ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ (Με αλφαβητική σειρά)...

88
ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ (Με αλφαβητική σειρά) Ιστορία-Μυθολογία-Αρχαιολογία- Εικόνες (Από το βιβλίο: <<ΟΙ 147 ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ>>). (το βιβλίο περιέχει 330 έγχρωμες, επιλεγμένες φωτογραφίες). (Αντώνη Βασιλάκη, του Θωμά). Αγία Τριάδα. Αρχαιολογικός τόπος στα νότια της κεντρικής Κρήτης, κοντά στη Φαιστό, όπου διασώθηκαν μερικά μοναδικά δείγματα της μινωικής τέχνης και σημαντικά ερείπια της προϊστορικής εποχής. Βρίσκεται στη δυτική πλευρά συγκροτήματος χαμηλών λόφων, από τους οποίους ο ανατολικότερος είναι της Φαιστού. Η θέση κατοικήθηκε σποραδικά στην τρίτη χιλιετηρίδα π.Χ. Στη μεσομινωική εποχή η εγκατάσταση δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη. Στο τέλος της όμως και στην αρχή της υστερομινωικής ο συνοικισμός φαίνεται σημαντικός. Γύρω στα 1450π.Χ. καταστρέφεται. Αργότερα ξαναχτίζεται και η ζωή εξακολουθεί ως τη γεωμετρική εποχή. Από τότε ο τόπος μένει έρημος ως το 2 ο π.Χ. αιώνα. Κάποια συνέχεια μαρτυρά ένα αγροτικό σπίτι ρωμαϊκής εποχής. Ύστερα έρχονται τα δύο εκκλησάκια της ενετοκρατίας : Αγία Τριάδα και ο Άγιος Γεώργιος. Από τα σημαντικότερα ευρήματα της Αγίας Τριάδας είναι η πέτρινη σαρκοφάγος, που ανακαλύφτηκε μέσα στη νεκρό-πόλη, σ΄ένα λακοειδή τάφο και αποτελεί το μοναδικό δείγμα πέτρινης σαρκοφάγου με ζωγραφική διακόσμηση: στις δυο μακρές πλευρές της εικονίζεται λατρεία του νεκρού και στις δυο μικρές άρματα, ένα γήινο και ένα υπερκόσμιο. Χρονολογείται στα 1400 π.Χ. και θα ανήκε σε πρόσωπο της βασιλικής οικογένειας της Φαιστού. Η έπαυλη της Αγίας Τριάδας, για την κομψότητα του ίδιου του οικοδομήματος και για τον πλούτο των κινητών ευρημάτων και της ζωγραφιστής διακόσμησης ονομάστηκε βασιλική, δε μοιάζει όμως με καμία από της γνωστές μινωικές και αποτελείται από δυο πτέρυγες που ενώνονται σε ορθή γωνία. Οι τοιχογραφίες της προσφέρουν τα καλύτερα ίσως δείγματα της μινωικής ζωγραφικής, όπως τα κρίνα, οι αγριόγατοι, οι φασιανοί κ.α. Μια μεγάλη σύνθεση στις πλευρές ενός δωματίου της βορινής πτέρυγας είναι ένα από τα ωραιότερα δημιουργήματα της φυσιοκρατικής νοοτροπίας της Κρήτης. Τα ωραιότερα αγγεία και ρυτά με ανάγλυφες παραστάσεις των θεριστών, των αγωνισμάτων και της αναφοράς, τα λεγόμενα τάλαντα από τον θησαυρό της έπαυλης, πιθάρια και άλλα αγγεία που βρέθηκαν εκεί, βρίσκονται στο Μουσείο Ηρακλείου.

Transcript of ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ (Με αλφαβητική σειρά)...

ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ(Με αλφαβητική σειρά)

Ιστορία-Μυθολογία-Αρχαιολογία-Εικόνες

(Από το βιβλίο: <<ΟΙ 147 ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ>>).

(το βιβλίο περιέχει 330 έγχρωμες, επιλεγμένες φωτογραφίες).

(Αντώνη Βασιλάκη, του Θωμά).

Αγία Τριάδα. Αρχαιολογικός τόπος στα νότια της κεντρικής Κρήτης,κοντά στη Φαιστό, όπου διασώθηκαν μερικά μοναδικά δείγματα της μινωικήςτέχνης και σημαντικά ερείπια της προϊστορικής εποχής. Βρίσκεται στη δυτικήπλευρά συγκροτήματος χαμηλών λόφων, από τους οποίους ο ανατολικότεροςείναι της Φαιστού. Η θέση κατοικήθηκε σποραδικά στην τρίτη χιλιετηρίδα π.Χ.Στη μεσομινωική εποχή η εγκατάσταση δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη. Στο τέλοςτης όμως και στην αρχή της υστερομινωικής ο συνοικισμός φαίνεταισημαντικός. Γύρω στα 1450π.Χ. καταστρέφεται. Αργότερα ξαναχτίζεται και ηζωή εξακολουθεί ως τη γεωμετρική εποχή. Από τότε ο τόπος μένει έρημος ως το2ο π.Χ. αιώνα. Κάποια συνέχεια μαρτυρά ένα αγροτικό σπίτι ρωμαϊκής εποχής.Ύστερα έρχονται τα δύο εκκλησάκια της ενετοκρατίας : Αγία Τριάδα και οΆγιος Γεώργιος.

Από τα σημαντικότερα ευρήματα της Αγίας Τριάδας είναι η πέτρινησαρκοφάγος, που ανακαλύφτηκε μέσα στη νεκρό-πόλη, σ΄ένα λακοειδή τάφο καιαποτελεί το μοναδικό δείγμα πέτρινης σαρκοφάγου με ζωγραφική διακόσμηση:στις δυο μακρές πλευρές της εικονίζεται λατρεία του νεκρού και στις δυο μικρέςάρματα, ένα γήινο και ένα υπερκόσμιο. Χρονολογείται στα 1400 π.Χ. και θαανήκε σε πρόσωπο της βασιλικής οικογένειας της Φαιστού. Η έπαυλη της ΑγίαςΤριάδας, για την κομψότητα του ίδιου του οικοδομήματος και για τον πλούτοτων κινητών ευρημάτων και της ζωγραφιστής διακόσμησης ονομάστηκεβασιλική, δε μοιάζει όμως με καμία από της γνωστές μινωικές και αποτελείταιαπό δυο πτέρυγες που ενώνονται σε ορθή γωνία. Οι τοιχογραφίες τηςπροσφέρουν τα καλύτερα ίσως δείγματα της μινωικής ζωγραφικής, όπως τακρίνα, οι αγριόγατοι, οι φασιανοί κ.α. Μια μεγάλη σύνθεση στις πλευρές ενόςδωματίου της βορινής πτέρυγας είναι ένα από τα ωραιότερα δημιουργήματα τηςφυσιοκρατικής νοοτροπίας της Κρήτης. Τα ωραιότερα αγγεία και ρυτά μεανάγλυφες παραστάσεις των θεριστών, των αγωνισμάτων και της αναφοράς, ταλεγόμενα τάλαντα από τον θησαυρό της έπαυλης, πιθάρια και άλλα αγγεία πουβρέθηκαν εκεί, βρίσκονται στο Μουσείο Ηρακλείου.

Τα πήλινα σφραγίσματα που βρέθηκαν ( περίπου 150, πολλά με σημεία τηςΓραμμικής Α΄ γραφής) και που έγιναν από σφραγίδες που ανήκαν στηνωριμότερη φάση της μινωικής σφραγιδογλυφίας, δίνουν τα ωραιότερα δείγματατου γνήσιου μινωικού ύφους, με ένα πλουσιότατο θεματολόγιο από σκηνέςθρησκευτικές ή αγωνιστικές, και από τη ζωή των ζώων.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά τα σφραγίσματα έχουνπροέλθει από τις ίδιες σφραγίδες (δακτυλίδια), από όπου έχουν προέλθει όμοιασφραγίσματα που βρέθηκαν παλαιότερα στη Ζάκρο και στα Γουρνιά καιπροπολεμικά στο Σκλαβόκαμπο από το Μαρινάτο. Τα θέματα αυτών τωνσφραγισμάτων είναι συνωρίδα (ζεύγος αλόγων σε άμαξα) με ηνίοχο και ταύρο. Ηπολυτέλεια που χαρακτήριζε την έπαυλη σε όλη της την έκταση καθώς και ταευρήματα με κάνουν να συμπεράνω ότι η μικρή αυτή πόλη ήταν το μεγαλύτεροδιαμετακομιστικό εμπορικό κέντρο της ανατολικής μεσογείου και ότι στηνέπαυλη υποδέχονταν προσωπικότητες μεγάλης φήμης που ταξίδευαν προς τηνανατολή. Φιλοξενούσαν τους υψηλούς ξένους και εκτός από τις λιμενικέςδιευκολύνσεις στον Κομμό ή στα Μάταλλα, τους παρείχαν τα απαραίτητα για τιςθρησκευτικές, τις πνευματικές και σωματικές τους ανάγκες. Τα σπουδαία ρυτάίσως ήταν γιαυτές τις ανάγκες. Πιστεύω επίσης ότι όταν ο Σόλων ήλθε στηΦαιστό, σύμφωνα με το κείμενο του Δίσκου της Φαιστού, όταν ανέφερε ότι στηνΥρσώ κάθε χρόνο θυσιάζουν χοίρους, εννοούσε την Αγία Τριάδα, όπου στοπέρασμα του με προορισμό τη Φαιστό έμεινε εκεί και αφού περιποιήθηκε τοσώμα του, το ταλαιπωρημένο από το ταξίδι, έκανε σπονδή με τον τρόπο πουσυνήθιζαν στην πόλη.(βλ.Φαιστός:Δίσκος Φαιστού.)

Αγνείον, το. Άγιος Σώστης Κισάμου

Μικρή παράλια πόλη της ρωμαϊκής περιόδου στη θέση του σημερινού Άγ.Σώστη Κισάμου, στο ακρωτήριο Κώρυκον-Γραμπούσα, που αναφέρεται στουςΣταδιασμούς. Είχε ιερό του Απόλλωνα.

Άηρος, η. Η τοποθεσία που βρίσκεται η πόλη είναι άγνωστη.

Αίνα, η. ή Αινάων πόλη. <<Βραχύβιον και ασήμαντον πολύχνιον>> τηςΚρήτης, του 2oυ-1ου αιώνα π.Χ. στην περιοχή της Γόρτυνας, σύμφωνα μεχάλκινα νομίσματα, που βρέθηκαν το 1963 στην τοποθεσία Μπέης, της περιοχήςτου Χωριού Καστέλι Καινούργιου νομού Ηρακλείου, και παραδόθηκαν στοΝομισματολογικό Μουσείο Αθηνών, όπου βρίσκονται σήμερα. Τα νομίσματαφέρουν κεφαλή Απόλλωνα με στέφανο δάφνης και πίσω βόδι σε στάσηεφόρμησης, με τα γράμματα ΑΙΝ πάνω από την παράσταση του ζώου και ΩΝκάτω, που μπορεί να διαβαστεί ΑΙΝΑΩΝ ή και ΑΙΝΑΩΝΩΝ. (Βλ. ΠεπραγμέναΒ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, του 1966, τομ. Β΄σελ. 209). Το όνομα τηςπόλης αυτής δεν αναφέρεται ούτε σε κείμενα ούτε σε επιγραφές. (Στ. Σπανακης :Πόλεις και χωριά της Κρήτης σελ.89)

Αίπεια, η.<<Η Αίπεια είναι πόλη της Λακωνίας. Υπάρχει και άλλη στηνΚύπρο. Αναφέρεται και τρίτη στην Κρήτη από τον Ελλάνικο, το εθνικόΑιπεάτης, όπως Κορσεάτης Υδρεάτης>>. (Στ. Βυζ.)

Άκυτος.Βραχώδης νησίδα απέναντι στις εκβολές του Πλατανιά, δυτικά των Χανίων.Σήμερα λέγεται Θοδωρού - Αγ. Θεόδωροι. Αναφέρεται επίσης με το όνομαΤούλλουρος. Το σημερινό όνομα το πήρε από το τρίκλιτο εκκλησάκι των Αγ.Θεοδώρων, που μόλις φαίνονται σήμερα τα θεμέλια του. Το νησάκι απόκτησειστορική αξία κατά τη Βενετοκρατία οπότε, το 1574, αποφασίστηκε να οχυρωθείγια να εμποδίσουν τα κανόνια του τον εχθρό να αποβιβασθεί στην απέναντιπαραλία του Πλατανιά. Έκτισαν τον ίδιο χρόνο ένα πολυγωνικό φρούριο στηνκορυφή, που το ονόμασαν Turluru και άλλο χαμηλά επίσης πολυγωνικό, που τοονόμασαν Αγ. Θεόδωρο ή S. Franscesco από την εκεί εκκλησία, που στοίχισαν21500 δουκάτα δίχως τις αγγαρείες. Οι ειδικοί ήθελαν να γίνει και τρίτο φρούριοστο βόρειο άκρο της νησίδας, που όμως δεν έγινε. (Στ. Σπανάκης: Πόλεις καιΧωριά της Κρήτης).

Οί Τούρκοι πολιόρκησαν τη νησίδα το 1645, και την κατέλαβαν ύστερα απόηρωική άμυνα των πολιορκουμένων. Ο επικεφαλής τής φρουράς Βλάσιος έβαλεφωτιά στην πυριτιδαποθήκη και όλη η φρουρά έγινε ολοκαύτωμα μαζί μεπολλούς Τούρκους πού είχαν εισορμήσει στο φρούριο. Το 1650 η νησίδα πέρασεκαι πάλι στην κυριαρχία των Βενετών ως το 1699, οπότε ανακαταλήφθηκε απότούς Τούρκους, οι οποίοι την κράτησαν ως την απελευθέρωση τής Κρήτης. Το1897 αποβιβάσθηκε προσωρινά δύναμη τού Ελληνικού στρατού, υπό τονΤιμολέοντα Βάσσο παρά την απειλή των πυροβόλων των πολεμικών σκαφών τωνΜεγάλων Δυνάμεων.(Εγκ.Παπ-Λαρ-Μπριτ.). Σήμερα το κράτος για ναπροστατέψει τον Κρητικό αίγαγρο ίδρυσε εκτροφείο στο νησί αυτό, στην Ντίακαι στους Αγίους Πάντες απέναντι από τον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου.

Ο Φλωρεντιανός ιερωμένος Χριστόφορος Μπουοντελμόντι, περιγράφει σε βιβλίοτο 1416,την επίσκεψη του το 1415 στην Κρήτη. Η επίσκεψη του σκοπό είχε τηνεπαλήθευση των όσων είχε διαβάσει από τού αρχαίους Πτολεμαίο και Πλίνιο. Οκαθολικός αυτός ιερωμένος είχε μάθει Ελληνικά στην Ρόδο πού τού επέτρεπαννα συνεννοείται με τούς ντόπιους. Καρπός των ταξιδιών του ήταν η συγγραφήδύο βιβλίων σε μεσαιωνική γλώσσα. Το ένα τιτλοφορείται <<βιβλίο των νήσωντου Αρχιπελάγους>> (δηλαδή του Αιγαίου) και το άλλο <<Περιγραφή τής νήσουΚρήτης>>. Το ταξίδι στην Κρήτη πραγματοποιήθηκε, όπως προκύπτει από τοίδιο το έργο, σε διάστημα λίγων μηνών την άνοιξη του 1415. Σε λεπτομερήπεριγραφή αναφέρεται στην περιοχή του Πλατανιά και το νησί Θοδωρού. Γιατην περιοχή του Πλατανιά και για το νησί Θοδωρού ας αφήσομε τονΜπουοντελμόντι να μάς ξεναγήσει μέσα από τα κείμενα του βιβλίου του (έρχεταιπαραλιακά με πλοίο από το Δικτυνναίο προς τα σημερινά Χανιά): <<Μιά νέαμέρα αρχίζει και οι ναυτικοί μας, όλοι μαζί, φωνάζοντας σηκώνουν το πανί.Έπειτα πλέομε κατά μήκος χωριών και διακρίνομε μιά εύφορη πεδιάδα στουςπρόποδες τού βουνού. Στο πιο βαθύ μέρος τού κόλπου βλέπομε το ρεύμα τουΤαυρωνίτη και με χαρά διακρίνομε στους πρόποδες των βουνών την Επισκοπήτης παλιάς Κισάμου. Πραγματικά, λέγεται, ότι μετά την καταστροφή αυτής τηςπόλης και άλλων πόλεων της νήσου, οι παλιοί επίσκοποι αποσύρθηκαν σεεξοχικά κτήματα. Φθάνομε έπειτα σε μιά πεδιάδα πού παράγει το κάθε τι σεμεγάλη αφθονία. Ως το ρεύμα τού Κουφού δεν παύομε να βλέπομε χωριά καιπεριβόλια.

Διακρίνομε κατόπιν τον ποταμό Πύκνο, πού σήμερα ονομάζεται Πλατανιάς,επειδή είναι κυκλωμένος από αναρίθμητα πλατάνια. Στη μέση τής ροής τούποταμού διακρίνομε ένα μεγάλο χωριό με ανθυγιεινό αέρα, όπου οι παλαιοίάποικοι είχαν εγκαταστήσει την Επισκοπή Κυδωνίας.

Βλέπομε τέλος το αρχαίο νησάκι Λητώα, τα σημερινά Θοδωρού. Παρατήρησαεκεί, στη μέση τού νησιού, μιά πολύ μεγάλη βραχώδη σπηλιά πού βλέπει προς τανότια. Αυτό το νησί κατοικείται από μερικούς μοναχούς. Αφήνομε το νησί αυτόκαι παραπλέομε σε μήκος έξι μιλίων μιά αμμώδη ακτή με χαμηλούς λόφους ωςότου βλέπομε μιά πεδιάδα, ένα ποταμό και μιά πόλη. Τέλος φανερώνεται έναλιμάνι πολύ παλιό, πίσω από το οποίο βλέπομε την πόλη της Κυδωνίας..>>.

Η Άκυτος είναι νήσος κοντά στην Κυδωνία της Κρήτης, ο νησιώτης λέγεταιΑκύτιος (Στ.Βυζ.)

Άλας, η. (Λασαία)

Άλασσα,η. (Λασαία)

Άλβα . Πιθανώς στην Άρβη Βιάννου.

<< Η Αλβα είναι πόλη της Ιταλίας την οποία έκτισαν οι Λατίνοι τουΛαυινίου.............................. Υπάρχει και πόλη Άλβη στην Κρήτη, το ΕθνικόΑλβαίος όπως Θηβαίος >> (Στ. Βυζ.)

Άλβη. Πιθανώς στον παραθαλάσσιο οικισμό της κοινότητας Αμιρά, επαρχίαςΒιάννου νομού Ηρακλείου.

Στο χώρο υπήρχε αρχαίος οικισμός, όπως πιστοποιούν διάφορα ευρήματα στηνπεριοχή, που το όνομά του πιθανόν να ήταν Άρβη. Στις αρχές του 19ου αιώνα οιχωρικοί βρήκαν κοντά στη θάλασσα μια σαρκοφάγο από λευκό μάρμαρο, μεανάγλυφες παραστάσεις από όλες τις πλευρές, που παρίσταναν πομπή τουΔιονύσου, με τον Άμπελο πάνω στο άρμα, που το συνόδευε πλήθος ανθρώπων,ελέφαντες, πάνθηρες κ.λ.π. Ο Pashley, που πέρασε από εκεί το 1834 μάζεψε τακομμάτια, τα συγκόλλησε και συμπλήρωσε τη σαρκοφάγο τόσο τέλεια ώστε ναφαίνεται πώς βγήκε από το εργαστήρι γλύπτη, όπως λεει ο ίδιος. Μετέφερε τησαρκοφάγο στην Αγγλία και βρίσκεται τώρα στο Fitz-Wiliam Museum. ΟΞανθουδίδης αναφέρει, ότι η θέση κατοικούνταν από την προϊστορική εποχή.Βρέθηκαν αγγεία λίθινα, και πήλινα Μινωικής εποχής. Την ελληνική περίοδολατρεύονταν εκεί ο Άρβιος Ζευς. Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει: Υπάρχει και στηνΚρήτη Άρβιον όρος όπου τιμάται ο Άρβιος Ζεύς. Άρβιος λέγεται και ο κατοικώντο όρος. Το Άρβιον όρος ήταν το σημερινό ύψωμα Βίγλα. Επομένως το ιερό τουΔιός ενδέχεται να ήταν στους πρόποδες του υψώματος, όπου η μονή του ΑγίουΑντωνίου σήμερα. Όλα αυτά βεβαιώνουν ότι εκεί υπήρχε σπουδαία αρχαία πόλη,κυρίως την Ελληνορωμαϊκή περίοδο, που το όνομά της πιθανότατα ήταν Άρβις.

Αλλαρία, η. Ο Paul Faure πιστεύει, ότι ήταν κοντά στο σημερινό χωριόΣταυρωμένος Μυλοποτάμου

Η πόλη μας είναι γνωστή από τα νομίσματά της, κυρίως του 3ου και 2ου π.Χ.αιώνα, και από μερικές επιγραφές που αναφέρονται στη συνθήκη φιλίας που είχευπογράψει η Αλλαρία με την Πάρο, την Τέω και τον βασιλιά της ΠεργάμουΕυμένη Β’. Ο κάτοικός της ονομαζόταν, σύμφωνα με τις επιγραφές, Αλλαριώτης.

Η Αλλαρία ήταν πόλη ελεύθερη και ανεξάρτητη και είχε στα νομίσματά της τηνκεφαλή της Αθηνάς με φίδι στην περικεφαλαία της και από την άλλη πλευρά τονΗρακλή γυμνό και τη λέξη ΑΛΛΑΡΙΩΤΑΝ.

<<Η Αλλαρία είναι πόλη της Κρήτης, το εθνικό Αλλαριάτης όπως αναφέρει οΠολύβιος >>. (Στ. Βυζ.)

Αμνισός, η. Η Αμνισός ήταν επίνειο της Κνωσού και υπήρχε ναυπηγείο τουΜίνωα στις εκβολές του Καρτερού. Στην Αμνισό αποβιβάστηκε ο Θησέας ότανήλθε να σκοτώσει το μινώταυρο. Από εδώ ξεκίνησε ο Ιδομενέας, εγγονός τουΜίνωα, με 80 πλοία, για να βοηθήσει τον Αγαμέμνονα στην εκστρατεία του κατάτης Τροίας. Και εδώ στάθηκε ο Οδυσσέας κατά την περιπλάνησή του, ότανγύριζε στην Ιθάκη. Οι ανασκαφές το 1932 από τον Σπ. Μαρινάτο έφεραν στο φωςμινωική έπαυλη της Μεσομινωικής ΙΙΙ περιόδου με θαυμάσιες τοιχογραφίες,όπως τις περίφημες <<τοιχογραφίες των κρίνων>> που τώρα βρίσκονται στοΜουσείο Ηρακλείου. Το 846 αποβιβάστηκε στην Αμνισό ο βυζαντινός στρατηγόςΚαρτερός, από τον οποίο πήρε αργότερα το όνομα της ολόκληρη η περιοχή, καιπολέμησε τους Σαρακηνούς. Από την κορυφή του λόφου της Παλιόχωρας, πάνωκαι γύρω από τον οποίο απλωνόταν η αρχαία πόλη, έχουμε μια θαυμάσια άποψητης μεγάλης αμμουδιάς. Στην πλαγιά του λόφου πάνω από το δρόμο, βρίσκεταιτο περίφημο Σπήλαιο της Ειλείθυιας ή νεραϊδόσπηλιος. Το σπήλαιο είναι ένααπό τα αρχαιότερα κέντρα λατρείας, αφιερωμένο στη θεά προστάτιδα τωντοκετών και κόρη της Ήρας, Ειλείθυια. Το σπήλαιο είναι πανέμορφο μεσταλακτίτες διάκοσμο, κολόνες και λιμνούλες. Η λέξη Αμνισός ήταν η πρώτηπου αποκρυπτογραφήθηκε στη Γραμμική Β. Η πόλη καταστράφηκε μετά το1500 π.Χ. από τα κύματα, που προκάλεσε η έκρηξη του ηφαιστείου τηςΣαντορίνης, βρέθηκαν μάλιστα και τεμάχια αλαφρόπετρας.

Δυτικά του λόφου της Παλαιοχώρας βρέθηκε ιερό αφιερωμένο στο Δία Θενάτα,με μεγάλο βωμό κυκλικό ο οποίος είχε πολλά υπολείμματα των πηρών και τωνθυσιών που εγίνοντο εκεί. Το ιερό είναι κτισμένο με τεράστιους πωρολιθικούςπελεκητούς ογκόλιθους που φέρουν εγχάρακτα σύμβολα. Εδώ βρέθηκανπινακίδες και δύο καθιστοί αετοί από πωρόλιθο.

Από την Αμνισό καταγόταν ο επικός και μελικός ποιητής Μυρίνος.

Άμπελος, η. Ξερόκαμπος Σητείας.

Παραθαλάσσια πόλη της Κρήτης (Πλιν. Nat. Hist. 4,12,59). Ερείπιά τηςβρέθηκαν στη θέση Ξερόκαμπος της επαρχίας Σητείας, κοντά στον μικρό ναό

του Αγ. Νικολάου απέναντι από τις νησίδες Καβάλλοι. Από τα ευρήματασυμπεραίνεται ότι η Άμπελος κατοικήθηκε από τη ρωμαϊκή μέχρι τηνελληνορωμαϊκή περίοδο. Στο χώρο βρέθηκαν και ταφικές επιγραφές. Το ίδιοόνομα φέρει και το κοντινό ακρωτήριο, όπως αναφέρει ο Πλίνιος (Πτολ. 3.17.4).Άμπελος άκρα. Τα τείχη της ήταν κτισμένα με πελεκητές αμμουδόπετρες. Εκείκοντά είναι μια πηγή μεταλλικού νερού με θεραπευτικές ιδιότητες και σ΄αυτήοφείλει την ίδρυσή της στη θέση αυτή.

Αμφιμάλιον (Αμφίμαλα). Γεωργιούπολη Αποκορώνου. Επίνειο τηςΛάππας. (Στράβων 10,475)

Ήταν πάνω στο γήλοφο που λέγεται σήμερα του Βένου ή Κεφάλα, 1200μ. Δυτικάτης Γεωργιούπολης.Άκμασε κατά την Ελληνική , Αρχαϊκή και Ελληνιστικήεποχή.

<< Αμφιμάλιον. Πόλη της Κρήτης που πείρε το όνομά της από τον Αμφίμαλο. Οπολίτης λέγεται Αμφιμαλεύς ή Αμφιμάλιος. Λέγεται και Αμφίμαλα και το εθνικόΑμφιμαλαίος>> (Στ. Βυζ.)

Αμύκλαιον, το. Κόκκινος Πύργος Πυργιώτισσας;

Ανώπολις, η. Ανώπολη Σφακίων.

Η αρχαία πόλη ήταν χτισμένη κοντά στο σημερινό χωριό Ανώπολις Σφακίων.Είχε επίνειο την Φοινικούσα, στη θέση του σημερινού χωριού, Λουτρό Σφακίων.Την εποχή εκείνη υπήρχαν δύο πόλεις. Η Ανώπολη και η Κάτωπόλη, που ήτανγνωστή με το όνομα Φοίνικας, όπως αναφέρεται και στις Πράξεις τωνΑποστόλων (27, 10). Η Αρχαία Ανώπολη υπόγραψε τη συνθήκη συμμαχίας των30 Κρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β΄, και σαν ανεξάρτητη και ελεύθερη είχεκόψει δικά της νομίσματα. Σώζονται τμήματα των πελασγικών κυκλώπειωντειχών στη θέση Ρίζα. Η πόλη άκμασε ιδιαίτερα κατά τους ρωμαϊκούς καιβυζαντινούς χρόνους, αλλά ο Πάσλεϋ παρατήρησε και όστρακα Ελληνιστικήςπεριόδου, που σημαίνει πως κατοικούνταν και παλαιότερα. Η ύδρευσή της,γινόταν από δεξαμενές, που σώζονται υπολείμματά τους. Την περίοδο τηςΕνετοκρατίας υπήρξε κέντρο αντίστασης των Κρητικών στη δυτική Κρήτη,όπως το Λασίθι στην Ανατολική, γι΄αυτό και καταστράφηκε το 1365.Οικοδομήθηκε ξανά την Τουρκοκρατία, και οι κάτοικοί του ασχολήθηκαν με τηνναυτιλία.

Άξος, η (Όαξος). Αξός Μυλοποτάμου . (Bk. 'Oanor ).

. << Η Άξος είναι πόλη της Κρήτης και ο Ηρόδοτος την αναφέρει τέταρτη . Τοεθνικό είναι Άξιος>> (Στ. Βυζ.)

Απολλωνία. Αγία Πελαγία Μαλεβιζίου .

Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή μέχρι σήμερα. Ήταν η πιο σημαντική απότις πόλεις της Κρήτης, που έφεραν αυτό το όνομα (όπως η Κυδωνία και ηΕλεύθερνα). Ήταν αυτή που αναφέρει ο Στ. Βυζάντιος, γιαυτό όποιοςαρχαιολόγος έχει κάνει κάποια σπουδαία ανασκαφή από το Γάζι μέχρι την Αγ.Πελαγία νομίζει ότι έχει βρει την Απολλωνία. Την τοποθετούν στην Αγ. Πελαγίαή στο Παλαίκαστρο ή στις εκβολές του ποταμού Αρμυρού Ηρακλείου. Επειδήόμως στην Β΄Βυζαντινή περίοδο υπήρχε στην περιοχή του Χάντακα οικισμός μετο όνομα Απόλλωνας, τον οποίο ο Καστροφύλακας αναφέρει στην επαρχίαΤεμένους, αλλά και ο Βασιλικάτα, όπως και έγγραφο του 1257, του ΚατάστιχουΕκκλησιών Μοναστηριών του Κοινού αναφέρει τον οικισμό στη δικαιοδοσία τηςμονής Παλιανής, ενδέχεται πράγματι η Απολλωνία να είναι σ΄αυτήν την περιοχή,περίπου ΒΑ του χωριού Βενεράτο. Αναφέρεται μεταξύ των 30 πόλεων τηςΚρήτης που υπόγραψαν τη συνθήκη με τον Ευμένη Β΄της Περγάμου (197-159π.Χ.). Αναφέρεται επίσης στη συνθήκη της Ιωνίας και των Κρητικών πόλεωντου 193 π.Χ., που καθόριζε το δικαίωμα ασύλου στο ιερό του Διονύσου.

Ο Πολύβιος (27,16) και ο Διόδωρος Σικελιώτης (30,!5) αναφέρουν, ότι οικάτοικοι της Κυδωνίας είχαν συνδεθεί με τους Απολλωνιάτες σε μια ισοπολιτείακαι κοινωνία πάντων των εν ανθρώποις νομιζομένων δικαίων. Η Συμφωνίαεπικυρώθηκε με όρκο και κατατέθηκε στο ναό του Ιδαίου Δία. Αυτό όμως δενεμπόδισε τους Κυδωνιάτες το 171 π.Χ. να παραβούν τον όρκο τους, με τόσηθρασύτητα και ασέβεια, άγνωστη ακόμη και στην Κρήτη, να καταλάβουν τηνπόλη των Απολλωνιατών, να τους σφάξουν όλους, να αιχμαλωτίσουν ταγυναικόπαιδά των και να καταστρέψουν την πόλη των. Λογικά όμως ηΑπολλωνία που είχε σχέση με την Κυδωνία δεν θα πρέπει να ήταν κοντά στηνΚνωσό, εκτός και αν η τελευταία την περίοδο αυτή βρισκόταν σε μεγάληπαρακμή.

Τα νομίσματα που αποδίδονται στην Απολλώνια δεν είναι βέβαιο ότι κόπηκανσ΄αυτήν. Στη μια τους όψη εικονίζουν τον Ηρακλή να δαμάζει ελάφι και στηνάλλη τον Έρωτα να κάθεται πάνω στη ράχη ενός πετεινού ή στη μια όψη τηνΆρτεμη στεφανωμένη και στην άλλη δάδα αναμμένη με τα γράμματαΑΠΟΛΛΩΝΙΑΤΩΝ και κάτω ΔΑ. Επίσης σε ορισμένα από αυτά υπάρχουν οιπαραστάσεις ενός νέου (του Απόλλωνα) και ενός τρίποδα που ακουμπάαποκλειστικά σε κοίλο έδαφος.

<<Απολλωνία. ά .......... στ΄ στην Κρήτη, κοντά στην Κνωσό, .............κγ΄ Κρήτης,που λεγόταν παλιά Ελεύθερνα και ήταν η πατρίδα του Λίνου, από αυτήνκαταγόταν και ο Διογένης. Ο Τρύφων στο βιβλίο του περί παρωνύμων, είπε τοεθνικό Απολλωνιεύς, δεν προέρχεται όμως από το όνομα της πόλεως αλλά από τοΑπολλώνιον, όπως από το Δουλίχιον Δουλιχιεύς>> (Στ.Βυζ.)

Απολλωνία. Ελεύθερνα Μυλοποτάμου.

Απολλωνιάς, η. Αργουλές Σφακίων;

Άπτερα (Άπταρα). Παλαιόκαστρο Αποκορώνου

Νοτιοδυτικά από το Καλάμι Αποκορώνου.

Άπτερα ή Άπταρα, Απτερία, Απτεραία και Άπτερον, η (αρχ.) μία από τιςσημαντικότερες πόλεις στη βόρεια ακτή της Δυτικής Κρήτης. Ήταν χτισμένη σεοροπέδιο ύψους 231 μέτρων σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα στο σημερινόκόλπο της Σούδας ανάμεσα στα ακρωτήρια Κύαμο και Δρέπανο. Η πόλη, με ταδύο επίνειά της την Κίσαμο, που άλλοι τοποθετούν ανατολικά από το χωριόΚαλύβες και άλλοι κάτω από το χωριό Καλάμι, και τη Μινώα, στη ΝΑ άκρη τουΑκρωτηρίου κάτω από τις Στέρνες, υπήρξε αξιολογότατο εμπορικό κέντρο τηςΚρήτης. Η αρχαία πόλη Άπτερα έχει ταυτιστεί με τον χώρο του συνοικισμούΠαλαίκαστρο, που βρίσκεται στην επαρχία Αποκορώνου, του νομού Χανίων.Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη οφείλει την ονομασία της στην αποπτέρωσητων Σειρήνων από τις Μούσες, που έγινε στην περιοχή αυτή μετά την ήττα τωνΣειρήνων σε μουσικούς αγώνες. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η πόλη πήρε τηνονομασία της από τον Πτεράν ή Απτεράν, μυθικό κτίτορα του ναού στουςΔελφούς. Με την ονομασία Άπτερος παραδίδεται και επώνυμος ήρωας τηςπόλης. Τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι το τοπωνύμιο βρίσκεται ήδη στιςπινακίδες Γραμμικής Β’ της Κνωσού με τη μορφή ΑΡΑΤΑΧΑ.

Οι κυριότεροι ιστορικοί σταθμοί της πόλης: Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας,Απτεραίοι τοξότες ήταν σύμμαχοι των Σπαρτιατών στον Β’ Μεσσηνιακό πόλεμο,το 668 π.Χ. Η Άπτερα πήρε μέρος στους εμφυλίους πολέμους των κρητικώνπόλεων ως σύμμαχος της Κνωσού και το 220 π.Χ. πολιορκήθηκε από τονΦίλιππο, αρχηγό των στρατευμάτων των Αχαιών. Από επιγραφικές μαρτυρίεςμαθαίνουμε ότι η Άπτερα ήταν μια από τις τριάντα πόλεις της Κρήτης πουσυμμάχησαν με το βασιλιά της Περγάμου Ευμένη Β’. Τα ερείπια που σώζονταιμαρτυρούν την ακμή και την ισχύ της πόλης. Εκτεταμένα είναι τα τείχηκλασικής και ελληνιστικής εποχής, μήκους περίπου τεσσάρων χιλιομέτρων, πουσώζουν πύργους και προμαχώνες. Στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 4ου π.Χ.αιώνα χρονολογείται ένα μικρό ιερό, που ανάσκαψε ο H. Drerup. Αποτελείταιαπό δυο σηκούς, που καθένας έχει μια πόρτα στα αντολικά. Αξιόλογες είναι δυοδεξαμενές των ρωμαϊκών χρόνων, που διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση. Ημία μάλιστα χωρίζεται με πεσσούς σε τρία κλίτη. Σύγχρονο θεωρείται και ένααψιδωτό οικοδόμημα με τρεις κόγχες. Το θέατρο της πόλης μόλις διακρίνεταισήμερα. Από επιγραφικές μαρτυρίες συμπεραίνουμε ότι στην πόλη υπήρχε ναόςτης θεάς Ειλείθυιας και Πρυτανείο καθώς και λατρεία Αρτέμιδος Απτέρας. Σεαπόσταση 500 μέτρων δυτικά της πόλης έχει εντοπιστεί το αρχαίο νεκροταφείομε λαξευτούς τάφους ρωμαϊκών κυρίως χρόνων. Ο χώρος της αρχαίας πόλης και

των περιχώρων δεν έχει ακόμη ερευνηθεί συστηματικά. Από το πλήθος τωνεπιγραφών, κυρίως προξενικών, και από το μεγάλο αριθμό των νομισμάτων πουέχουν βρεθεί, αποδεικνύεται η εμπορική σπουδαιότητα της πόλης από τα ύστερακλασικά μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια. Στην περίοδο της μεγάλης ακμής της καιανεξαρτησίας είχε πολλά νομίσματα. Ο Σβορώνος αναφέρει 76 τύπους. Ταπερισσότερα φέρουν την κεφαλή γυναίκας, πιθανώς της Ήρας και τη λέξηΑΠΤΑΡΑΙΩΝ ή ΑΠΤΕΡΑΙΩΝ και πίσω γενειοφόρο πολεμιστή και τη λέξηΠΤΟΛΙΟΙΚΟΣ. Άλλα είχαν την Αρτέμιδα και πίσω μια μέλισσα.

Ο Κ. Δουνάκης που ασχολήθηκε ειδικά με την ιστορία των Απτέρων, λεει πωςείχε οκτώ προάστια στους πρόποδες τους υψώματος στην κοιλάδα του Στύλου,από τις όχθες του Κυλιάρη μέχρι το Νέο Χωριό, στους λόφους Καλοσυκιά,Αζογυρέ, Κεφάλας των Θόλων, των Σελιών, και του Άϊ Λιά, όπως μαρτυρούν ταευρήματα που βρέθηκαν στις θέσεις αυτές. Τα προάστεια ήταν παλαιότερασυνοικισμοί της αρχαιότερης πόλης, που ήταν στην ίδια θέση, και το όνομά τηςήταν: Τα Ιπποκόρωνα.

<< Η Απτερα είναι πόλη της Κρήτης, η οποία πείρε το όνομα της μετά την νίκητων μουσών επι των Σειρήνων σε μουσικό αγώνα ο οποίος έγινε μεταξύ τηςπόλης και της θάλασσας, τον οποίο κέρδισαν οι Μούσες. Οι Σειρήνες απέβαλαντα πτερά τους και έγιναν λευκές. ¨έτσι η πόλη πείρε το όνομα Άπτερα και ταπλησίον νησάκια το όνομα Λευκέ. Ο πολίτης ονομαζόταν Απτεραίος. >> (Στ.Βυζ.)

ΑΠΤΕΡΑ

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ

Νοτιοδυτικά από το Καλάμι Αποκορώνου, (το φρούριο βρίσκεται στηβοριοανατολική άκρη του χώρου της αρχαίας πόλης) στο 15ο χιλιόμετρο τηςεθνικής οδού Χανίων - Ρεθύμνου, σε ύψος 200ων μέτρων περίπου, με θαυμάσιαθέα προς τον κόλπο της Σούδας, ήταν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις τηςαρχαίας Δυτικής κρήτης, η Απτέρα. Στο κέντρο της είναι σήμερα η μονή ΑγίουΙωάννου του Θεολόγου της Πάτμου και τα γύρω χωριά Καλάμι, ΜεγάλαΧωράφια και Παλαιόκαστρο. Προς βορρά απλώνεται σε πανοραμική εικόνα οκόλπος της Σούδας με τις νησίδες Λευκές στο στόμιό του, ανατολικά ξεκουράζειτο μάτι του επισκέπτη το εναλλασόμενο σε όλες τις αποχρώσεις πράσινο τηςκοιλάδας του Κυλιάρη, και δυτικά υψώνεται η Μαλάξα.

ΙΣΤΟΡΙΑ

Η τοποθεσία ήταν παλαιότερα γνωστή με το όνομα Παλαιόκαστρο. Σχετικά με τοποιός την έκτισε, πότε και γιατί την ονόμασαν Άπτερα όπως και για τις

περισσότερες κρητικές πόλεις της αρχαιότητας έτσι και για την Άπτεραυπάρχουν πολλές εκδοχές. Αναφέρεται ότι το όνομά της οφείλεται από τονιδρυτή της βασιλιά της Κρήτης Πτέρα ή Απτέρα ή Άπτερον, ο οποίος έκτισε καιτον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς το 1800 π.Χ. Σύμφωνα με μια πιόελκυστική εκδοχή το όνομα οφείλεται στην έριδα των Μουσών και τωνΣειρήνων. Η μυθολογία αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στην αρχαία αυτή πόλητης Κρήτης έλαβε χώρα μουσικός διαγωνισμός, προς τιμήν του θεού Απόλλωνα,μεταξύ των Μουσών και των Σειρήνων. Οι κριτές έδωσαν τη νίκη στις Μούσεςαλλά οι Σειρήνες δυσφόρησαν τόσο πολύ για την έκβαση του αγώνα πουξερίζωσαν τα φτερά τους μένοντας "άπτερες" και συγχρόνως λευκές από τοχρώμα των πούπουλων που παρέμειναν πάνω τους. Στην συνέχεια αποσύρθηκανστα νησιά Λευκές τα οποία πηραν το όνομά τους από το χρώμα των άπτερωνΣειρήνων ενώ η πόλη που έγινε ο αγώνας ονομάστηκε Άπτερα. Τέλος η ακριβήςθέση όπου έγινε ο διαγωνισμός, το Μουσείο, (έτσι ονομαζόταν στην αρχαιότηταοι τοποθεσίες που διεξάγονταν μουσικοί αγώνες) λέγεται ότι ήταν στη θέση πουείναι σήμερα το φρούριο Ιτζεντιν.

Στο β΄ Κρητολογικό Συνέδριο ο καθηγητής του πανεπιστημίου της ΣόφιαςVladimir Georgiev ανακοίνωσε, ότι το τοπωνύμιο αναφέρεται σε πινακίδες τηςΚνωσού: APATAWA > Άπτα(ρ)Fa > στην δωρική Άπταρα > στην αττικήΆπτερα > ά Άρτεμις ά Απτέρα.

Η παλαιότερη θέση της Απτέρας, όπως άλλωστε και των περισσοτέρωνκρητικών πόλεων, ήταν άγνωστη παλαιότερα. Σ΄ ένα βενετσιάνικο κατάλογο των100 πόλεων της Κρήτης τα Άπτερα τοποθετούνται στην θέση της αρχαίας

Μινώας στη νοτιοανατολική άκρη του Ακρωτηρίου κάτω από το χωριό Στέρνες.Ο ιταλός αρχαιολόγος Buondelmonti που επισκέφτηκε τα Άπτερα το 1415 νομίζειαντιθέτως πως εκεί είναι η αρχαία πόλη Μινώα. Το ίδιο λάθος επαναλαμβάνει το1557 και ο Domenico Negri. Την πραγματική θέση της Απτέρας πρώτοςκαθώρισε ο Pashley που την επισκέφθηκε το 1834. Στον καθορισμό της θέσηςτον βοήθησαν οι μελέτες του Στραβωνα. Αλλά και τα νομίσματα που βρήκε στηθέση αυτή επιβεβαιώνουν την άποψή του. Μα καί η έκταση και η ποικιλία τωνερειπίων της επιβεβαιώνουν τους μύθους και τις περιγραφές των αρχαίωνσυγγραφέων, τους Σκύλακα, του Στράβωνα, του Ιεροκλή και άλλων.

Κατά τον Παυσανία οι Απτεραίοι ήταν φίλοι και σύμμαχοι των ομοφύλων τουςΣπαρτιατών και στο δεύτερο Μεσσηνιακό πόλεμο το 668 π.Χ. τοξότες Απτεραίοιτους βοήθησαν κατά του Αριστομένη. Στις διαμάχες των κριτικών πόλεων ημερίδα που άνηκε η Απτέρα ήταν σε πλεονεκτική θέση. Ο Πολύβιος αναφέρει ότιόταν το 220 π.Χ. οι Κνώσιοι κατάστρεψαν τη Λυττό τα Άπτερα ήταν σύμμαχοςτης Κνωσού. Η Απτέρα πήρε μέρος στη συνθήκη των 30 κρητικών πόλεων καιτου Ευμένη (197-159 π.Χ.). Ετίμησε επίσης τον βασιλέα της Περγάμου ΆτταλοΒ΄ (159-138 π.Χ.) με χάλκινο αδριάντα.

Τα ερείπια της Άπτερας ανήκουν στην <<προελληνική>>, την ελληνική και τηνρωμαϊκή περίοδο. Αλλά και κατά τη βυζαντινή περίοδο η Απτέραεξακολουθούσε να είναι σπουδαία αφού αναφέρεται επίσκοπος Απτέρης από τοΙεροκλή το 528, και στο 8ο και 9ο Τακτικό του Θ΄ αιώνα. Αλλά οι πειράτές πουλυμαίνονταν τότε τα παράλια της Κρήτης τη λεηλάτησαν πολλές φορές. Τον 7ομ.Χ. αιώνα φαίνεται πως καταστράφηκε από σεισμό και οι κάτοικοι τηςμετοίκισαν στη θέση Ράχη, όπου σήμερα είναι το χωριό Νίππος. Η τελικήκαταστροφή της Απτέρας φαίνεται να έγινε από τους Σαρακήνούς το 823 και δενανοικοδομήθηκε πια σαν πόλη.

Όταν κατέλαβαν την Κρήτη οι Βενετσιάνοι ήταν ερειπωμένη, και επειδή ήτανφυσικά οχυρή θέση έχτισαν φρούριο γαι την ασφάλεια του κόλπου της Σούδας,που αναφέρεται στα ντοκουμέντα τους Παλαιόκαστρο. Δημιουργήθηκε μάλιστα

και μικρός συνοικισμός στην δυτική πλευρά της πολιτείας, και ο GeneraleGiannbatista Del Monte ήθελε να μεταφέρει εκεί τους κατοίκους των Χανίων, νακατεδαφίσει το φρούριό τους και να μωλώσει το λιμάνι τους, γιατί, κατά τηγνώμη του, ήταν ακατάλληλο για άμυνα. Το 1538 το κατέστρεψε ο Μπαρμαρόσακαι την καταστροφή συμπλήρωσε ο Σουλτάν Σελήμ. Το 1646 οι τούρκοι έκτισανστη θέση του κατεστραμένου φρουρίου ένα πύργο και μετά την επανάσταση του1866 ο διοικητής Κρήτης Ρεούφ πασάς τον μετέτρεψε πάλι σε φρούριο που τουέδωσε το όνομα του πρωτότοκού του γιου Αμπντούλ Αζίζ, Ιτζεντίν. Μετά τηεπάνάσταση του 1866 η περιοχή συνοικίστηκε και πάλι και δημιουργήθηκαν ταχωριά Μεγάλα Χωράφια και Παλαιόκαστρο. Μετά την απέλαση των τούρκωναπό την Κρήτη το φρούριο Ιτζεντιν χρησιμοποιήθηκε από την Κρητική Πολιτείαως φυλακή.

