Ιδεολογίες για το φύλο και την εργασία

23
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ « ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ» ΜΑΘΗΜΑ : Φύλο, Εργασία, Κατανάλωση ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΟΥΤΑΦΗ ΘΕΜΑ Ιδεολογίες για το φύλο και την εργασία: Η γυναικεία εργασία είναι απόρροια της θηλυκότητας; 1

Transcript of Ιδεολογίες για το φύλο και την εργασία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ « ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ»

ΜΑΘΗΜΑ :

Φύλο, Εργασία, Κατανάλωση

ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ:

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΟΥΤΑΦΗ

ΘΕΜΑ

Ιδεολογίες για το φύλο και την εργασία:

Η γυναικεία εργασία είναι απόρροια της θηλυκότητας;

1

ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΕΪΜΠΕΚΗΣ

Περιεχόμενα

Εισαγωγή………………………………………………………………….......3

Η εννοιολόγηση της γυναικείας εργασίας…………………………………….4

Παραδείγματα γυναικείας εργασίας……………………………..……….......11

Συμπεράσματα…………………………………………………………….....13

Βιβλιογραφία……………………………………………………………........17

2

Εισαγωγή

Σε αυτή την εργασία θα εξεταστεί το ζήτημα του

έμφυλου καταμερισμού της εργασίας. Αρκετές μελέτες έως

τώρα, ποσοτικές και ποιοτικές, κάνουν λόγο για την

εργασία των γυναικών ως συνέπεια της υποστασιοποίησης

(essentialization), της σεξουαλικότητας και της

θηλυκοποίησης (feminization). Πρόκειται για εργασιακές

διαδικασίες στην αγορά οι οποίες ταυτίζουν ορισμένες

«δεξιότητες» με την υποτιθέμενη «φύση» των γυναικών, το

φύλο και τη σεξουαλικότητά τους. Ο τρόπος που οι γυναίκες

διαπραγματεύονται τις έμφυλες ταυτότητές τους καθώς και

τους επαγγελματικούς τους ρόλους στην καθημερινή τους

επικοινωνία στον εργασιακό χώρο θα μελετηθεί στη συνέχεια

μέσα από εθνογραφικά παραδείγματα. Σε αυτό που θα δοθεί

ιδιαίτερη σημασία είναι η οργάνωση του πολιτισμού και ο

συμβολισμός στη διαμόρφωση του έμφυλου υποκειμένου στον

εργασιακό χώρο. Οι τρόποι με τους οποίους το φύλο

διαμορφώνεται από τις επίσημες πολιτικές, άτυπες

3

πρακτικές εργασίας, τις καθημερινές κοινωνικές

αλληλεπιδράσεις, σύμβολα και εικόνες, οργανώνει τις

αναπαραστάσεις του φύλου που δημιουργούν εργασιακές

διχοτομίες (Philip&Tyler 2007:524). Το φύλο, η φυλή και η

σεξουαλικότητα δεν μπορεί να χωρίζονται καθώς

συγχωνεύονται γύρω από μια αισθητική δυναμική ενέργεια με

μια οπτική του αρσενικού ελέγχου και της πειθαρχίας των

σωμάτων και στο επαγγελματικό περιβάλλον (Philip&Tyler

2007:525)

Η εννοιολόγηση της γυναικείας εργασίας

Μελέτες που εξέτασαν το διαχωρισμό των φύλων στην

αγορά εργασίας απέδειξαν ότι βρίσκεται ακόμα σε υψηλά

επίπεδα και τροφοδοτείται από έμφυλες διακρίσεις,

πρακτικές και παραδοχές. Με άλλα λόγια, η εργασία είναι

οργανωμένη σε συνάρτηση με την τάξη και το φύλο, αλλά το

ίδιο συμβαίνει και με την έννοια του ελεύθερου χρόνου ή

του χρόνου αναψυχής (Watts [Skeggs] 1997). Τα

χαρακτηριστικά της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής

είναι έννοιες σύνθετες και περιλαμβάνουν μια σειρά από

χαρακτηριστικά που περιλαμβάνει τον χρόνο που δαπανάται

στο χώρο εργασίας, τον όγκο των εργασιών, τις οργανωτικές

προσδοκίες, τον πολιτισμό του χώρο εργασίας, την

ικανοποίηση από την εργασία και τη ζωή έξω (Watts

2009:56). Οι έμφυλοι ρόλοι υπαγορεύουν και την επιβάρυνση

των γυναικών με το μεγαλύτερο μέρος της μη αμειβόμενης

4

εργασίας που συνεπάγεται ευθύνες φροντίδας που

πολιτισμικά και θεωρούνται συνάρτηση της «γυναικείας

φύσης». Πως όμως γίνεται αυτός ο καταμερισμός και πως

αναπαράγεται;

Η ανισότητα των φύλων προκύπτει σε συνάρτηση με τις

δουλειές του σπιτιού. Αναφορικά με την ισότητα των φύλων

στην αγορά εργασίας θα λέγαμε πως η έμφυλη ανισότητα

διαφαίνεται εκτός των άλλων στους εξής παράγοντες: στη

μικρότερη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας,

στην έμφυλη μισθολογική διάκριση, στη συγκέντρωση σε

ορισμένα επαγγέλματα και στην απουσία τους σε άλλα καθώς

και στη μεγάλη τους παρουσία σε ευέλικτες μορφές

απασχόλησης. Περαιτέρω διακρίνεται στην αδυναμία της

εναρμόνισης της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής. Η

εργασία αποτελεί ένα πεδίο στο οποίο επιδρά το φύλο. Στις

περισσότερες κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από τα πρότυπα

της ανδρικής κυριαρχίας, οι πολιτισμικές αναπαραστάσεις

του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των βασικών οριοθετήσεων

στις ιθαγενείς κατηγορίες «αρσενικό» και «θηλυκό»,

λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία της πατριαρχικής ιδεολογίας.

