Η Παιδική Χαρά και η Πόλη

52
Η Παιδική Χαρά και η Πόλη ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Οκτώβριος 2011 Φοιτήτρια: Ηρώ Καλογεροπούλου Επιβλέποντες: Παναγιώτης Τουρνικιώτης Αριάδνη Βοζάνη

Transcript of Η Παιδική Χαρά και η Πόλη

Η Παιδική Χαρά και η Πόλη

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΣχολή Αρχιτεκτόνων ΜηχανικώνΟκτώβριος 2011

Φοιτήτρια: Ηρώ ΚαλογεροπούλουΕπιβλέποντες: Παναγιώτης Τουρνικιώτης Αριάδνη Βοζάνη

2 3

Ευχαριστώ τους καθηγητές μου Παναγιώτη Τουρνικιώτη και Αριάδνη Βοζάνη

4 5

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Δ ΜΕΡΟΣ: Η παιδική χαρά στη σύγχρονη πόλη

Παιδικότητα, παιδική ηλικία, παιχνίδι 79

Χώροι παιχνιδιού 81

Παραδοσιακές παιδικές χαρές 82

Σύγχρονες παιδικές χαρές 84

Junk/Adventure playgrounds 88

Παιδική χαρά και Φύση 90

Συμπερασματικά 92

Βιβλιογραφία 94

Περιεχόμενα 4

Εισαγωγή 8

Α ΜΕΡΟΣ: Το παιχνίδι των παιδιών στην πόλη

Ορισμοί του παιχνιδιού 11

Το παιχνίδι και το παιδί: 13

Ιστορική επισκόπηση 13

Ο εκτενής 19ος αιώνας 15

Η παιδική χαρά 17

Τα δημόσια πάρκα του 19ου αιώνα 18

Αθλητισμός και Παιδικοί Κήποι 20

Κοινωνική μεταρρύθμιση-Θεσμοποίηση του παιχνιδιού 22

Β ΜΕΡΟΣ: Μεταπολεμική εξέλιξη

Γενικό πλαίσιο 29

Η θέση του παιχνιδιού 31

Οι χώροι παιχνιδιού 33

Ι. Ένταξη σε υπάρχοντα ιστό 35

Στο εσωτερικό του οικοδομικού τετραγώνου 36

Playstreets 40

Σε αστικά κενα 42

Junk/Adventure Playgrounds 50

Πάρκα παιχνιδιού [Playparks] 54

II. Ένταξη σε νέα αστικά συγκροτήματα 59

Γ ΜΕΡΟΣ: Η περίπτωση της Αθήνας

Γενικό πλαίσιο 69

Θεσμικό πλαίσιο 70

Οι παιδικές χαρές της Αθήνας 72

6 7

8 9

Εισαγωγή

Ο 20ος αιώνας χαρακτηρίστηκε ως ο «Αιώνας του Παιδιού». Στην ταραγμένη ιστορία του ανήκει το Παγκόσμιο Έτος του Παιδιού (UNICEF), το 1979, καθώς και η Διακήρυξη των Δι-καιωμάτων του Παιδιού από τη UNICEF. Σε αυτήν ορίζεται ως αναφαίρετο το δικαίωμα του παιδιού στην ψυχαγωγία και τις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου, την ίση και πλήρη συμμετοχή του παιδιού στην πολιτιστική και καλλιτεχνική ζωή, καθώς και η υποχρέωση των Συμβαλλόμενων Κρατών στην εξασφάλιση αυτών των δικαιωμάτων (UNICEF Άρθρο 31).

Η παιδική χαρά αποτελεί την άμεσα συνδεδεμένη με το παιδικό παιχνίδι χωρική έκφραση αυτού του δικαιώματος στις πόλεις. Μπορεί να οριστεί ως «ένας δημόσιος κατά κανόνα χώρος με κούνιες, τσουλήθρες κ.λπ., υπαίθριος, προοριζόμενος για την ψυχαγωγία και την απασχόλησης των παιδιών, που συναντάται κατά κανόνα σ στάσεις αναψυχής στις γειτονι-ές, σε πλατείες, αλλά και σε εμπορικά καταστήματα»1. Ο παιδότοπος πλέον νομικά ορίζεται ως «ο οριοθετημένος μη κοινόχρηστος χώρος, στεγασμένος ή υπαίθριος, στον οποίο παρέ-χεται αποκλειστικά ψυχαγωγία, σε νήπια και παιδιά μέχρι δέκα ετών παρουσία συνοδών, υπό την επίβλεψη προσωπικού»2 και διαχωρίζεται από τις δημόσιες εγκαταστάσεις παιχνι-διού, όπως παιδικές χαρές, αυλές σχολίων, νηπιαγωγείων κτλ.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο επικρατών όρος για τους δημόσιους χώρους παιχνι-διού «παιδική χαρά» δεν εμπεριέχει κανένα χωρικό προσδιορισμό, παρά αποτελεί έκφρα-ση μια συναισθηματικής κατάστασης, που μάλιστα αφορά σε μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα του πληθυσμού. Ο όρος «παιδότοπος» από την άλλη εκφράζει το χωρικό δράσης αποκλειστικά αυτής της πληθυσμιακής ομάδας. Κανένας όρος από τους δύο δεν περιέχει το παιχνίδι. Αντίθετα, τόσο στην αγγλική όσο και στη γερμανική οι αντίστοιχες λέξεις play-ground (play=παιχνίδι, ground=έδαφος, έκταση, περιοχή αλλά και φόντο3) και Spielplatz (Spiel=παιχνίδι και Platz=τόπος, χώρος, θέση, πλατεία4) αποτελούν κυριολεκτικό ορισμό αυτών χώρων παιχνιδιού. Ο ηλικιακός προσδιορισμός εκλείπει και στις δύο περιπτώσεις, υποδηλώνοντας την οικουμενικότητα τόσο της δράσης του παιχνιδιού όσο και του χώρου που το περιβάλλει, φιλοξενεί, υποκινεί ή υποβοηθά.

Η ανάγκη και η σημασία του παιχνιδιού στη ζωή και την ανάπτυξη των παιδιών –και όχι μόνο- έχει επισημανθεί και αναλυθεί ήδη από την αρχαιότητα. Η δημιουργία και ο σχεδι-ασμός ωστόσο εξειδικευμένων χώρων για τη δραστηριότητα αυτή είναι ένα φαινόμενο, που γεννιέται μαζί με τη δυτική μητρόπολη όπως αυτή διαμορφώθηκε το 19ο αιώνα και τη συνοδεύει έκτοτε ως αναπόσπαστο στοιχείο του ιστού της. Η παιδική χαρά είναι ένας χώρος αφιερωμένος στην κατεξοχήν ενασχόληση των παιδιών, το παιχνίδι. Αποτέλεσε την προσφερόμενη εναλλακτική στους κινδύνους των δρόμων της πόλης, το προστατευμένο μέρος για το παιδικό παιχνίδι υπό την επίβλεψη της μητέρας ή του παιδαγωγού-φύλακα, άλλη μια χρήση στο λειτουργικό χάρτη του πολεοδόμου, αλλά και συστατικό του οράματος

1 The Free Dictionary. 2011. [Ηλεκτρονικό] Farlex Inc, 2011. [Παραπομπή: 20 Μάιος 2011.] http://el.thefreedictionary.com/. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ-Η Ελεύθερη Εγκυκλοπαίδεια. Παιδική Χαρά. [Ηλεκτρονικό] MediaWiki. [Παραπο-μπή: 8 Ιούνιος 2011.] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%AC. 2 Ελλ. Δημοκρατία- Υπουργείο Εσωτερικών, Γεν. Δ/νση Τοπ. Αυτ/σης, Δ/νση Οργ. & Λειτ. ΟΤΑ, Αθήνα, 27/11/2007, Εγκύκλιος 72: Κοινή Υπουργική απόφαση (36873/2007 Β’ 1364) για τη λειτουργία των παιδότοπων 3 D.N. Stavropoulos, Oxford Learner’s Pocket Dictionary: English-Greek Greek-English Edition. Oxford, 1991: Oxford University Press.4 ΤΣΟΥΚΑΝΑΣ, Αλέξανδρος Α. 1961. Νέον Γερμανο-Ελληνικόν Λεξικόν. Αθήνα : Εκδόσεις Κακουλίδη, 1961

αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων για την ανάκτηση και ανασύσταση του δημόσιου χώρου της αστικής γειτονιάς, όσο και αντικείμενο κριτικής και τελικής απόρριψης.

Το σίγουρο είναι πως η παιδική χαρά σε μια κοινότητα είναι τόσο δεδομένη όσο και το δη-μαρχείο και η εκκλησία, ενώ η μορφή της είναι κατά κανόνα εξίσου αναγνωρίσιμη, καθώς είτε βρίσκεται σε κάποια κωμόπολη της επαρχίας είτε στο κέντρο της Αθήνας, αποτελείται από τα ίδια βασικά στοιχεία: μια τσουλήθρα, κούνιες, τραμπάλες.

Η διάλεξη αυτή εξετάζει την ιστορική προέλευση της παιδικής χαράς, ως ενός κατεξοχήν αστικού φαινομένου, και επιχειρεί να εντοπίσει το ρόλο της αλλά και τα όριά της στη σύγ-χρονη πόλη.

10 11

Ορισμοί του Παιχνιδιού

Α ΜΕΡΟΣ

Το Παιχνίδι των Παιδιών στην Πόλη

Το παιχνίδι έχει κεντρικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων όλων των πολιτισμών και ιστορικών περιόδων (ΧΟΥΖΙΝΓΚΑ, 2010). Οι ορισμοί του ποικίλουν όσο ποικίλουν οι προσεγγίσεις, οι χρονικές στιγμές που αυτοί διατυπώνονται και ο σκοπός για τον οποίο απαιτείται ο ορισμός. Κατά το Χουιζίνγκα το παιχνίδι είναι «μια ελεύθερη δραστηριότητα, η οποία παραμένει απολύτως συνειδητά έξω από το «συνήθη» βίο, ως «μη σοβαρή», αλλά συγχρόνως απορροφά έντονα και απόλυτα τον παίκτη. […] δε συνδέεται με κανένα υλικό συμφέρον και […] κανένα κέρδος δεν μπορεί να αποκτηθεί» μέσω αυτής. Επιπλέον «κινείται μέσα στα δικά της όρια χρόνου και χώρου σύμφωνα με κανόνες και κατά εύτακτο τρόπο». Ο Χουιζίνγκα διακρίνει δύο βασικές όψεις της λειτουργίας του παιχνιδιού: τον αγώνα, για να κερδηθεί κάτι, και την παράσταση, που απεικονίζει/αναπαριστά κάτι. Στο παιχνίδι του παιδιού έχει κυρίαρχο ρόλο η παράσταση, μέσω της οποίας γνωρίζει τις πτυχές της ζωής, αλλά και εξερευνά ερωτήματα σχετικά με τον κόσμο που το περιβάλλει (ΧΟΥΖΙΝΓΚΑ, 2010 σσ. 28,29,164).

Βασιζόμενος στο έργο του Χουιζίνγκα, ο Caillois επεκτείνει την έρευνα πάνω στο παιχνίδι. Ορίζει το παιχνίδι ως μια «συνθήκη καθαρής σπατάλης: σπατάλης χρόνου, ενέργειας, επινοητικότητας, ικανότητας, και συχνά και χρημάτων», μια ασχολία «ελεύθερη και οικειοθελής, […] που λαμβάνει χώρα σε αγνό χώρο, προστατευμένο και απομονωμένο από την υπόλοιπη ζωή», που «παύει να υπάρχει μόλις πάρει το χαρακτήρα υποχρέωσης ή ενταχθεί σε μια παραγωγική σκοπιμότητα». Είναι μια δραστηριότητα δυναμική, κατά τη διάρκεια της οποίας εφευρίσκεται και διαμορφώνεται η συνέχειά της και η κατάληξή της, και στην οποία κυρίαρχο ρόλο έχει η φαντασία (CAILLOIS, 2001).

12 13

Το Παιχνίδι και το Παιδί

Iστορική επισκοπήσή

Αρχαιότητα

Μεσαίωνας

. „Die Kinderspiele“, Pieter Bruegel, 1560.

Πηγή: (HAHN, 2008)

Το παιχνίδι έχει κεντρικό ρόλο στον πολιτισμό και τη σκέψη, σε σχέση κατά κύριο λόγο με τη συμπεριφορά και ανάπτυξη των παιδιών. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη γνώση και τη μάθηση, την επιτυχή ένταξη στην κοινωνική ζωή, τους ρόλους που τη ρυθμίζουν και τις συνθήκες που την αποτελούν, την προετοιμασία για την ενήλικη ζωή (ΚΑΙΣΑΡΗ, 2005 σ. 53). Από νωρίς αναγνωρίστηκαν οι σχέσεις αυτές του παιχνιδιού με τη ζωή των ανθρώπων και ειδικότερα των παιδιών, και ιδίως η σημασία του για τη σωστή κι ισορροπημένη τους ανάπτυξη.

Στην αρχαιότητα, το παιχνίδι αποτελούσε βασικό και αναπόσπαστο στοιχείο της μάθησης. Η παιδική ηλικία αναγνωριζόταν ως ξεχωριστή φάση στη ζωή του ανθρώπου και χωριζόταν σε αναπτυξιακά στάδια, στα οποία προσαρμόζονταν οι διδακτικές και παιδαγωγικές μέθο-δοι. Ο Πλάτων όριζε το παιχνίδι ως βασική ασχολία των παιδιών ως τα έξι τους χρόνια και απαραίτητη δραστηριότητα για την ανάπτυξη τόσο του πνεύματος όσο και του σώματος (FROST, 2010). Κεντρικής σημασίας στους κλασικούς χρόνους είναι ο αριστοτελικός «ελεύ-θερος χρόνος», η «σχόλη», στη διάρκεια της οποίας ο πολίτης μπορούσε να αφιερωθεί στη φιλοσοφική σκέψη και την ψυχαγωγία, και το παιδί στο δημιουργικό παιχνίδι. Όπως ανα-γνωρίζει και ο Χουιζίνγκα, το παιχνίδι διέπνεε όλη την κοινωνική ζωή κατά τους κλασικούς χρόνους όσο και τους ρωμαϊκούς, με οργανωμένα παιχνίδια από τη νηπιακή ως την ενή-λικη ζωή, πολλά από τα οποία επιβιώνουν μέχρι σήμερα (FROST, 2010; ΧΟΥΖΙΝΓΚΑ, 2010).

Οι αντιλήψεις τόσο για την εκπαίδευση όσο και το παιχνίδι μεταβάλλονται σημαντικά κατά το Μεσαίωνα. Σύμφωνα με τον Αριές, η παιδική ηλικία αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή αρκετά νέα στην ανθρώπινη ιστορία, καθώς ως το 12o αιώνα, τα παιδιά συμμετείχαν από-λυτα στην παραγωγική και κοινωνική ζωή των ενηλίκων από τη στιγμή που δεν είχαν πια ανάγκη τη φροντίδα της μητέρας ή της νταντάς. Σύμφωνα πάλι με άλλους ιστορικούς, η παιδική ηλικία αναγνωριζόταν ως μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή περίοδος της ζωής του αν-

14 15

Διαφωτισμός

Αναγέννηση

θρώπου κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, ενώ επισημαίνεται η ιδιαίτερη μεταχείριση και μέριμνα για τα παιδιά στις αριστοκρατικές και πιο εύπορες τάξεις (FROST, 2010; ΜΗΤΟΥ-ΛΑΣ, 2005). Η συμμετοχή πάντως στις δραστηριότητες των ενηλίκων ξεκινούσε από τα επτά χρόνια. Παρά τις αντιξοότητες, ωστόσο, το παιχνίδι είχε δεσπόζουσα θέση στην καθημερι-νότητα των παιδιών. Ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της και εκδηλωνόταν στη δουλειά, στα διαλείμματά της, στα προαύλια των εκκλησιών και τις πλατείες. Σημαντικό μέρος του παι-χνιδιού ήταν εξάλλου η μίμηση και μέσω αυτής συμμετοχή στην κοινωνική και εργασιακή ζωή των μεγάλων. Brügel- Kinderspiele. Η ζωγραφική των Κάτω Χωρών έχει αποτυπώσει αυτήν τη συνύπαρξη και τον πλούτο της αστικής ζωής της περιόδου, καθώς και την αδιά-λειπτη παρουσία των παιδιών σε αυτήν (FROST, 2010; MUMFORD, 1961). Βλέπε (LEFAIVRE, και συν., 2007) σελ 42!!!

Η αναβίωση του κλασικού ιδεώδους κατά την Αναγέννηση επανέφερε το ενδιαφέρον για τη μελέτη ανάπτυξης και του παιχνιδιού των παιδιών και την αναγνώριση της σημασίας του για την υγιή σωματική ανάπτυξή, τη διαδικασία της μάθησης, την καλλιέργεια του πνεύ-ματος και της προσωπικότητας. Η μελέτη των κλασικών έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη στρο-φή αυτή, και εντάσσεται στον ευρύτερο ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό της περιόδου, οδηγώντας σε μεταρρυθμίσεις σε θρησκευτικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Από πολ-λούς μελετητές του παιχνιδιού, θεμελιωτής της έννοιας του «χώρου παιχνιδιού» θεωρείται

ο διανοητής Johan Amos Comenius (1592-1670), ο οποίος υποστήριξε με πάθος το δικαίωμα των παι-διών στο παιχνίδι και την ανεμελιά. Στο δημοσίευ-μά του “Orbis sensulium pictus” εικονογραφεί το παιχνίδι των παιδιών σε έναν κήπο. Στη σκέψη του Comenius ως “Spielplatz”, δηλαδή «χώρος παιχνι-διού», οριζόταν οποιοσδήποτε τόπος στον οποίο συντελούνταν το παιδικό παιχνίδι, παρά μια συγκε-κριμένη μορφή χωρικής οργάνωσης. Συμπλήρωση από (ΚΑΙΣΑΡΗ, 2005) για τον ξεχωριστό χώρο - τόπο του παιδικού παιχνιδιού.

Τις ιδέες της περιόδου θα αναπτύξουν διανοητές του Διαφωτισμού, όπως ο Jean-Jacques Rousseau

(1712-1772). Στο έργο-ορόσημο του 18ου αιώνα Αιμίλιος, επανεισήγαγε την έννοια και τη σημασία του ελεύθερου χρόνου, του ελεύθερου και «άσκοπου» παιχνιδιού, της έντονης σωματικής δραστηριότητας και της επαφής με τη φύση, για την ανάπτυξη τόσο υγιούς και δυνατού σώματος, όσο δυνατού και υγιούς νου. Το παιχνίδι η μάθηση και η εργασία, αποτελούν ενότητα στη σκέψη του Rousseau. Η άσκηση όλων των αισθήσεων, η εμπειρι-κή γνώση και η ελευθερία στην εξερεύνηση οδηγούν στη σωστή ανάπτυξη του ατόμου. Το έργο του Rousseau καταδικάστηκε από τους συγχρόνους του για τον «αθεϊσμό» του και την παραμέληση της θρησκευτικής αγωγής, αποτελεί ωστόσο μια επιτομή στην φιλο-σοφική σκέψη και την παιδαγωγική. Μια γενιά αργότερα ο Johan Pestalozzi (1746-1827) εμπνευσμένος από το Rousseau, ίδρυσε σχολείο στο οποίο εφήρμοσε τις ιδέες του. Υπήρξε πρωτοπόρος στην υπεράσπιση του καθολικού δικαιώματος στη μόρφωση και τη γνώση ανεξαρτήτως τάξης και οικονομικής ευχέρειας, της κατάργησης της σκληρής και απάνθρω-πης τιμωρίας ως μεθόδου διδασκαλίας, της έμφασης στη γνώση μέσω της επαφής και της παρατήρησης της φύσης και του κόσμου. Παιδαγωγοί όπως οι Dewey, Montessori και Piaget επηρεάστηκαν σημαντικά από τις αντιλήψεις των διανοητών αυτών για τη σημασία του παιχνιδιού και της εμπειρικής γνώσης (FROST, 2010).

Ο εκτενήσ 19ος αιώνασ

Οι ιδέες του Διαφωτισμού υπήρξαν καθοριστικές για τη μεταστροφή των αντιλήψεων για την παιδική ηλικία στο 19ο αιώνα. Η τέχνη του Ρο-μαντισμού εξήρε την αθωότητα και την ομορφιά των παιδιών, καθώς και τον καθαρό και δημιουργικό ψυχισμό τους, στοιχεία που έπρεπε να αναγνωριστούν και προφυλαχτούν από τον διεφθαρμένο και επικίνδυ-νο κόσμο των ενηλίκων, ενώ παιδαγωγοί που προαναφέρθηκαν επηρέ-ασαν σημαντικά τις αντιλήψεις για τη σωστή ανατροφή των παιδιών, για την οικογένεια και το ρόλο των ενηλίκων στη ζωή των παιδιών. Στο 19ο αιώνα έχουν την αφετηρία τους δομές και θεσμοί που διατηρού-νται ως σήμερα, και περιλαμβάνουν την εκπαίδευση αλλά και το παι-χνίδι των παιδιών. Ο «εκτενής δέκατος ένατος αιώνας» (HOBSBAWM, 2010) αποτέλεσε μια περίοδο ανακατατάξεων και μεταβολών σε όλα τα επίπεδα της ζωής των πόλεων. Η έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης και η ακόλουθη εκβιομηχάνιση και έντονη αστικοποίηση των δυτικών πόλεων μετέβαλλε ριζικά τόσο της μορφή τους όσο και την πληθυσμια-κή τους σύνθεση, την οργάνωση και τις λειτουργίες τους. Η αύξηση του αστικού πληθυσμού οφειλόταν τόσο στην μετανάστευση –εσωτερική και προς τα τέλη του αιώνα εξωτερική, με τεράστια κύματα προς τις ΗΠΑ- όσο και στη θεαματική μείωση της παιδικής θνησιμότητας στα τέλη του αιώνα (Encyclopedia of Modern Europe, 2006).

Οι νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις καθώς και οι ψυχολογικές και ανα-πτυξιακές θεωρίες, που είχαν τις βάσεις τους στη σκέψη και τα ιδανικά του Διαφωτισμού, σε συνδυασμό με τις μεταβολές στις παραγωγικές και έμφυλες σχέσεις της αστικής τάξης, έδιναν έμφαση στη φροντίδα των παιδιών και την εκπαίδευσή τους από ικανούς και έμπιστους ενή-λικες, κατά κανόνα γυναίκες. Οι ιδέες αυτές διαδόθηκαν ή επιβλήθηκαν και στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, όπου το νέο αυτό οικογενει-ακό μοντέλο ήταν ωστόσο σχεδόν αδύνατο να υιοθετηθεί, καθώς τόσο η γυναικεία εργασία όσο και η παιδική ήταν ευρέως διαδεδομένη. Οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά σκληρές και ήδη από τα 1830 στην Αγγλία και ως το 1860 και στην Πρωσία και τη Γαλλία επιβλήθηκαν έννο-μα περιορισμοί και έλεγχοι στην ηλικία των εργαζομένων στα εργοστά-σια, με αύξηση της ηλικίας εργασίας από τα εννέα χρόνια στα δώδεκα (Encyclopedia of Modern Europe, 2006).

Σημαντική για τις αλλαγές στις αντιλήψεις και τις πρακτικές που αφο-ρούσαν στα παιδιά και τις γυναίκες υπήρξαν οι δράσεις και οι διεκδική-σεις του φεμινιστικού κινήματος και των μεταρρυθμιστικών κινημάτων της περιόδου, που διεκδικούσαν πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. Η αυξανόμενη παραβατικότητα, η έκθεση στη βρωμιά και τις ασθένειες, η κακή διατροφή και η εργασία σε σκληρές συνθήκες ήταν κίνδυνοι που απειλούσαν τα παιδιά των πόλεων, ειδικά των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων. Τα μεταρρυθμιστικά κινήματα συνέταξαν προγράμματα πρόνοιας, που περιελάμβαναν την περίθαλψη και την φροντίδα ανήλι-κων και ορφανών, νομοθετικές ρυθμίσεις για την παιδική εργασία, την υποχρεωτική εκπαίδευση, καθώς και προγράμματα άσκησης και δημι-ουργικής απασχόλησης των παιδιών (Encyclopedia of Modern Europe, 2006; FROST, 2010). Βασική μέριμνα αποτέλεσε η απομάκρυνση των

1.„Kinderspiele“ από το δη-μοσιευμένο το 1658 „Orbis sensulium pictus“, Johan Amos Comenius.Πηγή: (RIMBACH, 2010).

2. The Hulsenbeck Children, 1806. Πίνακας του Philipp Otto Runge. Ο ρομαντικός ζωγράφος απο-τυπώνει την παιδική τρυφερότητα και ζωντάνια. Hamburgkunsthalle, Γερμανία/Bridgeman Art Library

Πηγή: (Encyclopedia of Modern Europe, 2006)

3. The Children of the Factory (Τα παιδιά του Ερ-γοστασίου). Χαρακτικό, Γαλλία, 1842. Οι απει-κονίσεις των σκληρών συνθηκών εργασίας των παιδιών συνέβαλαν στην ενίσχυση των κινημά-των για την κατάργηση της παιδικής εργασίας. Bibliotheque des Arts Decoratifs, Παρίσι, Γαλλία, Bridgeman Art Library/Archives Charmet

Πηγή: (Encyclopedia of Modern Europe, 2006)

16 17

Η Παιδική Χαρα

παιδιών από τους επικίνδυνους δρόμους των πόλεων, αλλά και η διαπαιδαγώγηση και ορθή ανατροφή τους μακριά από τους «αμόρφωτους γονείς» (HAHN, 2008).

Συμπερασματικά μπορούμε να επισημάνουμε ότι στην αυγή της σύγχρονης εποχής η στρο-φή τις αντιλήψεις για την παιδική ηλικία και την ανατροφή των παιδιών επέφερε μια ριζι-κή και ουσιαστική αλλαγή στη ζωή τους: η ανατροφή των παιδιών και η κοινωνικοποίηση τους θεωρούνται ολοένα και περισσότερο κύρια ευθύνη των θεσμών του κράτους και των επίσημων φορέων του, παρά του οικογενειακού και άμεσου κοινωνικού περιβάλλοντος. Η καθημερινότητα του παιδιού αποτελεί πλέον αντικείμενο οργάνωσης, με την πρόοδο της ψυχολογίας και των σχετικών επιστημών, συστηματοποιείται και κατευθύνεται μέσω των προγραμμάτων σπουδών στα σχολεία αλλά και της οργάνωσης χώρων με σαφή θέση και όρια μέσα στον αστικό ιστό για την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των παιδιών.

Το ενδιαφέρον για το παιδί και ωτην ανάπτυξή του υπάρχει καθώς το παιδί αποτελεί την πρώτη ύλη για το μελλοντικό ενήλικα (ΜΗΤΟΥΛΑΣ, 2005). Η δαρβινική θεωρία ανανέωσε το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη του ανθρώπου και δη αυτήν του παιδιού και έστρεψε το ενδιαφέρον στους εξωτερικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην εξέλιξή του. Ο συναισθηματικός κόσμος, το σώμα και η διάνοια του παιδιού δεν αποτελούν ξεχωριστές και ιεραρχήσιμες πτυχές του αλλά συνιστούν ένα όλον που πρέπει να αναπτυ-χθεί και να εξελιχθεί ισότιμα. Οι αλλαγές αυτές στην προσέγγιση της ανατροφής των παι-διών συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση των πολιτικών πρόνοιας και εκπαίδευσης των παιδιών στις πόλεις.

Ο δημόσιος χώρος παιχνιδιού προέκυψε στις πόλεις σταδιακά, μέσα από την εξέλιξη δη-μόσιων χώρων αναψυχής για το ευρύ κοινό. Υπό την πίεση των έντονων κοινωνικών προ-βλημάτων αλλά και των διεκδικήσεων των διαφόρων μεταρρυθμιστικών κινημάτων, όπως του φεμινιστικού, οι πολιτικές ηγεσίες στο γύρισμα του αιώνα εισήγαγαν συγκεκριμένες πολιτικές για τα παιδιά των πόλεων και τη δημιουργία χώρων για τη φροντίδα, την υγιή τους ανάπτυξη και το παιχνίδι.

4. “A Beggar on the Path“, πίνακας του Edward Thompson Davis, 1856. H a m b u r g k u n s t h a l l e , Αμβούργο, Γερμανία/ Bridgeman Art Library.

Μια συναισθηματικη ωστό-σο ρεαλιστική απεικόνιση της φτώχειας στη Βρετανία. Εικόνες σαν και αυτήν γνω-ρίζουν ευρεία κυκλοφορία καθώς αναπτύσσονται τα μεταρρυθμιστικά κινήματα.

Πηγή: (Encyclopedia of Modern Europe, 2006)

5. Παιδική Χαρά στο Central Park της Νέας Υόρκης, 1871.

Πηγή: (KOSLOVSKY, 2006)

18 19

Τα Δημόσια Πάρκα του 19ου αιώνα

Τα οξυνόμενα προβλήματα των βιομηχανικών πόλεων -προβλήματα υγιεινής, μεγάλες πυ-κνότητες κατοίκησης, παραβατικότητα- οδήγησαν σε σημαντικές μεταβολές στο δεύτερο μισό του αιώνα τόσο στη δομή όσο και τη μορφή των πόλεων. Εκτός των έργων υποδο-μής όπως η ηλεκτροδότηση και η κατασκευή αποχετευτικών και υδρευτικών συστημάτων, που συνέβαλλαν στην εξυγίανση των πόλεων, οι μεγάλες πολεοδομικές παρεμβάσεις στα βιομηχανικά κέντρα της Ευρώπης περιελάμβαναν και τη διάνοιξη μεγάλων λεωφόρων και την κατασκευή πλατειών και μεγάλων δημόσιων πάρκων, ανοιχτών στους πολίτες για αναψυχή, ξεκούραση,v αθλητισμό, αλλά και γιορτές και άλλες κοινωνικές δραστηριότητες (ΚΑΡΥΔΗΣ, 2006; Encyclopedia of Modern Europe, 2006).

Τα πάρκα αυτά προσέφεραν στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα την επαφή με το φυσικό στοιχείο, ευκαιρίες αναψυχής, τη φυγή από τη σκληρή καθημερινότητα, καθώς και ένα πε-ριβάλλον που ενίσχυε την υγεία και συνεπώς την παραγωγικότητά τους. Αποτέλεσαν τους «πνεύμονες της πόλης», στα λόγια του Camillo Sitte, που εξυγίανε τον αέρα και την ατμό-σφαιρα των βιομηχανικών πόλεων (MUMFORD, 1961). Για τα ανώτερα στρώματα ήταν ένας περίπατος στη φύση, μέσα στην πόλη, μια ευκαιρία επίδειξης υλικής και χρονικής αφθονίας, όσο και μοχλός κίνησης του κεφαλαίου στην αγορά ακινήτων των αναπλασμέ-νων περιοχών.

Στις παρεμβάσεις αυτές ξεχωρίζουν τα Volksparks, τα «πάρκα του λαού», στη Γερμανία, μια πρωτότυπη συμβολή στο σχεδιασμό των δημόσιων πάρκων. Χαρακτηρίζονται από απλότητα και λειτουργικότητα στο σχεδιασμό και τον εξοπλισμό, και προορίζονταν για τα εργατικά στρώματα, προσφέροντας ένα χώρο πρασίνου, αναψυχής, διασκέδασης, διορ-γάνωσης υπαίθριων αγορών και πανηγυριών, όσο και διαμαρτυρίας και πολιτικών δρά-σεων των εργατών (Encyclopedia of Modern Europe, 2006). Σε αυτά ενσωματώνονται και χώροι παιχνιδιού, αρχικά ως άδειοι ελεύθεροι χώροι πρασίνου με παγκάκια γύρω για την επίβλεψη των παιδιών από τους ενήλικες που τα συνόδευαν.