Σήμερα η περιοχή ανήκει στη μονή Αγίου Ιωάννη της Πάτμου.

Αραδήν (Ηραδήν). Αράδαινα Σφακίων.

Η Αράδενα βρίσκεται στη δυτική πλευρά του ομώνυμου φαραγγιού, στηνεπαρχία Σφακίων, πού χωρίζει το οροπέδιο της Αράδενας από το οροπέδιο τηςΑνώπολης, ανατολικά της Αγίας Ρούμελης και κοντά στον Άγιο Ιωάννη. Ο Στέφ.Βυζάντιος κάνει σύγχυση και συνταυτίζει την Αράδενα με την Ανώπολη. Ταερείπια της Αρχαίας Αραδήν ή Ηραδήν σώζονται στη θέση Πασσόπετρα, κοντάστο σημερινό χωριό Αράδενα, που διασώζει το όνομα. Ήταν αυτόνομη πόληαφού αναφέρεται ανάμεσα στις 30 κρητικές πόλεις, που υπόγραψαν τη συνθήκησυμμαχίας με τον Ευμένη Β΄της Περγάμου το 183 π.Χ. Η αρχαία νεκρόπολη είναιστη θέση Ξενοτάφι.

Λιμάνι της Αράδαινας ήταν ο Φοίνιξ. Πιστεύεται πώς ιδρύθηκε από Φοίνικεςαποίκους και συνδέουν το ονομά της με τη φοινική λέξη Aruad που σημαίνεικαταφύγιο, και ομώνυμη πόλη υπήρχε στη Φοινίκη. Η Αράδαινα μέχρι τουςτελευταίους αιώνες της Βενετοκρατίας και τον πρώτο της Τουρκοκρατίαςευημερούσε, γιατί οι κάτοικοί της είχαν επιδοθεί στη ναυτιλία και το εμπόριο.Κατά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη εναντίον των Τούρκων,καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Στην Αράδαινα μπορούμε να πάμε από τη ΧώραΣφακίων, περνώντας πρώτα από την Ανώπολη.

<<Η Αραδήν είναι πόλη της Κρήτης η οποία λέγεται και Ανώπολη, επειδή ήτανσε υψηλό (άνω) μέρος, ο πολίτης από της γενικής της λέξης λεγόταν Αραδήνιος,όπως Αραφήνος Αραφήνιος>> (Στ.Βυζ.)

Άρβις, η Άρβη Βιάννου. (βλ. λέξη Άλβη).

Αρκάδες (Αρκαδία). Στη θέση Προφ. Ηλίας του χωριού ΑφρατίΠεδιάδος.

Αρκάδες, οι ή Αρκαδία, η. Μεσόγεια πόλη της κεντρικής Κρήτης, για τηνιστορία της οποίας λίγες μόνο πληροφορίες μας δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς: ΟΠολύβιος αναφέρει ότι οι Αρκάδες είχαν λάβει μέρος το 221 π.Χ. στον εμφύλιοπόλεμο των κρητικών πόλεων, ενώ επιγραφές μαρτυρούν για τη μεγάλη σημασίατους καθ’όλο τον 2ο π.Χ. αιώνα αφού είχαν κάνει συμφωνίες με την Τέω τηςΙωνίας το 193 και με τον Ευμένη Β΄της Περγάμου το 183 π.Χ. Την αυτονομία τηςπόλης καταδεικνύουν και τα αργυρά και χάλκινα νομίσματά της, που έφεραν απότη μία πλευρά κεφαλή Διός και από την άλλη κεφαλή της Αθηνάς με τηνεπιγραφή ΑΡΚΑΔΩΝ. Η εύρεση πολλών από αυτά τα νομίσματα καθώς και μιαςεπιγραφής έδωσαν τα στοιχεία για την ταύτιση της πόλης με το λόφο τουΠροφήτη Ηλία κοντά στο χωριό Αφρατί της επαρχίας Πεδιάδος, του νομούΗρακλείου. Ανασκαφή που έγινε στη θέση αυτή το 1924 έδωσε πολλάενδιαφέροντα στοιχεία και έριξε αρκετό φως και στην πρωιμότερη ιστορία τηςπόλης. Αποκαλύφθηκαν πολλές κατοικίες καθώς και το νεκροταφείο της μεμεγάλους θολωτούς τάφους που συνεχίζουν τη μινωική κληρονομιά. Οι ταφέςπου ήταν κυρίως σε πίθους ή τεφροδόχους κάλπες, έδωσαν σημαντικά ευρήματααπό τη γεωμετρική και ανατολίζουσα περίοδο (9ος-7ος π.Χ. αιώνας), κυρίωςαγγεία ενός πολύ χαρακτηριστικού τοπικού εργαστηρίου. Επίσης σημαντικόενδιαφέρον παρουσιάζει η εύρεση στους Αρκάδες ενός φοινικόμορφουκιονόκρανου του 7ου π.Χ. αιώνα, που μιμείται αιγυπτιακά πρότυπα και μέχριστιγμής το μοναδικό που έχει βρεθεί στην Κρήτη. (εγκ.Π.Λ.Μ.)..

<< Οι Αρκάδες ήταν πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Ξενίων στο βιβλίοΚρητικά. Οι πολίτες ονομάζονταν Αρκάδες. Ο Δημήτριος όμως δεν ονομάζει τηνπόλη Αρκάδες αλλά Αρκαδία και το εθνικό Αρκάδες>> (Στ.Βυζ.).

Αρσινόη. Λιμάνι της Λύκτου.

Ο Στ. Βυζάντιος, αριθμεί τις πόλεις που φέρουν αυτό το όνομα, και αναφέρει <<έννατη Λύκτου >>. Ο Bursian υποθέτει ότι η πόλη βρίσκεται κοντά στην Ίτανο,ο δε Spratt την τοποθετεί λίγο βορειότερα κοντά στη σημερινή Ερημούπολη. ΟMuller ορίζει την τοποθεσία της στα βόρεια παράλια της Κρήτης, μεταξύΧερσονήσου και Μιλάτου στο βάθος του κόλπου των Μαλίων, εκεί όπουυπάρχουν αρχαία ερείπια. Ο Σβορώνος δέχεται ως πιθανότερη την τελευταίαγνώμη, διότι σύμφωνα με αυτήν η πόλης δεν βρίσκεται μακριά από την Λύκτοκαι κοντά στη Χερσόνησο η οποία απετέλεσε μέρος της Λυκτίας (χώρας).Υπάρχουν νομίσματα τα οποία αποδίδονται στην πόλη αυτή.

Άσος. κοντά στο Βουρβουλίτη Καινούργιου.

<< Άσος. Μικρά πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λεγόταν Άσιος διότι εκεί τιμάται οΖεύς και υπάρχει ιερό αρχαιότατο του Ασίου Διός>> (Στ.Βυζ.)

Αστάλη ή Ατάλη. Μπαλί Μυλοποτάμου.

Η αρχαία Αστάλη που ήταν λιμένας της Αξού κατά την Ρωμαϊκή περίοδο,βρισκόταν στη θέση που βρίσκεται σήμερα ο παράλιος οικισμός Μπαλί, της

κοινότητας Μελιδονίου, επαρχίας Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης. Βρίσκεταιστη δυτική παραλία του υπήνεμου όρμου.

Στους βενετσιάνικους καταλόγους των χωριών δεν αναφέρεται. Ο όρμοςσημειώνεται στους βενετσιάνικους χάρτες και στα έγγραφα αναφέρεται porto ήredoto di Atali = όρμος της Α(σ)τάλης.

Αναφέρεται στους Σταδιασμούς της Μεγάλης Θαλάσσης, 347 : Από τοΑμφιμάτριο στην Αστάλην εναι 30 σταδίες, υπάρχει λιμάνι και έχει πηγή. Απόεδώ η Ελευθέρα (Ελεύθερνα) απέχει 50 σταδίες.

Η περιοχή ονομάστηκε Μπαλί από τους Τούρκους, επειδή στην περιοχή υπήρχεανεπτυγμένη μελισσοκομία και στα Τούρκικα balli = μέλι.

Αστερούσια.<< Αστερουσία λέγεται όρος στην Κρήτη, προς τα νότια το οποίο βλέπει στηθάλασσα. Υπάρχει και πόλη στον Καύκασο που λέγεται Αστερουσία και είναιαποικία των Κρητών. Οι οικήτορες λέγονται Αστερουσιανοί και Αστερουσιείςκαι Αστερούσιοι>> (Στ.Βυζ.). Τα Αστερούσια βρίσκονται στα νότια του νομούΗρακλείου.

Μερικοί ερευνητές φρονούν ότι υπήρχε και στην Κρήτη πόλη που ονομαζότανΑστερουσία. Η θέση της όμως δεν έχει επισημανθεί ακόμη.

Άτρικος.

Αυλών .Ο Ν.Σταυράκης την αναφέρει Αυλήν,(λανθασμένα) και υπενθυμίζει ότι με τοόνομα Αυλή υπάρχει σήμερα χωριό στην κοινότητα Παναγιάς της επαρχίαςΠεδιάδος Ηρακλείου Κρήτης.

<<Αυλών......................υπάρχει και τρίτη περίπτωση με το όνομα αυτό πουβρίσκεται στην Κρήτη και αναφέρεται ή σε πόλη ή σε τόπο>>(Στ.Βυζ.).

Αχάρνα. Αρχάνες Τεμένους.

Οι Αρχάνες βρίσκονται 15 χιλ. Νότια του Ηρακλείου Κρήτης και 10 χιλ. Νότιατης Κνωσού. Το όνομα των Αρχανών απαντά για πρώτη και μοναδική φορά στηναρχαιότητα σε επιγραφή του 5ου π. Χ. αιώνα, που βρέθηκε στο πελοποννησιακόΆργος και αναφέρεται σε συνθήκη μεταξύ Κνωσίων και Τυλισσίων. Στηνεπιγραφή αναφέρεται λατρεία του Αρχού: ΤΟΝ ΑΡΧΟΝ ΤΟ ΤΕΜΕΝΟΣ ΕΧΕΝΤΟΝ ΑΧΑΡΝΑΙ. Το όνομα εμφανίζεται στον ενικό αριθμό. Ουδέποτε οι Αρχάνεςέκοψαν νομίσματα. Αντίθετα βρέθηκαν νομίσματα της Κνωσού στην περιοχή,γεγονός που σημαίνει όχι μόνο ότι υπήγοντο για πολλούς αιώνες στην γειτονικήπόλη άλλά και ότι δεν ήταν ανακτορικό κέντρο. Δεν ήταν μεν ανακτορικό κέντροαλλά είχε μεγαλύτερο κύρος από ένα τέτοιο, αφού αποτελούσε ένα ανεξάρτητο

και αυτόνομο, κτιριακό συγκρότημα συνέχεια των ανακτόρων της Κνωσού, όπουκατοικούσαν Αρχιερείς και Αρχιέριες πριγκίπισσες μέλη της οικογένειας τωνμυκηναίων βασιλέων της Κνωσού. Η Αρχάνα ήταν ο ενδιάμεσος κρίκος πουσυνέδεε το ανάκτορο της Κνωσού με το ιερό κορυφής στο Γιούκτα και τονεκροταφείο στο Φουρνί όπου έθαβαν και τα μέλη της βασιλικής ιερατικήςοικογένειας.

Οι Αρχάνες αποτελούν μια από τις πιο σημαντικές θέσεις στην αρχαιολογία τουΜινωικού πολιτισμού. Περισσότερο μάλιστα σημαντική απ΄ότι πιστεύουν μέχρισήμερα. Οι ανασκαφές στην περιοχή έχουν αποκαλύψει πολύ ενδιαφέρονταστοιχεία σχετικά με οικιστική αρχιτεκτονική (μέσα στο χωριό), με ταφικήαρχιτεκτονική και τα έθιμα ταφής (νεκροταφείο στο Φουρνί), καθώς και μελατρευτικούς χώρους. Η μεγάλη σημασία των Αρχανών λόγω της γειτνίασήςτους με το ιερό του Γιούχτα, είχε επισημανθεί ήδη από τον Έβανς, που το 1922αποκάλυψε ενδιαφέρουσα ερείπια της Μινωικής περιόδου μέσα στο σημερινόχωριό Επάνω Αρχάνες. Από αυτά και από άλλα σποραδικά ευρήματα υπέθεσε(λανθασμένα) την ύπαρξη ανακτόρου, που το θεώρησε ως θερινό κατάλυμα τωνβασιλέων της Κνωσού.

Ανασκαφές που άρχισαν το 1964 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα από τους Γιάννηκαι Έφη Σακελλαράκη, αποκάλυψαν κάτω από τα σπίτια του σημερινού χωριούένα μεγάλο κτιριακό συγκρότημα της ίδιας εποχής με τα μεγάλα μινωικάανάκτορα (γύρω στο 1600 π.Χ.) και με τον ίδιο προσανατολισμό. Οι τοίχοι του,που διατηρούνται μέχρι ύψους 2 μέτρων καθώς και τα άλλα οικοδομικάστοιχεία, όπως επίσης και τα πολλά κινητά ευρήματα το καθιστούν συγκρίσιμοσε αρχιτεκτονική κατασκευή, λειτουργίες και πλούτο με το κύριο ανάκτορο τηςΚνωσού. Σε μικρή από στάση δυτικότερα βρέθηκε αρχείο με πήλινες πινακίδεςΓραμμικής Α γραφής, καθώς και ένα μικρό πήλινο ομοίωμα μινωικού σπιτιού.Πολύ σημαντικό είναι το νεκροταφείο στον λόφο Φουρνί, και τα ευρήματα απόαυτό. Η σημασία του νεκροταφείου τονίζεται από τη μεγάλη διάρκεια ζωής του(πάνω από 1.500 χρόνια χρήσης) και από τα άφθονα και πλουσιότατα κινητάευρήματα που υπήρχαν στους τάφους του. Είναι το σημαντικότερο νεκροταφείοτου προϊστορικού κόσμου, αφού έχει σχέση με τη μινωική και μυκηναϊκήΚνωσό, προπαντός της δεύτερης της οποίας υπήρξε ιερός χώρος των νεκρών τηςμυκηναϊκής δυναστείας. Ο θολωτός τάφος Α, περιείχε στο πλευρικό του δωμάτιομια βασιλική ταφή γύρω στο 1400 π.Χ. Στην πριγκίπισσα και αρχιέρεια που είχεταφεί εκεί εκτός από τα πλούσια κτερίσματα που της έβαλαν στο τάφο (χρυσάδαχτυλίδια, περιδέραια, υποπόδιο από ελεφαντόδοντο, καθρέπτης, χάλκινασκεύη), φαίνεται ότι της έκαναν και θυσία ταύρου και αλόγου, όπως δείχνουνλείψανα των σκελετών των ζώων που βρέθηκαν στον τάφο. Έθαψαν επίσης στοέξω κύριο μέρος του τάφου άνδρα πολεμιστή. Σε χρυσό δακτυλίδι από τον τάφοαυτό, με εικόνα λατρείας πάνω στην σφενδόνη, όπου η αρχιέρεια πάνω σε βάθροικετεύει, γράφει με <<κρητικά ιερογλυφικά>> τις λέξεις <<ζωνίτης που ικετεύειπάνω σε ειδικό βάθρο>>. Τα <<ιερογλυφικά>> είναι γραμμένα μπροστά από τηνιέρεια προς τον μέρος του λατρευτή και τα έβλεπαν μέχρι σήμερα σαν ιπτάμενεςπεταλούδες. Παρόμοιο δακτυλίδι με των Αρχανών βρέθηκε στον τάφο τουΒαφειού, αλλά γράφει πάλι με <<κρητικά ιερογλυφικά>> την λέξη <<ζωνίτε>>στην Λακωνική διάλεκτο. Οι ανασκαφές στο Φουρνί έφεραν στο φως άφθονακαι πολύτιμα ευρήματα, όπως σφραγίδες, (ιδιαίτερα πρώιμες απόελεφαντόδοντο), χάλκινα σκεύη, λίθινα αγγεία, ελεφάντινα πλακίδια με

ανάγλυφες παραστάσεις, ειδώλια, λάρνακες, καθώς και ένα τεράστιο αριθμόπρώτης ποιότητας αγγείων.

Άλλος χώρος, εκτός από το νεκροταφείο, στον οποίο οφείλεται η ύπαρξή τωνκτιριακών συγκροτημάτων της μινωικής και μυκηναϊκής εποχής στις Αρχάνες,ήταν το βασιλικό ιερό κορυφής στον Γιούκτα.

Η σημερινή ονομασία του βουνού είναι παραφθορά της αρχαιότερης: Ιυτ(τ)ός >Ιυκτός > Γιούκτας. Στο Γιούκτα έχει ανασκαφεί ένα σημαντικότατο ιερόκορυφής της μινωικής εποχής. Το 1909 μια προκαταρκτική έρευνα του Έβανςαποκάλυψε ένα μεσομινωικό ιερό που περιβαλλόταν από κυκλώπειο τείχος. Ηνεώτερη έρευνα (1974-1981) αποκατέστησε την αρχική ανακριβή κάτοψη τουιερού και έδωσε πλουσιότατα στοιχεία για τη μορφή των μινωικών ιερώνκορυφής καθώς και θαυμάσια ευρήματα και στοιχεία για τη λατρεία. Στοψηλότερο άνδηρο είχε χτιστεί επιμήκης βαθμιδωτός βωμός (τύπος γνωστός απόπαραστάσεις σφραγίδων) πάνω από βαθιές σχισμές στο φυσικό βράχο. Πολύκοντά στο βωμό αποκαλύφθηκε βαθύ σπηλαιώδες χάσμα, που το άνοιγμά τουείχε εντελώς φραχτεί από κάποια φυσική καταστροφή και από ανθρώπινηεπέμβαση. Στο βάθος του χάσματος βρέθηκε επίχωση, πλούσια σε κεραμική, καιπήλινα αφιερώματα. Στη μινωική εποχή ήταν ανοιχτό και είχε λατρευτική χρήσημε ειδικό ρόλο στη λατρεία. Ο βωμός άλλωστε είχε χτιστεί σχεδόν στο χείλοςτου. Κοντά στο βωμό βρέθηκε ένας θησαυρός από χάλκινους διπλούς πελέκεις(πρώτη φορά σε ιερό κορυφής), αναθηματικά χάλκινα ειδώλια λατρευτών,πήλινα ειδώλια και αναθηματικά ανθρώπινα μέλη. Ο βωμός περιείχε πλήθοςπήλινων ειδωλίων, αναθηματικά κεφάλια ταύρων, φίδια, πουλιά, πήλινασφαιρίδια, ζώδια και σιγμοειδή αντικείμενα, που ίσως συμβολίζουν έμβρυα.Ανάλογα αντικείμενα έχουμε και στο χάσμα. Ακόμη, στο χώρο βρέθηκαν μιασειρά από λίθινες τράπεζες προσφορών και αρκετοί σφραγιδόλιθοι. Πολλέςτράπεζες προσφορών είναι ενεπίγραφες με Γραμμική Α, τα κείμενα των όποίωναναφέρονται στα θρησκευτικά πιστεύω των μινωιτών άλλά και στην χρήση τουιερού. Σε μια επιγραφή γράφει ότι η τράπεζα αφιερώθηκε μαζί με θυμίαμα απόμια κοπέλα η οποία παραπάτησε και πέφτοντας στο χάσμα δεν έπαθε τίποτε,ζητά δε άφεση αμαρτιών και <<πέταγμα αυτών στο χάσμα>>. Το ίδιο γράφει γιατην άφεση αμαρτιών σε σχέση με το χάσμα και το κουταλάκι από τον ΤρούλοΑρχανών αλλά και επιγραφές που έχουν βρεθεί σε τράπεζες προσφορών στοΔικταίο Άντρο και αλλού. Μια άλλη πάλι από μια κοπέλα από το Λασίθι μεθυμίαμα από φυτά της Δίκτης και της Ίδης.

Από την αρχαιότητα ως τα νεώτερα χρόνια ο Γιούκτας είχε θεωρηθεί ο μυθικόςτόπος ταφής του Διός. Ο Κρητικός Ζευς (Κρηταγενής) είχε τη μοναδική ιδιότητανα είναι θνητός, ώστε οι Κρήτες να θεωρηθούν ψεύτες από τους άλλους Έλληνες.Πιθανή εξήγηση αυτής της ιδιαιτερότητας είναι ότι ο Ζευς συσχετίστηκε απόπολύ νωρίς στην Κρήτη με τον παλιό μινωικό θεό της γονιμότητας που,ακολουθώντας τον κύκλο της βλάστησης, γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο. Τηνπαράδοση διέσωσαν και μεταγενέστεροι συγγραφείς ως τα βυζαντινά χρόνια. Τον11ο αιώνα ο Μιχαήλ Ψελλός έγραφε ότι οι Κρήτες έδειχναν ένα σωρό από πέτρες,που σκέπαζε τον τάφο του Διός. Προφανώς πρόκειται για τα ερείπια του ιερούκορυφής, που ο λαός ονόμαζε μέχρι τελευταία Μνήμα του Ζιά (Δια). Σταχριστιανικά χρόνια η αρχαιότερη λατρεία αντικαταστάθηκε από τη λατρεία του

Αφέντη Χριστού στο εκκλησάκι που ονομάζεται Μεταμόρφωση και είναιχτισμένο κοντά στο παλιό ιερό.

Άωρος. Ελεύθερνα Μυλοποτάμου .(βλ. Ελεύθερνα).

<< Η Άωρος ήταν πόλη της Κρήτης, που πείρε το όνομα της από τη νύμφηΑώρα. Μετονομάστηκε Ελευθήρα από το όνομα του Ελευθήρα ο οποίος ήτανένας από τους Κουρήτες. Ο πολίτης λεγόταν Αώριος ή Αωρίτης όπως λέμεΑλωρίτης>>. (Στ.Βυζ.)

Βήνη. Περιοχή Γόρτυνας.

Πόλη της Κρήτης που βρισκόταν υπό την επιρροή της Γόρτυνας, πατρίδα τουποιητή Ριανού. Ερείπια της οχύρωσής της χρονολογούνται από την αρχή τωναρχαϊκών χρόνων μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή, αναγνωρίστηκαν κοντά στο σημερινόχωριό Βένι.

<<Η Βήνη ήταν πόλη της Κρήτης αξαρτημένη από τη Γόρτυνα, το εθνικό ήτανΒηναίος. Ο ποιητής Ριανός έλεγαν ότι καταγόταν από αυτήν την πόλη και τοναποκαλούσαν Βηναίο ή ότι ήταν από την Κερέα και τον έλεγαν Κερεάτη ή απλάΚρητικό>> (Στ.Βυζ.)

Βιάννος. ΄Άνω Βιάννος Βιάννου.

Η Βιάννος ή Βίεννος βρίσκεται κάτω από τη σημερινή Επάνω Βιάννο. Σύμφωναμε το Στέφανο Βυζάντιο, η πόλη οφείλει την ονομασία της είτε στον ιδρυτή τηςΒίεννο – που ήταν ένας από τους Κουρήτες- είτε στη βίλλα (=πάλη) που έλαβεχώρα εδώ μεταξύ των γιων του Ποσειδώνος, Ώτου και Εφιάλτη, και του θεούΆρη. Οι κάτοικοι της πόλης ήταν Βιέννιοι ή Βιάννιοι. Η Βιάννος ήταν αυτόνομηπόλη, όπως συνάγεται από τα νομίσματά της, που έφεραν γυναικεία κεφαλή καιάνθος, καθώς κι από τη συμφωνία της με την Τέω της Ιωνίας το 190 π.Χ. για τοιερό του Διονύσου και τη συμμαχία της με τον Ευμένη Β’, βασιλιά τηςΠεργάμου. Πάντως φαίνεται ότι τελικά υπάχθηκε στην κυριαρχία της ισχυρήςΙεράπυτνας. Στο σύγχρονο χωριό έχει αποκαλυφθεί χριστιανικός τάφος χτιστόςμε μαρμάρινη πλάκα ενεπίγραφη. Στα Γαλανά Χαράκια της περιοχής οΝ.Πλάτων ανάσκαψε 2 τάφους σε κοιλότητες βράχων με 30 ταφικούς πίθους καιαγγεία πρωτομινωικής ΙΙΙ και μεσομινωικής Ι εποχής. Στην ίδια περιοχή, σεύψωμα, ανασκάφτηκε οικία μεσομινωκή με τέσσερα δωμάτια, διαδρόμους,αυλές. Καταστράφηκε πιθανώς από φωτιά, και σε μερικές οικίες πρέπει ναυπήρχε άνω όροφος με ξύλινες σκάλες. Βρέθηκαν μαγειρικά σκεύη, κεραμεικήκαι χτιστές κιβωτιόσχημες εστίες. Στις Ρουσές Χόνδρου, ο Ν.Πλάτων ανάσκαψεμεσομινωική οικία-ιερό.

<< Η Βίεννος ήταν πόλη της Κρήτης. Άλλοι λένε ότι πείρε το όνομα της από τονΒίεννο, ο οποίος ήταν ένας από τους Κουρήτες και άλλοι από την βία πουχρησιμοποίησαν κεταξύ τους τα παιδιά του Ποσειδώνα Ώτος και Εφιάλτης. Οπολίτης λέγεται Βιέννιος. Υπάρχει και άλλη πόλη στη Γαλλία με το ίδιο όνομα,κοντά στον ποταμό Ροδανό, η οποία είναι αποικία της Κρητικής >>. (Στ. Βυζ.)

Βίεννος. Μεταξύ Φαλάσαρνας και Κριού Μετώπου.

Ήταν πόλη ή λιμάνι της Κρήτης, το οποίο ανήκε στην Πολυρρηνία καιβρισκόταν στο ακρωτήριο του <<Κριού μέτοπον>> που αποτελεί το ΝΔ. άκροτης Κρήτης. Αναφέρεται στους Σταδιασμούς 335 και 336.

Βιώννος. Κεραμέ Αγίου Βασιλείου.

Βοιαί. Βλ. λήμμα λέξης Βοιόν.

Βοίβη. Κοντά στη Γόρτυνα , ίσως στο σημερινό χωριό Μπόμπια της επαρχίαςΚαινούργιου. Η Βοίβη της Θεσσαλίας έχει συγγένεια μακρινή με την Κρητική,αφού και τις δύο έκτισαν οι Μάγνητες.

<<........................υπάρχει και στην Κρήτη η Βοίβη κοντά στην Γόρτυνα...........>>(Στ.Βυζ.)

Βοίον<<Boiονû ........................υπάρχει και στην Κρήτη πόλη με αυτό το όνομα ή Βοίαικαι ο πολίτης λέγεται Βοιάτης, όπως Καρύαι Καρυάτης, Πιτάναι Πιτανάτης,Θαλάμαι Θαλαμάτης, λέγεται και Βοιαίος όπως γράφει ο Έφορος ή κατά τονΗρωδιανό Βοιίτης,.................. >> (Στ.Βυζ.)

Γάζα

Γλαμία. Πόλις, Κρήτες (Ησύχ.).

Γλήνος. Η πόλη πρέπει να είναι αποικία Μαγνήτων, άρα στην Μεσαρά, αφούυπάρχει πόλη με το ίδιο το ίδιο όνομα στη Θεσσαλία.

Γόρτυν. Γόρτυνα Μεσαράς.

Γόρτυν. Η Γόρτυν (και Γόρτυνα, Γόρτυς, Κόρτυς= κραταιά, ισχυρά), αρχαία πόλη τηςΚρήτης, χτισμένη στις όχθες του ποταμού Ληθαίου, σημερινού Μητροπολιανού,εκτεινόταν στην πεδιάδα της Μεσαράς κοντά στο χωριό Άγιοι Δέκα. Πήρε τηνονομασία της από τον Γόρτυνα, γιο του Τεγεάτη από την Αρκαδία ή τουΡαδαμάνθιος. Η αρχαία παράδοση απέδιδε στη Γόρτυνα και άλλες, μυθικέςονομασίες, όπως Ελώτις, Λάρισα, Κρημνία. Όμως ο Όμηρος την αναφέρει ήδη στηνΙλιάδα Β646, ως <<Γόρτυνα τειχιόεσσαν>>. Κατά το Στράβωνα (1, 478) η Γόρτυναήταν δεύτερη σε δύναμη μετά την Κνωσό, βρισκόταν σε πεδιάδα και ίσως είχεπαλαιότερα τείχη (όπως γράφει και ο Όμηρος) τα οποία αργότερα χάλασε και έμεινεγια πάντα χωρίς αυτά. Από τον ίδιο πληροφορούμαστε ακόμη ότι ο Πτολεμαίος οΦιλοπάτωρ άρχισε να τειχίζει τη Γόρτυνα, χωρίς όμως να τελειώσει το έργο. Στακλασικά χρόνια η Γόρτυνα ήταν εύπορη, ισχυρή και ευνομούμενη, όπως μαρτυρεί ο

Πλάτων στους Νόμους (4,708), και άλλοτε συμμαχούσε με την Κνωσό και άλλοτετην αντιμαχόταν για την ηγεμονία της Κρήτης. Τον 3ο π.Χ. αιώνα οι Γορτύνιοικατέλαβαν εδάφη που ανήκαν στη Φαιστό, (καθώς και το λιμάνι της Μάταλο(σήμερα Μάταλα). Ο Μάταλος και ο Λεβήν ήταν τα δυο λιμάνια της Γόρτυνας στοΛιβυκό Πέλαγος. Σύμφωνα με τους μύθους, ο Ζευς, όταν μεταμορφώθηκε σε ταύρο,απήγαγε από τη Φοινίκη την κόρη του Αγήνορος, Ευρώπη, την έφερε στην Κρήτη καιτην οδήγησε από το Ληθαίο ποταμό στη Γόρτυνα. Σε ανάμνηση του γεγονότος οικάτοικοι καθιέρωσαν τα Ελλώτια, γιορτή προς τιμή της Ευρώπης, και σταπερισσότερα νομίσματα τους απεικόνισαν την Ευρώπη καθισμένη στη ράχη ενόςταύρου. Στη διάρκεια των εμφυλίων ερίδων ανάμεσα στην Αχαϊκή και την ΑιτωλικήΣυμπολιτεία, οι Γορτύνιοι πήραν το μέρος των Ρωμαίων, όταν αυτοί αναμίχθηκανστις υποθέσεις τη Κρήτης. Όταν η Κρήτη υποτάχθηκε στον Καικίλιο Μέτελλο το 68π.Χ. και η Κνωσσός και οι άλλες πόλεις της Κρήτης καταστράφηκαν από τουςΡωμαίους, η Γόρτυνα έμεινε απείραχτη. Η ανάπτυξή της ευνοήθηκε από τουςΡωμαίους, που την αναγνώριζαν ως πρωτεύουσα του νησιού. Έγινε ηπολυανθρωπότερη πόλη και έδρα του Ρωμαίου διοικητή της Κρήτης. Η ακμή τηςμαρτυρείται από τα εκτεταμένα ερείπια αυτής της περιόδου. Η Γόρτυνα ήταν η πρώτηπόλη της Κρήτης, που προσχώρησε στον χριστιανισμό. Από εκεί καταγόταν ο πρώτοςτης επίσκοπος Τίτος και στο διωγμό του Δεκίου (250 μ.Χ.) μαρτύρησαν εκεί οι ΆγιοιΔέκα στην τοποθεσία Αλώνιον, σε ανάμνηση των οποίων δόθηκε και η ονομασίαστο σημερινό χωριό. Από τη Γόρτυνα κατάγονταν πέντε από τους Αγίους Δέκα: οιΘεόδουλος, Σατορνίλος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός. Οι υπόλοιποι πέντεΆγιοι ήταν ο Πόμπιος από τη Λεβήνα, ο Αγαθόπους από το Πάνορμο, ο Βασιλείδηςαπό την Κυδωνία, ο Ζωτικός από την Κνωσό και ο Ευάρεστος από το Ηράκλειο. ΣτηΓόρτυνα χτίστηκαν οι πρώτοι χριστιανικοί ναοί της Κρήτης, ανάμεσα στους οποίουςη μητρόπολη του Αγίου Τίτου (η ανάμνηση σώζεται στο σημερινό χωριόΜητρόπολη). Η πόλη συνέχισε να ακμάζει και στα βυζαντινά χρόνια μέχρι τηνκατάληψη της Κρήτης από τους Άραβες το 863. Κατοίκηση του χώρου διαπιστώνεταιως τα χρόνια της φραγκοκρατίας, όποτε η θέση εγκαταλείφθηκε. (εγκ. Π.Λ.Μ.).

Η πόλη απλώνεται στο χώρο των σημερινών χωριών Αγίων Δέκα και Μητροπόλεωςτης επαρχίας Καινούργιου, τα δε σωζόμενα ερείπια ενός θεάτρου, ενός αμφιθεάτρου,λουτρών, υδραγωγείου και πολλών άλλων δημοσίων οικοδομών δείχνουν την μεγάληέκταση της πόλης, της οποίας η διάμετρος κατά Στράβωνα ήταν 50 σταδίων. Οιανασκαφές που έγιναν από τον Halbherr έφεραν στο φως πολλά άλλα σπουδαιότατααρχαιολ. μνημεία, μεταξύ των οποίων και την περίφημη επιγραφή των Νόμων τηςΓόρτυνας.

Το κέντρο της πόλης εκαλείτο Πύθιον. Το όνομα της Γόρτυνας δεν αναφέρεταιμεταξύ των πόλεων, που αντιστάθηκαν στον Μέτελλο, ούτε μεταξύ αυτών, τις οποίεςυπέταξε και κατέστρεψε,(όπως αναφέραμε πιο πάνω). Από αυτό εξηγείται γιατί οΜέτελλος έκοψε στη Γόρτυνα και όχι σε άλλη πόλη το νόμισμα που φέρει τασύμβολα του και την κεφαλή της Ρώμης και γιατί επίσης από τους Ρωμαίους η πόληέγινε Μητρόπολις της Κρήτης. Από τη Γόρτυνα καταγόταν ο μουσικός (αυλός)Ευφράνορας.

<<Η Γόρτυνα ήταν πόλη της Κρήτης που ονομάστηκε έτσι από το όνομα του ήρωαΓόρτυος. Παλαιότερα λεγόταν Ελλωτίς (διότι έτσι καλούσαν οι Κρήτες την Ευρώπη),έπειτα την έλεγαν Λάρισσα, αργότερα Κρημνία και στο τέλος Γόρτυς ή Γόρτυν ήΓόρτυνα >> (Στ.Βυζ.).

Γορτύνη.<< Γορτύνη λεγόταν η πόλη και Γορτύνιος αυτός που καταγόταν από αυτόν τοντόπο>> (Σούδα).

Γουρνιά. Μινωική πόλη, που είναι άγνωστο το μινωικό της όνομα, στηβορειοανατολική περιοχή της Κρήτης, κοντά στον κόλπο του Μεραμπέλου. Μακριάαπό τα μεγάλα ανάκτορα της εποχής, δέσποζε στο λεγόμενο Ισθμό της Ιεράπετρας,με επίνειο την Παχειά Άμμο, ενώ τα νεκροταφεία της αποκαλύφτηκαν στηνπαραλιακή περιοχή του Σφουγγαρά. Η μόνη, ως σήμερα, γνωστή μινωική πολίχνηπαρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον δίνοντας μια εικόνα οργανωμένου οικιστικούσυγκροτήματος των μινωικών χρόνων και άφθονες μαρτυρίες για την καθημερινήζωή της Νεοανακτορικής και της Μετανακτορικής περιόδου.

Ο οικισμός απλώνεται στις πλαγιές ενός χαμήλού λόφου, κοντά στη θάλασσα, καιείναι διευθετημένος σε τρία επίπεδα. Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται μικρόανάκτορο στον τύπο των μεγάλων ανακτόρων - με κεντρική αυλή και διαμερίσματα,σειρές από αποθήκες και εργαστήρια. Ένα πλάτωμα, στα νότια του ανακτόρου, ίσωςχρησίμευε ως Αγορά, ένας ναΐσκος στα βόρεια του ανακτόρου, που είχεκατασκευαστεί στη μετανακτορική περίοδο, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμαιερού κτίσματος ανεξάρτητου από την ανακτορική περίοδο, αποτελεί χαρακτηριστικόπαράδειγμα ιερού κτίσματος ανεξάρτητου από την ανακτορική κατοικία. Οισωζόμενες πέτρινες κλίμακες και ίχνη για την τοποθέτηση ξύλινων κλιμάκωνμαρτυρούν ότι ορισμένα σπίτια θα είχαν και δεύτερο πάτωμα. Πολλά σπίτιαχρησιμοποιούν ως άνδηρο το δώμα του πλαϊνού χαμηλότερου σπιτιού, φαινόμενο πουπαρατηρείται και σήμερα ακόμα σε πολλές ελληνικές περιοχές. Τα κινητά ευρήματατης ανασκαφής : ωραία πολύχρωμα κεραμικά με θαυμάσια διακόσμηση, κυρίωςθέματα από το θαλασσινό κόσμο που έχουν αποδοθεί με πολλή ελευθερία, πήλινεςσαρκοφάγοι κ.α. δίνουν εντυπωσιακή εικόνα της τέχνης ιδίως της Νεοανακτορικήςπεριόδου. Η καλύτερη άποψη της πόλης είναι από την ανατολική πλευρά, όπουσώζονται καλύτερα τα σπίτια και φαίνονται οι ανηφορικοί δρόμοι.

ΓράμμιονO Pashley και ο Kiepert τοποθετούν την πόλη αυτή εκεί που είναι σήμερα τα ερείπιατης λεγομένης Ερημούπολης, στην ανατολική ακτή της επαρχίας Σητείας στο κόλποτου Παλαιοκάστρου, βόρεια της Ιτάνου.

<<Γράμμιον. Είναι πόλη στην Κρήτη και οι πολίτες καλούνται Γραμμίται ήΓραμμίσιοι............>> (Στ.Βυζ.)

Δαίδαλα<< Δαίδαλα. ................ υπάρχει και άλλη πόλη στην Κρήτη, ο Πολίτης λέγεταιΔαιδαλεύς όπως Σαμόσατα Σαμοσατεύς και Δαιδαλίς το θηλυκό>> (Στ.Βυζ.).

Δία, η. Νησί του Κρητικού Πελάγους που υπάγεται στην κοινότητα Ελαίας, τηςεπαρχίας Πεδιάδας, του νομού Ηρακλείου. Εκτείνεται βορειοανατολικά και σεαπόσταση 5,4 περίπου μιλίων από το Ηράκλειο. Σύμφωνα με το μύθο, ο Θησέας,μετά το φόνο του Μινώταυρου, μετέφερε την Αριάδνη στο νησάκι της Δίας. Εκεί ηΑριάδνη συνάντησε το Διόνυσο και αναλήφθηκε μαζί του στον ουρανό. Σύμφωνα μεάλλες εκδοχές του μύθου, τα γεγονότα δε συνέβησαν στη Δία της Κρήτης αλλά στοομώνυμο νησάκι της Νάξου. Το 1976 η ερευνητική ομάδα του Κουστώ έκανεκαταδύσεις στην υποθαλάσσια περιοχή της Δίας, όπου ανακάλυψε τα λείψανα ενόςβυθισμένου αρχαίου λιμανιού, το οποίο θεωρήθηκε μινωικό. Φαίνεται ότι πέρα απότο λιμάνι, το νησάκι είχε κατοικηθεί πυκνά. Καταστράφηκε όμως εξαιτίας ίσως τηςέκρηξης του ηφαιστείου της Θήρας (1643-1623 π.Χ.), ένα τμήμα του καταβυθίστηκεκαι στη συνέχεια έμεινε ακατοίκητο μέχρι τις μέρες μας. Τα αρχαία κείμενα δενμνημονεύουν το λιμάνι της Δίας.

<<Δία. ................................ δ΄ νησί κοντά στην Κνωσό της Κρήτης, το εθνικόεκαλείτο Διεύς, και το θηλυκό Διάς........>> (Στ.Βυζ.).

Διατόνιον. Προσαρτήθηκε από την Κνωσό. Άγνωστο αν ήταν πόλη.

Η πόλη(;) τοποθετείται μεταξύ Κνωσού και Λύττου. Ενωρίς υπήχθη στην κυριαρχίατης Κνωσού, αλλά κατά τον πόλεμο μεταξύ Γορτυνίων και Κνωσίων, οι Γορτύνιοιυπερισχύσαντες απέσπασαν αυτήν από την Κνωσό και την παρέδωσαν στηΛύττο.(Πολυβ.23,15 - Στρ.10,479). Σήμερα μεταξύ Κνωσού και Λύττου βρίσκεται τοχωριό Αϊτάνια, που φέρει όνομα που προσεγγίζει το όνομα αυτής της αρχαίας πόλης.Υποθέτουν επίσης ότι ήταν τμήμα της Λυκάστου. (βλ. λήμμα στη λέξη Λύκαστος).

Δικταίον Άντρον.Σπήλαιο κοντά στο χωριό Ψυχρό, στο όρος Δίκτη. Είναι γνωστό ως Δικταίον Άντρονκαι χαρακτηρίστηκε από τους αρχαίους συγγραφείς ως ο χώρος όπου γεννήθηκε καιανατράφηκε ο Δίας, αλλά και ο τόπος όπου ο Δίας ενώθηκε με την Ευρώπη (εκτόςαπό τη Γόρτυνα). Ο Χώρος του σπηλαίου ήταν αφιερωμένος στη λατρεία τουΔικταίου ή Κρηταγενή Δία, ο οποίος συνδεόταν και με το Ιδαίον άντρο. Ο ύμνος πουέψαλλαν προς τιμής του βρέθηκε σε επιγραφή του 2ου μ.Χ. αιώνα στο Παλαίκαστρο.

Οι περιστασιακές έρευνες στο Σπήλαιο του Ψυχρού έφεραν στο φως τράπεζεςπροσφορών, χάλκινα ειδώλια λατρευτών, διπλούς πελέκεις (όπως αυτοί πουβρέθηκαν στο Αρκαλοχώρι), αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα. Όλα χρονολογούνταιστους υστερομινωικούς χρόνους.

Δίον. Στον όρμο Φόδελε;. ( εκ των μεσογείων της Κρήτης, κατά τον Πλίνιο). Ηπληροφορία του Πλίνιου πρέπει να είναι σωστή, και η πόλη πρέπει να βρίσκεται στηΜεσαρά κτισμένη από τους Μάγνητες, αφού τέτοια πόλη υπάρχει και στηνΘεσσαλία.

Δουλόπολις. Τέσσερα σημερινά χωριά της Κρήτης φέρουν όνομα πουπροσεγγίζει σαυτό της αρχαίας πόλης, το χωριό Αποδούλου στην Αμπαδιά Αμαρίου,

το Δούλη ή Δούλι στη Μεγάλη Βρύση Μονοφατσίου, τα Δουλιανά στο ΒάμοΑποκορώνου και το χωριό Σκλαβοπούλα Σελίνου στο νομό Χανίων. Πιθανότερητοποθεσία της αρχαίας πόλης είναι αυτή στο χωριό Σκλαβοπούλα Σελίνου.

<< Δούλων πόλις..........................Υπάρχει και στην Κρήτη Δουλόπολις που διαθέτειχίλιους άνδρας.........>> (Στ.Βυζ,).

<<Δούλων πόλις....................Υπάρχει και στην Κρήτη Δουλόπολις όπως αναφέρειστα Κρητικά ο Σωσικράτης>> (Σούδα)

Δραγμός, ο. Μεταξύ Ιτάνου και Πραισού, όπως συμπεραίνεται από επιγραφήπου βρέθηκε στην Ίτανο και αναφέρεται στο 58-57 π.Χ., κοντά στο Δικταίον Ιερόν(Παλαίκαστρο Σητείας).

Ο Στεφ. Βυζάντιος γράφει: Ο Δραγμός είναι πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει οΞενίων στα Κρητικά, το εθνικό όνομα ήταν Δράγμιος ή Δραγμίτης.

Η πόλη ασκούσε απόλυτο έλεγχο στο Δικταίο ιερό, από το οποίο είχε οικονομικάοφέλη. Στον 3ο π.Χ. αιώνα περίπου, η Πραισός κατέλαβε την πόλη και έτσι ο έλεγχοςτου ιερού πέρασε στους πραισίους. Το γεγονός δελέασε την Ιεράπυτνα που,αργότερα, κατέλαβε την Πραισό και ο έλεγχος του ιερού πέρασε έτσι, τελικά στουςΙεραπυτνίους. Ο χώρος που βρίσκεται η πόλη, μας προσφέρει την εικόνα μιας σχεδόνάθικτης μινωικής πόλης με την γύρω περιοχή της. Ο οικισμός βρίσκεται στηνπαράκτια πεδιάδα του Ρουσόλακκου και φαίνεται ότι κάλυπτε έκταση μεγαλύτερηαπό 30 στρέμματα, πράγμα που τον κάνει να είναι η δεύτερη σε μέγεθος, μετά τηνΚνωσό, κρητική πόλη. Νεκροταφεία και μεμονωμένες ταφές εντοπίστηκαν κατάμήκος των οδικών αρτηριών που ξεκινούσαν απ’ αυτήν: στο Σαραντάρι προς ταβορειοδυτικά, στην Άσπα και στο Πάτημα προς το ανατολικά, στις βόρειες πλαγιέςτου Πετσοφά, στην νότια πλαγιά του Καστριού στα Ελληνικά και κοντά στασημερινά χωριά Αγκαθιά, Αγία Τριάδα και Άγιο Αντώνιο. Ένα ιερό κορυφής έχειβρεθεί στην κορυφή του Πετσοφά που είχε και ένα σπήλαιο στη βορινή πλευρά του.Θέση ακρόπολης είχαν το ακρωτήρι και ο λόφος του Καστριού. Τα λατομείαψαμμόλιθου, με τον οποίο κτίστηκαν τα καλύτερα οικοδομήματα της πόλης,βρίσκονται στη θέση Σκαριά, κατά μήκος της παραλίας, προς τα ανατολικά. Έναοδικό δίκτυο, που η αρχή της κατασκευής του ανάγεται στην περίοδο των παλαιώνανακτόρων συνέδεε την πόλη με άλλα μινωικά κέντρα στα νότια και τα δυτικά. Κατάτο τέλος της περιόδου των παλαιών ανακτόρων υπήρξε μια εκτεταμένη καταστροφήπου την ακολούθησε η ανοικοδόμηση της πόλης, βάσει ενός καλοσχεδιασμένουρυμοτομικού ιστού, κατά την μεσομινωική ΙΙΙΒ/υστερομινωική ΙΑ περίοδο. Ηνεοανακτορική πόλη μας δίνει το πιο σαφές δείγμα της μινωικής πολεοδομίας, μεπλατείς δρόμους και μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα. Υπάρχουν στοιχεία για μίαμικρή σεισμική καταστροφή κατά την υστερομινωική ΙΑ φάση, η οποία πρέπει ίσωςνα συνδεθεί με την έκρηξη της Θήρας γύρω στο 1628 π.Χ. Άλλα στοιχείααποκαλύπτουν νέα καταστροφή από φωτιά κατά το ανεπτυγμένο στάδιο τηςυστερομινωικής ΙΒ βαθμίδας, γύρω στο 1500 π.Χ., ύστερα από την οποία η πόληανοικοδομήθηκε και πάλι. Μετά από αλλεπάλληλες καταστροφές σε διαφορετικέςπεριόδους, η πόλη άρχισε να εγκαταλείπεται βαθμιαία κατά το πρώιμο τμήμα τηςυστερομινωικής ΙΙΙΒ φάσης. Οι έσχατες εγκαταστάσεις της πόλης περιορίστηκαν στοΚαστρί κατά την υστερομινωική ΙΙΙγ φάση και μετά από αυτήν το αρχαίο τούτοκέντρο ερημώθηκε για πάντα. Ο χώρος του όμως αφιερώθηκε στον Δικταίο Δία και

για τον θεό αυτόν κτίστηκε ένας ναός κατά την γεωμετρική περίοδο πάνω από ταμινωικά κτήρια του οικοδομικού τετραγώνου Χ. Ο εν λόγω ναός, που δεν σώζεται,φαίνεται ότι ανοικοδομήθηκε επανειλημμένα προτού καταστραφεί οριστικά κατά ταελληνιστικά χρόνια. Η λατρεία του Δικταίου Διός φαίνεται ότι γνώρισε μίασύντομη αναβίωση κατά την ρωμαϊκή περίοδο, δεδομένου ότι βρέθηκε στηνθέση του ναού μια επιγραφή του 2ου μ.Χ. αιώνα που περιέχει τον “ Ύμνο στονΔικταίο Δία” τον οποίο έψαλλαν γυμνοί ασπιδοφόροι νέοι που εμιμούντο τουςΚουρήτες που έλαβαν μέρος στη γέννηση του Δία.