Η κατασκευή και η αναπαραγωγή των εν λόγω περιγραμμάτων

της πραγματικότητας είναι θεμελιώδους σημασίας για τα

πρότυπα της κυριαρχίας σε αυτές τις κοινωνίες (Timberlake

2004: 34-36).

Ο έμφυλος καταμερισμός της εργασίας αποτελεί

κεντρικό χαρακτηριστικό της ανισότητας των φύλων. Αυτού

του είδους η ανισότητα μπορεί να μειωθεί με τη τάση των

γυναικών να εγκαταλείπουν τα σπίτια και να εισέρχονται

5

στην αγορά εργασίας τόσο σε οικονομικό πλαίσιο όσο και

στο πλαίσιο της κοινωνικής κατασκευής των ταυτοτήτων

(Cohen 2004 :246-247).

Οι γυναίκες όφειλαν να δρουν σύμφωνα με ρόλους που

προκύπτουν από τη «φύση» τους, όπως αρμόζει δηλαδή στη

βιολογία που θεμελιώνει την αναπαραγωγική τους ιδιότητα

ως γυναικεία φύση και για αυτό το λόγο να μεταχειρίζονται

τη σεξουαλικότητά τους με κύριο σκοπό την αναπαραγωγή.

Από αυτό το δεδομένο προκύπτουν και γυναικείοι ρόλοι όπως

η μητέρα τροφός. Η ανδρική και η γυναικεία σεξουαλικότητα

μεταφράστηκε με όρους ενεργητική/παθητική και έξω/μέσα

εμπεριέχοντας ιεραρχικές συνδηλώσεις. Επομένως, βάσει

αυτού του αξιακού κώδικα ο άνδρας συνδέθηκε με το δημόσιο

και η γυναίκα η οποία στερήθηκε την συμμετοχή της στους

δημόσιους ρόλους, περιορίστηκε στην οικιακή σφαίρα.

Επομένως σύμφωνα με αυτό το μοντέλο οι δράσεις των

υποκειμένων ορίζονται από τη φύση και προέρχονται από

αυτήν (Παπαταξιάρχης-Παραδέλλης 1998:45-46).

Παρατηρήθηκε λοιπόν το εξής φαινόμενο, οι γυναίκες

προκειμένου να μη θίξουν τον φυσικό, και ‘μοναδικό

προορισμός τους’ να περιορίζονται σε ορισμένες μόνο

μορφές εκπαίδευσης και εργασίας συνήθως διαφορετικές και

κατωτέρου επιπέδου από εκείνες των ανδρών. Οι έμφυλες

λοιπόν ιδεολογίες για τη «φύση» κάθε επαγγέλματος, που

συνδέονται με τις έμφυλες ιδιότητες που αποδίδονται στα

υποκείμενα και που παροτρύνονται να ακολουθήσουν

προκειμένου να επιτελέσουν το φύλο τους κατά τέτοιο τρόπο

ώστε να αναγνωρίζονται και να αξιολογούνται θετικά,

6

σχηματίζουν έναν επαγγελματικό διαχωρισμό. Αυτός αφορά

στη συγκέντρωση ανδρών και γυναικών σε διαφορετικά

επαγγέλματα. Άλλοτε σε συγκεκριμένους κλάδους ο αριθμός

ανδρών υπερτερεί των γυναικών είτε συμβαίνει το

αντίστροφο. Ακόμα, στο εσωτερικό των κλάδων παρατηρούνται

διαφορετικές θέσεις ιεραρχίας. Πολλές φορές υπάρχουν

εμπόδια στην ανέλιξη των γυναικών. Μπορεί η βελτίωση της

επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής να είναι

αντιφατικές έννοιες αλλά αυτή η δυαδικότητα δεν

εντοπίζεται στην εργασία των ανδρών. Αυτό που διαφέρει

είναι ο τρόπος που οι άνδρες και οι γυναίκες

μεταχειρίζονται το εργασιακό και το οικογενειακό

περιβάλλον και το χρόνο και την ενέργεια που αφιερώνουν

στο κάθε ένα (Watts 2009:37). Πολλές μελέτες έχουν

ασχοληθεί με την ισσοροπία αυτών των δυο αναγνωρίζοντας

ότι ο συσχετισμός επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής

είναι μια διαδικασία. Οι οριοθετήσεις ανάμεσα στα δυο

παρατηρήθηκε ότι είναι κυρίως ψυχολογικές καθότι αφορούν

τις πηγές ευχαρίστησης. Ο συνδυασμός της καριέρας με το

υπόλοιπο της ζωής απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό (Watts

2009:38).

Παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των γυναικών που

εισέρχονται στο χώρο εργασίας έχει αυξηθεί θεαματικά κατά

την τελευταία πεντηκονταετία και έχουν γίνει κινήσεις για

την επίτευξη οικονομικής ισοτιμίας με τους άνδρες,

στατιστικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι οι γυναίκες

εξακολουθούν να υστερούν των ανδρών στην επαγγελματική

τους εξέλιξη, στο μισθό και στο κύρος που πετυχαίνουν.