7 „Oeffentl. Spielplatz in Schandau a./Elbe“ «Παιδική Χαρά στο Shandau στην περιοχή του Έλβα» (από: BERTRAM, 1891, Tafel XIX).

Κατά το σχεδιαστή Max Bertram, η ελεύθερη έκταση στο κέντρο του πάρκου είναι ιδανική για το παιδικό παιχνίδι. Η περιμετρική φύτευση προστατεύει αλλά και απομονώνει το χώρο.

Πηγή: (RIMBACH, 2010)

6. Παιδική χαρά σε περι-οχή πρασίνου στην ακτή Karthäuser στο Erfurt. (Αρ-χείο της πόλης του Erfurt, Αρχείο Σχεδίων, ανυπόγρα-φο, απόσπασμα)

Πρόκειται για μια απλή τε-τράγωνη έκταση στρωμένη με χαλίκι, με περιμετρική φύτευση και μόνο εξοπλι-σμό παγκάκια για τους επι-βλέποντες ενήλικες, προο-ρισμένη αποκλειστικά για το παιδικό παιχνίδι.

Πηγή: (RIMBACH, 2010)

9. „Mariendorf: Partie vom Kinder-Spielplatz“.

Ιστορική αναμνηστική κάρτα γύρω στα 1900 (Landesarchive Berlin). Εκτός από την επιγραφή «Όψη της Παιδκής Χαράς» [Partie vom Kinder-Spielplatz] τίποτα δεν υποδηλώνει ότι πρόκειται για χώρο παιχνιδιού για παιδιά. Πρόκεται για τμήμα ενός πάρκου αναψυχής με καλλωπιστικά φυτά και περιπάτους.

Πηγή: (RIMBACH, 2010)

8. Αναμνηστική κάρτα. „Planschwiese“, Schillerpark

Βερολίνο, περί τα 1920. Πισίνα για πλατσούρι-σμα μέσα σε πάρκο της πόλης.

Πηγή: (RIMBACH, 2010)

20 21

Αθλητισμός και Παιδικοί κήποι

Η συστηματική μελέτη των παιδιών και του παιχνιδιού τους και η οργανωμένη ένταξή του στην καθημερινότητά τους έχει τις ρίζες της στη Γερμανία με παιδαγωγούς όπως ο Fröbel και ο F. L. Jahn , τα έργα των οποίων επηρέασαν καθοριστικά τις κατευθύνσεις των σχετικών θεωριών και της δημιουργίας και εξέλιξης των χώρων παιχνιδιού.

Ο F. L. Jahn συνέταξε ένα σύστημα γυμναστικών ασκήσεων το 1810, το οποίο οδήγησε στη δημιουργία γυμναστικών οργάνων που εγκαταστάθηκαν σε δημόσιους χώρους. Η γυμνα-στική και η σωματική άσκηση θεωρήθηκε απαραίτητη για την υγεία τόσο του σώματος όσο και του πνεύματος, αλλά και των ηθών, και γρήγορα επιδιώχθηκε η διάδοσή της στον αστικό πληθυσμό (HAHN, 2008). Η εμφάνιση του «γυμναστικού κινήματος» συμβάδισε με τους Γαλλογερμανικούς πολέμους αλλά και τον αυξανόμενο εθνικισμό που αναπτύχθη-κε στην Ευρώπη το 19ο αιώνα. Τα γυμναστικά προγράμματα και οι αθλητικές διοργανώ-σεις διαμόρφωναν ένα κοινό σύστημα σωματικών ασκήσεων που ακολουθούσε η εθνική κοινότητα. Επιπλέον, το υγιές σώμα ήταν απαραίτητος φορέας του υγιούς πνεύματος. Τα μεγάλα αστικά πάρκα που προαναφέρθηκαν, εξοπλίστηκαν με αθλητικές εγκαταστάσεις ενώ εμφανίστηκαν και οι πρώτοι γυμναστικοί σύλλογοι. Το γερμανικής καταγωγής ρεύμα εξαπλώθηκε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και την Αμερική, επηρεάζοντας καθοριστικά τη σύνταξη των εθνικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ενώ συντέλεσε και στην καθιέρω-ση σχετικών εγκαταστάσεων στους δημόσιους χώρους αναψυχής ως και σήμερα. Εικόνα

Η επιρροή του Γερμανού παιδαγωγού Friedrich Fröbel(1782-1852), την ίδια περίοδο, υπήρξε εξίσου καθοριστική για την εξέλιξη των χώρων παιχνιδιού και αναψυχής. Ήταν ο εμπνευστής του Kindergarten, του «κήπου για παιδιά» και ο πρώτος που εισήγαγε τον όρο «παιδική χαρά» [Spielplatz] στο έργο του «Die Menschenerziehung», το 1826 (FROST, 2010; Neuer Thüringer Fröbelverein). Στο έργο αυτό περιγράφεται για πρώτη φορά η δομή και η κατασκευή ενός επιβλεπόμενου χώρου για το παιχνίδι των παιδιών, όπου βασικό χαρακτη-ριστικό είναι η μίμηση των «φυσικών» χώρων παιχνιδιού των παιδιών.

Οι ιδέες του και η εφαρμογή τους στα εκπαιδευτήρια και τους παιδικούς κήπους του βα-σίζονταν στους προκατόχους του στη μελέτη της παιδικής συμπεριφοράς και ανατροφής Rousseau και Pestalozzi, αλλά κυρίως στην ίδια παρατήρηση των παιδιών, των χώρων παι-χνιδιού τους και του τρόπου ανάπτυξής τους. Συνέταξε έτσι μια εκπαιδευτική πρακτική που ακολουθούσε στάδια, με βάση τις παρατηρήσεις του. Η επαφή με τη φύση και η ζωή έξω, τόσο σημαντικές για τα παιδιά, έπρεπε κατά το Fröbel να ενισχύονται και να αποτε-

λούν κατευθυντήρια αρχή μαζί με το παιχνίδι για οποιαδήποτε διαδικα-σία μάθησης και υγιούς ανάπτυξης. Το παιχνίδι, η εξερεύνηση, η φυσική δραστηριότητα αποτελούσαν για τον Fröbel όχι μόνο απλά εργαλεία για τη διδασκαλία, αλλά βασικά συστατικά της, καθώς και στοιχεία της πο-λιτισμικής και κοινωνικής προόδου (FROST, 2010).

Το έργο του Fröbel και των Γερμανών γυμναστών υπήρξε καθοριστικό για την διάδοση και υιοθέτηση του «παιδικού κήπου για παιχνίδι» στην Ευρώπη και την Αμερική. Επιπλέον συνέβαλε στη διαμόρφωση δύο δι-αφορετικών προσεγγίσεων στην αντίληψη για το παιδικό παιχνίδι και το σχεδιασμό για αυτό: η κλασική αναπτυξιακή προσέγγιση αντιμετω-πίζει το παιδί με επιστημονικό και βιολογικό τρόπο, δίδοντας έμφαση στην καθοδήγηση και τον έλεγχο του τρόπου που αναπτύσσεται σωμα-τικά και πνευματικά, βασιζόμενη σε μια συστηματοποιημένη πρακτική διδασκαλίας. Η ρομαντική προσέγγιση δίνει έμφαση στην ελευθερία και τη δυναμική ανάπτυξη του παιδιού, χωρίς να περιορίζεται από τα αναπτυξιακά στάδια, και ενθαρρύνει την εμπειρική και αυθόρμητη μά-θηση (HENDRICKS, 2001). Κοινό στοιχείο ωστόσο παραμένει η ιδέα της ανάγκης διασφάλισης του δικαιώματος στο παιχνίδι και τη σωματική δραστηριότητα όσο και της ορθολογικής και συστηματικής οργάνωσης αυτών των δραστηριοτήτων.

Αριστερά προς δεξιά:

10, 11: Ασκήσεις Σουηδικής Γυμναστικής. Πηγή: (HENDEY, 1915)

Παράλληλα με το γερμανικό γυμναστικό κί-νημα αναπτύσεται και διαδίδεται αντίστοιχο ρεύμα στη Σουηδία δεν περιλαμβάνει όρ-γανα γυμναστικής, παρά αποτελείται από ασκήσεις του σώματος.

12: Η πρώτη αθλητική εγκατάσταση του Friedrich Wilhelm Jahn Erster στην Hasenheide στο Βερολίνο. Jahn-Museum. Πηγή: (HAHN, 2008)

13:Ο πρώτος «Παιδικός Κήπος» [Kindergarten] στο Blankenburg. Friedrich-Fröbel Gesellschaft. Πηγή: (HAHN, 2008)

14: Μια από τις πρώτες παιδικές χαρές της Αμερικής, 1908. Πηγή: (FROST, 2010). Πρό-κειται επί της ουσίας για υπαίθρια γυμνα-στήρια -“outdoor gymnasia“- στα πρότυπα των γερμανικών εγκαταστάσεων στα δημό-σια πάρκα.

15: Όργανα γυμναστικής στο πάρκο Seurassaari του Ελσίνκι. Φωτογραφία της συγγραφέως.

22 23

Κοινώνική Μεταρρύθμισή

Θεσμοποίηση του Παιχνιδιού

“Play organizers argued that the moral and social lessons implicit in these games [the street games] were lost if left to the vagaries and “anarchy” of the street. In short, they felt that children’s play was too important to be left to children.” (CAVALLO, 1981 σ. 25)

15, 16, 17.

Φωτογραφίες από το περι-οδικό Playground, 1914 της PAA.

Οι φωτογραφίες φέρουν ως τίτλο το ρητορικό ερώτημα �Where shall they play?� . Κάτω από κάθε φωτογρα-φία οι λεζάντες περιγρά-φουν τους κινδύνους και τις αντιξοότητες με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα τα

παιδιά στις φτωχογειτονιές των αμερικανικών μητροπό-λεων (συνανστροφή με μπε-κρήδες και τζογαδόρους, παιχνίδι στις χωματερές, βρωμιά, παραβατικότητα).

Σημαντικός παράγοντας στην «ανακάλυψη» αυ-τής της πραγματικότητας υπήρξε το βιβλίο του συ-νιδρητή της Playground Association of American, Jacob Riis, "How the Other Half Lives: Studies Among the Tenements of New York", 1890, μια από τις πρώτες περιπτώσεις φωτορεπορ-τάζ.

Η επικέντρωση στις ιδιαί-τερες συνθήκες των παιδι-ών καταδεικνύει ωστόσο και την πλευρά εκείνη των στικών μεταρρυθμιστικών κινημάτων και των θεσμών που τελικά εγκαθίδρυσαν, που μετέφερε το ζήτημα της φτώχειας και του απο-κλεισμού στο απατηλά ου-δέτερο πεδίο μιας συγκε-κριμένης ηλικιακής μερίδας του πληθυσμού, προσπερ-νώντας εντελώς τις ταξικές διαστάσεις αυτών των συν-θηκών.

Η κατασκευή παιδικών χαρών για μεγάλο διάστημα παρέμενε έργο μεμονωμένων προσπα-θειών σε τοπικό κοινοτικό επίπεδο ή αποτέλεσα φιλανθρωπιών και πρωτοβουλιών παι-δαγωγών, όπως οι προαναφερθέντες. Σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής, η καταστολή προ-ηγήθηκε της μέριμνας και της φροντίδας για τα παιδιά των φτωχών κυρίως κοινωνικών στρωμάτων. Τόσο στις πόλεις της Αμερικής όσο και της Ευρώπης η αντίδραση στα οξυνό-μενα προβλήματα και την παραβατικότητα της νεολαίας εκδηλώθηκε αρχικά με τη μορφή απαγορευτικών νόμων, όπως η απαγόρευση παιδικών κήπων στην Πρωσία στο διάστημα 1851-1861, καθώς και η αποτροπή του παιχνιδιού στους δρόμους με ποινικές διώξεις στην Αμερική, μετατρέποντας πολλές φορές την ίδια την αποφυγή της σύλληψης σε παιχνίδι (HAHN, 2008; FROST, 2010). Εικόνα από παιδιά στο δικαστήριο και παίζοντας μπάλα στο δρόμο. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα θα διαμορφωθούν προγράμματα με διαφορετικό προσανατολισμό για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, καθώς επικρατούν νέες αντιλήψεις για την παιδικότητα και την αποτελεσματικότητα διαφορετικών παιδαγωγικών προσεγγίσεων για την ανατροφή των παιδιών.

Η δημιουργία χώρων για το παιδικό παιχνίδι εντάχθηκε συστηματικά στην κεντρική μεταρ-ρυθμιστική πολιτική της αναμόρφωσης των βιομηχανικών πόλεων στο γύρισμα του αιώνα.

Η μελέτη της παιδικής ανάπτυξης και οι εξελικτικές και ψυχολογικές θεωρίες για τη σχέση της παιδικής ηλικίας με την ανάπτυξη και διαμόρφωση του ενήλικα, επηρέασαν τόσο τη μορφή των χώρων παιχνιδιού, όσο και την εκπαίδευση των παιδαγωγών που καλούνταν να επιβλέπουν και να κατευθύνουν το παιδικό παιχνίδι. Το βασικό συμπέρασμα των θεωριών αυτών υπήρξε ότι η κοινωνική συμπεριφορά και ένταξη στην κοινωνική ζωή μπορούσαν να διαμορφωθούν στους νέους μέσα από δραστηριότητες φυσικής άσκησης και παιχνιδιού (CAVALLO, 1981). Οι χώροι παιχνιδιού προσέλκυαν τα παιδιά μακριά από τους κινδύνους των δρόμων της πόλης σε ένα ευχάριστο και ελεγχόμενο περιβάλλον, όπου μέσα από το παιχνίδι μπορούσαν να διαμορφωθούν οι ηθικές αξίες και η κοινωνική τους συμπεριφορά. Η νεολαία ήταν αυτή που υπέφερε περισσότερο από την πυκνότητα κατοίκησης και δόμη-σης των βιομηχανικών πόλεων, ήταν εκτεθειμένη στους κινδύνους και τη βρωμιά των δρό-μων, την κυκλοφορία των οχημάτων και την επιρροή των παραβατικών στοιχείων (FROST, 2010). Η «άναρχη» ζωή στους δρόμους θεωρούνταν ότι ενίσχυε τον ατομισμό και την ανη-θικότητα ως κυρίαρχες δυνάμεις επιβίωσης, ενώ δεν επέτρεπε στα παιδιά να δράσουν και να αναπτυχθούν με βάση τις ανάγκες της ηλικίας τους. Οι ομαδικές δραστηριότητες και το παιχνίδι που προσαρμοζόταν στο αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού θα οδηγούσαν στη διαμόρφωση της ορθής κοινωνικής συμπεριφοράς και την ανάπτυξη των προσωπικών δυ-νατοτήτων του κάθε παιδιού, αλλά προς όφελος του συνολικού καλού (CAVALLO, 1981).

Έτσι, περί τα 1900, στις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης και στην Αμερική ιδρύ-θηκαν επιτροπές και επίσημοι κυβερνητικοί φορείς για την οργάνωση, την προώθηση και την κατασκευή παιδικών χαρών. To 1897 άνοιξε η πρώτη παιδική χαρά –ένα κήπος άμ-μου ουσιαστικά- στη Βοστώνη, προοριζόμενη για νήπια 5 έως 10 ετών. Το 1891 ιδρύθηκε στη Γερμανία η Κεντρική Επιτροπή για την Προώθηση του Λαϊκού και Παιδικού Παιχνιδιού (Zentralausschuss zur Förderung der Volks- und Jugendspiele, Central Committee for the Advancement of Folk and Child Play) με σκοπό την ένταξη του παιχνιδιού στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η επιτροπή αυτή συνέταξε το 1909 ένα εγχειρίδιο για την ένταξη των νέων διδακτικών πρακτικών στα σχολικά προγράμματα γυμναστικής συμπεριλαμβάνοντας πλέον και τα κορίτσια στις αθλητικές δραστηριότητες.

Οι παιδικές χαρές εντάχθηκαν και στο σχεδιασμό των Volksparks, αρχικά με τη μορφή ελεύ-θερων εκτάσεων, με καθίσματα γύρω για την επίβλεψη από τους ενήλικες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πάρκο του Αμβούργου [Hamburger Stadtpark], η κατασκευή του οποίου ξεκίνησε στα 1912 και ολοκληρώθηκε μετά τον πόλεμο. Στην έκταση των 180 στρεμ-

24 25

18. Παιδιά σε μια παιδική χαρά της Νέας Υόρκης, περί τα 1908. (Library of Congress)

Πηγή: (CAVALLO, 1981)

Το παιχνίδι είναι απόλυτα οργανωμένο και έχει σαφείς στόχους ενίσχυσης της φυσικής κατάστα-σης και των κινητικών δεξιοτήτων, όπως η ισορ-ροπία.

19. Καθιστικά για μικρά παιδιά στο Hamburger Stadtpark [Πάρκο του Αμβούργου] περί τα 1920. Αρχείο της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Αμ-βούργου.

Πηγή: (ΗΑΗΝ, 2008)

20. Τμήμα παιδικής χαράς της πλατείας Gustav-Adolf-Platz (σήμερα Mierendorffplatz) στο Charlottenburg, περί τα 1913. Πηγή: (RIMBACH, 2010)

μάτων του διαμορφώθηκαν μεταξύ άλλων, χώροι αθλητισμού, λιβάδια για παιχνίδι [Spielwiesen], τεχνητές λίμνες και πισίνες, υπαίθριο θέα-τρο, καθώς και πέντε παιδικές χαρές [Spielplätze]. Γίνεται φανερό πως ο χώρος αυτός έχει εγγραφεί στη συλλογική συνείδηση (HAHN, 2008) και από το γεγονός πως χωροθετούνται πλέον παιδικές χαρές και μέσα στον ιστό της πόλης, στη διάρκεια του μεσοπολέμου.

Στην Αμερική, το 1904 ιδρύθηκε το Τμήμα Δημόσιας Αναψυχής της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτών (Department of Public Recreation of the American Civic Union), ενώ το 1906 ιδρύθηκε η Εταιρία Παιδικών Χαρών της Αμερικής (Playground Association of America , PAA), που προώθησε δυναμικά το θεσμό των παιδικών χαρών και μέσω της ετήσιας έκδοσης του περιοδικού The Playground (FROST, 2010). Η PAA συνέβαλε καθορι-στικά στην οργάνωση και διάδοση του ‘κινήματος για το παιχνίδι’ στις πόλεις της χώρας. Ως την ίδρυσή της, οι παιδικές χαρές αποτελούσαν πρωτοβουλίες φιλανθρωπιών ή δημιουργούνταν από την κοινότητα και περιλάμβαναν κατά κανόνα έναν αμμόλακο και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα ενίοτε μια μεταλλική κατασκευή για γυμναστικές ασκήσεις. Με την οργανωτική πρόοδο του κινήματος οι παιδικές χαρές απέκτησαν σιγά σιγά μια τυποποίηση λειτουργιών. Κατά κανόνα οι χώροι παιχνιδι-ού χωροθετούνταν σε κενά των οικοδομικών τετραγώνων και περικλεί-ονταν στις τρεις πλευρές από μεσοτοιχίες, ενώ στην τέταρτη πλευρά συνόρευαν με έναν πολυσύχναστο και πολύβουο δρόμο. Η μεγαλύτε-ρη έκταση καταλαμβάνονταν από γήπεδα για κάποιο ομαδικό άθλημα όπως ποδόσφαιρο, και ο υπολειπόμενος χώρος εξοπλίζονταν με παιχνί-δια για μικρότερα παιδιά, όπως τραμπάλες , για την άσκηση «ισορροπί-ας και υπευθυνότητας», λάκκους με άμμο και κούνιες (CAVALLO, 1981 σ. 27).

Ο δημόσιος χώρος, ως οργανικό κομμάτι του αστικού ιστού και της κα-θημερινότητας της πόλης, συνδέεται παράλληλα και με την αναψυχή και τον ελεύθερο χρόνο του αστικού πληθυσμού και εξοπλίζεται ανά-λογα. Σε εμπορικές εκθέσεις στις ΗΠΑ και τη Βρετανία παρουσιάζονταν εξοπλισμοί δημόσιων χώρων αναψυχής καθώς και παιδικών χαρών. Οι τελευταίες ενσωματώνονται σε δημόσιες πλατείες όσο και πάρκα -όπως αναφέρθηκε στην περίπτωση των Volksparks- ενώ άρχισαν να τυποποι-ούνται σταδιακά και τα στοιχεία αυτών των εγκαταστάσεων (RIMBACH, 2010). Η συστηματοποίηση σύντομα πέρασε και στον ορισμό προδια-γραφών αναφορικά με τη χωροθέτηση και την οργάνωση σε ευρύτερη κλίμακα σε σχέση με μεγέθη όπως η πυκνότητα κατοίκησης και η πλη-θυσμιακή συγκέντρωση των γειτονιών (FROST, 2010).

Σημαντικός παράγοντας για τη διάδοση των παιδικών χαρών και των εγκαταστάσεων αθλητισμού υπήρξε και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλε-μος, καθώς η ανάγκη για ικανούς και αξιόμαχους στρατιώτες αποτέλε-σε ισχυρό μοχλό για την παροχή υπαίθριων χώρων άσκησης και παι-χνιδιού στα φτωχά αστικά στρώματα (HENDRICKS, 2001). Συγχρόνως, κεντρικό παρέμενε το ζήτημα της απομάκρυνσης των παιδιών από τους δρόμους. Η παιδική χαρά αποτελούσε το τεχνητό αντίβαρο στη γοητεία της ζωής του δρόμου και της γειτονιάς, αλλά και το τμήμα αυτό του δη-μόσιου χώρου που καλούνταν να διαμορφώσει τη συνείδηση της κοινό-τητας για τη σύγχρονη πόλη στο νεαρό πληθυσμό της. Συγχρόνως, απα-ντούσε στην ανάγκη μιας ορθολογικής και γραφειοκρατικής οργάνωσης και αντίληψης της σύγχρονης εποχής για την οργάνωση και τυποποίηση των λειτουργιών και δραστηριοτήτων της πόλης μηχανής.

Ο Μεσοπόλεμος σημαδεύεται από σημαντικές αλλαγές, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές. Στην Αμερική, μετά το 1920, φορέας της ορ-

γάνωσης και κατεύθυνσης του παιχνιδιού έγινε ο θεσμός του δημόσι-ου σχολείου. Η μεταβολή αυτή στην αντιμετώπιση του ζητήματος του ελεύθερου χρόνου των παιδιών είχε τις ρίζες της σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική κρίση που κορυφώθηκε στα τέλη της δεκαετίας και επέβαλε τη διαφορετική διαχείριση του δημόσιου χρήματος. Στη διάρκεια του οικονομικού κραχ το παιδικό παιχνίδι λάμβανε χώρα στο σχολικό προ-αύλιο και τους δρόμους, που αποδίδονταν ειδικά για το παιδικό παι-χνίδι [playstreets]. Οι οικονομικές συνθήκες άρχισαν να μεταβάλλονται μετά το 1933 και την πολιτική του New Deal, αλλάζοντας και τις δυνατό-τητες για επενδύσεις στις πόλεις. Οι πολιτισμικές αλλαγές που σημειώ-θηκαν αυτήν την περίοδο, και ως το τέλος του πολέμου το 1945, έθεσαν τις βάσεις για τις νέες αντιλήψεις για το παιδί, το παιδικό παιχνίδι, όσο και τις παιδικές χαρές (FROST, 2010; CAVALLO, 1981).

Η εξέλιξη των χώρων παιχνιδιού στις ΗΠΑ μεταπολεμικά είναι στενά συνδεδεμένη με την ιδιωτική πρωτοβουλία, καθώς και την εμπορική δραστηριότητα και τυποποίηση του εξοπλισμού. Ήδη, άλλωστε, από τη σύσταση των σχετικών φορέων εκδηλώθηκε αύξηση στη διάθεση σχετι-κών προϊόντων και παιδικών παιχνιδιών, στα πλαίσια μάλιστα μιας βι-ομηχανίας αυτοματοποιούμενης και μαζικοποιούμενης. Επιπλέον, βα-σικό χαρακτηριστικό της προσέγγισης στο παιχνίδι αποτελεί η μέριμνα για την ασφάλεια των παιδιών κατά το παιχνίδι, δεδομένο που επηρέα-σε και επηρεάζει ουσιαστικά το σχεδιασμό και φαίνεται να επιτείνεται και με τη θέσπιση κανονισμών για την προσβασιμότητα των δημόσιων χώρων. Η τάση αυτή διαφέρει από τις ευρωπαϊκές προσεγγίσεις και χω-ρικές οργανώσεις παιχνιδιού στις οποίες εμπεριέχονται ως και σήμερα το ρίσκο και ο ελεγχόμενος κίνδυνος.

21. Παιχνίδι στο δρόμο. Πηγή: (FROST, 2010)

22. Αθλοπαιδιές σε σχολικό προαύλιο.Πηγή: (Playground, 1914)

Οι οργανωμένοι και θεσμοθετημένοι χώροι έρ-χονται να υποκαταστήσουν τα ανεξέλεγκτα σο-κάκια των φωτογειτονιών.

23. Μια από τις πρώτες παιδικές χαρές στην Αμε-ρική με το χαρακτηριστικό εξοπλισμό της εποχής από κοιλοδοκούς. 1900. Πηγή: (FROST, 2010)

26 27

24. Η παιδική χαρά της Wilhelm-Siegfried-Stiftung, Erfurt, περί τα 1941.

Είναι σαφής ο φυλετικός διαχωρισμός όσο και η οργάνωση των δραστηριοτήτων.

Στην εικόνα 25 εικονίζεται παγκάκι της παιδικής χαράς που προορίζεται «μόνο για Άρειους» [Nur für Arier].

Πηγή: (RIMBACH, 2010)

Στην Ευρώπη, η πρωτοπορία των πρώτων είκοσι χρόνων του 20ου αι-ώνα ανακόπτεται πρώτα από την οικονομική κατάρρευση του 1929 και έπειτα από την άνοδο των φασιστικών καθεστώτων που οδήγησε και στον όλεθρο του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Στη Γερμανία, το ναζιστικό καθεστώς αφαίρεσε από το δημόσιο χώρο τα συστατικά του στοιχεία, περιορίζοντας την ελεύθερη πρόσβαση σε πολλές ομάδες πο-λιτών. Οι παιδικές χαρές, τα πάρκα και τα αθλητικά γήπεδα, όταν δεν εγκαταλείφθηκαν εντελώς, έγιναν φορείς των ιδεωδών του φυλετικού διαχωρισμού. Η κατασκευή παιδικών χαρών ανήκε πλέον στην αρμοδι-ότητα των δήμων και την ευχέρεια ιδιωτών. Η παράδοση των Volksparks διαλύθηκε, ενώ ο σχεδιασμός των εθνικοσοσιαλιστών προσανατολιζό-ταν στη μνημειακή εξύμνηση του καθεστώτος παρά στη μέριμνα για την παροχή κοινόχρηστων χώρων για τους πολίτες. Οι παραγόμενοι χώροι αποτελούνταν αφενός από την «κανονική» παιδική χαρά με τον οικείο εξοπλισμό, αφετέρου από το συμβολικό περιεχόμενο του καθεστώτος. Στους χώρους τους αναπαράγονταν τόσο οι φυλετικοί όσο και οι έμ-φυλοι διαχωρισμοί της ιδεολογίας του εθνικοσοσιαλισμού (RIMBACH, 2010). Εικόνες

Η οικονομική δυσπραγία οδήγησε ωστόσο και σε νέες μορφές διαχεί-ρισης του δημόσιου χώρου. Μια νέα μορφή παιδικής χαράς εμφανί-ζεται στη Δανία με εμπνευστή τον αρχιτέκτονα τοπίου Carl Theodor Sørensen(1893-1979) το 1931. Παρατηρώντας το παιδικό παιχνίδι στην πόλη, διαπίστωσε το μεγάλο ενδιαφέρον και την προτίμηση των παιδι-ών για τις οικοδομές και τα άδεια οικόπεδα, καθώς και τις χωματερές. Ο Sørensen πρότεινε τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου τα παιδιά θα μπορούσαν να επιδοθούν σε δραστηριότητες υπό άλλες συνθήκες απαγορευμένες, ενώ με την κατάλληλη καθοδήγηση από παιδαγωγούς θα μεταμόρφωναν το χώρο δημιουργώντας, αλλά και καταστρέφο-ντας. Η πρώτη εφαρμογή ενός τέτοιου εγχειρήματος, της “junk/waste playground”, έγινε το 1943 στο Empdrup της Δανίας, εν μέσω της ναζι-στικής κατοχής. Η μορφή αυτή της οργάνωσης του παιδικού παιχνιδι-ού ακολουθήθηκε με ενθουσιασμό σε πολλές χώρες της Ευρώπης στα χρόνια μετά τον πόλεμο. Στη Μ. Βρετανία, η Lady Allen of Hurtwood συνέβαλε σημαντικά στη διάδοσή της, ενώ εισήγαγε και τη μέριμνα για το παιχνίδι των παιδιών με νοητική υστέρηση ή αναπηρίες. Στη Σουη-δία διαδόθηκε μια εξέλιξη ή παραλλαγή αυτής της προσέγγισης, με τη διαμόρφωση φυσικών τοπίων για το ελεύθερο παιχνίδι και την εξερεύ-νηση.

26, 27. Junk Playground, Emdrup, Copenhagen, 1943.

Πηγή: (BENGTSSON, 1970)

28 29

Γενικο Πλαισιο

B ΜΕΡΟΣ

Μεταπολεμική εξέλιξηΤο τέλος του πολέμου έφερε τις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις αντιμέτωπες με τεράστιες καταστροφές, που σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως το Rotterdam και το Βερολίνο, έφταναν την ισοπέδωση ολόκληρων περιοχών. Οι καταστροφές αυτές επέφεραν μια σειρά πολεοδο-μικών παρεμβάσεων, αμέσως μετά τον πόλεμο, αλλάζοντας ριζικά σε πολλές περιπτώσεις τον πολεοδομικό ιστό. Παράλληλα, η η τεράστια δημογραφική αύξηση στις υπάρχουσες πόλεις όσο και η ραγδαία συρροή του αγροτικού πληθυσμού στα αστικά κέντρα οδήγησε σε μεγάλες επεκτάσεις των υπαρχόντων αστικών πυρήνων, καθώς και τη δημιουργία εξ ολοκλήρου νέων πόλεων σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι πολεοδομικές πρακτικές των πρώτων δεκαετιών (μετά το 1945 και έως τις αρχές του 1980) χαρακτηρίζονται από την υιοθέτηση ή/και διατήρηση των μεσοπολεμικών αντιλήψεων της γενικής συγκρότησης του χώρου (ΚΑΡΥΔΗΣ, 2006). Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της πρακτι-κής αποτελούν το σύστημα της ελεύθερης διάταξης των κτιρίων στο χώρο, η πριμοδότηση του μεγάλου ύψους, ο λειτουργικός διαχωρισμός της κατοικίας, της κυκλοφορίας και των χώρων παραγωγής και αναψυχής, καθώς και ο επαναπροσδιορισμός της κυκλοφοριακής δομής των πόλεων με σαφή τη διευκόλυνση και ενίσχυση της χρήσης του αυτοκινήτου. Στους παλιούς πυρήνες των πόλεων λαμβάνουν χώρα εκτεταμένες αναπλάσεις, με βασικό άξονα την εξυ-πηρέτηση του αυτοκινήτου. Ωστόσο, οι ίδιες αυτές πρακτικές εξασφάλισαν στις σύγχρονες πόλεις ένα ισχυρό δίκτυο λειτουργιών κοινωνικής υποδομής και πρόνοιας. Τα προγράμματα αναπλάσεων όσο και επεκτάσεων περιελάμβαναν πλήθος λειτουργιών όπως νηπιαγωγεία, σχολεία, νοσοκομεία, αθλητικά κέντρα κτλ.