Η πλάκα είναι αμφίγραφη δηλαδή γραμμένη και από τα δύο μέρη και λείπει μόνο έναμικρό τμήμα της. Το περίεργο είναι ότι και στις δύο πλευρές επαναλαμβάνεται μεελάχιστες διαφορές το ίδιο κείμενο και αυτό έδωσε λαβή να πιστέψουν ορισμένοιμελετητές πως λάθη του χαράκτη τον υποχρέωσαν να ξαναγράψει το κείμενο στηνάλλη πλευρά. Το περιεχόμενο του ύμνου είναι επίκληση προς το Δικταίο Δία πουεπισκέπτεται κάθε χρόνο την Δίκτη με τους Κουρήτες. Εξυμνούνται τα αγαθά και ηπαντοδυναμία του και γίνεται παράκληση να φέρει στους ανθρώπους την ευτυχία,στη γη την ευφορία των καρπών, την προστασία των στρατών, των θαλασσοπόρωνκλπ. Πιστεύεται πως η λατρεία στο ιερό λόγω της φύσης της θα είχε μυστηριακόχαρακτήρα και τα ευρήματα δείχνουν πως ήταν συνεχής από τους ΓεωμετρικούςΧρόνους ως την Ρωμαϊκή κατάκτηση. Τα στοιχεία της ανασκαφής μας οδηγούν στηνυπόθεση πως οι Χριστιανοί του τέλους του 4ου μ.Χ. αιώνα, τότε που ο υπέρμετροςθρησκευτικός φανατισμός είχε στραφεί εναντίον κάθε αρχαίου ειδωλολατρικούστοιχείου, κατέστρεψε εκ θεμελίων τον ναό και κομμάτιασε τη διακόσμησή του, απότην οποία βρέθηκαν ελάχιστα, αλλά χαρακτηριστικά κομμάτια, όπως ακροκέραμα σεσχήμα έκτυπης κεφαλής Μέδουσας, μια πήλινη σίμη (διακοσμητική ταινία) του 6ου

αιώνα π.Χ., πήλινες πλάκες με παράσταση πολεμιστού που ανεβαίνει στο άρμα πουτο σύρουν δύο άλογα ενώ κάτω τρέχει ένας σκύλος. Επίσης βρέθηκαν τέσσεριςχάλκινες ασπίδες, τρίποδες, κύπελλα, μινιατούρες πανοπλιών και ειδώλια. Στονπερίβολο του ιερού αποκαλύφθηκε ο βωμός.

Η αρχαία αυτή πόλη, όπως και η Αρκαδία, η Κάντανος, η Έλυρος, η Ίνατος και ηΟλούς, είχαν οριστεί για την εγκατάσταση ξένων. Υπέθεσαν ότι εδώ είναι η αρχαίαπόλη Δραγμός, επειδή στην επιγραφή της διαιτησίας των Μαγνήτων, για τηδιαφορά μεταξύ Ιτανίων και Ιεραπυτνίων, που βρίσκεται στη μονή Τοπλούαναφέρεται ότι : Ιτανίους πόλιν οικούντες επιθαλάσσιον και χώραν έχοντεςπρογονικήν γειτονούσαν τω του Διός του Δικταίου ιερώ (στίχοι 35-37)... χώραςΕλείας παρορούσης τω ιερώ (στιχ.75) και Ελεία χώρα, λεγόταν η περιοχή τουσημερινού Ρουσόλακκου, ο οποίος έχει βάλτους, υπέθεσαν ότι εδώ βρισκόταν τοπερίφημο Δικταίο Ιερό.

Το Παλαίκαστρο (ίσως Δραγμός) ανασκάφηκε από την εν Αθήναις ΒρετανικήΑρχαιολογική σχολή. Κατά την πρώτη περίοδο της ανασκαφής (1902-1908) υπό τηνδιεύθυνση των Ρ.Μποζανκέ και Ρ.Ντώκινς, αποκαλύφθηκαν ο κεντρικός δρόμος καιμεγάλες οικίες στο κέντρο της μινωικής πόλης, ο ναός του Δικταίου Διός,νεκροταφεία και κατοικίες στην περιφέρεια και στο ιερό κορυφής του Πετσοφά.Ανασκάφηκε ο περίβολος και άλλα αρχιτεκτονικά μέρη του ναού, όπως και ο βωμός,γεμάτος στάχτη. Εκεί βρέθηκαν πήλινες πλάκες από τη στέγη του ναού με πολεμικάάρματα, ένα λιοντάρι πήλινο, που μαρτυρεί την επιβίωση της λατρείας της Ρέας, καιτο σπουδαιότερο, ο Ύμνος του κρηταγενή Δία, γραμμένος σε πλάκα όπως αναφέραμεπροηγουμένως που την είχαν σπάσει σε πολλά κομμάτια και διασκορπίστηκαν, ίσως

κατά τους χριστιανικούς χρόνους. Κατά την δεύτερη περίοδο (1962-1963) υπό τηνδιεύθυνση του Λ.Σάκετ ερευνήθηκαν το οικοδομικό τετράγωνο Ν και τα μινωικάλείψανα στο στο Καστρί. Κατά την Τρίτη περίοδο (από το 1986 και ύστερα), υπό τηνδιεύθυνση των Σάκετ και Τζ. Μακγκλιβρυ καθαρίστηκαν ορισμένα κτήρια στονβόρειο τομέα της πόλης. Το 1983 πραγματοποιήθηκε μία τοπογραφική και μαγνητικήμελέτη του όλου χώρου. Σωστικές εξάλλου ανασκαφές της Ελληνικής ΑρχαιολογικήςΥπηρεσίας (1971-1972) υπό τον Κ. Δαβάρα έφεραν στο φως έναν κλίβανο, δύο οικίεςστα ανατολικά της πόλης και νέο υλικό από τον Πετσοφά. Σε πιο πρόσφατεςανασκαφές, από το 1987 μέχρι το 1990, οι Άγγλοι αρχαιολόγοι βρήκαν εδώ τακομμάτια ενός χρυσελεφάντινου αγάλματος ύψους περίπου μισού μέτρου, γνωστούμε το όνομα Κούρος του Παλαίκαστρου, που σήμερα βρίσκεται στο μουσείο τηςΣητείας. Κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο οι κατακτητές, με τις βόμβες τους, έκανανμεγάλες καταστροφές στον αρχαιολογικό χώρο. Επίσης στον πόλεμο αυτό, ο ιταλόςλοχαγός πεζικού της μεραρχίας Σιέννα Ιωσήφ Μπορσάρι κατάστρεψε τον Αύγουστοτου 1942, σκοπίμως και εγκληματικά, τελείως τα μινωικά λείψανα της πανάρχαιαςπόλης. Ενώ είχε άφθονο πολεμικό υλικό στη διάθεση του, υποχρέωσε τους κατοίκουςπου αγγάρεψε γιαυτό το σκοπό να αφαιρέσουν όλους τους λίθους των σωζόμενωνμνημείων, ούτως ώστε η καταστροφή να είναι ανεπανόρθωτη.(Έκθεσις, της κεντρικήςεπιτροπής διαπιστώσεως ωμοτήτων, εν Κρήτη σελ.93.Σύνταξίς 29/6-6/8/1945.Ν.Καζαντζάκης - Ι.Καλιτσουνάκης - Ι.Κακριδής).

Δρήρος, η. Ύψωμα Αγίου Αντωνίου, ανατολικά της Νεάπολης Μεραμπέλλου.

Η πόλη δεν ήταν γνωστή παρά μόνο από το γραμματικό κανόνα, του γραμματικούΘεόγνωστου: << τα διά του ηρος δισύλλαβα, κύριά τε και προσηγορικά, οποίας ανείη τάσεως, δια του η γράφεται, οίον Σήρος, όνομα κύριον, Δρήρος πόλις Κρητική>>.Τον Δεκέμβριο του 1855 κάποιος γεωργός βρήκε στη θέση Χώραις, μεταξύΝεάπολης και Φουρνής Μεραμβέλλου, πάνω στο λόφο επιγραφή. Έτσι εντοπίστηκε ηπόλη και πολλές πληροφορίες ήλθαν στο φως για την ιστορία της. Τα ερείπια είναιεκτεταμένα, καλύπτουν τους δύο λόφους, πάνω στο ένα βρίσκεται ο ναός του ΑγίουΑντωνίου, και λέγεται <<Χώραις>>. Τα νομίσματα που βρέθηκαν αποδίδονται μεαμφιβολία στην πόλη αυτή.

Η περιοχή της πόλης της Δρήρου, χωρίζεται από εκείνη της Μιλάτου, από τοαπότομο και ψηλό βουνό, Ο Τίμιος Σταυρός, το Κάδιστον των αρχαίων. Η ιστορίατης δίνεται ικανοποιητικά μέσα από τα μνημεία και της επιγραφές της. Οιεκτεταμένες ανασκαφές στην περιοχή των δύο χαμηλών λόφων, που ως πρόβουνατου Κάδιστου οροθετούν την πεδιάδα της Φουρνής από Β. έχουν αποκαλύψειολόκληρη σχεδόν την αρχαία, μεταμινωική πόλη της Δρήρου με το νεκροταφείο της.Μινωικά ίχνη είναι άγνωστα στην περιοχή και τα πρωιμότερα κατάλοιπα είναιυπομινωικά. Φαίνεται ότι και η Δρήρος ανήκει σε εκείνη την κατηγορία τωνκρητικών πόλεων που χτίζονται μετά από τα κύματα των εισβολών και επιδρομών, ταοποία αποδίδονται στους “Λαούς της Θαλάσσης” και στους “Δωριείς” (όπως τοΒρώκαστρο, το Καβούσι και ο Πρινιάς) και είναι πόλεις φυσικά οχυρές. Η πόλη τηςΔρήρου πρέπει να άκμασε κατά την γεωμετρική και την αρχαϊκή περίοδο, γιατίτα εκτεταμένα ερείπια που έχουν διασωθεί ανήκουν κυρίως στην περίοδο από τον 8ο

ως τον 6ο π.Χ. αιώνα. Στην ίδια εποχή ανήκει και μεγάλος αριθμός από τις επιγραφέςπου βρέθηκαν εκεί, ανάμεσά τους και ο περίφημος “ιερός νόμος” της Δρήρου, οπαλαιότερος από όσους μας έχουν διασωθεί. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν νομικόκώδικα της πόλης, που συντάχθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα, εποχή κατά την οποία οι

ελληνικές πόλεις, η μία μετά την άλλη, αρχίζουν να κωδικοποιούν τους νόμους τουςως ένα είδος Συντάγματος. Σύμφωνα με τη φιλολογική παράδοση, η Κρήτη υπήρξεπρωτοπόρα σε αυτό το πεδίο και η επιγραφή της Δρήρου αποτελεί την παλαιότερηαρχαιολογική ένδειξη του θεσμού. Για την κλασική περίοδο της Δρήρου όχι μόνο δενυπάρχει καμιά ιστορική μνεία, αλλά και η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία ερειπίωνστην περιοχή μαρτυρεί ότι η πόλη, ακόμη και αν υπήρχε, κατά τον 5ο και 4ο π.Χ.αιώνα, σίγουρα δεν ήταν σε ακμή. Τον 3ο π.Χ. αιώνα η Δρήρος είναι σύμμαχος τηςΚνωσού και αντίπαλος των γειτονικών πόλεων Λύττου και Μιλάτου. Η μεγάλη έχθρατων Δρηρίων προς τους γείτονες τους εκφράζεται θαυμάσια στον περίφημο όρκοτων Δρηρίων Εφήβων, που διασώζεται σε επιγραφή του τέλους του 3ου π.Χ. αιώνα.Η επιγραφή βρίσκεται σήμερα στην Κωνσταντινούπολη στο επιγραφικό Μουσείο.Δημοσιεύτηκε αρχικά από το βρυσανό γιατρό Βελονάκη στην εφημερίδα “Αθηνά” το1855. Στο κείμενο του όρκου αυτού, που ήταν γραμμένο στη δωρική διάλεκτο καικατά τον αρχαϊκό τρόπο “επί κύρβεως”, δηλ. πάνω σε μια τετράπλευρηπεριστρεφόμενη στήλη, διακρίνονται, πέρα από τις εξωτερικές έχθρες των Δρηρίων,και εσωτερικές διχόνοιες. Γι’ αυτόν τον λόγο η αναγραφή του όρκου αυτού, στοτέλος του 3ου π.Χ. αιώνα, σε στήλη στο πρυτανείο της πόλης (“ανδρείον”),αποδίδεται σε εσωτερικά προβλήματα και σε αναζωογόνηση της συμμαχίας με τηνΚνωσό εν όψει του πολέμου κατά των Λυττίων το 220 π.Χ. Επίσης, όπως προκύπτειαπό άλλες επιγραφές, το πολίτευμα της πόλης γίνεται αυτή την εποχήδημοκρατικότερο και οι σχέσεις με τη γειτονική Μίλατο βελτιώνονται. Δενγνωρίζομε τι συνέβη στις αρχές του 2ου π.Χ. αιώνα και κατά περίεργο τρόπο ηΔρήρος δεν εμφανίζεται στη συνθήκη των κρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β΄τηςΠεργάμου το 183 π.Χ. Φαίνεται όμως έτι τον 2ο π.Χ. αιώνα η Δρήρος παύει τελικά ναείναι ανεξάρτητη πόλη και υπάγεται στην Κνωσό (ή, σύμφωνα με κάποιες άλλεςεπιγραφικές πληροφορίες, στη Λύττο). Στα ρωμαϊκά χρόνια ο ένας από τους δύολόφους της πόλης, ο ανατολικός, αποκτά τείχος με πύργο, που βέβαια αποδεικνύειτην εγκατάσταση ρωμαϊκής φρουράς. Οι κύριες θεότητες της πόλης ήταν πάντα οΑπόλλων Δελφίνιος και η Αθηνά Πολιούχος. Η τελευταία εικονίζεται και στα λίγαελληνιστικά νομίσματα της Δρήρου που έχουν διασωθεί, τα οποία φέρουν από τηνμια όψη την κεφαλή της Θεάς και από την άλλη τα γράμματα ΔΡ. Από τα ευρήματατων ανασκαφών, εκτός από τις επιγραφές, ιδιαίτερα σημαντικά είναι τρία χάλκινασφυρήλατα αγάλματα των αρχαϊκών χρόνων, που βρήκαν το 1935 χωρικοί αγρότεςστο χώρο της Δρήρου κι’ ένα λίθινο γοργόνειο που βρήκε ο Ξανθουδίδης το 1917,από διακόσμηση αρχαϊκού ναού.

Ειλείθυιας ή Κουτσούρας σπήλαιο. Βρίσκεται στην τοποθεσίαΚοπράνα ή Μεφεζέ Πεδιάδος σε απόσταση 9 χιλ. από το Ηράκλειο προς τηνΕπισκοπή. Το στολίζουν σταλαγμίτες, κολώνες και λιμνούλες. Σ΄αυτό λατρεύτηκε επίπολλούς αιώνες η θεά Ειλείθυια, κόρη του Δία και της Ήρας, και μητέρα του Έρωτα.Ήταν η θεά των επιτόκων γυναικών και της μητρότητας. Τα ευρήματα πουαποκαλύφθηκαν (νεολιθικά, πρωτομινωικά, μεσομινωικά, ρωμαϊκά κλπ.), ύστερα απότις ανασκαφές αποδεικνύουν την διάρκεια χρήσης του σπηλαίου.

Είνατος, η. Τσούτσουρος Μονοφατσίου. Λιμάνι της Πριανσού.

Είνατος και Ίνατος, η και Είνατον, το. Μικρή πόλης της Κρήτης, στις νότιες ακτέςτου νησιού, στον Κόλπο Τσούτσουρο (μεθόριος Ηρακλείου – Λασιθίου) στις εκβολέςτου χειμάρρου Μίντρη. Εκεί αποκαλύφθηκαν αρχαία ερείπια από τα οποία ένα μέρος

βρίσκεται μέσα στη θάλασσα. Παλαιότερη ταύτιση της Εινάτου με το χωριό Ίνιθεωρείται εσφαλμένη. Στην Είνατο υπήρχε λατρεία της Ειλειθυίας Εινατίας ήΒινατίας, της οποίας το ιερό ίσως βρισκόταν στην κορυφή ενός κοντινού λόφου, όπουσήμερα βρίσκεται βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Ελένης, χτισμένη πάνω σε αρχαίαθεμέλια. Εδώ υπάρχει το Σπήλαιο της Ειλειθυίας, όπου την λάτρευαν, όπως και στονΚαρτερό (Αμνισό). Διαπιστώθηκε μετά από ανασκαφή από τον Ν. Πλάτωνα και τονΚ.Δαβάρα, στο σπήλαιο, η ύπαρξη στρώματος ελληνικών και ρωμαϊκών και πιο κάτωγεωμετρικών χρόνων. Στο γεωμετρικό στρώμα βρέθηκαν πλήθος αναθηματικάαντικείμενα, τοποθετημένα σε κόγχες του σπηλαίου. Βρέθηκαν επίσης λίθινος βωμόςΝεοανακτορικών χρόνων και σφραγιδόλιθοι, που πιστοποιούν ότι η λατρεία τηςΕιλειθυίας είχε αρχίσει από τη Μινωική περίοδο και συνεχίστηκε εντονότερα τηΓεωμετρική. Τα γεωμετρικά ευρήματα είναι παραστάσεις ερωτικών ζευγών, πήλιναειδώλια εγκύων γυναικών, κουροτρόφων, μικροί και μεγάλοι χάλκινοι διπλοίπέλεκεις, ομοιώματα πλοιαρίων κ.ά. Χρυσοί ρόδακες κοσμούσαν περόνες, πόρπες,περιδέραια από φαγεντιανή και ορεία κρύσταλλο, που υπενθυμίζουν ομηρικό ύμνοστον Απόλλωνα. Ακόμη βρέθηκε πλακίδιο από κόκκαλο που παριστάνει γυμνή θεάκαι πήλινος πίνακας με ανάγλυφα λιοντάρια, γύρω από το δέντρο της ζωής. Από τηνΕίνατο προέρχεται το ρωμαϊκό γλυπτό των Νιοβιδών (της εποχής των Αντωνίνων)και μια ενεπίγραφη ερμαϊκή στήλη του 3ου μ.Χ. αιώνα. Στον κατάλογο του Ιεροκλήκαι σε αρχαίες επιγραφές αναφέρεται και ως Βίνατος.

Οι αρχαίοι συγγραφείς γράφουν: 1. Η Είνατος ήταν τόπος στην Λυκίας και τηςΚρήτης (Ησύχιος.).

2. Είνατος. Πόλις Κρήτης, όπως γράφει ο Ξενίων , το εθνικό Εινάτιος, άλλοιγράφουν ότι είναι όρος ή ποταμός, όπου τιμάται η Ειλείθυια Εινατία (Στ.Βυζ.)

Ελαία. Γραμπούσα Κισάμου;. Ο Πλίνιος 4,12,57 και 58, αναφέρει ότι είναι στηνΚρήτη. Σημερινό χωριό με το όνομα αυτό υπάρχει, η Ελιά Πεδιάδος νομούΗρακλείου.

Ελευθεραί. Πιθανώς η Ελεύθερνα (βλ.Ελεύθερνα).

<< Ελευθεραί ήταν πόλη της Βοιωτίας, που πείρε το όνομα της, από το όνομα τουΕλευθήρος του Απόλλωνα. Υπάρχει και άλλη στην Κρήτη που πείρε το όνομά τηςαπό τον Ελευθήρα, ένα από τους Κουρήτες, η οποία ονομαζόταν και Σάωρος από τοόνομα της νύμφης Σαώρας....................., ο πολίτης λέγεται Ελευθερεύς ήΕλευθεραίος >> (Στ.Βυζ.).

Ελεύθερνα, η. ΒΔ. του σημερινού χωριού Πρινές Μυλοποτάμου.

Ελεύθερνα, η. Μία από τις σπουδαιότερες πόλεις της αρχαίας Κρήτης, ΒΔ του χωριούΠρινές της επαρχίας Μυλοποτάμου, χτισμένη πάνω σε λόφο που ονομάζεται<<Λεύτερνα>>. Απαντά και με τις ονομασίες Ελεύθερνα, Ελευθέρα, Ελευθεραί.Αναφέρονται και τρεις αρχαιότερες ονομασίες: Σάντρα (Σάτρα), αναγόμενη στην εποχήτων Πελασγών, Άωρος από τη νύμφη Αώρα και Απολλωνία από τον πολιούχο θεό τηςπόλης Απόλλωνα. Επικράτησε όμως η ονομασία Ελεύθερνα κατά μια άλλη από το επίθετοτης Δήμητρας Ελευθούς. Πότε ιδρύθηκε η πόλη είναι άγνωστο. Ο αρχαιολόγος Pendlebury

βρήκε υπομινωικά, πρωτογεωμετρικά και πολλά ρωμαϊκά λείψανα, πιστεύεται δε, ότι ηίδρυση της πόλης χρονολογείται κατά τη γεωμετρική περίοδο, το 970-820 π.Χ. Οι κάτοικοίτης ασχολούνταν με τη γεωργία, το εμπόριο και τη ναυτιλία. Επειδή διέθετε λιμάνι, τοΠαντομάτριο, που ο Ν.Πλάτων τοποθετεί στον όρμο Φόδελε, είχε αποκτήσει σημαντικήναυτική δύναμη. Η πόλη βρισκόταν σε φιλικές σχέσεις με τους Πτολεμαίους και τίμησε μεανδριάντα τον Πτολεμαίο Ευεργέτη (247-221 π.Χ.). Η Ελεύθερνα ήταν αντίπαλος τηςΚνωσού, κατά τον εμφύλιο πόλεμο όμως των Κρητών, το 220 π.Χ., έγινε ΄σύμμαχος της.Όταν οι δυο πόλεις πολιορκήθηκαν από τον αντίπαλο συνασπισμό των κρητικών πόλεων καιβοηθών των Αχαιών και Μακεδόνων, αναγκάστηκαν να προσχωρήσουν σε αυτούς. Η πόλη,όπως και άλλες πόλεις του νησιού, ψήφισαν ασυλία του ιωνικού ιερού του Διονύσου στηνΤέω. Το 170 π.Χ. η Ελεύθερνα συγκαταλέγεται μεταξύ των τριάντα κρητικών πόλεων πουσυμμάχησαν με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου. Κατά τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Κρήτηςαπό τον Καικίλιο Μέτελλο, οι κάτοικοι, βασιζόμενοι στην οχυρότητα της θέσης τους,αντιστάθηκαν σθεναρά στις ρωμαϊκές λεγεώνες. Μερικές περίεργες παραδόσεις σχετίζονταιμε την άλωση της πόλης από τους Ρωμαίους, αλλά η πλέον πειστική αναφέρει ότι η πόληέπεσε μετά από προδοσία. Η Ελεύθερνα ευημερούσε και μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση καιεξακολουθούσε η ευημερία της και στην πρώτη βυζαντινή περίοδο, όποτε ήταν έδρα τηςεπισκοπής Ελεύθερνας που αναφέρεται στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο το 451. Στις αρχέςτου 9ου αιώνα η πόλη αναφέρεται ότι καταστράφηκε από τους Άραβες, διότι στο Πρακτικότου Βασίλειου Βουλγαροκτόνου, του 980, αναφέρεται ο τίτλος επισκόπου Αυλοποτάμου καιόχι Ελεύθερνας. Ο ίδιος τίτλος του μητροπολίτη διατηρείται μέχρι σήμερα. Από τηνΕλεύθερνα καταγόταν ο Διογένης Απολλωνιάτης, ο επικαλούμενος Φυσικός. Φιλόσοφοςπου έζησε τον 5ο π.Χ. αιώνα και ήταν μαθητής του Αναξιμένη. Ο Αμήτωρ, πρώτοςκιθαριστής ερωτικών ωδών, του οποίου οι οπαδοί ονομάστηκαν Αμητορίδαι. Ο αρχαίοςποιητής Λίννος και ο γλύπτης Τιμοχάρης. Επίσης ο μουσικός (ύδραυλος) Αντίπατρος, πουτιμήθηκε στους Δελφούς. Ως ανεξάρτητη πόλη η Ελεύθερνα, έκοψε δικά της νομίσματα, ταοποία στη μια πλευρά απεικόνιζαν τον Απόλλωνα Στυρακίτη, καθισμένο σε βράχο με μιασφαίρα στο δεξί χέρι και το τόξο στο αριστερό, ενώ στην άλλη πλευρά είχαν την Άρτεμη ωςκυνηγό, με φαρέτρα και τόξο και συνοδευόμενη από το σκύλο της. Νομίσματα έκοψε ηπόλη και κατά τη ρωμαϊκά περίοδο. Η διάλεκτος που χρησιμοποιούσαν στην Ελεύθερναδιατηρούσε πολλά στοιχεία του προδωρικού γλωσσικού υποστρώματος. Οι χρήσεις του ιν-αντί εν- και του όνυ αντί όδε είναι μάλλον προδωρικές επιβιώσεις. Στην Ελεύθερναβρέθηκαν πολλές αρχαίες επιγραφές με περιεχόμενο νομικής φύσεως που μιλούν για τιςσχέσεις καλλιτεχνών και πολιτείας. Μια επιγραφή της αρχαϊκής περιόδου περιέχει τη λέξη<<απαμία>>, που πιθανώς αναφέρεται στην καλλιεργήσιμη γη την οποία εκμεταλλεύοντανοι καλλιτέχνες και σχετίζεται με τη λέξη <<αφαμιώται>>, περισσότερο γνωστή από τημεταγενέστερη γραπτή παράδοση. Μια άλλη ενδιαφέρουσα, αλλά κακοδιατηρημένηεπιγραφή του 3ου-2ου π.Χ. αιώνα επισημαίνει ότι οι Κόσμοι (κυβερνήτες) της πόληςασκούσαν δικαιώματα πάνω στους αρτεμήτες. Οι τελευταίοι αποτελούσαν ένα είδος κλειστήςκοινωνικής ομάδας, συγκροτημένη σε χωριό ή ακόμη και σε πολλά χωριά εγκατεστημέναστο γειτονικό χώρο της Ελεύθερνας, και ίσως συνδέονταν με την εγχώρια λατρεία τηςΑρτέμιδας. Από το περιεχόμενο της επιγραφής συμπεραίνεται ότι οι αρτεμήτες δεν είχαν τοδικαίωμα να μετακινούνται ελεύθερα και επομένως, αν δεν ειδοποιούσαν τους κόσμους γιαμια τέτοια απόφαση, ήταν δυνατό να τιμωρηθούν με αποβολή από την κοινότητα της πόλης.

Στην Ελεύθερνα, κατά τη διάρκεια παλαιών ανασκαφών, βρέθηκαν ειδώλια και ζώδιαγεωμετρικά, ελληνιστικά και κλασικά. Ένα από τα αξιολογότερα ευρήματα είναι το άνω μισότμήμα του κορμού πώρινου αγάλματος, το οποίο παριστάνει γυναικεία ενδεδυμένη μορφή,η γνωστή << Κυρία Ελευθέρνης >>. Ανήκει στο λεγόμενο δαιδαλικό ρυθμό πουαναπτύχθηκε τον 7ο αιώνα π.Χ. Ονομάστηκε έτσι από το παρόμοιο τύπο της <<κυρίας τηςΩξέρ>>.Ένα μικρό κρητικό άγαλμα από μαλακό σχετικά ασβεστόλιθο (0.65μ.) μιας

γυναικείας μορφής με κρητικό <<σάλι>> να σκεπάζει τους ώμους (αποτελούσε μέρος τηςΚρητικής ενδυμασίας), βρισκόταν άλλοτε στη μικρή γαλλική πόλη Auxerre και σήμερα στοΜουσείο του Λούβρου.Εξαιτίας αυτής της ομοιότητας, ορισμένοι συμπεραίνουν ότι τοξενιτεμένο άγαλμα προέρχεται από την Ελεύθερνα.

<< Η Ελεύθερνα είναι πόλη της Κρήτης και πέιρε το όνομά της από το όνομα ενός απότους Κουρήτες. Οι πολίτες λέγονταί Ελευθερναίοι και Ελευθερνεύς>> (Στ.Βυζ.)

Ελλωτίς. Η Γόρτυνα.

<<Ελλωτίς. Η Γόρτυνα παλαιότερα ονομαζόταν Ελλωτίς. (διότι έτσι ονομαζόταν από τουςΚρήτες η Ευρώπη>> (Στ.Βυζ.). ( Βλέπε Γόρτυν).

Ελτυνία, η . Κουνάβοι Πεδιάδος.

Η Ελτυνία ή Έλτυνα ή Ελτυναία ήταν πόλη αυτόνομη στην Κρήτη. Η ύπαρξη καιαυτονομία της έγινε γνωστή από μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε από τον Halbherr, καιαναφέρεται στη συμμαχία των κρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β΄ βασιλιά της Περγάμου,το 183 π.Χ.. Η επιγραφή αναφέρει τους <<Ελτυναιείς>> αμέσως μετά τους Ελυρίους καιτους Υρτακινίους και προ των Αραδηνίων. Από αυτό υποθέτουν ότι πρέπει να βρίσκεταιστην επαρχία Σελίνου. Αναφέρεται όμως ότι προσαρτήθηκε από την Κνωσό, άρα πρέπει ναήταν κοντά της. Έτσι, έλεγαν, ίσως είναι σωστή η άλλη υπόθεση ότι η πόλη βρίσκεται στουςΚουνάβους. Στους Κουνάβους όμως βρέθηκε το 1918, με ανασκαφή του Στ. Ξανθουδίδου,όταν γινόταν ο δρόμος προς το συνοικισμό Ζαγουριάνοι, επιγραφή σε βουστροφηδόνγραφή όπου αναφέρονται οι λέξεις <<Ελτυναιείς>> και <<Ελτυνιείς>>, και ταύτισε τηνπόλη, που ήταν γνωστή από τις άλλες επιγραφές. Η επιγραφή αυτή είναι μια πλάκα μήκους2,5 μ. και φέρει 11 στίχους με γράμματα. Είναι τεμάχιο νόμου περί οικιών και ανήκει στηνεποχή της Μεγάλης Επιγραφής της Γόρτυνας. Έχει πολύ ενδιαφέρον από παλαιογραφικής,από γλωσσικής και από πραγματικής άποψης. Αποδεικννύει ότι η Ελτυναία υπήρχε ήδηκατά τον 7ο ή τις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα ως αυτόνομη και ελεύθερη κοινότητα με την δικήτης νομοθεσία. Αργότερα ίσως υπαγόταν στην Κνωσό. Τα ερείπια της απλώνονται σεμεγάλη έκταση στις θέσεις Ζαγουριάνους, (Σ)Κεντέρι ή Ζάγουρας και Ελλενικά. Έχουνανακαλυφθεί αρχιτεκτονικά μέλη (δωρικά κιονόκρανα) δημοσίων οικοδομημάτων, όστρακαπίθων, μελαμβαφών αγγείων, μια βάση με τον κατώτερο σπόνδυλο κίονα, ένα δωρικόαρχαϊκό κιονόκρανο και επιγραφές. Στο Σκεντέρι το 1937, ο Ασημιανάκης Δ. , κάνονταςκύλισμα βρήκε ανάγλυφα πλακίδια με έφιππη μορφή νεαρού άνδρα, που μάχεται μεδράκοντα. Παρ’ όλο που τα πλακίδια είναι σύγχρονης κατασκευής δεν έχουν την ίδια τέχνη,ούτε είναι απολύτως όμοια ως προς την κατεύθυνση του αλόγου, τη στολή του ιππέα κλπ. Ανκαι δεν ανήκουν στη Χριστιανική εποχή αλλά μάλλον στην Ελληνιστική-Ρωμαϊκή, έχουνομοιότητες με την παράσταση του Αγ. Γεωργίου. Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν όστρακα, πίθοικαι άλλα αγγεία και ένας κεραμικός κλίβανος. Ως φαίνεται ήταν εκεί αγγειοπλαστείο και ταπλακίδια ήταν μάλλον αποθηκευμένα για εμπόριο. Εδώ πρέπει να υπενθυμίσω την εικόναπου φέρει το μαχαίρι που βρήκε ο Γ.Σακελλαράκης στα Ανεμόσπηλια με την παράστασητου δράκοντα (<<μειξογενές ζώο>> γράφει ο Γ.Σακελλαράκης), για να μπορέσομε νακάνομε διάφορες σκέψεις για την προέλευση του.

Το 1967 βρέθηκε μια σημαντική ανάγλυφη επιτύμβια στήλη, η οποία εικονίζει γυναικείαμορφή που κρατά στεφάνι και λουλούδι, και αποτελεί ένα από τα ελάχιστα γνωστά γλυπτάτων πρώιμων κλασικών χρόνων στην Κρήτη (490 π.Χ.). Σε αβαθή λάκκο στο νεκροταφείο

βρέθηκε ένας κέρνος με αμφορίσκο και κυπελλίδιο συγκολλημένα πάνω στο χείλος, καθώςκαι ένα ενδιαφέρον ιδιότυπο σκεύος: Πρόκειται για έναν <<κέρνο>> (λεκανίδα) με δυοειδώλια πουλιών και τέσσερα ζώων, κολλημένα στο χείλος, ένα μεγαλύτερο κινητό ειδώλιοπουλιού πάνω σε βάση, τοποθετημένο στον πυθμένα του σκεύους, και επίσης με ένα ειδώλιοσυγκολλημένο στο εσωτερικό τοίχωμα, που παριστάνει μια γυναίκα θρηνωδό με τα χέριαστο κεφάλι, στη γνωστή χειρονομία που εκφράζει την οδύνη για τον θάνατο

Η περιοχή της Έλτυνας (Κουνάβοι-Καταλλαγάρι-Πεζά-Αγ.Παρασκιές) ήταν απο τηνμινωική εποχή το μεγαλύτερο εργοτάξιο παραγωγής και εξαγωγής προϊόντων οιναμπέλουστο Αιγαίο. Την περιοχή είχε αναπτύξει η Κνωσός και πιθανόν οι πρώτοι κάτοικοι τηςΈλτυνας να προέρχονται από τους οιναμπελουργούς της Κνωσού. Σύμφωνα με σφράγισμαπου βρέθηκε στη Σαμοθράκη πρόσφατα, ιερογλυφικής γραφής, όμοιο με σφραγίδα από τηνΚνωσό, εξήγαγαν εκτός από οίνο και καταβολάδες οιναμπέλου. Από το τέλος της 2ηςχιλιετίας π.Χ. η Έλτυνα φαίνεται αυτόνομη πόλη.

Έλυρος, η. Ανατολικά του σημερινού χωριού Ροδοβάνι Σελίνου, στο λόφο Κεφάλα.

Έλυρος. Πόλη της Κρήτης, η πιο σημαντική του ΝΔ τμήματος του νησιού. Εκείτιμούσαν ιδιαίτερα τον Απόλλωνα και τους ήρωες Φυλακίδη και Φίλανδρο, γιο τουΑπόλλωνα και της νύμφης Ακακαλλίδας. Οι Ελύριοι έστειλαν στους Δελφούς, ανάθημα, έναχάλκινο σύμπλεγμα, που παρίστανε μία κατσίκα να θηλάζει τους δυο αυτούς ήρωες ότανήταν νήπια. Βρισκόταν στη σημερινή επαρχία Σελίνου, κι είχε για επίνειά της τη Συία (τώραΣούγια) και τη Λισσό, στο σημερινό κόλπο του Αγίου Κύρκου. Έκοψε νομίσματα καισυγκαταλέγονται ανάμεσα στις τριάντα πόλεις που συμμάχησαν το 183 π.Χ. με το βασιλιάτης Περγάμου Ευμένη Β’. Πρώτος ο Pashley οδηγούμενος από τα σχετικά χωρία τωναρχαίων συγγραφέων και των επιγραφών, όρισε τη θέση της κοντά στο σημερινό χωριόΡοδοβάνι της κοινότητας Καμπάνου της επαρχίας Σελίνου. Ο Thenon εξέτασε τα ερείπιααυτής προσεκτικότερα και ανακάλυψε επιγραφή, που έγραφε <<έδοξε τη πόλει τωνΕλυρίων>>, με την οποία επικυρώθηκε η γνώμη του Pashley.

<< Η Έλυρος είναι πόλη της Κρήτης όπως γράφει ο Ξενίων στα Κρητικά. Ο πολίτηςλέγεται Ελύριος>> (Στ.Βυζ.).

Ερώνος (ή Ερράνος). Παπούρα Λασιθίου ;

Η ύπαρξη της πόλης έγινε γνωστή από τις συνθήκες των κρητικών πόλεων με την Τέω τηςΙωνίας, αναφορικώς με την ασυλία του Ιερού του Διονύσου. Μεταξύ των εν λόγω κρητικώνπόλεων αναφέρεται και η Έραννος, η οποία κατά την σχετική επιγραφή είχε πολλούς ναούς,εκ των οποίων ο ένας ήταν <<το ιερόν του Ασκληπιού>>. Στην επιγραφή αυτή οικάτοικοι φέρονται Εράννιοι: <<ο δάμος ο Εραννίων - ταν Εραννίων εύνοιαν - πολίταςΕραννίων και τας των Εραννίων πόλιος>>, αλλά και Ερώνιοι εκαλούντο επίσης: <<έδοξενΕρωνίων τοις κόσμοις - α πόλις των Ερωνίων>>. Η πόλη συγκαταλέγεται επίσης σ΄αυτέςπου συνθηκολόγησαν με το Ευμένη της Περγάμου, σ΄αυτή την επιγραφή οι κάτοικοιλέγονται Ερώνιοι. Από αυτές φαίνεται ότι ήταν σε χρήση και τα δύο εθνικά ονόματα. Αλλάτο πιο ενδιαφέρον είναι ότι από τις συνθήκες αποδεικνύεται η αυτονομία της πόλης, στηνοποία αποδίδονται μερικά νομίσματα που έχουν βρεθεί.

Ερταία. Η πόλη αυτή της Κρήτης ήταν αυτόνομος και είχε νομίσματα (SvoronosNumism. Σελ. 137). Η ύπαρξη της έγινε γνωστή από μια επιγραφή που ανακάλυψε στηνΚνωσό, ο καθηγητής του Γυμνασίου Ηρακλείου Κρήτης, Ι. Περδικάρης και τηνδημοσίευσε την 24 Απριλίου 1888 στο υπ΄αρίθ. 591 δελτίο της Εστίας. Οι κάτοικοι τηςλεγόταν Ερταίοι.

Ζάκρος.

Στην περιοχή της Κάτω Ζάκρου, 500 μ. από την παραλία, παρατηρήθηκαν πρώτη φοράαπό τον Άγγλο ναυτικό Σπράττ, το 1832, ενδείξεις ύπαρξης αρχαιότατης πόλης. Τα τέλητου ίδιου αιώνα οι Ιταλοί αρχαιολόγοι Halbherr και Mariani, έκαναν δοκιμαστικέςανασκαφές και βρήκαν διάφορα αγγεία με πολυτελή διακόσμηση. Μερικά από αυτά ανήκανστην πιο καλή μυκηναϊκή περίοδο της Κνωσού. Στην περιοχή αυτή από την Κάτω Ζάκροως την Απάνω, όπως διαπίστωσαν οι ανασκαφές, υπήρχε μια αρκετά μεγάλη πόλη τηΜινωική αλλά και τις νεώτερες εποχές, ακόμη και τη ρωμαϊκή, όπως πιστοποιούν τα λείψαναρωμαϊκών οικιών, που βρέθηκαν στη θέση Καλή Στράτα. Ο Μαριάνι παρατήρησε καιΘέρμες με υπόγειο θέρμανση κάτω από το πάτωμα, το λεγόμενο <<υπόκαυστο>>. Ηπροϊστορική πόλη της Ζάκρου ήταν η πιο μεγάλη των Ετεοκρητών, μετά την Πραισό. Σταγύρω υψώματα στον Τραόσταλο κ.λ.π., το Φαράγγι των Νεκρών, όπου ήταν τανεκροταφεία της, υπάρχουν πολλοί τάφοι της ίδιας περιόδου. Το όνομα της Ζάκρου είναιΜινωικό και σχετίζεται με τους Ζακαρού, μινωικό λαό, που αναφέρεται σε αιγυπτιακάκείμενα. Η Κρητική αυτή αρχαία πόλη μάλλον δεν αναφέρεται από τους γνωστούς αρχαίουςσυγγραφείς. Δεν αποκλείεται η πόλη να είχε το ίδιο όνομα με το σημερινό, όπως η Δρήροςπου δεν αναφέρεται, παρά μόνο τυχαίως από το γραμματικό Θεόγνωστο ως παράδειγμαορθογραφίας. Μην ξεχνούμε όμως ότι πολλές πόλεις της Κρήτης δεν έχουν ακόματαυτιστεί. Υπάρχει όμως και η περίπτωση στην περιοχή αυτή κατά την μινωική εποχή νακατοικούσαν αυτοί που φρόντιζαν το ξακουστό ιερό του Δικταίου Δία στο Παλαίκαστρο.Αυτός ή αυτή που φροντίζει τον ναό, στα αρχαία ελληνικά, λέγεται Ζάκορος. Εκτός τουιερού αυτού υπήρχε και ξακουστός ναός της Μεγάλης Μητέρας στο Ακρωτήρι Σίδερο,όπως αναφέρει η πρώτη Ετεοκρητική επιγραφή της Πραισού. Έτσι ίσως έχομε, ηΖάκορος -> η Ζάκ(ο)ρος-> η Ζάκρος.

Το 1901 ο Άγγλος Αρχαιολόγος Hogarth έκανε ανασκαφή στην πλαγιά του λόφου,βορειοανατολικά του ανακτόρου και αποκάλυψε μέρος του αρχαίου οικισμού. Βρήκεσπουδαία αντικείμενα της Μυκηναϊκής περιόδου, πίθους, χάλκινα εργαλεία και όπλα,διπλούς πελέκεις, σμίλες, μαχαίρια και σ΄ένα δωμάτιο ένα σωρό από 500 πήλινασφραγίσματα, λείψανα εμπορικών συναλλαγών. Πολλά έχουν δαιμονικές παραστάσεις, οιοποίες αποτελούν τον προ της Γραμμικής Α, τύπο γραφής για να γράφονται λέξεις της<<προϊστορικής>> Ελληνικής. Όπως εξακριβώσαμε από την ανάγνωση μερικών από αυτά,αναφέρονται στην εμπορία φαρμάκων και μάλιστα δηλητηριωδών τα οποία εξήγαγαν απόθαλάσσιους η φυτικούς οργανισμούς. Εντυπωσιακό είναι το παράδειγμα του σφραγίσματοςτο οποίο χαρακτηρίζουν ως <<ο ελαφοκέφαλος>>, το οποίο αναφέρεται στην εμπορίαστρυχνίνης. Το σχέδιο του σφραγίσματος αυτού παριστάνει πράγματι το φυτό στρύχνον, μετις ρίζες του, τα κλαδιά του και τους καρπούς του, ευδοκιμεί σε απόκρημνες παραλίες.Βρήκε επίσης δύο λάκκους γεμάτους αγγεία καμαραϊκά και μυκηναϊκά και σε σπηλαιώδειςτάφους πρωτομινωικά αγγεία και λύχνους. Από αυτές τις ανασκαφές δεν σώζεται τίποτε. Οδεύτερος παγκόσμιος πόλεμος άφησε και εδώ την καταστροφική του σφραγίδα όπως στονΔραγμό. Αφορμή της νέας ανασκαφής ήταν η ανεύρεση ξίφους, που βρήκαν ο ΜανόληςΦυγετάκης και ο Νικ. Καραντώνης στην περιοχή του ανακτόρου, που το παρέδωσαν

στην αρχαιολογική υπηρεσία, και μια βάση κίονα, που βρέθηκε στη θέση τουανακτόρου.

Το 1952 ο Νικ. Πλάτων άρχισε ανασκαφικές εργασίες στην ανατολική πλαγιά τουυψώματος του Αγ. Αντωνίου. Εξετάζοντας την περιοχή ο Πλάτων παρατήρησε στηνεπιφάνεια του εδάφους, μέσα στα περβόλια με μπανάνες, μεγάλους πελεκητούς πωρόλιθους,στην δυτική άκρα της κοιλάδας της Κάτω Ζάκρου. Ένδειξη ότι εκεί υπήρχε κάποιοεπίσημο κτήριο. Αυτή ήταν η αρχή της αποκάλυψης το 1961 ενός Μινωικού ανακτόρου,του τετάρτου ύστερα από τα ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού και των Μαλίων. Ηεπιμελημένη κατασκευή της οικοδομής, οι πολλές αποθήκες, η πλούσια κεραμική, οιμεγάλες ποσότητες πρώτων υλών, ως το ελεφαντοκόκαλο και ο χαλκός σε μορφή<<ταλάντων>>, που βρέθηκαν με την πρόοδο της ανασκαφής, επιβεβαίωσαν τη γνώμη, ότιπρόκειται για ανάκτορο. Η έκταση του υπερβαίνει τα 8000 τ.μ. Το ανάκτορο εκτείνεταιγύρω από μια κεντρική αυλή, όπως και τα άλλα Μινωικά ανάκτορα.

