάση ληκύθου, του δεύτερου τετάρτου του 5ου αιώνα π.Χ.

Στην επιγραφή, άνδρας ονόματι Ε�μάρης επευφη-μεί κάποια Μύρινα ως καλή. Βάσει φιλολογικών μαρτυρι-ών και προσωπογραφικής ανάλυσης εικάζεται ότι πρόκει-ται για την εταίρα Μύρινα, χάριν της οποίας ο Λεογώρας, πατέρας του περίφημου ρήτορα Ανδοκίδου και άνδρας διάσημος στην εποχή του για τον πλούτο και τον τρυφη-λό βίο του, σπατάλησε την περιουσία του.

Ο τύπος και ο αριθμός των αγγείων του αποθέτη, μέσα στον οποίον βρέθηκε το ενεπίγραφο όστρακο, συν-δέονται με τις δραστηριότητες ενός αθηναϊκού σπιτιού,

55 Για αγωγούς της κατηγορίας βλ. Lang 1968, 13, εικ. 17· Camp McKesson 1977, 68-69· Tölle-Kastenbein 1994, 50 ν. 4, (με κάποιες διαφοροποιήσεις). Για το όνομα βλ. Traill 2009, no. 989215.

56 Sourlas 2013 (υπό έκδοση).

19. Οδός Μουσαίου: Γενική άποψη ανασκαφής. Διακρίνονται τα στελέχη του αγωγού και το τμήμα του κτιρίου-οικίας στη ΝΔ γωνία του οικοπέδου (Λήψη Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

20. Οδός Μουσαίου: Σχεδιαστική αποτύπωση ανασκαφής (Σχέδιο Α. Γαλανοπούλου, Αρχείο Α΄ ΕΠΚΑ).

19

20

166

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

μεταξύ των οποίων ήταν και η παράθεση συμποσίων (εικ. 21). Ακριβώς δίπλα από το σημείο του αποθέτη, βρέ-θηκε η γωνία κτιρίου κλασικών χρόνων, οικοδομημένου από πολυγωνικούς ασβεστόλιθους Ακροπόλεως, ορθο-γώνιους πωρόλιθους και μικρότερους αργούς λίθους στα διάκενα. Στο εσωτερικό του χώρου αυτού βρέθηκαν δάπεδα από πατημένη γη. Σε πολύ μικρή απόσταση από

το κτίριο βρέθηκε σε καλή κατάσταση, κωδωνόσχημη δε-ξαμενή, πλήρης οστράκων του ύστερου 4ου και του πρώ-ιμου 3ου αιώνα π.Χ.57 Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν, λόγω και των μορφολογικών ομοιοτήτων με άλλα γνωστά πα-ραδείγματα, ότι η γωνία του κτιρίου αυτού αποτελεί τμή-μα μιας μεγάλης οικίας, που παρέμενε σε χρήση από τους κλασικούς έως τους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους.

Τα ευρήματα βρίσκονται μάλλον μέσα στα όρια του αρχαίου δήμου του Κυδαθηναίου, του μεγαλύτερου δηλαδή αστικού δήμου. Είναι γνωστό ότι ο οίκος της επι-φανούς οικογένειας του Λεογώρα, πατέρα του Ανδοκίδη και προστάτη της εταίρας Μύρινας, βρισκόταν στον ίδιο δήμο. Εάν δεχτούμε ότι η Μύρινα της επιγραφής είναι η εταίρα του Λεογώρα, τότε ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε ότι και τα οικοδομικά κατάλοιπα της οικίας ίσως είναι της ίδιας της οικίας του Λεογώρα. Αν και δεν υπάρχουν αδι-άψευστες αποδείξεις, το όνομα της επιγραφής, τα συνευ-ρήματα και η χρονολόγησή τους αλλά και η θέση τους, κάνουν την παραπάνω υπόθεση ιδιαιτέρως ελκυστική.

57 Sourlas 2013 (υπό έκδοση).

21. Κεραμικά ευρήματα του 5ου αιώνα π.Χ. από τον αποθέτη της οδού Μουσαίου (Λήψεις Ε. Μπαρδάνη, Αρχείο Α΄ΕΠΚΑ).