7

Προβάλλεται το επιχείρημα ότι οι γυναίκες παρεμποδίζονται

στην προσπάθειά τους να επιτύχουν την εξέλιξη της

σταδιοδρομίας και παρεπόμενες παροχές του, λόγω της

αδυναμίας τους να έχουν πρόσβαση στο κοινωνικό κεφάλαιο

(ένα πολύτιμο οργανωτικό αγαθό), στην πηγή της γνώσης,

στους πόρους, και στα δίκτυα που είναι απαραίτητα για την

επαγγελματική εξέλιξη και ωρίμανση. Η αναθεώρηση αυτή

αποκαλύπτει ότι ανείπωτα οφέλη και ανταμοιβές μπορούν να

δημιουργηθούν όταν οι χώροι εργασίας εκδημοκρατιστούν και

ισοσταθμιστούν έτσι ώστε τόσο οι γυναίκες, όσο και οι

άνδρες να μπορούν να συμβάλουν εξίσου στην εξέλιξη και

στην ανάπτυξη των ιδιωτικών και των δημόσιων οργανισμών

(Timberlake 2004:34-40).

Παράλληλα η μητρότητα και ο οικιακός ρόλος των

γυναικών που αποτελούν την κοινωνικά αποδεκτή

προτεραιότητα του γυναικείου ρόλου θέτει τον οικονομικό

τους ρόλο σε δεύτερη μοίρα. Έτσι υπάρχει η τάση να

συνδέεται η γυναικεία απασχόληση με την οικογένεια και ως

αποτέλεσμα της οικονομικής κατάστασης του ζευγαριού και

όλης της οικογενειακής μονάδας και η γυναικεία εργασία να

συσχετίζεται με την ανάπτυξη γυναικείων επαγγελματικών

κλάδων και την θηλυκοποίηση τους. Η μη αμειβόμενη εργασία

συνδέεται με τις γυναίκες αλλά παράλληλα χαρακτηρίζεται

ως βοηθητική και μη παραγωγική. Σε περιπτώσεις που ο

άνδρας δε συμμετέχει στο νοικοκυριό, η γυναίκα έχει

μικρότερες ευκαιρίες να εργαστεί. Η γυναικεία εργασία

διαιρείται σε αμειβόμενη και μη, σε οικιακή και μη. Η

θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας εξαρτάται από τη

8

θέση τους στην οικογένεια. Στο χώρο εργασίας, ο οποίος

αποτελεί πεδίο έμφυλων σχέσεων εξουσίας, οι γυναίκες

υφίστανται εκμετάλλευση, η οποία εξαρτάται από τις

υποχρεώσεις που λαμβάνουν στην οικογένεια. Επομένως,

πολλές φορές, δέχονται να εργάζονται υπό δυσμενείς όρους

ώστε να συνδυάσουν και τους δυο ρόλους, της νοικοκυράς

και της εργαζόμενης. Η διάκριση αυτή μεταξύ των δυο ρόλων

καθιστά την οικονομική συνεισφορά της γυναίκας στην

οικογένεια υποδεέστερη. Μάλιστα σε αρκετές μελέτες οι

γυναίκες αντιμετωπίζονται σαν να εργάζονται για πρώτη

φορά με την είσοδό τους στην έμμισθη εργασία. Αντίθετα ο

Cohen στην έρευνά του ξεκαθαρίζει ότι αντιμετωπίζει τις

γυναίκες που φεύγουν από το σπίτι και εισέρχονται στην

αγορά εργασίας, σαν να ανταλλάσσουν τη μία θέση εργασίας

με μια άλλη (Cohen 2004:244) Ο τομέας της μερικής

απασχόλησης απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε γυναίκες

εξαιτίας των παραπάνω παραγόντων. Ο τομέας αυτός ευνοεί

τις παραδοσιακά γυναικείες (θηλυκοποιημένες) εργασίες.

Έτσι οι γυναίκες στην αγορά εργασίας φέρουν τις

συμβολικές δεσμεύσεις του «φυσικού» χαρακτηριστικού των

νοικοκυρών. Με τον τρόπο αυτό χωρίζονται τόσο τα

επαγγέλματα, όσο και οι χώροι και οι χρόνοι εργασίας ανά

φύλο. Επιπλέον οι γυναίκες προσλαμβάνονται ως εύθραυστες

και η θηλυκότητα τους συνδέεται με τις αισθήσεις και τα

συναισθήματα που ταυτίζονται με την φύση. Η εργασία τους

χαρακτηρίζεται ως γυναικεία εργασία για τον λόγο ότι οι

δεξιότητες που οι γυναίκες υποτίθεται ότι κατέχουν

αποκλειστικά και μόνο, προέρχονται από τη φύση τους και

9

θεωρούνται δοσμένες όπως και η βιολογία του σώματος. Με

αυτό το συλλογισμό, ως γυναικεία εργασία νοείται το

αποτέλεσμα της εμπορευματοποίησης των χαρακτηριστικών,

δεξιοτήτων και ποιοτήτων που θεωρείται ότι οι γυναίκες

αναπτύσσουν ή με τις οποίες συνδέονται ιστορικά και που

τις διαχωρίζει ποιοτικά από τους άνδρες (τις «κάνει»

γυναίκες και όχι άνδρες.) Μεγάλο μέρος αυτού που

ονομάζουμε γυναικεία εργασία διεξάγεται μέσα σε

ανεπίσημες διαπροσωπικές σχέσεις εκτός συμβολαίου, έχει

τη μορφή του δώρου παρόλο που οι υποχρεώσεις του δούναι

και λαβείν καθορίζονται από την έμφυλη διαφορά και όχι

από τα εθιμοτυπικά. Αυτό που ζητείται από τις γυναίκες

είναι να δώσουν τον εαυτό τους με όρους

εμπορευματοποίησης και υπό αυτό το προίσμα, η θεωρία του

δώρου ως αναλυτικό εργαλείο συμβάλλει στη διάλυση του

μύθου των χωριστών σφαιρών μέσα στον οποίο η ανταλλαγή

δωρεάς αποτελεί ένα κατ’ εξοχήν ιδιωτικό φαινόμενο.