Το ανάκτορο της Ζάκρου, παρ΄όλο που έχει βασικές ομοιότητες, στις κύριες γραμμές, μετα άλλα Μινωικά ανάκτορα, έχει ορισμένες ιδιοτυπίες, που δεν υπάρχουν στα άλλα,πολύτιμες για τη μελέτη της Μινωικής αρχιτεκτονικής. Στα κτήρια του ανακτόρουχρησιμοποιήθηκε ξεστός πωρόλιθος, που τον έφερναν με τα πλοία από άλλο μέρος,αφού δεν υπάρχει στην περιοχή της Ζάκρου. Σε πολλούς τέτοιους ξεστούς πωρόλιθουςείναι χαραγμένα τα γνωστά τεκτονικά σημεία, ο διπλούς πέλεκυς, το τρίαιχμο (Ψ), ο οβελόςκαι ο αστέρας. Οι προσόψεις των δωματίων ήταν κτισμένες με ξεστές πέτρες με ταπαραπάνω μινωικά σύμβολα. Το ανάκτορο είχε μόνο δύο ορόφους, καταστράφηκε απότομακαι ολοκληρωτικά και δεν ξανακτίστηκε στη θέση του νέο. Από κομμάτια ηφαιστειακήςμάζας, που έφθασαν στη Ζάκρο, προφανώς με την εκτίναξη από το ηφαίστειο της Θήρας,που βρέθηκαν στο χώρο του ανακτόρου, και από παρατηρήσεις για τις μετατοπίσεις τωντοίχων κατά την καταστροφή, προέκυψαν νέες ενδείξεις, ότι η καταστροφή οφείλεται στοντρομερό σεισμό, που έγινε κατά την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας το 1450 π.Χ. Ηαπότομη αυτή καταστροφή και η πυρκαϊά που ακολούθησε σκέπασε κάτω από τα ερείπιαότι υπήρχε στο ανάκτορο. Έτσι εγκαταλείφτηκε και ξεχάστηκε αιώνες δίχως να συληθεί.Αυτό είναι η αιτία που βρέθηκαν πολλά και ανυπολόγιστης αξίας αντικείμενα τέχνης, πουβρίσκονται σήμερα στα Μουσεία Σητείας, Αγίου Νικολάου και Ηρακλείου Κρήτης. Μεταξύτων σπουδαίων αντικειμένων από κάθε ύλη είναι και οι 13 πήλινες πινακίδας της μινωικήςΓραμμικής Α, γραφής, μέσα σε τρεις ψηλές πλίθινες κόγχες στο νότιο τοίχο τουαρχειοφυλακείου. Το βαθύ κεραμιδί χρώμα της επίχωσης στο σημείο που βρέθηκαν οιπινακίδες δείχνει ότι αρχικά ήταν πολύ περισσότερες, σώθηκαν όμως μόνο αυτές πουψήθηκαν από τη φωτιά την ώρα της καταστροφής του δωματίου. Επίσης σπουδαία είναι ταδυο ρυτά για σπονδές που βρέθηκαν στο ανάκτορο. Το ένα είναι λίθινο με ανάγλυφοπαράσταση ιερού κορυφής και το ρυτό σε πλαστική μορφή ταύρου, από χλωρίτη, παρόμοιατου οποίου υπάρχου μόνο τρία. Ένα της Κνωσού, ένα των Μυκηνών και ένα όμοιο με τηςΚνωσού, το οποίο βρέθηκε στην Αίγυπτο.

Ηράκλεια

Ο Στ. Βυζάντιος μεταξύ των εικοσιτριών πόλεων που αναφέρει με αυτό το όνομα, γράφει ότιη δέκατηευδομη στη σειρά βρίσκεται στην Κρήτη. Το εθνικό όνομα είναι Ηρακλεύς καιΗρακλειώτης και Ηρακλεώτης και Ηράκλειον και Ηρακλεωτικόν>> (Στ.Βυζ.) Βλ. λέξηΗράκλειο.

Ηράκλειον, το. Το σημερινό Ηράκλειο Τεμένους.

Κατά τον Πλίνιο Ηράκλεια 4,12,59. Κατά τον Tournefort, σελ. 74, και τον Bursian, 2,560,ελέγετο στην αρχαιότητα και Μάτιον. Από τον Στράβωνα αναφέρεται δύο φορές. Την μιαως επίνειο της Κνωσού :<<έχει η Κνωσός επίνειο το Ηράκλειο>>, που εβρίσκετο απέναντιτης νήσου Δίας: << Η νήσος Δία που βρίσκεται απέναντι στο Ηράκλειο της Κνωσού>>Στρ. 10,476 και 484. Η ίδια πληροφορία είναι και στους Σταδιασμούς, σελ. 348 και 349 :<<Από την Αστάλη μέχρι το Ηράκλειον η απόσταση είναι 100 σταδίες. Είναι πόλη.Έχει λιμάνι και νερό. Σε απόσταση 20 σταδίων βρίσκεται η πόλη Κνωσός, και δυτικά σεαπόσταση 40 σταδίων βρίσκεται νήσος. Αυτή ονομάζεται νήσος του Διός. Από τοΗράκλειο στη Χερρόνησο η απόσταση είναι πάλι 100 σταδίες>>. Ο Pape ξεχώριζε τοΗράκλειο από την Ηράκλεια, θεωρεί το μεν πρώτο ως ναό και κόλπο στη βόρεια παραλίατου νησιού, κατά Πτολ. 3,17,6 και Πλιν. 4,20, τη δεύτερη δε πόλη σύμφωνα με τον Στ.Βυζάντιο.

Ο Spratt αντίθετα από τον Tournetort και τον Bursian τοποθετεί την Ηράκλεια επί τουσημερινού Ηρακλείου, το δε Μάτιον, θεωρεί ιδιαιτέρα πόλη, την πόλη τοποθετεί ανατολικάτων εκβολών του Αμνισού ποταμού, του σημερινού Καρτερού. Εάν το σημερινό Ηράκλειοονομαζόταν από την αρχαιότητα Ηράκλειο ή Ηράκλεια τότε θα μπορούσε να θεωρηθείτούτο απόδειξη για την ορθότητα της γνώμης εκείνων, οι οποίοι τοποθετούσαν σ΄αυτό τηναρχαία Ηράκλεια ή Ηράκλειο. Στη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο τον 381, υπογράφουν οιΚρήτες επίσκοποι, Σύμφορος Ιεραπύτνης, ο Κυδώνιος Κυδωνίας, ο Εύκισσος Κισάμου καιο Μαυσώνιος Ηρακλείου, το δε Ηράκλειο αναφέρεται στον κατάλογο αυτό, που είναισυνταγμένος λατινικά, ως Ηράκλεια.

Ως γνωστό, όμως η σημερινή πόλη θεμελιώθηκε από τους Άραβες με το όνομα Χάντακ =Χάνδαξ, ονομαζόταν έκτοτε Candia από τους Ενετούς και τους Τούρκους, από δε τουςντόπιους Μεγάλο Κάστρο ή κατεξοχήν Κάστρο, μόλις δε πριν ένα αιώνα της δόθηκε τοόνομα Ηράκλειο με πρωτοβουλία των λογιότερων της εποχής εκείνης. Το έκαμαν δε απόεθνική φιλοτιμία για να αντικαταστήσουν το αραβικό ή ενετικό όνομα με ελληνικό. Τοσημερινό λοιπόν όνομα δεν είναι απόδειξη ότι η αρχαία συνώνυμος πόλη περί τα βόρειαμέρη της Κνωσού, στην απέναντι της νήσου Δία παραλία, ήταν στην σημερινή θέση. Στομεγάλο και καταστρεπτικό σεισμό της 29 Μαίου 1508, ώρα 2 μετά τα μεσάνυκτα, έμεινανκατοικήσιμα τέσσερα ή πέντε σπίτια και σκοτώθηκαν μόλις 300 άνθρωποι. Το 1810καταστράφηκε η πόλη του Ηρακλείου από σεισμό και έχασαν τη ζωή τους 2 χιλιάδεςάνθρωποι. Επίσης στο σεισμό του 1856, στις 30 του Σεπτέμβρη, στις 2.30 μετά ταμεσάνυκτα καταστράφηκαν 6.512 σπίτια, σκοτώθηκαν 538 άνθρωποι και τραυματίστηκαν637. Τότε κατέπεσε ο καθεδρικός ναός του Αγίου Τίτου και ο ναός της μονήςΦραγκισκανών, έμειναν μόνο 18 σπίτια κατοικήσιμα. Οι αριθμοί των καταστροφώνποικίλουν στις διάφορες πηγές. Από το Ηράκλειο κατογόταν ο εκ των Αγίων Δέκα,Ευάρεστος.

Ήτις ( ή Ητεία) Η θέση της τοποθετείται στο μικρό συνοικισμό Πετράς της Σητείας

Ήτις ή Ήτεια,η. Πόλη της βορειοανατολικής Κρήτης, στο δυτικό μυχό του ΚόλπουΔιδύμου ή της Σητείας, κοντά στο χωριό Πετράς, όπου έχουν εντοπιστεί ερείπιαπολυγωνικού τείχους και άλλα λείψανα αρχαίων οικοδομημάτων. Σύμφωνα με το ΔιογένηΛαέρτιο, εκεί γεννήθηκε ο φιλόσοφος Μύσων. Η Ητεία ήταν λιμάνι της Πραισού στη βόρειαθάλασσα. Όταν οι Ιεραπύτνιοι κατέστρεψαν την Πραισό, οι Πραισίοι που διασώθηκανκατέφυγαν στην Ητεία, η οποία έγινε έπειτα πρωτεύουσα του νέου πραισιακού κράτους, πουέκοψε νομίσματα και έδωσε το όνομα της σε ολόκληρη τη χερσόνησο, την αρχαιότερηεστία, μινωικού πολιτισμού. Σε επιγραφή του 3ου π.Χ. αιώνα, που βρέθηκε στην Πραισό,

αναφέρονται δυο φορές οι Σηταήται, όπως έλεγαν τότε τους Σητειακούς. Το όνομα Σητείαφαίνεται ότι το πήρε στους Βυζαντινούς χρόνους.

Η Σητεία υπήρχε την υστερομινωική περίοδο, διατηρήθηκε την Ελληνική, τη Ρωμαϊκή, τηνπρώτη Βυζαντινή, την Αραβική, τη δεύτερη Βυζαντινή και τη Βενετική περίοδο. Τη δεύτερηβυζαντινή περίοδο η τούρμα της Σητείας αποτελούσε ιδιαίτερη επισκοπή με έδρα την πόλητης Σητείας, που αργότερα, από το φόβο των πειρατών μεταφέρθηκε στο χωριό Επισκοπήτης Σητείας, όπως και όλες οι άλλες παραθαλάσσιες επισκοπές της Κρήτης. Στα χρόνια τηςΒενετοκρατίας ήταν έδρα του διαμερίσματος Σητείας στο οποίο υπαγόταν και η καστελανίατης Ιεράπετρας. Στην περίοδο της Βενετοκρατίας η πόλη της Σητείας, φέουδο τηςοικογένειας Παυλίνα, καταστράφηκε τρεις φορές. Το 1508 την κατάστρεψε τρομερόςσεισμός και το 1538 ο Χαιρεντίν Μπαρμπαρόσα, το φόβητρο των παράκτιων πληθυσμώντης Μεσογείου το 16ο αιώνα. Από τα 400 σπίτια που είχε, μόνο 10 έμειναν όρθια. Το 1648πολιορκήθηκε από τους Τούρκους και εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της. Για δυοαιώνες έμεινε ακατοίκητη. Η θέση των ερειπίων της παλιάς πόλης αγοράστηκε με ενέργειεςτων πασάδων Αβνή και Κωστή Αδασίδη, και χτίστηκε το 1870 η νέα πόλη που οι Τούρκοιονόμασαν Αβνιέ και οι Έλληνες Λιμάνι της Σητείας. Από τη Σητεία κατάγεται ο μεγάλοςΈλληνας ποιητής Βιτσέντζος Κορνάρος, που έγραψε το επικολυρικό ποίημα<<Ερωτόκριτος>>.

Ανατολικά της πόλης σώζονται ελάχιστα ερείπια του βενετσιάνικου φρουρίου, που τοκατάστρεψαν οι ίδιοι οι Βενετοί για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων (1651).

Σειρά νομισμάτων αποδίδεται, αλλά με αμφιβολία, σε αυτήν, επειδή οι αρνούμενοι τούτοδεν τη θεωρούσαν αυτόνομο αλλά υποτελή στην Πραισό.

<<Η Ήτις είναι δήμος της Λακωνικής και πόλη της Κρήτης, από την οποία κατάγεται οΜύσων ο Ητείος, το οποίο αναφέρει ο Πλάτωνας στον Πρωταγόρα, όπου το γράφει καιΧηνέα. Ο Δίδυμος στα συμποσιακά τον ονομάζει Ητείον>>. (Στεφ. Βυζ.).

Θεναί, αι

Θενές (-αι),αι. Πόλη της Κρήτης κοντά στην Κνωσό. Η ακριβής θέση της είναιαμφισβητήσιμη. Άλλοι την τοποθετούν κοντά στο Κανλί-Καστέλλι, ενώ άλλοι στο χωριόΣαμπά Πεδιάδος. Η πόλη μνημονεύεται στον Καλλίμαχο και στον Στέφανο Βυζάντιο.Επίσης αμφισβητήσιμη είναι η αυτονομία της, αφού είναι ζήτημα εάν ανήκε σαυτήν κρητικόνόμισμα. (Svoronos).

<< Οι Θενές είναι πόλη της Κρήτης, αλλά μερικοί την θεωρούν πόλη της Αρκαδίας, άλλοιπάλι ότι είναι όρος. Το εθνικό είναι Θεναίος και Θεναία και Θενείς>> (Στ.Βυζ.).

Σύμφωνα με τις προηγούμενες απόψεις και περιγραφές περί του τόπου όπου βρισκόταν οιΘενές, πιθανώς να ήταν σε τοποθεσία η οποία να συγκέντρωνε όλα τα προηγούμεναστοιχεία. Τέτοια τοποθεσία είναι αυτή των ανασκαφών του Γαλατά, νότια του Σαμπά, ορεινήκαι κοντά στους Αρκάδες των οποίων η επικράτεια έφθανε μέχρι αυτήν την περιοχή.

Θεράπναι, αι Μεταξύ Ελεύθερνας και Κυδωνίας ;

Θεράπναι. Πόλη της Κρήτης, μια από τις σημαντικότερες κατά τον Πλίνιο. Φαίνεται ότιέγινε ιδιαίτερα σημαντική με τη δωρική εγκατάσταση στο νησί. Η θέση της δεν έχει

εξακριβωθεί, αλλά μάλλον πρέπει να αναζητηθεί κοντά στην Ελεύθερνα. Φαίνεται ότι αρχέςτου Μεσαίωνα, ή καταστράφηκε ή εγκαταλείφθηκε.

Θήβη, η. Σίβα Πυργιωτίσσης.;

Ιδαίον ή Αρκαίνσιον Άντρον. Λατρευτικό σπήλαιο της Κρήτης στη βόρειαπλαγιά της Ίδης, στο οροπέδιο Νίδα, όπου κατά την παράδοση ανατράφηκε ο Δίας. Ταπολυάριθμα αναθήματα που βρέθηκαν εκεί μαρτυρούν ότι η λατρεία στο σπήλαιο αρχίζειαπό τη μινωική εποχή μέχρι και τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Από τα ευρήματα (ειδώλια, φιάλες,τρίποδες), πολλά από τα οποία έχουν ανατολική προέλευση, σημαντικότατες είναι οιανάγλυφες χάλκινες ασπίδες του 8ου και 7ου π.Χ. αιώνα, στις οποίες διακρίνεται η βαθμιαίααπομάκρυνση από τα ανατολικά, ασσυριακά και φοινικικά πρότυπα. Οι ανασκαφές και τακείμενα που αποκάλυψαν την απίστευτη πολυπλοκότητα των ιεροπραξιών που γνώρισε αυτότο σπήλαιο, συνέδεσαν άρρηκτα τις λατρευτικές αυτές πρακτικές με την πόλη της Αξού πουείχε υπό τον έλεγχο της τους γειτονικούς ορεινούς πληθυσμούς. Η Αγχιάλη, γιαπαράδειγμα, σύζυγος του Δία και μητέρα των Δακτύλων της Ίδας, ανατρέφει τους γιους τηςμέσα στο σπήλαιο καταλαμβάνοντας τη γη της Αξού (Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά)και θεωρείται μάλιστα, μάνα του ιδρυτή της πόλης. Οι αναθηματικές ασπίδες , οι λέβητες, οιτρίποδες, τα κύμβαλα και οι αιχμές βελών και δοράτων βρέθηκαν δεξιά από την είσοδοτου σπηλαίου στο σημείο που τοποθετεί ο Θεόφραστος τα αναθήματα. (Φυτ. Ιστ. ΙΙΙ, 3-4). Κατά τη Μυθολογία, ο Δίας είχε γονείς τη Ρέα και τον Κρόνο και γεννήθηκε στοΔικταίον Άντρον και από εκεί μετεφέρθη στο Ιδαίον Άντρον. Ο Κρόνος ήθελε νακαταπιεί το Δία για να σώσει την ουράνια βασιλεία του. Η Ρέα για να τον ξεγελάσεισπαργάνωσε ένα λίθο. Ο Κρόνος ανύποπτος τον κατάπιε. Οι νύμφες Αδράστεια και Ίδη τονανάθρεψαν με το γάλα της κατσίκας Αμάλθειας και άγριο μέλι. Όταν έκλαιγε, οι Κουρήτεςτον προστάτευαν χτυπώντας τα σπαθιά στις ασπίδες τους.

Το σπήλαιο είχαν επισκεφθεί κατά την μεγάλη του ακμή ο Πυθαγόρας, ο Πλάτωνας καιπιθανόν ο Σόλων, ο οποίος κατά τον Δίσκο του Φαιστού είχε πάει στη Φαιστό.

Ιερά νήσος<< Η Ιερά νήσος βρίσκεται στο Κρητικό πέλαγος όπως αναφέρει ο Χάραξ. Υπάρχει καικοντά στην Αίγυπτο Ιερά νήσος. Ο κάτοικος λέγεται Ιερονησίτης ή Ιερονήσιος >>(Στ.Βυζ.).

Ιεράπολις, η. Λεβήν; ή Μάλια.

Ιεράπολις. Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει μεταξύ άλλων πόλεων με το ίδιο όνομα,δεύτερη αυτή πού βρίσκεται στην Κρήτη και ότι το εθνικό είναι Ιεραπολίται>> (Στ. Βυζ..).

Ιεράπυτνα, η. Ιεράπετρα (36 χιλ. Από τον Άγ. Νικόλαο)

Ιεράπυτνα, η (αρχ.) πόλη στη νότια παραλία της ανατολικής Κρήτης, στο στενότεροσημείο του νησιού (Στραβ. 10,475), στη θέση της σημερινής Ιεράπετρας. Κατά τηνπαράδοση, ονομαζόταν αρχικά Κύρβα, από το όνομα του ιδρυτή της, του Κύρβαντα, ενόςαπό τους Κορύβαντες. Κατόπιν ονομάστηκε Κάμιρος, Πύτνα και τελικά Ιεράπυτνα ήΙεράπυσνα. Οι παλιότερες ονομασίες της Κύρνα και Κάμιρος, φανερώνουν κάποια σχέση

με τη Ρόδο και είναι πολύ πιθανό οι πρώτοι άποικοι, που ήταν Δωριείς, να έφθασαν στηνΙεράπυτνα από τη Ρόδο. Οι Δωριείς αναμίχθηκαν με το γηγενές ετεοκρητικό στοιχείο, τοοποίο αρχικά ήταν ισχυρό. Από την πρώιμη όμως εποχή λίγα στοιχεία σώζονται. Αρχικά ηΙεράπυτνα ήταν άσημη πόλη. Είχε ανεπτυγμένο κυρίως τον στόλο της, που ήταν –ως έναβαθμό- πειρατικός. Έτσι, το 204-201 π.Χ., όταν μερικές κρητικές πόλεις συμμάχησαν μετους Μακεδόνες εναντίον της Ρόδου και των συμμάχων της, ο στόλος της Ιεράπυτναςχτύπησε την Κω και την Κάλυμνο.

Το 201-200 π.Χ., όμως η Ιεράπυτνα μεταστράφηκε και συμμάχησε με τη Ρόδο, η οποίαπροσπαθούσε να καταστείλει την πειρατεία. Το 185 περίπου π.Χ. η Ιεράπυτνα συνήψεφιλικές σχέσεις με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου. Από το 145-140 π.Χ., όποτε η πόληκατέστρεψε τη γειτονική της Πραισό και την ενσωμάτωσε στη δική της επικράτεια άρχισε ηάνοδος της Ιεράπυτνας και η εξέλιξή της σε μια από τις σημαντικότερες κρητικές πόλεις(Στραβ. 10, 479). Στην επικράτειά της περιήλθαν επίσης η Λάρισσα και η Ώλερος. Ηγειτνίαση όμως με την Ίτανο οδήγησε σε εχθροπραξίες για τα όριατων δυο περιοχών, πουρυθμίστηκαν μόνο το 112/111 π.Χ., παρά τις συνεχείς προσπάθειες των Ρωμαίων. ΣτουςΡωμαίους υποτάχθηκε τελευταία από όλες τις κρητικές πόλεις το 68/67 π.Χ. Ακολούθησεπερίοδος ακμής κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους και ο Σέρβιος αναφέρει ότι από τιςκρητικές πόλεις μόνο αυτή και η Κνωσός επιβιώνουν, κάτι όμως που δεν επιβεβαιώνεται απόαλλού. Περισσότερες πληροφορίες για τις λατρευόμενες θεότητες δίνουν τα νομίσματα τηςπόλης. Τα παλαιότερα χρονολογούνται μεταξύ 400-350 π.Χ., με επιγραφή και απεικόνισηκάπρου ή αετού. Αργότερα, γύρω στο 300 π.Χ. απεικονιζόταν κεφαλή Διός και φοίνικας ήαετός. Τα νομίσματα του 200 π.Χ., ακολουθούσαν τον αθηναϊκό τύπο, τα μεταξύ 200-167π.Χ. απεικόνιζαν γυναικεία κεφαλή με πυργόμορφο πόλο, φοίνικα ή αετό και σε αυτά τωνρωμαϊκών χρόνων κεφαλή Διός και φοίνικα. Από τις επιγραφές και τα σύμβολα τωννομισμάτων, καθώς και από τα ανασκαφικά δεδομένα, συνάγεται ότι στην Ιεράπυτναλατρευόταν ο Ζευς, η Ήρα, η Αθηνά και ο Απόλλων. Το 1508 μ.Χ. καταστράφηκε απόσεισμό η μεγάλη πόλη της Ιεράπετρας και έχασαν τη ζωή τους 30 χιλιάδες άνθρωποι.Δούκας της Κρήτης ήταν τότε ο Ιερώνυμος Δονάτος. Επίσης στο σεισμό του 1780 μ.Χ.καταστράφηκε το κάστρο της Ιεράπετρας και σκοτώθηκαν 300 Τούρκοι.

<< Η Ιεράπυτνα είναι πόλη της Κρήτης, παλαιότερα την έλεγαν Κύρβα έπειτα Πύτνα,έπειτα Κάμιρο και μετά Ιεράπυτνα. Το εθνικό όνομα είναι ΙΙεραπύτνιος>> (Στ.Βυζ.).

Ιλλατία, η. Μεταξύ Αλλαρίας και Συβρίτου;

<<Η Ιλαττία είναι πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Πολύβιος, το εθνικό όνομα είναιΙλάττιος>> (St. Buf.).

Ιναχώριο. Ιναχώριον Κισάμου.

Ιναχώριο, το. Πόλη στη Δυτική Κρήτη, που τοποθετείται στην περιοχή των ΕννέαΧωριών. Αναφέρεται σε αρχαίες πηγές. (Πτολεμαίου Γεωγραφικά 3,15,2), όπωςεπίσης και σε καταλόγους αρχαίων πόλεων της Κρήτης (Creta Sacra τομ.1, σελ.124).Συχνά γράφεται και Ινναχώριο. (εγκ.Π.Λ.Μ.).

Ιπποκορώνιον, το. Ο Στράβων (Ι, 472) αναφέρει το τοπωνύμιο : Ιπποκόρωνά τετης Αδραμυττηνής και Ιπποκορώνιον εν Κρήτη. Πιστεύουν ότι είναι όνομα πόλης, που ήτανδυο μίλια νοτιοδυτικά του Νέου Χωριού Αποκορώνου, πάνω στο λόφο του Αγ. Μάμα,

όπου σωζόταν αρχαία κομμάτια από μάρμαρο ή ανατολικά του χωριού Καλύβες, όπουήταν το φρούριο Αποκορώνου. Ο Cornelius, αναφέρει: Hippocoronion sive Tanus hodieCastrum Apricornium. Άρα το Ιπποκορώνιον λεγόταν και Τάνος, πόλη της Κρήτης,ιστορικά βεβαιωμένη, κάτοικος Τανίτης, ως αναφέρεται σε νομίσματα και ήταν κοντά στηνΚυδωνία (βλέπε Τάνος).

Το Ιπποκορώνιον κατά τον Cornelius ήταν στη θέση του βενετικού φρουρίου Bicorna, πουβρισκόταν στον παραθαλάσσιο λόφο ανατολικά από το χωριό Καλύβες. Η ονομασίαΑποκόρωνας αναφέρεται από το 1236 στη συνθήκη μεταξύ του Βατάτζη και του δούκα τηςΚρήτης Ιουστινιάνη. Κατά την Β΄Βυζαντινή περίοδο ονομαζόταν τούρμα Ψυχρού, ίσωςαπό ένα ομώνυμο χωριό που αναφέρει ο Basilicata το 1630.

Γενικά όμως οι απόψεις για την ύπαρξη της πόλης και την ετυμολογία της λέξης είναι πολλέςκαι διαφορετικές. Πρέπει όμως να συμφωνήσουμε με την ιστορική άποψη, ότι η πόληλεγόταν Τάνος, όπως αναφέρεται και στα νομίσματα. (Βλέπε και Τάνος).

Ιστοί, οι. Άγνωστη θέση.

Ίστρος (ή Ιστρών). Πύργος-Καλό Χωριό Ιεράπετρας.

Ιστρών, . κρητική πόλη, γνωστή και ως Ίστρος. Από επιγραφές μαθαίνουμε ότι υπήρχε εκείιερό της Αθηνάς Πολιάδας, και ότι οι άρχοντές της ονομάζονταν <<κόσμοι>>.Τοποθετείται στη βορειοανατολική παραλία της Κρήτης, κοντά στον ποταμό Ιστρώνα, σεθέση όπου σώζονται μερικά ερείπια. Κατά τον Σβορώνο και η πόλη αυτή έκοψε νομίσματα,μη ανακαλειφθέντα όμως ακόμη.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει μεταξύ άλλων πρώτη την Κρητική πόλη Ιστρών και ότι οΑρτεμίδωρος την αναφέρει με αυτό το όνομα.

Ίτανος, η (αρχ.) πόλη της ανατολικής Κρήτης (σημ. Ερημούπολη Σητείας), στη βάσητου Σαμώνιου ακρωτηρίου (κάβο Σίδερο), στα βόρεια του Παλαιοκάστρου καιβορειοανατολικά της μονής Τοπλού. Τα ερείπιά της απλώνονται σε όλο το πλάτος τουλαιμού του ακρωτηρίου. Η πόλη άνθησε κυρίως κατά τους ιστορικούς και ελληνορωμαϊκούςχρόνους, είχε όμως ιδρυθεί σε προελληνική εποχή. Η ονομασία της φαίνεται πως είναιμινωική, αν και ο Στέφανος Βυζάντιος διασώζει την παράδοση που τη θέλει να προέρχεταιαπό τον πρώτο οικιστή της, τον Φοίνικα Ίτανο, ιδρυτή φοινικής αποικίας για το εμπόριο τηςπορφύρας και τη βιοτεχνία του γυαλιού. Την πρώτη ιστορική μαρτυρία για την πόλη, μαςδίνει ο Ηρόδοτος (4, 151), που διηγείται ότι το 630 π.Χ., οι Θηραίοι χρησιμοποίησαν τονΙτάνιο ψαρά Κωρύβιο για να τους οδηγήσει στη Λιβύη, όπου, σύμφωνα με το χρησμό τουμαντείου των Δελφών, ίδρυσαν την Κυρήνη. Το εμπόριο της πορφύρας, του γυαλιού, αλλάκαι τα έσοδα από το περίφημο ιερό του Δικταίου Διός στο Παλαιόκαστρο, έδωσαν στηνΊτανο πλούτο και δύναμη. Έκοψε επίσης δικό της νόμισμα και στολίστηκε με ωραίαμαρμάρινα δημόσια κτίρια και ναούς. Το πολίτευμά της, όμοιο με εκείνο των άλλωνδωρικών πόλεων της Κρήτης. Τον 3ο π.Χ. αιώνα, απόπειρα ανατροπής της δημοκρατίας,απέτυχε, με τη βοήθεια του Πτολεμαίου Φιλάδελφου της Αιγύπτου. Προστάτιδα θεά τηςΙτάνου, μαζί με θαλασσινές θεότητες και το Δικταίο Δία, ήταν η Αθηνά. Ναός της υπήρχετόσο μέσα στην πόλη, όσο και στην άκρη του Σαμώνιου ακρωτηρίου, όπου παλαιότεραυπήρχε <<ξακουστός ναός της μεγάλης μητέρας>>. Τη λατρεία της Αθηνάς και τη

σημασία της για την Ίτανο, τη δείχνει και η απεικόνισή της σε νομίσματα του 4ου π.Χ.αιώνα, στα οποία αντικαθιστά την πρωιμότερη παράσταση θαλασσινού θεού ή δαίμονα μεουρά ψαριού (Τρίτωνα ή Γλαύκου). Ο θεός αυτός επιβιώνει συμβολικά στη μικρή μορφήπου διακρίνεται στην άλλη όψη των ίδιων νομισμάτων, πλάι στο μεγαλόπρεπο αετό τουΔιός. Η εκμετάλλευση του μεγάλου ιερού του Δικταίου Διός προκάλεσαν το φθόνο τωνάλλων μεγάλων πόλεων της Κρήτης, Πραισού και Ιεράπετρας, και έγιναν αφορμή γιαπολέμους και διεκδικήσεις πολλών αιώνων. Η Πραισός κατάφερε κάποτε, κατά τουςελληνιστικούς χρόνους, να προσαρτήσει το ιερό, αλλά η Ίτανος το ξαναπήρε, το 150 π.Χ.,με την επέμβαση του Πτολεμαίου του Φιλομήτορος, όπως αναφέρει μεγάλη ιστορικήεπιγραφή που σώζεται σε πού καλή κατάσταση, εντοιχισμένη σήμερα στην εκκλησία τηςμονής Τοπλού και καθορίζει τα όρια των πόλεων της περιοχής. Η καταστροφή της Πραισούαπό την Ιεράπυτνα, το 146 π.Χ., έφερε την Ίτανο σε άμεση γειτονία με τη νικήτρια πόλη καιοδήγησε σε ατελείωτες αντιδικίες, τόσο για την κατοχή της νησίδας Λευκής (κύριου κέντρουαλιείας και επεξεργασίας πορφύρας), όσο και του Δικταίου ιερού, αντιδικίες πουσυνεχίστηκαν, πολλές φορές με την παρέμβαση της Ρώμης , ως τους πρώτουςμεταχριστιανικούς αιώνες. Η παρακμή συνεχίζεται με το μεγάλο σεισμό του 795 μ.Χ., οοποίος προκάλεσε και την καθίζηση του εδάφους της, και με την καταστροφή της από τουςΣαρακηνούς, τον 9ο αιώνα. Εξακολούθησε όμως να κατοικείται ως τον 15ο αιώνα, όταν οιεπιδρομές των κουρσάρων ανάγκασαν και τους τελευταίους κατοίκους της να αποσυρθούνστο εσωτερικό του νησιού. Δεν αναφέρεται μεταξύ των 30 αυτόνομων πόλεων πουσυβλήθεισαν με τον Ευμένη Β΄ της Περγάμου.

<< Η Ίτανος είναι πόλη στην Κρήτη, η οποία πείρε το ονομά της από τον Ίτανο τονΦοίνικα ή από ένα Κουρήτα μιγάδα. Οι πολίτες λέγονται Ιτάνιοι. Υπάρχει και ακρωτήρι μεαυτό το όνομα>> (Στ.Βυζ.).

Καινώ. Κάϊνος ή Κάνος. Βρίσκεται εκεί που είναι σήμερα το χωριό Κάινα της επαρχ.Αποκορώνου του νομού Χανίων. Την αναφέρει ο Διόδωρος Σικελιώτης (Ε, 76) και πίστευανότι στη θέση αυτή είχε γεννηθεί η Βριτόμαρτις Δίκτυννα.

Καίρατος. Αρχαία Φοινικική ονομασία της Κνωσού. (Ίδε Κνωσός).

Καλαμύδη, η. Καστέλι Σέλινου, σημερινή Παλαιόχωρα

Η θέση βρίσκεται νοτιοδυτικά των Χανίων και απέχει 77 χιλ. από τα αυτά. Στη δυτικήπλευρά του Όρμου Σέλινο Καστέλι, κοντά στις εκβολές του ποταμού Κακοδικιανού. ΟιΒενετοί, που την ονόμαζαν Castel Selino, έχτισαν εκεί το 1279 ένα μικρό οχυρό, το οποίοαναστηλώθηκε αρχικά το 1325 και αργότερα κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, αφού το1539 το κατέστρεψε ο Barbarossa.

Το 1834 ο Pashley βρήκε το Selino Kastelli εντελώς καταστρεμμένο και ακατοίκητο.Υπολείμματα ρωμαϊκής οικίας βρέθηκαν στη θέση Τροχάλοι.

Καλοί Λιμένες. Όρμος κοντά στην πόλη Λασαία, στους σημερινούς Καλούςλιμένες.

Όρμος του Λιβυκού Πελάγους, στις νότιες ακτές του νομού Ηρακλείου, ανάμεσα σταακρωτήρια Λίθινο και Κεφάλας. Στον όρμο βρίσκονται οι νησίδες Παπαδόπλακα,

Μεγαλονήσι, Μοκρονήσι και Τράφος, ενώ στα παράλια του είναι είναι χτισμένοι οιοικισμοί Καλοί Λιμένες και Πλατιά Περάματα.

Στους καλούς Λιμνιώνες προσορμίστηκε το πλοίο που μετέφερε τον Απόστολο Παύλοστην Ιταλία, ενώ το 1827 ναυάγησε εκεί μια μια αγγλική φρεγάτα. Τα τελευταία χρόνια οόρμος έχει διαμορφωθεί σε ασφαλές αγκυροβόλιο και έχουν κατασκευαστεί σύγχρονεςεγκαταστάσεις ελλιμενισμοί και ανεφοδιασμοί ποντοπόρων πλοίων

Καμάρα . Ο κάτοικος Καμαρίτης ή κατ’ άλλους Καμαραίος. Άγιος ΝικόλαοςΚρήτης.

Λατώ προς Καμάραν. Επίνειο της Λατούς της Ετέρας, στον κόλπο τουΜεραμπέλου, κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Αν και είχε ιδρυθεί από τους αρχαϊκούς χρόνους,γνώρισε ιδιαίτερη ακμή μετά τον 2ο αιώνα π.Χ., όταν –όπως μαρτυρούν επιγραφές- οικάτοικοι της Λατούς της Ετέρας, εγκατέλειψαν την πόλη τους και εγκαταστάθηκαν σταπαράλια. Οι δυό πόλεις αποτελούσαν μια διοικητική ενότητα. Λάτρευαν την ίδια θεότητα,την Ειλειθυία, προστάτιδα των τοκετών. Έκοβαν τα ίδια νομίσματα που από το ένα μέροςεικόνιζαν την Ειλειθυία ή την Άρτεμη και από το άλλο τον Ερμή με τη λέξη Λατίων καιείχαν δική τους οικονομία. Οι Λάτιοι είχαν καλές σχέσεις με τις γειτονικές πόλεις Ελούντα,Δρήρο, Μίλατο και Μινώα. Στα χρόνια της Ενετοκρατίας (1204-1669), χτίστηκε από τοΓενοβέζο αρχιπειρατή Enrico Pescatore το 1206, φρούριο πάνω στο λοφίσκο της πόληςόπου βρίσκεται σήμερα το Διοικητήριο. Το ονόμασαν <<Μιραμπέλο>> γιατί από τη θέσητου έβλεπαν ολόκληρο τον ομώνυμο κόλπο. Τα ερείπιά του σώζονταν μέχρι το 1942 πουανεγέρθηκε το Διοικητήριο. Η πόλη του Αγίου Νικολάου φαίνεται ότι παρήκμασε σταχρόνια της Τουρκοκρατίας και μάλλον επανοικίστηκε στη δεκαετία του 1860 απόΣφακιανούς φυγάδες, Κριτσώτες και άλλους Κρητικούς. Η λίμνη είναι το στολίδι της πόλης.Οι θρύλοι φέρουν την Αθηνά και την Άρτεμη Βριτομάρτη να λούζονται στα νερά της. Σταχρόνια της Βενετοκρατίας, την έλεγαν Μαντράκιο, δηλαδή μικρό κλειστό λιμάνι. Το 1867 οΚώστας Αδοσίδης, πασάς χριστιανός διοικητής, ένωσε τη λίμνη με τη θάλασσα με ένα στενόκανάλι και καθάρισαν τα στάσιμα νερά της.

Επειδή με τη λέξη Καμάρα, ονομάζεται και το ακάτιο με στέγη, η στεγασμένη, και ηλέμβος (<<ακάτια έχοντες λεπτά… . και κούφα… καλούσι δ’ αυτά καμάρας>>, Στράβων),πιθανώς και η πόλη να έλαβε το όνομα από το ότι ήταν επίνειο με λέμβους τέτοιου είδους.Ίσως μάλιστα να μαρτυρεί το είδος της ναυπηγικής τέχνης των κατοίκων της Λατούς.

<< Η Καμάρα είναι πόλη της Κρήτης και ο πολίτης λέγεται (Καμαρίτης όπως αναφέρει οΞενίων στα Κρητικά. Την έλεγαν και Λατώ>> (Στ. Βυζ.).

Κάντανος. Κάντανος Σελίνου.

Το σημερινό χωριό διασώζει το όνομα της αρχαίας Καντάνου. Από όλους τους αρχαίουςσυγγραφείς αναφέρεται Κάντανος και οι νεότεροι το έκαμαν Κάνδανος, αλλοιώνοντας τοαρχαιότατο όνομα.

Η αρχαία Κάντανος ήταν κατά τον Pashley (II, 116) νοτιότερα από το σημερινό χωριό,κοντά στα χωριά Κάδρος, Σπανιάκο και Κάλαμο, πάνω σε κωνοειδή λόφο στην ανατολικήόχθη του ποταμού Βλιθιά, Κακοδικιανού ή Στράτου. Την γνώμη του Pashley δενπαραδέχεται ο De Sanctis, ο οποίος τοποθετεί την αρχαία Κάντανο στη θέση της

σημερινής. Από τον αρχαιολόγο Θεοφανίδη ανασκάφηκε προπολεμικά μεγάλοοικοδόμημα, με πλευρά 30 μ. ρωμαϊκών χρόνων, με 900 τ.μ. δάπεδο στρωμένο με μωσαϊκά,με γραμμικά σχήματα, κύκλους και ρόμβους, όπου βρέθηκε η βάση αγάλματοςαφιερωμένου στο ρωμαίο αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο (193-211 π.Χ.). Πιθανόν ήταν τοπραιτόριο της περιοχής, που χρησιμοποιήθηκε και κατά τους βυζαντινούς χρόνους, αφούτροποποιήθηκε καταλλήλως, ίσως ως βασιλική. Η Κάντανος εξακολούθησε να υπάρχει καικατά τη Βυζαντινή περίοδο, οπότε ήταν έδρα επισκόπου. Η Κάντανος καταστράφηκεφαίνεται από τους Άραβες και δεν ανοικοδομήθηκε έπειτα και γι΄αυτό δεν αναφέρεται στοΤακτικόν του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου του 980. Η επισκοπή ξαναϊδρύθηκε,φαίνεται, τη Β΄Βυζαντινή περίοδο, αφού το 1210-1212 υπήρχε.

<<Η Κάντανος είναι πόλη της Κρήτης όπως αναφέρει ο Ξενίων, το εθνικό είναιΚαντάνιος>> (Στ.Βυζ.)

Καρνησσόπολις, η. Λύκτος.

<<Καρνησσόπολη ονόμαζαν την Κρητική Λύκτο>> (Ησύχ.). (βλ. λέξη Λύκτος).

Κάτρη, η. Στη θέση του Βατέ η Στέρνα, στο λεκανοπέδιο της Κράπης κοντά στοΑσκύφου. Ο P. Faure, υποθέτει πως η Κάτρη ήταν στο Κάδρος του Σελίνου.

Κάτρη. Αρχαία πόλη της Κρήτης. Ιδρύθηκε από τον ήρωα Κατρέα, στον οποίο οφείλεικαι το όνομά της (Παυσ. 8, 53, 4). Ο Κατρέας ήταν γιος του Μίνωα. Κατά τη μυθολογία, οΜενέλαος βρισκόταν στην Κάτρη, όπου τον φιλοξενούσε ο Κατρέας, όταν ο Πάρις<<έκλεψε>> την Ελένη από τη Σπάρτη. Όνομα παραπλήσιο σώζεται σήμερο << ο λαγκόςτου Κατρέ>> πάνω από το οροπέδιο της Κράπης της επαρχίας Αποκορώνου στην είσοδοτου στενού της Κράπης, το όποίο φέρει στο Ασκύφου Σφακίων.

<<Η Κάτρη είναι Ιωνική πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Ηρωδιανός, γράφοντας περίτης Ολύκρης. Το εθνικό όνομα είναι Κατραίος όπως Ασκραίος>> (Στ.Βυζ.).

Καυδώ<< Η Καυδώ είναι νησί κοντά στην Κρήτη, όπου υπάρχουν άγριοι όνοιμεγάλοι>>(Σούδα).

Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται ως <<Κλαύδος νήσος εν η πόλις ονόματιΚλαύδη>>. Ο Στράβων την αναφέρει ως Γαύδο. (Βλ. λέξη Καυνός).

Καύνος, η (ή Καύδος). Το νησί Γαύδος.

Η ιστορία της Γαύδου ξεκινά από τους νεολιθικούς χρόνους, αφού τα πρωϊμότεραεπιφανειακά υπολείμματα που βρέθηκαν, μοιάζουν να ανάγονται στην τελικήΝεολιθική και Πρωτομινωική περίοδο. Πληροφορίες για την κατοίκηση της Γαύδουαπό τους νεολιθικούς χρόνους έχουμε από τους αρχαίους συγγραφείς Ηρόδοτο,Στράβωνα, Πτολεμαίο, Ιεροκλή. Γεγονός πάντως είναι, ότι η Γαύδος κατοικείται

ανελλιπώς από την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. έως σήμερα κάτι που αποδεικνύεται από τιςαρχαιότητες που χρονολογούνται από τα νεολιθικά έως και τα βυζαντινά χρόνια.Μέχρι στιγμής έχουν εντοπισθεί 62 αρχαιολογικές θέσεις, από τις οποίες έχουνερευνηθεί συστηματικά οι 50. Ορατά λείψανα μεγάλης εγκατάστασης που άκμασεκατά τους ιστορικούς χρόνους (Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο) διακρίνονται στηνπεριοχή του Αϊ-Γιάννη και στον όρμο του Λαυρακά, που έχει ήδη κηρυχθείαρχαιολογικός χώρος. Το 1927 συνέβη ένα γεγονός που έριξε φως σε μια σπουδαίαπτυχή του ιστορικού παρελθόντος της Γαύδου. Ο αρχαιολόγος F. Halbherrανακάλυψε στο Πραιτόριο της Γόρτυνας, στην περιοχή του Ηρακλείου, τα δύο πρώτατμήματα μιας επιγραφής χαραγμένης σε πωρόλιθο. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1960,βρέθηκε εντοιχισμένο σ’ ένα αγροτόσπιτο στην περιοχή Μεσαράς του Ηρακλείου, τοτρίτο τμήμα της ίδιας επιγραφής. Η μελέτη της ολοκληρωμένης πια επιγραφής έφερεστο φως την περίφημη Συνθήκη, που συνήφθη μεταξύ Γορτυνίων και Καυδίωνκαι αποδεικνύει τη σχέση που υπήρχε ανάμεσα στην παντοδύναμη τότε Γόρτυνα καιστην Γαύδο, τον 3ο αιώνα π.Χ. Το κείμενο είναι γραμμένο στη δωρική κρητικήδιάλεκτο της εποχής και περιγράφει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Γαύδουέναντι της Γόρτυνας. Σε σύντομη ελεύθερη μετάφραση οι Γορτύνιοι παραχωρούνστους κατοίκους της Γαύδου το δικαίωμα “να κατοικούν στο νησί τους ελεύθεροικαι αυτόνομοι, με δικά τους δικαστήρια και νόμους και με το καθεστώς πουκαθόρισαν οι Γορτύνιοι. Οι κάτοικοι της Γαύδου υποχρεούνται να ακολουθούντους Γορτύνιους σε πόλεμο και ειρήνη και να καταβάλλουν τη δεκάτη, δηλαδήτο 1/10 από τα γεννήματα που παράγει η γη τους εκτός από τα ζώα, τα λαχανικάκαι την πρόσοδο των λιμένων. Επίσης να δίνουν κάθε χρόνο πέντε χιλιάδες χόεςαλατιού από τη συνολική παραγωγή. Επιπλέον διακόσιους μεδίμνους από τουςκαρπούς του κέδρου (κεδροκούκια) αν η σοδειά είναι καλή και εξήντα μεδίμνουςαν η σοδειά δεν είναι καλή ”.

Το πολύτιμο αλάτι και το κεδρέλαιο που χρησιμοποιείτο στη φαρμακευτική και τησυντήρηση των πλοίων ήταν τα κύρια προϊόντα της Γαύδου, ενώ οι πρόσοδοι τωνλιμανιών ήταν η κύρια πηγή πλούτου. Ένα άλλο σημαντικό αρχαιολογικό εύρημα τηςΓαύδου είναι το ακέφαλο γυναικείο άγαλμα, που μετέφερε το 1865 στο ΒρετανικόΜουσείο ο Άγγλος μηχανικός και περιηγητής Spratt και πιθανόν χρονολογείται στον2ο μ.Χ. αιώνα.