21α

21γ

21ε

21β

21δ

167

Δημήτρης Σούρλας: ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ , ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΔΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΜΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Βλίζος Σ. (επιμ.) 2008: Η Αθήνα κατά τη Ρωμαϊκή εποχή. Πρόσφατες ανακαλύψεις, νέες έρευνες, Αθήνα.Δοντάς Γ. 1968: «Μέγα Αδριάνειον κτήριον και άλλα οικο-δομικά λείψανα επί της οδού Αδριανού», ΑΑΑ ΙΙ, 221-228. Κνιθάκης Ι. – Συμβουλίδου Ε. 1969: «Νέα στοιχεία δια την Βιβλιοθήκην του Αδριανού», ΑΔ 24 (Μελέται), 108-117.Κνιθάκης Γ. – Μαλλούχου Φ. – Τιγγινάγκα Γ. 1986: «Το Βοεβοδαλίκι της Αθήνας», στο Επώνυμα Αρχοντικά των χρόνων της Τουρκοκρατίας, (ΕΜΠ, Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής), Αθήνα, 107-124. Κόκκου Α. 1970: «Αδριάνεια έργα είς τας Αθήνας», ΑΔ 25 (Μελέται), 150-173. Κονοφάγος Κ. 1980: Το αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική τεχνική παραγωγής του αργύρου, Αθήνα.Κορρές Μ. 2009: «Οδικό δίκτυο γύρω από την Ακρόπο-λη», στο Κορρές (επιμ.) 2009, 74-95.Koρρές Μ. (επιμ.) 2009: Αττικής Οδοί. Αρχαίοι δρόμοι της Αττικής, Aθήνα.Κορρές Μ. (επιμ.) 2010: Οι πρώτοι χάρτες της πόλεως των Αθηνών, Αθήνα.Κωστάκη Λ. 2009: «Οδικό δίκτυο των Αθηνών», στο Koρρές (επιμ.) 2009, 96-111. Λάμπρου Γ.Λ. 2002: Οδός Αιόλου. Ο δρόμος του Θεού και των ανέμων, Αθήνα.Μπίρης Κ.Η. 1939: «Εις την Αιολικήν Οδόν», Αθηναϊκαί Μελέται 2, 27-33.Μπίρης Κ.Η. 1940: Αι εκκλησίαι των παλαιών Αθηνών, Αθήνα.Μπίρης Κ.Η. 1966: Αι Αθήναι. Από του 19ου είς τον 20ον αιώνα, Αθήνα.Μπίρης Μ. 2010: «Σπίτια της Αθήνας κατά την πρώτη επί Όθωνος δεκαετία», στο Κορρές (επιμ.) 2010, 128-142.Μπούρας Χ. 1971: «Η Αρχιτεκτονική στην Αθήνα στα χρόνια του Αδριανού», Αρχιτεκτονικά Θέματα 5, 160-164.Μπούρας Χ. 2010: Βυζαντινή Αθήνα 10ος-12ος αι., Αθήνα.Ξυγγόπουλος Α. 1929: Ευρετήριο Μεσαιωνικών Μνημεί-ων Ελλάδος 1, Β΄, Αθήνα. Ορλάνδος Α. 1958: Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλή-νων και οι τρόποι εφαρμογής αυτών, τ. Β΄, Αθήνα. Παπαστόλου Ι.Α. 1968: «Μικραί ανασκαφικαί έρευναι πέριξ της Ακροπόλεως», ΑΑΑ Ι.1, 18-20.Σαλλιώρα-Οικονομάκου Μ. 2002: Λαυρεωτική. Το Μου-σείο του Λαυρίου, Αθήνα.Σούρλας Δ. 2008: «Νεότερα στοιχεία για τη Ρωμαϊκή Αγορά των Αθηνών», στο Βλίζος (επιμ.) 2008, 99-114.Σούρλας Δ. 2008 (υπό έκδοση): «Βιβλιοθήκη του Αδρι-ανού-Απομάκρυνση εργαστηρίων-αποθηκών Γ΄ ΕΠΚΑ-Δοκιμαστικές τομές», ΑΔ 2008, (υπό έκδοση). Σπετσιέρη-Χωρέμη Α. – Τιγγινάγκα Ι. 2008: «Η Βιβλιο-θήκη του Αδριανού στην Αθήνα. Τα ανασκαφικά δεδομέ-να», στο Βλίζος (επιμ.) 2008, 115-131.Σταϊνχάουερ Γ. 2008: «Αυτοκρατορική μέριμνα για την Τροιζήνα», στο Α.Π. Ματθαίου – I. Polinskaya (επιμ.), Μικρός Ιερομνήμων, Μελέτες εις μνήμην Michael H. Jameson, Αθήνα, 193-210. Σταυρόπουλλος Φ.Δ. 1930-1931: «Ανασκαφαί Ρωμαϊ-