Οι γενικές αυτές αρχές, όπως είναι φυσικό, διαφοροποιούνται λιγότερο ή και περισσότερο σε κάθε χώρα, ακόμη και σε κάθε πόλη, ανάλογα με τις ιδιαίτερες επικρατούσες συνθήκες που τη χαρακτηρίζουν, τις ιδιαίτερες ιστορικές καταβολές, τις οικονομικές και πολιτικές πρακτι-κές, αλλά και το πολιτισμικό πλαίσιο. Αντίστοιχα, ποικίλες είναι οι εκάστοτε αντιδράσεις και οι αντιμετωπίσεις των επιπτώσεων που εμφανίζονται.

Η κριτική στις πολεοδομικές αυτές πρακτικές και το μονοδιάστατο αστικό χώρο τον οποίο παρήγαγαν, στην αποξένωση και την σημασιολογική του φτώχεια, αλλά και στην αναίρεση, ακόμα και την κατάργηση συστατικών των πόλεων όπως η πυκνότητα, η ανάμειξη χρήσεων, ανθρώπων, πολιτισμών, εμφανίστηκε πολύ νωρίς. Ήδη στα μέσα της δεκαετίας του 1960 φω-νές όπως αυτή της Jane Jacobs επεσήμαναν την απονέκρωση της ζωής της γειτονιάς, την κα-ταναγκαστική φύση του σύγχρονου αστικού τοπίου, την αποξενωτική επίδραση των μεγάλων υψών, της διασποράς και των αχανών, ασαφούς χρήσης ελεύθερων χώρων που διερρήγνυαν τη συνέχεια και τη συνοχή του ιστού (JACOBS, 1961). Η επαναφορά της μικρής κλίμακας, η ανασύσταση του οικοδομικού τετραγώνου ως πρωταρχικό στοιχείο άρθρωσης του αστι-κού χώρου, του αστικού μετώπου, της πολυλειτουργικής γειτονιάς ως ουσιαστικού στοιχείου ανάπτυξης και ανάπλασης, ο επαναπροσδιορισμός εν τέλει των συστατικών της σύγχρονης μητρόπολης, αποτελούν πλέον κυρίαρχα ζητήματα στις αρχές του 1980 και αρθρώνονται ως κυρίαρχες προσεγγίσεις και κατευθυντήριες γραμμές με τη «Χάρτα της Νέας Πολεοδομίας» στα 1998 (ΚΑΡΥΔΗΣ, 2006; CNU, 2001).

Την αυγή του 21ου αιώνα σημαδεύει πλήθος αλλαγών, ανακατατάξεων, όσο και αντιθέσεων. Η ραγδαία αστικοποίηση, με την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού πια να ζει σε αστικά περιβάλλοντα, συμβαδίζει με την αναζήτηση νέων λύσεων στα πολεοδομικά ζητήματα, που δεν είναι πάντα απαλλαγμένες από τη νοσταλγία ενός χαμένου παρελθόντος. Η μεγάλη κινη-τικότητα και επικοινωνία που καθιστά εφικτή η παγκοσμιοποίηση, συνοδεύεται και από την αύξηση του φόβου του άλλου, από την ένταση των ανισοτήτων, την αναζήτηση της ασφάλει-ας, του διαχωρισμού, της περιχαράκωσης. Οι αντιφάσεις της σύγχρονης αστικής συνθήκης εγγράφονται εντονότατα στο δημόσιο χώρο και κατ’ επέκταση στους χώρους παιχνιδιού.

30 31

Η Θεσή τού Παιχνιδιού

Η νεωτερικότητα συνέλαβε το παιχνίδι ως μια βιολογικά ορμώμενη και ουσιώδη εκδήλω-ση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, γενεσιουργό δύναμη αλλά ταυτόχρονα και έκφραση του ανθρώπινου πολιτισμού (κατά το Χουιζίνγκα), με πρωταρχικά στοιχεία την ελευθερία, τον αυθορμητισμό και την επιδίωξη της χαράς και της ευχαρίστησης. Μέσω του παιχνιδιού ο άνθρωπος, και δη το παιδί, κατακτά και αναπτύσσει την αυτονομία και την ατομικότητά του.

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, το παιχνίδι αποτέλεσε αντικείμενο ορθολογικής οργάνωσης, συ-στηματοποίησης και καθοδήγησης, προς την επίτευξη συγκεκριμένων κοινωνικών, εκπαι-δευτικών και πολιτικών στόχων (KOSLOVSKY, 2008). Οι παιδικές χαρές αποτέλεσαν σαφώς οριοθετημένες χωρικές μορφές του αστικού χώρου, επιβαλλόμενες εκ των άνω, υποβάλλο-ντας συγκεκριμένους τρόπους και μορφές παιχνιδιού και αποκλείοντας εκείνες που απει-λούσαν -και απειλούν- την κανονικότητα και την ευρυθμία της σύγχρονης πόλης, όπως το παιχνίδι στους δρόμους.

Την αντίφαση αυτή συμπυκνώνει η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Παιδιού το 1959, όπου αναγνωρίζεται το δικαίωμα του παιδιού στο ελεύθερο και δημιουργικό παιχνίδι, ορί-ζοντάς το συγχρόνως και ως εργαλείο κοινωνικής πολιτικής1. Η αντίφαση αυτή, που είναι εξάλλου εγγενής σε κάθε έκφανση κοινωνικής πολιτικής, μιας και αυτή πάντοτε εμπεριέχει το στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου, καθόρισε σημαντικά την πορεία, τον προβληματισμό και το σχεδιασμό των χώρων παιχνιδιού.

Το 1989 η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού υιοθετήθηκε ομόφωνα από τα Ηνω-μένα Έθνη και ως σήμερα έχει επικυρωθεί από 193 χώρες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανο-μένης το 19922, διασφαλίζοντας το δικαίωμα του παιδιού στην «στην ανάπαυση και στις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου, στην ενασχόληση με ψυχαγωγικά παιχνίδια και δραστηριότητες που είναι κατάλληλες για την ηλικία του και στην ελεύθερη συμμετοχή στην πολιτιστική και καλλιτεχνική ζωή»3. Η χρήση του επιθετικού προσδιορισμού «ελεύθε-ρος» που συνοδεύει το χρόνο του παιδικού παιχνιδιού -αλλά και το χώρο που το φιλοξε-νεί- σηματοδοτεί την αλλαγή στις αντιλήψεις και τα δεδομένα ως προς την παρουσία των παιδιών στην πόλη. Η δράση στα πλαίσια αυτού του χωροχρόνου διαχωρίζεται από τον υπόλοιπο «κατειλημμένο» από άλλες δραστηριότητες πιο σημαντικές και παραγωγικές, και ορίζεται ουσιαστικά ως ένα κενό ανάπαυσης στον τελευταίο (ΚΑΙΣΑΡΗ, 2005).

1 Στο άρθρο 7 της Διακήρυξης κατοχυρώνεται το δικαίωμα κάθε παιδιού στη δημόσια και υποχρεωτική εκπαίδευση, που θα προωθήσει τη γενική του καλλιέργεια και θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα να αναπτύξει επί ίσοις όροις τις δεξιότητές του, την ατομική του κρίση,, καθώς και τις ηθικές και κοινωνικές του ευθύνες, ώστε να αποτελέσει ένα χρήσιμο μέλος της κοινωνίας του. κύρια ευθύνη για τη διασφάλιση των ανωτέρω φέρουν οι γονείς. Το παιχνίδι και η αναψυχή αποτελούν αναφαίρετο δικαίωμα του παιδιού, στο οποίο πρέπει να έχει απρόσκοπτη πρόσβαση, ενώ οφείλει να εξυπηρετεί τους ίδιους στόχους με την εκπαίδευση. Η κοινωνία όσο και οι κρατικοί φορείς υποχρεούνται να προωθήσουν και να εξασφαλίσουν αυτό το δικαίωμα. (“[…]The child shall have full opportunity for play and recreation, which should be directed to the same purposes as education; society and the public authorities shall endeavour to promote the enjoyment of this right.” ) βλέπε UN. United Nations Cyberschoolbus-Declaration of the rights of the child. United Nations Cyberschoolbus. [Ηλεκτρονικό] United Nations 2011.[Παραπομπή: 27 Ιουλίου 2011.] http://www.un.org/cyberschoolbus/humanrights/re-sources/child.asp 2 Unicef. Ελληνική Εθνική Επιτροπή UNICEF. Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού. [Ηλεκτρονικό] [Παραπομπή: 20 Μάιος 2011.] http://www.unicef.gr/reports/symb.php#list.3 Ό.π. Άρθρο 31, §1

32 33

Επιστήμες όπως η κοινωνιολογία και η αστική γεωγραφία διερευνούν από τα τέλη του 20ού αιώνα τις μεταβολές στις χωρικότητες των παιδιών, το συνεχή τους αποκλεισμό από τη δημόσια σφαίρα και την παράλληλη απομόνωσή τους στην ιδιωτική σφαίρα του σπιτι-ού ή του αυτοκινήτου, καθώς και την πρόσφατα ολοένα εντεινόμενη στροφή των παιδι-ών στην απομόνωση του εικονικού χώρου (AITKEN, 2001). Όλες αυτές οι παράμετροι, σε συνδυασμό με μεταβαλλόμενες αντιλήψεις στο σύνολο της κοινωνικής ζωής που αφορούν στην ασφάλεια, στην οργάνωση του χρόνου (και του χώρου), στο δημόσιο χώρο, αλλά και στην εμπορευματοποίηση των εκδηλώσεων σε αυτόν και γύρω από αυτόν, επηρεάζουν τους χώρους παιχνιδιού, τη μορφή και τη δομή τους, τη θέση τους στην πόλη.

Οι Χώροι Παιχνιδιού

Οι χώροι παιχνιδιού μεταπολεμικά εντάχθηκαν στον πολεοδομικό σχεδιασμό στις παρεμ-βάσεις ανάπλασης και ανοικοδόμησης στους υπάρχοντες αστικούς πυρήνες, αλλά και ως οργανικό κομμάτι στο σχεδιασμό των επεκτάσεων και των νέων πολεοδομικών ενοτήτων1. Θεσπίστηκαν κανονισμοί τόσο για τη χωροθέτηση των παιδότοπων στον ιστό, σε αναλογι-κές σχέσεις με τον πληθυσμό, όσο και προδιαγραφές για τα στοιχεία του εξοπλισμού τους2.

Η έρευνα και η μελέτη των χώρων αναψυχής και παιχνιδιού, καθώς και η οργάνωση, ο σχεδιασμός και ο συντονισμός εκτέλεσης αυτών αναλαμβάνεται από οργανωμένους φο-ρείς, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν συγκροτηθεί ήδη προπολεμικά, κρατικούς/δημόσιους αλλά και ιδιωτικής πρωτοβουλίας3. Η χωροθέτηση όσο και η δομή των χώρων αναψυχής και παιχνιδιού έγινε και με γνώμονα την ηλικιακή ιεράρχηση, σε αντιστοιχία με τις διαφορετικές ανάγκες κατά την ανάπτυξη και ωρίμανση του παιδιού. Οι χώροι σε άμεση επαφή με τα κατώφλια των σπιτιών και ανάμεσα στα κτίρια ενός ΟΤ ή ενός συγκροτήματος διαμορφώθηκαν ώστε να φιλοξενήσουν το παιχνίδι των νηπίων και των παιδιών προσχολι-κής ηλικίας, καθώς παρέχουν την ασφάλεια, την εγγύτητα και τη γνωριμότητα του σπιτιού και του γονιού. Στην ευρύτερη περιοχή εγκαταστάσεις αθλητισμού και μεγαλύτερα σύνολα κοντά στα σχολεία αλλά και στις διαδρομές ανάμεσα σε αυτά και τις κατοικίες προορί-ζονταν για τις σχολικές ηλικίες και εφήβους, ενώ αστικά πάρκα ή ενότητες μέσα σε αυτά αποτέλεσαν το δημόσιο χώρο αναψυχής τόσο για παιδιά όσο και ενήλικες.

Η ύπαρξη ενός κοινού οικονομικού και πολιτισμικού πλαισίου στις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης μετά τον πόλεμο σε μεγάλο βαθμό διαμόρφωσε την παγίωση ορισμένων στοιχείων χαρακτηριστικών των παιδικών χαρών, όπως τα βασικά στοιχεία εξοπλισμού (κούνιες, τρα-μπάλες, τσουλήθρες, σκάμμα άμμου), αλλά και οι ανωτέρω αναφερόμενες ιεραρχήσεις. Στην εξέταση παραδειγμάτων από πόλεις της Ευρώπης αλλά και της βορείου Αμερικής, δι-απιστώνονται πλείστες ομοιότητες, ενώ κι η θεωρητική αναζήτηση και ο προβληματισμός

1 Το 1968 οι παιδικές χαρές ενσωματώθηκαν στο Πολεοδομικό Σχέδιο (Bebauungsplan) στη γερμανική νομοθεσία, ενώ το 1970 παραδίδεται από την «Επιτροπή για το Περιβάλλον των Παιδιών» στην κυβέρνηση της Σουηδίας ολοκληρωμένη μελέτη για την οργάνωση και το σχεδιασμό των χώρων παιχνιδιού και αναψυχής. Der Kinderspielplatz im Bebauungsplan-Bedarfsfragen. RICHTER, Gerhard. 1973. [επιμ.] BUND DEUTSCHER LANDSCHAFTS-ARCHITEKTEN. München : Georg D.W.Callwez, 1973. Τόμ. 14th seminar, και WOHLIN, Hans. 1972. Freiflächen für Kinder:Wo spielen sie morgen? [μεταφρ.] Christoph REPENTHIN. Mün-chen : Georg D.W.Callwey, 1972, αντίστοιχα.2 Η Deutsche Olympische Gesellschaft-DOG (Γερμανική Ολυμπιακή Επιτροπή) όριζε το 1967:

1. Παιδικές χαρές για παιδιά έως 5 ετών: απαραίτητος ωφέλιμος χώρος 0,5 τμ/κάτοικο επιθυμητό εμβαδόν 150 τμ, όχι μικρότερο των 25 τμ, σε απόσταση γύρω από την κατοικία με μέγιστη ακτίνα 100 μέτρων.

2. Παιδικές χαρές για παιδιά από 6 έως 9 ετών: απαραίτητος ωφέλιμος χώρος 0,5 τμ/ κάτοικο, επιθυμητό εμβαδόν μεταξύ 400 τμ και 800 τμ, σε μέγιστη απόσταση από τις εξυπηρετούμενες κατοικίες 500 μ.

3. Παιδικές χαρές για παιδιά και νέους από 10 έως 17 ετών: απαραίτητος ωφέλιμος χώρος 0,5 τμ/κάτοικο, επιθυμητό εμβαδόν από 600 τμ έως 4000 τμ, σε μέγιστη απόσταση από την εξυπηρετούμενη οικιστική ομάδα 1000μ. Στα αναφερόμενα τμ περιλαμβάνονται γήπεδα για αθλοπαιδιές εν είδη ελεύθερων εκτάσεων γρασιδιού ή και διαμορφωμένα, καθώς και οι χώροι με εξοπλισμό παιχνιδιού.

Ό.π. 3 Αναφέρονται ενδεικτικά: Pro Joventute («Για τους Νέους»), 1912, Ελβετία. Deutsche Olympische Gesellschaft (Γερμανική Ολυμπιακή Επιτροπή), 1951, και Bund Deutscher Landschafts-Architekten (η Γερμανική Ένωση Αρχιτεκτόνων Τοπίου), 1913, Γερμανία. National Recreation and Park Association, 1965, ΗΠΑ, που αποτελεί τη συγχώνευση πέντε δημόσιεων φορέων: της National Recreation Association (NRA), του American Institute of Park Executives (AIPE), της American Recreation Society (ARS), της the National Conference on State Parks (NCSP), και της American Association of Zoological Parks and Aquariums.

«Μέσα στην παιδική χαρά βασιλεύει μια απόλυτη και ιδιόμορφη τάξη», Γιόχαν Χουιζίνγκα

34 35

πάνω στα θέματα που αφορούν στο παιδικό παιχνίδι και τους χώρους που το φιλοξενούν βασίζεται σε έντονη ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών.

Στα πλαίσια και αυτής τη γενικής συστηματοποίησης και οργάνωσης, ωστόσο, υπάρχουν ποικίλες εφαρμογές που διαφέρουν από τόπο σε τόπο, και εδράζονται στις ιδιαίτερες οι-κονομικές και κοινωνικές συνθήκες, το εκάστοτε θεσμικό πλαίσιο που εφαρμόζεται στη δι-αδικασία του πολεοδομικού αλλά και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, καθώς και τις ιδιαίτερες παραδόσεις στο σχεδιασμό του δημόσιου χώρου. Στις ΗΠΑ η παραγωγή χώρων και αντικει-μένων παιχνιδιού είχε ήδη διαμορφώσει μια σημαντική παράδοση και ποικιλία εφαρμο-γών, υπό την αιγίδα του επίσημου φορέα της PAA και της NRA μετέπειτα (βλ. υποσημείωση 10, σελ. 31). Χώρες της Ευρώπης όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Δανία, με πυκνούς αστικούς ιστούς εφήρμοσαν καινοτόμες προσεγγίσεις στη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου ώστε να φιλοξενήσει το παιδικό παιχνίδι, όπως η απόδοση δρόμων στην αποκλειστική κυκλοφορία των πεζών, αλλά και η αναμόρφωση και αξιοποίηση κατεξοχήν ιδιωτικών χώρων όπως τα εσωτερικά των οικοδομικών τετραγώνων, προς δημόσιο όφελος. Στη Δανία έχει την αφετηρία της και η πρωτότυπη προσέγγιση στο παιδικό παιχνίδι, η junk playground. Η παράδοση των αστικών πάρκων επίσης βρίσκει την έκφρασή της σε χώρους παιχνιδιού με κυρίαρχο το φυσικό στοιχείο, όπως τα πάρκα παιχνιδιού στη Γερμανία, ή οι adventure playgrounds στη Σουηδία και την Μεγάλη Βρετανία.

Στη συνέχεια εξετάζονται ορισμένα παραδείγματα χώρων παιχνιδιού σε σχέση με τον τρό-πο ένταξής τους στον αστικό ιστό. Ο σχεδιασμός αποτελεί προϊόν τόσο επώνυμων αρχιτε-κτόνων -όπως οι παιδικές χαρές του Aldo van Eyck στο Άμστερνταμ ή ο παιδικός κήπος του Δημήτρη Πικιώνη στην Αθήνα- όσο και αποτέλεσμα των κατευθύνσεων και προδιαγραφών των εκάστοτε «ανώνυμων» φορέων σχεδιασμού και κατασκευής -όπως πλήθος παιδικών χαρών στα νέα οικιστικά σύνολα των ευρωπαϊκών πόλεων ή η μεγάλη πλειοψηφία των αθηναϊκών παιδικών χαρών. Στόχο της εξέτασής τους αποτελεί, πέραν της τυπολογικής κα-τηγοριοποίησης, η διερεύνηση των διαφόρων προσεγγίσεων πάνω στην κοινή θεματική του χώρου παιχνιδιού στη δυτική μητρόπολη και ο εντοπισμός των ειδοποιών τους χαρα-κτηριστικών ως στοιχείων οργάνωσης του αστικού χώρου.

Α. Ενταξή σε Υπαρχοντα Πολεοδομικο Ιστο

Η πυκνότητα δόμησης στους ιστορικούς πυρήνες των πόλεων οδήγησε στην αναζήτηση λύσεων που θα αξιοποιούσαν το λανθάνον δυναμικό του ιστού. Εικόνες από εσωτερικά ΟΤ , Bengtsson Ήδη μεγάλο κομμάτι του κτιριακού αποθέματος, εκτός των προβλημάτων που ανέκυπταν από τις φθορές παλαίωσης, αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις νέες απαι-τήσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής και του διαρκώς βελτιούμενου επιπέδου διαβίωσης, ειδικά μετά το 1950. Μικρότερης ή μεγαλύτερης κλίμακας αναπλάσεις στα ιστορικά κέντρα περιλάμβαναν συνεπώς από μικρής και σημειακής κλίμακας παρεμβάσεις όπως τον εκσυγ-χρονισμό των κτιριακών υποδομών -όπως η προσθήκη ανελκυστήρων και η επιδιόρθωση υδραυλικών και ηλεκτρικών εγκαταστάσεων- και αποκαταστάσεις φθορών, έως και επεμ-βάσεις σε ευρύτερη κλίμακα όπως τη ρύθμιση του οδικού δικτύου και την αλλαγή χρήσεων (TRACHSEL, και συν., 1968; WOHLIN, 1972).

Αριστερά 28. Σχέδιο για την ιεράρχηση του οδικού δικτύου και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας σε ένα τμήμα της περιοχής Östemalm της Στοκχόλμης. Από αριστερά προς τα δεξιά πα-ρουσιάζονται η υπάρχουσα κατάσταση, με σχεδόν ανύπαρ-κτη ιεράρχηση, και σταδιακή ρύθμιση και εξυγείανση της περιοχής, με την τελική εικόνα να περιλαμβάνει ένα δίκτυο πεζοδρόμων και ενοποιημένους ακάλυπτους στα ΟΤ.

Δεξιά 29. Γενικό σχέδιο κοινόχρηστων χώρων πρασίου με προσδιορισμό βασικών χρήσεων.

Σε αυτά τα σχέδια της δεκαετίας του 1960 διακρίνεται η πο-λεοδομική πρακτική της δημιουργίας δικτύων κυκλοφορίας όσο και αναψυχής για τους κατοίκους της πόλης, με προτε-ραιότητα στην κίνηση των πεζών και των παιδιών (βλέπε δε-ξιά πάρκα παιχνιδιού).

Πηγή: (WOHLIN, 1972)

Sekundärverkehrstraße= Δευτερεύον Οδικό ΔίκτυοErschließungstraße= Συλλεκτήρια ΟδόςVorfahrtstraße= Οδός ΕισόδουZufahrtsstraße= Οδός πρόσβασηςFußgängerstraße, Parkband= Πεζόδρομος, Ζώνη ΣτάθμευσηςSekundärstraße= Δευτερεύουσα ΟδόςUnterirdische Quartiersgarage= Υπόγειο γκαράζ γειτονιάς

L Spielpark= Πάρκο παιχνιδιούI Sportplatz= Γήπεδο αθλητισμούM Konditionsporthalle= Κλειστό Γυμανστήριο Schwimmhalle= Κλειστή πισίνα Sportboothafen= Μαρίνα σκαφών

36 37

I. Στο Εσωτερικό του Οικοδομικού Τετραγώνου

Ήδη από το 1939, στην πόλη της Κοπεγχάγης οριζόταν η ενοποίηση των ιδιοκτησιών στο εσωτερικό των ΟΤ και την αναδιαμόρφωση του χώρου σε παιδικές χαρές και αύλειο χώρο των γύρω κατοικιών, η συντήρηση και προστασία του οποίου ήταν ευθύνη των περιοίκων και ιδιοκτητών, ενώ το σχεδιασμό και εξοπλισμό αναλάμβανε ο δήμος.

Η πρακτική αυτή, που εφαρμόστηκε και σε άλλες πόλεις της Σκανδιναβίας (όπως η Στοκ-χόλμη) αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών (WOHLIN, 1972), εξασφαλίζει έναν περίκλειστο και ελεγχόμενο κοινόχρηστο χώρο στον οποίο με κατάλληλες παρεμβάσεις διαμορφώνο-νται προσβάσεις στα κλιμακοστάσια των γύρω κτιρίων. Στα ισόγεια, που συχνά συνέβαινε να είναι καταστήματα με τους αποθηκευτικούς χώρους προς την εσωτερική αυλή ή άλλοι βοηθητικοί χώροι και εργαστήρια, εγκαθίστανται οι κοινόχρηστες εξυπηρετήσεις όπως τα πλυσταριά ή αποθήκες των κατοικιών, ή ακόμη και παιδικοί σταθμοί. Η άμεση πρόσβα-ση στον αύλειο χώρο αλλά και η οπτική επαφή από τους χώρους αυτούς, εξασφάλιζε τη δυνατότητα επίβλεψης και εποπτείας του παιδικού παιχνιδιού. Η στάθμευση οχημάτων μεταφέρεται υπόγεια, όπου αυτό είναι εφικτό.

Αναπλάσεις εσωτερικού ΟΤ στην Κοπεγχάγη, Δα-νία. Σχέδια του Τμήματος Δημοσίων Έργων του Δήμου.

Κάτω, η 30 εικονίζει την κατάσταση πριν την επέμ-βαση, ενώ οι επόμενες δύο (31,32) αποτελούν όψεις της τελικής κατάστασης.

Απέναντι, οι εικόνες 33 και 34 εικονίζουν την κα-τάσταση και τη αποτύπωσή της, πριν και μετά την ανάπλαση κατά το προτεινόμενο σχέδιο, αντί-στοιχα.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

38 39

40

38 39

Στο επόμενο παράδειγμα (42) έχουν διαταχθεί διαδο-χικά μια περιοχή για φύτευση λουλουδιών, παιχνιδό-τοπος, γήπεδο, παιδική χαρά για μικρά παιδιά. Σήμερα (43) η διαμόρφωση έχει μεταβληθεί ώστε να δημιουρ-γείται ένα πέρασμα μέσα από το οικοδομικό τετράγω-νο για πεζούς και ποδηλάτες, με χώρους αθλητισμού και χώρους στάσης και παιχνιδιού.

Πηγή: (WOHLIN, 1972) και Google Maps

Αναπλάσεις ΟΤ στην περιοχή Välby της Κοπεγχάγης.

41 Κεντρικά έχει σχεδιαστεί περίκλειστη παιδική χαρά. Η δεξιά άνω γωνιά είναι η παιδική χαρά για παιδιά νηπιακής ηλικίας. Τα όρια τόσο μεταξύ των παιδικών χαρών όσο και του χώρου παιχνιδιού και των χώρων κίνησης και άλλων χρήσεων της αυλής διαμορφώνο-νται με θαμνώδη φύτευση, ενώ ψηλή φύτευση άλλοτε ενισχύει το όριο -στην περίπτωση του σκάμματος δημι-ουργεί «πλάτη» προς το χώρο στάθμευσης των ποδη-λάτων- άλλοτε τονίζει την κίνηση -στην περίπτωση του διαδρόμου που οδηγεί στην παιδική χαρά των νηπίων.

Συγκρότημα κοινωνικής κατοικίας στο Göteborg της Σουη-δίας, πριν (38, 39) και μετά (40) την ανάπλαση.

Πηγή: (BENGTSSON, 1970)

40 41

Playstreets

Μια άλλη λύση στους πυκνούς ιστορικούς ιστούς υπήρξε η δημιουργία των “playstreets” (παιχνιδόδρομοι). Πρόκειται για ό,τι σήμερα ονομάζουμε πεζόδρομους, εξοπλισμένους όμως με όργανα παιχνιδιού. Στενά δρομάκια και αδιέξοδα αναδιαμορφώνονταν με διαφο-ρετική πλακόστρωση, φύτευση και εξοπλισμό παιχνιδιού, ενώ η διέλευση και στάθμευση οχημάτων αποκλειόταν.

Η λύση αυτή απαντούσε και στην εμφανή και διαπιστώμενη προτίμηση των παιδιών στο παιχνίδι και τη ζωή στο δρόμο. Ειδικά στα αστικά κέντρα όπου η στενότητα του χώρου και η πυκνή δόμηση δεν έδινε πολλές άλλες δυνατότητες και επιλογές στην άμεση γειτονιά του σπιτιού, ο δρόμος αποτελούσε τη μοναδική διέξοδο. Εκτός όμως της ανάγκης, η ίδια η φύση του δρόμου της αστικής γειτονιάς έλκυε τις παιδικές δραστηριότητες και το ενδι-αφέρον, καθώς αφενός εκεί διαδραματιζόταν όλη η ζωή της γειτονιάς, οι εμπορικές και κοινωνικές της συναλλαγές, αφετέρου ο δρόμος ήταν –και είναι- ο πρώτος χώρος κοινωνι-κοποίησης του παιδιού έξω από το σπίτι και αυτός που το συνδέει με τους πιο απομακρυ-σμένους, όπως το σχολείο ή τα σπίτια των φίλων του. είναι ο τόπος συνάντησης και αγωγός των κινήσεων στην πόλη.

Έχει αναλυθεί παραπάνω η πολεμική ενάντια στην παιδική παρουσία στους δρόμους και η επιδίωξη της χωρικής οριοθέτησης και καθορισμού του παιχνιδιού σε ειδικά για αυτό το σκοπό προοριζόμενους χώρους. Ο αντίλογος στην ανωτέρω πρακτική του πεζοδρόμου-παι-χνιδόδρομου βασίστηκε σε αυτήν ακριβώς την επιχειρηματολογία και στην επιμονή μιας ορθολογικής και λειτουργικά καθαρής οργάνωσης του αστικού χώρου (TRACHSEL, και συν., 1968). Ωστόσο, τόσο στην περίπτωση της Κοπεγχάγης, όσο και σε αυτήν της Ολλανδίας που

εφήρμοσε σε πολλές της πόλεις τον αντίστοιχο θεσμό των woonerf, και τις αναπλάσεις και κυκλοφοριακές επεμβάσεις της Στοκχόλμης, είναι εμφανή τα θετικά στοιχεία αυτής της πρακτικής, καθώς σήμερα τέτοιοι πεζόδρομοι αποτελούν κύριους παράγοντες βελτίωσης της ποιότητας ζωής στα αστικά κέντρα. Εκτός από αναγκαίοι ελεύθεροι χώροι στάσης και αναψυχής σε άμεση σχέση με την κατοικία – και όχι μόνο- είναι χώροι που εξυπηρετούν και διευκολύνουν τη βιώσιμη μετακίνηση με εναλλακτικά των μηχανοκίνητων μέσα μετα-φοράς. Όσον αφορά στο ρόλο τους στη ζωή των παιδιών τελικά, ως ο αμέσως επόμενος χώρος κίνησης, δράσης και άρα κοινωνικοποίησης μετά το σπίτι, αποτελούν καθοριστικά στοιχεία για τη διαδικασία οικειοποίησης του αστικού χώρου και την ομαλή μετάβαση από την κλίμακα και την ασφάλεια της κατοικίας σε αυτήν της πόλης (ΜΗΤΟΥΛΑΣ, 2005; ΚΑΙΣΑ-ΡΗ, 2005; WARD, 1990).

44.

Σχέδιο για τη μετατροπή οδών σε παιχνιδόδρομους. Οι παιχνιδόδρομοι και οι αυτοκινητόδρομοι εναλάσ-σονται. για την παράλληλη εξυπηρέτηση της οδικής κυ-κλοφορίας

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

επάνω 45. Musholm Gade

Δρόμος παιχνιδιού στην Κοπεγχάγη.Περιοχή 1: για μεγαλύτερα παιδιάΠεριοχή 2: για νήπια.Δεξιά 46. Αποψη της οδού. Η περιοχή κίνησης διαχωρίζεται από αυτήν του παιχνιδιού.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

42 43

IΙ. Σε Αστικά Κενά

The city without the child’s particular motion is a malignant paradox. The child discovers its identity against all odds, damaged and damaging in perpetual danger and incidental sunshine. Edged towards the periphery of attention, the child survives an emotional and unproductive quantum. When snow falls on cities, the child, taking over for a while, is all at once Lord of the city. Now if the child, thus assisted, rediscovers the city, the city may still rediscover its children. If childhood is a journey, let us see that the child does not travel by night. Where there is some room, something more permanent than snow can still be provided as a modest correction. Something, unlike snow, the city can absorb; and not altogether unlike the many incidental things already there the child adapts anyhow to its own needs at its own hazard’.