Με την κυριαρχία των Ρωμαίων η Κρήτη, καθώς και όλη η Ελλάδα, παρακμάζει. ΤηνΓαύδο την ξαναβρίσκουμε τον 2ο μ.Χ. αιώνα, όταν ο αυτοκράτωρ Ανδριανός τηνπαραχωρεί στη Σπάρτη. Σε μια σχετική επιγραφή που βρέθηκε αναφέρονται οιλέξεις “Επιμελητής Καύδου”. Στην παλαιοχριστιανική εποχή η Γαύδος ήτανβυζαντινή επαρχία με δικό της επίσκοπο. Στην περίοδο της κυριαρχίας των θαλασσώναπό τους Άραβες και τους πειρατές η Γαύδος παρακμάζει και επανεμφανίζεται πολύαργότερα, κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας. Τότε ανοίγουν και πάλι οι θαλάσσιοιδρόμοι στο Κρητικό και Λιβυκό Πέλαγος και η Γαύδος ξαναγίνεται εμπορικόςσταθμός. Οι πειρατικές επιδρομές όμως εμποδίζουν την κατοίκησή της και οι Ενετοίσκέπτονται να την οχυρώσουν. Τα σχέδια τους δεν εκπληρώθηκαν εξ αιτίας τουμεγάλου κόστους των οχυρωματικών έργων.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει μια πόλη στην Καρία και μια στην Κρήτη με αυτό τοόνομα. Το εθνικό είναι Καύνιος και Καυνία και Καυναίος.).

Κεραία, η. Ρόκκα Κισάμου;

Η Κεραία ήταν πόλη αυτόνομος της Κρήτης, και είχε κόψει δικά της νομίσματα, σταοποία εικονίζονται η Άρτεμις και ο Απόλλων. Ο κάτοικος ελέγετο Κεραϊτης ήΚερέτης. Ήταν σύμμαχος της Πολυρρηνίας κατά τους πολέμους μεταξύ αυτών καιτης Κνωσού (221-220 π.Χ.). Ο Πολύβιος τοποθετεί τους <<Κερέτας>>, κοντά στοΠολυρρήνιον, προπάντων από τα νομίσματα τους, οι τύποι των οποίων είναι όμοιοιμε του Πολυρρηνίου (έχουν στη μια όψη την κεφαλή της Αρτέμιδοςδαφνοστεφανωμένης με φαρέτρα στον όμο και από την άλλη τη λέξη ΚΕΡΑΙΤΑΝμέσα σε στεφάνι από φοίνικα). Ο Bursian έχει την ίδια γνώμη αναζητώντας την θέσητης πόλης στα αρχαία ερείπια, τα οποία υπάρχουν στο σημερινό χωριό Ρόκκα τηςεπαρχίας Κισσάμου. Οι κάτοικοι της Κεραίας αναφέρονται μεταξύ αυτών πουσυμμάχησαν με τον Ευμένη Β΄. Η Σούδα αναφέρει την Κεραία, λέγοντας ότι ογνωστότατος ποιητής Κρητικός Ριανός ήταν από την Βήνη ή την Κεραία:

<<Ριανός ο και Κρής ων, Βηναίος (Βήνη δε πόλις Κρήτης), τινές δε Κεραιτήν>>.Επίσης ο Στ. Βυζάντιος μιλώντας για την πόλη Βήνη, λέει ότι ο Ριανός ήταν<<Βηναίος ή Κεραιάτης>>.

Κίσαμος, η. Καστέλι Κισάμου. Λιμάνι της Πολυρρήνιας.

Ο Πλιν. 4,12,59 την τοποθετεί κοντά στην Πέργαμο και στην Κυδωνία. Ο δε Ιεροκλ.Συνέκδ. Σελ. 14, μεταξύ Κυδωνίας και Καντάνου. Η <<Κίσαμος πόλις>> όπως τηναναφέρει ο Πτολεμαίος (3,17,8), βρισκόταν στον σημερινό κόλπο της Κισάμου στασωζόμενα ερείπια, κοντά στο Καστέλι Κισάμου. Αν και βρισκόταν κοντά στηνμεγάλη πόλη Πολυρρηνία της οποίας ήταν λιμάνι, υπήρξε αυτόνομος και έκοψε δικάτης νομίσματα. Τα νομίσματά της είχαν από το ένα μέρος κεφαλή του Ερμή μεπέτασο -απόδειξη της εμπορικότητας της- και από το άλλο μέρος δελφίνι, σαν πόληπαράλιος, και τα γράμματα: ΚΣ/ΙΩ. Το αρχαίο λιμάνι ήταν στη θέση του σημερινούΜαύρου Μώλου. Τα λείψανα της αρχαίας πόλης βρίσκονται μακριά από τηθάλασσα, γιατί ανυψώθηκε το έδαφος της Δυτικής Κρήτης. Η Κίσαμος γνώρισειδιαίτερη άνθιση κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, όπως μαρτυρούν τα ανασκαφικάευρήματα. Είχε δε την περίοδο αυτήν περίφημο θέατρο. Τα ψηφιδωτά δάπεδα τηςΚισάμου θεωρούνται από τα καλύτερα του είδους (2ος και 3ος μ.Χ. αιώνας). Στηθέση Κρύα Βρύση σώζονται ερείπια του Ρωμαϊκού Υδραγωγείου. Κατά τηβυζαντινή περίοδο ήταν έδρα Επισκόπου. Σώζεται σήμερα το βυζαντινό τείχοςεπισκευασμένο από τους Ενετούς. Οι Βενετοί έχτισαν εδώ ένα φρούριο (από το οποίοπήρε το όνομα Καστέλι) που χρησιμοποιήθηκε στις μετέπειτα εξεγέρσεις κατά τωνΤούρκων. Η κλασική και ελληνιστική πόλη βρισκόταν στο λόφο Σελί, καιελληνορωμαϊκή και πρωτοβυζαντινή στη σημερινή πόλη. Στο Σελί, μισή ώρα δυτικάτης Κισάμου, ο Β. Θεοφανίδης ανέσκαψε προπολεμικά ιερό μυκηναϊκών χρόνων.

Κίσαμος, η. Καλάμι Αποκορώνου.

Η δεύτερη αυτή πόλη με το όνομα Κίσαμος, ήταν υποτελής και <<επίνειον τηςΑπτέρας>> Στρ. 10,479. Ο Spratt και οι λοιποί νεώτεροι γεωγράφοι τοποθετούναυτήν στην παραλία ανατολικά του χωριού Καλύβες Αποκορώνου.

Κνωσός, η. Σημερινή θέση . (5 χιλ. νότια του Ηρακλείου).

Η αρχαιότερη και περιφημότερη πόλη της Κρήτης, έδρα του θεμελιωτού αυτήςΜίνωα. Δεν θα παραπέμψομε στους πολυπληθείς συγγραφείς, που την αναφέρουναλλά και στις πολλές επιγραφές που σχετίζονται με την ιστορία αυτής. Αυτό είναιέργο ειδικής και πολυσέλιδου πραγματείας. Εν ολίγοις θα αναφέρομε τα επόμενα:Παλαιότερα ονομαζόταν Καίρατος. Στρ.Χ,476,7 <<Εκαλείτο δε η Κνωσός Καίρατοςπρότερον, ομωνύμως τω παραρέοντι ποταμώ>>. - Ευστ.498 :<<Κνωσός βασίλειονΜίνωος, ήτις και Καίρατος εκαλείτο>>. - Στρ.11,34: <<Ότι η Κνωσός πόλις το πρίνεκαλείτο Καίρατος, από ποταμού εγγύς όντος>>. Η Κνωσός με την Γόρτυνα,συναγωνίζονταν για την ηγεμονία του νησιού, και όταν μεν είχαν φιλικές σχέσεις, ωςσυνήθως, κυριαρχούσαν όλων των λοιπών πόλεων του, όταν όμως οι σχέσεις ήτανεχθρικές διαιρούσαν σε δυο στρατόπεδα αυτές, υπερίσχυε δε εκείνο το μέρος, με τοοποίο θα είχε συνταχθεί η τρίτη μεγάλη πόλη της Κρήτης, η Κυδωνία. Αλλά υπήρξεεποχή (189 π.Χ.) κατά την οποία βλέπομε και τις δύο ενωμένες εναντίον της εκπεριτροπής συμμάχου αυτών. Κατά τους παλαιότερους χρόνους επρώτευεαναμφισβήτητα η Κνωσός, μόνο δε σε μερικές περιπτώσεις, κατά τους ιστορικούςχρόνους, αμφισβήτησε εις αυτήν την υπεροχή, η Γόρτυνα. Πόλη με την οποίαδιαρκώς είχε εχθρικές σχέσεις η Κνωσός, ήταν η γειτονική Λύκτος ή Λύττος, η οποίασθεναρά απέκρουε τις επιθέσεις της Κνωσού και την έφερνε πολλές φορές σεδύσκολη θέση, μέχρι που η Κνωσός κατάστρεψε την πόλη αυτή, σε μια εποχή που οιΛύκτιοι απουσίαζαν, πολεμούσαν τους Ιεραπύτνιους, μακριά από την πόλη τους, τηνοποία είχαν αφήσει αφρούρητη (Πολυβ.IV 54). Στους εμφυλίους πολέμους μεταξύΚνωσού και Λύκτου αναμίχθηκαν πολλές φορές και άλλες πόλεις της Κρήτης, οι πιοεξέχουσες, όπως η Γόρτυς, η Κυδωνία, τα Άπτερα, η Πολυρρηνία, η Ελεύθερνα, ηΛάππα, το Όριον, η Αρκαδία, η Δρήρος, η Κεραία, κτλ. Αλλά και από το εξωτερικόδιάφοροι σύμμαχοι των δύο, όπως οι Λακεδαιμόνιοι υπέρ των Λυκτίων, οι Αιτωλείςυπέρ των Κνωσίων, ο Φίλιππος ο 5ος βασιλιάς της Μακεδονίας, οι Αχαιοί κτλ. ΗΚνωσός αναφέρεται μεταξύ αυτών των πόλεων που συμμάχησαν με τον ΕυμένηΒ΄της Περγάμου. Το 166 π.Χ. συμμάχησε με τη Γόρτυνα και κατέστρεψε τη Ραύκο.Μια επιγραφή το 134 π.Χ. αναφέρει συμφωνία μεταξύ Κνωσού, Ολούντος καιΛατούς, με την οποία αναγνωρίζεται η Κνωσός, ως διαιτητής, για κάθε διαφορά,μεταξύ Ολούντος και Λατούς. Αυτό δείχνει την υπεροχή της Κνωσού και τοσεβασμό που είχαν οι άλλες πόλεις σαυτή. Μια άλλη επιγραφή, μετά το 220 π.Χ.,αναφέρει, ότι οι Κνώσιοι έστειλαν στη Δρήρο δικαστές Κνώσιους, για νασυμφιλιώσουν τους Δρήριους, που είχαν πολιτικές έριδες μεταξύ τους. ΟιΚνώσιοι αντιτάχθηκαν από την αρχή στους Ρωμαίους, αντιθέτως προς τουςΓορτυνίους, οι οποίοι καλλιεργούσαν την φιλία με αυτούς. Οι Κνώσιοι δενυπάκουσαν κατά το 189 π.Χ. να παραδώσουν τους Ρωμαίους αιχμαλώτους, όπωςέκαμαν οι Γορτύνιοι, επολέμησαν κατά των Ρωμαίων στον δεύτερο Μακεδονικόπόλεμο (171 π.Χ.), πολέμησαν δε και έπεσαν ηρωϊκά κατά του Μέτελλου (69 π.Χ.).Μετά την Ρωμαϊκή κατάκτηση εγκαταστάθηκε στην Κνωσό μεγάλη Ρωμαϊκήαποικία, η οποία εσώζετο μέχρι την εποχή του Στράβωνα, 10,478. Στους πρώτουςαιώνες του Χριστιανισμού έγινε έδρα επισκόπου. Ιεροκλ.14.Not. Gr. Episc.-3,444,κτλ. Από την Κνωσό καταγόταν ο Ζωτικός, ένας από τους Άγιους Δέκα, και οχρησμολόγος Ιοφών .

Κατά τους ιστορικούς χρόνους οι κτήσεις της Κνωσού συνόρευαν προς ανατολάς μετην Χερρόνησο και την Λύκτο, νότια με την Πύρανθο, Αρκαδία και Γόρτυνα, προςδυσμάς με την Ραύκο και την Απολλωνία. Οι κοντινές πόλεις Λύκαστος, Διατόνιονκαι Θεναί περιήλθαν εις την εξουσία της, επίσης όλη η παραλία από την Χερσόνησομέχρι τον κόλπο του Αλμηρού δυτικά του Ηρακλείου, όλη η επαρχία Τεμένους, ένα

μέρος του Μονοφατσίου και μεγάλο μέρος της Πεδιάδας. Υπό την εξουσία της ήτανπάντοτε και η νήσος Δία (Στρ.10,484,- Πτολ. 3,17,11. - Στ.Βυζ. -Πλιν.4,12,61). Είχεδε επίνειους πόλεις κατά τους χρόνους του Μίνωα την Αμνισό, αργότερα τοΗράκλειο και το Μάτιον;. Ως προς την τοποθεσία που βρισκόταν η Κνωσός δενυπάρχει αμφισβήτηση. Ήταν κτισμένη στο σημερινό συνοικισμό <<Μακρύςτοίχος>> που πήρε το όνομα του από ένα μακρύ τοίχο, λείψανο επίσης της ρωμαϊκήςΚνωσού, και στη θέση που έλεγαν οι Τούρκοι, του Τσελεπή η Κεφάλα, στην δυτικήπλευρά του Καίρατου ποταμού, σημερινού <<Κατσαμπάς>>, και εξετείνετο προςδυσμάς μέχρι το σημερινό Τεκέ των Μπεκτασίδων, νότια και ανατολικά μέχρι ταΣπήλια. Παρά το ότι τα τείχη του Ηρακλείου κτίστηκαν από τα λείψανα της Κνωσού,έμειναν αρκετά για να μαρτυρούν την θέση, την έκταση και την ακμή της αρχαίαςπόλης. Ο οικισμός του Μακρυτοίχου, δημιουργήθηκε από τα υλικά του ανακτόρου,στη Βενετοκρατία, και έχει αυτό το όνομα από τον 13ο αιώνα. Ο Μακρυτοίχος και οοικισμός Μπουγάδα μετόχι, δυτικά του ανακτόρου, αποτελούν το σημερινό προάστιοτου Ηρακλείου με το όνομα Κνωσός. Τα νομίσματα της Κνωσού είναι διάφορα καιπολλά. Ο Σβορώνος αναφέρει διαφόρους τύπους νομισμάτων της ανεξάρτητηςΚνωσού και της ρωμαϊκής Κνωσού. Τα περισσότερα από τα πρώτα φέρνουνπαράσταση του Μινώταυρου, ο οποίος κρατεί στο ένα χέρι χερμάδιον (πέτρα). Πίσωπαριστάνεται ο Λαβύρινθος, είτε κυκλικός, είτε τετράγωνος, και αναγράφεται η λέξηΚΝΩΣΙΩΝ. Αυτό είναι μια σοβαρή ένδειξη ότι ο Λαβύρινθος δεν ήταν μύθος. Ηπαράσταση του Λαβύρινθου στα νομίσματα της Κνωσού είναι πρωτομινωικήςεποχής. Σε άλλα νομίσματα παριστάνεται η κεφαλή της Αθηνάς, η οποία ήτανπάτριος θεά των Κνωσίων, και σε άλλα την Δήμητρα, γιατί οι Κνώσιοι ισχυριζότανπως αυτοί πρώτοι χρησιμοποίησαν το σιτάρι σαν τροφή του ανθρώπου. Γνωστό είναιότι εδώ βρέθηκαν μέσα σε πιθάρια σπόροι σιταριού απανθρακωμένοι.

Η θέση του ανακτόρου κατοικήθηκε από το 6000 π.Χ. μέχρι το 1100 π.Χ.(Ίσως καιαργότερα).Σ’αυτό το χρονικό διάστημα υπέστη πολλές καταστροφές από διάφορεςαιτίες. Το όνομα της πόλης αναφέρεται σε πινακίδες γραμμικής Β΄, και βρέθηκανπάρα πολλές στο χώρο αυτό. Οι περισσότερες πινακίδες γράφτηκαν, όταν Μυκηναίος<<άνακτας>> είχε έδρα την Κνωσό. Η γύρω από το ανάκτορο περιοχή δεν έπαψεποτέ να κατοικείται και να δημιουργεί πολιτισμό. Σε κούπα που βρέθηκε στην οικίατων μονολιθικών στύλων έχει γραφτεί στο εσωτερικό της, επιγραφή με μελάνισουπιάς, σε καλλιγραφική Γραμμική Α, η οποία αναφέρει ότι αφιερώνεται: << απότον Ατρέα στο Διόνυσο, το γιο του Δία, νεαρότατο αγόρι στα Λίναια >>. Από αυτήτην επιγραφή μπορεί να καταλάβει κάποιος ποιος ήταν ο μυκηναίος Άνακτας τηςΚνωσού.

Από την πόλη της Κνωσού αποκαλύφτηκαν μέχρι σήμερα το Μεγάλο ανάκτορο, τοΜικρό ανάκτορο, η Βασιλική Έπαυλη, το Σπίτι του Αρχιερέα, ο ΒασιλικόςΤάφος-Ιερό στον οικισμό Βλυχιά και πολλά μεμονωμένα κτήρια και τάφοι. Από τηνρωμαϊκή Κνωσό σώζεται η <<Έπαυλη του Διονύσου>>, βορειοδυτικά τουανακτόρου, με θαυμάσια μωσαϊκά του ψηφοθέτη Απολλιναρίου.

Η Κνωσός γέννησε διάσημους άνδρες. Εδώ γεννήθηκε ο Χερσίφρων και ο γιος τουΜεταγένης, των οποίων έργο ήταν ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο, το Αρτεμίσιο,ένα από τα επτά θαύματα του παλαιού κόσμου. (Στράβων, ΙΔ΄,C,640). Ο Ιοφών, πουέδινε τους χρησμούς σε εξάμετρο, (Παυσ.Αττ.κ.34), ο Ανεσίδημος ο φιλόσοφος, οΠατελίδης ο ιστορικός, ο Δίκτυς, που ακολούθησε τον Ιδομενέα στον ηρωικόπόλεμο και έγραψε για την πολιορκία της Τροίας, πάνω σε φύλλα φοίνικα. Ο μύθος

λεει, ότι το χειρόγραφο, τοποθετημένο σε μολυβένιο κιβώτιο, ετάφηκε μαζί με τοΔίκτυ. Την εποχή του Νέρωνα, 66μ.Χ., έγινε μεγάλος σεισμός, ο τάφος άνοιξε καιβρέθηκε το πολύτιμο κειμήλιο, το οποίο παρουσίασε κάποιος Ευπραξίας στοναυτοκράτορα. (Σούδα λ. Δίκτυς). Αυτό πρέπει να έχει σχέση με τις υπόγειες κασέλες,που βρέθηκαν, ντυμένες με φύλλα μολύβδου στο διάδρομο των αποθηκών τουανακτόρου. Ο σεισμός ήταν μεγάλος και λένε ότι η θάλασσα υποχώρησε επτά στάδια.Κνώσιος ήταν και ο Εργοτέλης, γιος του Φιλάνωρος, ο Ολυμπιονίκης, που τις νίκεςτου στα Ολύμπια, στα Πύθια και στα Ίσθμια ύμνησε ο Πίνδαρος. Κνώσιος ήταν καικάποιος δεύτερος Θαλήτας τον 7 αιώνα π.Χ., μελοποιός και μουσικοδιδάσκαλος οοποίος δύσκολα ξεχωρίζεται από τον συνονόματο του από την Γόρτυνα. Σε μικρήαπόσταση από το ανάκτορο και γύρω από αυτό βρίσκονται το <<Καραβάν Σεράι>>,το νεκροταφείο του Μαυρόσπηλιου και βόρεια η Ρωμαϊκή πόλη, εκτός από τουςχώρους οι οποίοι αναφέρθηκαν πριν.

Κόριον. <<Κόριον ήταν τόπος στην Κρήτη που πείρε το όνομα του από κάποια κόρη,ο πολίτης λέγεται Κορήσιος. Υπάρχει και λίμνη με το όνομα Κορησία και Ιερό τηςΑθηνάς της Κορησίας. Τα ονόματα αυτά προέρχονται από τη λέξη κόρη. Από τηνλέξη Κόριον προέρχεται το ανάλογο Κοριεύς>> (Στ.Βυζ.)

Κορησία λίμνη έλεγαν στην αρχαιότητα, την μοναδική λίμνη της Κρήτης την οποίααποκαλούμε σήμερα <<λίμνη Κουρνά>>. Βρίσκεται νότια της Γεωργιούπολης καιέλαβε το σημερινό όνομά της από την αραβική λέξη <<Κούρνα>> που σημαίνειλίμνη.

Κρημνία. Άλλη ονομασία της Γόρτυνας.

Κυδωνία, η. Τα Χανιά

Κυδωνία, η. Η τρίτη σε μέγεθος πόλη της Κρήτης, που βρισκόταν στην βορειοδυτικήπαραλία του νησιού, στη θέση της σημερινής πόλης των Χανίων (Στραβ. 10, 476 και479), η οποία είναι χτισμένη πάνω στην προϊστορική και ιστορική Κυδωνία. Ήταν ηκυριότερη πόλη των Κυδώνων με σημαντικό λιμάνι και πλούσια ενδοχώρα. Κατά τηνπαράδοση, ιδρυτής της Κυδωνίας ήταν ο Μίνως (Διοδ. 5, 78, 2) ή ο Κύδων, γιος τουΑπόλλωνα ή του Ερμή και της κόρης του Μίνωα, Ακακαλλλίδας ή του Τεγεάτη(Παυσ. 8, 53, 4). Η Κυδωνία είχε ήδη κατοικηθεί από τη Μεσομινωική εποχή (17οςπ.Χ. αιώνας) και τα ερείπια που ήλθαν στο φως μαρτυρούν για την ύπαρξη ακμαίουανακτορικού κέντρου, του πρώτου γνωστού στην περιοχή αυτή. Πολύ αργότερα,γύρω στα 520 π.Χ., Σάμιοι που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους εξαιτίας του τυράννουΠολυκράτη, έδιωξαν τους Ζακύνθιους από την Κυδωνία και εγκαταστάθηκαν στηνπεριοχή (Ηροδ. 3, 59). Γύρω στο 515 π.Χ., όμως, Αιγινήτες που συμμάχησαν με τουςΚρήτες νίκησαν τους Σάμιους και κατέλαβαν την πόλη (Στραβ. 8, 6, 16 και 10, 475).Από την εποχή αυτή χρονολογείται πιθανότατα η ταύτιση της αιγινήτικης θεάςΑφαίας με την αυτόχθονα Δίκτυννα-Βριτομαρτι, της οποίας το ιερό (το Δικτυνναίον)βρισκόταν στο όρος Τίτυρος, κοντά στην πόλη (Στράβων 10,479).

Το 429 π.Χ. οι Αθηναίοι λεηλάτησαν την περιοχή της Κυδωνίας μετά απόπαρακίνηση της γειτονικής πόλης Πολύχνα (Θουκ. 2, 89), ενώ το 343 π.Χ. ο αρχηγόςτων Φωκέων Φάλαικος την πολιόρκησε χωρίς επιτυχία. Ο στρατός του διαλύθηκε καιο ίδιος σκοτώθηκε (Διοδ. 16, 63. Παυσ. 10, 2, 7). Κατά τον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ., οισχέσεις της Κυδωνίας με την Αθήνα και τη Μακεδονία ήταν καλές. Στον 3ο π.Χ.

αιώνα, η πόλη έπαιξε σημαντικό ρόλο στις σχέσεις μεταξύ Κνωσσού και Γόρτυνος,παίρνοντας το μέρος πότε της μιας και πότε της άλλης. Βρισκόταν όμως σχεδόνπάντοντε σε εμπόλεμη κατάσταση με τις γειτονικές της Φαλάσαρνα, Άπτερα,Πολυρρήνια και Έλυρο. Το 219 π.Χ., συντάχθηκε με την Αιτωλική Συμπολιτεία,όπως και η σύμμαχός της, Κνωσσός, την απέσπασαν όμως από αυτήν, λίγο αργότεραη Πολυρρήνια και η Αχαϊκή Συμπολιτεία (Πολ. 4, 55, 4). Κατά τον 2ο π.Χ. αιώναγνώρισε μεγάλη ακμή. Το 193 π.Χ. σύνηψε συμμαχία με την Τεώ, το 189 π.Χ.,υπέταξε τη Φαλάσαρνα, την οποία όμως αναγκάστηκε να ελυθερώσει το 184 π.Χ.ύστερα από επέμβαση των Ρωμαίων (Πολ. 22, 15 και 19), διατηρώντας όμως τοδικαίωμα να μετέχει στο κρητικό κοινοδικείο. Το 172 π.Χ. πολιορκήθηκε από τηΓόρτυνα, ενισχύθηκε όμως από τις δυνάμεις του Ευμένη Β’ της Περγάμου, αν και δενείχε συμμετάσχει στη συμμαχία των 29 κρητικών πόλεων με τον Περγαμηνό βασιλιά(Πολ. 38, 13). Δεν συμμετέσχε επίσης στο κοινό των Κρηταίων , που είχεδημιουργηθεί στα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα. Τον 1ο π.Χ. αιώνα αντιστάθηκε στουςΡωμαίους που επιτέθηκαν κατά του νησιού, αλλά τελικά καταλήφθηκε από τονΚαικίλιο Μέτελλο το 69 π.Χ. Από τους στρατηγούς που αντιστέκονται στονΜέτελλο, ο μεν Πανάρης μένει και παραδίδεται με έντιμη συνθήκη, και έτσι δενκαταστράφηκε η πόλη, ο δε Λασθένης καταφεύγει στην Κνωσό όπου συνέχισε τοναγώνα. Γύρω στο 30 π.Χ. όμως, ανακηρύχθηκε από τονΑύγουστο αυτόνομη πόλη και από τότε γνώρισε μεγάλη ακμή (Διων. Κασ. 2, 2).Υπήρξε μάλιστα μια από τις λίγες κρητικές πόλεις που έκοψαν νομίσματα. Αξιόλογαείναι τα νομίσματα της Κυδωνίας με απεικονίσεις Διονύσου, Αθηνάς Κυδωνίας,Δίκτυννας Βριτομάρτεως, Απόλλωνος, Δήμητρος και Περσεφόνης και λύκαινας πουθηλάζει τον Κύδωνα και τη λέξη ΚΥΔΩΝΙΑΤΑΝ, τα οποία χρονολογούνται από τον4ο π.Χ. ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα. (εγκ. Π.Λ.Μ. και Ν. Δομή). Ο Σβορώνος αναφέρει 96τύπους της παλαιότερης Κυδωνίας και 62 των ρωμαϊκών χρόνων. Από την Κυδωνίακαταγόταν ο εκ των Αγίων Δέκα Βασιλείδης.

Ο Ηρόδοτος γράφει: Αυτοί δε οι Σάμιοι την Κυδωνίαν στην Κρήτη έκτισαν, όχιγιαυτό το σκοπό πηγαίνοντας στην Κρήτη, αλλά, διόχνωντας του Ζακυνθίους από τονησί. Έμειναν δε εκεί και αυδαιμόνησαν επί πέντε έτη, και έφτιαξαν τα εβρισκόμεναστην Κυδωνία ιερά και το ναό της Δίκτυνας. Τον έκτο όμως χρόνο οι Αιγινήτες σεναυμαχία τους νίκησαν μαζί με άλλους Κρήτες.

<<Η Κυδωνία είναι πόλη της Κρήτης, ονομαζόταν παλαιότερα Απολλωνία. Πείρε τοόνομα από τον Κύδωνα το γιο του Απόλλωνα και της Ακακαλλίδας της θυγατέραςτου Μίνωα. Ο πολίτης λέγεται Κυδωνιάτης και Κύδων και Κυδώνιος και Κυδωναίος,και Κυδωνία το θηλυκό και Κυδωνίς και Κυδωνικός άνδρας >> (Στ.Βυζ.)

Κύτα. Παλαιόκαστρο της Ρογδιάς Μαλεβυζίου.

Ο Χρ. Μπουοντελμόντι αναφέρει ότι το Κυταίον είναι, στο σημερινό ΚαβούσιΛασιθίου. << Υπάρχει και πόλη Κύταιον στην Κρήτη>> (Στ.Βυζ.)

Κύταιον, το. Παλιόκαστρο της Ρογδιάς Μαλεβιζίου

Κώρυκος, η. Στο ακρωτήριο Γραμπούσα της Κισάμου;

Κώρυκος. Βουνό της ομώνυμης χερσονήσου της σημερινής Γραμβούσας, πουεισχωρούσε μέσα στη θάλασσα, στο Β.Δ. άκρο της Κρήτης, κοντά στην αρχαία πόλη

Φαλάσαρνα Ο Πτολεμαίος το ονομάζει Κώρυκος άκρα, ο Στ. Βυζάντιος ακρωτήριονΚωρυκία. Είναι το σημερινό ακρωτήριο Μπούζα.

<<Υπάρχει και ακρωτήριο στην Κρήτη με το όνομα Κωρυκία>> (Στ.Βυζ.)

Λάμπη. Αργυρούπολη Ρεθύμνου.

<< Η Λάμπη είναι πόλη της Κρήτης, κτισμένη από τον Αγαμέμνονα και πείρε τοόνομα του Λάμπου του Ταρραίου. Το εθνικό είναι Λαμπαίος. Ο Ξενίων στα Κρητικάγράφει το όνομα με δύο -ππ- και με δύο -αα- και με -η- >> (Στ.Βυζ.)

Λάμων, ο. Πλακιάς Αγίου Βασιλείου;

Λάππα,η (και Λάμπη). Αργυρούπολη, 27 χιλ. από το Ρέθυμνο.

Λάππα. Μετέπειτα Λάππη ή Λάμπη, από κάποιο Ταρραίο Λάμπο. Πόλη στη βόρειαπλευρά της αρχαίας Κρήτης, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, χτισμένη πάνω σελόφο, μεταξύ των δυο ποταμών Μουσέλα και Πετρέ. Επίνειό της ήταν ηπαραθαλάσσια πόλη Φοίνιξ. Ιδρύθηκε –κατά το μύθο- από τον Αγαμέμνωνα (ΔίωνΚασ. 36, 1. Πτολ. 3, 17, 10). Η ακμή της τοποθετείται στους κλασικούς χρόνους.Κατά την ελληνιστική εποχή (330-69 π.Χ.), οι Λαππαίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στιςδιαμάχες των κρητικών πόλεων και πήραν μέρος στο Κοινό των Κρηταιέων πουιδρύθηκε στα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα. ΤΟ 221-220 π.Χ., στον πόλεμο μεταξύΚνωσού και Λυττού, πήγε με την Κνωσσό, μετά όμως, μαζί με άλλες πόλειςσυμμάχησε με τους Λυττίους. Η Λάππα πήρε μέρος στη συμμαχία των Κρητών μετον Ευμένη Β’, βασιλιά της Περγάμου, που έγινε μετά το 170 π.Χ.. Έμεινε αυτόνομηως το 68 π.Χ. που την κατέλαβε ο Οκτάβιος και πέρασε πολλές περιπέτειες, γιατί εκείέγινε η συρραξη μεταξύ του Μέτελλου και των μισθοφόρων του Οκτάβιου. Η πόληκαταστράφηκε το 68 π.Χ> από τον Κόιντο Καικίλιο Μέτελλο, αλλά γρήγοραανοικοδομήθηκε και γνώρισε νέα ακμή. Τα ερείπιά της έχουν εντοπιστεί σε χαμηλόλόφο κοντά στο χωριό. Έχουν βρεθεί πολλές επιγραφές που αρχίζουν:ôEdonem Kappa´ym t« pÁkei ¢ to¶r jÁsloir jaµ t« pÁkei.

Στον εμφύλιο πόλεμο των Ρωμαίων, κατά τη μάχη του Ακτίου το 31 π.Χ., οιΛαππαίοι πήγαν με το μέρος του Οκτάβιου εναντίον του Αντωνίου. Ο Οκτάβιος,ύστερα από τη νίκη του, ευνόησε τους φίλους του Λαππαίους, τους άφησεελεύθερους και ανοικοδόμησαν την πόλη τους. Έκτοτε, η Λάππα ευημέρησε στηρωμαϊκή περίοδο, όπως δείχνουν και τα ερείπιά της, που είναι κυρίως αυτής τηςπεριόδου και τα νομίσματα που είναι πολυάριθμα. Ένα από τα σπουδαίαοικοδομήματά της ήταν οι θέρμες, απαράιτητο ίδρυμα στις ρωμαϊκές πολιτείες, πουείχε πολλά διαμερίσματα. Οι θέρμες της Λάππας αποτελούνταν από μία στρογγυλήαίθουσα με διάμετρο 18 βήματα και γύρω σε αυτήν ήταν τα διαμερίσματα για τουςλουόμενους και άλλες δυο αίθουσες. Το νερό ερχόταν φυσικά με υδραγωγείο από μιαμεγάλη συγκεντρωτική δεξαμενή που ήταν σε υψηλό σημείο έξω από την πόλη πουείχε μήκος 25, πλάτος 6 και ύψος 7μ. Και χωρητικότητα 600 κ.μ. Το νερόδιοχετευόταν εκεί με κτιστό υδραγωγείο, κατεστραμμένο σήμερα, από τις πηγέςΚαστανιές και Κολλητά, μια ώρα μακριά από το χωριό. Τη σπουδαιότητα τηςΛάππας δείχνουν και τα πολλά νομίσματά της. Ο Σβορώνος αναφέρει 36 είδη. Από τοένα μέρος είχαν την κεφαλή του Ποσειδώνα, της Αρτέμιδος ή του Απόλλωνα και τηλέξη ΛΑΠΠΑΙΩΝ. Της ρωμαϊκής περιόδου αναφέρουν τα ονόματα διαφόρων

υπάτων ΘΕΩ ΚΑΙΣΑΡΙ ΣΕΒΑΣΤΩ, ΔΟΜΕΤΙΑΝΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΣ, ΔΟΜΙΤΙΑΣΕΒΑΣΤΗ κλπ και πίσω ΛΑΠΠΑΙΩΝ.

Γύρω στο σημερινό χωριό σώζονται πολλοί τάφοι της ρωμαϊκής και ελληνικήςεποχής λαξευμένοι στους βράχους. Ένας από αυτούς είναι και ο ονομαζόμενος τάφοςτων Πέντε Αγίων Παρθένων. Δίπλα στο βράχο υπάρχει εκκλησάκι αφιερωμένο σεαυτές, την Θέκλα, Μαριάμνα, Αιθανά, Μάρθα και Μαρία. Κατά την παράδοση οιΡωμαίοι και οι Βενετοί είχαν εγκαταστήσει στη Λάππα νομισματοκοπείο, αφού στηθέση Ελληνικά, όπου κτίστηκαν τα δικαστήρια το 1869, βρέθηκαν μηχανήματανομισματοκοπείου, και στη θέση Παυλής βρέθηκαν σωροί χάλκινων νομισμάτων. ΝΑτης Λάππας υπάρχει λόφος που τον λένε οι χωρικοί Ασημόχωμα, γιατί πιστεύουν πωςπεριέχει ασήμι. Η Λάππα εξακολούθησε να υπάρχει και την Α’ Βυζαντινή περίοδο,όπως δείχνουν τα ερείπια εκείνης της εποχής. Από τις αρχαιότερες επισκοπές Κρήτηςείναι της Λάμπης-Λάππας, η οποία ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Απόστολο Τίτο καιμνημονεύεται από το 457. Μετονομάστηκε Καλαμώνος τη Β’ Βυζαντινή περίοδο. ΗΛάππα ύστερα από την καταστροφή της από τους Άραβες ξεχάστηκε και το όνομάτης, κι όταν ξανασυνοικίστηκε την έλεγαν απλώς, Πόλη. Στα χρόνια τηςΤουρκοκρατίας ονομαζόταν Γαϊδουρόπολη και Σαμαρόπολη. Η ονομασίαΑργυρούπολη δόθηκε το 1822 από την επαναστατική επιτροπή, με σκοπό νααντικατασταθεί η κακόηχη ονομασία Γαϊδουρόπολη, επειδή υπήρχε εδώ το μεταλείοαργύρου.

Λάρισα, η. Καλαμαύκα Ιεράπετρας;

Ο Στ. Βυζάντιος σε δύο διαφορετικά λήμματα του λεξικού του αναφέρεται σε πόλειςμε το όνομα Λάρισα. Στο πρώτο λήμμα με την λέξη Λάρισα (με ένα -σ-) απαριθμείέντεκα πόλεις τοποθετώντας την Κρητική στην ένατη θέση. Αναφέρει ότι ο πολίτηςλέγεται Λαρισαίος και Λαρισεύς. Γράφει επίσης ότι υπάρχει Λαρισεύς Ζευς και ότι οΣτράβων αναφέρει ότι υπάρχει στην Έφεσο ο Απόλλων Λαρισηνός.

Στο δεύτερο λήμμα αναφέρεται στην Γόρτυνα και γράφει ότι αυτή είχε μετά το όνομαΕλλωτίς το όνομα Λάρισσα (με δύο -σ-) , έπειτα Κρημνία και αργότερα Γόρτυς.

Λασαία, η. Καλοί Λιμένες Καινούργιου.

Η Λασαία ήταν αρχαία πόλη της Κρήτης, σε μικρή απόσταση ανατολικά από τουςΚαλούς Λιμένες, απέναντι από τη νησίδα Παλαιός Μόλος ή Τράφος, ένα από ταλιμάνια της Γόρτυνας στη ρωμαϊκή περίοδο, οπότε κυρίως ήκμασε. Την έλεγαν καιΘάλασσα ή Άλασα όπως αναφέρεται σε νομίσματα. Τα ερείπιά της σώζονται απότην ακτή μέχρι ψηλά στην πλαγιά, σε μεγάλη έκταση. Σώζονται κτήρια ρωμαϊκήςπεριόδου, υδραγωγείο, οικοδομήματα με θόλο, όμοιο με εκκλησίας και πολλάόστρακα.

Ο λεγόμενος Τράφος αποτελείται από ογκόλιθους, ριγμένους ακανόνιστα στηθάλασσα. Ασφαλώς είναι λιμενικό έργο των Λασαίων, αφού ήταν λιμάνι τηςΓόρτυνας. Δυτικά από τη Λασαία ήταν το νεκροταφείο της. Το νησάκι Τράφος είχεχρησιμοποιηθεί σαν καταφύγιο την περίοδο των επ-αναστάσεων. Για τον ίδιο σκοπότο χρησιμοποίησε και ο Κόρακας. Είχαν κτίσει σπίτια με ξερολιθιά, όπου έμεναν. Το1854 ο Άγγλος πλοίαρχος Σπράττ, νόμισε ότι ήταν πειρατές και έστειλε μια φρεγάτανα τους κυνηγήσει. Οι επαναστάτες τους κτύπησαν και έπαθαν σημαντικές απώλειες.

Τη θέση αυτή της Λασαίας διαπίστωσε ο Σπράττ. Χωρικοί είχαν ανοίξει τάφους όπουασφαλώς βρήκαν κτερίσματα. Ένας νεαρός βοσκός είχε βρει ένα δακτυλίδι, που είχετην επιγραφή ΤΡΥΦ/ΗΝΙΑ.

Το αγόρασε ο Σπράττ και γράφει ότι του υπενθύμισε το χωρίο της προς Ρωμαίουςεπιστολής του Παύλου όπου αναφέρει: ασπάσασθε Τρύφαιναν και Τρυφώσαν ταςκοπώσας εν Κυρίω. (Προς Ρωμαίους 16,12). Για τη Λασαία γράφει και ο OnorioBelli στο θείο του στις 11 Οκτωβρίου 1586 τα παρακάτω: Η Λασαία διατηρεί ακόμητο όνομα, μα είναι όλη ερειπωμένη και ούτε υπάρχει εκεί άλλη κατοικία παρά,τέσσερα-πέντε μίλια, πάνω σε κάμποσα ψηλότερα βουνά, ένα μοναστήρι καλόγερων,που ονομάζεται Απεζανές, τόπος ωραιότατος και τερπνότατος. (Στ. Σπανάκης,Κρήτη, τομ. Α, σ.343).

Λασός, η. Λάππα;

Λατώ η Ετέρα. Βόρεια της Κριτσάς, περίπου 3 χιλ.

Κρητική πόλη χτισμένη στους πρόποδες των ορέων του Λασιθίου. Η ονομασία τηςπόλης αναφέρεται σε μερικές πινακίδες Γραμμικής Β΄ από την Κνωσό, αλλά ταμυκηναϊκά ευρήματα στην περιοχή σπανίζουν.

Η Λατώ άρχισε να αναπτύσσεται κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα, όπως επιβεβαιώνουν τααρχαιολογικά ευρήματα. Στους αμέσως επόμενους αιώνες γνώρισε μεγάλη ακμή,αλλά τον 2ο π.Χ. αιώνα οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν για να κατοικήσουν στηνέα πόλη, τη Λατώ προς Καμάραν, κοντά στη θάλασσα.

Τα ερείπια της Λατούς της Ετέρας ήλθαν στο φως, μετά τις ανασκαφές της ΓαλλικήςΑρχαιολογικής Σχολής, και σε απόσταση 8 χιλιομέτρων νοτιοδυτικά του ΑγίουΝικολάου, στα βορειοδυτικά της Κριτσάς. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τα ακόλουθακτίσματα: α) την αγορά και το πρυτανείο, όπου αναγνωρίστηκε και μικρός ναός, όλαοικοδομήματα που πρωτοχτίστηκαν τον 7ο π.Χ. αιώνα και ανανεώθηκαν κατά τον 4οή 3ο π.Χ. αιώνα. β) ιερό και θέατρο στα νότια της αγοράς, κτίσματα κλασικώνχρόνων γ) οχυρωμένες ιδιωτικές κατοικίες κλασικών κυρίως χρόνων. Εκτός αυτών,καθαρίστηκαν επίσης δεξαμενές, που φανερώνουν το πρόβλημα που αντιμετώπιζε ηπεριοχή, την ανυδρία. Τα ευρήματα των ανασκαφών εκτίθενται στο ΜουσείοΗρακλείου, Μαλίων και Αγίου Νικολάου. Από τη Λατώ καταγόταν ο φίλος καιστρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου Νέαρχος, ο οποίος κράτησε ημερολόγιο της ναυτικήςτου επιχείρησης από την Ινδία στον Περσικό κόλπο, με πλήθος παρατηρήσεις για τηγεωγραφία, την εθνογραφία και τη χλωρίδα των περιοχών που προσέγγισε. Το έργοτου είναι γνωστό από την Ινδική του Αρριανού.

Λατώ προς Καμάρα. Άγιος Νικόλαος Λασιθίου. Βλέπε λέξη Καμάρα.

Λεβήν, η. Λέντα Καινούργιου.

Μικρή παραθαλάσσια πόλη στη νότια πλευρά της Κρήτης και εμπορικό λιμάνι τηςΓόρτυνας. Λατρεύονταν εκεί η Υγεία Σώτειρα, η Περσεφόνη, ο Ασκληπιός Σωτήρ,οι Νύμφες με τον Αχελώο, και υπήρχε και ναός του Ασκληπιού, ιερά πηγή όπουκατάφευγαν οι ασθενείς της Γόρτυνας, θέατρο κλπ. Το Ασκληπιείο της ήταν στονκολοφώνα του κατά την αυτοκρατορική ρωμαϊκή περίοδο. Η Λεβήνα βρισκόταν στη

σημερινή τοποθεσία Λέντα, κοντά στους Καλούς Λιμένες. Η πόλη ιδρύθηκε τον 4οπ.Χ. αιώνα και ήταν σημαντικό ιαματικό κέντρο (Πλιν. 4,12,20 - Πτολ.3, 16-17). Ηπόλη εγκαταλείφθηκε κατά τον 9ο αιώνα. Οι ανασκαφές που έγιναν στο χωριόΛέντας έφεραν στο φως ένα μικρό οικοδόμημα για τη φύλαξη αναθημάτων, δυοδεξαμενές, ξενώνες και οικήματα των εργαζομένων στο συγκρότημα αυτό, όλαοικοδομήματα των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Στην περιοχή όμωςανασκάφηκαν και θολωτοί τάφοι των πρωτομινωικών χρόνων (3η π.Χ. χιλιετία), μεπλούσια ευρήματα, σημαντικά για τη γνώση της πρώιμης ιστορίας της περιοχής. Ταευρήματα των τάφων αυτών καθώς και οι επιγραφές των ιστορικών χρόνωνφυλάσσονται στον μουσείο του Ηρακλείου. Η πηγή Λέντα χαρακτηρίζεται απλή,υπόθερμη. Είναι αλκαλική και περιέχει αρσενικό 0.00097 MG AS, που είναι ένα απότα σπάνια στοιχεία στα μεταλλικά νερά, και παίζουν σπουδαίο ρόλο στις παθήσειςτου αίματος και στις αιμορραγικές διαθέσεις. Τον Β΄παγκόσμιο πόλεμο, οι Γερμανοίκατάστρεψαν όχι μόνο τον σημερινό οικισμό αλλά κανονιοβόλησαν ακόμη και τουςκίονες του Ασκληπιείου.

Σήμερα σώζονται τα ερείπια του ιερού του Ασκληπιού και τεμάχια στηλών απόγρανίτη. Κατά τον Σβορώνο και η πόλη αυτή είναι αποδειγμένο ότι έκοψε νομίσματα,τα οποία όμως δεν βρέθηκαν ακόμα. Από την Λεβήνα καταγόταν ο εκ των ΑγίωνΔέκα Πόμπιος.

Λητώα ή Λητώαι. Δύο νησάκια στον κόλπο της Μεσαράς τα οποία ονομάζονταισήμερα “Παξιμάδια” Πτολ. 3,17,2. Ονομάστηκαν έτσι, ίσως από τη θεά Λητώ, ηοποία υπό την προσωνυμία Φυτίη λατρευόταν στη Φαιστό, στην οποία ανήκαν τανησάκια αυτά. Κατ’ άλλους ανήκαν στην πόλη Σύβριτα.

Λισός (ή Λισσός ή Λίσσα). Αϊ-Κυρκός Σέλινου.