κής Αγοράς», Παράρτημα ΑΔ 13, 1-14.Σωτηρίου Γ. 1920: Το Ιουστινιάνειον Τείχος των Μεσαιω-νικών Αθηνών, Αθήνα.Σωτηρίου Γ. 1927: «Εισαγωγή. Ιστορία της πόλεως των Αθηνών κατά τους χριστιανικούς χρόνους», στο Ευρετή-ριο Μεσαιωνικών Μνημείων Ελλάδος Α΄ 1, Αθήνα, 28-30. Τιγγινάγκα Γ. 2007: «Η Βιβλιοθήκη του Αδριανού στην Αθήνα. Οι τύχες του μνημείου ανά τους αιώνες», στο Ομι-λίες 2003-2005 (Μουσείο της πόλεως των Αθηνών, Ίδρυ-μα Βούρου-Ευταξία), Αθήνα, 385-405.Τιγγινάγκα Γ. 2008: «Η αφανής αρχιτεκτονική της Βιβλιο-θήκης του Αδριανού», στο Βλίζος (επιμ.) 2008, 133-152. Τραυλός Ι. 1960: Η πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, Αθήνα. Τσονιώτης Ν. 2008: “Νέα στοιχεία για το υστερορωμαϊκό τείχος της Αθήνας”, στο Βλίζος (επιμ.) 2008, 55-74.

Adam J.P. 1999: “Roman Building. Material and Tech-niques”, London-New York.Agora XXIV: A. Franz, Late Antiquity: A.D. 267-700, The Athenian Agora: results of excavations conducted by the American School of Classical Studies at Athens; vol. 24, Princeton N.J. 1988.Armstrong D. 1987: “Gallienus in Athens”, ZPE 70, 235-258. Baldini-Lippolis I. 1995: “La monumentalizzazione tardoantica di Atene”, Ostraka IV 1, 169-190. Baldini-Lippolis I. 2006: “La dine del santuario e la chris-tianizzazione”, στο E. Lippolis (επιμ.), Mysteria. Archeologia e culto del santuario di Demetra a Eleusi, Milan, 287-310. Branco M. di 2006: La Cttà dei Filosofi. Storia di Atene da Marco Aurelio a Giustiniano, Firenze. Bruun C. 1991: The Water Supply of Ancient Rome: A Study of Roman Imperial Administration, Helsinki. Bruun C. 2001: «Imperial Water Pipes in Roman Cities», στο A.O. Koloski-Ostrow (επιμ.), Water Use and Hydrau-lics in the Roman City, Boston, 51-63. Camp McKesson J. 1977: The Water Supply of Ancient Athens. From 3.000 to 86 B.C., (Διδ. Διατρ.) Princeton University.Camp McKesson J. 1991: “Water Supply and its Histori-cal Context”, στο A.T. Hodge (επιμ.), Future Currents in Aqueduct Studies, Leeds, 106-111.Camp McKesson J. 2007: “Excavations in the Athenian Agora 2002-2007”, Hesperia 76, 627-663.Carpenter J.R. 1970: The Propylon in Greek and Hellenistic architecture, Ann Arbor.Caruso A. 2013: Akademia: Archeologia di una scuola filosofica di Atene da Platone a Proclo (387 a.C.-485 d.C.), Atene-Paestum.Costaki L. 2006: The intra muros road system of ancient Athens, (Διδ. Διατρ.) Toronto University. Despinis G.I. 2008: Hochreliefriese des 2. Jahrhunderts n. Chr. aus Athen, München.Fassitelli E.F. 1972: Roma: Tubi e valvole dell’antica Roma, Milan.