Aldo Van Eyck (1956) Aldo Van Eyck’s Works, Compilation By Vincent Ligtelijn, Birkhauser Publishers, Basel, 19991

Εξαιρετικό παράδειγμα της διαχείρισης αυτής της μετάβασης αποτελούν οι παιδικές χαρές του Άμστερνταμ -και άλλων πόλεων της Ολλανδίας στο ίδιο πρότυπο- κύριος εμπνευστής και σχεδιαστής των οποίων ήταν ο Aldo van Eyck. Οι παιδικές χαρές του Άμστερνταμ απο-τέλεσαν την πρώτη περίπτωση συμμετοχής των πολιτών στο σχεδιασμό και τη διαμόρφω-ση του αστικού περιβάλλοντος. Οι δημότες μπορούσαν να αιτηθούν την κατασκευή μιας παιδικής χαράς στη γειτονιά τους στο Τμήμα Δημοσίων Έργων της πόλης 2. Ακριβώς αυτή η διαδικασία κατασκευής τους κατέστησε τις παιδικές χαρές οργανικό και συνεκτικό κομμάτι του ιστού και της ζωής της πόλης. Υπήρξαν απαντήσεις στις άμεσες ανάγκες του πληθυ-σμού, εντασσόμενες στην κίνηση, τις δραστηριότητες και την καθημερινή τους ζωή στην πόλη, και συγχρόνως ανατροπή της ολιστικής και εκ των άνω επιβαλλόμενης πρακτικής σχεδιασμού.

Η προσέγγιση του Aldo van Eyck απηχεί και εμπνέεται από τη σύγχρονη αμφισβήτηση της αυταρχικότητας της μοντερνιστικής πολεοδομίας όπως αυτή διατυπώθηκε από το CIAM και τη Χάρτα των Αθηνών, και εντάσσεται στον προβληματισμό και την αναζήτηση της πνεύματος του τόπου, της βιωματικής εμπειρίας του και της δημιουργίας καταστάσεων σε αυτόν (LEFAIVRE, και συν., 2002). Τα εργαλεία του van Eyck είναι αφαιρετικές, αρχετυπικές μορφές, τόσο στο επίπεδο των αντικειμένων όσο και της σύνθεσής τους στο χώρο, που σκοπό έχουν να ενθαρρύνουν το ελεύθερο παιχνίδι, να δημιουργήσουν την αφορμή για κίνηση και χρήση του χώρου. Η εγκατάσταση των παιχνιδιών σε αστικά κενά, σε χώρους δηλαδή της πόλης που δεν έχουν χρήση, τα νοηματοδοτεί και συγχρόνως αποκαθιστά τη συνέχεια του ιστού που αυτά διαρρηγνύουν. Στοιχεία των συνθέσεων είναι το σκάμμα άμμου, οι κατασκευές για αναρρίχηση, το σκυρόδεμα, οι βασικές γεωμετρικές μορφές του κύκλου, του τετραγώνου, της αψίδας, και μια σειρά απλών συνθετικών αρχών, διαμορφώ-νοντας ένα modulus απλό όσο και οικονομικό, χαρακτηριστικά αστικό.

1 draftwork’s architects. 2009. When Snow Falls On Cities | London February 02. PaperMachines. [Ηλεκτρονικό] Monday 2 February 2009. [Παραπομπή: 10 Ιουνίου 2011.] http://papermachines.blogspot.com/2009/02/dsc03631-by-draftworks-on-flickr.html. 2 Στα τέλη του 1940 ανατίθεται από το Τμήμα Δημοσίων Έργων του Άμστερνταμ στον Aldo van Eyck η κατασκευή μιας σειράς παιδικών χαρών. Η πόλη αντιμετώπιζε εκτός της εκτεταμένης καταστροφής μετά τον πόλεμο, και την ραγδαία δημογραφική αύξηση, καθιστώντας την ανάγκη για ελεύθερους χώρους παιχνιδιού πιεστική. Ως το 1974 είχε δημιουργηθεί ένα δίκτυο περί των 860 παιδικών χαρών σε όλη την πόλη (LEFAIVRE, και συν., 2002).

Aldo van Eyck-Η περιπτωση τόυ Αμστερνταμ

Hasebroekstraat, Kinkerbuurt, Amsterdam-Oudwest, 1954-1955.

47, 48: πριν και μετά την ανάπλαση. Πηγή: (LEFAIVRE, και συν., 2002)

49: Αεροφωτογραφία της θέσης στην πόλη. Πηγή: Google Maps®

44 45

Οι παιδικές χαρές του van Eyck αποτέλεσαν σημεία αναφοράς για τις πρώτες μεταπολεμικές γενιές. Ως το 1978 είχαν κατασκευαστεί περί τις 700 παιδικές χαρές στο Άμστερνταμ. Ωστόσο, πολλές μεταβολές έλα-βαν χώρα ως τότε και ακόμη περισσότερες ως σήμερα. Ο αυξανόμενος κυκλοφοριακός φόρτος σύντομα διέρρηξε τις συνδέσεις των χώρων αυ-τών με τις γύρω κατοικίες. Η συνεχής αύξηση του αστικού πληθυσμού ενέτεινε την πυκνότητα και μετέβαλε την αξία και τις χρήσεις της αστι-κής γης. Πολλές παιδικές χαρές έδωσαν τη θέση τους σε κτίρια κατοι-κιών, γραφείων, υπηρεσιών και άλλων δραστηριοτήτων με οικονομική ισχύ μεγαλύτερη της κοινωνικής εξυπηρέτησης.

Η εξάπλωση της πόλης και η εξώθηση της κατοικίας εκτός του κέντρου αύξησε και τις αποστάσεις. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με την απαίτηση για οικονομική αποδοτικότητα των διαφόρων υπηρεσιών και εγκαταστάσεων της πόλης, οδήγησε σε συγκεντρώσεις με υπερτοπική ισχύ δραστηριοτήτων (clusters) που αφορούν στον ελεύθερο χρόνο των παιδιών, όπως ο αθλητισμός. Έτσι ο χώρος της πόλης δεν είναι πια εύ-κολα προσπελάσιμος αλλά ούτε και αναγνώσιμος, δυσχεραίνοντας την αυτόνομη κίνηση του παιδιού σε αυτόν. Τέλος, αισθητικές, πολιτισμικές και καταναλωτικές αλλαγές και η δημιουργία μιας ολοένα μεγεθυνόμε-νης αγοράς παιχνιδιών και εξοπλισμού με μεγάλη ποικιλία υλικών, σχε-δίων και προσεγγίσεων, κατέστησαν τις αφαιρετικές και λιτές παιδικές χαρές παρωχημένες. Υπάρχουσες παιδικές χαρές έχουν εκσυγχρονιστεί είτε με την επισκευή των παιχνιδιών, είτε με την προσθήκη νέων, είτε και με την ολοκληρωτική μετασκευή και χρήση σύγχρονων παιχνιδιών.

Απέναντι (50, 51, 52 53) :

Zeedijk, Amsterdam-Centrum, 1955, 1956Στη θέση των συντριμμιών και του σκουπι-δότοπου δημιουργήθηκε η παιδική χαρά της οδού Zeedijk. Ακολουθεί τις χαράξεις των γύρω κτιρίων στη διαμόρφωση των ορίων της κάθε περιοχής παιχνιδιού. Τα όρια προς το δρόμο αποτελούνται από πεζούλια, αποκαθι-στώντας τόσο η γραμμή του αστικού μετώπου όσο και ένα λειτουργικό τμήμα της ίδιας της παιδικής χαράς.Σήμερα το κενό αυτό έχει πληρωθεί με κτίρια. Βρίσκεται εξάλλου σε κεντρικό σημείο της κα-τεξοχήν τουριστικής περιοχής της πόλης.Πηγή: (LEFAIVRE, και συν., 2002)

Δεξιά και κάτω (54 και 55):

Saffierstraat, Amsterdam, 1955.

Πρόκεται για τη δημιουργία παιδικής χα-ράς στην κεντρική νησίδα της οδού, και χωρίζεται σε λειτουργικές ενότητες: 1 σκάμμα άμμου, 2 περιστρεφόμενο παι-χνίδι, 3 χαμηλή κατασκευή για αναρρίχιση κατάλληλη για μικρά παιδιά, 4 υψηλή κα-τασκευή αναρρίχισης, 5 παγκάκια.Πηγή: (LEFAIVRE, και συν., 2002)

5352

51

50

46 47

Αντίστοιχη προσέγγιση στην ένταξη της παιδικής χαράς στον ιστό ακο-λουθούσαν και τα αμερικανικά vest pocket parks, ελεύθεροι χώροι πρα-σίνου ή/και παιχνιδιού σε μικρά αστικά κενά, που γνώρισαν μεγάλη διάδοση στα 1970. Όπως και στην περίπτωση του Άμστερνταμ, τα πάρ-κα αυτά αποκαθιστούσαν τη συνέχεια του ιστού, εγκαθιστώντας μια χρήση σε ένα πρώην κενό τόπο της πόλης, ενώ συγχρόνως απαντού-σαν σε βασικές ανάγκες στάσης, αναψυχής και παιχνιδιού της εκάστοτε περιοχής. Το μικρό μέγεθος προσέφερε τη δυνατότητα εποπτείας του χώρου, απαραίτητη συνθήκη σε έναν χώρο που κατά κανόνα δεν ήταν περιφραγμένος. Η απομόνωση και η προστασία από την κυκλοφορία, τη φασαρία και τους κινδύνους της πόλης προέκυπτε από την ίδια τη δομή αυτών των πάρκων. Συνήθως στις δύο ή και τρεις πλευρές άγ-γιζαν –κούμπωναν- στα γύρω κτίρια αποκτώντας έτσι ένα περίκλειστο χαρακτήρα. Κατά κανόνα δεν εξοπλίζονταν με το συμβατικό εξοπλισμό των παιδικών χαρών, αλλά σε αυτά εγκαθίσταντο ποικίλες κατασκευές, ευέλικτες και μεταβλητές. Παράδειγμα

Ο θεσμός των vest pocket playgrounds ξεπεράστηκε σύντομα για όμοι-ους λόγους με τις παιδικές χαρές του Άμστερνταμ. Οι αλλαγές στις αξί-ες γης, ειδικά σε κεντρικές και μεταβαλλόμενες περιοχές των πόλεων, καθιστούσαν τις παιδικές χαρές εμπόδιο στην εκμετάλλευση της αστι-κής γης. Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα που πρόκυπτε και χαρακτηρίζει τους χώρους παιχνιδιών σε πυκνοκατοικημένες και πυκνοδομημένες περιοχές είναι η έντονη όχληση, όσο και ο φόβος ατυχημάτων, με την ολοένα αυξανόμενη κίνηση των μηχανοκίνητων.

Σε μεγαλύτερες διαθέσιμες εκτάσεις μέσα στον ιστό επιχειρείται συχνά η ανάμιξη περισσότερων λειτουργιών και η μέριμνα για την αναψυχή και άλλων ηλικιακών ομάδων, όπως στην παρακάτω παιδική χαρά της Στουτγάρδης.

Εδώ ο κίνδυνος της κυκλοφορίας των οχημάτων αντιμετωπίζεται με την υψηλή περίφραξη προς το δρόμο αυξημένης κυκλοφορίας. Εδώ η παιδική χαρά ολοκληρώνει τον ιστό στα όρια του με τον άξονα των σι-δηροδρομικών γραμμών, σε ένα τμήμα που αποτελεί ουσιαστικά πε-ρίσσευμα του ιπποδάμειου της υπόλοιπης περιοχής. Τα όρια του χώ-ρου είναι πιο διαπερατά -φύτευση κυρίως- προς τη γειτονιά, ενώ ένας μπετονένιος τοίχος στρέφεται προς τον κεντρικό αυτοκινητόδρομο και τις γραμμές των τρένων. Η ποικιλία παιχνιδιών και δραστηριοτήτων -επιτραπέζια αντισφαίριση, υπόστεγος χώρος για πιο ήσυχα παιχνίδια ή κατασκευές, σκάμμα άμμου, παραδοσιακά παιχνίδια, αλλά και πρω-τότυπες κατασκευές από διάφορα υλικά, όπως η ξύλινη γέφυρα- καθώς και η ενδιαφέρουσα διάταξή τους στο χώρο, δημιουργούν ένα πολυ-ποίκιλο και ελκυστικό περιβάλλον. Η διαμόρφωση μιας περιοχής πιο διαχωρισμένης στο δυτικό τμήμα της νησίδας σε υπαίθριο καθιστικό με σκακιέρα, παγκάκια και πέργκολα, επιτρέπει τη χρήση του χώρου και για την αναψυχή και το παιχνίδι των ενηλίκων κατοίκων της περιοχής. Έτσι τελικά, ο χώρος αυτός μετατρέπεται, από περίσσευμα της ρυμοτομίας της περιοχής, σε ζωτικό υπαίθριο χώρο της γειτονιάς.

Vest pocket parks Πόλυλειτόυργικεσ Παιδικεσ Χαρεσ

Vest-pocket playground και Κέντρο Μελέτης Φυ-σικής Ιστορίας στην 29th Street, Manhattan, New York.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα διαμόρφωσης τέτοι-ων χώρων. Στις εικόνες 57, 58, 59 εικονίζονται η κάτοψη και απόψεις των ξύλινων κατασκευών της και της σχέσης της με τους γύρω δρόμους. Βαθμί-δες δημιουργούν ανηψωμένες ζώνες καθιστικών που λειτουργούν τόσο ως όρια όσο και σημεία εποπτείας του χώρου παιχνιδιού, ενώ επιτρέ-πουν την αξιοποίηση του υπόγειου χώρου για το Κέντρο.

Οι ξύλινες κατασκευές ήταν ήταν εύκολα συναρ-μολογούμενες και μετακινήσιμες.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

Υπόμνημα: 1 επιτραπέζια αντισφαίριση, 2 υπόστεγος χώρος παιχνιδιού, 3 σκάμμα, 4 περιστρεφόμενη κατασκευή, 5 παιχνι-δότοπος με άμμώδες δάπεδο εξοπλισμένος με διάφορα ήδη παιχνιδοκατασκευών, 6 σκακιέρα, 7 πέργκολα.

Δεξιά 60, 61, 62, 63: απόψεις των διαφόρων ενοτήτων και αε-ροφωτογραφία της σημερινής μορφής και της θέσης στον ιστό.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968) και Bing Maps®

48 49

Το κέντρο αναψυχής του Wipkingen της Ζυρίχης αποτελεί μια άλλη εκδοχή πολυλειτουργικότητας και πρότυπο για αντίστοιχες εγκαταστά-σεις, που απευθύνονται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Περιλαμβάνει ποικίλες χρήσεις που εξυπηρετούν την περιοχή και είναι αδιάσπαστο κομμάτι της (TRACHSEL, και συν., 1968 σ. 130).

Πρόκειται κι εδώ για μια περίπτωση διαχείρισης της απόληξης και ορί-ου του ιστού, και έρχεται σε συνέχεια αυτού, συμπληρώνοντάς τον με ένα δημόσιο χώρο αναψυχής. Ο χώρος εδώ δε διαχωρίζεται με συμπα-γή όρια, παρά οι διαφορετικές ενότητες σηματοδοτούνται κυρίως με τη διαφορετική υλικότητα του δαπέδου και φυσικά τον εξοπλισμό. Ο ορθο-λογικός σχεδιασμός -λειτουργικές ενότητες σε παράταξη σε ορθοκανο-νικό κάναβο- συνδυάζεται με την αρχιτεκτονική τοπίου. Για παράδειγ-μα, υψομετρικές διαφορές αξιοποιούνται για τη διαμόρφωση πρανών, τόσο όρια όσο και χώροι παιχνιδιού με το έλκηθρο το χειμώνα. Αξίζει ακόμη να επισημανθεί η χρήση οικοδομικών υλικών όπως η άσφαλτος και το τσιμέντο, καθώς και αντικειμένων όπως ένα παλιό αυτοκίνητο ή το βαγόνι του τραμ –σήμερα έχουν απομακρυνθεί- ως παιχνίδια. Πα-ρόλο που ο χώρος είναι προστατευμένος από την κυκλοφορία και την κίνηση των μηχανοκίνητων της πόλης, αυτά τα στοιχεία δε δαιμονο-ποιούνται ούτε παρακάμπτονται, αλλά καθίστανται οικειοποιήσιμα σε ασφαλές και ελεγχόμενο περιβάλλον. Το φυσικό στοιχείο, παρόλο που είναι οργανικό κομμάτι του χώρου, δεν είναι το κυρίαρχο. Η παιδική χαρά του Wipkingen δεν είναι μια όαση πρασίνου μέσα στην πόλη, μια νησίδα φύσης, αλλά ένα κατεξοχήν ανθρώπινο αντικείμενο και έργο.

Τέλος, όσον αφορά στη διαχείριση της όχθης, σε αντίθεση με την περί-πτωση της Στουτγάρδης, το όριο εδώ αποτελεί ελκυστικό σύνορο, όσο και θέα. Η αρχική σύνθεση, ωστόσο, ενώ στρέφεται, είναι επιφυλακτι-κή προς τον ποταμό, προβλέποντας διαδρομή ελαφρά απομακρυσμένη από την όχθη και μικρές εξέδρες ανά διαστήματα. Ο φράκτης κατά μή-κος του ποταμού έχει, μετά από πρόσφατες παρεμβάσεις στην ευρύτε-ρη παραποτάμια έκταση που ολοκληρώθηκαν το 2004, εξαφανιστεί κι αντί αυτού έχουν κατασκευαστεί βαθμίδες που βυθίζονται στο νερό, αποκαθιστώντας και ενισχύοντας έτσι τη σχέση της πόλης με το φυσικό στοιχείο που τη διαπερνά. Σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση της όχθης έλαβε χώρα και εκσυγχρονισμός και επισκευή των παιδικών χαρών.

Wipkingen, Zürich, 1954. Εδώ ο χώρος χωρίστηκε σε πέντε ενότητες:

I. Κοινοτικό κέντρο: 1 βιβλιοθήκη, αναγνωστήριο, χώρος για παιχνίδια, 2 εργαστήρια κατασκευών και καλλιτεχνικών, 3 τουαλέ-τες, 4 αυλή για θεατρικές και μουσικές εκδηλώσεις.

II. Αυλή κατασκευών και εργαστηρίων – junk/adventure playground: 5 ιδιοκατασκευές, 6 χώρος συγκεντρώσεων των «Ροβινσό-νων» 1, 7 παιχνίδια, 8 τσουλήθρα, 9 παιδικός ζωολογικός κήπος, 10 παλιό βαγόνι τραμ

III. Έκταση με σκληρό έδαφος για Straßenspiele (παιχνίδια του δρόμου). Το χειμώνα μπορεί να λειτουργήσει και ως παγοδρόμιο.

IV. 11 Γρασίδι για παιχνίδι και ξεκούραση, 12 πλαγιά για έλκηθρο, 13 αεροπλάνο, 14 παραποτάμια διαδρομή

V. Παιδική χαρά νηπίων: 15 κούνιες, 16 σκάμμα, 17 παιδική πισίνα, 18 διάφορα όργανα παιχνιδιού, 19 μικρές καλύβες-προσο-μοίωση χωριού, 20 ποταμός Limmat

Δύο επεκτάσεις από την κατασκευή του πάρκου έχουν προσθέσει επιπλέον κτίρια εργαστηρίων για μεγαλύτερα παιδιά και για την επιμόρφωση των παιδαγωγών, ενώ στην πρόσφατη ανάπλαση της περιοχής που ολοκληρώθηκε το 2004, εκτός των επισκευών, η μικρή πισίνα μετατράπηκε σε χώρο παιχνιδιού με νερό. Μελλοντικά προβλέπεται να αποκαλυφθεί και το τώρα επικαλυμμένο ρέμα Wolfgrimbach (Grün Stadt Zürich, 2011).

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968) και Bing Maps

1 Οι παιδικές χαρές περιπέτειας ή κατασκευών ονομάστηκαν στην Ελβετία και σε άλλες γερμανόφωνες χώρες Robinsonspielplät-ze, τονίζοντας τον εξερευνητικό και περιπετειώδη χαρακτήρα τους. Εκτός των εργαλείων και υλικών κατασκευών, τα παιδιά μάθαιναν και εξοικειώνονταν με στοιχεία όπως η φωτιά και το νερό, υπό άλλες συνθήκες απαγορευμένα παιχνίδια (BENGTSSON, 1970; HURTWOOD, 1968).

66 Αεροφωτογραφία της ευρύτερης περιο-χής.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968) και Bing Maps®

67, 68

Απόψεις τις σημερινής κατά-στασης, με τη διαμόρφωση του παραποτάμιου μετώπου.

69:

Γενική κάτοψη πρότασης.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968) και Bing Maps®

64 Γενική άποψη.

65 Αεροπλάνο

50 51

Junk / Adventure Playgrounds

μια διαφορετική προσέγγισηΗ αμφισβήτηση του τετράπτυχου κούνιες-τραμπάλα-σκάμμα-τσουλήθρα της τυπο-ποιημένης, μαζικής και συμβατικής παιδικής χαράς εκφράστηκε με την υιοθέτηση και προώθηση μιας άλλης μορφής, όπου δεν υπάρχει σταθερός εξοπλισμός παρά διαθέσι-μος χώρος και τα υλικά μέσα διαμόρφωσής του, της adventure playground ή junk play-ground. Τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν το περιβάλλον παιχνιδιού τους, πειραματιζόμενα, κατασκευάζοντας και καταστρέφοντας (KOSLOVSKY, 2008).

Η παιδική χαρά του Notting Hill, κατασκευασμένη στα 1960, αποτελεί χαρακτηριστικό πα-ράδειγμα αυτής της μορφής στη Μεγάλη Βρετανία. Παρά τη μικρή της έκταση (γύρω στα 1300 τμ), περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό διαφορετικών λειτουργιών και δραστηριοτήτων, αξιοποιώντας έτσι το χώρο στο έπακρο, τόσο τον κτισμένο όσο και τον άκτιστο. Η διαχεί-ρισή της, όπως ισχύει για όλες τις παιδικές χαρές του Λονδίνου, είναι ευθύνη της τοπικής κοινωνίας και των οργανώσεών της, που έχουν την ευθύνη για τη συντήρηση και το προσω-πικό των χώρων αυτών. Έτσι, η παιδική χαρά αποτελεί πρωτίστως φορέα κοινωνικοποίησης για τα παιδιά, χώρο συνάντησης της γειτονιάς και συνεκτικό της συστατικό.

Μπορεί ωστόσο να παρατηρηθεί, πως πρόκειται συγχρόνως για έναν απόλυτα διακριτό χώρο μέσα στον ιστό, περιφραγμένο και φυλασσόμενο. Κι αυτό είναι ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει τις junk/adventure playgrounds και εντάσσεται στον προβληματισμό για την αντιφατική φύση του ίδιου του περιεχομένου της παιδικής χαράς. Ενώ η εσωτερική δομή τους, ο τρόπος διαχείρισης και διαμόρφωσης, όσο και ο τρόπος λειτουργίας τους διαπνέονται από μεταβλητότητα, ελευθερία και δημοκρατικότητα, την ίδια στιγμή είναι ερμητικά ξεχωριστές νησίδες μέσα στην πόλη. Σε αντίθεση με τις συμβατικές παιδικές χαρές ή το παράδειγμα του Άμστερνταμ, δεν μπορούν να λειτουργήσουν παρά ως εντελώς ξεχωριστές και σαφώς ορισμένες οντότητες μέσα στον αστικό ιστό, με μοναδικό περιεχόμενο το παιδικό παιχνίδι. Συγχρόνως, είναι απαραίτητη η παρουσία και η καθοδήγηση, όσο και η επίβλεψη και ο έλεγχος από έναν ή περισσότερους ενήλικες, με ρόλο τη διδασκαλία του ίδιου του παιχνιδιού.

Notting Hill Adventure Playground, 1960, Notting Hill, London. Μια από τις πρώτες παιδικές χαρές του είδους αυτού, είναι εγκατεστημένη σε μια πυκνοκατοικημένη εργατική περιοχή του North Kensington του Λονδίνου, που κατατάσσεται στο χειρότερο 5% του Δείκτη Πολλαπλής Υποβάθμισης1. Κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην δραστηριοποίηση και ζωή της τοπικής κοινωνίας, αποτελώντας σημείο αναφοράς τόσο για τα παιδιά όσο και τους ενήλικες. Σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί μια νησίδα ανοιχτού χώρου αλλά και να παρέχει σειρά εξαιρετικά σημαντικών υπηρεσιών πρόνοιας σε μια περιοχή με έντονη φυλετική ανομοιογένεια, συντελώντας στην ανάπτυξη δεσμών και συνοχής. Στεγάζει κέντρο φύλαξης παιδιών μετά το σχολείο, καθώς και νηπιαγωγείο, ενώ εκτός του κεντρικού χώρου των κατασκευών, έχει χώρο για παιδιά κάτω των πέντε ετών, κήπο, παρτέρια για καλλιέργειες, και γήπεδο για ποδόσφαιρο. Πρόσφατες αλλαγές με τη συμμετοχή των παιδιών-χρηστών τόσο στη λήψη των αποφάσεων όσο και την κατασκευή προσέθεσαν στο χώρο μιας εξωτερική κουζίνα και ένα πέτρινο σπήλαιο με τεχνητό καταρράκτη που λειτουργεί και ως αναρριχητικό παιχνίδι (Play England-Making Spaces for Play, 2010).

1 Index of Multiple Deprivation areas (Play England-Making Spaces for Play, 2010)

70: Κάτοψη

71: Πυργοκατασκευή

72: όψη της εισόδου

Πηγή: (BENGTSSON, 1970)

52 53

Η εγκαταλειμμένη έκταση των 6000 τμ διαμορφώθηκε με την πρωτοβουλία του παιδαγωγού του κέντρου νεότητας Fritz Häfelinger και τη συμμετοχή παιδιών και εθελοντών, σε ένα αλσύλλιο, με πυκνή φύτευση, έντονο ανάγλυφο και ποικίλες λειτουργίες. Στη μεταμόρφωση της χωματερής σε πάρκο συμμετείχαν περί τα 200 παιδιά, μέλη του κέντρου νεότητας, μέρος του οποίου είναι το πάρκα και εθελοντές από περίπου 27 χώρες. Οι υψομετρικές διαφορές του πάρκου φτάνουν και τα 14 μέτρα, με μικρές λίμνες και ρυάκια. Αποφεύχθηκε σθεναρά η χρήση μηχανικών ή προκα-τασκευασμένων παιχνιδιών, παρά χρησιμοποιήθηκαν οικοδομικά υλικά και διάφορα εξαρτήματα από δωρεές, με κυρίαρχα το ξύλο και την πέτρα (TRACHSEL, και συν., 1968).

1 χώρος συγκέντρωσης και λιβάδι παιχνιδιού, 2+3 καλύβες από λάσπη και πέτρα με αχυρένια στέγη, 3 σπήλαιο 42 cm3 από μπάζα, 5 δέντρο για σκαρφάλωμα, 6 δεξαμενή νερού με ρέμα, 7 λίμνη, 8 καταρράκτης ύψους 4 m, 9 σπήλαια, 10 κρεμαστή γέφυρα, 11 καταφύγια, 12 πύργος από κορμούς για αναρρίχηση, 13 κέντρο νεότητας με παιδικό σταθμό, 14 παιδική χαρά νηπίων

Η «ινδιάνικη παιδική χαρά» [Red Indian Playground] στο Mannheim της Γερμανίας, αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα περιπετειώδους παιδικής χαράς [ad-venture playground]. Στα δυτικά της Elrenhof-Sied-lung, ενός πρότυπου οικισμού του μεσοπολέμου στη βόρεια είσοδο στη βιομηχανική περιοχή Neckarstadt του Mannheim, διαμορφώθηκε στις αρχές των 1950 η πρώτη «περιπετειώδης» παιδική χαρά [adventure playground] της Γερμανίας (GLÄSSER, και συν., 2006). Εδώ το αντικείμενο παιχνιδιού είναι το ίδιο το περι-βάλλον, που αποτελείται από τη σύνθεση στοιχείων της φύσης και των ανθρώπινων κατασκευών. Η φύση εδώ είναι μια σκηνογραφική κατασκευή του ανθρώ-που. Το παιχνίδι προσομοιάζει την εξερεύνηση στο δάσος, τη ζωή στο ύπαιθρο. Εδώ διατυπώνεται ως χωρική μορφή η προσέγγιση στο παιχνίδι μέσα από την ελεύθερη και αυτόνομη εξερεύνηση. Ο εξωτισμός των «ινδιάνικων» κατασκευών και λημεριών ενισχύει αυτή τη συνθήκη με τη δημιουργία ενός μυθικού πε-ριβάλλοντος.

Απέναντι από αριστερά και δεξιόστροφα:

76, 77, 78: παιχνίδι στη λίμνη, τη μικρή πισίνα και

το ρυάκι

79: Γενικό σχέδιο

Πηγές: 73 (TRACHSEL, και συν., 1968)

73: όψη του οικισμού

74: όψη του πάρκου και της γέφυρας

75: όψη των διαμορφώσεων μεταξύ των κτιρίων

Πηγές: 73 (TRACHSEL, και συν., 1968), 74 και 75 (GLÄSSER, και συν., 2006)

54 55

IΙΙ. Πάρκα Παιχνιδιού

Η ίδια αντίληψη που στο 19ο αιώνα οδήγησε στη δημιουργία των μεγάλων δημόσιων αστικών πάρκων, έχει διαμορφώσει και μια αντίστοιχη προσέγγιση στη δημιουργία χώρων παιχνιδιού. Η σημασία της επαφής με τη φύση για το παιδί άλλωστε είχε διατυπωθεί εμ-φατικά ήδη από την Αναγέννηση, ενώ αποτελεί βασικό συστατικό στον παιδικό κήπο του Fröbel. Ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα είχαν εγκαινιαστεί οι πρώτοι ζωολογικοί κήποι σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Η διαπίστωση της αποξένωσης του παιδιού της πόλης από το φυσικό περιβάλλον είχε οδηγήσει και σε προηγούμενες περιόδους στη διαμόρφωση χώρων παιχνιδιού μέσα στα αστικά πάρκα, για παράδειγμα στα Volksparks της Γερμανίας.

Τα «πάρκα παιχνιδιού» [play parks] είτε αποτελούν μέρος ενός μεγαλύτερου αστικού πάρ-κου είτε έχουν ως κύριο μέσο και εργαλείο παιχνιδιού το ίδιο το φυσικό στοιχείο. Η έμφα-ση έγκειται στην ελεύθερη κίνηση και παιχνίδι μέσα στο χώρο, οι διάφορες δραστηριότη-τες διαχωρίζονται με φύτευση, ενώ ο εξοπλισμός είναι κυρίως από ανεπεξέργαστα υλικά, όπως ξύλο, πέτρα, καθώς και το ίδιο το τοπίο.

Υπόμνημα: 1 έκταση με γρασίδι για ξεκούραση/αναψυχή, 2 παιχνίδια νερού, καντίνα, 3 μπελβε-ντέρε, 4 πρανές για κατάβαση με έλκηθρο, 5 αναρρίχηση και τσουλήθρες, 6 παιδική χαρά νερού [water games], 7 υπόστεγος χώρος παιχνιδιού, 8 αθλοπαιδιές, 9 παιχνίδια περιπέτειας [cowboys and indians],10 σκάκι, 11 bowling, 12 επιτραπέζια αντισφαίριση, 13 κουκλόσπιτο, 14 χώρος στάθ-μευσης, 15 πεζογέφυρα, 16 σκάμμα άμμου.

Στην περίπτωση του Weißenburgpark στη Στουτγάρδη, ο λόφος μιας λωρί-δας πρασίνου που εισχωρεί στον αστικό ιστό, διαμορφώθηκε σε πάρκο ανα-ψυχής και παιχνιδιού. Η θέση της πόλης σε μια βαθιά κοιλάδα δυσκολεύει τη διείσδυση των ανέμων στην περιοχή, καθιστώντας ζωτικής σημασίας τους αγωγούς και πνεύμονες πρασίνου. Επιπλέον, βασικό ζητούμενο είναι και η διασφάλιση ασφαλών και υγιεινών μετακινήσεων μέσα στην πόλη για παι-διά και οικογένειες. Έτσι, οι απολήξεις των γύρω δασωδών υψωμάτων δια-μορφώνονται ως πάρκα και χώροι αναψυχής.