Πόλη και λιμάνι της αρχαίας Κρήτης, επίνειο της Υρτακίνης ή της Ελύρου.Ιδρύθηκε στους κλασικούς χρόνους και άκμασε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Τοόνομα της διαπιστώθηκε από επιγραφές. Η πρώιμη ιστορία της είναι άγνωστη, ενώαπό τις επιγραφές και τα νομίσματα του 3ου π.Χ. αιώνα μαρτυρείται η συμμετοχή τηςστο Κοινό των Ορείων και η συμμαχία με τον Κυρηναίο Βασιλιά Μάγα (Ορεινάλεγόταν παλαιότερα η επαρχία Σέλινου, και το Κοινό των Ορείων αποτελούσαν οιπόλεις: Λισό, Συία, Ποικιλασσός, Τάρρα, Υρτακίνα και Έλυρος). Είχε πλουτίσειμε το εμπόριο και το ψάρεμα και γι΄αυτό μόνο η Λισός και η Υρτακίνα είχαν κόψειχρυσά νομίσματα. Με τον εμπορικό και τον ψαράδικο στόλο της η Λισός είχε γίνειγνωστή στα παράλια της Αφρικής. Βρισκόταν στη σημερινή επαρχία Σέλινου, στομυχό του κόλπου του Αγίου Κυριακού, όπου ανακαλύφθηκαν ερείπια του θεάτρου,του υδραγωγείου, του νεκροταφείου και των λουτρικών εγκαταστάσεων της αρχαίαςπόλης, καθώς και παλαιοχριστιανικών βασιλικών, κυρίως όμως του μεγάλουασκληπιείου, που καταστράφηκε από σεισμό. Στον χώρο αυτό βρέθηκε μεγάλοςαριθμός λατρευτικών και αναθηματικών γλυπτών, που σήμερα εκτίθενται σταμουσεία Χανίων και Ηρακλείου. Σε καμιά άλλη πόλη της Κρήτης εκτός από τηΓόρτυνα δεν βρέθηκαν τόσα πολλά γλυπτά. Γεγονός που πιστοποιεί τη σημασία καιτον πλούτο του Ασκληπιείου της Λισού. Η Λισός είχε δικά της νομίσματα που είχαναπό το ένα μέρος κεφαλή της Αρτέμιδος και από το άλλο δελφίνι και τη λέξηΛΙΣΙΩΝ. Είχε επίσης συμμαχία με την Υρτακίνα και έκαναν τις συναλλαγές των μεκοινό νόμισμα, που είχε από το ένα μέρος δελφίνι ή περιστέρι με ανοικτά φτεράκαι από το άλλο άστρο με 8 ακτίνες και τη λέξη Λ/Ι/Σ/Ι/Ω/Ν.

Λύκαστος, η Στη θέση Βιτσιλιά του χωριού Προφ. Ηλίας Τεμένους

Λύκαστος. Αρχαία πόλη της Κρήτης, που πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Στουςιστορικούς χρόνους την κατέλαβε και την κατάστρεψε η Κνωσσός. Αργότερα τηνκατέλαβαν οι Γορτύνιοι, που την παραχώρησαν στην πόλη Ραύκο. Το 185 π.Χ., οΡωμαίος πρέσβης Άππειος έδωσε ένα τμήμα της πόλης, το Λυκάστιο, στην Κνωσόκαι το υπόλοιπο, το Διατόνιο, στους Λυκτίους. (εγκ.Ν.Δομή).

<<Η Λϋκαστος είναι πόλη της Κρήτης. Ο Όμηρος την αναφέρει μαζί με την Λύκτοκαι την Μίλητο της Κρήτης. Πείρε το όνομα της από τον Λύκαστο, ο οποίος ήταναυτόχθωνας ή παιδί του Μίνωα. Ο πολίτης λέγεται Λυκάστιος (Υπάρχει και ποντιακήΛύκαστος. Την Κρητική Λύκαστο οξίνουν οι ντόπιοι και δεν επικρατεί παράδοσηεθνική) >> (Στ.Βυζ.)

Λύκτος,η Μεταξύ των σημερινών χωριών Ξιδάς-Ασκοί- ΚασταμονίτσαΠεδιάδος.

Λύκτος. Πόλη της αρχαίας Κρήτης, που ήταν χτισμένη στο λόφο, παρακλάδι τηςΔίκτης, και βρισκόταν νοτιοανατολικά της Κνωσού, 39 χιλ. από το Ηράκλειο (κοντάστο χωριό Ξιδάς) σε μικρή απόσταση από το Λυβικό πέλαγος. Περιλάμβανε στηνπεριοχή της τα νησιά Μινώα και Στρογγύλη και σε αυτήν ανήκαν οι πόλεις Μίλατοςκαι Λυκτία Αρσινόη. Επίνειό της ήταν η Χερσόνησος. Η πόλη πήρε το όνομά της απότο Λύκτο, γιο του Λυκάονα, που ήταν και ιδρυτής της και επονομάστηκε Λύττος(ψηλή), επειδή ήταν χτισμένη σε υψηλό μέρος, δηλαδή σε βουνό. Υπάρχουνμελετητές που θεωρούν ότι η Λύκτος αναφέρεται ως Ru-ki-to σε πινακίδεςΓραμμικής Β από την Κνωσό. Η Λύκτος, νεώτερος τύπος του ονόματος, λεγόταν καιΚαρνησσόπολις, όνομα που φανερώνει τη δωρική καταγωγή που πήρε από τηνλατρεία του Καρνείου Απόλλωνος, προς τιμήν του οποίου ετελούντο εορτές καιαγώνες. Ήταν κέντρο του Δωρισμού στην Κρήτη. Σύμφωνα με τον Ησίοδο, οι γονείςτης Ρέας έστειλαν τη θυγατέρας τους, στη Λύττο για να γεννήσει τι Δία, μέσα σε μιασπηλιά, μακριά από τον Κρόνο.

<<Πέμψαν δ΄ες Λύκτον Κρήτης, ες πίονα δήμον οππότ΄αρ απλότατον παίδωντεκέσθαι, έμελλε, Ζήνα μέγαν.>> (Θεογονία ΣΤ’ 477).

Ο Όμηρος αναφέρει ότι η Λύκτος πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Έστειλε στρατόμε τον Κοίρανο, το σύντροφο και αμαξηλάτη του Μηριόνη, ο οποίος έσωσε τονΙδομενέα από το κοντάρι του Έκτορα, θυσιάζοντας τον εαυτό του. Ο Αριστοτέληςλεει ότι οι Λύκτιοι ισχυρίζονταν πως ήταν άποικοι της Σπάρτης. Το ότι η Λύκτοςήταν αποικία των Λακεδαιμονίων το μαρτυρούν και άλλοι αρχαίοι.ο Έφορος(Στράβων Χ.4.17), ο Πολύβιος (ΙΦ.56.6), ο Πλούταρχος (Γυν.αρ.247δ) και οΠαυσανίας (ΙΦ.19.4). Ο Πολύβιος μάλιστα επωφελείται της ευκαιρίας να πλέξει τοεγκώμιο των Λυττίων : Λύττος δε Λακεδαιμονίων μεν άποικος ούσα και συγγενήςΑθηναίων, αρχαιοτάτη δε των κατά Κρήτην πόλεων, άνδρας δ΄ομολογουμένωςαρίστους αεί τρέφουσα Κρηταιέωνα. (Σε σφραγίδα με <<ιερογλυφική κρητικήγραφή>> από τη Λύκτο, είναι γραμμένες λέξεις Σπαρτιατικής Ελληνικής διαλέκτου).Το 668 π.Χ. άλλωστε, συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες στον πόλεμο εναντίον τωνΜεσσηνίων. Το 343 π.Χ., ο βασιλιάς της Σπάρτης Αρχίδαμος έδιωξε το Φάλαικο τοΦωκέα από τη Λυκτο, που την είχε καταλάβει μαζί με τους Κνωσίους, το 346 π.Χ.(Διοδ. 16.62). Αργότερα η Λύκτος συμμάχησε σε διάφορες περιστάσεις εναντίον της

Κνωσού, μεταξύ των οποίων και με τον Αντίοχο Β, το 249 π.Χ.. Το 220 π.Χ. όμως,ενώ οι Λύκτιοι βρίσκονταν σε κάποια εκστρατεία (πολεμούσαν με την Ιεράπυτνα), ηΚνωσός με τη βοήθεια των Αιτωλών, εκμεταλλεύτηκε την απουσία τους και τηνκατέστρεψε εντελώς.Όταν επέστρεψαν οι Λύκτιοι και είδαν σε τι κατάστασηβρισκόταν η πόλη τους, ζήτησαν καταφύγιο στη Λάππα, όπου έμειναν ως την εποχήπου, με τη βοήθεια των Γορτυνίων, ξαναπήραν την πόλη τους πίσω και συνέβαλαν οιΣπαρτιάτες στην ανοικοδόμησή της. Αργότερα, πήρε μέρος στο κοινό των Κρηταιέωνκαι έκοψε δικά της νομίσματα. Το 170 π.Χ. οι Λύκτιοι συμμάχησαν, μαζί με άλλεςπόλεις της Κρήτης, με τον Ευμένη της Περγάμου. Το 68 π.Χ., συμμάχησε με τηνΙεράπυτνα και την Ολούντα, αλλά τον ίδιο χρόνο την κατέλαβε ο Μέτελλος και έχασεέτσι την ανεξαρτησία της. Δεν περιέπεσε όμως σε πλήρη παρακμή. Τα ερείπια τηςπόλης (τείχη, οχυρώματα, τάφοι, υδραγωγείο κλπ) βρίσκονται στη σημερινήτοποθεσία Λύττο, όπου μέρος οικοδομήματος που έχει ανασκαφεί θεωρήθηκε ναός.Έχουν βρεθεί δύο μαρμάρινοι ανδριάντες του Τραϊανού και του Μάρκου Αυρήλιου,που βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο Ηρακλείου. Η Λύκτος, σαν αυτόνομη πόλη,είχε κόψει πολλά νομίσματα. Ο Σβορώνος αναφέρει 89 τύπους διαφόρων εποχών. Τοκυριότερο έμβλημα των νομισμάτων της Λύττου είναι ο αετός με ανοιχτά φτερά καιπίσω κεφαλή αγριόχοιρου με τη λέξη ΛΥΤΤΙΩΝ. Κατα τη ρωμαϊκή κυριαρχία έκοψεεπίσης νομίσματα που έφεραν από το ένα μέρος την κεφαλή του Καλιγούλαστεφανωμένη με τις λέξεις ΓΑΙΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΝ ΣΕΒΑΣΤΟΝ καιαπό το άλλο μέρος κεφαλή του Γερμανικού στεφανωμένη με τις λέξειςΓΕΡΜΑΝΙΚΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ ΣΕΒΑΣΤΟΝ. Στη Λύκτο υπήρχε ιερό της ΠολιάδοςΑθηνάς, όπου έστησαν οι Λύττιοι και οι Ιεραπύτνιοι στήλη με τη συνθήκη τους, το113 π.Χ.

Η Λύκτος για την ύδρευσή της είχε μεταφέρει το νερό μιας πηγής, γνωστής σήμεραμε το όνομα Κουρνιά, μεταξύ των χωριών Κεράς και Κράσι, με υδραγωγείο, σεμερικά σημεία σκαλισμένα στο βράχο και μια τεράστια υδατογέφυρα, που τμήμα τηςσώζεται, βόρεια του χωριού Κασταμονίτσα. Η υδατογέφυρα αυτή είχε ύψος 100πόδια (35 μέτρα) και πάχος 14 πόδια, προξενούσε έκπληξη και θαυμασμό.

Τη Λύκτο επισκέφτηκε το 1586 ο Βικεντίνος γιατρός Onorio Belli, ο οποίος έκανεκαι ανασκαφές και βρήκε αγάλματα και το θέατρο της πόλη της ρωμαϊκής περιόδου,το οποίο σχεδίασε και περιέγραψε. Η περιγραφή της πόλης, όπως την είδε ο Μπέλλι,πριν από 4 αιώνες είναι ενδιαφέρουσα- γιατί σήμερα δεν υπάρχει τίποτε από αυτά-.

Ο Μπέλλι, είχε έλθει στην Κρήτη σαν γιατρός του Γενικού Προβλέπτη AlviseAntonio Grimani, τον οποίο ακολουθούσε στις περιοδίες του στην Κρήτη. Έτσιγνώρισε καλά και του δόθηκε αφορμή να μελετήσει τους αρχαίους συγγραφείς, πουαναφέρουν για την Κρήτη, και να εκτιμήσει τους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Έμαθετην ελληνική γλώσσα και περιόδευσε πολλές φορές την Κρήτη από την μια άκρηστην άλλη, μελετώντας την αρχαιολογία και τη χλωρίδα της. Για τις περιοδείες τουεκείνες και για τους αρχαιολογικούς τόπους και τα ερείπια έγραψε σε ένα θείο τουστη Vicenza, στέλνοντάς του και σχεδιαγράμματα αρχαίων κτηρίων, που μεταξύαυτών είναι και τα σχεδιαγράμματα μερικών θεάτρων. Οι επιστολές αυτές και τασχέδια των θεάτρων σώζονται στην Bibliotera Ambrosiana του Μιλάνου.

Στην ενδιαφέρουσα επιστολή στο θείο του, που είναι γραμμένη στα Χανιά την 11ηΟκτωβρίου 1586, γράφει.

<< Μεγαλοπρεπή και Σεβάσμιε Κύριε Θείε,

Σας στέλνω τα σχέδια τριών άλλων θεάτρων και ενός ναού. Το σχέδιο του θεάτρουτης πόλης της Λύττου είναι λίγο σκοτεινό ως προς τη σκηνή, η οποία δεν κοσμείταιούτε με κολώνες ούτε με άλλο. Κι αυτό οφείλεται στα πολύ μεγάλα ερείπια, πουεμποδίζουν να δει κανείς πως ήταν. Κι αν η αφεντιά σας έβλεπε τι είδους τοίχοι είναιεκείνοι, είμαι βέβαιος πως θα έμενε έκπληκτη για το νου εκείνου του λαού της εποχήςεκείνης. Τα καθίσματα είναι σκαμμένα στο βουνό, το οποίο είναι όλο από μαλακιάπέτρα (λεπίδα), που σκάβεται εύκολα, και με αυτή κάνουν τις στέγες των σπιτιών,δηλαδή τις ταράτσες, που αντέχει στις βροχές. Τη μαλακή αυτή πέτρα τη λέει ο λαόςλεπίδα και βρίσκεται σε διάφορα χρώματα σε πολύ μεγάλη αφθονία. Το θέατρο αυτόήταν το μεγαλύτερο σε εκείνο το Βασίλειο. Είχε τρείς σειρές χάλκινα δοχεία (ηχεία)για να πολλαπλασιάζουν τις φωνές και φαίνονται ακόμη σχεδόν όλες οι θέσεις, πουήταν τοποθετημένα. Η πόλη αυτή της Λύττου ήταν κτισμένη πάνω σε ένα ύψωμα μεδιάφορες κορυφές και είχε ελάχιστο επίπεδο έδαφος, και πάντοτε ανέβαιναν καικατέβαιναν. Με λίγα λόγια η τοποθεσία είναι η πιο παράξενη και άσχημη που έχω δειποτέ. Και παρ’όλα αυτά είχε οικοδομήματα μεγάλης σημασίας και βρήκα πολλά καιωραία αγάλματα, που μπορεί να τα δει κανείς στο σπίτι του εκλαμπρότατου Κυρίουμου. Εκεί βρήκα επίσης πολλές επιτύμβιες επιγραφές που έχετε δει από τις οποίεςβγαίνει ότι αν και, όπως λέει ο Πολύβιος, εκείνοι της Κνωσού και της Γόρτυναςκατέστρεψαν αυτή την πόλη, όμως φαίνεται πως στον καιρό του Τραϊανού, τουΑνδριανού και του Ματίντιε αυτή άνθισε πολύ. Η πόλη αυτή είναι μακριά από τηβόρεια θάλασσα δώδεκα ή δεκατέσσερα μίλια.

Στη θάλασσα αυτή μια άλλη πόλη, που ονομαζόταν Χερρόνησος και τώρα λέγεταιΧερσόνησος. Αυτή ήταν λιμάνι για τα πλοία της Λύττου. Από τη μια ως την άλληπόλη υπήρχε ένας ωραιότατος και κάλλιστος δρόμος, παρ’όλο που περνούσε απόβουνά και πεδιάδες. Είχε ένα υδραγωγείο θαυμάσιο πουέφερνε το νερό μιας πολύμεγάλης πηγής. Το υδραγωγείο αυτό άρχιζε τέσσερα ή πέντε μίλια πάνω από τηΛύττο και έπαιρνε το νερό μιας πηγής των πολύ ψηλών βουνών που λέγονται Λασίθι,και το διοχέτευε πρώτα στη Λύττο κι έπειτα στη Χερσόνησο, πάντοτε από βουνά καικοιλάδες και κάνει τόσους γύρους και περνά τόσες κοιλάδες με καμάρες πολύ ψηλές,που προξενούν το θάμβος, γιατί όλο το υδραγωγείο είναι χτισμένο με στερεούςτοίχους, πάχους 14 ποδιών συνέχεια, ύψους 15-20 και περισσότερα πόδια, δίχωςτόξα, παρά μόνο εκεί περνά τις κοιλάδες, όπου έχουν γίνει μεγάλες άτεχνες πόρτες,για να δίδουν τόπο σοτυς χειμάρους. Σε μερικά σημεία οι τοίχοι έχουν ύψος 100πόδια και με τόσες στροφές που κάνει πολύ συχνά, πιστεύω να έχει μάκροςπερισσότερα από 30 μίλια. Και στέκει σχεδόν ολόκληρο, γιατί είναι τόσο στερεό,που, κατά την κρίση μου, θα διατηρηθεί αιώνια. Μη νομίσετε πως είναι αυτό τομοναδικό υδραγωγείο σε αυτό το Βασίλειο.

Υπάρχουν και άλλα πολλά όχι τόσο δαπανηρά ούτε με τόσο μάκρος. Η πόλη τηςΧερσονήσου ήταν μικρή. Δεν πιστεύω να ήταν δύο μίλια μα η Λύττος πρέπει να ήταντέσσερα. Αλλά παρ’όλο που ήταν μικρή είχε αμφιθέατρο, ένα θέατρο που τώρα σαςστέλνω, όχι πολύ μεγάλο, και πολύ ωραία οικοδομήματα.Είχε ένα λιμάνι που τώραείναι επιχωματωμένο, ικανό να χωρέσει τριάντα γαλέρες, και ο Στράβων λέει πωςήταν εδώ ο ναός της Βριτομάρτιδος, που φαίνονται τα ίχνη του>>.

Τελευταία το 1950, περισυνέλεξαν από τη Λύττο γλυπτά και επιγραφές, μεταξύ τωνοποίων μαρμάρινη κεφαλή ρωμαίου αυτοκράτορα του Τραϊανού ή του Νέοβα, σε

φυσικό μέγεθος. Σε δύο όψεις κιβόλιθου επιγραφή ντόπια αρχαϊκή διάλεκτο καιγραφή, με δύο ψηφίσματα της πόλης των Λυτίων, γραμμένα βουστροφηδόν. Το ένααφορά τον καθορισμό ζωνών νομής ζώων και το άλλο είναι διάταξη, που απαγορεύειτην εγκατάσταση ξένων στην πόλη. Το 1951 βρέθηκε τετράγωνο αναθηματικό βάθρο,με ανάγλυφη παράσταση ήρωα, μπροστά σε άλογο και σκύλους, που ορμούν σεέλαφο και ζαρκάδι. Σε μία όψη φέρει την επιγραφή ΑΧΙΛΕΥΣ ΑΧΙΛΛΕΩΣ.

Πάνω στα ερείπια της Λύκτου βρίσκονται σήμερα δυο εκκλησίες, του ΤιμίουΣταυρού και του Αγίου Γεωργίου. Η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού είναι κτισμένηστη θέση παλαιοχριστιανικής βασιλικής, παρά την αρχαία Αγορά, που το μωσαϊκότης αποκαλύφθηκε τελευταία.

<<Η Λύκτος είναι πόλη της Κρήτης, η οποία πείρε το ονομά της από τον Λύκτο, τονΛυκάονα. Μερικοί πιστεύουν ότι πείρε αυτό το όνομα επειδή βρίσκεται σε υψηλότόπο. Το εθνικό είναι Λύκτιος και το θηλυκό Λυκτηίς>> (Στ. Βυζ.)

Μάλια. Σε απόσταση τριών περίπου χιλιομέτρων από το χωριό Μάλια, βρίσκονται ταερείπια του μινωικού ανακτόρου και της πόλης, που πήραν το όνομα του σημερινούχωριού, αφού το προϊστορικό της όνομα μας είναι άγνωστο. Φαίνεται ότι με τηνεγκατάλειψη της πόλης στα υπομινωικά χρόνια, λησμονήθηκε το ονομά της, αντίθεταμε την Κνωσό και τη Φαιστό.

Η μινωική πόλη είχε ιδρυθεί πάνω σε ένα τρίγωνο ασβεστολιθικό άνδηρο, το χαμηλόύψωμα <<Άζυμο>>. Το ανάκτορο, στα ανατολικά καταλάμβανε το υψηλότεροσημείο του ανδήρου. Βόρεια της πόλης και κοντά στη θάλασσα εκτεινόταν μια ζώνηνεκροπόλεων, τα <<οστεοφυλάκια>>, οι Αλετριβόπετρες και η θέση ΕλληνικόΛιβάδι που ονομάστηκε από τους ντόπιους Χρυσόλακκος όπου βρέθηκαν, τοκόσμημα με τις μέλισσες, δυό περόνες και μικρά χρυσά αντικείμενα, αφού άρχισε ησύληση της περιοχής από το 1880-1885 που οι ιδιοκτήτες του χώρου βρήκαν εκείπολλά χρυσά αντικείμενα.. Στα <<οστεοφυλάκια>> βρέθηκαν οστά, υπολείμματακοινής κεραμική και μερικά αγγεία του λεγόμενου <<τύπου του Χαμαιζίου>>, εκτων οποίων το ένα έφερε επιγραφή στην <<ιερογλυφική>> κρητική γραφή. Ηεπιγραφή αυτή στο αγγείο γράφει την λέξη <<ρεάνδε>> = δια την ρέανση (ρέανσις= στίλβωση με οίνο, λείανση). Στα νότια, ένα μικρό ιερό κορυφής είχε ιδρυθεί στηνκορυφή του λόφου του Προφήτη Ηλία. Πιο ανατολικά, χωριστά από την κύριαεγκατάσταση, γύρω από τον όρμο της Αγίας Βαρβάρας και μέχρι το γειτονικόυψίπεδο του Αρκοβουνίου, κτίστηκαν μεμονωμένες οικίες και νέες συνοικίες. Δυοπερίπου χιλιόμετρα δυτικά, η νεκρόπολη στη νησίδα του Χριστού υποδηλώνει,αναμφίβολα, την ύπαρξη ενός άλλου οικισμού, διασκορπισμένου στην πεδιάδα. Στατέλη της Υστερομινωικής εποχής, τα ταφικά μνημεία επεκτάθηκαν κατά μήκος τωνακτών μέχρι το σημερινό χωριό Σταλίδα. Μετά την εγκατάλειψη της μινωικής πόληςγύρω στο 1200 π.Χ., ο χώρος των Μαλίων δεν κατοικήθηκε ποτέ και τα μόναμεταγενέστερα αρχαιολογικά ευρήματα στην ευρύτερη περιοχή είναι αυτά τηςπαλαιοχριστιανικής βασιλικής κοντά στην παραλία του Μύλου.

Ο πρώτος που εντόπισε ίχνη αρχαιοτήτων στο χώρο αυτό ήταν ο Άγγλος πλοίαρχοςΣπραττ, που περιόδευσε το νησί στα μέσα του 19ου αιώνα, και εντόπισε όλες τιςπαράλιες μεγάλες πόλεις της Κρήτης, όπως π.χ. Φαιστό, Κυδωνία, Ζάκρο κ.λ.π. Ηπρώτη συστηματική ανασκαφική έρευνα άρχισε στα 1915 από τον τότε έφοροαρχαιοτήτων Κρήτης Ιωσήφ Χατζηδάκη που τη συνέχισε για μερικά χρόνια ακόμα.

Η σημασία της ανασκαφής οδήγησε το Χατζηδάκη σε συμφωνία με τη γαλλικήαρχαιολογική σχολή, για την από κοινού έρευνα του μινωικού ανακτόρου. Η σοβαρήόμως ασθένεια του Έλληνα αρχαιολόγου είχε ως αποτέλεσμα να ανασκαφεί ο χώροςαπό τη γαλλική σχολή μεταξύ 1921-1932. Αλλά και μέχρι σήμερα οι έρευνεςσυνεχίζονται για την καλύτερη μελέτη των στρωματογραφικών δεδομένων και γιασυμπληρωματικές ανασκαφικές εργασίες. Το ανάκτορο των Μαλίων δεν παρουσιάζειτη μεγαλοπρέπεια των ανακτόρων της Κνωσού και της Φαιστού, και γενικά ηκατασκευή του είναι φτωχότερη. Απουσιάζει εδώ, σχεδόν ολοκληρωτικά, ογυψόλιθος, το αλάβαστρο και γενικά η μνημειακή αρχιτεκτονική μορφή των δυοάλλων ανακτόρων. Για την οικοδόμηση του ανακτόρου των Μαλίωνχρησιμοποιήθηκαν ντόπιες πέτρες, η σιδερόπετρα και η <<αμμούδα.

Όπως αναφέραμε στην αρχή, η αρχαία ονομασία των Μαλίων δεν ήταν γνωστή.Πιθανότατα χαράχτηκε μαζί με άλλα τοπωνύμια σε πινακίδες της μυκηναϊκήςΓραμμικής Β από την Κνωσό, υποτέθηκε ότι πρόκειται για τη se-to-i-ja. Πράγματιπρέπει να είναι σωστή η ταύτιση, διότι παρατηρούμε μια ετυμολογική καιεννοιολογική συγγένεια με το τοπωνύμιο και παλαιό οικισμό που υπάρχει ανατολικάτων ανακτόρων με την ονομασία Άζυμο.

ΣΕΤΟΙJA = Ιερά θέσης -> Ιερός τόπος - Ιεράπολις.

ΑΖΥΜΟ = αυτό που κατέχεται από Θείο φόβο, από ιερό δέος. Έμεσα μπορούμε ναπούμε ότι σημαίνει Ιερά πόλη, όπως και η μυκηναϊκή λέξη. Υπάρχει λοιπόν μεγάληπιθανότητα η αρχαία πόλη των Μαλίων να είναι η Ιεράπολις της <<εκατόμπολις>>Κρήτης του Ομήρου.

Στη νοτιοδυτική γωνιά της κεντρικής αυλής, του Μινωικού ανακτόρου, δίπλα από τηνπλακόστρωτη είσοδο, υπάρχουν δύο επικοινωνούντες χώροι, που λειτουργούσαν σανιερό της νότιας πτέρυγας . Στον πρώτο χώρο που ήταν υπαίθριος, βρίσκεται ομεγάλος κέρνος. Ο δεύτερος χώρος (προθάλαμος) ήταν σκεπασμένος, με μιά κολόναστη μέση του ανοίγματος προς τον πρώτο (ιερό).

Η είσοδος του ιερού ήταν από τον προθάλαμο, και η εξωτερική είσοδος τουπροθαλάμου ήταν από τον διάδρομο.<<Ας υποθέσομε- λεει ο αρχαιολόγοςChapouthier που έκανε την ανασκαφή - την εξωτερική αυτή είσοδο, ανοικτή και αςρίξομε μιά ματιά από το διάδρομο της νότιας εισόδου, στο εσωτερικό τού ιερού. Σταπόδια μας το μονοκόμματο κατώφλι, στο βάθος του προθαλάμου η κολόνα, πουφωτίζεται από το ιερό. Μπροστά το υψηλότερο πλακόστρωτο δάπεδο του ιερού,πάνω σ'αυτό η τράπεζα των προσφορών (j—qmor) και αριστερά το πεζούλι. Στοβάθος, από την πλατειά κλίμακα κατεβαίνει η ιέρεια της μινωικής θρησκείας, με τιςπροσφορές των καρπών για να τους αποθέσει στην τράπεζα>>. Εδώ βρέθηκεπέτρινος βωμός με χαραγμένα σύμβολα (ιδεογράμματα), πήλινα αγγεία, θυμιατήρικαι άλλα λατρευτικά σκεύη. (κατ'άλλους η πέτρα βρέθηκε στους αγρούς έξω από τοανάκτορο. Θεωρώ την περίπτωση αυτή σωστότερη, αφού η πέτρα αναφέρεται σε ιερότου Ερμή, και η περιοχή Τάρμαρος επίσης ανήκει στο ιερό του Ερμή και τουΈρωτα.)

Αυτή η πέτρα βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης. Σαν πέτρωμα είναιένα είδος διορίτη, που προέρχεται από κρυστάλλωση μάγματος μετά την έκρηξη.Είναι πέτρωμα μεσοκοκκώδες ως αδροκοκκώδες, συναντάται σπάνια, έχει τις ίδιες

περίπου φυσικές ιδιότητες, με τον γρανίτη και σκούρο χρώμα. Πάνω σ'αυτήν τηνπέτρα είναι γραμμένα τα <<ιερογλυφικά>> της εικόνας. Τα ιδεογράμματα αυτάμπορούμε να διαβάσομε στην ελληνική, να ερμηνεύσομε την γραφική τουςπαράσταση και να τα διαβάσομε επίσης, με τις συλλαβικές αξίες των κρητικώνιερογλυφικών.

Είναι δε λέξεις που λέγονταν κατά την διάρκεια σπονδής με ιδιαίτερο ρυθμό μετρικήςαπαγγελίας ( σπονδείος ρυθμός). Η σπονδή εγίνετο στο τέλος της τελετής(εορτής)που λεγόταν ΕΡΜΑΙΑ, προς τιμήν του Ερμή και κατά το φθινοπωρινό μήνα Ερμαίο.(Οι πηγές μάς δίνουν μεταξύ 6-9μ.Χ. το ακόλουθο Κρητικό ημερολόγιο, με τηναντιστοιχία των μηνών στην σημερινή πραγματικότητα, κατά τον V.Grunel,Θεσμοφόριος από 23 Σεπτεμβρίου 31 ημέρες, Ερμαίος από 24 Οκτωβρίου 30 ημέρες.Κατά τον μήνα αυτό γινόταν η άροση των αγρών και σπορά των δημητριακών στηγη. Τα Έρμαια στην Κρήτη γινόταν με χαρακτηριστικό τρόπο. Σε αυτά κεντρικόστοιχείο ήταν μια τελετουργία παλινδρομικής διάβασης κοινωνικών ορίων. Οι δούλοιγλεντούσαν στα σπίτια των κυρίων τους και οι κύριοι υποχρεώνονταν να τουςυπηρετήσουν. Στην περίπτωση αυτή υπόκειται η κεντρική σημασία της δέσμευσηςκαι της απελευθέρωσης στη γλώσσα του μύθου, που δεν είναι άλλη από τη δέσμευσηστον Άδη και τη λύτρωση απ’αυτόν. Αυτή η θεμελιώδης ιδιότητα του θεούεκφράσθηκε στον μαγικό-κοσμικό χώρο της τελετουργίας στο κοινωνικό επίπεδο καιαποτέλεσε κατόπιν ένα ασφαλώς περιχαρακωμένο στη λατρεία έθιμο.

Η επιγραφή στην πέτρα διαβάζεται αμφίδρομα. Στο ελληνικό αλφάβητο, από άνωπρός τα κάτω, γράφει σε μετάφραση ΑΣ ΒΡΕΞΕΙ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΞΙΕΡΑΣΤΟΝ - ΕΙΣΤΟΝ ΚΕΡΔΩΟΝ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΔΙΑΥΓΗ .

Έχομε εδώ σπονδή στον Ερμή με τις τρεις ιδιότητες του,

. Πιστεύομε ότι μπροστά στην επιγραφή εγίνοντο σπονδές για καλύτερη απόδοση τωνκαρπών (σπορικών) που ήταν τοποθετημένοι στις θήκες του μεγάλου κέρνου.

Ποιός όμως δεν θα θαυμάσει τον τρόπο με τον οποίο έγραφαν ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣΕΛΛΗΝΕΣ ΚΡΗΤΕΣ, όταν διαβάσει την επιγραφή ανάποδα; (από κάτω προς ταπάνω). Στην δεύτερη περίπτωση, από κάτω προς τα πάνω, διαβάζοντας ανάποδα τοκείμενο γράφει (σε μετάφραση): Ιερό του προπομπού των ψυχών (Ερμή), " που ναπάει στα βουνά", γιε.

¨Η ίδια επιγραφή διαβάζοντας την από πάνω πρός τα κάτω σαν κρητικά ιερογλυφικάγράφει

DA-JA-TI MO-NU-TA PI-RO KO-PI-TE-RO NU-NA-TA-I

Σε μετάφραση: Ιερέας (Δαϊτης = ο ιερέας που κομματιάζει τα σφάγια) μοναχός μεπίλο, (να κρατά) τα κοπτάρια στις εννιά μέρες του μήνα μετά τις καλένδες (μετάτην πρωτομηνιά)

2)Από κάτω προς τα πάνω.

Ι-ΤΑ-ΝΑ-ΝU RO-TE PI-KO-RO-PI-TA NU-MO TI-JA-DA

Μετάφραση: Πανέρι κόκκινο από ιτιά με πικροράδικα, την αρχή του Σεληνιακούμηνός (πρωτομηνιά) φτιαγμένο, από κάποια ιτιά.

Με την πρωτογραμμική αυτή πινακίδα φαίνεται η χρήση της Λακωνικής διαλέκτουεκτός από την Κρητική, όπως και στην επιγραφή της χρυσής περόνης στο ΜουσείοΑγίου Νικολάου.

Η διαφορά της γλώσσας στις δύο πινακίδες είναι όσο η διαφορά μεταξύ αρχαίας καινέας Ελληνικής.

Η επιγραφή των 16 ιερογλυφικών, έρχεται παράλληλα με την πλάκα που βρέθηκεμαζί με το Δίσκο της Φαιστού, να αποδείξει ότι οι ιερείς των π.Χ. χιλιετιών, στηνΚρήτη, ήταν θεματοφύλακες γραφών, και πνευματικών θησαυρών πουχρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένα όπως και όποτε ήθελαν από την Μινωική εποχή.Εδώ έχομε με τα 16 ιερογλυφικά, ταυτόχρονα, δύο αμφίδρομης ανάγνωσηςεπιγραφές, τεσσάρων διαφορετικών κειμένων.

Η μια είναι γραμμένη με φθογγογράμματα του Ελληνικού αλφάβητου των ιστορικώνχρόνων και σε γλώσσα Ελληνική ιστορικών χρόνων, η δεύτερη είναι γραμμένη σεγλώσσα πρωτοελληνική όπως της γραμμικής Α (λίγο αρχαιότερη της γλώσσας τηςγραμμικής Β) και σε συλλαβικές αξίες των κρητικών ιερογλυφικών. Η πρώτη γράφειλόγια που μπορεί να δει και να ακούσει το κοινό, και η δεύτερη αναφέρεται στοπρακτικό τελετουργικό, απευθυνόμενοι μάλλον στους δευτέρου βαθμού ιερείς, οιοποίοι γνώριζαν την ιερογλυφική γραφή των μινωιτών, την οποία δεν γνώριζε τοκοινό της εποχής εκείνης. Οι γραφές στην πέτρα των Μαλίων και στο Δίσκο τηςΦαιστού μας δείχνουν το μεγαλείο της λατρείας του Ερμή Τρισμέγιστου, προστάτηκάθε τεχνικής των γραφών, από τους Ορφικούς στην Κρήτη και ηπειρωτική Ελλάδα,όπου στην αρχή κάθε κωδικοποιημένου κειμένου έγραφαν το χαρακτηριστικό Ε τουΕρμή του Τρισμέγιστου.

Από τα πιο ωραία αντικείμενα που βρέθηκαν στα Μάλια είναι η χρυσή διακόσμησητης ελεφάντινης λαβής ενός επίσημου ξίφους με παράσταση ακροβάτη, ένας πέλεκυςαπό σχιστόλιθο που καταλήγει στο μπροστινό τμήμα σε σχήμα λεοπάρδαλης, τοχρυσό σκουλαρίκι με τις δυο μέλισσες, πινακίδες Γραμμικής Α και ιερογλυφικήςκρητικής γραφής, σφραγιδόλιθοι και θαυμάσια νεοανακτορικά ξίφη. Επίσης μιαχρυσή μινωική καρφίτσα στο Μουσείο Αγίου Νικολάου, αποδίδεται ότι προέρχεταιαπό το Χρυσόλακκο. Η χρυσή καρφίτσα έχει μοτίβο βάτου και στη μέσα μεριάεπιγραφή 18 σημείων γραμμικής Α, τα οποία μας δίνουν επιγραφή η οποία γράφει (σεμετάφραση) : Δεκαεξάχρονη κανηφόρα θα φαίνεσαι σεμνή στη θυσία και στιςσπονδές.

Στην ελώδη περιοχή στα νότια της παραλίας του μύλου, πάνω σε ένα ασβεστολιθικόυπόστρωμα στην τοποθεσία <<Μάρμαρα>>, έχουμε τα ερείπια μιαςΠαλαιοχριστιανικής βασιλικής. Πρόκειται για τρίκλιτη αψιδωτή βασιλική. Κτίστηκεστις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ. και αποτελεί το τελευταίο αρχαίο μνημείο στο χώροτων Μαλίων. Κάτω από την αψίδα ανακαλύφθηκε ένας υπόγειος τάφος που περιείχεμια μεγάλη αττική σαρκοφάγο από πεντελικό μάρμαρο, διακοσμημένη στις τέσσεριςπλευρές της με ερωτιδείς, γιρλάντες, κεφαλές ταύρων, λιονταριών και Μεδουσών.Λαξεύτηκε στην εποχή των Αντωνίνων (2ος αι. μ.Χ.) και φαίνεται πως

χρησιμοποιήθηκε και πάλι στον 3ο ή τον 4ο αιώνα για τον ενταφιασμό ενός άνδρακαι μιας γυναίκας.

Μετά την τελική εγκατάλειψη του μετανακτορικού οικισμού των Μαλίων, το κέντροτης περιοχής μεταφέρεται στην κοντινή περιοχή της Χερσονήσου, όπου και ιδρύθηκεη ομώνυμη αρχαία πόλη.

Μάλλα, η. Μάλλες Ιεράπετρας.

Η πόλη βρισκόταν ανάμεσα των σημερινών χωριών Μάλλες και Χριστός άγνωστηστα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων. Βρέθηκε επιγραφή, πιθανώς του 3ου αιώναπ.Χ., η οποία περιέχει το κείμενο μιας συμφωνίας μεταξύ της Μάλλα και τηςΛύττου. Η κυριότερη θεότητα που λάτρευαν οι Μαλλαίοι ήταν ο Ζεύς Μοννίτιος ήΜονηίτιος, που λάτρευαν και στη Λύττο και στην Ιεράπυτνα. Στη Μάλλα γινότανκαι μια εορτή ονομαζόμενη Υπέρβοια, που την εόρταζαν και στην Ιεράπυτνα καιστην Πριανσό. Η πόλη της Κιλικίας Μάλλος ήταν ασφαλώς αποικία των Μαλαίων. Ησυνθήκη συμμαχίας των 30 κρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β΄ της Περγάμουαναφέρει και τους Μαλλαίους.

Η Μάλλα σαν ανεξάρτητη και αυτόνομη πόλη είχε κόψει δικά της νομίσματα, πουπαρίσταναν από το ένα μέρος κεφαλή του Δία κι από το άλλο αετό με τη λέξη ΜΑΛ.Στη θέση Ανατολικό και Αγία Παρασκευή βρέθηκαν το 1955 αγγεία και λύχνοιρωμαϊκών χρόνων.

Μαραθούσα, η. Λάππα;

Μαρώνεία, η. Η θέση της είναι άγνωστη. Υπάρχει πεδινός οικισμός με το όνομαΜαρωνιά στην επαρχία Σητείας, του νομού Λασιθίου και πιθανώς να βρισκότανεκεί η αρχαία πόλη. Από τη Μαρωνεία καταγόταν ο Σωτάδης, αρχηγός της σχολήςτης ιστορικής ποίησης των Κιναιδολόγων ή Κιναιδογράφων, σύμφωνα μεμαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων και ιδιαίτερα του Στράβωνος. Ο ιαμβογράφος αυτόςποιητής άκμασε στα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου, καιέγραφε στην ιωνική διάλεκτο. Για τη ζωή και το έργο του έγραψαν ο γιος τουΑπολλώνιος και ο κριτικός Καρύστιος από την Πέργαμο. Από τα έργα του Σωτάδη,μόνο τίτλοι και πολύ λίγα αποσπάσματα έχουν σωθεί (Εις Άδου κατάβασις,Πρίηπος, Εις Βελεστίχην, Αμαζών κ.α.).(Αντ.Βασιλάκης <<Το ΚρητικόΛεξιλόγιο>>).

Mάταλλον (Μάταλλα). Μάταλλα Πυργιώτισσας.

Ματαλία ή Μάταλον ή Μέταλλον, κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ήταν ένα από ταεπίνεια της Γόρτυνας (το άλλο ήταν η Λεβήν). Κατά τους προϊστορικούς χρόνουςυπήρξε πιθανότατα λιμάνι της Φαιστού. Στην περιοχή σώζονται ελάχιστακατάλοιπα της ρωμαϊκής εγκατάστασης και σποραδικά ευρήματα από τον 4ο π.Χ.αιώνα και εξής. Στους ασβεστολιθικούς όγκους που υψώνονται στα βόρεια και νότιατου όρμου έχουν ανασκαφεί περισσότεροι από 100 θάλαμοι που χρησίμευαν ωςνεκρικοί θάλαμοι για σαρκοφάγους. Από τις λιμενικές εγκαταστάσεις δεν σώζεταιτίποτε. Η ονομασία Ματαλία είναι του Πλίνιου.

Οι Γορτύνιοι όπως αναφέρει ο Πολύβιος (2,IV,55) κατάλαβαν τα Μάταλα το 220π.Χ., ύστερα από πόλεμο με τη Φαιστό. Ίχνη της αρχαίας πόλης διακρίνονται καισήμερα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, όπως στην Ελούντα, γιατί εδώ τομέρος έπαθε καθίζηση.

Εδώ στην περιοχή των Ματάλων εναυάγησαν τα καράβια του Μενέλαου, ότανεπέστρεφε από την Τροία. Η λισσή αιπειά τε εις άλα πέτρη (Οδυσ, γ΄293)πιστεύεται πως ήταν το ακρωτήριο Νύσος μεταξύ των όρμων Κομμού καιΜατάλων. Ο νομισματολόγος Χέντ πιστεύει ότι οι αργυροί στατήρες της Κρήτης πουέχουν την επιγραφή ΜΩΔΑΛΩΝ ανήκουν στην πόλη.

Μίλητος. Μίλατος Μεραμπέλλου.

Μίλατος ή Μίλητος, γνωστή και από τον Όμηρο (Ιλ. Β 647), ο οποίος την αναφέρειμεταξύ των επτά πόλεων, οι οποίες πήραν μέρος στην εκστρατεία της Τροίας με τουςΙδομενέα και Μηριόνη. Πρώτος οικιστής της αναφέρεται ο Σαρπηδών, αδελφός τουΜίνωα, και κατά τον Απολλόδωρο (3,1,2) ιδρύθηκε από τον Μίλητο, τον γιο τουΑπόλλωνος και της Αρείας και εγγονό του Κλεόχου. Η ίδια η πόλη υπήρξεμητρόπολη της ιωνικής Μιλήτου. Η Μίλατος άκμασε από τους κλασικούς ως τουςελληνιστικούς χρόνους, όποτε καταστράφηκε από τους Λυκτίους (200 περίπου π.Χ.),(Στράβων β’, 10, σελ. 479). Στην περιοχή της πάντως έχουν ανακαλυφθεί αντικείμεναμινωικής τέχνης, καθώς και μυκηναϊκοί τάφοι και δοχεία μυκηναϊκού ρυθμού,στοιχεία που υποδηλώνουν και προϊστορικό παρελθόν. Η αρχαία πόλη φαίνεται ότιβρισκόταν στο σημερινό λόφο Καστέλλο. Την πόλη μνημονεύει επίσης ο Στράβων(β’,12,σ.570), ο Παυσανίας (Φωκ. Κ.30) και άλλοι.

Η Μίλατος ήταν πατρίδα του Πινδάρεω, ο οποίος, κατά τη μυθολογία, έκλεψε τοσκύλο του Δία και τον παρέδωσε στον Τάνταλο. Ο Δίας σκότωσε τον Πινδάρεω καιτη γυναίκα του και άφησε ορφανές τις τρείς κόρες τους, την Αηδόνα, την Κλεοθήρακαι τη Μερόπη, αγάμους, τις οποίες ανάθρεψε η Αφροδίτη. Η Ήρα τους έδωσε τηφρόνηση και το κάλλος, η Άρτεμις το ανάστημα του σώματος και η Αθηνά εδίδαξε σεαυτές τα γυναικεία έργα. Όταν η Αφροδίτη πήγε στον ουρανό να ξητήσει από το Δίαευτυχισμένο γάμο για τις προστατευόμενές της, οι Αρπύιες άρπαξαν τις παρθένουςκόρες του Πινδάρεω και τις παρέδωσαν στις Ερινύες για να τις έχουν σκλάβες.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει την ύπαρξη της Κρητικής Μιλήτου εκτός της Ασιατικήςκαι γράφει, ότι λέγεται, πως κάποτε απόκαλούσαν Μίλητο και το νησί της Καλυψούς.

Μινώα. Μαράθι Κυδωνίας. Επίνειο της Απτέρας.

Μίνωα. Ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει μεταξύ άλλων πόλεων με το ίδιο όνομα καιμία στην Κρήτη την οποία αναφέρει ως Μίνωα, και ότι το όνομα προέρχεται από τοόνομα του Μίνωα. 1.Μαράθι Κυδωνίας. Επίνειο της Άπτερας. 2. Παχειά ΆμμοςΙεράπετρας.

Μινώα. Παχειά Άμμος Ιεράπετρας.

Μυκήναι, αι. Δυτικά των Χανίων.

Μύρινα, η. Μυκήναι (ή Σύβριτος); Η πόλη αυτή αναφέρεται από τον Πλίνιο. Ηύπαρξη της αμφισβητείται. Πρέπει όμως να πούμε εδώ ότι η Μύρινα της Λήμνου έχεισχέση έμμεση με την Κρήτη. Σύμφωνα με το μύθο η πόλη αυτή έχει πάρει το όνομάτης από τη σύζυγο του βασιλιά του νησιού Θόαντα, ο οποίος ήταν αξιωματικός τουΚρητικού βασιλιά Ραδάμανθυ.

Μωδαίοι, οι. Μεταξύ Κισάμου και Κυδωνίας.

Έγινε γνωστή από διάφορα αρχαία νομίσματα, που βρέθηκαν κοντά στο Μάλεμε καιτα οποία, εκτός από παράσταση του γενειοφόρου Δία και ταύρου, έφεραν τηνεπιγραφή ΜΩΔΑΙΩΝ. Ο Σβορώνος υπέθεσε ότι ανήκουν σε αρχαία κρητική πόλη,που το όνομα της πρέπει να ήταν Μώδα ή Μωδαία, αλλά δεν αναφέρεται στιςγνωστές πηγές. Η θέση της πρέπει να ήταν στο χωριό Μόδι που σώζει το όνομαπαραλλαγμένο. Την άποψη του Σβορώνου ήλθε να ενισχύσει μια ανασκαφική έρευναπου έκαμε κοντά στο Μόδι το 1953 ο τότε έφορος αρχαιοτήτων Ν.Πλάτων, γιατίβρήκε επτά Πρωτογεωμετρικούς λαξευτούς τάφους, από τους οποίους δύο είναιθαλαμωτοί, και αγγεία, όπλα σιδηρά, κρατήρες, σκύφους, πυξίδες, πίθους, αμφορείςκλπ. Κτερίσματα, από τα οποία φαίνεται η μορφή του γεωμετρικού πολιτισμού στηΔυτική Κρήτη.

Ναξία.