Πρόσφατες εμπειρικές μελέτες στη γυναικεία εργασία

αναφέρουν τρεις αναλυτικές διαδικασίες μέσω των οποίων

πραγματοποιείται η εμπορευματοποίηση των ποιοτήτων

εκείνων που συνδέονται με το γυναικείο μόχθο σε αυτό που

ονομάζεται γυναικείο επάγγελμα. Ουσιοποίηση, θηλυκοποίηση

και σεξουαλικοποίηση. Η γυναικεία εργασία είναι το

αποτέλεσμα αυτών των τριών δυναμικά αλληλοσχετιζόμενων

διαδικασιών αγοράς εργασίας. Οι δεξιότητες που συνδέονται

και αποδίδονται στην υποτιθέμενη γυναικεία φύση, φύλο και

σεξουαλικότητα αντίστοιχα, εμπορευματοποιούνται μέσω

αυτών των διαδικασιών. Ως παράδειγμα μπορούμε να

10

θεωρήσουμε την εμπορευματοποίηση ποιοτήτων που συνδέονται

με τη γυναικεία ουσία/ φύση (ουσιοποίηση) διαπιστώνοντας

ότι στα επαγγέλματα που αφορούν την φροντίδα παιδιών, η

θηλυκοποίηση /εμπορευματοποίηση ποιοτήτων συνδεόνται με

τη θηλυκότητα στις υπαλληλικές δουλειές, ταμείου,

πωλήτριες και άλλα. Η εμπορευματοποίηση ποιοτήτων

σχετικών με τη σεξουαλικότητα παρατηρείται πέρα από το

πεδίο της πορνείας και στο χώρο της τουριστικής

βιομηχανίας εν γένει. Βασικό ζήτημα εδώ δεν είναι ο

αποκλεισμός των γυναικών από συγκεκριμένους τύπους

εργασίας αλλά η υπερσυγκέντρωσή τους σε ασαφώς

προσδιορισμένη εργασία υποστήριξης με συμβολική και υλική

σημασία που δεν αναγνωρίζεται.

Στην περίπτωση των αεροσυνοδών η διαδικασία αγοράς

εργασίας που λαμβάνει χώρα συμπεριλαμβάνει την

εμπορευματοποίηση της βιολογικής διαφοράς από τους άνδρες

(Tyler&Taylor 1998). Εδώ χρησιμοποιείται ο όρος

σεξουαλική διαφοροποίηση για να τονίσει την ιστορική και

πολιτισμική συγκρότηση και ερμηνεία της βιολογικής

διαφοράς των φύλων. Μια διαδικασία αγοράς μέσω της οποίας

οι δυναμικές διαφορές των φύλων διαστρεβλώνονται

συστηματικά με σκοπό το κέρδος και συγκροτούν εναν έμφυλο

καταμερισμό εργασίας που αναγνωρίζει γυναικείο και

ανδρικό επάγγελμα. Το επάγγελμα της αεροσυνοδού

επιλέγεται εδώ γιατί μέσα σε αυτό το εργασιακό

συμφραζόμενο, η έμφυλη βιολογική διαφοροποίηση συνιστά το

ανθρώπινο χαρακτηριστικό που αφενός, γίνεται εμπόρευμα

και αφετέρου, παρέχεται ως εμπόρευμα. Το ενδιαφέρον

11

εστιάζεται στις όψεις εκείνες της εργασίας που είναι 

πέρα από τους επίσημους όρους της ανταλλαγής αλλά και από

τους οποίους η ίδια η ανταλλαγή εξαρτάται. Στο επίκεντρο

βρίσκεται η ανταλλαγή της καλαισθησίας, του ωραίου, που

έχει τη μορφή τελετουργίας και εντάσσεται σε αυτό που

λέμε εργασία με ανθρώπινο δυναμικό. Στην περίπτωση όμως

αυτή, αυτό που ανταλλάσσεται εμπίπτει στην κατηγορία  των

ποιοτήτων που αφορούν την ιδιαίτερη φύση της γυναίκας και

συνεπώς αποτελεί εμπορευματοποίηση της ίδιας της

ετερότητας. Αυτή η τελετουργική διαδικασία προσφοράς

διαφέρει από άλλες, δεδομένου ότι δεν αμείβεται και δεν

αναγνωρίζεται ως εργασία ακριβώς επειδή παρέχεται από

γυναίκες. Προκειμένου να γίνει κατανοητό αυτό το

στοιχείο, αυτή η μορφή της γυναικείας εργασίας γίνεται

κατανοητή ως τελετουργική μορφή ανταλλαγής δώρου.