Άλλοτε ιδιόκτητος κήπος του 19ου αιώνα, το Weißenburgpark αποτελεί μια τέτοια διαμόρφωση και έχει μετατραπεί σε αστικό πάρκο. Τα κτίριά του έχουν μετατραπεί και στεγάζουν χώρους επιτραπέζιων παιχνιδιών, μια μι-κρό αναψυκτήριο κ.ά. (TRACHSEL, και συν., 1968) Εδώ, το φυσικό τοπίο και ανάγλυφο χρησιμοποιείται και προσαρμόζεται για την κατασκευή των παι-χνιδιών.

Επάνω: 80 Αεροφωτογραφία. Η θέση του πάρκου σε σχέση με την πόλη της Στουτγάρδης.

Πηγή: Bing Maps

Απέναντι: επάνω 81 Η περιοχή αναρρίχησης και οι τσουλήθρες.

Κάτω: 82 Αεροφωτογραφία του πάρκου.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

56 57

Η παιδική χαρά του Kronoberg στο ομώνυμο πάρκο στο κέντρο του Kungsholmen της Στοκ-χόλμης είναι επίσης μια προσθήκη του 1937 σε ένα από τα παλιότερα πάρκα της πόλης. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα πάρκα παιχνιδιού της Στοκχόλμης (Stockholms Stad, 2011). Αποτελεί σημείο αναφοράς της περιοχής καθώς και ευχάριστη συντόμευση για την πορεία του πεζού. Εκτός της παιδικής χαράς που λειτουργεί με επιβλέποντες και παιδαγωγούς που οργανώνου ποικίλες δραστηριότητες, στο πάρκο υπάρχουν καθιστικά και υπαίθριες ψησταριές, ενώ η μικρή σκηνή μπορεί να φιλοξενήσει εκδηλώσεις και γιορτές. Επιτυγχάνε-ται έτσι η ένταξη του χώρου αυτού στη ζωή της πόλης, πέραν των ωραρίων που είναι ανα-γκαίες οι κοινωνικές υπηρεσίες όπως η φύλαξη των παιδιών. Πέραν άλλωστε από τα όρια προς τον αυτοκινητόδρομο στη νότια πλευρά, που είναι περιφραγμένα, η παιδική χαρά ανοίγεται στο πάρκο και σηματοδοτείται από τις αλλαγές στο δάπεδο. H παιδική χαρά βρίσκεται

στο νοτιοδυτικό άκρο του πάρκυ Kronoberg στο νησί Kungsholmen. Έχει συγκε-κριμένο ωράριο, στο οποίο οργανώνεται πλήθος δρα-στηριοτήτων, ενώ παρα-μένει τις υπόλοιπες ώρες δημόσιος χώρος αστικού πρασίνου. Εργασίες που θα ολοκληρωθούν το 2012 θα προσθέσουν στο πάρκο μια επιφάνεια για street soccer που το χειμώνα θα μετα-τρέπεται σε παγοδρόμιο, καθώς και θα εκσυγχρο-νίσουν τον εξοπλισμό της παιδικής χαράς με κατάλ-ληλα παιχνίδια για ΑΜΕΑ.

Η ασφυκτικά πυκνή δόμηση και ο αυξανόμενος κυκλοφοριακός φόρτος οδήγησαν στην κήρυξη της παραποτάμιας έκτασης στην κοιλάδα του ποταμού Isar στο Μόναχο, σε φυσικό πάρκο [Naturpark] (TRACHSEL, και συν., 1968). Στην έκταση των 76 στρεμμάτων είναι διασπαρμένες μι-κρές παιδικές χαρές, παγκάκια, λιβάδια για παιχνίδια και αθλοπαιδιές. Σε συνέχεια των Volksparks, το πάρκο αυτό αποδίδει στους κατοίκους της πόλης ζωτικό ελεύθερο χώρο και καθιστά προσιτό το φυσικό στοι-χείο που διαπερνά την πόλη. Αποτελεί τελικά συνεκτικό συστατικό του ιστού διαμορφώνοντας ένα άλλοτε αυστηρό και μόνο σημειακά προ-σπελάσιμο γραμμικό όριο που συνιστά ο ποταμός, σε έναν κοινόχρηστο χώρο αναψυχής, αθλητισμού, ξεκούρασης, παύσης από την πόλη, όσο και μέσο μετάβασης από το ένα σημείο της στο επόμενο.

1 Στάθμευση

2 Μπάνιο

3 Αθλοπαιδιές

4 Αναψυχή και ξεκούραση

5 Λόφος για έλκηθρο και σκι

6 Παιδική χαρά για νήπια

7 Αναρρίχηση

8 Παιδική Πισίνα

9 "Χωριό Ινδιάνων"

10 Επιτραπέζια αντισφαίριση

11 Bowling

12 Soft Ball (παιχνίδι όμοιο με αντισφαίριση)

Δεξιά και επάνω: όψεις της παιδικής χαράς και των γηπέδωνΚάτω: Χάρτης της θέσης του πάρκου και της παιδικής χαράςΠηγή: (Stockholms Stad, 2011)

82 παιδική χαρά

83 Χάρτης του πάρκου με τις εγκατσατάσεις

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

58 59

Β. Ενταξή σε Νεα Αστικα Σύνολα

Τα νέα οικιστικά σύνολα, είτε με τη μορφή προαστιακών οικισμών, είτε ως εξ ολοκλήρου νέες πόλεις, πρόσφεραν ανέκαθεν το έδαφος για την απόλυτη εφαρμογή των πολεοδομικών δογμάτων της εκάστοτε εποχής. Στις νέες ενότητες εφαρμόστηκαν ευρύτατα και οι αντιλήψεις για το παιδικό παιχνίδι και τη χωρική του οργάνωση. Και εδώ παρουσιάζονται μεγάλες διαφορές που άπτονται της εκάστοτε πολιτικής κάθε κράτους και των μηχανισμών του για την εκμετάλλευση και αξιοποίηση της γης.

Ωστόσο, διαπιστώνονται ορισμένες κοινές αρχές και παραδοχές. Βασι-κός μοχλός για την ενίσχυση τόσο της μελέτης όσο και της δημιουργίας παιδότοπων υπήρξε σε όλες τις πόλεις των ανεπτυγμένων χωρών ο τρο-μακτικά αυξανόμενος αριθμός τροχαίων ατυχημάτων. Συνεπώς, υιοθε-τήθηκε και επιδιώχθηκε ο απόλυτος διαχωρισμός των κινήσεων πεζών και οχημάτων, με ανεξάρτητα κυκλοφοριακά δίκτυα και την περαιτέρω ιεράρχηση του οδικού δικτύου. Ο λειτουργικός διαχωρισμός επεκτάθη-κε και στου ίδιους τους χώρους παιχνιδιού με τη διαβάθμιση και ιεράρ-χησή τους σε σχέση με τις ηλικιακές ομαδοποιήσεις των χρηστών.

Τα εσωτερικά των ΟΤ ή οι αυλές μεταξύ των κτιρίων κατοικίας, διαμορ-φώνονται για μικρές και προσχολικές ηλικίες. Συχνά συνδυάζονται με νηπιαγωγείο ή βρεφονηπιακό σταθμό. Η παιδική χαρά του οικισμού αντιστοιχεί σε παιδιά σχολικής ηλικίας και χωροθετείται κατά προτίμη-ση πάνω στις διαδρομές από και προς τα σχολεία, τα γήπεδα, και τα κέντρα δραστηριοτήτων των νέων. Ο βέλτιστος σχεδιασμός προβλέπει την ασφαλή μετακίνηση πεζή ή και με ποδήλατο. Στην κλίμακα της συ-νοικίας αφορούν μεγαλύτεροι χώροι αναψυχής, με εγκαταστάσεις για όλες τις ηλικίες.

Διάγραμμα ιεράρχησης κυκλοφορίας και χώρων παιχνιδιού

Spielpark=παιδική χαράSpielgebiet= περιοχή παιχνιδιούParkplatz=στάθμευσηFußverkehr=κίνηση πεζώνFahrverkehr=κίνηση αυτοκινήτωνΠηγή: WOHLIN, 1972

60 61

Στον οικισμό της Södra Tynnered στο Göteborg της Σουηδίας έχουν ακολουθηθεί απόλυτα η παραπάνω ιεράρχηση και συστηματοποίηση. Το πετρώδες και έντονα επικλινές ανάγλυφο αξιοποιήθηκε τόσο στη σύνθεση των κτιρίων όσο και στη διαμόρφωση των ελεύθερων χώρων, σχηματίζοντας στο κέντρο του οικισμού ένα μεγάλο πάρκο παιχνιδιού. Και σε αρκετές αυλές μεταξύ των πολυκατοικιών το φυσικό έδαφος έχει διατηρηθεί. Οι είσοδοι, οι κουζίνες και τα μπαλκόνια των κατοικιών εί-ναι στραμμένα στους κοινόχρηστους χώρους παιχνιδιού, γεγονός που διευκολύνει την επίβλεψη των παιδιών. Οι κινήσεις είναι απόλυτα δια-χωρισμένες κι η πρόσβαση στις κατοικίες καθώς και τα σχολεία και τους υπαίθριους χώρους είναι απαλλαγμένη από την κυκλοφορία οχημάτων, ενώ οι μέγιστες αποστάσεις μεταξύ τους είναι στα 300 μέτρα.

Οι συνθετικές αρχές του Södra Tynnered με την περίκλειστη τυπολογία, τα χαμηλά ύψη και η ποικιλία των υπαίθριων χώρων αποτελούν απά-ντηση στις αστοχίες του ελεύθερου συστήματος δόμηση, στα πρότυπα της μεσοπολεμικής μοντερνιστικής αντίληψης. Έρευνες έδειξαν ότι σε πολυκατοικίες –άνω των τεσσάρων ορόφων- αυτού του συστήματος, τα παιδιά περνούσαν λιγότερο χρόνο στο ύπαιθρο. Ειδικά για τις μικρό-τερες ηλικίες ήταν απαραίτητη η συνοδεία ενηλίκου. Η συνθήκη αυτή στέκεται εμπόδιο στην αυτονομία των παιδιών όσο και των γονέων. Επιπλέον, η επαναληψιμότα των μορφών καθώς και η έλλειψη σημείων αναφοράς δυσχέραινε την αντίληψη και σύλληψη του χώρου και καθι-στούσε το περιβάλλον ανοίκειο. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δρουν περι-οριστικά στην ανάπτυξη της αυτονομίας και αυτενέργειας του παιδιού (BENGTSSON, 1970).

84: Αεροφωτογραφία της περιοχής με σημειω-μένο τον οικισμό.Πηγή: Bing Maps

86: Άποψη από το εσωτερικό συγκροτήματος

85: Κάτοψη οικισμούSkola=ΣχολείοLekpark=Πάρκο παιχνιδιού

Πηγή: (WOHLIN, 1972)

87: μακέτα της διαμόρφωσης του πάρκου1 επιβλεπόμενο παιχνίδι, 2 καλύβες, 3 περιοχή για παιχνίδι στην άμμο, 4 παιχνίδια νερού, 5 λουλούδια, 6 αθλοπαιδιές.Πηγή: (BENGTSSON, 1970)

88: Γενική κάτοψη διαμόρφωσης εξωτερικού χώρου και προσβάσεων

Bollplan=παιχνίδια μπάλαςSandlekplatz=παιδική χαρά με άμμοBlomstergård=Κήπος λουλουδιώνLekskola=ΝηπιαγωγείοVattenlek=Παιχνίδια νερούHårdjord lekyta=Περιοχή παιχνιδιού με σκληρό δάπεδοRutschbana=ΤσουλήθραBarndaghem=Παιδικός ΣταθμόςLekredskap=Παιδική ΧαράParkering under däck=Υπόγειος χώρος στάθμευσης

Πηγή: (WOHLIN, 1972)

62 63

Στον οικισμό Heiligfeld στη Ζυρίχη της Ελβετίας εφαρμόστηκε το ελεύθερο σύστημα δόμη-σης. Πρόκειται για τυπικό δείγμα αστικού σχεδιασμού των 1950, σε μια εργατική περιοχή της πόλης, με ψηλές πολυκατοικίες να περικλείουν μια μεγάλη έκταση πρασίνου, η οποία καλείται να αποτελέσει το συνεκτικό στοιχείο της σύνθεσης.

Ο κοινόχρηστος αυτός χώρος διαμορφώθηκε ως δημόσιο πάρκο και χώρος παιχνιδιού, ενώ στις αυλές ανάμεσα στις πολυκατοικίες χωροθετήθηκαν παιδικές χαρές για τις μικρότερες ηλικίες, σε εγγύτητα με τις κατοικίες. Στο ανατολικό τμήμα της έκτασης αυτής διατάχθηκε η παιδική χαρά του οικισμού, σύμφωνα με την ιεραρχική δομή που αναλύθηκε παραπάνω. Μονοπάτια από φυσική πέτρα τη συνδέουν με τα συγκροτήματα κατοικιών, το νηπιαγω-γείο που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του λιβαδιού, καθώς και το βρεφικό και το βρεφονηπιακό σταθμό στα νότια. Το κεντρικό τμήμα της ελεύθερης έκτασης καλύπτεται από γρασίδι, κατάλληλο για αθλοπαιδιές, αλλά και απλά αναψυχή και ξεκούραση των πε-ριοίκων.

Η παιδική χαρά όσο και η αρχιτεκτονική του τοπίου αυτού –έργο του αρχιτέκτονα Alfred Trachsel- αποτελούν πρωτοποριακές στην εποχή τους δημιουργίες στην Ελβετία. Το αίσθη-μα προστασίας και ασφάλειας επιτυγχάνεται με τη βύθιση της παιδικής χαράς και τη δη-μιουργία των πρανών τριγύρω, ενώ η εποπτεία του χώρου εξασφαλίζεται από τη χωροθέ-τηση του περιπτέρου στην κορυφή του λοφίσκου βορειότερα (TRACHSEL, και συν., 1968; Stadt Zürich, 2011).

Τόσο στα κτίρια όσο και τους ανοιχτούς χώρους του οικισμού έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια εργασίες επισκευών και εκσυγχρονισμού. Η παιδική χαρά διατήρησε μόνο το περί-γραμμά της και τη διάπλαση του ανάγλυφου. Η εσωτερική διάταξη και διαμόρφωση ωστό-σο άλλαξε ριζικά, με την εγκατάσταση πιο πλαστικών παιχνιδιών, από σύγχρονα υλικά, και την ενιαία επίστρωση του δαπέδου. Επιπλέον, η μια πλευρά του ωοειδούς σχήματος ανυ-ψώθηκε και εξοπλίστηκε με παγκάκια.

Στην αρχική της μορφή, η παιδική χαρά διέθετε στο κέντρο της ελεύθε-ρη επιφάνεια με σκληρό έδαφος για αθλοπαιδιές και παιχνίδια μπάλας, η οποία περιβαλλόταν από μια ζώνη από άμμο, όπου ήταν διατεταγμένα τα παι-χνίδια, όπως κούνιες, τραμπάλες και κατασκευές αναρρίχησης. Στο πρανές που δημιουργούνταν από τη βύθιση της παιδικής χαράς εδραζόταν η τσου-λήθρα, ενώ το χειμώνα αποτελούσε ιδανικό ανάγλυφο για κατάβαση με έλκηθρα. Τέλος, μια σειρά από μπετο-νένιους κυλίνδρους προσομοίαζε ένα τρένο.

Το 2003 έγιναν εργασίες συντήρη-σης και αναμόρφωσης της παιδικής χαράς, όπου ο εξοπλισμός όσο και το σχέδιο μεταλλάχτηκαν.

89 Γενική κάτοψη οικισμούΠηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

90 Χάρτης περιοχής. Με διαγράμμιση ο κεντρικός ελεύθερος χώρος.

Πηγή (Stadt Zürich, 2011).

91 Περίπτερο με καθιστικόΠηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

92 Σχέδιο διαμόρφωσης πάρκου:1 σκληρή επιφάνεια, 2 σκάμμα άμμου, 3 πισίνα για πλατσού-ρισμα, 4 αμμώδης περιοχή με παιχνίδια αναρρίχισης, 5 τρένο από αγωγούς σκυροδέματος, 6 κυλινδρική αψίδα αναρρί-χισης, 7 σταθμός τρένου από αγωγούς σκυροδέματος, 8 αεροπλάνο από κορμούς δέντρων, 9 καλύβες, 10 τσουλήθρα, 11 τουαλέτες, 12 λόφος με τσουλήθρα.

Πηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

93 Άποψη από βόρειαΠηγή: (TRACHSEL, και συν., 1968)

64 65

Συγκρίνοντας τη σημερινή όψη αλλά και δομή της παιδικής χαράς και της συσχέτισής της με το γύρω χώρο, διαπιστώνει κανείς μια σημαντική στροφή στις αντιλήψεις για το χώρο παιχνιδιού. Τα καινούρια παιχνί-δια απηχούν τις σύγχρονες δυνατότητες της τεχνολογίας υλικών όσο και τις αισθητικές αντιλήψεις που καθορίζουν τη χρήση τους και την τελική τους μορφή, είτε ως μια λιτή μεταλλική κατασκευή βιομηχανικής αισθη-τικής, είτε ως ρευστά μπετονένια γλυπτά. Ο κεντρικός ελεύθερος χώρος που παλαιότερα προοριζόταν για «παιχνίδια δρόμου» [street games] έχει πληρωθεί με παιχνίδια, και μετατίθεται στο διευρυμένο χώρο όπου υπήρχε το σκάμμα άμμου. Έτσι επιτυγχάνεται ο διαχωρισμός των πιο κινητικών και θορυβωδών παιχνιδιών –όπως το ποδόσφαιρο ή το κυνη-γητό- που συνήθως αφορούν σε μεγαλύτερες ηλικίες. Τέλος, η διαμόρ-φωση των ανυψωμένων καθιστικών που αναφέρθηκε δημιουργεί άλ-λον ένα χώρο επόπτευσης, μέσα στην παιδική χαρά αυτή τη φορά. Στις μετασκευές αυτές διαπιστώνει κανείς τη σημασία που έχει αποκτήσει το ζήτημα της ασφάλειας, αλλά και τη σημασία που αποκτά ο έλεγχος στο παιδικό παιχνίδι.

Τα παλιά παιχνίδια είναι κατά κύριο λόγο περισσεύματα των υλικών της πόλης και του φυσικού της τοπίου: μπετονένιοι σωλήνες, κορμοί δέντρων, απλές με-ταλλικές κοιλοδοκοί.

Ο σημερινός εξοπλισμός της παιδικής χαράς είναι καινούριος, γυαλιστερός και ειδικά κατασκευασμένος και προορισμένος για αυτήν.

Η σχετική αγορά παιχνιδιών έχει αναλάβει σημαντικά καθοριστικότερο ρόλο στη σύγχρονη διαμόρφωση των παιδικών χαρών.

Στον οικισμό Sullivan Court στο Fulham του Λονδίνου, μια περιοχή σύγ-χρονη του Heiligberg (1949-1955) με όμοια οικονομικοκοινωνικά χαρα-κτηριστικά, κατασκευάστηκαν δύο παιδικές χαρές, συμμετρικά τοποθε-τημένες στο γενικό σχέδιο του οικισμού. Η αντίληψη που διαπνέει το σχεδιασμό του οικισμού είναι συγγενής με αυτή του Heiligberg –ελεύ-θερο σύστημα, μεγάλα ύψη, κυκλοφοριακός διαχωρισμός κτλ- ωστόσο η διαχείριση του ελεύθερου χώρου διαφέρει ριζικά.

Το σχήμα των παιδικών χαρών έρχεται σε ισχυρή αντίθεση με το κτι-σμένο περιβάλλον, που ακολουθεί ορθοκανονικές χαράξεις και μορφές πρισματικές. Η αντίθεση εντείνεται και με τα ισχυρά και συμπαγή όρια των χώρων παιχνιδιού, που σχηματίζονται από τοίχους ύψους 90 εκ. Ωστόσο, τα καμπύλα περιγράμματα δίνουν τη δυνατότητα σχηματι-σμού ενοτήτων και πιο απομονωμένων σημείων, για το παιχνίδι μικρών παιδιών ή απλώς την απομάκρυνση από τα πολύβουα κεντρικά τμήμα-τα. Ο εξοπλισμός αποτελείται από συμβατικά παιχνίδια.

Στο Sullivan Court δεν υπάρχει μέριμνα για ιεράρχηση ή διαβάθμιση των εξωτερικών χώρων με βάση τις ανάγκες των παιδιών, σε αντίθε-ση με τις προηγούμενες δύο περιπτώσεις που αναλύθηκαν. Η διάταξη και οργάνωση του οικισμού γίνεται με βάση τις συνθετικές αρχές του φονξιοναλισμού, εξυπηρετώντας καταρχήν τις βασικές λειτουργίες της κίνησης και της κατοικίας. Οι ελεύθεροι χώροι είναι κατά βάση κενές λειτουργίας εκτάσεις καλυμμένες με γρασίδι, που περισσότερο ικα-νοποιούν αισθητικές και καλλωπιστικές απαιτήσεις. Ο χώρος ύπαρξης και δράσης του παιδιού είναι σαφώς χωροθετημένος στα όρια των δύο παιδικών χαρών. Ο διαχωρισμός αυτός του δημόσιου από τον ιδιωτικό χώρο με σαφήνεια και ελάχιστα περιθώρια «ενδιάμεσων» καταστάσε-ων έχει τις ρίζες του στις βικτωριανές πόλεις (ΚΑΡΥΔΗΣ, 2006) και ενι-σχύεται ακόμη περισσότερο από μια πολεοδομική αντίληψη με κύριο χαρακτηριστικό τη λειτουργική εξειδίκευση κατάτμηση του αστικού χώ-ρου.

98, 99 αεροφωτογραφίες οικισμούΠηγή: Bing Maps

100 Γενική κάτοψη οικισμου. Οι παιδικές χαρές ξεχωρίζουν τόσο από τη διαγράμμιση όσο και από τα αντιθετικά προς τη σχεδιαστική λογική που διέπει το λοιπό χώρο σχήματα.

Πηγή: TRACHSEL, και συν., 1968.

94 Η πισίνα πλατσουρίσματος αποτελείτο από μπετονένιους αγωγούς σε έντονα χρώματα. Από συντριβάνι στο υψηλότερο σημείο έρρεε νερό στα κατώτερα. Η συνεχής ροή νερού δεν επέτρεπε τα στάσιμα και βρώμικα νερά, επι-τρέποντας στα μικρά παιδιά να παίζουν χωρίς κίνδυνο στις δεξαμενές.

95 Κορμός δέντρου για τολμηρά παιχνίδια ισορροπίας.

96 Η ελεύθερη επιφάνεια στο κέντρο για «παι-χνίδια δρόμου»

Πηγή: TRACHSEL, και συν., 1968.

97 Σημερινή όψη. Πηγή (Stadt Zürich, 2011). 101 Παιδική χαρά. Πηγή: TRACHSEL, και συν., 1968.

66 67

Η διαχείριση των ορίων στο πάρκο παιχνιδιού Ringstorp, στο Helsinborg της Σουηδίας, γίνεται με διαφορετικό τρόπο. Το πάρκο, που βρίσκεται στο κέντρο ενός μεγάλου συγκροτήματος πολυκατοικιών, περιβάλλεται από πεζοδρόμους. Περιμετρικά, με τη χρήση των εκσκαμμένων χωμά-των, έχουν σχηματιστεί μικροί λοφίσκοι με υψηλή και πυκνή φύτευση, που ορίζουν το χώρο του πάρκου. Τα πρανή αυτά λειτουργούν τόσο ως φίλτρα του θορύβου, αλλά και προστασία από τους ανέμους, όσο και ως παιχνιδότοποι. Η φύτευση επιτελεί εδώ επιτυχημένα το ρόλο τόσο του συνόρου όσο και της αίσθησης του περίκλειστου και ασφαλούς χώ-ρου και χρησιμοποιείται επίσης στο διαχωρισμό των διαφόρων ενοτή-των του πάρκου.

Τα πάρκα όπως αυτό του Helsingborg διαμορφώθηκαν στη δεκαετία του 1950 και υιοθετήθηκαν έκτοτε και αλ-λού στη χώρα. Είχαν ως πρό-τυπο την πρώτη adventure playground του Sørensen, την παιδική χαρά του Emdrup κο-ντά στην Κοπεγχάγη, με σκο-πό την ενσωμάτωση αυτής της μορφής στο γενικότερο σχεδιασμό των χώρων παι-χνιδιού στα νέα πολεοδομικά συγκροτήματα της Σουηδίας (BENGTSSON, 1970). Χαρα-κτηρίζονται από την ανάμιξη και το συνδυασμό λειτουργι-κών και ηλικιακών ενοτήτων, σε μεγαλύτερες εκτάσεις, ενώ η ποικιλία εξοπλισμού και διαμορφώσεων φιλοξενεί διάφορα είδη παιχνιδιού. Κα-θοριστικής σημασίας είναι ο ρόλος του φυσικού τοπίου και η χειραγώγηση των στοιχείων του για την εξυπηρέτηση του παιχνιδιού. Η σχέση αυτή με

το περιβάλλον και το φυσικό στοιχείο είναι χαρακτηριστική στο σχεδια-σμό στη Σουηδία (WOHLIN, 1972).

Παράδειγμα απόλυτης εφαρμογής των αρχών του συνολικού πολεοδομικού σχεδιασμού της Σουηδίας αποτελεί ο οικισμός Oxhagen στο Örebro. Διασχίζε-ται μόνο από έναν αυτοκινητόδρομο, από τον οποίο διακλαδώνονται αδιέξοδα που οδηγούν στους υπόγειους χώρους στάθμευσης. Στην είσοδο στον οικισμό είναι χωροθετημένο και το εμπορικό κέντρο, στο ποίο η πρόσβαση γίνεται στη στάθμη των κατοικιών, ενώ στο επίπεδο του δρόμου γίνεται ο ανεφοδιασμός. Ο ίδιος ο οικισμός είναι υπερυψωμένος και οι δρόμοι του και οι αυλές των κα-τοικιών είναι απαλλαγμένοι από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων. Στις αυλές μεταξύ των κτιρίων κατοικιών περικλείονται παιδικές χαρές. Δεν διαχωρίζονται από τους δρόμους παρά μόνο με την αλλαγή του υλικού δαπέδου. Ο οικισμός περιβάλλεται από πάρκα, στα οποία η πρόσβαση είναι πεζή. Στα δυτικά βρί-σκεται και το πάρκο παιχνιδιού με αθλητικούς χώρους δίπλα στο σχολικό συ-γκρότημα.

Η χρήση αυτή του εδάφους, των φυσικών στοιχείων και του περιβάλλοντος εν γένει, χαρακτηρίζει εν πολλοίς το σχεδιασμό των ελεύθερων χώρων στη Σκανδιναβία, αλλά και των κτιρίων, όπως στον οικισμό Södra Tynnered, όπου αξιοποιούνται οι υψομετρικές διαφορές και το φυσικό έδαφος (WOHLIN, 1972).

106 Σχέδιο οικισμού.

107 Σχέδιο συγκροτημάτων κατοικιών με παιδικές χαρές στις κοινόχηστες αυλές.

Πηγή: (WOHLIN, 1970)

103 Σχέδιο διαμόρφωσης του πάρκου.

Hårdgjordgård=Αυλή με σκληρό δάπεδοSkidbacke=Λόφος για σκιLekfält=Λιβάδι παιχνιδιού

Πηγή: (WOHLIN, 1970)

102 Σκίτσο διαμόρφωσης ορίου.Πηγή: (WOHLIN, 1970)

104 Αεροφωτογραφία πάρ-κου και γύρω οικισμού

Πηγή: Bing Maps

105: Αεροφωτογραφία του οικισμού.Πηγή: Bing Maps

106: Αεροφωτογραφία του οι-κισμού.Πηγή: Bing Maps

68 69

Γ ΜΕΡΟΣ

Η Περίπτωση της ΑθήναςΓενικο Πλαισιο

Η εξέταση του ζητήματος των παιδικών χαρών στην περίπτωση της Αθήνας πρέπει να γίνει στα πλαίσια της γενικότερης εξέλιξης και πολεοδομικής ανάπτυξης της πόλης. Ο κεντρι-κά σχεδιασμένος αστικός χώρος αποτελεί ένα πολύ μικρό τμήμα της σημερινής πόλης, οι συνεχείς επεκτάσεις της οποίας έγιναν σε διαφορετικές ιστορικές φάσεις, με ποικίλες και διαφορετικές προϋποθέσεις και παράγοντες να επιδρούν, τόσο οικονομικούς όσο και πολι-τικούς. Η κοινωνική πολιτική με τη μορφή που έλαβε στην Ευρώπη και παρουσιάστηκε πα-ραπάνω δεν έλαβε χώρα στην Ελλάδα. Οι πληθυσμιακές και δημογραφικές μεταβολές που υπήρξαν ραγδαίες ήδη από το μεσοπόλεμο μετά τη μικρασιατική καταστροφή αντιμετω-πίστηκαν με αποσπασματικές ή μηδενικές πολιτικές. Αντί της πολεοδομικής δραστηριότη-τας η πόλη αφέθηκε να αναπτυχθεί στη βάση της οικοδομικής δραστηριότητας (ΚΑΡΥΔΗΣ, 2006). Η πόλη που προκύπτει είναι ένα άθροισμα επιμέρους «νόμιμων» και εγκεκριμένων οικοδομικών μονάδων, χωρίς ωστόσο να λαμβάνεται υπόψη οποιαδήποτε μέριμνα ή προ-γραμματική απόφαση για το συνολικό αποτέλεσμα.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο δημόσιος χώρος τελικά κατέληγε να αποτελεί το περίσσευμα της κατάτμησης της αστικής γης ώστε η εκμετάλλευσή της να γίνεται εφικτή. Ως τα 1970, η πριμοδοτούμενη οικοδομική δραστηριότητα στα μεταπολεμικά χρόνια με τη μαζική εφαρ-μογή της αντιπαροχής, η ανεξέλεγκτη παράνομη δόμηση, όσο και η νόμιμη με κυρίαρχα τα κερδοσκοπικά κριτήρια, διαμόρφωσαν ένα ασφυκτικά πυκνό αστικό περιβάλλον, στερού-μενο βασικών συστατικών για τη βιωσιμότητά του. Οι παραδοσιακοί χώροι παιχνιδιού –ο δρόμος, οι πλατείες, οι αλάνες- είτε καταλήφθηκαν από ασύμβατες χρήσεις, όπως η κίνηση του αυτοκινήτου, είτε εξέλειψαν λόγω της ανέγερσης νέων οικοδομών. Δεν πρέπει εδώ να αγνοηθεί και το γεγονός που συμπληρώνει την ανωτέρω εξέλιξη, η βελτίωση δηλαδή των συνθηκών διαβίωσης στον εσωτερικό ιδιωτικό χώρο της κατοικίας. Οι παράλληλες μεταβο-λές στα παραγωγικά αλλά και κοινωνικά δεδομένα της πόλης -όπως η αύξηση της γυναικεί-ας εργασίας, η στροφή στον τριτογενή παραγωγικό τομέα κ.ά.- με τον κατακερματισμό των δραστηριοτήτων, τις αυξανόμενες μετακινήσεις και τις συνεπαγόμενες μεταβολές στην ορ-γάνωση της καθημερινότητας της οικογένειας μετέτρεψαν σημαντικά την καθημερινότητα και ακόλουθα τους χώρους όπου αυτή εκδηλώνεται. Η αυξανόμενη εσωστρέφεια και η εγκατάλειψη των κοινών δραστηριοτήτων συνέβαλαν στην αποξένωση και την εγκατάλει-ψη του δημόσιου χώρου (ΚΑΙΣΑΡΗ, 2005).