Η πόλη βρισκόταν κοντά στο χωριό Ελούντα, της επαρχίας Μεραμπέλου, σε μιατοποθεσία που ονομάζεται και σήμερα Ναξιά. Από την πόλη αυτή, που συγχεότανάλλοτε με την πόλη Οαξό, προερχόταν οι Νάξιοι λίθοι. Υποστηρίζεται ότι η πόληΝαξία της Κρήτης υπήρξε η αρχική κοιτίδα και μητρόπολη της νήσου Νάξου τωνΚυκλάδων.

<< Υπάρχει πόλη Ναξία και Ναξία λίθος λέγεται η Κρητική ακόνη. Διότι η Νάξοςήταν πόλη της Κρήτης>> (Σούδα).

Όαξος. Αξός Μυλοποτάμου.

Αξός. Δωρική πόλη της αρχαίας Κρήτης στο σημερινό νομό Ρεθύμνης, πουονομαζόταν στην αρχαιότητα και Οαξός, από τον Όαξο, εγγονό του Μίνωα. Ήτανπόλη πλόυσια και υπήρχε ως τη βυζαντινή εποχή, από την οποία σώζονται εννέαεκκλησίες. Η Αξός καταστράφηκε, κατά πολλές μαρτυρίες, από τους Βενετούς. Οικάτοικοί της πήγαν τότε μερικά χιλιόμετρα ανατολικότερα και χτίσανε τα Ανώγεια,που λέγονταν τότε μερικά χιλιόμετρα ανατολικότερα και χτίσανε τα Ανώγεια, πουλέγονταν τότε Αξοκά Ανώγεια ή Αξικά Ανώγεια ή Ξιγκανώγεια. Επίνειο της ήταν ηΑστάλη που τοποθετείται στο σημερινό όρμο της βόρειας ακτής, το Μπαλί. Στη θέσητης αρχαίας πόλης έχουν ανασκαφεί υστερομινωικά όστρακα και έχουν εντοπιστείερείπια κυκλώπειων τειχών. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως αρχαϊκά λείψανα καιπολλαπλά πήλινα γυναικεία ειδώλια του λεγόμενου <<δαιδαλικού ρυθμού>>.Μεταξύ των ευρημάτων αναφέρονται μια χάλκινη περικεφαλαία με ενδιαφέρουσαδιακόσμηση, χάλκινες μίτρες του 7ου π.Χ. αιώνα, πολλές επιγραφές καθώς και έναμαρμάρινο άγαλμα της θεάς Δήμητρας. Η Αξός υπήρχε την Υστερομινωική περίοδο,όπως δείχνουν τα όστρακα, που βρέθηκαν στα ερείπιά της. Σε χάλκινη μίτρα πουβρέθηκε, εικονίζεται τρίπους παλαιού γεωμετρικού σχήματος. Πάνω από το λέβητατου τρίποδα αναφέρεται μορφή θεότητας με μακριά κόμη και οπλισμένη με ξίφος και

ασπίδα. Τον τρίποδα πλαισιώνουν δύο λέοντες από αριστερά και από δεξιά. Τανομίσματα της Αξού έφεραν από την μια όψη στεφανωμένο κεφάλι του Απόλλωνακαι από την άλλη τρίποδα. Άλλα είχαν κεφαλή της Αρτέμιδος ή του Δίαστεφανωμένου και από την άλλη όψη τον τρίποδα και τα γράμματα: FΑΞΙΩΝ ήCΑΞΙΩΝ. Τον 7ο π.Χ. αιώνα κατά τον Ηρόδοτο, βασιλιάς της Αξού ήταν οΕτέαρχος. Είναι ο μόνος βασιλιάς, που αναφέρεται, ύστερα από την κάθοδο τωνΔωριέων, οπότε οι ανώτατοι άρχοντες λεγόταν κόσμοι.

Ο Ηρόδοτος, γράφοντας για τον αποικισμό της Κυρήνης από το Βάτο, αναφέρει : Οβασιλιάς Ετέαρχος είχε θυγατέρα, τη Φρονίμη. Πέθανε όμως η μητέρα της και οπατέρας της ξαναπαντρεύτηκε. Η μητρυιά μισούσε τη Φρονίμη και επέβαλε στονπατέρα της να την εξαφανίσει. Στην Αξό βρισκόταν φιλοξενούμενός του ο Θεμίσων,έμπορος από την Θήρα, και τον ανάγκασε να υποσχεθεί με όρκο, ότι θα κάμει, ό,τιτου ζητήσει. Όταν ο Θεμίσων έφυγε για τη Θήρα του παρέδωσε την κόρη του, με τηνπαραγγελία να τη ρίψει στη θάλασσα. Ο Θεμίσων αγανάκτησε, αλλά έπρεπε νατηρήσει τον όρκο του και έδεσε την κόρη με σκοινί και την έριξε στη θάλασσα. Έτσιετήρησε τον όρκο του. Έπειτα τράβηξε την κόρη έξω. Έτσι ήταν εντάξει και με τονόρκο του και με τη συνείδησή του.

Στη Θήρα την πήρε ένας πλούσιος, ο Πολύμνητος, και γέννησε ένα παιδί τραυλό, τοΒάττο. Ο Βάττος με προτροπή του Απόλλωνα, τον οποίο ελάτρευαν στην Αξό, πήγεστην Κυρήνη με τους Θηραίους και ίδρυσε την αποικία το 631 π.Χ..

Κατά τον Ξενίωνα και το Φιλοσθένη, η Αξός, πήρε το όνομα από τον Όαξο ή Νάξο ήΑξό, γιο της θυγατέρας του Μίνωα Ακακαλλίδας και του Απόλλωνα. Τη Ακακαλλίδισυνελθείν φησί τον Ερμήν και τον Απόλλωνα. Και εκ μεν Απόλλωνος γενέσθαιΝάξον, εκ δε Ερμού Κύδωνα, αφ΄ού η πόλις Κυδωνία καλείται. Την ετυμολογία πουαναφέρει ο Στ. Βυζάντιος, ότι το όνομα οφείλεται στην αρχαία κρητική λέξη άξος =απόκρημνος βράχος, αγμός, δικαιώνει η απόκρημνη τοποθεσία που ήταν κτισμένη ηπόλης.

Από τα ερείπιά της αξιολογότερα είναι τα λείψανα ναού της Αφροδίτης. Ανατολικάτου χωριού, στο δρόμο προς το Ηράκλειο σώζονται υπολείμματα τείχους, γνωστού μετην ονομασία <<Το τειχιό τσ’Αξός>>, το οποίο πιστεύεται ότι είναι μέρος τουυδραγωγείου που μετέφερε το νερό της πηγής Σκαφίδια στη δεξαμενή της Αξού.Πιθανότατα το υδραγωγείο ήταν κτίσμα των Beνετών και για την κατασκευή τουχρησιμοποιήθηκαν υλικά από αρχαία κτίρια.

Οιός, η. άγνωστη θέση.

Ολόπυξος, η. Πόλη της αρχαίας Κρήτης. Πολλοί υποστηρίζουν ότι βρισκόταν στηθέση του σημερινού χωριού Ροτάσι Μονοφατσίου. Άλλοι την τοποθετούν στο Αμάρι,κοντά στο χωριό Πατσός, θεωρώντας ότι οι δύο τελευταίες συλλαβές της ονομασίαςτης έδωσαν παραφθαρμένα το όνομα στο χωριό (Πυξός-Πατσός).

Oλούς,η. Ελούντα Μεραμπέλλου.

Ολούς, η. Πόλη στη βόρεια ακτή της Κρήτης, στον Κόλπο του Αγίου Νικολάου. Ηιστορία της είναι γνωστή κυρίως από τις επιγραφές και τα νομίσματα που κόπηκανμεταξύ 330 και 280 π.Χ. Γύρω στο 260 π.Χ. υπήχθη στην Κνωσό και αργότερα δεν

πήρε μέρος στο Κοινό των Κρηταιέων. ΤΟ 201 π.Χ. συμμάχησε με την Ρόδο, άλλαστη συνέχεια υποτάχθηκε στην Λατώ, την οποία ανταγωνιζόταν ήδη από τον 5οαιώνα. Από την αρχαία πόλη σώζονται μόνο τμήματα των τειχών και τωννεκροταφείων της κοντά στην Ελούντα, ενώ τμήματα των οικιών της διακρίνονταιμέσα στα νερά της θάλασσας, στον στενό ισθμό που ενώνει την στεριά με το απέναντινησάκι. Βυθίστηκε από τοπική καθίζηση του εδάφους και δεν οφείλεται, σε γενικήκαθίζηση του αντολικού τμήματος της Κρήτης. Βρέθηκαν επίσης ταφικής χρήσηςλάρνακες και πίθοι των υστερομινωικών χρόνων. Η πόλη ήταν γνωστή για το άγαλματης Βριτομάρτεως που είχε φτιάξει ο Δαίδαλος. Μια επιγραφή, που βρέθηκε εκεί πουυπάρχει σήμερα στο Λούβρο, μας δίνει το κείμενο της συνθήκης των κατοίκων τηςπόλης με άλλες πόλεις της Κρήτης. Από την ίδια επιγραφή πληροφορούμαστε ότιυπήρχε εκεί ναός του Ασκληπιού. Μια επιγραφή πιθανώς του 3ου αιώνα, αναφέρει τησυνθήκη φιλίας με τη γειτονική της πόλη Λατώ και αναγράφει το όνομα τουκυριότερου ναού της και τα ονόματα των κόσμων της Σοφρωνύμου και Κρατίνου. Σεάλλη επιγραφή αναφέρεται συμφωνία του134 π.Χ., μεταξύ Ολούντος, Λατούς καιΚνωσσού, κατά την οποία αναγνωρίζεται στην Κνωσό να είναι απόλυτος διαιτητήςγια κάθε μεταξύ τους διαφορά. Ένα κομμάτι μιας άλλης επιγραφής περιέχει συνθήκησυμμαχίας μεταξύ Ολούντος και Λύττου. Το 1960 ο καθηγητής Αν. Ορλάνδος,συνεχίζοντας την ανασκαφή της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, βρήκε ένα κομμάτισιδερόπετρας με επιγραφή, που ήταν μέρος της συνθήκης Ολουντίων και Ροδίων.Άλλο κομμάτι της ίδιας επιγραφής είχε βρει το 1937 ο H. Van Effenterreεντοιχισμένο στην αψίδα της ίδιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Και η επιγραφήαυτή, όπως και οι άλλες, είναι δωρικής διαλέκτου, που ήταν σε χρήση τότε στηνΚρήτη. Είναι ταπεινωτική για τους Ολουντίους, γιατί αναλαμβάνουν πολλέςυποχρεώσεις και δεσμεύσεις, απέναντι στους Ροδίους. Είναι του ίδιου τύπου και τηςίδιας εποχής, 200 π.Χ., με τη συνθήκη Ροδίων και Ιεραπυτνίων. Με τις συνθήκεςαυτέςοι Ρόδιοι ήθελαν να εξασφαλίσουν τον έλεγχο στην Ανατολική Κρήτη για ναφτιάξουν το δρόμο στους πειρατές που υποκινούσε και υποστήριζε οΦίλιππος τηςΜακεδονίας.

Στην Ολούντα ελατρεύετο ο Δίας οΤαλλαίος, ο Άρης και η Άρτεμις Βριτομάρτις. Ωςανεξάρτητη πόλη και αυτόνομη είχε δικά της νομίσματα. Στα περισσότεραπαριστάνεται η Άρτεμις Βριτομάρτις και από το άλλο ο Ζευς ο αετοφόρος ή δελφίνι,ή άστρο με 8 ακτίνες και τη λέξη Ολούντιων. Ο Σβορώνος αναφέρει 11διαφορετικούς τύπους.

Σύμφωνα με βενετσιάνικο έγγραφο, η Ολούς ήταν μια από τις πόλεις της Κρήτης στιςοποίες επιτρεπόταν η εκγκατάσταση ξένων.

Το όνομα της Ολούντας αναφέρεται από το Σκύλακα (Περίπλους,47):

Προς βορέας άνεμον όρος Κάδιστον και λιμήν εν αυτώ Ολούς. Στους Σταδιασμούςτης Μεγάλης Θαλάσσης (350): από Χερρονήσου εις Ολούντα στάδιοι ξ’, (60) άκραεστίν ύφορμον έχει και ύδωρ καλόν… από Ολούντος εις Καμάραν (Αγ.Νικόλαοςσήμερα) στάδιοι ιε’ (15). Από τον Πτολεμαίο (Γεωγραφική Υφήγησις, ΙΙΙ, 15,4),λέγεται Ολούς. Ο Παυσανίας αναφέρει (ΙΧ, 40,3-4) ότι στην εποχή του, η Ολούς είχεένα από τα έργα του Δαίδαλου, την Βρυτομάρτιν: Δαιδάλου δε των έργων δύο μενταύτα έστιν εν Βοιωτοίς, Ηρακλής τε εν Θήβαις και παρά Λεβαδαύσιν ο Τροφώνιος,τοσαύτα δε ετέρα εν Κρήτη, Βριτομάρτις εν Ολούντι και Αθηνά παρά Κνωσσίοις.

<< Η Ολούς είναι πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Ξενίων στα Κρητικά, ο πολίτηςλέγεται Ολούντιος όπως λέμε Σελινούντιος>> (Στ. Βυζ.)

Ονύχιον <<Το Ονύχιον είναι τόπος της Κρήτης. Πείρε το όνομα από το νύχι τηςάγκυρας που καρφώθηκε εκεί όταν τον αποίκησαν οι Αμυκλαίοι>> Στ.Βυζ.).

Όριον . << Το Όριον είναι τόπος της Κρήτης και αυτοί πού το κατοικούν λέγονταιΌριοι>> (Στ.Βυζ.)

Όριοι ή Όρειοι ή Όριον. Κοινόν των ορείων κατοίκων των πόλεων Λισός,Ποικιλασός ή Ποικιλάσιον, Ύρτακος ή Υρτακίνα, Έλυρος και Τάρρας, του νοτίουτμήματος της επαρχίας Σελίνου νομού Χανίων, της Ελληνιστικής εποχής.

Πιθανολογούν ότι ήταν πόλη, μια από εκείνες που αποχώρησαν από τη συμμαχία μετην Κνωσό. Η πόλη μετονομάστηκε στα νεώτερα χρόνια, σε Άγριον και ήταν, στηβυζαντινή περίοδο, έδρα επισκοπής. Το τοπωνύμιο Άγριον ή Άριον, αναφέρεται γιαπρώτη φορά, από τον Άγιο Ιωάννη τον Ξένο στη διαθήκη του το 1027 μ.Χ.....κατέλαβα έτερον τόπον, τον καλούμενον Άριον.... τόπος καλός και εύχρηστοςπλησίον του χωρίου Πηγής. Αιτήσας τους οικήτορας του αυτού χωρίου ανήγειραναόν, τον λεγόμενον Άγιον Γεώργιον Οψαροπιάστην... Η επισκοπή του Αγρίου ήΑρίου, ήταν στο σημερινό ερειπωμένο μετόχι Βιράν Επισκοπή Ρεθύμνης.Προσωπικά πιστεύω ότι το Όριον που αναφέρει ο Στ. Βυζάντιος δεν ήταν πόλη, αλλάη περιοχή των Ορίων στο Σέλινο, αφού μάλιστα ο λεξικογράφος την αναφέρει ωςτόπο.

Οσμίδα, η. Πιθανώς στη θέση Ονιθέ του σημερινού χωριού Όρος Ρεθύμνου. Απέχει20 χιλ. από το Ρέθυμνο, διακλάδωση ανατολικά μετά τους Αρμένους. Στη θέση αυτήυπήρχαν οχυρωματικά τείχη και όστρακα ανάγλυφου αρχαϊκού πίθου και κλασσικά,ελληνιστικά και ρωμαϊκά, δεξαμενές κλπ. Το 1939 βρέθηκε εκεί πώρινο άγαλμαανδρός καθήμενου, επί δίφρου σε ιερατική στάση, κάτω από το στήθος, πιθανώςαρχαϊκών χρόνων. Ο Σκύλαξ 47, γράφει:<<Μετά γάρ Οσμίδαν, προς βορέανΕλεύθερναν>>. Δηλαδή νότια (ΝΔ) της Ελεύθερνας.

Παννόνα, η. Άγιος Θωμάς Μονοφατσίου;

Πόλη της Κρήτης. Αναφέρεται από τον Πτολεμαίο (ΙΙΙ, 17, 10) μεταξύ Κνωσού καιΓόρτυνος. Ο Σκύλαξ αναφέρει (Περίπλους 47) προς βορέαν άνεμον (της Λύκτου)όρος Κάδιστον και λιμήν εν αυτώ Ολούς και Παν... Ο Σβορώνος πιστεύει (μάλλονλάθος) ότι πρόκειται για την πόλη Πάννονα. Ο Πωλ Φωρ υποθέτει ότι η Πάννοναήταν στη θέση του σημερινού χωριού Αγ. Θωμάς Μονοφατσίου. Ο Ν. Σταυράκηςσημειώνει: Πάννονα (Φάννονα, δηλαδή φωτεινόν μέρος) και λέει ότι πρέπει νααναζητηθούν τα ίχνη της κοντά στο Μελισσοχώρι Μονοφατσίου.

Πάνορμος, η. Η πόλη ήταν στη θέση που βρίσκεται σήμερα τα χωριό Πάνορμο,ανάμεσα σε δύο όρμους, 20 χιλ. από το Ηράκλειο. Ήταν επίνειο της αρχαίαςΕλεύθερνας. Ο Πλίνιος την τοποθετεί ανάμεσα στο Ρέθυμνο και το Κύταιον(σημερινό Παλαίκαστρο Ρογδιάς). Η περιοχή πρωτοκατοικήθηκε στα μινωικά χρόνια,όπως έδειξαν ευρήματα από τη θέση Κουτρουλή. Νομίσματα που βρέθηκαν στηνπεριοχή και απεικονίζουν στη μια πλευρά το κεφάλι θεάς και στην άλλη ένα φοίνικαμε τα γράμματα Π/Α, αποδίδονται στην αρχαία Πάνορμο. Η πόλη Πάνορμος είχε

διάρκεια ζωής από τα ρωμαϊκά χρόνια (1ος αι. π.Χ.) μέχρι τον 9ο αι. μ.Χ. Κατά τηδεύτερη βυζαντινή περίοδο αποτέλεσε έδρα της επισκοπής Μυλοποτάμου. Στηβενετοκρατία οι περιηγητές αναφέρουν το Καστέλι Μυλοποτάμου στη θέση τουσημερινού χωριού πάνω από το λιμάνι, όπου και διακρίνονται ερείπια. Καστέλιονομαζόταν το χωριό μέχρι τις αρχές του αιώνα μας. Το φρούριο αυτό τουΜυλοποτάμου, που έκτισε ο Γενοβέζος αρχιπειρατής Ενρίκο Πεσκατόρε καιδιατήρησαν οι Βενετοί αναφέρεται από το 1212. Είχε σχήμα αυγού από Βορρά προςΝότο με δύο πύλες από τη θάλασσα και τη νότια άκρη και 7 πύργους, κτισμένο στηναπότομη ακτή. Το 1583 το κατέστρεψε ο Μπαρμπαρόσα. Από το Πάνορμοκαταγόταν ο Αγαθόπους, ένας από τους Δέκα Μάρτυρες, που μαρτύρησαν στηΓόρτυνα το 250. Την άποψη του Στ. Αλεξίου, ότι η Πάνορμος ήταν ο κόλπος τηςΑγίας Πελαγίας Μαλεβυζίου, στη θέση της αρχαίας πόλης Απολλωνίας, και ότι δενήταν πόλη, θεωρώ εσφαλμένη. Ο Στ. Αλεξίου σχολιάζει στο βιβλίο <<ΤΟΜΑΛΕΒΙΖΙ>>, την λέξη << το Πάνορμον>> και όχι την πόλη << η Πάνορμος>>,θεωρώντας ότι το σημερινό Πάνορμος προέρχεται από την λέξη <<Πάναρμος>> ηοποία χαρακτηρίζει την έχουσα αρμούς (κορυφές οροσειρών). Και από αυτή τη λέξηνα προέρχεται η ονομασία της Πανόρμου, δικαιολογείται από την μορφολογία τηςπεριοχής η πόλη να ονομαζόταν Πάναρμος και αργότερα Πάνορμος.

Παντομάτριον, το. Στην παραλία του Φόδελε σύμφωνα με την περιγραφή τουΠτολεμαίου.

Πόλη της δυτικής Κρήτης, η ακριβής θέση της οποίας δεν έχει εξακριβωθεί. ΟΠτολεμαίος (3,17,7) την τοποθετεί κοντά στο Ρέθυμνο, ενώ ο Πλίνιος (Ξατ. Θιστ.12,59) ανάμεσα στην Άπτερα και την Αμφιμάλλα. Ήταν το επίνειο της Ελεύθερνας.Αναφέρεται από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο (Γεωγραφική Υφήγησις, ΙΙΙ, 15,5), στησειρά των πόλεων της βόρειας Κρήτης: Ηράκλειον, Πάνορμος, Απολλωνία, Κύταιον,Δίον Άκρον, Παντομάτριον. Η θέση της πόλης Παντομάτριον ήταν στον όρμοΦόδελε, όπως ορθώς την τοποθέτησε ο Πτολεμαίος μετά το Δίον Άκρον. Άλλοαποδεικτικό στοιχείο για τη θέση της είναι η επιβίωση του ονόματος της πόλης, στοόνομα του ποταμού Φόδελε Παντομάτριος.

<<Το Παντομάτριον είναι πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λέγεται Παντομάτριος ήΠαντοματριεύς >> (Στ.Βυζ.)

Παραισός. Ίδε Πραισός.

<<Η Παραισός είναι πόλη της Κρήτης όπως την αναφέρει ο Ηρωδιανός << η λέξηΠαραισός οξύνεται. Έγινε δε η Παραισός από ένα συγγενή του Μίνωα, από τον οποίοπείρε το όνομα και η λέξη είναι ομότονος με το όνομα του οικιστή>> (Στ.Βυζ.).

Πέλκιν (Πέλκις), η. Καστράκι-Πελεκάνες Σελίνου

Πέργαμος, η. Στη θέση Τρουλλί, ΝΔ. του χωριού Γριμπιλλιανά (Κολυμπάρι)Κισάμου, δυτικά της Κυδωνίας.

Η πόλη ελέγετο και Περγαμία και Πέργαμον. Ο Σκυλ.47 γράφει: <<ΔικτυνναίονΑρτέμιδος ιερόν προς βορέαν άνεμον της χώρας Περγαμίας>>. Ο Πλούταρχος στοβίο Λυκούργ. 31, 6: <<Τιμαίος δε και Αριστόξενος εν Κρήτη καταβιώσαντα (τονΛυκούργον) και τάφον αυτού δεικνυσθαί φησιν υπό Κρητών της Περγαμίας περί την

ξενικήν οδόν>>. Σύμφωνα με μαρτυρίες χτίστηκε από τον Αγαμέμνονα, όταν αυτόςεπέστρεφε από την Τροία, και της έδωσε αυτό το όνομα για ανάμνηση της ακρόποληςτης Τροίας που λεγόταν Πέργαμος. Ο Βιργίλιος αναφέρει (Αινείας Β, 3, 190) ότι τηνέκτισε ο Αινείας. <<Πρόφρων εγώ τα ποθούμενα τείχη της πόλεως κτίζω Πέργαμα δετην καλώ>>. Αλλά και πριν έλθει ο Αινείας υπήρχε πόλη στην Κρήτη με το όνομαΠέργαμα μεταξύ Κυδωνίας και Απτέρων, ως αναφέρει ο Πλίνιος (Φυσ. Ίστ. Β΄,1 και12, Β΄,4 και 20). Την Πέργαμον κατέλαβαν οι Δωριείς το 1025 π.Χ.

Πέτρα, η. Από πολλούς η λέξη θεωρείται επιτομή του Ιεράπετρα=Ιεράπυτνα.Μερικοί όμως νομισματολόγοι θεωρούν ότι τα νομίσματά της ανήκουν σε ιδιαίτερηκρητική πόλη που ονομαζόταν Πέτρα. Σήμερα το όνομα αυτό σώζεται στηνεπισκοπή Πέτρας.

Ποικιλασός ή Ποικιλάσιον. Μικρή παραθαλάσσια πόλη στη θέση Βουκιλάσι ήΒουκολιάσι Σφακίων, στο ακρωτήριο Τρυπητή, μεταξύ Σούγιας και Αγια-Ρουμέλης.Η αρχαία πόλη ήταν κοντά στην Τρυπητή Σφακίων. Το Ποικιλάσιον δεν ήταναυτόνομη πόλη αλλά υπαγόταν στην αρχαία Έλυρο, που ήταν επίνειό της. Στην πόληβρέθηκε επιγραφή που μαρτυρεί την εκεί ύπαρξη ναού αφιερωμένου στο Σέραπη.Βρέθηκαν επίσης λαξευτοί τάφοι στους βράχους καθώς και λατομεία μαρμάρων. Ταερείπιά της είναι ασήμαντα. Ήταν πόλη της ελληνικής, αρχαϊκής, κλασικής καιελληνιστικής περιόδου. Την αναφέρει ο Πτολεμαίος (ΙΙΙ, 16, 3) Ποικιλάσιον, στησειρά 3 πόλεων της νότιας πλευράς της Κρήτης και οι Σταδιασμοί 330, Ποικιλασόν.<<Από Τάρρου εις Ποικιλασόν στάδιοι ξ΄(=60) πόλις εστί και όρμον έχει καιύδωρ>>. Σε κατάλογο των εκατό πόλεων της Κρήτης του κώδικα 918 της ΜαρκιανήςΒιβλιοθήκης αναφέρεται η πόλη Pecilasio overo Pescalio.

Πολίχνα, η (ή Πολίχνη). Κοντά στην αρχαία Κυδωνία.

<<Η Πολίχνα είναι πόλη της Τρωάδος , οι πολίτες λέγονται Πολιχναίοι Υπάρχει καιστην Κρήτη πολη με το όνομα Πολίχνη, της οποίας ο Πολίτης λέγεται Πολιχνίτης >>(Στ.Βυζ.).. αρχαϊκής και κλασσικής περιόδου.

Πολίχνα, η. Την μνημονεύουν οι δύο κορυφαίοι ιστορικοί. Ο Ηρόδοτος αναφέρει(βιβλ.7,170) ότι όλοι οι Κρητικοί πήραν μέρος στην εκστρατεία κατά της Σικελίας γιανα εκδικηθούν το θάνατο του Μίνωαπλην Πολιχνιτέων και Πρασίων. Και οΘουκυδίδης (βιβλ.2,85) αναφέρει ότι οι Αθηναίοι προσπάθησαν να κατλάβουν τηνΚυδωνία το 429π.Χ. στέλνοντας 20 πλοία στους Πολιχνίτες, που βρισκόταν σεπόλεμο με τους Κυδωνιάτες, αλλά δεν το κατόρθωσαν. Τους ιστορικούς χρόνους ηΠολίχνα ήταν αυτόνομη και είχε δικά της νομίσματα.

Τα νομίσματα της πόλεως έφεραν τα γράμματα Π ο , και σύμβολα όμοια με αυτά πουείχαν των γειτονικών πόλεων Κυδωνίας και Απτέρας. Το ότι ήταν γειτονική τηςΚυδωνίας δεν υπάρχει καμία αμφιβολία από το εξής χωρίο τουΘουκυδίδου<<Πολυχνίταις χαριζόμενος ομόροις Κυδωνιατών>>.

Πολυρρηνία, η Στη θέση του σημερινού χωριού Πολυρρήνια Κισάμου, 6 χιλ.νοτίως από το Καστέλι Κυσάμου, όπου ήταν το λιμάνι της.

Πολυρρήνια, η (κατά τον Πτολεμαίο) η Πολυρρήνη (κατά τον Στ. Βυζ.) ήΠολυρρήνιον, το (κατά τον Πλίνιο). Πόλη της δυτικής Κρήτης. Ιδρύθηκε κατα τηνπαράδοση από Αχαιούς και Λακωνές άποικους στα τέλη της 2ης χιλιετίας ή κατά τον8ο αιώνα π.Χ. Τα παλαιότερα πάντως ίχνη κατοίκησης στην περιοχή τηςχρονολογούνται στον 11ο π.Χ. αιώνα. Οι κάτοικοι της περιοχής ώκουν κωμηδόν,όπως αναφέρει ο Στράβων (Β, 10), δηλαδή σε μικρές κώμες-οικισμούς. <<Κωμηδόνδ΄ώκουν πρότερον. Είτ΄Αχαιοί και Λάκωνες συνώκησαν τειχίσαντες ερυμνόν χωρίονβλέπον προς μεσημβρίαν>> (Στράβων, Χ, 479). Η πόλη άκμασε ιδιαίτερα κατά τουςκλασικούς χρόνους, ως ισχυρό πολιτικό κέντρο και διέθετε δύο θαυμάσια λιμάνια,τον Κίσσαμο και τη Φαλασαρνα. Κατά το Χρεμωνίδειο Πόλεμο πήρε το μέρος τηςΣπάρτης και κατά τους αγώνες μεταξύ Λύκτου και Κνωσού υποστήριξε σταθερά τηνπρώτη. Από το 201π.Χ. άρχισε να υποστηρίζει τη Ρώμη από αντίδραση προς τηγειτονική της Κυδωνία και μάλιστα ανήγειραν ανδριάντα στον κατακτητή της ΚρήτηςΚόιντο Καικίλιο Μέτελλο, του οποίου σώζεται η βάση και η επιγραφή, όπουαποκαλείται σωτήρας και ευερ΄γετης της πόλης. Κόιντον Καικίλιον Μέτελλοναυτοκράτορα, τον εαυτής σωτήρα και ευεργέτην α πόλις. Για το λόγο αυτό γνώρισειδιαίτερη άνθηση μέχρι και τον 2ο μ.Χ. αιώνα, έκοψε δε και νομίσματα με τοέμβλημά της, το βουκράνιο. Και η Πολυρρήνια συμμετείχε στη συμμαχία τωνΚρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου το 170 π.Χ. Επίσης είχευπογράψει τη συνθήκησυμμαχίας με την Τεώ της Ιωνίας το 193 π.Χ.

Μετά τον 3ο αιώνα δεν υπάρχουν πληροφορίες για αυτήν. Την βρίσκουμε όμως καιπάλι κατά τον 10ο αιώνα ως σημαντική βυζαντινή πολιτεία. Τα ερείπια τηςΠολυρρήνιας βρέθηκαν κοντά στο σημερινό χωριό Πολυρρήνια. Στην κορυφή τουυψώματος ήταν η ακρόπολή της σε σχήμα Τ, από όπου η θέα ήταν απέραντη, από τοΚρητικό μέχρι το Λιβυκό πέλαγος, όπου εκτείνονταν οι κ΄τησεις της. Πολυρρήνιαδιήκει από βορέου προς νότον, ανφέρει ο Σκύλαξ (Περίπλους XLVII). Από τιςελληνιστικές οχυρώσεις της ελάχιστα ίχνη είναι ορατά, γιατί τα τείχη τηςανακατασκευάστηκαν από τους Βυζαντινούς. Σώζονται δύο υδραγωγεία, σκαμμέναστον βράχο και κοντά σε αυτά σπήλαιο αφιερωμένο στις Νύμφες, το οποίο σήμεραλέγεται περιστερόσπηλιος. Μέσα από μια τρύπα του σπηλαίου βγαίνει ζεστός αέρας,η Ζέστα, όπως την αποκαλούν οι σημερινοί Πολυρρήνιοι. Στο βράχο είναιλαξευμένοι πολλοί τάφοι. Βρέθηκαν επίσης θεμέλια οικιών και άλλωνοικοδομημάτων, που χαρακτηρίστηκαν ως ναοί, τάφοι, καθώς και πολυάριθμεςεπιγραφές. Οι πληροφορίες από τις επιγραφές φθάνουν μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ.Συνθήκη με τη Φαλάσαρνα και τη Λακεδαίμονα του τέλους του 4ου π.Χ. αιώναβρέθηκε στο ναό της Δικτύννης. Μια άλλη επιγραφή εντοιχισμένη σήμερα στο ναότων Αγίων Πατέρων, που κτίστηκε με υλικά αρχαίων ελληνικών ναών, κάνει λόγο γιααφιέρωση αγάλματος του βασιλιά της Λακεδαίμονος Άρεως στο ιερό το 272 π.Χ.Στην ίδια εκκλησία άλλη εντοιχισμένη επιγραφή του 189 π.Χ. αναφέρει ότι οιΠολυρρήνιοι τίμησαν τον Γναίον Κορνήλιο Σκυπίωνα. Άλλη του 62 π.Χ. αναφέρειτην αφιέρωση στον Κόιντο Καικίλιο Μέτελλο. Στην κορυφή του υψώματος, στησημερινή θέση Χαλκοκκλησιά ήταν ναός της Δικτύννης Αρτέμιδος, της κρητικήςθεότητας Βριτομάρτιδος… pqor esp—qam dΑloqoi to΄r Judymi‚tair Pokuqq mioipaqωo΄r esti to tgr DijtΙmgr ieqΑm. (Στράβων Χ,479). Οι Πολυρρήνιοι λάτρευαν τηΔίκτυννα, τον κρητογενή Δία και την Αθηνά με περικεφαλαία και δόρυ, που μαρτυρείτον πολεμικό χαρακτήρα τους, που χάρη σε αυτό έγινε η σπουδαιότερη πόλη τηςΔυτικής Κρήτης, μετά την Κυδωνία. Τους αρχαιότερους χρόνους δεν είχε μεγάλησπουδαιότητα. Τότε κυριαρχούσε η Κυδωνία.

Πριν από το 220 π.Χ. όταν η Κνωσός και η Γόρτυνα είχαν συμμαχήσει και είχανυποτάξει όλη σχεδόν την Κρήτη, η Πολυρρήνια αποσπάστηκε από τη συμμαχία τουςκαι συμμάχησε με τη Λύττο και με το βασιλιά της Λακεδαίμονας Φίλιππο Ε’, οοποίος τους έστειλε στρατιωτική βοήθεια, για να πολιορκήσουν την Κυδωνία, τηνΆπτερα και την Ελεύθερνα και τις ανάγκασαν να αφήσουν τη συμμαχία με τηνΚνωσσό. Οι κάτοικοί της ήταν κυρίως κτηνοτρόφοι με πολλά ρήν(ε)α (πρόβατα),όπως δείχνει και το όνομά της. Στην Πολυρρήνια υπήρχε ιερό όπου γίνονταν θυσίες.Ο Αγαμέμνων επιστρέφοντας από την Τροία πέρασε από την Πολυρρήνια για ναπροσφέρει θυσία, αλλά πριν τελειώσει πληροφορήθηκε, ότι οι αιχμάλωτοι τουέκαψαν τα πλοία και αναγκάστηκε να φύγει αφήνοντας μισοτελειωμένη τη θυσία(Ζηνόβιος, Φ, 50). Από τότε, όταν γίνεται ταραχώδης θυσία, λέγεται κρητική θυσία.

Η Πολυρρήνια είχε εκδόσει κατά τη διάρκεια της ακμής της ως ανεξάρτητη καιελεύθερη πόλη πολλά νομίσματα. Τα περισσότερα έφεραν κεφαλή του Δίαστεφανωμένη και πίσω κεφαλή ταύρου και τη λέξη ΠΟΛΥΡΗΝΙΟΝ, η κεφαλή τηςΉρας με στέφανο. Άλλα έχουν την κεφαλή της Αρτέμιδος ή της Αθηνάς και το Βάκχομε κέρατα του 5ου αιώνα. Νεότερα παριστάνουν κεφαλή ανδρός με φαρέτρα καιγυναίκα καθισμένη σε θρόνο. Νομίσματα της ρωμαϊκής εποχής έχουν την κεφαλή τουΑυγούστου στεφανωμένη με ακτινωτό στέφανο. Μερικά από αυτά είναι στο ΜουσείοΧανίων.

<<Η Πολυρρηνία είναι πόλη της Κρήτης και λέγεται έτσι επειδή έχει πολλά ρήνεα,δηλαδή πρόβατα. Ο πολίτης λέγεται Πολυρρήνιος>>. (Στ.Βυζ.).

Πραισός, η. Βαβέλοι – Νέα Πραισός Σητείας. Ελέγετο και Πράσος και Πραισία καιΠαραισός (Στ. Βυζ.- Θεοφρ. 2,2,10, Αθήν. 9,376).

Πραισός. Αρχαία πόλη στην ανατολική εσχατιά της Κρήτης σε απόσταση 10χιλιομέτρων περίπου νότια της Σητείας, κοντά στο χωριό Βάβελοι – Νέα Πραισός.Καταλάμβανε την περιοχή που εκτείνεται μεταξύ των δύο βραχιόνων Καλαμαύκι(Ζου) και Πεντέλη του σημερινού ποταμού Στόμιου (αρχαίου Διδύμου. Για αυτό καιο κόλπος της Σητείας λεγόταν παλιά Δίδυμος). Ο κεντρικός οικισμός είχε χτιστείεπάνω σε τρείς λόφους – ακροπόλεις και στο μεταξύ τους μικρό οροπέδιο. Εξουσίαζεολόκληρο το κεντρικό τμήμα της χερσονήσου Σητείας από τα βόρεια ως τα νότιαπαράλια, σύμφωνα με μαρτυρία του αρχαίου γεωγράφου Σκύλακα του Καρυανδέα:<<PqaisΑr di jei alvot—qyhem>> (Περίπλους 47). Είχε δύο λιμάνια, την Ητεία στοΚρητικό και τις Στήλες στο Λιβυκό πέλαγος. Το πολίτευμα της ελληνικήςγεωμετρικής Πραισού ήταν δημοκρατικό, με όργανα τους κόσμους, τη γερουσία καιτην εκκλησία του δήμου. Ως αυτόνομη πόλη είχε κόψει νομίσματα, από τα οποίαείναι γνωστά 50 είδη. Στα περισσότερα παριστάνεται ο Ηρακλής τοξότης, ο Δίαςνήπιο που θηλάζει αγελάδα, ο Δίας ένθρονος, ο Απόλλων, η Δήμητρα, κεφαλήβοδιού, αίγαγρος και αναγράφεται η λέξη <<ΠΡΑΙΣΙΩΝ>>. Τα ερείπιά τηςκαλύπτουν μια εκτεταμένη χρονική περίοδο, που αρχίζει από τα νεολιθικά χρόνια καιτελειώνει στο τέλος της ελληνιστικής περιόδου, (144 π.Χ.), οπότε οι κάτοικοι τηςγειτονικής πόλης, Ιεράπυτνα, που ήταν δωρικής καταγωγής, <<κατέσκαψαν τηνΠραισόν>>, όπως μας βεβαιώνει ο Στράβων. Πριν την καταστροφή της από τουςΙεραπυτνίους, είχε κατακτήσει τη Δραγμό και επιτέθηκε κατά της Ιτάνου, αλλά δεμπόρεσε να την καταλάβει, διότι την προστάτευε ο Πτολεμαίος ο Φιλομήτωρ μέχρι το146 π.Χ. Αργότερα χτίστηκε στον ίδιο χώρο ένας άσημος οικισμός, οι Πρασοί, πουστην ενετική απογραφή του 1577 (Φοσκαρίνι) παρουσιάζεται με 127 κατοίκους. Η

διάρκεια της ζωής του ήταν πάντως περιορισμένη αφού στην τούρκικη απογραφή του1671 δεν αναφέρεται.

Ο οικισμός γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση κατάτους γεωμετρικούς και τους αρχαϊκούςχρόνους. Στην περίοδο αυτή χρονολογούνται και τα λείψανα ιερού που λειτούργησεσυνεχώς από τον 8ο μέχρι τον 5ο π.Χ. αιώνα, πάνω στον απόκρημνο λόφο του οποίουη κορυφή αποτελεί επίπεδο 50Χ60μ. Που είναι προσιτό μόνο από τη βορινή πλευράτου, που και αυτή ήταν κλεισμένη με τείχος. Στον ιερό αυτό αποκαλύφθηκαν βωμόςαπό χώμα, που τον περιτριγύριζε ένας περίβολος τέμενος και ένας αποθέτης πουπεριείχε πήλινα αρχιτεκτονικά γλυπτά, χάλκινα και πήλινα σκεύη, ειδώλια,κοσμήματα και όπλα.

Η ελληνιστική Πραισός αποκαλύφθηκε λίγο βορειότερα από την παλαιότερη πόλη.Ήταν κτισμένη σε δύο λόφους και προστατευόταν με οχύρωση, από την οποίασώζονται μόνο ίχνη. Από την πόλη αυτή που καταστράφηκε από τους Ιεραπυτνίους,όπως αναφέραμε, σώζονται ερείπια οικιών, τάφοι και τμήματα πήλινου υδραγωγείου.Στον Άγιο Κωνσταντίνο, νοτιοανατολικά της Ακρόπολης είναι μια πηγή, η ΜέσαΒρύση ή Φλέγα του Τζανή από την οποία υδρευόταν η Πραισός. Εκεί υπήρχε παλαιόςναός, αφιερωμένος, μάλλον στη θεότητα της πηγής, την οποία αντικατέστησε οσημερινός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου.

Σύμφωνα με τη φιλολογική παράδοση, η Πραισός υπήρξε το κέντρο τωνΕτεοκρητών, δηλαδή των αυτοχθόνων, των γνήσιων Κρητών (έτεος = γνήσιος). ΟιΕτεοκρήτες αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Όμηρο (Οδύσσεια Τ 176) καιαποκαλούνται <<μεγαλήτορες>> (μεγαλόψυχοι, εύτολμοι). Απωθημένοι από τουςεπήλυδες (Αχαιούς, Δωριείς) εγκαταστάθηκαν στη δυσπρόσιτη περιοχή της Πραισούκαι διατήρησαν επί αιώνες την αρχική τους γλώσσα και θρησκεία, αλλά και τν πλήρηαντίθεσή τους πρός αυτούς, γι’ αυτό και δεν έλαβαν μέρος στην εκστρατεία εναντίοντου βασιλιά της Σικελίας Κώκαλου, η οποία έγινε για εκδίκηση της δολοφονίας τουΜίνωα, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος. Κατά καιρούς έγιναν ανασκαφικέςέρευνες στην περιοχή και ήρθαν στο φως σημαντικά ευρήματα, τα οποίαεπιβεβαιώνουν τις περι Πραισού και Ετεοκρητών μαρτυρίες της αρχαίας ελληνικήςγραμματείας. Το 1884 ανακαλύφθηκε στην Πραισό η πρώτη ετεοκρητική επιγραφήκαι βρέθηκαν εκατοντάδες πήλινα ειδώλια, ενώ η ανασκαφή του σπηλαίου Σκάλες,που πιστεύεται ότι ήταν λατρευτικό, απόδοσε άφθονη και καλής ποιότητας νεολιθικήκαι καμαραϊκή κεραμική. Το 1901 ανασκάφηκε στη θέση Άγιος Κωνσταντίνοςσημαντική μεγαλιθική οικία, χτισμένη δηλαδή με τεράστιους ογκόλιθους καιδιάφοροι τάφοι, στους οποίους βρέθηκαν αξιόλογα κτερίσματα, όπως χρυσάδακτυλίδια, μια χρυσή ροζέτα σε σχήμα άνθους με τη λέξη ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ, έναςχρυσός στατήρας, αγγείο σε σχήμα πουλιού, ένας αχάτης κίτρινος με γαλακτώδειςραβδώσεις, πάνω στον οποίο είναι σκαλισμένο ένα βόδι πλαγιασμένο στο λιβάδι καιένας κυνηγός που το συλλαμβάνει από τα κέρατα, δεκάδες σπαθιά, αιχμές δοράτωνκ.α. Τα ευρήματα αυτά οδήγησαν τον ανασκαφέα στο συμπέρασμα ότι τα σωζόμεναεκτεταμένα ερείπια δεν ανήκουν στην ετεοκρητική Πραισό, αλλά στη νεότερη, τωνιστορικών χρόνων. Το 1935 ανασκάφηκε μεταξύ άλλων και ένας τάφος, στον οποίοείχε ταφεί Πραίσιος αθλητής μαζί με τα έπαθλά του, που τα πιο χαρακτηριστικά ήτανδυο ζωγραφισμένοι αθηναϊκοί αμφορείς του 560-500 π.Χ. Φαίνεται να είχε λάβειμέρος στους Παναθηναϊκούς αγώνες.

Τα σπουδαιότερα ευρήματα της Πραισού είναι οι τρεις ετεοκρητικές επιγραφές,γραμμένες βουστροφηδόν, πανω σε πώρινες πλάκες. Με ελληνικούς χαρακτήρες, οιοποίες βοηθούν στη διερεύνηση της μινωικής γλώσσας και γραφής. Αποδεικνύουν ότιη μινωική γλώσσα ήταν ελληνική. Οι επιγραφές είναι του 6ου, 5ου και 4ου αιώναπ.Χ. Η πρώτη επιγραφή, που έχει ολοκληρωμένο κείμενο γράφει στην ελληνικήγλώσσα, σε κρητική διάλεκτο: (σε μετάφραση). Στην μεγάλη μητέρα την ξακουστή,στον κόλπο της Ιτάνου, σε θαλάσσια θέση κοντά στην αιχμή (του ακρωτηρίου).Ξακουστός, από τους αρχαίους χρόνους σε όλη τη γη, ο θαυμάσιος ναός στηναιχμή (του ακρωτηρίου). (<<οι ετεοκρητικές επιγραφές της Πραισού>> εφημ.Πατρίς 28/2/97).

<<Η Πραισός ήταν πόλη της Κρήτης, θηλυκό όνομα, το εθνικό Πραίσιος καιΠραισιεύς>> (Στ.Βυζ.).

Πρεπσίδαι. Μεταξύ Δρήρου και Μιλάτου.

Πριανσός, η. Καστελλιανά Μονοφατσίου.

Η Πριανσός ήταν σπουδαία πόλη, όπως φαίνεται από το πλήθος των νομισμάτων της,που είχε εκδόσει σαν αυτόνομη πόλη. Σε αυτά εικονίζεται η Υγεία με χιτώνακαθισμένη, το δεξί της χέρι αγγίζει ένα φίδι, στο πίσω μέρος παριστάνεται οΠοσειδώνας με την τρίαινα και γύρω η λέξη ΠΡΙΑΝΣΙΕΩΝ. Άλλα έχουν θέματαθαλασσινά, το δελφίνι, τον Απόλλωνα, θεές, νύμφες ή την Αθηνά και πάλι τρίαινα μετη λέξη ΠΡΙΑΝΣΙΕΩΝ.

Σώζονται πολλές επιγραφές, που αναφέρονται στην Πριανσό, μια στήλη, κατάγραφηκαι από τις δύο πλευρές με ελληνικά ανάγλυφα γράμματα, βρέθηκε κτισμένη σεμέγαρο της Βενετίας, και σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο της πόλης αυτής. Είναι ησυνθήκη συμμαχίας Γόρτυνας, Ιεράπυτνας και Πριανσού. Σε αυτή αναφέρεται και οόρκος των Πριανσιέων Γορτυνίοις και Ιεραπυτνίοις: Ομνύω τανΙστίαν…τήνα…Σκύλιον…και Ήραν και Αθαναίαν Πολιάδα και Αθαναίαν Ωλερίανκαι Απόλλωνα Πύθιον και Λατώ… Όπως πιστοποιείται από τα νομίσματά της και τιςεπιγραφές η Πριανσός φαίνεται να ήταν σημαντική ναυτική δύναμη και το λιμάνι τηςπρέπει να ήταν η σύγχρονη πόλη Ίνατος (Είνατος στα νότια παράλια, στη σημερινήθέση Τσούτσουρος.