Στο σημείο αυτό θα αναφερθούμε στην αισθητική της

οικονομίας (Philip&Tyler 2007). Η σκόπιμη διαχείριση της

εικόνας επιστρατεύει συγκεκριμένους τρόπους παράστασης

του φύλου που συμβαδίζουν με τις οργανωτικές

αναγκαιότητες της αγοράς. Θέματα που αφορούν την

εμφάνιση, την προσωπικότητα, το στυλ και την

αυτοπαρουσίαση γίνονται κριτήρια και προϋπόθεση για να

σχετιστούν οι εργαζόμενοι με τις εταιρίες. Επομένως,

εταιρικά αντικείμενα παρασκευάζονται με συγκεκριμένους

τρόπους, οι οποίοι βασίζονται στο κοινωνικό δίκτυο, τα

νοήματα και τις εμπειρίες της εκάστοτε επιχείρησης. Για

να επιτευχθεί η δέσμευση, οι εργαζόμενοι δέχονται την

οργανωτική ρύθμιση της ταυτότητάς τους και μέσα από αυτήν

12

λαμβάνουν την αναγνώριση και την επιβεβαίωση ως άτομα που

συμμετέχουν στην εταιρική ταυτότητα. Η επίδοση επομένως

της εργασίας, αξιολογείται ως μια μορφή κοινωνικής

αλληλεπίδρασης και επιτυχημένης επεξεργασίας της

υποκειμενικότητας. Η ταυτότητα είναι το αποτέλεσμα ενός

δικτύου σχέσεων όπου το φύλο είναι κοινωνική πρακτική και

θεωρείται αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης και της

εκπροσώπησης στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Η

σχηματοπoίηση του θηλυκού σώματος όπως φαίνεται μέσα από

τα εθνογραφικά παραδείγματα που θα χρησιμοποιήσουμε

παρακάτω καθορίζεται μέσα από το βλέμμα, τη δύναμη και

τον έλεγχο των κοινωνικών κανόνων του εκάστοτε πλαισίου

(Philip&Tayler 2007: 515) Η αισθητική της οικονομίας

λοιπόν δεν αναφέρεται μόνο στην οικονομική επιτέλεση ως

μέσο επηρεασμού για το πως οι άνθρωποι ορίζουν την

πραγματικότητα. Η αισθητική των δυο φύλων κινητοποιείται

και κατασκευάζεται ή ανακατασκευάζεται προκειμένου να

επιβεβαιώνονται τα επιθυμητά νοήματα (Philip&Tayler 2007:

513). Οι τρόποι με τους οποίους γίνεται η οργάνωση της

ταυτότητας σε μια εικόνα (αισθητική), έτσι όπως

διαμορφώνεται από την άυλη εργασία, προκύπτει από τις

στρατηγικές που αναπτύσσει η κάθε εταιρία. Μια εκ των

στρατηγικών αποτελεί η χειρονομιακή υφολογία που είναι

ικανή να θέσει σε ισχύ αυτό που φιλοδοξούν να εκπροσωπεί

και συγκεκριμένα, στην περίπτωση των εικόνων θεωρείται,

εδώ μια εξιδανικευμένη, έμφυλη υποκειμενικότητα.

Οι εταιρίες αναπτύσσουν μια αισθητικοποίηση των

υπηρεσιών που προσφέρουν και των προϊόντων που παράγουν

13

ώστε να υπερβαίνουν τη χρήση και την ανταλλαγή και να

στοχεύουν στην προσωρινή ικανοποίηση, η οποία αποτελεί

αισθησιακή ανάγκη. Με αυτό τον τρόπο, μέσα σε ένα

εταιρικό πολιτισμικό πλαίσιο, ο τρόπος με τον οποίο

οργανώνεται η επιτελεστικότητα του φύλου είναι

κωδικοποιημένη. Η κοινωνική κατασκευή του εαυτού

συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας θεωρίας για τη διαχείριση

της υποκειμενικότητας, εφιστώντας ιδιαιτέρως την προσοχή

στους τρόπους με τους οποίους τα άτομα κάνουν χρήση των

υλικών και συμβολικών πόρων. Για παράδειγμα οι αγγελίες

πρόσληψης προβάλλουν εικόνες με τρόπο δομημένο ώστε να

προβάλλουν συγκεκριμένες αισθητικές περιγραφές των δυο

φύλων1.

Στο πλαίσιο αυτό, η παρουσίαση, η συντήρηση και η

απόδοση ενός τρόπου

ενσάρκωσης που καθορίζεται από την εκάστοτε εταιρία έχει

καταστεί κεντρικό στοιχείο του έργου που εκτελείται από

πολλούς εργαζομένους, ο τρόπος με τον οποίο τα κριτήρια

αυτά κωδικοποιούνται στις διαφημίσεις προσλήψεων. Οι

εργαζόμενοι πρέπει να ενεργήσουν σε συνάφεια με τις

εταιρικές απαιτήσεις.

Η σημειολογική προσέγγιση της αισθητικής αναφορικά

με τα δυο φύλα επικεντρώνεται σε δυο τρόπους όπου

τέτοιες εικόνες είναι διαποτισμένες με ιδιαίτερες έννοιες

που λειτουργούν ως «Τεχνολογίες της γοητείας». Σύμφωνα με

αυτή την έννοια, τονίζεται πως για όσους ασχολούνται με

1 Για παράδειγμα χρησιμοποιούν τις λέξεις κυρία ή δεσποινίς ορίζονταςέτσι το φύλο, την ηλικία ακόμα και την εμφάνιση.

14

την αισθητική προτείνεταο ένας μηχανισμός με τον οποίο η

πνευματική διάσταση της ανθρώπινης γνωστικής λειτουργίας

μπορεί να παρακαμφθεί, δημιουργώντας μια βαθιά

ενσωματωμένη και, συνεπώς, αισθησιακή σχέση μεταξύ των

εργαζομένων και της εταιρείας. Στόχος είναι να

επικεντρώσει στην αισθητική διαμόρφωση της

επιτελεστικότητας του φύλου με τη γοητεία που

προκαλείται από συγκεκριμένα εταιρικά αντικείμενα.