Οι οργανωμένοι χώροι παιχνιδιού όπως οι παιδικές χαρές μέσα στα παραπάνω πλαίσια διαμορφώνονταν κατά κανόνα σε περισσεύματα του αστικού ιστού. Η ανυπαρξία κοινωνι-κής πολιτικής, βασικού παράγοντα όπως αναλύθηκε στα ευρωπαϊκά παραδείγματα για τη μέριμνα και το σχεδιασμό των χώρων παιχνιδιού αλλά και γενικότερα τα παιδικά περιβάλ-λοντα, δεν έφερε το ζήτημα αυτό σε προτεραιότητα παρά μόλις στα τέλη του 1980. Τότε αντιμετωπίστηκε μια παγιωμένη κατάσταση χώρων με ανύπαρκτη χωροταξική κατανομή, σε νησίδες οδών, σε πλατείες, σε περιοχές με ακατάλληλες κλίσεις εδάφους, σε περιοχές με μεγάλο κυκλοφοριακό φόρτο και αντίστοιχη ρύπανση, ενώ συχνά χαρακτηρίζονται από στενότητα χώρου, ακατάλληλο σχήμα και έλλειψη πρασίνου (ΛΟΥΙΖΙΔΗ, 2007). Η απαίτηση για τη βελτίωση των συνθηκών στις πόλεις διατυπώθηκε σύγχρονα με μια γενικότερη πο-λιτική και οικονομική αλλαγή που χαρακτήρισε τη μεταπολιτευτική περίοδο, υποσχόμενη την –έστω καθυστερημένη- σύσταση και εφαρμογή συντονισμένης κοινωνικής πολιτικής στα Ευρωπαϊκά πρότυπα.

70 71

Θεσμικο Πλαισιο

Στην απόφαση του Υπουργείου Εσωτερικών το 20091 αποσαφηνίζονται τόσο η ίδια η έν-νοια της παιδικής χαράς όσο και οι όροι χωροθέτησης, σχεδιασμού, λειτουργίας και ασφά-λειας. Η χωροθέτηση της παιδικής χαράς θα πρέπει να προστατεύει τους χρήστες από τις ρυπογόνες δραστηριότητες, από την κυκλοφορία, επικίνδυνες τεχνολογικές εγκαταστάσεις (ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας), αλλά και από εγκαταστάσεις που μπορεί να βλάψουν την ψυχική υγεία των παιδιών, όπως νεκροταφεία και φυλακές. Επιπλέον, ορίζονται στοι-χεία επάρκειας και επιμερισμού του διαθέσιμου χώρου και του αντίστοιχα απαιτούμενου εξοπλισμού, σε σχέση με τις ηλικίες των χρηστών. Απαραίτητη για τη λειτουργικότητα και ασφάλεια της παιδικής χαράς θεωρείται η «ικανή περίφραξη, φυσική ή τεχνητή», που όμως δε θα απομονώνει οπτικά από τον περιβάλλοντα χώρο 2.

1 Ελληνική Δημοκρατία-Υπουργείο Εσωτερικών. 11 Μαϊου 2009. Καθορισμός προϋποθέσεων και τεχνικών προδιαγραφών και κατασκευή και λειτουργία των παιδικών χαρών των Δήμων και Κοινοτήτων. Απόφαση Υπουργού Εσωτερικών. Αθήνα : s.n., 11 Μαϊου 2009.2 Ό. π. Άρθρο 3 – Σχεδίαση και οργάνωση του χώρου

Στα 1988, λίγο μετά το Ρυθμιστικό Σχέδιο του 1985, στο Β΄ συνέδριο για την «Αισθητική των Πόλεων και Πολιτική Παρεμβάσεων», στους Δελφούς, υπό την αιγίδα του ΥΠΕΧΩΔΕ, διατυπώθηκε συγκροτημένα η ανάγκη για τη δημιουργία «νησίδ[ων]-εστι[ών] κοινωνικής αλληλεπίδρασης, κοινοτικού ενδιαφέροντος, κέντρ[ων] επικοινωνίας και αναψυχής για μια περισσότερο ανθρώπινη και ενσυνείδητη συνύπαρξη και συμμετοχή» (ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΙ, 4-6 Μαρτίου 1988 σ. 16). Στα πλαίσια του συνεδρίου παρουσιάστηκαν τα στοιχεία μελέτης των παιδικών χαρών της Αθήνας. Διαπιστώθηκε η ακαταλληλότητα του 30% των καταγε-γραμμένων χώρων, λόγω παλαιότητας, μη ασφαλούς εξοπλισμού και ελλιπούς συντήρη-σης, αλλά και ανεπάρκειας χώρου και ακατάλληλης χωροθέτησης. Οι υπάρχοντες χώροι εκτός του ότι δεν επαρκούσαν για την κάλυψη των πληθυσμιακών αναγκών της περιοχής υπό μελέτη, ήταν και άνισα κατανεμημένοι στις διάφορες συνοικίες.

Η ανάλυση που συνοδεύει την εισήγηση για τους παιδότοπους στο ανωτέρω συνέδριο εντοπίζει και επισημαίνει βασιζόμενη στη μεγάλη ευρωπαϊκή εμπειρία τη σημασία του παιχνιδιού και της διασφάλισης των κατάλληλων περιβαλλόντων για αυτό για την υγιή και σωστή ανάπτυξη των παιδιών. Μεγάλο κομμάτι τελικά τόσο της ανάλυσης και παρουσία-σης της υπάρχουσας κατάστασης στην Αθήνα όσο και των ακολουθούντων προτάσεων επι-κεντρώνεται στην ασφάλεια των παιδικών χαρών, τόσο στο επίπεδο της χωροθέτησης όσο και στο επίπεδο του σχεδιασμού και του εξοπλισμού. Επίσης, διαπιστώνοντας τη διαμορ-φωμένη συνθήκη ανεπάρκειας ελεύθερων χώρων στην πόλη, υιοθετείται η προσέγγιση αξιοποίησης του υπάρχοντος δυναμικού με παράλληλη προσπάθεια βελτίωσης όπου είναι δυνατόν με βάση ορισμένα κριτήρια μέγιστων αποστάσεων (ακτίνα 300 μέτρων από την κατοικία για την χωροθέτηση παιδικής χαράς), αλλά και η υιοθέτηση στρατηγικών όπως η διαμόρφωση εσωτερικών των ΟΤ, η διασφάλιση υποχρεωτικής κατασκευής παιδότοπου σε ανεγειρόμενες οικοδομές άνω ενός μίνιμουμ διαμερισμάτων, καθώς και άμεση αναζήτηση διαθέσιμων χώρων για την κατασκευή παιδικών χαρών, αλλά και η μετατροπή δρόμων χα-μηλής κυκλοφορίας σε πεζόδρομους-παιχνιδόδρομους (ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΙ, 4-6 Μαρτίου 1988).

Όσον αφορά στους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία των παιδικών χαρών και κατ’ επέ-κταση καθορίζουν στοιχεία της γενικότερης θέσης τους στην καθημερινότητας της πόλης, ορίζεται καταρχήν η μονολειτουργικότητα του χώρου. Είναι αποκλειστικά προορισμένος για το παιδικό παιχνίδι. Επίσης, καθορίζονται οι συνθήκες του περιβάλλοντος όσον αφορά στην κίνηση οχημάτων και την εξυπηρέτηση των γύρω χρήσεων. Ορίζονται τέλος κανονι-σμοί ασφάλειας του εξοπλισμού και της τοποθέτησής του.

Στα 1998 ορίζονται κανονισμοί ασφάλειας και πιστοποίησης των παιδικών χαρών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην Ελλάδα η μέριμνα για τους ιδιωτικούς παιχνιδότοπους προη-γήθηκε αυτής για τους δημόσιους χώρους παιχνιδιού, όπως διαπιστώνεται από το γεγονός ότι ήδη από το 1996 είχε δημιουργηθεί νομοθετικό πλαίσιο ελέγχου από τον ΕΛΟΤ (Ελλη-νικός Οργανισμός Τυποποίησης) για την ασφάλεια των παιδότοπων. Μόλις αρκετά πρό-σφατα, το 2004, ο αρμόδιος ΕΛΟΤ ανέλαβε σειρά ελέγχων σε τέσσερις δήμους της Αττικής, μεταξύ αυτών κι ο Δήμος Αθηναίων. Η διαδικασία οδήγησε στο κλείσιμο των μισών εκ των 150 παιδικών χαρών του δήμου, καθώς κρίθηκαν ακατάλληλες, και στην ανακαίνιση και πλήρη αναμόρφωση των υπολοίπων. Οι εργασίες ακολουθούν σύγχρονες προδιαγραφές που αφορούν κυρίως στην ασφάλεια των παιδιών: αξιολόγηση της θέσης μέσα στον ιστό, ελαστικές επιφάνειες πτώσης, στρογγυλεμένες, απαγόρευση τοξικών υλικών, περίφραξη και φύλαξη, συνεχή συντήρηση, πρόσβαση ΑΜΕΑ.

72 73

Οι Παιδικεσ Χαρεσ τήσ Αθήνασ

Παρκα

Η παιδική χαρά του Ζαππείου είναι ένα παράδειγμα ένταξης χώρου παιχνιδιού σε αστικό πάρκο, σύμφωνο με τους σύγχρονους κανονισμούς και κατευθύνσεις. Το Ζάππειο γειτνι-άζει άμεσα με τον Εθνικό Κήπο, σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους, αλλά και ορισμένα από τα σημαντικότερα διοικητικά κτίρια της πόλης. Στο νοτιοανατολικό τμήμα του κήπου του Μεγάρου βρίσκεται η παιδική χαρά. Το νότιο όριό της είναι η λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας και μετέπειτα Βασιλέως Κωνσταντίνου. Η διαμόρφωση του χώρου ακολουθεί τις σύγχρονες προδιαγραφές - η παιδική χαρά δόθηκε στο κοινό το 2005- τηρώντας αποστά-σεις ασφαλείας ανάμεσα στα παιχνίδια, την εξασφάλιση προσβασιμότητας και δυνατότη-τας χρήσης από ΑΜΕΑ, χώρους υγιεινής κτλ, αποτελώντας χωρίς αμφιβολία έναν πρότυπο χώρο παιχνιδιού σε σύγκριση με το διαθέσιμο δυναμικό της πόλης. Τόσο προς τον αυτοκι-νητόδρομο όσο όμως και προς το εσωτερικό του κήπου η παιδική χαρά οριοθετείται με πέ-τρινο φράχτη και κάγκελα. Έτσι, αποτελεί μια νησίδα σαφώς διαχωρισμένης λειτουργίας, χρήσης αλλά και χρηστών μέσα στο αστικό πάρκο της Αθήνας.

Στην παιδική χαρά στο νότιο άκρο του άλσους Φιλαδέλφειας υπάρχει μια διαφορετική αντιμετώπιση. Προς το εσωτερικό του άλσους τα όρια διαμορφώνονται με χαμηλά πεζού-λια που χρησιμεύουν και ως καθιστικά που περιβάλλουν τις περιοχές παιχνιδιού, είτε με πυκνούς θάμνους, που όμως δεν ξεπερνούν το ανθρώπινο ύψος και επιτρέπουν την οπτική επαφή με το γύρω χώρο, περικλείοντάς τον συγχρόνως. Στο νοτιότερο άκρο όπου συνο-ρεύει με αυτοκινητόδρομο αναγείρεται συμπαγής περίφραξη. Με τη διαχείριση αυτή επι-τυγχάνεται η ένταξη της παιδικής χαράς σε έναν ευρύτερο χώρο αναψυχής και περιπάτου, αλλά και ως κατάληξή του καθώς κανείς διασχίζει το άλσος. Παράλληλα, το παιχνίδι των παιδιών δεν περιχαρακώνεται ή αποκλείεται από τις υπόλοιπες δραστηριότητες του πάρ-κου. Βρίσκεται μάλιστα δίπλα στο μικρό ζωολογικό κήπο του άλσους.

Ο Παιδικός Κήπος του Δημήτρη Πικιώνη στη Φιλοθέη (κατασκευή 1961-1964)μπορεί να ενταχθεί στην κατηγορία παιδότοπων, όπου το φυσικό στοιχείο κυριαρχεί και περικλείει το χώρο, δημιουργώντας μια προστα-τευμένη νησίδα -οργανωμένης- φύσης μέσα στην πόλη, πλησιάζοντας στην έννοια της adventure playground. Ο κήπος βρίσκεται στο βόρειο τμήμα μιας μεγαλύτερης έκτασης πρασίνου που διασχίζει τη Φιλοθέη. Η φιλοσοφία που διαπνέει το σχεδιασμό όσο και τη διάταξη των λει-τουργιών του κήπου έχει τις βάσεις της στις σύγχρονές του αντιλήψεις για το σχεδιασμό των παιδικών χαρών, καθώς και σε αντιλήψεις όπως αυτές του Fröbel, όπου το φυσικό στοιχείο κυριαρχεί, ενώ προβλέπο-νται ενότητες ανάλογα με τα αναπτυξιακά στάδια των παιδιών. Αρχικά φιλοξενούσε και κάποια ζώα, όπως συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές παιδικές χαρές και πάρκα.

Η περίπτωση του παιδικού κήπου της Φιλοθέης αποτελεί μάλλον μια φωτεινή εξαίρεση όσον αφορά στην αντιμετώπιση του ζητήματος του παιδικού παιχνιδιού. Η Φιλοθέη, σε αντίθεση με τα περισσότερα προ-άστια της Αθήνας, είναι αποτέλεσμα συντονισμένου σχεδιασμού στα πρότυπα της κηπούπολης, ενώ εξ αρχής υπήρξε περιοχή υψηλών εισο-δημάτων. Τα χαρακτηριστικά αυτά σε συνδυασμό και με την αραιή για τα δεδομένα της Αθήνας δόμηση, έκαναν σαφώς πιο εφικτή την υλοποί-ηση ενός έργου τέτοιας έκτασης και επεξεργασίας.

114 Καλύβα πάνω από τον αμμόλακο της ενότητας δ, σήμερα δεν υπάρχει (ΜΟΥΛΑΚΗ, και συν., 2005).

115 Είσοδος από την ανατολική πλευρά, προς το πευκοδάσος.

Πηγή: (ΠΙΚΙΩΝΗ, 2002)

111 ΑεροφωτογραφίαΠηγή: Bing Maps

108 Άποψη ενός τμήματος της παιδικής χαράς με τα αντικριστά παραβολοειδή κάτοπτρα.

107 Σύνθετο παιχνίδι πολ-λαπλών χρήσεων.

109 Τραμπολίνο

Πηγή: (Ζάππειον-Συνεδρια-κό και Εκθεσιακό Μέγαρο, 2007)

110: Αεροφωτογραφία του πάρκου και της θέσης της παιδικής χαράς σε αυτόΠηγή: Bing Maps

113 ΑεροφωτογραφίαΠηγή: Bing Maps

112 Παιδική χαράΠηγή: Google Maps

116 Γενικό σχέδιο και λειτουργικές ενότητες:α Προθάλαμος. Η βλάστηση ενισχύει την αίσθηση της αναμονής καθώς εμπο-δίζει την άμεση πρόσβαση στους χώρους παιχνιδιού. β Περιοχή για όλες τις ηλικίες. Πυρήνας της σύνθεσης. γ Περιοχή παιχνιδιού για παιδιά εως 12 ετών. δ Περιοχή για παιδιά προσχολικής ηλικίας. ε Φύση. Αποτελεί συνέχεια του πευκοδάσου που συνεχίζει πίσω. Κάποτε φιλοξενούσε και ζώα.Πηγή: (ΜΟΥΛΑΚΗ, και συν., 2005)

74 75

Πρότυπεσ παιδικεσ χαρεσ

Μια «πρότυπη»1 παιδική χαρά αποτελεί η «Παιδική Χαρά Ψαλιδιού» που έχει κατασκευ-αστεί δίπλα στο Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων στο Μαρού-σι. Σε αντίθεση με την παραπάνω παιδική χαρά, είναι στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας άδεια. Χωροθετημένη ανάμεσα σε έναν εμπορικό και κυκλοφοριακό κόμβο και μια διοικη-τική λειτουργία, στερείται βασικών παραγόντων προσβασιμότητας και η χρήση της εξαρτά-ται αποκλειστικά από τη δυνατότητα συνοδείας των παιδιών. Η περίπτωση αυτή καταδει-κνύει την ανεπάρκεια της ικανοποίησης καθαρά αισθητικών και λειτουργικών απαιτήσεων, χωρίς την παράλληλη μέριμνα για τη σύνδεση του χώρου παιχνιδιού με τον αστικό ιστό και τις γύρω δραστηριότητες.

Τη μεγάλη επισκεψιμότητα εξασφαλίζει σε ένα νέο πάρκο στη Νέα Ερυθραία, που ολο-κληρώθηκε το 2010 σε μια έκταση περίπου 10 στρεμμάτων του πρώην εργοστασίου της Ήβη, το γεγονός ότι αφενός βρίσκεται σε περιοχή κατοικίας και αφετέρου φιλοξενεί με-γάλη ποικιλία διαμορφώσεων, παιχνιδιών, αλλά και λειτουργιών. Το πάρκο περιλαμβάνει παιδική χαρά για μικρά παιδιά προσχολικής ηλικίας, που διαχωρίζεται με χαμηλό κάγκελο, μια πλατεία με σκληρό δάπεδο, έκταση με γρασίδι και χαλίκι με παιχνιδοκατασκευές για μεγαλύτερα παιδιά, καθώς και κατασκευή κατάλληλη για skating.

1 «Το Μαρούσι γιορτάζει τα Κούλουμα στο Ψαλίδι», Δήμος Αμαρουσίου,2011. http://www.maroussi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=RESOURCE&cresrc=2722&cnode=323

117 Αεροφωτογραφία. Βό-ρεια η παιδική χαρά συνο-ρεύει με τον παράδρομο της Αττικής Οδού, ενώ τα υπόλοιπα όρια διαμορφώ-νουν επίσης απροσπέλα-στοι για τα παιδιά χώροι διοικητικών και εμπορικών χρήσεων. Πηγή: Google Maps

Κάτω από αριστερά προς τα δεξιά:118 Αποψη της εισόδου. 119, 120 Απόψεις της παι-δικής χαράς. Οι χώροι είναι ευρείς και διατεταγμένοι με κέντρο βάρους το σκάμμα άμμου στο κέντρο.

121 Θέα από την είσοδο. Η επαφή με τον ιστό της πό-λης είναι ανύπαρκτη.

Φωτογραφίες της συγγρα-φέως

Από αριστερά και δεξιό-στροφα

123 Η πίστα για skatebording.

124 Γέφυρα

125 Χώρος για μικρά παιδιά

126 Διασταυρούμενες πο-ρείες.

Πηγές: (NewsBeast.gr, 2011)

(design-district, 2011)

Παρόλο που βρίσκεται σε μια περιοχή αμιγούς κατοικίας, δεν αποτελεί παιδική χαρά γειτο-νιάς. Τόσο η μεγάλη της έκταση, όσο και το ίδιο το κτιριολογικό πρόγραμμα προσδίδει υπερ-τοπική ισχύ, στο βαθμό σίγουρα της υπέρβασης της κλίμακας της γειτονιάς. Η πρόσβαση εξάλλου είναι εύκολη από δύο κεντρικές οδικές αρτηρίες, την Κηφισίας και την Εθνική Οδό. Ένα άλλο στοιχείο - χαρακτηριστικό των νέων παιδικών χαρών σύμφωνων με τις οδηγίες του 2009- είναι και το συγκεκριμένο ωράριο λειτουργίας. Σε συνδυασμό με τον υπερτοπικό χαρακτήρα αλλά και την πληθώρα δραστηριοτήτων, η συγκεκριμένη παιδική χαρά καθίστα-ται πλέον ένας προορισμός, ένας τόπος αναψυχής και ελεύθερου χρόνου, οριοθετημένου αυστηρά τόσο χωρικά όσο και χρονικά.

122 Αεροφωτογραφία. Φαί-νεται η εγγύτητα στην Εθνι-κή Οδό, ενώ η οδός Οδυσ-σέα Ανδρούτσου συνδέει με την Κηφισίας. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μέσης έως μικρής πυκνότητας δό-μηση και πληθυσμού. Ήδη πάντως ο χώρος αποτελεί σημαντικό σημείο αναφο-ράς της ευρύτερης περιο-χής, καθώς αποτελεί μια σύγχρονη όσο και ασφαλή επιλογή για το παιδικο παι-χνίδι.

Πηγή: Google Maps

76 77

Παιδικεσ χαρεσ στόν αστικό ιστό

Χαρακτηριστικότερη περίπτωση παιδικής χαράς σε πυκνοδομημένη πε-ριοχή της Αττικής αποτελεί η παιδική χαρά του Σιδηροδρομικού Σταθ-μού Αχαρνών, που βρίσκεται μέσα στο αλσύλλιο του σταθμού και εκτεί-νεται παράλληλα με ένα τμήμα της αποβάθρας. Ουσιαστικά η παιδική χαρά βρίσκεται ανάμεσα στις αποβάθρες του τρένου και έναν αυτοκινη-τόδρομο, καθιστώντας αναγκαία την περίφραξη, προς την πλευρά της αποβάθρας με συρματόπλεγμα ενώ προς το δρόμο με τη χαρακτηρι-στική περίφραξη του χαμηλού τοίχου και κάγκελου. Παρά τον απλό και μάλλον παλαιωμένο και ενδεχομένως ακατάλληλο σύμφωνα με τις σύγ-χρονες προδιαγραφές εξοπλισμό, είναι πολυσύχναστη και η θέση της προσφέρει την έστω προστατευμένη μέσα από συρματόπλεγμα, εμπει-ρία και επαφή με ένα βασικό συστατικό του αστικού περιβάλλοντος: τις μεταφορές. Επιπλέον, σημαντικότερος ποιοτικός παράγοντες πιθανόν από τις ίδιες τις παιχνιδοκατασκευές είναι το έντονο φυσικό στοιχείο του άλσους των πεύκων που την περιβάλλει , εξασφαλίζοντας σκιά και δροσιά, τόσο απαραίτητα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

Τυπική παιδική χαρά γειτονιάς, πρόσφατα ανασκευασμένη, αποτελεί και η παιδική χαρά Νίκου Δραγώνα στο 4ο συγκρότημα των εργατικών στη Νέα Φιλαδέλφεια. Είναι αντιπροσωπευτική περίπτωση ενός δημο-τικού χώρου παιχνιδιού στη μικροκλίμακα της γειτονιάς. είναι προστα-τευμένη από την κυκλοφορία, ενώ η ύπαρξη των ψηλών πεύκων εξα-σφαλίζει ένα ευνοϊκό μικροκλίμα.

Στις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της πόλης μπορεί να συναντήσει κανείς διάσπαρτες μικρές παιδικές χαρές. Είναι πράγματι περισσεύμα-τα του πολεοδομικού ιστού, με κατά κανόνα ελάχιστο και παλιό εξοπλι-σμό. Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή της οδού Κύμης, πέντε τετράγω-να από την πλατεία του Άγιου Παντελεήμονα. Πρόκειται ουσιαστικά για μια παιδική χαρά-τσέπης [vest pocket park], στη συμβολή δύο οδών, που περιβάλλεται στις άλλες δύο πλευρές της από ψηλές μεσοτοιχίες. Η πλησιέστερη παιδική χαρά, στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, είναι κλειστή για πάνω από χρόνο, ώστε να εκδιωχθούν άστεγοι και με-τανάστες που κοιμούνταν εκεί σε άθλιες συνθήκες υγιεινής. Η παιδική χαρά της Κύμης ανοίγει επίσης ελεγχόμενα, κάθε απόγευμα μετά τις ώρες κοινής ησυχίας (ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, 2011). Ο χώρος αυτός αποτε-λεί συνεπώς διέξοδο για ένα μεγάλο πληθυσμό παιδιών σε μια από τις πλέον πυκνοκατοικημένες και πολυπολιτισμικές περιοχές της Αθήνας, αποτελώντας τελικά έναν τόπο παιχνιδιού όσο και συνύπαρξης και κοι-νωνικοποίησης.

Οι παιδικές χαρές αυτού του είδους θυμίζουν την περίπτωση των ολ-λανδικών αλλά και των αμερικανικών vest-pocket playgrounds. Τόσο οι παιδικές χαρές του Άμστερνταμ όσο και οι βραχύβιες vest-pockets των αμερικανικών αστικών κέντρων αποτελούν απόπειρες επίλυσης του ζητήματος του χωρικού περιβάλλοντος για το παιδικό παιχνίδι με ελά-χιστα μέσα. Εδώ είναι κρίσιμη ωστόσο η ύπαρξη μιας συγκροτημένης σχεδιαστικής λύσης και θέσης αναφορικά με τους στόχους που αυτή θέτει, η οποία και καθορίζει τη μορφή των χώρων αυτών. Το στοιχείο αυτό διαφοροποιεί ουσιαστικά τις προσεγγίσεις αυτές από αντίστοιχες της Ελλάδας, που χαρακτηρίζονται από την περιστασιακή και κατ’ ανά-γκη αντιμετώπιση του ζητήματος του παιδικού παιχνιδιού.

Τέλος, δεν μπορεί να παραβλεφθεί κι άλλη μια σημαντική πτυχή της επιτυχίας και ευρείας χρήσης αυτών των παιδικών χαρών, που είναι το κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο των χρηστών. Τόσο οι vest-pockets, όσο και η μικρή παιδική χαρά της οδού Κύμης αποτελούν τη μοναδική υπαίθρια δυνατότητα παιχνιδιού των παιδιών μη προνομιούχων και φτωχών συνοικιών. Αντίστοιχα, οι παιδικές χαρές του Aldo van Eyck γνώρισαν τη χρυσή τους εποχή στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια της ανέχειας και της δημογραφικής έκρηξης.

131, 132 Παιδική χαρά οδού Κύμης.

Πηγή: (ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, 2011)

127 Αεροφωτογραφία με της θέση της παιδικη΄ς χαράς του Σδηροδρομικού Σταθμού Αχαρνών

128 Παιδική χαρά

133 Αεροφωτογραφία της περιοχής.

Πηγή: Google Maps

129 Αεροφωτογραφία εργατικών πολυκατοικιών Νέας Φιλαδέλφειας.

130 Παιδική χαρά Νίκου Δραγώνα

78 79

Δ ΜΕΡΟΣ

Η Παιδική Χαρά στη Σύγχρονη ΠόληΠαιδικοτήτα, Παιδική Ηλικια και Παιχνιδι

Όπως αναλύθηκε, η παιδικότητα και τα στοιχεία που τη συνιστούν και την ορίζουν απο-τελούν μια συνεχώς μεταβαλλόμενη συνθήκη, και καθορίζεται από τις εκάστοτε αντιλή-ψεις και γενικότερες συνθήκες που χαρακτηρίζουν και διέπουν τον κόσμο των ενηλίκων. Ο Philippe Ariès επισήμανε το γεγονός ότι αποτελεί τελικά μια κοινωνική κατασκευή (AITKEN, 2001) και μαζί με τη μεταβολή αυτής, διαμορφώνονται οι χώροι που καλούνται να την πλαι-σιώσουν, όσο και να την επηρεάσουν. Όπως είναι φυσικό, οι μεταβολές αυτές προκύπτουν και εντάσσονται μέσα στις συνολικότερες αλλαγές που διαδραματίζονται στις κοινωνίες.

Η εκτόπιση των παιδιών από το δημόσιο χώρο της πόλης, και κυρίως το δρόμο, του οποίου είναι οι κύριοι χρήστες (WARD, 1990), συμβαδίζει από τη μία με τον αυξανόμενο έλεγχο και την αυστηροποίηση των όρων παραγωγής των χώρων παιχνιδιού τους, και από την άλλη με μια ανταγωνιστική και ανεξέλεγκτη διάδοση και επικράτηση περιβαλλόντων, εικόνων και προτύπων, παραγόμενων και καθοδηγούμενων από την αγορά. Ο χώρος και ο χρόνος δράσης των παιδιών στη δημόσια σφαίρα υποβάλλεται σε ολοένα αυξανόμενο έλεγχο, καθιστώντας μάλιστα την αυτόνομη και ανεξάρτητη παρουσία τους ανεπιθύμητη έως και ύποπτη1 (PENN, 2005).

Την ελεύθερη δράση και το ανεξέλεγκτο παιχνίδι υποκαθιστά πλήθος απογευματινών εξω-σχολικών δραστηριοτήτων, οργανωμένων στα πλαίσια του υπολειπόμενου «ελεύθερου» χρόνου σε ειδικά για το παιχνίδι και την παιδική διασκέδαση διαμορφωμένους χώρους, ιδιωτικούς και δημόσιους. Οι χώροι αυτοί, από τα σχολεία και τα κέντρα απασχόλησης και φύλαξης, τους υπαίθριους χώρους όπως οι παιδικές χαρές, έως τα θεματικά πάρκα και τα εμπορικά κέντρα, εκφράζουν τις υποθέσεις και αξιώσεις της κοινωνίας για την ορθή όσο και ασφαλή ανάπτυξη των παιδιών, ενώ διαπνέονται επιπλέον από το εντεινόμενο angst για την ανάπτυξη των ικανοτήτων και δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για την καλή και επιτυχή ζωή τους.

Το κυνήγι γνώσεων, επιπλέον δεξιοτήτων και προσόντων, που διαπνέει όλο το φάσμα της εκπαίδευσης και δεν αφήνει ανεπηρέαστο το παιχνίδι -ανέκαθεν συνδεδεμένο με τη διαδι-κασία της μάθησης- έχει την αφετηρία του σε γενικότερες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στις δυτικές κοινωνίες περί τα 1970. Η αποβιομηχάνιση και συνακόλουθη ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα και της υψηλής τεχνολογίας, μετέβαλαν τις απαιτήσεις για τις γνώσεις και τις ικανότητες του εργατικού δυναμικού, και συνακόλουθα τού παιδικού πληθυσμού που θα το αποτελέσει. Ο όρος «εκπαιδευτικό παιχνίδι» εμφανίζεται όλο και συχνότερα στην αγορά που απευθύνεται στην ομάδα-στόχο «παιδιά», εδρασμένη στο άγχος των γο-νιών τόσο για τη γνωστική και πνευματική ανάπτυξη όσο και την ψυχαγωγία των παιδιών. Την ανησυχία για τη σωματική διάπλαση και υγεία έρχονται να καθησυχάσουν οργανω-μένες γυμναστικές δραστηριότητες (PENN, 2005). Εξάλλου, η αναγνώριση της παιδικότη-τας και των δικαιωμάτων των παιδιών συμβαδίζει με την προβολή τους ως επιτυχημένων ενηλίκων, διαμορφώνοντας τις δομές τις καθημερινότητάς άρα και τις γεωγραφίες τους αντίστοιχα (WHITE, 2004).

1 Όλο και περισσότερο επικρατεί η άποψη, εδρασμένη καταρχήν στην επιχειρηματολογία περί της ασφάλειας των ίδιων των παιδιών, της επικινδυνότητας του να μη συνοδεύονται από ενήλι-κες και να βρίσκονται σε μέρη που δεν προορίζονται ειδικά για αυτά, όσο και της ανικανότητάς τους να διαχειριστούν τέτοιες συνθήκες (HAHN, 2008; PENN, 2005). Οι περιορισμοί στους χώρους και τους τρόπους ύπαρξης των παιδιών στο δημόσιο χώρο εντείνονται ολοένα από φυλετικούς, έμφυ-λους και ταξικούς παράγοντες, όσο και από καθαρά εμπορευματικούς: μια αναζήτηση στο διαδίκτυο εμφανίζει πλήθος τουριστικών προσφορών για διακοπές, εστιατόρια, εμπορικά κέντρα ακόμη και αεροπορικές πτήσεις «ελεύθερες από παιδιά» [child-free].