Βιβλιογραφία

168

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

Ficuciello L. 2008: Le strade di Atene, Atene-Paestum. Graindor P. 1931: Athènes de Tibère a Trajan, Caire. Greco E. 2002: “Recensione a J.M. Camp, The Archaeol-ogy of Athens”, ASAtene 80, 593-598. Greco E. 2009: “Su alcuni studi di topografia Ateniese alla SAIA: vecchie ipotesi e nuove prospective”, ASAtene 87, serie III, 9, Tomo I, 217-233.Guidi G. 1921-1922: “Il muro Valeriano a S. Demetrio Katiphori e la questione del Diogeneion”, ASAtene 4-5, 33-54.Hermann P. – Malay H. 2003: “Statue Bases of the mid-Third Century A.D. from Smyrna”, EpigAnat 36, 1-11.Hodge A. T. 2002: Roman Aqueducts & Water Supply, London2.Hoff M. 1988: The Roman Agora at Athens, (Διδ. Διατρ.)Boston University. Højte J.M. 2005: Roman Imperial Statue Bases. From Augustus to Commodus, Aarhus.Jacobs I. 2009: “Gates in Late Antiquity in the Eastern Mediterranean”, BABESCH 84, 197-213.Kantirea M. 2007: Les Dieux et les Dieux Augustes. Le culte impérial en Grèce sous les Julio-claudiens st les Flavies. Etudes épigraphiques et archéologiques, Athènes.Lang M. 1968: Waterworks in the Athenian Agora, [Excavations of the Athenian Agora, picture book 11], Princeton N.J.Leigh S. 1998: The Aqueduct of Hadrian and the Water Supply of Roman Athens, (Διδ. Διατρ.) Pennsylvania.Lippolis E. 1995: “Tra il Ginnasio di Tolomeo ed il Serapeion: La ricostruzione topografica di un quartiere manumentale di Atene”, Ostraka IV.1, 43-67.Loriot X. 1996: “Sur la datation du proconsulat d’Asie de L. Egnatius Victor Lollianus”, στο Chastagnol et al. (επιμ.), Splendidissima civitas: Etudes d’ histoire romaine en hommage a Francois Jacques, Paris, 221-228. Miller S.G. 1995: “Architecture as Evidence for the Identity of the Early Polis”, στο M.H. Hansen (επιμ.), Sources for the Ancient Greek City-State, Acts of the Copenhagen Polis Centre vol. 2, Copenhagen, 201-242.Pitsiri P. – Sourlas D. – Boyatzis St. – Golfomitsou St. – Karampotsos A. 2011 (υπό έκδοση): “Study,

Αnalysis and Conservation of the Roman water lead pipe in Aeolus excavation, Plaka, Athens”, στο History, Technology and Conservation of Ancient Metal, Glasses and Enamels, International Symposium held in Athens (November 16-19, 2011).Pittakys Κ.S. 1835: L’ ancienné Athènes, Athènes.Schmalz G.C.R. 2009: Augustan and Julio-Claudian Athens. A new Epigraphy and Prosopography, [Mnemosyne Suppl. 302], Leiden-Boston.Sironen E. 1994: “Life and Administration of Late Roman Attica in the Light of Public Inscriptions”, στο P. Castrén (επιμ.), Post-Herulian Athens: aspects of life and culture in Athens, A.D. 267-529, Helsinki, 15-62.Sisson M.A. 1929: “The Stoa of Hadrian at Athens”, PBSR 11, 50-72. Smallwood E.M. 1984: Documents Illustrating the Principates of Gaius Claudius & Nero, Bristol. Sodini J.P. 1977: “Remarques sur la sculpture architecturale d’ Attique, de Béotie et du Péloponnèse à l’ époque paléochrétienne”, BCH 101.I, 423-450.Sourlas D.S. 2012: “L’ agora romaine d’ Athènes. Utilisation, fonctions et organisation intérieure”, στο V. Chankowski – P. Karvonis (επιμ.), Tout vendre, tout acheter. Structures et équipements des marchés antiques, Bordeaux-Athènes, 119-138.Sourlas D. 2013 (υπό έκδοση): “Praise for a Hetaira: A New Graffito from Fifth-Century BC Athens”, στον υπό έκδοση τιμητικό τόμο για τον Harold B. Mattingly.Theocharaki A.M. 2011: “The Ancient Circuit Wall of Athens. Its Changing Course and the Phases of Construction”, Hesperia 80, 71-156. Tölle-Kastenbein R. 1994: Das archaische Wasserleitungs-netz für Athen, Mainz am Rhein.Traill J.S. 2009: Person of Ancient Athens, vol. 18, Toronto.Travlos J. 1971: Bildlexikon zur topographie des antiken Athen, Tübingen. Travlos J. 1988: The Post-Herulian Wall, Appendix στο Agora XXIV, 125-141.Winter F.E. 2006: Studies in Hellenistic Architecture, [Phoenix Suppl. Volume 17], Toronto-Buffalo-London.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣΣΥΜΒΟΛΕΣ

Μουσείο Κυκλαδικής ΤέχνηςΝεοφύτου Δούκα 4106 74 Αθήνα Museum of Cycladic Art4, Neofytou Douka streetAthens 106 74 - Greece

www.cycladic.gr