Ωστόσο η οργανωτική ρύθμιση της ταυτότητας είναι

επισφαλής, προσωρινή, και συχνά αμφισβητούμενη

διαδικασία. Αυτή η κατανόηση της απόδοσης ως αισθητική

παρουσία δίνει έμφαση στον αγώνα για την αναγνώριση καθώς

η επίδοση ευνοεί μια μορφή κοινωνικής αλληλεπίδρασης, και

έχει ιδιαίτερη σημασία σε οργανωτικούς όρους όταν

εντοπίσει ότι ο αγώνας στο πλαίσιο μιας ιστορικής

μετάβασης επιτυγχάνεται με τρόπους σχηματισμού

ταυτότητας. Η ένδειξη για την επίτευξη ενδέχεται να

οδήγησε σε ταυτότητες που στην περίπτωση των δύο φύλων,

είναι λιγότερο διχοτομικές και ιεραρχικές στην οργάνωσή

τους. Επομένως οι νέες ταυτότητες θεωρούνται περισσότερο

επισφαλείς και αβέβαιες υποκειμενικότητες. Έτσι η

επιδίωξη της βιώσιμης υποκειμενικότητας, σύμφωνα με την

Butler, ενισχύεται από την επιθυμία για την αναγνώριση,

που έχει γίνει πιο έντονη. Η εργασιακή ταυτότητα είναι

πιο σημαντική και επισφαλής δραστηριότητα, έτσι ώστε τα

άτομα συνειδητά να αναζητήσουν μια σειρά από πολιτιστικά

σημεία αναφοράς και δείκτες ταυτότητας για την καθοδήγησή

τους. Τα έμφυλα χαρακτηριστικά θεωρούνται μια κοινωνική

15

πρακτική, όχι ένα βιολογικό χαρακτηριστικό και πρέπει να

αναζητηθούν στις καθημερινές αλληλεπιδράσεις, σε σχέση με

το ευρύτερο συμβολικό-πολιτιστικό τομέα, διότι θεωρούνται

ως το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης και εκπροσώπησης σε

αυτούς τους διάφορους τομείς.  Έτσι, το σώμα είναι ο

τόπος όπου η «εμπειρία» και η ενσάρκωση πραγματοποιούνται

με διφορούμενους τρόπους και υποδηλώνουν μια

αμφισβητούμενη σειρά από κανόνες που ορίζουν ποιος θα

θεωρηθεί ως βιώσιμο υποκείμενο. Άλλωστε η σχέση μεταξύ

της επιτελεστικότητας, της σημαντικότητας και της έμφυλης

οργάνωσης απορρέουν από την επιθυμία για αναγνώριση.

Θεωρούμε ότι μια σειρά από εικόνες συνιστά τη πολιτισμική

διαμόρφωση του ζητούμενου εργαζόμενου. Η εργατική

παραγωγή μπορεί να διαβαστεί ως μια μορφή οργάνωσης της

επιτελεστικότητας και των εικόνων ως τόπων άρθρωσης και

ανάδειξης των δύο φύλων.

Έτσι, η ανάλυση έχει ως στόχο να δείξει την

συμβολική κωδικοποίηση αλλά και την αισθητική διάσταση

μιας σειράς αντικειμένων με ιδιαίτερη αναφορά στο βαθμό

στον οποίο ορισμένοι τρόποι πιστοποιούν την απόδοση της

έμφυλης υπόστασης του υποκειμένου (που είναι απαραίτητοι

για τον τρόπο με τον οποίο τα εν λόγω αντικείμενα

διαμορφώνονται).

 

Παραδείγματα γυναικείας εργασίας

16

Στην περίπτωση των αεροσυνοδών η διαδικασία αγοράς

εργασίας περιλαμβάνει την εμπορευματοποίηση της

βιολογικής διαφοράς των γυναικών από τους άνδρες. Ο όρος

σεξουαλική διαφοροποίηση χρησιμοποιείται εδώ για να

τονιστεί η ιστορική και πολιτισμική συγκρότηση αλλά και

ερμηνεία της βιολογικής διαφοράς των φύλων. Επομένως στη

διαδικασία αγοράς μέσω της οποίας οι δυναμικές διαφορές

των φύλων διαστρεβλώνονται συστηματικά, με σκοπό το

κέρδος, συγκροτούν έναν έμφυλο καταμερισμό εργασίας που

διαχωρίζει τα γυναικεία από τα ανδρικά επαγγέλματα.

Η δουλειά της αεροσυνοδού επιλέγεται γιατί προβάλλει

τη βιολογικά έμφυλη διαφοροποίηση σαν ανθρώπινο

χαρακτηριστικό που γίνεται εμπόρευμα και παρέχεται ως

εμπόρευμα. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στις όψεις εκείνες

της εργασίας που είναι πέρα από τους επίσημους όρους της

ανταλλαγής αλλά και από τους οποίους η ίδια η ανταλλαγή

εξαρτάται. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ανταλλαγή της

καλαισθησίας, του ωραίου, παίρνοντας τη μορφή

τελετουργίας. Εντάσσεται σε αυτό που λέμε εργασία με

ανθρώπινο δυναμικό. Στην περίπτωση όμως αυτή αυτό που

ανταλλάσσεται εμπίπτει στην κατηγορία των ποιοτήτων που

αφορούν την ιδιαίτερη φύση της γυναίκας αποτελεί δηλαδή

εμπορευματοποίηση της ίδιας της ετερότητάς της. Αυτή η

τελετουργική διαδικασία προσφοράς διαφέρει από άλλες,

δεδομένου ότι δεν αμείβεται και δεν αναγνωρίζεται ως

εργασία ακριβώς επειδή παρέχεται από γυναίκες.