80 81

Τελικά διαπιστώνεται μια αντίφαση -που διαπνέει το σύνολο της δομής των σύγχρονων κοινωνιών- που εκφράζεται με τη βελτίωση του δημόσιου περιβάλλοντος των αστικών κέ-ντρων, με την ανάπτυξη των μεταφορών, τις στρατηγικές περιορισμού του αυτοκινήτου κ.ά. να συνοδεύεται από την αποξένωση και απομόνωση από αυτό. Η αποσπασματικότητα και εντατικοποίηση της καθημερινότητας των ενηλίκων εντείνει την ανησυχία και το angst για τη σωστή και υγιή ανατροφή και ανάπτυξη των παιδιών τους, ενισχύοντας το φαύλο κύκλο της υπερδραστηριότητας σε προγραμματισμένα και ελεγχόμενα περιβάλλοντα. Σε αυτό προστίθεται η καταναλωτική πίεση, την οποία τα παιδιά, μιας και είναι ευάλωτα σε αυτήν, μεταφέρουν στους ενήλικες.

Εδώ πρέπει να επισημανθεί πάντως και η ταξική διάσταση των παραπάνω εξελίξεων. Τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, που διαθέτουν τα υλικά όσο και μορφωτικά μέσα για την πραγματοποίησή τους, αποτελούν και την κύρια κοινωνική ομάδα που διαμορφώνει τις εξελίξεις στις δυτικές κοινωνίες. Οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις εξακολουθούν να εξαρ-τώνται κυρίως από τις παροχές -όσο και τις απαιτήσεις- της του κράτους όπως αυτή εκ-φράζεται μέσα από την κοινωνική πολιτική της. Ο δημόσιος χώρος αποτελεί τον κατεξοχήν χώρο ύπαρξης και δράσης των παιδιών και η συνεχής υποβάθμισή του ή η υπαγωγή του στις απαιτήσεις -ή στην αδιαφορία- των μεσαίων στρωμάτων επηρεάζει πρωτίστως τη ζωή και την ανάπτυξη αυτών. Όπως επισημαίνει ο Βρετανός συγγραφέας και κοινωνικός ιστο-ρικός Colin Ward στο έργο του Το Παιδί στην Πόλη [The Child in the City], τα παιδιά των φτωχών στρωμάτων αποκλείονται ολοένα και περισσότερο από τη συμμετοχή στην αστική ζωή καθώς περιθωριοποιούνται τόσο λόγω της κοινωνικής και ταξικής τους θέσης όσο και από την ίδια την οικονομική τους αδυναμία να ανταπεξέλθουν στις σύγχρονες απαιτήσεις της. Ο αστικός χώρος, όσο προσαρμόζεται σε αλλά και διαμορφώνεται ως πεδίο κατανά-λωσης, τόσο γίνεται δυσπρόσιτος στα τμήματα εκείνα της κοινωνίας που δε διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για την πρόσβαση σε αυτόν (WARD, 1990).

Χώροι Παιχνιδιού

Οι παιδικές χαρές αποτελούν την κατεξοχήν έκφραση των αντιλήψεων για το παιδικό παι-χνίδι ˙ τον ορισμό του, το χώρο του, τις μορφές του, το στόχο του. Η σταδιακή θεσμοθέτηση και ο συνακόλουθος χωρικός προσδιορισμός φυσικών και αυθόρμητων δραστηριοτήτων όπως το παιχνίδι και η κοινωνικοποίηση φέρει στο προσκήνιο το αμφιλεγόμενο περιε-χόμενο των «παιδικών κήπων». Για κάποιους η στροφή στην αντίληψη της παιδικότητας συνεπάγεται και ταυτίζεται με την απελευθέρωση του παιδιού, μια και του επιτρέπεται πλέον να δρα και να φέρεται σύμφωνα με την ηλικία του, ως παιδί. Η άλλη πλευρά του νομίσματος ωστόσο συνίσταται στην ολοένα εντεινόμενη ειδική μεταχείριση των παιδιών, με αποτέλεσμα το σταδιακό αποκλεισμό τους τελικά από την κοινωνική ζωή. Μέσα σε αυτό το πρίσμα η παιδική χαρά ταυτίζεται με ένα είδος ελεγχόμενου γκέτο, στο οποίο μπορεί η κοινωνία να απομονώσει τα παιδιά ώστε να μην διαταράσσουν την κανονικότητά της (HAHN, 2008).

Εξετάζοντας μέσα σε αυτά τα πλαίσια την τυπολογική εξέλιξη της παιδική χαράς μπορούμε με μια ευρεία ομαδοποίηση να ορίσουμε δύο διακριτές προσεγγίσεις στο σχεδιασμό παιδι-κών χαρών, που εκφράζουν αφενός διαφορετικές αντιλήψεις στο ζήτημα της αναψυχής και του δημόσιου χώρου στην πόλη, αφετέρου εκφράζουν μια συνεχή αντίφαση της αστικής ζωής και του περιβάλλοντός της: η μια προσέγγιση εκφράζεται με τον ορθολογικό σχεδια-σμό και τη σαφή οργάνωση του χώρου παιχνιδιού και των στοιχείων που το οργανώνουν (εικόνα), ενώ η άλλη βασίζεται στην διαμόρφωση του χώρου από τον ίδιο το χρήστη παιδί, στην αυτενέργεια του, την ελεύθερη κίνησή του και συχνά πλαισιώνεται από περιβάλλον με έντονο το φυσικό στοιχείο (εικόνα). Στην πρώτη κατηγορία μπορούν να περιληφθούν οι παιδικές χαρές του Aldo van Eyck, οι παιδικές χαρές των επεκτάσεων των μεταπολεμικών πόλεων, οι ελληνικές παιδικές χαρές, ενώ στη δεύτερη εντάσσονται οι περιπετειώδης παι-δικές χαρές και τα πάρκα παιχνιδιού. Ο διαχωρισμός αυτός έχει τις βάσεις του ήδη στο 19ο αιώνα με τη διάσταση μεταξύ κλασικής και ρομαντικής προσέγγισης της εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησης.

Με βάση τα αρχιτεκτονικά και συνθετικά χαρακτηριστικά τους, οι παιδικές χαρές μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε

1) παραδοσιακές παιδικές χαρές, αποτελούμενες από τον τυπικό εξοπλισμό κούνιες-τσουλήθρα-τραμπάλα κτλ.,

2) σε σύγχρονες παιδικές χαρές, με πολυποίκιλο εξοπλισμό, καθώς και ποικίλες λει-τουργικές ενότητες, και, τέλος,

3) σε adventure/junk playgrounds όπου οριοθετείται ο χώρος δράσης ενώ το παιχνίδι αποτελεί αντικείμενο ελεύθερης και δημιουργικής δράσης των χρηστών (JANSSON, 2009).

Σε κάθε από αυτές τις κατηγορίες διακρίνονται οι διαφορετικές αφετηρίες αλλά και επιδι-ώξεις για τη φύση του παιχνιδιού.

82 83

Στην κατηγορία αυτή μπορούν να ενταχθούν τόσο οι παιδικές χαρές του Aldo van Eyck, αυτή του Heiligfeld στην αρχική της μορφή, αλλά και οι ελληνικές παιδικές χαρές γειτο-νιάς που παρουσιάστηκαν. Όπως είναι σαφές από την ανάλυση που έχει προηγηθεί, οι παραπάνω περιπτώσεις παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, αλλά διαθέτουν ένα βασικό κοινό χαρακτηριστικό: τα περιορισμένα οικονομικά και υλικά μέσα. Οι παιδικές χαρές του Άμστερνταμ είναι μια σπουδή στο ελάχιστο αλλά και μια απόδειξη της δύναμης της απο-τελεσματικής ένταξης ενός χώρου στον αστικό ιστό ώστε αυτή να ξεπερνά σε σημασία τον πλούτο του υλικού εξοπλισμού του. Ανάλογη σημασία αποκτούν και οι ελληνικές παιδικές χαρές. Ωστόσο, είναι εξαιρετικής σημασίας η επισήμανση πως οι ολλανδικές παιδικές χα-ρές εγκαταλείφθηκαν ή μεταβλήθηκαν παράλληλα με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, καθώς και την εμφάνιση εναλλακτικών μορφών διασκέδασης, ενώ οι ελληνι-κές περιπτώσεις, όπως αυτή της οδού Κύμης ή του Σταθμού Αχαρνών, βρίσκονται σε περι-οχές με μικροαστικά και φτωχά κοινωνικά στρώματα. Εν ολίγοις, η έλλειψη εναλλακτικών επιλογών συνιστά καθοριστικό στοιχείο της έντασης χρήσης των παιδικών χαρών που κα-λύπτουν τα απολύτως απαραίτητα.

Παρόλα αυτά οι παιδικές χαρές γειτονιάς συνιστούν σημεία αναφοράς ή αποκτούν συμ-βολική σημασία τόσο για το νεαρό πληθυσμό των χρηστών τους όσο και για τη γύρω πε-ριοχή, ξεπερνώντας την υλική τους υπόσταση. Η παιδική χαρά της Ν. Φιλαδέλφειας έχει ονομαστεί κατά τον επί πολλά χρόνια φύλακά της, συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση ενός στοιχείου της συλλογικής μνήμης μιας γειτονιάς, ενώ η παιδική χαρά του Σιδηροδρομικού Σταθμού Αχαρνών αποτελεί τμήμα ενός ιστορικού τοπόσημου της περιοχής όσο και ενός σύγχρονου μέσου μεταφοράς και επικοινωνίας. Στις πυκνοκατοικημένες περιοχές του κέ-ντρου, παιδικές χαρές όπως αυτή της οδού Κύμης, είναι τόποι παιχνιδιού και κοινωνικοποί-ησης τόσο για τα παιδιά όσο και τους γονείς τους.

Παραδοσιακες Παιδικές Χαρές

Υπό το πρίσμα του κοινωνικού πυκνωτή αλλά και του έντονου συμβολικού περιεχομένου μπορεί να εξεταστεί και η αυτοσχέδια παιδική χαρά στο αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυα-ρίνου στα Εξάρχεια της Αθήνας. Ο πρώην χώρος στάθμευσης, μετά την ολιγωρία και αδρά-νεια της πολιτείας απέναντι στο αίτημα των κατοίκων αν μετατραπεί σε χώρο πρασίνου, καταλήφθηκε και μετατράπηκε σε ένα μικρό πάρκο, εν είδη vest-pocket. Ο εξοπλισμός της χαρακτηρίζεται από μεταβλητότητα, καθώς τα παιχνίδια είναι κατά βάση ιδιοκατασκευές ή περισσευούμενα παιχνίδια των κατοίκων. Το πάρκο φιλοξενεί τακτικά πλήθος δραστηριο-τήτων που αφορούν στους κατοίκους της περιοχής και τα παιδιά1.

Στην περίπτωση αυτού του χώρου, μπορεί κανείς να εξετάσει μια έκφανση των αντιλήψε-ων για την παιδική χαρά χωρίς τη διαμεσολάβηση της πολιτείας ή κάποιου άλλου φορέα εξουσίας ή εμπορευματικής δραστηριότητας. Υπό αυτό το πρίσμα, διαπιστώνονται ορισμέ-νες κοινές πρακτικές στην αντιμετώπιση του ζητήματος της χωροθέτησης αλλά και του σχε-διασμού της παιδικής χαράς με τις συμβατικές, όπως είναι η οριοθέτηση του χώρου παι-χνιδιού με χαμηλή -ωστόσο υπαρκτή- περίφραξη καθώς και διαφοροποίηση του δαπέδου. Ο εξοπλισμός από την άλλη, ακριβώς επειδή δεν είναι προϊόν κατασκευαστικών προτύπων που υπόκεινται σε σειρά κανονισμών, ξεχωρίζει από το συμβατικό και πολλαπλά ελεγμένο των συμβατικών παιδικών χαρών. Μάλιστα ενσωματώνει το τόσο επίφοβο και δαιμονοποι-ημένο στοιχείο του ρίσκου. Μια άλλη πολύ σημαντική παράμετρος που καθιστά αυτό το χώρο ξεχωριστό είναι η δυνατότητα επαφής που προσφέρει τόσο η παιδική χαρά όσο και το σύνολο του πάρκου με φυσικά υλικά, όπως ξύλο, πέτρα, χώμα, χαλίκια, καθώς και με την πρωτογενή παραγωγή της τροφής στους μικρούς κήπους ζαρζαβατικών. Τέλος, αξιοσημεί-ωτη είναι και η δυνατότητα επαφής με την κοινωνική πραγματικότητα, όσο σκληρή μπορεί να είναι, σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες και συνεχώς υποβαθμιζόμενη περιοχή της Αθήνας. Τα παιδιά δεν αποκλείονται από αυτήν την όψη της αστικής πραγματικότητας.

1 Στο πάρκο έχουν οργανωθεί κατά καιρούς παιδικά διήμερα δημιουργικής απασχόλησης, κατασκευ-ών, θεάτρου, παζαριού κ.ά. ενώ κάθε Κυριακή οργανώνονται δημιουργικά εργαστήρια. Στη διάρκεια αυτών των εργαστηρίων, τα παιδιά συνδιαμόρφωσαν τα καθιστικά του πάρκου (Το Πάρκινγκ τους, το Πάρκο μας, 2010).

Τυπικές παιδικές χαρές στις αθηναϊκές γειτονιές.

Απέναντι: Αεροφωτογραφία της θέσης του πάρκου

Επάνω: Φωτογραφίες από τα παιδικά διήμερα.

Πηγή: (Το Πάρκινγκ τους, το Πάρκο μας, 2010).

84 85

Σύγχρονες Παιδικές Χαρές

Στις σύγχρονες παιδικές χαρές συγκαταλέγονται η παιδική χαρά του Heiligfeld μετά την ανάπλασή της, καθώς και οι παιδικές χαρές του Ζαππείου και της Νέας Ερυθραίας. Βασι-κό τους χαρακτηριστικό αποτελεί η χρήση εξελιγμένων παιχνιδοκατασκευών, αλλά και η τήρηση ή/και προσαρμογή στους ισχύοντες κανόνες ασφάλειας και προσβασιμότητας για ΑΜΕΑ.

Τα τελευταία χρόνια η παιδική χαρά φαίνεται να ανακτά το ρόλο της ως αντικείμενο αρ-χιτεκτονικού σχεδιασμού αλλά και καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπως στην περίπτωση της παιδικής χαράς στο Schulberg του Wiesbaden, όπου η παιδική χαρά μοιάζει με ένα διά-τρητο γλυπτό στο χώρο, σε συνδυασμό με την επεξεργασία του ανάγλυφου του εδάφους. Επιπλέον, βρίσκεται σε τέτοιο σημείο όπου έχει θέα την ιστορική πόλη του Wiesbaden, συ-νιστώντας μαζί με το ευχάριστο φυσικό περιβάλλον έναν τόπο αναψυχής για όλες τις ηλι-κίες. Εδώ η περίφραξη περιττεύει καθώς ο χώρος κίνησης και οι προσβάσεις περιβάλλουν το χώρο παιχνιδιού. Η επίβλεψη είναι δυνατή από τα περιμετρικά τοποθετημένα παγκάκια.

Όμοια διάθεση γλυπτικότητας αλλά και παράκαμψης του σχεδιασμού που προκύπτει αποκλειστικά από τους κανονισμούς ασφαλείας, χαρα-κτηρίζει την παρακάτω παιδική χαρά στη Χάγη, ενώ η παιδική χαρά του Άμστερνταμ συνδυάζει ποικίλες λειτουργίες και κατασκευές, διαμορ-φώνοντας τελικά ένα αστικό δημόσιο χώρο κατάλληλο για την αναψυχή και το παιχνίδι όλων των ηλικιών.

Οι χώροι αυτοί επιδιώκουν τη μίξη των λειτουργιών και συνεπώς το χρηστών, ώστε να αμβλυνθεί ο διαχωρισμός που συνήθως είναι συνυ-φασμένος με αυτούς, ενώ επιχειρούν να ενσωματώσουν κατά τα άλλα ενοχλητικές ή και παραβατικές χρήσεις του δημόσιου χώρου, όπως το skateboarding ή παιχνίδια ποδηλασίας [bike tricks], που καταστρέφουν ή φθείρουν τον αστικό εξοπλισμό, δημιουργούν ηχορρύπανση, ή εμπο-δίζουν άλλους χρήστες. Τέτοιες προσεγγίσεις μπορούν να αποδειχτούν επιτυχημένες καθώς εμπεριέχουν το στοιχείο της θέασης και της επίδει-ξης, που είναι καθοριστικής σημασίας σε τέτοια αστικά αθλήματα, και που αποκλείονται σε εγκαταστάσεις όπως ειδικά διαμορφωμένα skate parks ή πίστες ποδηλασίας (STEVENS, 2007).

Landscape Architecture: Carve in collaboration with Dijk&Co and Concrete A.A. Location: van Beuningenplein, Amsterdam Client: municipality of Amsterdam Design: 2007 Realisation: 2011

http://www.landezine.com/index.php/2011/05/van-beuningenplein-playground-by-carve-land-scape-architecture/

Η παιδική χαρά έχει κατα-σκευαστεί πάνω από ένα υπόγειο χώρο στάθμευσης. Είναι προστατευμένη από την κυκλοφορία αυτοκινήτων και συνδυάζεται με γήπεδα καλα-θοσφαίρισης και διαμορφώ-σεις του εδάφους αλλά και αστικό εξοπλισμό κατάλληλο για skateboarding.

86 87

St. Mary’s Churchyard Park, London, Borough of Southwark, UK2.5 Acres - Full Landscape Architecture Services2008

Πηγή: http://www.marthaschwartz.com/projects/stmarys.html

Δεν είναι όλες οι προσεγγίσεις στην κατεύθυνση της ανάμιξης. Στο St. Mary’s Churchyard Park του Λονδίνου, όπως διαμορφώθηκε μετά από ανάπλασή του, η παιδική χαρά αποτελεί μια μακρόστενη λωρίδα στο ένα άκρο του και περιφράσσεται με κάγκελα. Αποτελεί ενδει-κτική εφαρμογή όλων των κανονισμών αναφορικά με την ασφάλεια αλλά και την προσβα-σιμότητα. Ο παρακείμενος χώρος πρασίνου διαθέτει διάσπαρτα σφαιρικά αντικείμενα που δημιουργούν ένα παιγνιώδες ανάγλυφο στο πάρκο. Ο ηλικιακός διαχωρισμός του συνολι-κού χώρου όμως είναι σαφής και αυστηρός.

Όμοια νησίδα στον αστικό χώρο διαμορφώνει η παρακάτω παιδική χαρά σε συγκρότημα κατοικιών του Ελσίνκι, που κατασκευάστηκε πρόσφατα σε αντικατάσταση της παλιάς που βρίσκεται λίγο παραπέρα και της οποίας τόσο ο σχεδιασμός όσο και ο εξοπλισμός κρίθηκαν επικίνδυνοι και ανεπαρκής.

Landscape Architects: Carve Location: the Hague, Netherlands Construction: 2010 Client: stadsdeel Escamp, gemeente Den Haag

Πηγή: http://www.landezine.com/index.php/2010/06/melis-stokepark/

Η παιδική χαρά αποτελεί ένα αντικείμενο στο μι-κρό αυτό αστικό πάρκο. Τα όριά της διαμορφώ-νονται με την αλλαγή του υλικού δαπέδου, ενώ η ίδια η κατασκευή και η μορφή εξασφαλίζουν ένα περίκλειστο και προστατευμένο περιβάλλον, απο-φεύγοντας την καταναγκαστική απομόνωση.

88 89

Junk / Adventure Playgrounds

Η μορφή αυτή, που γνώρισε μεγάλη διάδοση κατά τα πρώτα είκοσι χρόνια μετά τον πόλε-μο, αποτέλεσε την απάντηση των παιδαγωγών, σχεδιαστών και αρχιτεκτόνων στη ζήτημα της αυτενέργειας των παιδιών στα σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα, της κίνησης και ελευ-θερίας, του αυτοπροσδιορισμού και της κοινωνικοποίησης. Από τη δεκαετία του 1980 και εξής διαπιστώνεται μια σταδιακή εγκατάλειψη αυτών των χώρων, παρά το δημοφιλή χα-ρακτήρα τους. Η ηχορύπανση που προκαλούσαν, η βρομιά που συνεπάγονταν οι έντονες δραστηριότητές τους αλλά και το κόστος της λειτουργίας τους, καθώς απαιτούν προσωπικό παιδαγωγών και κοινωνικών λειτουργών, τις κατέστησε προβληματικές και ανεπιθύμητες σε πολλές γειτονιές των πόλεων. Εξάλλου, όπως αναλύθηκε, μεταβλήθηκαν σημαντικά οι συνθήκες διαβίωσης και οι ρυθμοί της ζωής στην πόλη (HAHN, 2008; JANSSON, 2009).

Οι περιπετειώδης παιδικές χαρές επιχειρούν να ικανοποιήσουν την επιθυμία της κατα-στροφής και της δημιουργίας μέσα από το παιχνίδι. Είναι χώροι που ανέκυψαν μέσα από τα συντρίμμια ενός πολέμου τα οποία μαζί με τα περισσεύματα της ανοικοδόμησης, με-τατράπηκαν σε πρώτη ύλη για το δημιουργικό όσο και καταστροφικό πειραματισμό των παιδιών των πόλεων. Σε αυτούς η γνώση του κόσμου κατακτάται βιωματικά, δια της ίδιας της πράξης (KOSLOVSKY, 2006; BENGTSSON, 1970).

Οι χώροι αυτοί έχουν αποδειχθεί από την αρχή της ύπαρξής τους ένα αποτελεσματικό ερ-γαλείο για την άμβλυνση των φαινομένων παραβατικότητας και αντικοινωνικών συμπερι-φορών των νέων (Play England-Making Spaces for Play, 2010). Απηχούν μια ριζικά διαφορε-τική προσέγγιση αυτών των φαινομένων από την αντίστοιχη σύγχρονή μας. Οι σημερινές πρακτικές χαρακτηρίζονται ολοένα και περισσότερο από την άρνηση αναγνώρισης των ουσιωδών αιτιών αυτών των εκδηλώσεων, και στρέφονται αντ’ αυτού στην καταστολή, την απαγόρευση και την περαιτέρω περιθωριοποίηση των ομάδων που τις πράττουν. Τόσο ο Sørensen όσο και οι πρωτοπόροι επιμελητές στις χώρες όπου εφαρμόστηκε ο θεσμός των junk playgrounds, είχαν αναγνωρίσει την αντικοινωνική ή βίαιη συμπεριφορά ως αντίδρα-ση σε ένα αποξενωτικό και αλλοτριωτικό αστικό περιβάλλον όπου το υποκείμενο δεν μπο-ρεί να ασκήσει κανέναν έλεγχο. Σε αυτήν την συνθήκη αντέτειναν την ιδέα μιας συμμετο-χικής και δημιουργικής παιγνιώδους διαδικασίας, ώστε να αποκατασταθεί η αίσθηση του ανήκειν και του μετέχειν στην κοινωνική ζωή, που θα οδηγούσε και στην ανάπτυξη ενεργών υποκειμένων στην κοινωνία (KOSLOVSKY, 2006). Διαμορφώνουν μέσα στον ιστό μια νησίδα ελευθερίας και μορφών δημιουργικότητας, αλλά και συμπεριφορών που στον υπόλοιπο αστικό χώρο δεν είναι αποδεκτές. Μάλιστα συχνά είναι ασύμβατες με αυτόν. Ο δημοφιλής τους χαρακτήρας επιβεβαιώνει τη διέξοδο που προσφέρουν στα παιδιά των πόλεων στην ανάγκη για εξερεύνηση και πειραματισμό με τον υλικό κόσμο που τα περιβάλλει.

Συγχρόνως ωστόσο αποτελούν και μια περιχαρακωμένη πραγματικότητα, ένα χωρικό διά-λειμμα που φιλοξενεί τον ελεύθερο χρόνο τους. Στα λόγια του John Bertelsen, του πρώτου επιμελητή στο Emdrup της Κοπεγχάγης, «η περιπετειώδης παιδική χαρά είναι μια προσπά-θεια να δοθεί στο παιδί ένα υποκατάστατο του χαμένου παιχνιδιού και των δυνατοτήτων ανάπτυξής του, καθώς η πόλη δεν διαθέτει πια χώρο για την εκδήλωση της φαντασίας και του παιχνιδιού του » 1.

Το γεγονός ότι -ιδιαίτερα στην Αγγλία και τις ΗΠΑ- οι χώροι αυτοί αποτέλεσαν σημαντι-κά τοπόσημα και κατασκευάστηκαν με την ενεργό συμμετοχή των κατοίκων, παιδιών και ενηλίκων, επιβεβαιώνει αυτές τις αξιώσεις (HURTWOOD, 1968; BENGTSSON, 1970). Όπως αναφέρθηκε και στην ανάλυση του Notting Hill, οι χώροι αυτοί και σήμερα στη Βρετανία

1 (ELHAP (A Special Needs Adventure Playground), 2007)

βασίζονται στην αυτοδιαχείριση από τις κοινότητες και την εθελοντική προσφορά. Αυτό το γεγονός, όσο δε δρα ως απαλλαγή της πολιτείας να παρέχει τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για την απρόσκοπτη λειτουργία τους, αναδεικνύει τις παιδικές χαρές σημεία αναφο-ράς των γύρω γειτονιών.

Οι junk playgrounds αποτελούν μια σαφέστατη διαφοροποίηση από τις υπόλοιπες προ-σεγγίσεις στο ζήτημα των χώρων παιχνιδιού για παιδιά. Κατά το Lefebvre οι άνθρωποι για να αναγνωριστούν από τους άλλους ως υποκείμενα πρέπει να παράξουν χώρο (AITKEN, 2001). Στις junk playgrounds διατίθεται ακριβώς αυτό το πεδίο, όπου τα παιδιά μπορούν να επέμβουν και να διαμορφώσουν το περιβάλλον τους. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί η ουσιαστικής σημασίας παράμετρος της ύπαρξης παιδαγωγών. Τόσο η παρουσία ενηλίκων, έστω και στο ρόλο της καθοδήγησης και του διακριτικού συντονισμού, όσο και η αυστηρή οριοθέτηση αυτών των χώρων (βλέπε Notting Hill) υπενθυμίζουν το θεσμοποιημένο χαρα-κτήρα τους και την ύπαρξη ελεγκτικού μηχανισμού.

Πηγή: (BENGTSSON, 1970)Πηγή: (HURTWOOD, 1968)

90 91

Το πάρκο στο Mannheim από την άλλη όπως και αυτό του Södra Tynnered χρησιμοποιούν ή χειραγωγούν τη φύση πλάθοντας την ίδια σε αντικείμενο παιχνιδιού. Η παιδική χαρά στον οικισμό Södra Tynnered είναι ενταγμένη στο φυσικό στοιχείο που έχει διατηρηθεί κατά το δυ-νατόν ανέπαφο. Εκμεταλλευόμενος το φυσικό ανάγλυφο, ο σχεδιασμός δημιουργεί μικρές λίμνες και ρυάκια, καθώς και ποικίλες γωνιές και προ-στατευμένα σημεία μέσα στο πράσινο. Όμοια χρησιμοποιούνται εκτά-σεις στο δάσος του Torbay, Devon, στην Αγγλία, Εικόνες όπου μετά από μικρές παρεμβάσεις καθαρισμού από θάμνους και χαμόκλαδα, έχουν κατασκευαστεί ξύλινα παρατηρητήρια, ενώ οργανώνονται παιχνίδια και εξορμήσεις μέσα στο δάσος. Τα καταφύγια αποτελούν ωστόσο καθη-μερινό παιχνίδι των παιδιών των γύρω περιοχών (Play England-Making Spaces for Play, 2010).

Τέλος θα πρέπει να επισημανθεί ο υπερτοπικός χαρακτήρας που κα-τέχουν τα μεγάλα πάρκα παιχνιδιού-όπως αυτό της Στουτγάρδης στην περιφέρεια της πόλης- και οι συνέπειες αυτού του γεγονότος στη δυ-νατότητα αυτόνομης χρήσης αυτών των χώρων από τα παιδιά. Τέτοιες εγκαταστάσεις αποτελούν στην περίπτωση της Αθήνας το πάρκο Αντώνη Τρίτση ή το Αττικό Άλσος Εικόνες. Το γεγονός αυτό επιδρά στους όρους. Ειδικά η Αττική δυσχεραίνει με το εχθρικό της αστικό περιβάλλον και τους κινδύνους που αυτό εγκυμονεί την ανεξάρτητη χρήση των πάρκων και μεγαλύτερων χώρων πρασίνου της πόλης. Επιπλέον, η οικονομική ευχέρεια και δυνατότητα διαφοροποιεί περαιτέρω τις εμπειρίες των παιδιών των πόλεων στη φύση, όχι μόνο λόγω της δυνατότητας μετα-κίνησης με ιδιωτικά μέσα, αλλά συνήθως και λόγω του ίδιου του τόπου κατοικίας, που μπορεί να είναι προαστιακός (ΚΑΙΣΑΡΗ, 2005).

Παιδική Χαρά και ΦύσηΗ σημασία του φυσικού στοιχείου στη διαμόρφωση των παιδικών περιβαλλόντων είχε αναγνωριστεί ήδη από το Fröbel, ενώ η προτίμηση των παιδιών στα φυσικά περιβάλλο-ντα διαπιστώθηκε περαιτέρω από σχετικές έρευνες που εκκινούν ήδη στα 1970 πάνω στα ζητήματα του περιβάλλοντος όπου διαβιούν τα παιδιά. Τα βιολογικά γνωρίσματα των εξω-τερικών φυσικών χώρων δεν μπορούν να αποδοθούν ή να υποκατασταθούν από τεχνητά περιβάλλοντα. Η φύση είναι ζωντανή. Επιπλέον έχει επανειλημμένα διαπιστωθεί τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες η σωματικά, πνευματικά και ψυχικά θεραπευτική επίδραση της επαφής με τη φύση. Η σωματική δραστηριότητα στο φυσικό περιβάλλον ενισχύεται από πλήθος μελετών αλλά και εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών προγραμμάτων, ενώ το-νίζεται και η θετική επίδραση της επαφής με τη φύση σε παιδιά που προέρχονται από οι-κονομικά και κοινωνικά στερημένα περιβάλλοντα (The Need for Nature: a Childhood Right, 1997). Η αναγνώριση της σημασίας του φυσικού στοιχείου στους χώρους παιχνιδιού, έχει διαμορφώσει σχετικούς κανονισμούς σε σχέση με την ένταξή τους στις συμβατικές παιδι-κές χαρές των πόλεων 1.

Στα παραδείγματα που αναλύθηκαν, διαπιστώνεται μια μεγάλη ποικιλία τρόπων εν-σωμάτωσης της φύσης στο σχεδιασμό των χώρων παιχνιδιού. Στο κοινοτικό κέντρο του Wipkingen, η φύση πλαισιώνει το ανθρωπογενές περιβάλλον και με τις πρόσφατες επεμ-βάσεις αποκτά οργανική σχέση με αυτό. Μέσω του κοινόχρηστου και πολυλειτουργικού αυτού χώρο, ο πολεοδομικός ιστός συνδέεται με το στοιχείο του νερού που το διαπερνά. Στην περίπτωση της παιδικής χαράς του Kronoberg, τα δέντρα και η φύτευση προστατεύ-ουν από τους γύρω δρόμους και την όχληση, ενώ το γρασίδι αποτελεί πεδίο παιχνιδιού, αλλά και ανάπαυσης. Όμοια δομείται και η περίπτωση της παιδικής χαράς στο άλσος Ν. Φιλαδέλφειας.