Προκειμένου να γίνει κατανοητό αυτό το στοιχείο, αυτή η

17

μορφή της γυναικείας εργασίας γίνεται κατανοητή ως

τελετουργική μορφή ανταλλαγής δώρου.

Η Messick (1987) στο άρθρο της μεταχειρίζεται την

ύφανση ως λόγο των γυναικών που αποκαλύπτει τις σχέσεις

των φύλων και φέρνει στο φως τον τρόπο που έχουν μάθει

αυτές οι γυναίκες να εκφράζονται. Η γυναίκα επομένως που

υφαίνει κατακτά μια στάση που υπαγορεύει το αντικείμενο

της τέχνης. Η υφάντρια με την εργασία της εμπλέκεται σε

πράξεις που συνδέουν εκείνη και το μαλλί σε μια σχέση

μητέρας-γιού. Οι ενέργειές της καταλήγουν σε ένα τελικό

προϊόν που αναπτύσσεται και αποκτά ψυχή. Περνά επομένως

από στάδια όπως αυτό της γέννησης και του θανάτου.

Προετοιμάζει το μαλλί, ορίζει τη μορφή που θα πάρει,

μπορεί να ξηλώσει και να το ανακατασκευάσει (Messick

1987: 212). Ο κόσμος της ύφανσης ενσωματώνει διακρίσεις

για τις ποιότητες των δυο φύλων, επιπλέον υπάρχει και

άλλη μια έμφυλη διάκριση που αφορά την ηλικία ή την

ωριμότητα. Έτσι διακρίθηκαν τρείς κατηγορίες υποκειμένων:

τα ώριμα αρσενικά, τα ανώριμα αρσενικά και τα ανώριμα

θηλυκά. Τα θηλυκά αντιμετωπίζουν ένα κίνδυνο σεξουαλικού

χαρακτήρα και υπόκεινται σε μια αναγκαστική προστασία της

ιδιωτικής τους ζωής. Όταν η γυναίκα παντρεύεται η σχέση

της με τον εργαλείο αλλάζει, δεν μπορεί να θεωρηθεί πλέον

απειλή όπως συμβαίνει με τις άγαμες γυναικές. Μόνο μια

παντρεμένη γυναίκα μπορεί να είναι ερωμένη ενός αργαλειού

και αυτό είναι το πιο σημαντικό μέσω έκφρασής της

(Messick 1987: 213-214).

18

Οι γυναίκες πολιτικοί μηχανικοί που συμμετείχαν σε

μια ποιοτική έρευνα φαίνεται να ανταποκρίνονται στην

πρόκριση ενός αρσενικού επαγγέλματος, υιοθετώντας

αρσενικά κριτήρια επιτυχίας για να κερδίσουν το σεβασμό

από τους άνδρες συναδέρφους τους μέσα από την λήψη

ευθυνών και την πολύωρη εργασία. Οι ίδιες αισθάνονται ότι

μια μεγάλη διακοπή της σταδιοδρομίας δεν είναι βιώσιμη

επιλογή, οπότε ο παραμερισμός της εργασίας για την

οικογενειακή ζωή θα έχει αρνητικές συνέπειες για τις

μελλοντικές προοπτικές τους (Watts 2009 :39-41).

Ο Valerie Oppenheimer (1970) μελετώντας την

ανισότητα αγνοεί ότι η αγορά εργασίας αντικαθιστά το

σπίτι ως το κεντρικό σημείο της ανισότητας των φύλων.

(άρα από οίκος και δουλειά/ γυναικεία με ότι αυτό

συνεπάγεται – δουλειά αντρική). Στο βαθμό που ο

καταμερισμός της εργασίας αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο

της ανισότητας των φύλων, τότε, οι γυναίκες που

εγκαταλείπουν το σπίτι και πρόκειται να εργαστούν μπορεί

να μειώσουν την ανισότητα των φύλων. Στην πραγματικότητα,

η ικανότητα της αγοράς να τραβήξει τις γυναίκες από το

νοικοκυριό υπήρξε κορυφαίος παράγοντας για τη μερική

ανακατανομή στις δουλειές του σπιτιού και πριν λίγες

δεκαετίες. Αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί σε πολλές μελέτες

που δείχνουν μείωση της ανισότητα των φύλων σε ζευγάρια,

όταν οι γυναίκες απασχολούνται (Cohen 2004:243-244). Η

σεξουαλική διαίρεση της εργασίας εμφανίζεται ξανά στην

αγορά εργασίας, εφόσον οι γυναίκες εργάζονται σε θέσεις

«γυναικείας» εργασίας και συχνά απασχολούνται σε τομείς

19

με οικιακές δουλειές.  Δεδομένου ότι αυτές οι θέσεις

εργασίας είναι χαμηλού κύρους και χαμηλά αμειβόμενες,

παρατηρούμε ότι οι πατριαρχικές δομές παραμένουν άθικτες.