Βασικό συστατικό του παιχνιδιού γίνεται η φύση στα πάρκα του Μονάχου, το μικρό πάρκο του Mannheim, όσο και στο play park του οικισμού Södra Tynnered. Στην περίπτωση του Μονάχου το αστικό πάρκο και ο ποταμός αποτελούν το πεδίο παιχνιδιού και δίνουν τη δυ-νατότητα εξερεύνησης των φυσικών στοιχείων. Ωστόσο, έχουν λάβει χώρα μετασκευές των υπαρχόντων παιδικών χαρών, προσδίδοντάς τους έναν πιο οργανωμένο και ελεγχόμενο χαρακτήρα. Θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει εδώ την αυξημένη τάση διαχωρισμού των χρήσεων του αστικού πρασίνου, όσο και το διαφαινόμενο περιορισμό στον ορισμό των εν δυνάμει περιβαλλόντων παιχνιδιού. Η παιδική χαρά διαχωρίζεται από το πάρκο που αποτελεί τελικά απλώς σκηνογραφικό φόντο. Επιπλέον, προσδιορίζεται με αυτές τις πα-ρεμβάσεις και η ηλικιακή ταυτότητα των χρηστών του κάθε τμήματος του πάρκου, καθώς και οι όροι με τους οποίους το χρησιμοποιούν.

1 Στη σχετική ελληνική οδηγία, προτείνονται θαμνώδεις περιφράξεις, ενώ κρίνεται απαραίτητη η φύ-τευση σε νέες και η διατήρηση και φροντίδα στις υπάρχουσες παιδικές χαρές, δέντρων και λουλουδιών (Ελλη-νική Δημοκρατία-Υπουργείο Εσωτερικών, 11 Μαϊου 2009).

Πάρκο στο Torbay, Devon, UKΠηγή: Bing Maps

Πηγή: (Play England-Making Spaces for Play, 2010)

Παιδική χαρά στο πάρκο του Isar στο Μόναχο

Πηγή: Google Maps

92 93

Σύμπερασματικα

Η παιδική χαρά αποτελεί τελικά μια ακόμη μορφή του αστικού χώρου, η συζήτηση και ο προβληματισμός γύρω από την οποία αντικατοπτρίζει όσο και συνδιαμορφώνει τις αντιλή-ψεις της κοινωνίας για το παιδικό παιχνίδι και κατ’ επέκταση τα ίδια τα παιδιά, αλλά και τις αξιώσεις και τις προσδοκίες που διατηρεί η κοινωνία από αυτές τις περιόδους της ζωής των ανθρώπων.

Ένα βασικό στοιχείο που καθορίζει την προβληματική της παιδικής χαράς είναι το αντιφα-τικό και δύσκολα οριζόμενο περιεχόμενο του όρου childhood , της συνθήκης δηλαδή του να είναι κανείς παιδί 1. Η περίοδος αυτή της ζωής αποτελεί κατά βάση ένα παρελθόν μια ανάμνηση, ενώ συγχρόνως είναι το εφαλτήριο κάθε μελλοντικού ενήλικα (HAHN, 2008). Συνεπώς κάθε σκέψη και πρόταση για τις υποθέσεις των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των εδώ εξεταζόμενων παιδικών χαρών, κινείται ανάμεσα σε αυτές τις δύο πτυχές, της ανάμνησης του παρελθόντος και της προσδοκίας για το μέλλον.

Η παιδική χαρά στη γέννησή της αποτέλεσε ένα εργαλείο στην επιδίωξη κοινωνικής αλλα-γής, ένα μέρος της ουτοπίας στην οποία η διαμόρφωση καλύτερων χώρων και περιβαλ-λόντων θα διαμόρφωνε και καλύτερους πολίτες, μέλη μιας καλύτερης κοινωνίας. Στους χώρους παιχνιδιού –όπως άλλωστε σε όλα τα περιβάλλοντα που αφορούσαν στη διαπαι-δαγώγηση και την εκπαίδευση- ενσαρκώθηκαν οι προσδοκίες αλλά και οι απαιτήσεις της κοινωνίας για το μέλλον της. Μετά τον πόλεμο και οριστικά μετά τα 1970 η παιδική χαρά ενσαρκώνει όχι πια το όραμα ενός άλλου μέλλοντος αλλά την απώλειά του˙ την απώλεια της φύσης, του ελεύθερου παιχνιδιού, της δημόσιας ζωής. Η παιδική χαρά στέκει ως ανά-μνηση. Η χωρική έκφραση τελικά αυτής της ανάμνησης κυμαίνεται, όπως αναλύθηκε, από το αρχιτεκτονικά μελετημένο, σχεδιασμένο και οργανωμένο περιβάλλον, με τη χρήση σύγ-χρονων υλικών και την αποτύπωση σύγχρονων αισθητικών αξιών, την αξιοποίηση, ανα-παράσταση ή ανασκευή φυσικών περιβαλλόντων, έως ακόμη και τη δημιουργία παιδικών χαρών-χωματερών [junk playgrounds].

Το ουσιώδες ερώτημα που ανακύπτει είναι αν τελικά η παιδική χαρά αποτελεί ωφέλεια, κέρδος για τα παιδιά των σύγχρονων αστικών κέντρων ή αν συνιστά απώλεια. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από το αξίωμα του δικαιώματος στην πόλη, το οποίο αν και δεν αναφέρεται ρητά σε κάποια διεθνή σύμβαση, δεν μπορεί παρά να αποτελεί θεμελιώδη αφετηρία για το μέλλον ενός κόσμου που αστικοποιείται με ιλιγγι-ώδεις ρυθμούς. Το αστικό περιβάλλον είναι αυτό στο οποίο σήμερα διαβιεί η πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού και σε αυτό μεγαλώνουν τα παιδιά. Ως εκ τούτου, όλα τα στοι-χεία που το συνιστούν αποτελούν και το φυσικό περιβάλλον των παιδιών (WARD, 1990). Ωστόσο αυτό το περιβάλλον καθίσταται στις δυτικές μητροπόλεις ολοένα και πιο απρο-σπέλαστο και δύσχρηστο για τα παιδιά, αναδεικνύοντας την ανάγκη χώρων παιχνιδιού. Σε αυτή τη συνθήκη, η ύπαρξη της παιδικής χαράς αξιολογείται ως όφελος, καθώς διασφα-λίζει την απόδοση ζωτικού χώρου στα παιδιά. Υπό αυτό το πρίσμα, πρέπει να αξιολογηθεί συνεπώς ποια μορφή, άρα ποια προσέγγιση του ζητήματος του παιδικού παιχνιδιού στις σύγχρονες πόλεις, είναι βέλτιστη.

Σίγουρο φαίνεται να είναι πως η παιδική χαρά είναι σήμερα μια αναγκαιότητα, εγγεγραμ-μένη στη συλλογική συνείδηση ως ο κατεξοχήν χώρος όπου λαμβάνει χώρα το παιδικό παιχνίδι. Μάλιστα, θεωρείται συχνά και ο μόνος αποδεκτός και σωστός χώρος για αυτό το

1 Ο όρος παιδική ηλικία στα ελληνικά είναι ανεπαρκής καθώς περιορίζεται στον ηλικιακό/αριθ-μητικό προσδιορισμό. Η λέξη childhood αποδίδει την κατάσταση του να είναι κανείς παιδί, με όλα της τα χαρακτηριστικά.

σκοπό (HAHN, 2008). Η λειτουργική εξειδίκευση του αστικού χώρου δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί ως παγιωμένη. Η διαπίστωση της επιτυχίας και του δημοφιλούς χαρακτή-ρα εκείνων των μορφών χώρων παιχνιδιού που επιτρέπουν τη μέγιστη αυτενέργεια από τη μια, όπως είναι η περίπτωση των junk ή adventure playgrounds, ή που επιτρέπουν τη μέγιστη ανάμιξη και επαφή με διαφορετικές ηλικιακές αλλά και κοινωνικές ομάδες, όπως οι vest-pockets ή τα πάρκα παιχνιδιού, καταδεικνύει τη σωστότερη κατεύθυνση. Τόσο η εμπειρία όσο και οι έρευνες σχετικά με τις προτιμήσεις των παιδιών για τους χώρους παι-χνιδιού τους αναδεικνύουν την ανάγκη επαφής με και δράσης στο δημόσιο χώρο της πό-λης, της συμμετοχής στη ζωή της. Εξάλλου, όπως επισημαίνει ο Christopher Alexander, αν τα παιδιά δεν μπορέσουν να εξερευνήσουν ολόκληρο τον κόσμο των ενηλίκων γύρω τους, δεν μπορούν αν γίνουν ενήλικες (ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, et al.). Η αυξημένη παιδοκεντρικότητα της εποχής μας έρχεται υπό αυτό το πρίσμα σε έντονη αντίφαση με τον πραγματοποιη-μένο χώρο, αλλά κυρίως με τις ευκαιρίες που προσφέρονται στα παιδιά να αποκτήσουν βιωματική και όχι θεαματική σχέση με αυτόν, καθώς και να επέμβουν σε αυτόν και να το διαμορφώσουν.

Συνεπώς, στο βαθμό που η εξασφάλιση χώρων παιχνιδιού λειτουργεί ως τρόπος απαλλα-γής από το άγχος της ασφάλειας των παιδιών, ακόμη και την απομάκρυνση από τις ασχολί-ες και την κανονικότητα της υπόλοιπης κοινωνίας, η ύπαρξη των παιδικών χαρών καταλήγει να είναι μια ουσιαστική απώλεια θεμελιωδών συνθηκών για τη διαβίωση των παιδιών, την υγιή τους ανάπτυξη, αλλά και την πορεία της ενηλικίωσής τους. Καθίστανται παθητι-κοί χρήστες χώρων στη διαμόρφωση των οποίων δεν έχουν λόγο, ενώ παράλληλα τόσο οι αντικειμενικές συνθήκες του αστικού περιβάλλοντος όσο και οι υποκειμενικές ανησυχίες όπως αυτές εκφράζονται μέσω των περιορισμών που θέτουν οι γονείς, αποκλείουν τις δυ-νατότητες επιλογής εναλλακτικών.

Οι περιπτώσεις όπου η περιχαράκωση αυτή αμβλύνεται και αγγίζει τις βέλτιστες ισορρο-πίες, αποτελούν και τα παραδείγματα επιτυχημένης επίλυσης του ζητήματος. Ιδανική συν-θήκη θα ήταν η εξαφάνιση των ορίων και των αυστηρών προσδιορισμών. Αλλά τότε δε θα υπάρχει ανάγκη για παιδικές χαρές.

94 95

Βιβλιογραφια

AITKEN, Stuart C. 2001. The Geographies of Young People: The Morally Contested Spaces of Identity. London : Routledge, 2001.

BENGTSSON, Arvid. 1970. Environmental Planning for Childen’s Play. New York, London : Praeger Publishers, 1970.

CAILLOIS, Roger. 2001. Man, Play, and Games. Chicago : University of Illinois Press, 2001.

CAVALLO, Dominick. 1981. Muscles and Morals-Organized Playgrounds and Urban Reform, 1880-1920. Philadelphia : University of Pennsylvania Press, 1981.

CIPOLLA, Carlo M. 1993. Before the Industrial Revolution:European Society and Economy 1000-1700. 3η έκδοση;1η έκδοση 1976. London : Routledge, 1993.

Der Kinderspielplatz im Bebauungsplan-Bedarfsfragen. RICHTER, Gerhard. 1973. [επιμ.] BUND DEUTSCHER LANDSCHAFTS-ARCHITEKTEN. München : Georg D.W.Callwez, 1973. Τόμ. 14th seminar.

DUDEK, Mark. 2005. Children‘s Spaces. Oxford : Architectural Press, 2005.

Encyclopedia of Modern Europe, Vol.I. 2006. Encyclopedia of Modern Europe: Europe 1789-1914: Encyclopedia of the Age of Industry and Empire. 1η. New York : Charles Scribners & Sons, 2006. Τόμ. I.

Encyclopedia of modern Europe, Vol.II. 2006. Encyclopedia of Modern Europe: Europe 1789-1914: Encyclopedia of the Age of Industry and Empire. 1st. New York : Charles Scrib-ners & Sons, 2006. Τόμ. II.

FRAMPTON, Kenneth. 1999. ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΝΚΗ-Ιστορία και Κριτική. [μεταφρ.] Θοδωρος ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ και Μαρία ΠΑΓΚΑΛΟΥ. β› έκδοση. Αθήνα : ΘΕΜΕΛΙΟ, 1999.

FROST, Joe L. 2010. A History of Play and PLay Environments: Toward a Contemporary Child-Saving Movement. New York : Routledge, 2010.

HENDEY, Lavinia M. 1915. Physical Education Complete for Schools and Playgrounds. Sacra-mento, California : The News Printing & Publishing Co, 1915.

HENDRICKS, Barbara E. 2001. Designing for Play. Hants : Ashgate Publishing Ltd, 2001.

HOBSBAWM, Eric. 1999. Industry and Empire: The Birth of the Industrial Revolution. New York : The New Press, 1999.

—. 2010. Η Εποχή των Άκρων: Ο Σύντομος Εικοδστός Αιώνας 1914-1991. [μεταφρ.] Καπε-τανγιάννης Βασίλης. 2η Έκδοση Αναθεωρημένη/ Θ› Ανατύπωση. Αθήνα : ΘΕΜΕΛΙΟ, 2010.

HOGAN, Paul. 1974. Playgrounds for Free:The Utilization of Used and Surplus Materials in Playground Construction. Campbridge, Massachusetts and London, England : The MIT Press, 1974.

HURTWOOD, Lady Allen of. 1968. Planning for Play. London : Thames and Hudson, 1968.

JACOBS, Jane. 1961. The Death and Life of Great American Cities. New York : Random House Inc., 1961.

JANSSON, Märit. 2009. Doctoral Thesis:Management and Use of Public Outdoor Play-grounds. Alnarp : Swedish University of Agricultural Sciences, 2009.

KOSLOVSKY, Roy. 2008. Adventure Playgrounds and Postwar Reconstruction. [επιμ.] Ning de CONINCK-SMITH Martha GUTMAN. Designing Modern Childhoods: History, Space, and the Material Culture of Children. New Brunswick, New Jersey, London : Rutgers University Press, 2008.

96 97

LEFAIVRE, Liane και DOLL, Henk. 2007. Ground-up City:Play as a Deisgn Tool. Rotterdam : 010 Publishers, 2007.

LEFAIVRE, Liane, ROODE, Ingeborg de και άλλοι. 2002. Aldo van Eyck- the playgrounds and the city. [επιμ.] Liane LEFAIVRE και Ingeborg de ROODE. Amsterdam : Stedelijk Museum Amsterdam NAi Publishers Rotterdam, 2002.

MUMFORD, Lewis. 1961. The City in History: Its Origins, Its Transformations, and Its Pros-pects. New York : Harcourt, Brace & Worls, Inc., 1961.

PENN, Helen. 2005. Spaces without Children. [συγγρ. βιβλίου] Mark DUDEK. Children’s Spaces. Oxford : Architectural Press, 2005.

STEVENS, Quentin. 2007. The Ludic City. Oxon : Routledge, 2007.

The Need for Nature: a Childhood Right. MOORE, Robin C. 1997. 3, s.l. : Crime and Social Justice Associates, 22 Σεπτεμβρίου 1997, Τόμ. 24.

The Playground. 1914. 1, April : Playground and Recreation Association of America, 1914, Τόμ. VIII.

TRACHSEL, Alfred and LEDERMANN, Alfred. 1959. Playgrounds and Recreation Centres. [μεταφρ.] Ernst PRIEFERT. London : The Architectural Press, 1959.

TRACHSEL, Alfred και LEDERMANN, Algred. 1968. Spielplatz und Gemeinschaftszentrum. [μεταφρ.] Ernst PRIEFERT. 2e, Erste Auflage 1959. Stuttgart : Verlag Gerd Hatje, 1968.

—. Ελληνική Εθνική Επιτροπή UNICEF. Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού. [Ηλε-κτρονικό] [Παραπομπή: 20 Μάιος 2011.] http://www.unicef.gr/reports/symb.php#list.

WARD, Colin. 1990. The Child in the City. 2nd. London : Bedford Square Press, 1990.

WILLIAMS, Wayne R. 1958. Recreation Places. New York : Reinhold Publishing Corporation, 1958.

WOHLIN, Hans. 1972. Freiflächen für Kinder:Wo spielen sie morgen? [μεταφρ.] Christoph REPENTHIN. München : Georg D.W.Callwey, 1972.

WOOLLEY, Helen. 2003. Urban Open Spaces. London, New York : Spon Press, 2003.

Ελληνική Δημοκρατία-Υπουργείο Εσωτερικών. 11 Μαϊου 2009. Καθορισμός προϋποθέσεων και τεχνικών προδιαγραφών γαι κατασκευή και λειτουργία των παιδικών χαρών των Δήμων και Κοινοτήτων. Απόφαση Υπουργού Εσωτερικών. Αθήνα : s.n., 11 Μαϊου 2009.

ΚΑΙΣΑΡΗ, Βενετία. 2005. Το παιδί και ο αστικός χώρος: το παιχνίδι του παιδιού σχολικής ηλικίας στον αστικό χώρο. Αθήνα : ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ-ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ/ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2005.

ΚΑΡΥΔΗΣ, Δημήτρης Ν. 2006. Τα Επτά Βιβλία της Πολεοδομίας. Αθήνα : Παπασωτηρίου, 2006.

Κυριακάτικη. 17/09/2006. Για κλάματα οι παιδικές χαρές. [επιμ.] Παναγιώτης ΜΠΟΥΓΑΝΗΣ και Αντώνης ΣΚΟΡΔΙΛΗΣ. Κυριακάτικη. 17/09/2006.

ΛΟΥΙΖΙΔΗ, Σοφία. 2007. Το παιχνίδι στο φυσικό περιβάλλον στα πλαίσια των σύγχρονων πόλεων ως παράγοντας υγιούς κοινωνικοποίησης-Παιδικές Χαρές. Αθήνα : ΕΜΠ, 2007.

ΜΗΤΟΥΛΑΣ, Νικόλαος. 2005. Η Παιδική Κλίμακα, το Εκπαιδευτήριο και η Γειτονιά. Αθήνα : ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ-ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ/ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2005.

ΜΟΥΛΑΚΗ, Γεωργία και ΤΣΙΒΟΥΡΑΚΗ, Μαρία. Παιδί-Παιχνίδι-Χώρος: Ο Παιδικός Κήπος της Φιλοθέης. Διάλεξη 2005/108.

ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΙ. ΒΛΑΝΤΟΥ, Αλεξάνδρα, και συν. 4-6 Μαρτίου 1988. [επιμ.] Α. ΡΕΜΟΥΝΔΟΥ-ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΗ. ΔΕΛΦΟΙ : Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, 4-6 Μαρτίου 1988. Β› ΣΥΝΕΔΡΙΟ:ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ.

—. ΒΛΑΝΤΟΥ, Αλεξάνδρα, και συν. 4-6 Μαρτίου 1988. [επιμ.] Α. ΡΕΜΟΥΝΔΟΥ-ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΗ. ΔΕΛΦΟΙ : Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Ευρωαπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, 4-6 Μαρτίου 1988. Β› ΣΥΝΕΔΡΙΟ:ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Γιάννης. 2011. Το παιχνίδι της συνύπαρξης. Antapokritis. [Ηλεκτρονικό] 14 Δεκεμβρίου 2011. [Παραπομπή: 12 Σεπτεμβρίου 2011.] http://antapokritis.wordpress.com/2010/12/14/το-παιχνίδι-της-συνύπαρξης/#more-774.

ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, Μαρία και ΧΡΙΣΤΟΦΑΚΗ, Ειρήνη. Το παιχνίδι, το Παιδί και ο Χώρος του στην Πόλη. Διάλεξη 2003/149. s.l. : Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.

ΠΙΚΙΩΝΗ, Αγνή. 2002. Δημήτρης Πικιώνης-Ο Παιδικός Κήπος της Φιλοθέης. Αθήνα : ΙΝΔΙΚΤΟΣ, 2002.

ΤΣΟΥΚΑΝΑΣ, Αλέξανδρος Α. 1961. Νέον Γερμανο-Ελληνικόν Λεξικόν. Αθήνα : Εκδόσεις Κακουλίδη, 1961.

ΧΟΥΖΙΝΓΚΑ. 2010. Ο άνθρωπος και το Παιχνίδι (homo ludens). [μεταφρ.] Γεράσιμος Λυκι-αρδόπουλος και Στέφανος Ροζάνης. Αθήνα : Γνώση, 2010.

Ηλεκτρονικεσ Πηγεσarchitects, draftwork’s. 2009. When Snow Falls On Cities | London February 02. PaperMa-chines. [Ηλεκτρονικό] Monday 2 February 2009. [Παραπομπή: 10 Ιουνίου 2011.] http://papermachines.blogspot.com/2009/02/dsc03631-by-draftworks-on-flickr.html.

CNU. 2001. Charter of the New Urbanism. Congress for the New Urbanism. [Ηλεκτρονικό] 2001. [Παραπομπή: 30 Ιουλίου 2011.] http://www.cnu.org/charter.

design-district. 2011. Πάρκο Α. Παπανδρέου στη Ν. Ερυθραία. design-district. [Ηλεκτρονι-κό] 26 Ιουλίου 2011. [Παραπομπή: 14 Σεπτεμβρίου 2011.] http://www.design-district.gr/el/landscape-design-ideas/πάρκο-α-παπανδρέου-στη-ν-ερυθραία-id500.

Dictionary, Free. 2011. The Free Dictionary. by FARLEX. [Ηλεκτρονικό] Farlex Inc, 2011. [Πα-ραπομπή: 20 Μάιος 2011.] http://el.thefreedictionary.com/.

ELHAP (A Special Needs Adventure Playground). 2007. A History of ELHAP and Adventure Play. this is elhap. [Ηλεκτρονικό] 2007. [Παραπομπή: 16 Σεπτεμβρίου 2011.] http://www.elhap.org.uk/history.htm.

GLÄSSER, Stephanie, SCNHEIDER, Theo και RITTER, Barbara. 2006. Erlenhof-Siedlung in Mannheim. Rhein-Neckar-Industriekultur. [Ηλεκτρονικό] 2006. [Παραπομπή: 1 Σεπτέμβρι-ος 2011.] http://www.rhein-neckar-industriekultur.de/objekte/156/Erlenhof-Siedlung-in-Mannheim.html.

Grün Stadt Zürich. 2011. Wipkingerpark. Stadt Zürich-Hochbaudepartement. [Ηλεκτρο-νικό] 2011. [Παραπομπή: 29 Ιουνίου 2011.] http://www.stadt-zuerich.ch/hbd/de/index/entwicklungsgebiete/zuerich_west/projekte_realisiert/wipkingerpark.html.

HAHN, Darijana. 2008. Der Kinderspielplatz – mehr als ein Platz für Kinder zum Spielen. Kinderfreundliche Stadtgestaltung. [Ηλεκτρονικό] Deutsches Kinderhilfswerk e.V.- Infostel-le des Deutschen Kinderhilfswerkes,, 2008. [Παραπομπή: 16 Ιουνίου 2011.] http://www.kinderfreundliche-stadtgestaltung.de/downloads/kinderhilfswerkshandout.pdf.

JORGENSEN, Gertrud και Danish Centre for Forest, Landscape and Planning, Department of Urban and Landscape Studies. Nordisk Arkitekturforskning-Nordic Journal of Architet-cural Research_Symposiums. Nordisk Arkitekturforskning-Nordic Journal of Architetcural Research. [Ηλεκτρονικό] [Παραπομπή: 9 Ιούνιος 2011.] http://www.arkitekturforskning.net/Tidsskrift/2004/2004_1/intro.pdf.

KOSLOVSKY, Roy. 2006. The Junk Playground: Creative Destruction as Antidote to Delin-quency. Threat and Youth Conference. [Ηλεκτρονικό] 1 Απριλίου 2006. [Παραπομπή: 15 Ιουνίου 2011.] http://threatnyouth.pbworks.com/w/page/22223370/The-Junk-Playground.

Neuer Thüringer Fröbelverein, Keilhau. Neuer Thüringer Fröbelverein Keilhau e.V. Friedrich Fröbel. [Ηλεκτρονικό] [Παραπομπή: 23 Μάιος 2011.] http://www.froebelverein-keilhau.de/

98 99

0000009bba1161d25/0000009bbd10dcc31/index.html.

Octopus. Εγχειρίδιο Ασφάλειας. Octopus-Εξοπλισμοί Πάρκων και Παιδικών χαρών. [Ηλε-κτρονικό] exist development.[Παραπομπή: 10 Σεπτεμβρίου 2011.] http://www.octopus.com.gr/images/Octopus.pdf.

Play England-Making Spaces for Play. 2010. Adventure Playgrounds:Built by communities. Play England. [Ηλεκτρονικό] October 2010. [Παραπομπή: 11 Ιουνίου 2011.] http://www.playengland.org.uk/media/221947/adventure-playgrounds-built-by-communities.pdf.

RIMBACH, Daniel. 2010. Zur Entwicklungsgeschichte der öffentlichen Freiräume für Kin-der. ABA Fachverband-Offene Arbeit mit Kindern und Jugendlichen e.V. [Ηλεκτρονικό] ABA-Fachverband, 17 Δεκεμβρίου 2010. [Παραπομπή: 17 Ιουνίου 2011.] http://www.aba-fachverband.org/index.php?id=1319.

Sportunterricht. Schulsport in Deutschland 1770 - 2000 . Sportunterricht.de - Sportpädago-gik im Internet . [Ηλεκτρονικό] [Παραπομπή: 16 Ιουνίου 2011.] http://www.sportunterricht.de/lksport/info_sport22.html.

Stadt Zürich. 2011. Heiligfeld. Stadt Zürich:Tiefbau- und Entsorgungsdepartement. [Ηλε-κτρονικό] 2011. [Παραπομπή: 15 Ιούλιος 2011.] http://www.stadt-zuerich.ch/ted/de/index/gsz/natur-_und_erlebnisraeume/park-_und_gruenanlagen/heiligfeld.html.

Stockholms Stad. 2011. Kronobergs Parklek. Stokholm Stad:Kultur & Fritid. [Ηλεκτρονικό] April 2011. [Παραπομπή: 22 Ιούνιος 2011.] http://www.stockholm.se/-/Jamfor/?enhetstyp=9da341e4bdc64b519563e65ddc2f7434&enkel=&oversatt=&oversatt=&kolumn=&antalpersida=2147483647.

UN. United Nations Cyberschoolbus-Declaration of the rights of the child. United Nations Cyberschoolbus. [Ηλεκτρονικό] United Nations 2011.[Παραπομπή: 27 Ιουλίου 2011.] http://www.un.org/cyberschoolbus/humanrights/resources/child.asp.

UNICEF. unite for children UNICEF. UNICEF History: Chapter 15-The Year of the Child. [Ηλε-κτρονικό] [Παραπομπή: 20 Μάιος 2011.] http://www.unicef.org/about/history/files/Child-Nation-M-Black-Ch15-p353-377-year-or-child.pdf.

WHITE, Randy. 2004. Young Children’s Relationship with Nature: Its Importance to Chil-dren’s Development & the Earth’s Future. White Hutchinson-Leisure and Learning Group. [Ηλεκτρονικό] 2004. [Παραπομπή: 8 Απριλίου 2011.] http://www.whitehutchinson.com/children/articles/childrennature.shtml.

WILLS, Ray. 2009. Adventure Playgrounds-Childs Play in the City of London. The Gypsy Poet. [Ηλεκτρονικό] Freeola.com, 2009. [Παραπομπή: 20 Ιουλίου 2011.] http://www.thegypsy-poet.co.uk/adventure_playgrounds_in_the_cities.html.

2010. Άρχισε η γιορτή στο πάρκο Ναυαρίνου για τα νέα παιχνίδια της παιδικής χαράς. Athens Indymedia. [Ηλεκτρονικό] 31 Μαϊου 2010. [Παραπομπή: 5 Σεπτεμβρίου 2011.] http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1176703.

ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ-Η Ελεύθερη Εγκυκλοπαίδεαι. Παιδική Χαρά. [Ηλεκτρονικό] MediaWiki.[Παραπομπή: 8 Ιούνιος 2011.] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%AC.

ΓΕΡΜΑΝΟΣ, Δημήτρης. 2004. Το παιχνίδι, μια άλλη προσέγγιση εκπαιδευτικής διαδικασίας (στο Το Παιχνίδι στην Εκπαιδευτική Διαδικασία). Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης-Παιδαγωγική Σχολή ΑΠΘ. [Ηλεκτρονικό] 2004. [Παραπομπή: 10 Ιουνίου 2011.] http://nrd02w3.nured.auth.gr/nuredvortal/files/17/1701/paixnidi_xwros.pdf.

Ζάππειον-Συνεδριακό και Εκθεσιακό Μέγαρο. 2007. Κήπος. Ζάππειον-Συνεδριακό και Εκθεσιακό Μέγαρο. [Ηλεκτρονικό] 2007. [Παραπομπή: 5 Αεπτεμβρίου 2011.] http://www.zappeion.gr/gr/tour_gallery_garden.asp.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Γιάννης. 2011. Το παιχνίδι της συνύπαρξης. Antapokritis. [Ηλεκτρονικό] 14 Δεκεμβρίου 2011. [Παραπομπή: 12 Σεπτεμβρίου 2011.] http://antapokritis.wordpress.com/2010/12/14/το-παιχνίδι-της-συνύπαρξης/#more-774.

Το Παρκινγκ τους, το Πάρκο μας. 2010. Κυριακές για τα Παιδιά στο Πάρκο. Το Παρκινγκ τους, το Πάρκο μας. [Ηλεκτρονικό] 19 Νοεμβρίου 2010. [Παραπομπή: 5 Σεπτεμβρίου 2011.] http://parkingparko.blogspot.com/2010/11/blog-post_19.html.

Το Πάρκινγκ τους, το Πάρκο μας. 2010. Χαρούμενα και δημιουργικά παιδιά την Κυραική 24/10 στο πάρκο Ναυαρίνου. Το Πάρκινγκ τους, το Πάρκο μας. [Ηλεκτρονικό] 30 Οκτωβρίου 2010. [Παραπομπή: 5 Σεπτεμβρίου 2011.] http://parkingparko.blogspot.com/2010/10/2410_30.html.

100 101

...Η παιδική χαρά αποτελεί μια ακόμη μορφή του αστικού χώρου, η συζήτηση και ο προβληματισμός γύρω από την οποία αντικατοπτρίζει όσο και συνδιαμορφώνει τις αντιλήψεις της κοινωνίας για το παιδικό παιχνίδι και κατ’ επέκταση τα ίδια τα παιδιά, αλλά και τις αξιώσεις και τις προσδοκίες που διατηρεί η κοινωνία από αυτές τις αντίστοιχες περιόδους της ζωής των ανθρώπων.

Το ουσιώδες ερώτημα που ανακδύεται μελλετώντας αυτή τη μορφή είναι αν τελικά η παιδική χαρά αποτελεί ωφέλεια, κέρδος για τα παιδιά των σύγχρονων αστικών κέντρων ή αν συνιστά απώλεια. Σίγουρο φαίνεται να είναι πως η παιδική χαρά είναι σήμερα μια αναγκαιότητα, εγγεγραμμένη στη συλλογική συνείδηση ως ο κατεξοχήν χώρος όπου λαμβάνει χώρα το παιδικό παιχνίδι. Μάλιστα, θε-ωρείται συχνά και ο μόνος αποδεκτός και σωστός χώρος για αυτό το σκοπό. Ωστόσο, ενσωματώνει μια θεμελιώδη αντίφαση ανάμεσα στην επιθυμία διασφάλισης του δικαιώματος στο παιχνίδι και τη σύγχρονη επιδίωξη του ελέγχου και της οριοθέτησης των όρων με τους οποίους αυτό το δικαίωμα ασκείται.

Η εργασία αυτή εξετάζει την ιστορική προέλευση της παιδικής χαράς, ως ενός κατεξοχήν αστικού φαι-νομένου, και επιχειρεί να εντοπίσει το ρόλο της αλλά και τα όριά της -υλικά και νοητά- στη σύγχρονη πόλη.