Ο διαχωρισμός των φύλων συνεχώς αναπαράγεται μέσω των

διαδικασιών του κοινωνικού ελέγχου που καθορίζουν

ανδρικές και γυναικείες εργασίες. Αλλά η μετάβαση από την

άμισθη εργασία στο σπίτι προς την έμμισθη εργασία στην

αγορά αποτελεί η ίδια πηγή αλλαγή στον καταμερισμό της

εργασίας κατά φύλο.

Συμπεράσματα

Στην παρούσα εργασία ασχοληθήκαμε με το ζήτημα του

έμφυλου καταμερισμού της εργασίας, τους λόγους ύπαρξης

και διατήρησής του. Απαριθμήσαμε χαρακτηριστικά που

σχετίζονται με πολιτισμικές ιδέες για τους έμφυλους

ρόλους, τις υποχρεώσεις και τις επιλογές που προωθούνται

ώστε ένα υποκείμενο να επιτελέσει το φύλο και τη

σεξουαλικότητά του εντός οριοθετήσεων που θα του

εξασφαλίσουν την αναγνώριση. Υποστηρίξαμε ότι για να

παρακολουθήσουμε τις διαφοροποιήσεις ανά φύλο θα πρέπει

να συμπεριλάβουμε την άμισθη οικιακή εργασία ή την

κουλτούρα κάθε φυλής που επιτάσσει ορισμένους τρόπους

έκφρασης στο κάθε φύλο όπως στην περίπτωση των υφαντριών.

Αναφέραμε παραδείγματα επαγγελμάτων όπως οι αεροσυνοδοί

και οι πολιτικοί μηχανικοί αποκαλύπτοντας ότι κάθε

περίπτωση είναι ξεχωριστή. Κάθε επάγγελμα οργανώνεται

20

μέσα από κανόνες αισθητικής που επιτρέπουν την ύπαρξη των

υποκειμένων μόνο με ορισμένο τρόπο. Για να ενσωματωθεί

κάθε γυναίκα σε αυτά τα επαγγέλματα θα πρέπει να

υποστηρίξει με την εμφάνιση, το στυλ και την

προσωπικότητά της την εκάστοτε εταιρική φόρμα ώστε να

επιτύχει την επαγγελματική της αναγνώριση. Έτσι οι

αεροσυνοδοί χαρίζουν ως δώρο την εμφάνισή τους, πράγμα

που συνιστά όμως άτυπη υποχρέωση για την πρόσληψή και τη

διατήρηση της επαγγελματικής τους θέσης και οι γυναίκες

πολιτικοί μηχανικοί υιοθετούν «αρσενική» συμπεριφορά και

ντύσιμο προκειμένου να κερδίσουν το σεβασμό και τη συνεχή

επαγγελματική ενασχόληση.

Τα υψηλότερα ποσοστά των γυναικών στη μισθωτή

εργασία έχουν στην πραγματικότητα συμβάλει στην αύξηση

του καταμερισμού των οικιακών εργασιών (βλέπε Sayer

2001). Αμειβόμενη και μη αμειβόμενη εργασία συνδυάζονται,

ενώ οι άνδρες συμμετέχουν περισσότερο στην οικιακή

σφαίρα. Το κίνημα των γυναικών μακριά από το νοικοκυριό

συνέβαλε τόσο στη συνολική μείωση του διαχωρισμού των

φύλων όσο και στην κατάργηση του διαχωρισμού των

επαγγελμάτων. Άρα υπήρξε η κινητήρια δύναμη στην

μεταβαλλόμενη φύση της ανισότητας των φύλων. Ο

διαχωρισμός των φύλων αναπαράγεται επειδή οι γυναίκες

τείνουν να κινούνται μεταξύ επαγγελμάτων, καθώς μέσω των

διαδικασιών κοινωνικού ελέγχου καθορίζεται ακόμα αν

άνδρες ή γυναίκες κυριαρχούν σε κάθε εργασία. Φυσικά, το

γεγονός ότι οι γυναίκες επωμίζονται το μεγαλύτερο μέρος

της οικιακής εργασίας, ακόμη και όταν έχουν έμμισθη

21

εργασία αποτελεί το ίδιο πηγή ανισότητας των φύλων (Cohen

2004 [Hochschild και Machung 1989]).

Βιβλιογραφία

Cohen, Philip N. 2004, “The Gender Division of Labor:“Keeping House” and Occupational Segregation in theUnites States”, Gender and Society, 18 (2): 239-252.

Hancock, Philip and M. Tyler, 2007, “Un/doing Gender and the Aesthetics of Organizational Performance”. Gender, Work and Organization 14(6) November: 512-533

Messick, B., 1987, “Subordinate discourse: women,weaving, and gender relations in North Africa”. AmericanEthnologist 14(2): 210-225.

22

Παπαταξιάρχης, Ε., 1992, «Ανθρωπολογικές θεωρήσεις της σύγχρονης Ελλάδας», στο Ε. Παπαταξιάρχης και Θ. Παραδέλλης (επιμ.),Ταυτότητες και φύλο στη σύγχρονη Ελλάδα: Ανθρωπολογικές Προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Timberlake, Sharon 2004, “Social Capital and Gender in the Workplace,” Journal of Management Development, 24 (1): 34-44.

Tyler, M. and S. Taylor 1998, “The exchange ofAesthetics: Women’s work and ‘thegift’”. Gender, Work andOrganization 5(3): 165-171.

.Watts, Jacqueline, 2009, “Allowed into a ‘Man’s World’Meanings of Work-LifeBalance: Perspectives of Women CivilEngineers as “Minority” Workers in Construction”. Gender,Work and Organization 16(1) January: 37-57.

23