Διαπιστώθηκε ότι η Πριανσός ήταν στην επίπεδη κορυφή του υψώματος 400μ.Βορείως του χωριού Καστελλιανά επαρχίας Μονοφατσίου, νομού Ηρακλείου. Στηνίδια θέση ιδρύθηκε στις αρχές του 13ου αιώνα, πιθανώς από τον Γενοβέζο Πεσκατόρεφρούριο, που το ονόμασαν Μπελβεντέρε, που θα πει στα ελληνικά Καλλιθέα, επειδήτο ύψωμα δεσπόζει σε όλο το ανατολικό τμήμα της Μεσαράς. Στην ανοικοδόμησητου φρουρίου χρησιμοποιήθηκαν τα οικοδομικά υλικά των ερειπίων της αρχαίαςπόλης.

Αναφέρεται από το Στράβωνα, (Χ, 478): Όμοροι δ’εισίν αυτοίς (τοις Γορτυνίοις) οιΠράσιοι, της μεν θαλάττης, εβδομήκοντα, Γόρτυνος δε διέχοντες εκατόν καιογδοήκοντα (σταδίους). Και η Πριανσός είχε υπογράψει τη συνθήκη συμμαχίας μετον Ευμένη Β’ της Περγάμου το 170 π.Χ. ως και με την Τεώ της Ιωνίας, για τη χρήσηως ασύλου του ιερού του Διονύσου.

<<Η Πριαισός είναι πόλη της Κρήτης, οι πολίτες της λέγονται Πριαίσιοι καιΠριαισιεύς>> (Στ.Βυζ.).

Πρώνος. Άγνωστη θέση.

Πύλωρος, η. Απεσοκάρι - Πλώρα Καινούργιου;

Αρχαία πόλη της Κρήτης, της Ρωμαϊκής εποχής. Αναφέρεται από τον Πλίνιο.Τοποθετείται από τον Πάσλευ στη θέση του σημερινού χωριού Πλώρα,στηριζόμενος, ως φαίνεται, στην παρομοίωση των ονομάτων Πυλωρός-Πλώρα.Διάφορες επιγραφές, που έχουν βρεθεί στην περιοχή Πλώρας-Απεσωκάρι, δεναναφέρει καμιά το όνομα Πυλωρός.

Πύρανθος. Πυράθι Μονοφατσίου. Απέχει από το Ηράκλειο 40 χλμ.

Τα ερείπια της αρχαίας πόλης είναι στη θέση Τροχάλες, προς Βορρά του χωριούΠυράθι, όπου βρίσκονται όστρακα ελληνορωμαϊκής περιόδου. Εκεί είναι ο λόφοςΠυραθιανή Κεφάλα.

Κατά τη Βενετοκρατία υπαγόταν στην καστελανία Μπελβεντέρε.

Το 1915 βρέθηκε στη θέση Βλαχιανά και Αποσελέμι, μεγάλη στήλη πώρινηρωμαϊκής περιόδου, με λατινική επιγραφή, που αναφέρει ότι ο ανθύπατος ΚρήτηςΛεύκιος Τουρπίλιος Δέξτερ το 63 μ.Χ. έστησε τη στήλη αυτή ως όριο των δημοσίωνκτημάτων της Γόρτυνας.

<<Η Πύρανθος είναι μικρή πόλη ή χωριό της Κρήτης κοντά στη Γόρτυνα. Οικατοικούντες αυτήν λέγονται Πυράνθιοι.>>. (Στ.Βυζ.).

Πριαισός. πιθανόν η Πριανσός.

Ραμνούς, η. Στόμιον Κισάμου;

Πόλη της Δυτικής Κρήτης, ρωμαίκής εποχής. Αναφέρεται από τον ΚλαύδιοΠτολεμαίο (Γεωγραφική Υφήγησις, ΙΙΙ, 15, 2) Δυτικής πλευράς Κρήτης Ραμνούςλιμήν. Άρα ήταν παράλιος πόλη. Η θέση της πόλης δεν είναι εξακριβωμένη. ΟΠτολεμαίος (3, 17,2) την αναφέρει παράλιο της Κισάμου. Ο Πλίνιος (12, 59) τηντοποθετεί ανάμεσα στη Λύττο και τη Λύκαστο και ο ΠΩΛ ΦΩΡ τη μια μεερωτηματικό στο Στόμιο Κισάμου, κοντά στη Χρυσοσκαλίτισσα, και την άλλη όπωςτον Πλίνιο.

Στην αρχαίο Ράμνο υπήρχε ναός της Θέμιδος, που στην είσοδο του ήταν δύο θρόνοιμαρμάρινοι, ο ένας για την Θέμιδα κι ο άλλος για τη Νέμεση. Ο Coronelli το 1696την τοποθετεί στο χάρτη του στο ακρωτήριο της Γραμπούσας, στη σημερινήχερσόνησο Τηγάνι και γράφει Remno. Ο Sieber το 1815 πιστεύει πως ήταν στη θέσητου σημερινού χωριού Ραμνή Αποκορώνου, επειδή ομοιάζουν τα ονόματα Ραμνούς-Ραμνή. Ο Σβορώνος αναφέρει, ότι αντί Rhamnus = Ραμνούς, που αναφέρει ο Πλίνιοςμεταξύ Λυκάστου και Λύττου, πρέπει να γραφεί Rhaucus = Ραύκος.

Ραύκος, η. Άγιος Μύρων Μαλεβυζίου.

Ραύκος. Πόλη της αρχαίας Κρήτης, που κατά το Σκύλακα (Περίπλους 47), βρισκότανστα νότια της Κνωσού, κοντά στη Γόρτυνα. <<Προς βορέαν Όαξος και Κνωσός, προςδε νότον Γόρτυνα, Ραύκος.>>. Σύμφωνα με την παράδοση (Αιλιανός, περί ζώων,ΧΦΙΙ, 35), η Ραύκος βρισκόταν αρχικά σε άλλο μέρος, αλλά οι πρώτοι κάτοικοί τηςαναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν γιατί σε εκείνο το μέρος υπήρχαν πολλέςμέλισσες, και ίδρυσαν μια νέα πόλη, ανάμεσα στην Κνωσό και στην Γόρτυνα. Τοχωρίο από τα <<Κρητικά>> του Αντίνορα, για την ίδρυση της Ραύκου, που διέσωσεο Αιλιανός, έχει ως εξής: Εν λόγοις Κρητικοίς Αντήνωρ λέγει τη των καλουμένωνΡαυκίων πόλει εκ τινός δαιμονίου προσβολής επιφοιτήσα μελιττών σμήνος, αίπερ ουνάδονται χαλκοειδείς, εγριμπτούσας δε άρα αυτοίς τα κέντρα είτα μέντοι πικρόταταλιπείν. Ωνπερ ούν εκείνους την προσβολήν ου φέροντας αναστήναι της πατρίδος καιμέντοι και ες χώρον ελθείν άλλον και οικίσαι φιλία της μητρίδος, ίνα Κρητικώς είπω,Ραύκον…

Αν και είχε ιδρυθεί κατά τους μινωικούς χρόνους, η Ραυκός έπαιξε σημαντικό ρόλοστις διαμάχες των κρητικών πόλεων κατά τον 3ο και τον 2ο π.Χ. αιώνα. Πήρε μέροςστο κοινό των Κρηταιέων και λίγο αργότερα σύναψε συμμαχία με τη μικρασιατικήΤεώ. Την ίδια εποχή περίπου, σύμμαχος της Γόρτυνας και της Λύττου, απόσπασε τηΛύκαστο από την Κνωσό, αλλά το 184 π.Χ. αναγκάστηκε από τον απεσταλμένο τωνΡωμαίων Άπιο να αποδώσει την πόλη στην Κνωσό (Πολύβιος ΧΧΙΙΙ, 15).Αναφέρεται επίσης μεταξύ των πόλεων που πήραν μέρος στη συμμαχία με τονΕυμένη Β’, το βασιλιά της Περγάμου. Τέλος η Ραύκος καταστράφηκε το 166π.Χ.κατά τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Κνωσού και Γόρτυνος.

<<συνθήκας εποιήσαντο προς αλλήλους μή πρότερον λύσειν

τον πόλεμον πρός αλλήλους πρίν ή κατά κράτος ελείν την Ραύκον>>

(Πολύβ. ΧΧΧΙ, 1)

Η Ραύκος βρισκόταν στη θέση του σημερινού χωριού Άγιος Μύρων, επαρχίαςΜαλεβιζίου νομού Ηρακλείου, 18,8 χλμ. Νοτιοδυτικά του Ηρακλείου.

Και ο Βυζαντινός Γραμματικός Τζέτζης την αναφέρει Δραύκη.

Η Ραύκος, ώς ελευθέρα και αυτόνομος πόλη είχε κόψει πολλά νομίσματα πουαπεικόνιζαν τον Ποσειδώνα γυμνό, την τρίαινα, δελφίνια ενώ ήταν μεσόγειος. Δέναναφέρεται αν είχε λιμάνι για να το δικαιολογεί. Μετά το 166π.Χ. δεν υπάρχουννομίσματα της Ραύκου. Φαίνεται ότι οι σύμμαχοι την κατέλαβαν και τηνκατάστρεψαν ή τουλάχιστο της στέρησαν την ελευθερία της. Είναι άγνωστο πότεεπανακτίστηκε, η ύπαρξή της όμως μαρτυρείται από το βίο του Αγίου Μύρωνα, οοποίος γεννήθηκε εκεί. Γι’αυτό το σημερινό χωριό Άγιος Μύρων θεωρείται ότικαταλαμβάνει τη θέση της αρχαίας πόλης, της οποίας σώζονται λίγα ερείπια.

<<Η Ραύκος είναι μεσόγεια πόλη της Κρήτης, το εθνικό όνομα είναι Ραύκιος καιΡαυκία>> (Στ. Βυζ.).

Ριζηνία, η. Πρινιάς Μαλεβιζίου.

<<Η Ριζηνία είναι πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λέγεται Ριζηνιάτης>> (Στ.Βυζ.).

Ριζηνία. Σε μικρή απόσταση από τον Πρινιά, στην <<Πατέλα του Πρινιά>> οιανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής (1906-1908) έφεραν στο φώςσημαντικά λείψανα αρχαίας πόλης, που βάσει των επιγραφών ταυτίστηκε με τηΡιζηνία ή Απολλωνία. Στην περιοχή της πόλης, νοτιοανατολικά της Πατέλας,βρέθηκε μια επιγραφή στην οποία αναφέρονται τα γράμματα (Ι)ΖΕΝΙ(Α), πουδιαπιστώνει ότι εκεί ήταν η Ριζηνία, που αναφέρει ο Στεφ. Βυζάντιος. Το όνομααναφέρεται και σε άλλες επιγραφές της Γόρτυνας του 5ου π.Χ. αιώνα. Άλληεπιγραφή αναφέρει ότι η Ριζηνία, που βρισκόταν μεταξύ της Γόρτυνας και τηςΚνωσού, είχε αναλάβει να στέλνει κάθε τέσσερα χρόνια σφάγια, για τις θυσίες, πουγίνονταν στο Ιδαίο Άντρο. Η πόλη αυτή άκμασε ως ανεξάρτητη κοινότητα από τουςυπομινωικούς μέχρι τους αρχαϊκούς χρόνους και ήταν υποτελής στην Γόρτυνα απότην 5ο μέχρι τον 2ο π.Χ. αιώνα, όποτε οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν σταδιακά. Ηίδια πόλη δεν ήταν οχυρωμένη. Στα νοτιοδυτικά της, όμως, κτίστηκε τον 5ο αιώναπ.Χ. ένα ορθογώνιο φρούριο με τέσσερις πύργους, που λειτούργησε επί τρεις περίπουαιώνα. Για την ανοικοδόμηση του χρησιμοποιήθηκαν πώρινες επιτύμβιες στήλες μεεγχάρακτη διακόσμηση (διακοσμητικά θέματα ή ανθρώπινες μορφές) πουπροέρχονταν από κάποιο γειτονικό νεκροταφείο του 7ου π.Χ. αιώνα. Στον ίδιο χώροβρέθηκαν σιδερένια και μολύβδινα όπλα. Στον 7ο π.Χ. αιώνα ανήκουν επίσης ταθεμέλια δύο αρχαϊκών ναών (Α και Β) και οικιών, τμήματα του τεμένους τηςμινωικής θεάς των όφεων (κατάλοιπο από τους μινωικούς χρόνους), και αποθέτες μεπλούσια αναθήματα. Ο ναός Α ήταν ο σημαντικότερος από τους δυο και αποδόθηκεεντελώς υποθετικά στη Ρέα. Από αυτόν προέρχονται ανάγλυφη ζωοφόρος με ιππείς,ελάφια και πάνθηρες και δυο αγάλματα καθιστών θεαινών, όλα χαρακτηριστικά έργατης κρητικής δαιδαλικής τέχνης. Βρέθηκαν επίσης ενεπίγραφα όστρακα, πουμαρτυρούν τη λατρεία της Αθηνάς στην πόλη τον 2ο π.Χ. αιώνα. Τα ανάγλυφα τωνιππέων θεωρεί ο Ξανθουδίδης, ότι είναι έργο των Κρητικών ΑνδριαντοποιώνΔαιδαλιδών (Δίποινος και Σκύλλις).

Ρίθυμνα, η. Ρέθυμνο.

Ριθυμνία

<<Η Ριθυμνία είναι πόλη της Κρήτης, το εθνικό Ριθυμνιάτης και Ριθύμνιος>>(Στ.Βυζ.).

Ριθυμνία ή Ρίθυμνα. Ήταν χτισμένη κάτω από το σημερινό Ρέθυμνο, για αυτό και δεσώζεται σχεδόν κανένα μνημείο. Περιστασιακά μόνο βρέθηκαν ψηφιδωτά καιθεμέλια οικιών, που όμως καλύφθηκαν από μεταγενέστερες και σύγχρονεςκατασκευές. Η ακρόπολη πρέπει να βρισκόταν κάτω από την σημερινή Φορτέτζα.Λίγα είναι γνωστά για την ιστορία της πόλης, κι αυτά μόνο από επιγραφές. Είχε κόψεινομίσματα ήδη από τον 4ο αιώνα και τον 3ο π.Χ. αιώνα , ίσως ανέπτυξε σχέσεις μετους Πτολεμαίους, οι οποίοι την μετονόμασαν Αρσινόη. Τον 3ο μ.Χ., υπήρχε στηνπόλη ναός της Αρτέμιδος Ροκκαίας, αλλά η κύρια θεότητα της πόλης ήταν η Αθήνα.Η πόλη υπήρχε από την υστερομινωική ΙΙΙ περίοδο. Στον συνοικισμό Μασταμπά,όπου ήταν το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης ανασκάφηκε το 1947 υστερομινωικόςτάφος, που πιστοποιεί, ότι την περίοδο εκείνη υπήρχε στη θέση του Ρεθύμνουμινωικός συνοικισμός. Η Ρίθυμνα ήταν αξιόλογη πόλη στους μυκηναϊκούςμετανακτορικούς χρόνους. Μέσα στην πόλη, σε θεμέλια νέων οικοδομών, βρέθηκανψηφιδωτά ρωμαϊκής και βυζαντινής περιόδου. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. η πόλη είχεπαρακμάσει γιατί ο Κλαύδιος Αιμιλιανός την αναφέρει ως κωμόπολη. Ήταν όμως

πάντοτε ανεξάρτητη με δικά της νομίσματα, ου από το ένα μέρος είχαν την κεφαλήτου Απόλλωνα στεφανωμένη ή της Αθηνάς και από το άλλο δυο δελφίνια ή τρίαινα ήαίγα. Ο οικισμός υπήρχε και στα βυζαντινά χρόνια, ως κωμόπολη πάντοτε για ναγνωρίσει νέα ακμή στα χρόνια των Βενετών, όποτε γίνεται πολιτεία, συνεχίζοντας τηνιστορική της πορεία. Το όνομά της δεν αναφέρεται σε καμία επιγραφή. Απαντάταιμόνο το εθνικό Ριθύμνιος.

Δεν είναι εξακριβωμένο, αν ο λόφος που λέγεται σήμερα Φορτέτσα χρησιμοποιήθηκεστην αρχαιότητα. Αλλά η παλαιά ονομασία του λόφου Παλαιόκαστρο δείχνει πωςκάτι υπήρχε εκεί πάνω για να δικαιολογήσει την ονομασία αυτή. Ο Κ.Καλοκύρηςστην ενημερωμένη μελέτη του (Η Αρχαία Ρίθυμνα) στηριζόμενος σε χωρίο τουΑιλιανού όπου γίνεται λόγος για την Ροκκαία Αρτέμιδα του Ρεθύμνου, και στηνπληροφορία του Ονόριο Μπέλι ότι υπήρχαν πάνω στη Φορτέτσα κίονες και άλλαλείψανα αρχαίου ναού, θεωρεί πολύ πιθανό ότι ήταν πάνω στη Φορτέτσα ο ναός τηςΡοκκαίας Αρτέμιδος, προστάτιδος των λυσσοφήκτων, και ο λόφος υπήρξε ακρόπολητης αρχαίας Ρίθυμνας (Ρόκκα σημαίνει κυρίως φρούριο). Ο ίδιος έχει τη γνώμη, ότικατά τους αρχαίους χρόνους, η σημερινή Φορτέτσα ήταν νησίδα, που την ένωνε μετην ξηρά μια λωρίδα γης. Με τις προσχώσεις της θάλασσας διαμορφώθηκε ο χώρος,πίσω από τη Φορτέτσα, όπου κτίστηκε η Ρίθυμνα. Η άποψη αυτή επιβεβαιώθηκε στιςμέρες μας. Ύστερα από την κατασκευή του λιμενοβραχίονα συγκεντρώθηκαν με τακύματα τεράστιες ποσότητες άμμου και επεκτάθηκε η παραλία σε πλάτος πολλώνμέτρων.

Το 1558 που γινόταν τα οχυρωματικά έργα της πολης, ο Κονταρίνι, αντιπρόσωποςτων Ρεθεμνιωτών, πήγε στη Βενετία, και ζήτησε να γίνει στο λόφο τουΠαλαιοκάστρου ένα οχυρό, για να περισώσει σε ώρα ανάγκης τη ζωή και ταπράγματα των κατοίκων. Δεν τον άκουσαν. Αλλά η καταστροφή της πολιτείας απότον Ουλούτς Αλή επανέφεραν το ζήτημα, όποτε εγκρίθηκε η οχύρωση του. Οιεργασίες άρχισαν το 1573 και τέλειωσαν το 1580.

Το 1538 ο τρομερός αρχιπειρατής Χαιρεντίν Μπαρμπαρόσα κατάστρεψε το Ρέθυμνοκαι το 1567 ο αλγερινός κουρσάρος Ουλούτς Αλή το κατέλαβε, το λήστεψε και τοπαρέδωσε στις φλόγες. ΤΟ 1571, ο στόλος του σουλτάνου Σελίμ έκαψε το Ρέθυμνο.Η κακή τύχη το ακολουθούσε και το 1590 μια μεγάλη πλημμύρα το κατέστρεψε καιπάλι. Οι Τούρκοι κατέλαβαν το Ρέθυμνο ύστερα από πολιορκία 22 ημερών στις 3Νοεμβρίου 1646. Οι Βενετοί και οι Κρητικοί κάτοικοι οχυρώθηκαν στη Φορτέτσα.Στο τέλος συνθηκολόγησαν για να φύγουν ανενόχλητοι, αλλά ο Χουσείνπαρασπόνδησε και έσφαξε τους περισσότερους. Την περίοδο της Τουρκοκρατίαςακολούθησε την τύχη των άλλων πόλεων. Τη Ριθυμνία ονομάζει ο Πτολ. 3, 17, 7Ρίθυμνα. Ο Τσέτσης Ρείθυμνα, <<Ρείθυμνα, πόλις Κρήτης>>. Από αυτό και οκάτοικος Ρειθυμνιάτης. Λυκοφ. 76.

Ρύτιον (Ρυτιασσός). Ροτάσι Μονοφατσίου, 2 χιλιόμετρα ανατολικά του ΠύργουΜονοφατσίου, στους πρόποδες του υψώματος Ασφεντιλιάς.

Ρύτιον, το. Πόλη της κεντρικής Κρήτης της Αρχαϊκής – Ελληνιστικής περιόδου. Στον<<Νηών Κατάλογο>> της Ιλιάδος αναφέρεται ως μία από τις επτά κρητικές πόλεις(Κνωσός, Γόρτυνα, Λύκαστος, Μίλατος, Λύκτος, Φαιστός και Ρύτιον) που έλαβαμέρος στον Τρωικό πόλεμο. Το ομηρικό Ρύτιο βρισκόταν πιθανότατα στο λόφοΡοτασανή Κεφάλα του σημερινού χωριού Ροτάσι, στο ανατολικό άκρο της πεδιάδας

της Μεσαράς. Φαιστόν τε, Ρύτιόν τε, πόλεις εύ ναιετοώσαι= και τη Φαιστό και τοΡύτιο, πολιτείες καλοκατοικημένες,…(Ιλιάς Β, 648-649), (μετ. Ο.Κομνηνού-Κακριδή).

Αναφέρεται από τον Ησύχιο: Ρύτιον, πόλις. Εδώ έχουν βρεθεί ίχνη της μινωικήςεποχής (λείψανα οικισμού, χάλκινα όπλα κλπ.) που υποδεικνύουν ότι η πόλη τουΡυτίου υπήρχε ήδη από την 2η π.Χ. χιλιετία (βλ. Κρητ. Χρον. ΙΑ’, σελ. 339). Στηθέση Ασπρολιβάδα, της περιοχής του χωριού Ροτάσι, βρέθηκε το 1956 θησαυρόςχαλκών εργαλείων και όπλων, άριστα διατηρημένων, 3 σμίλες, 9 κοπείς, 4 δίστομοιπέλεκεις, πριόνια, αιχμή δόρατος. Στη θέση Φαρμακαρά, βρέθηκε νεκροταφείοΓεωμετρικών χρόνων. Το Ρύτιο επέζησε ως ανεξάρτητη πόλη έως την ελληνιστικήεποχή, όταν έχασε την ανεξαρτησία του, υποτασσόμενο στην Γόρτυνα, όπως υπονοείο Στράβων, και ξέπεσε σε κώμη κατά τη ρωμαϊκή εποχή, όπως αναγράφεται σεεπιγραφή, που βρέθηκε στο Ροτάσι, στο σπίτι του ΣΤ. Αδαμάκη, και τώρα είναι στοΜουσείο Ηρακλείου.

Επί Αυ(τοκράτορος) Καίσαρος

Τραϊαν(ού Ανδριανού Σ)εβασ

του το δ΄υπάτων Λ.Κατιλ

ου Σεουήρου και Τ.Αυρηλίου

Φαύλβου Βαιων. Αντωνεί

νου, Άμβρος ο (κατασ)ταθεί

ιερεύς Διός (Σκυλίο)υ της

Ρυτιασίων κώ(μης και Πύ)ργου.....

(Βλ. Marg.Guarducci-Inscriptiones-Creticae, Ι – 305, και Αρχ. Δελτ. 1916, σελ. 24).

Και ο ΣΤράβων (Χ,479,13) αναφέρει: Γορτυνίων δ’εστί και το Ρύτιον συν τηΦαιστώ. Φαιστόν τε Ρύτιον τε.

Το όνομα παραδίδεται και από το Νόννο, τον Πλίνιο και το Στέφανο Βυζάντιο. Τησυνέχεια της κατοίκησης στη θέση του αρχαίου Ρυτίου μαρτυρούν ορισμένεςβυζαντινές εκκλησίες στην περιοχή του Ροτασίου.

Ο Κλαύδιος Αιλιανός αναφέρει (Περί Ζώων ιδιότητος 15,26): λέγουσι δε υπόσκολοπενδρών εξαναστήναι Ροιτιείς. Τοσούτο πλήθος αυτοίς επεφοίτησε τούτων.Σκολόπενδρα είναι η πολυποδούσα, που ανάγκασε τους κατοίκους ναεγκαταλείψουν την πόλη των. Παρόμοια ιστορία αναφέρει ο Αιλιανός και για τηνπόλη Ραύκο.

Ο Spratt, αναφέρει ότι το Ρύτιον ερειμώθηκε κάποτε γιατί ένα είδος μύγας βασάνιζετόσο τους κατοίκους, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Ως φαίνεται,είχε ακούσει την ιστορία του Αιλιανού παραποιημένη. Επί τουρκοκρατίας το

<<Ρόταζι>> είχε τζαμί και μιναρέ, τον οποίο ανατίναξαν με μπαρούτη οι χριστιανοίκαι ξεθεμέλιωσαν τα σπίτια..<<Το Ρύτιον είναι πόλη της Κρήτης ο πολίτης λέγεταιΡυτιεύς, του δε Ρυτιασσός Ρυτιασσεύς όπως Αλικαρνασσεύς>> (Στ.Βυζ.).

Σάτρα

<<Η Σάτρα είναι πόλη της Κρήτης, η μετονομασθείσα Ελευθερνα, ο πολίτηςλέγεται Σατραίος>> (Στ.Βυζ.). ΒΔ του σημερινού χωριού Πρινές Μυλοποτάμου(βλ.Ελεύθερνα).

Σάωρος. Ελευθεραί,… έστι και Κρήτης από Ελευθήρος ενόςτων Κουρητών, η τιςκαι Σάωρος εκαλείτο από Σαώρης νύμφης… (Στεφ. Βυζ.). Πιθανώς η Ελεύθερνα.(βλ. Ελεύθερνα).

Σίκινος. Θέση άγνωστη.

Σιπιλήν, η. Μεταξύ Ελεύθερνας και Κυδωνίας.

Σισαία. Βρίσκεται στο χωριό Σίσες Μυλοποτάμου, στο 47ο χιλ. Ρεθύμνου-Ηρακλείου.

Αναφέρεται στον barozzi και στον Καστροφύλακα. Το 1965 κατά την εκτέλεσηέργων προς Β του χωριού Σίσες, βρέθηκε μια κυλινδρική στήλη ύψους 0,64 καιδιαμέτρου 0,45 μ. που χρησίμευε σαν βωμός ή οροθέσιο της περιοχής. Επάνω στηνκυλινδρική επιφάνεια της είναι χαραγμένη με γράμματα του 2ου ή των αρχών του1ου π.Χ. αιώνα η λέξη ΣΙΣΑΙΩΝ. Η στήλη αυτή με το όνομα Σισαίων, τανομίσματα που έχουν βρεθεί σε τάφους, τα ερείπια που φαίνονται στο χώροδείχνουν ότι στο μέρος αυτό υπήρχε αρχαία πόλη με το όνομα Σίσα ή Σίσαι και οικάτοικοι Σισαίοι, αν και δεν αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς. Το όνομαείναι μινωικό και διασώθηκε ακέραιο στο πέρασμα των αιώνων στο σημερινό χωριόΣίσες.

Σουλία, η. Αγία Γαλήνη Αγ. Βασιλείου.

Πόλη της Κρήτης της Ρωμαϊκής περιόδου, στη θέση του σημερινού οικισμού ΑγίαΓαλήνη ή Άγιος Γαλήνης, επαρχίας Αγ. Βασιλείου, νομού Ρεθύμνης. Αναφέρονταικαι οι δύο τύποι του ονόματος στους Σταδιασμούς της Μεγάλης θαλάσσης (324):από Ματάλης (Μάταλα) εις Σουλίαν στάδιοι ξε’(=65) ακρωτήριόν εστιν ανέχονπρος μεσημβρίαν. Λιμήν εστι. καλόν ύδωρ έχει. Και (325): από Σουλήνας ειςΨυχέα (το σημερινό ακρωτήρια Μέλισσα δυτικότερα,) στάδιοι ιβ΄(12).

Ήταν επίνειο της Συβρίτου (θρόνος Αμαρίου), απ’όπου πηγάζει ο ποταμός Πλατύςο αρχαίος Ηλέκτρας, που χύνεται στον όρμο της Αγ.Γαλήνης. Στις εκβολές τουήταν ναός της Αρτέμιδος, όπου άνθισε η λατρεία της. Κατά μήκος της παραλίας,στη δεξιά όχθη του χειμάρρου, κολόνες και άλλα λείψανα ιερού βρέθηκαν εκεί..Εκείνο το ιερό ήταν, χωρίς αμφιβολία, ιερό της Αρτέμιδος.

Στάλαι. Μεταξύ Μακρυγιαλού και Γούδουρα, στις νότιες ακτές της επαρχίαςΣητείας. Ήταν επίνειο της Πραισού στην νότια ακτής της Κρήτης. Οι κάτοικοι τηςπόλης ονομάζονταν Σταλίτες και είχαν μεγάλα έσοδα από την αλιεία πορφύρας και

τους δασμούς από τα λιμάνια. Σε κάποια περίοδο είχε υπό την κυριαρχία της τονησί Λευκή (Κουφονήσι) το οποίο χρησιμοποιούσαν οι εκάστοτε κυρίαρχοι του γιατην επεξεργασία της πορφύρας όπως φαίνεται και από τις ανασκαφές που γίνονταιεκεί τα τελευταία χρόνια. Εξάλλου οι εναλλασσόμενοι ιδιοκτήτες του νησιούασχολούνταν όλοι με την αλιεία της πορφύρας, όπως οι Ιτάνιοι, οι Αιγύπτιοι, οιΙεραπύτνιοι και οι Σταλίτες. Οι Σταλίτες υποχρεώνονταν από την Πραισό, ναμεταφέρουν με τα πλοία τους απεσταλμένους της πόλης στο εξωτερικό.

Σουλήνα. Η Σουλία.

Στήλαι. Πόλη στην αρχαία Κρήτη. Την τοποθετούν στην τοποθεσία όπου χτίστηκετο Βενετσιάνικο κάστρο Μπελβεντέρε στο Μονοφάτσι Ηρακλείου, κοντά στοχωριό Καστελιανά. Οι κάτοικοί τους ονομάζονταν Στηλαίοι ή Στηλίτες (εγκ.ΝέαΔομή).

Στρήνος. Ιστρών.

Σύβριτα. Θρόνος Αμαρίου.

Σύβριτος. Θρόνος Αμαρίου.

Σύβριτα ή Συβρίτα ή Σίβυρτος ή Σούβριτος ή Σούβριτα και Σύβριτος, η. Πόλη τηςΚρήτης, στα νότια της Ελεύθερνας και της Ρίθυμνας. Βρισκόταν στην κεντρική οδόπου ένωνε τη βόρεια ακτή με την πεδιάδα της Μεσαράς και τη νότια ακτή.Ιδρύθηκε κατά τους ύστερους μινωικούς χρόνους και άκμασε από τους ύστερουςκλασικούς έως τους ρωμαϊκούς χρόνους. Ήταν μια από τις πρώτες κρητικές πόλειςπου έκοψαν νομίσματα, με τη μορφή του Διονύσου, που κρατούσε στο ένα χέρι ένακάνθαρο και από το άλλο το θύρσο, μια ράβδο με φύλλα αμπελιού, έμβλημα τουΔιονύσου. Από την άλλη όψη τη λέξη ΣΙΒΡΙΤΙΩΝ και τον Ερμή. Άλλα είχαν τοκεφάλι του Δία στεφανωμένο με δάφνη, άλλα κεφαλή αίγας και σταφύλι, άλλατρίαινα και δελφίνι, άλλα τη μορφή του Απόλλωνα κλπ. Ο Σβορώνος αναφέρει 15είδη. Τα ερείπια της Συβρίτας αναγνωρίζονται κοντά στο χωριό Θρόνος όπουβρέθηκαν τμήματα ακρόπολης, ερείπια οικιών με μωσαϊκά, αγγεία, ειδώλια καιμεταλλικά σκεύη. Το νεκροταφείο αποκαλύφθηκε στα νοτιοδυτικά του χωριού.Ήταν σε θαυμάσια θέση πάνω σε λόφο, σε αλλεπάλληλα επίπεδα από όπου έβλεπανολόκληρη την κοιλάδα του Αμαρίου και την κοιλάδα του Βενί. Το λιμάνι της ήτανστην αρχαία Σουλία, σημερινή Αγία Γαλήνη. Η Σύβριτος συμμετείχε στη συμφωνίατων Κρητικών πόλεων με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου, και με την Τεώ της Ιωνίαςγια τη χρήση του ιερού του Διονύσου ως ασύλου. Την αναφέρει ο Σκύλαξ,Ελεύθερνα προς βορέαν. Νότον δε Σύβριτα. (Περίπλους XLVII). Ο ΠτολεμαίοςΣούβριτα. (Γεωγραφική Υφήγησις, ΙΙΙ, 15, 7). Ο Ιεροκλής Σύβριτος (Συνέκδημος650, 7). Η Σύβριτος διατηρήθηκε και τη Β΄ Βυζαντινή περίοδο ακόμη και τα πρώταχρόνια της Βενετοκρατίας. Ως φαίνεται καταστράφηκε από τους Άραβες και δεναναφέρεται στο Τακτικόν 3 Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου το 980. Ήταν έδραεπισκοπής και αναφέρεται στο Τακτικόν Λέοντος του Γ’ και Κωνσταντίνου του Ε’(731-46).

<<Η Σίβυρτος είναι πόλη της Κρήτης, το εθνικό Σιβύρτιος, όπως αναφέρει οΠολύβιος>> (Στ.Βυζ.).

Συϊα ή Σύβα (Σούγια)

Συία, η. Αρχαία μικρή παραθαλάσσια πόλη στις νότιες ακτές της Δυτικής Κρήτης,λιμάνι της Ελύρου. Σήμερα λέγεται Σούγια. Το τοπωνύμιο απαντάται και Σύβα,(Στράβων). Προέρχεται μάλλον από τη λέξη σύς (χοίρος), δηλαδή Συία =χοιρόπολη. Φαίνεται ότι εκεί υπήρχαν δάση από δρείς και πρίνους και γινότανσυστηματική εκτροφή χοίρων. Η φαρδιά κοίτη του χειμάρρου του ΛάκκουΖωγράφου χωρίζει τα ερείπια σε δύο μέρη. Το μεγαλύτερο τμήμα της Συίας ήταναπό την ανατολική πλευρά του χειμάρου. Στη δυτική ήταν ο μώλος σε σημαντικόπλάτος και μήκος. Είχε ένα ευρύχωρο και καλά προφυλαγμένο λιμάνι, όπωςαναφέρεται και στους Σταδιασμούς (331), <<από Ποικιλασσού εις Σύβαν στάδιοι ν’πόλις έστί και λιμένα καλόν έχει. 332 από Σύβης εις Λισσόν στάδιοι λ’>>. Σήμεραμε την ανύψωση της Δυτικής Κρήτης το λιμάνι έχει εξαφανιστεί. Η Συία άκμασεκυρίως στη ρωμαϊκή περίοδο, όπως πιστοποιούν τα ερείπιά της, αλλά και κατά τηνπρώτη Βυζαντινή περίοδο, αφού τότε είχε τρείς παλαιοχριστιανικές βασιλικέςμεγάλων διαστάσεων. Φαίνεται ότι καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς.

Ο Pashley είδε ΒΔ της Ελύρου τα λείψανα του ρωμαϊκού υδραγωγείου της Συίας,που μετέφερε τα νερά της πηγής από το χωριό Λιβαδάς και τροφοδοτούσαν τηνπόλη και τις ρωμαϊκές θέρμες της. Σώζονται λείψανα αρχαίων κτηρίων, τειχών,τάφοι λαξευτοί, θεμέλια σπιτιών ρωμαϊκών χρόνων, ο Πάσλευ (ΙΙ, 102) είδε επίσηςσταυρούς χαραγμένους σε μάρμαρα. (Στ. Σπανάκη, Κρήτη, σελ. 356-361). Είχεσυγκροτήσει νομισματική ένωση με την Υρτακίνα, την Έλυρο, τη Λισσό και τηνΤάρρα, συμμετέχει δε στην ύστερη κλασική περίοδο στο <<Κοινόν των Ορέιων>>.<<Η Συία είναι μικρά πόλη της Κρήτης, και είναι επίνειο της Ελύρου. Οπολίτηςλέγεται Συϊάτης και Συϊεύς>> (Στ.Βυζ.). Σούγια Σελίνου.

Σύρινθος. Μακρύς Γιαλός Σητείας;

<<Η Σύρινθος είναι πόλη της Κρήτης, το εθνικό είναι Συρίνθιος όπως Ολύνθιος, τοθηλυκό Συρινθία>> (Στ.Βυζ.).

Σωσάνδρα

<<Η Σωσάνδρα είναι νήσος κοντά στην Κρήτη. Την ονόμασαν έτσι επειδή όταν οιΛύττιοι επιτέθηκαν νύκτα στην πόλη, έσωσε λένε τους ευρισκόμενους μέσασάυτήν. Ο Νησιώτης λέγεται Σωσάνδριος>> (Στ.Βυζ.).

Τάνος Κοντά στην Κυδωνία;

Τάνος, η. Πόλη της αρχαίας Κρήτης, από τον 6ο π.Χ. μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Ηθέση της είναι άγνωστη, αλλά επειδή τα νομίσματά της μοιάζουν με τα νομίσματατης Κυδωνίας υποθέτουν ότι ήταν κοντά σε αυτήν. Τα νομίσματα αυτά εικονίζουνστη μια όψη τους νεανικό κεφάλι (Διονύσου) στεφανωμένο με κληματίδα ή απλάμόνο το νεανικό κεφάλι και στην άλλη όψη φέρουν τρίποδα και στο βάθος κεραυνόκαι τα γράμματα ΤΑΝ, ή το σφαιρίδιο με τρεις μηνίσκους και την επιγραφή Τ/Α/Ν,ή Ερμή με φτερωτό πέτασο και την επιγραφή ΤΑΝ/Ι/Τ. Από τα νομίσματα φαίνεταιότι το εθνικό ήταν Τανίται και όχι Τάνιοι που αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος.Βεβαιώνουν ότι η Τάνος ήταν πόλη ανεξάρτητη και ελεύθερη, αφού είχε δικά τηςνομίσματα. Την άποψη ότι η πόλη ήταν κοντά στην Κυδωνία ενίσχυσε η

πληροφορία που αναφέρεται στην Creta, Sacra, I, !23, Hippocoronium sive Tanushodie Castrum Apricornum = Ιπποκορώνιον ή Τανός, σήμερο ΚάστροΑποκορώνου. Άρα ταυτίζεται το Ιπποκορώνιον με την Τάνο. Η Τάνο αναφέρεταικαι στον Κώδικα 918-8392, της 7ης σειράς ιταλικών χειρογράφων της ΜαρκιανήςΒιβλιοθήκης Tanno.

<<Η Τάνος είναι πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Αρτεμίδωρος στο τέταρτοβιβλίο της γεωγραφίας του. Το εθνικό .είναι Τάνιος.>> (Στ.Βυζ).

Τάρρα. Αγία Ρουμέλη Σφακίων.

Τάρρα, η. Πόλη της δυτικής Κρήτης, κοντά στο στόμιο του φαραγγιού τηςΣαμαριάς, στη θέση του σημερινού οικισμού της Αγίας Ρούμελης, κοντά στηθάλασσα, πανω σε λόφο στην αριστερή (ανατολική) όχθη του χειμάρρου πουκατεβαίνει το Φαράγγι της Σαμαριάς. Ιδρύθηκε πιθανότατα στους κλασικούςχρόνους και υπήρξε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο. Άκμασε κυρίως κατά τηνΕλληνορωμαϊκή περίοδο. Εκεί λατρευόταν κυρίως ο Απόλλων Ταρραίος, από τοναό του οποίου προέρχονται πιθανώς τα διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη πουβρέθηκαν. Η Τάρρα αναφέρεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς. Αν και μικρήήταν πόλη ανεξάρτητη, αφου είχε δικά της νομίσματα, που είχαν από το ένα μέροςκεφαλή κρητικού αίγαγρου και βέλος και από το άλλο μέλισσα ενδείξεις για τιςαπασχολήσεις των κατοίκων της. Η Τάρρα είχε νομισματική σύμβαση με τηνΈλυρο, την Υρτακίνα και τη Λισό. Τα νομίσματα είναι του 3ου και του 2ου π.Χ.αιώνα, όποτε η Τάρρα ήταν μέλος του κοινού των Κρηταιέων. Είχε ιδρύσει αποικίαστον Καύκασο με το ίδιο όνομα. Πιστεύται επίσης ότι ο Τάρρας της Κάτω Ιταλίαςήταν αποικία της. Στα ερείπια ενός από τους ναούς της πόλης (πιστεύεται ότι ήταντου Απόλλωνος) ο Buondelmonti είδε το 1415 μια επιγραφή με ελληινκά γράμματαπου έλεγε: αφελού τα πέδιλα, συγκάλυψε την κεφαλήν και είσελθε. Παρόμοιαεπιγραφή ήταν και στο ναότων Ματάλων. Το έθιμο να εισέρχεται ο πιστός στο ναόακάλυπτος και ανυπόδητος είναι αρχαιότατο.

Ο Απόλλων ύστερα από το φόνο του Πύθωνος, κατέφυγε στην Τάρρα όπουγίνονταν τελετές καθαρτήρίες στον ιερέα Καρμάνορα για εξιλασμό. Εκεί κατά τονΠαυσανία (Φωκικά Χ,16,3) ο Απόλλων <<εν τω οίκω Καρμάνορος συνεγένετο τηνύμφη Ακακαλλίδι>>, η οποία έπειτα εγέννησε δίδυμα, τον Φυλακίδη και τονΦίλανδρο, που τους θήλασε μια αίγα και για αυτό οι Ελύριοι αφιέρωσαν στουςΔελφούς μια χαλκή αίγα που θήλαζε δύο νήπια. Στην Τάρρα υπήρχαν εργαστήριαυαλουργίας. Από την Τάρρα καταγόταν ο Λούκιλλος που άκμασε τον 2ο π.Χ.αιώνα, και έγραψε σχόλια στα Αργοναυτικά του Ροδίου Απολλωνίου και οκιθαρωδός Χρυσόθεμις, γιός του Καρμάνορος, που νίκησε στα Πύθια. Η Τάρρααναφέρεται μεταξύ των πόλεων που υπόγραψαν τη συνθήκη το 170 π.Χ. με τονΕυμενή Β’ της Περγάμου.

Αναφέρεται από τον Πτολεμαίο (Γεωγραφική Υφήγησις ΙΙΙ, 15, 3). <<Νότιαςπλευράς περιγραφή. Λίσσος…Τάρρο…Ποικιλασσός>>. Στους Σταδιασμούς τηςΜεγάλης Θαλάσσης 329: Από Φοίνικος εις Τάρρον στάδιοι ξ’ (60) πόλις μικράέστιν έχει όρμον…330: από Τάρρον εις Ποικιλάσιον στάδιοι.

Ο Θεόφραστος αναφέρει (Περί Φυτών Ιστορίαι, ΙΙ, 2,2): Κυπάριττος δε παρά μεντοις άλλοις από σπέρματος, εν Κρήτη δε και από του στελέχους, οίον επί της ορείας

εν Τάρρα. Παρά τούτοις γαρ έστιν η κουριζομένη κυπάριττος. Αυτή δε από τηςτομής βλαστάνει πάντα τρόπον τεμνομένη και από γης και από του μέσου και απότου ανωτέρω. Βλαστάνει δε ενιαχού και από των ριζών, σπανίως δε. Πρώτος οΠάσλευ επεσήμανε τη θέση της.

Στην περιοχή βρέθηκε λίθινη στήλη με έκτυπο διπλό πέλεκυ, που δείχνει τηνεπιβίωσή της προϊστορικής θρησκείας της Κρήτης κατά τους ιστορικούς χρόνους.Βρίσκεται στο Μουσείο Χανίων.

<< Η Τάρρα είναι πόλη της Λυδίας. Υπάρχει και άλλη στην Κρήτη όπου τιμάται οΤαρραίος Απόλλων. Υπάρχει και άλλη στον Καύκασο η οποία είναι αποικία τωνΚρητών. Από την Κρητική Τάρρα κατάγεται ο Λούκιος, ο οποίος έγραψε τρίαβιβλία περί παροιμιών, άριστα. Το θηλυκό της κατοίκου λέγεται Ταρραία>>(Στ.Βυζ.).

Τεγέα. Κοντά στην Πολυρρηνία;

Η πόλη άκμασε κατά την Ελληνορωμαϊκή περίοδο. Στον αλφαβητικό κατάλογο των100 πόλεων της Κρήτης του Κώδικα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης αναφέρεται και ηΤεγέα. Ο Κορνέλιο στον αλφαβητικό κατάλογο των 100 πόλεων της Κρήτηςαναφέρει: Μυρίνα ή Τεγέα ιδρυθείσα από τον Ταλθύβιο σε τόπο που τώρα λέγεταιΚαλούς Λιμένες. Αν είναι σωστή πληροφορία του, η Τεγέα ήταν στους ΚαλούςΛιμένες.

<<Υπάρχει και Τεγέα στην Κρήτη η οποία κτίστηκε από τον Ταλθύβιο. Ο πολίτηςλέγεται Τεγεάτης όπως Ελεάτης και το θηλυκό Τεγεάτις. Από εκεί κατάγεται ημελοποιός Ανύτη Τεγεάτις, λέγεται και Τεγεάς όπως Ιλιάς, οξύνεται όπωςΣοφοκλής>> (Στ.Βυζ.)

Τρίποδος. Διοδ. Σικελιώτης <<Διότι λένε πως ο Πλούτων γεννήθηκε στο Τριπόδωτης Κρήτης από την Δήμητρα και τον Ιάσονα>>.

Ο Ησίοδος (Θεογονία 969), αναφέρει ότι η Δήμητρα συνευρέθει με τον Ιάσονα σεένα χωράφι, τρεις φορές οργωμένο, ένι τριπόλω Κρήτης εν πίονι δήμω. Σήμερα τοόνομα αυτό σώζεται στο χωριό Τριπόδω, στις Μαργαρίτες Μυλοποτάμου, όπουστις τελευταίες ανασκαφές βρέθηκαν αξιόλογα αντικέιμενα. Το ότι έχεπαρερμηνευτεί το χωρίο του Ησίοδου και ότι δεν υπάρχει τέτοια αρχαία πόλη,μάλλον είναι λάθος.

Τρίτα. Άλλη ονομασία της Κνωσού (Βλ. Λήμμα).

Τύλισ(σ)ος. Τύλισος Μαλεβυζίου.

Πόλη της Κρήτης, η οποία – μέσω της σύγχρονης κωμόπολης – διατηρεί τηνονομασία της για πάνω από 4.000 χρόνια. Η αρχαία Τύλισσος ήταν κτισμένη σε ένααπό τα πρώτα χαμηλά πρόβουνα της Ίδης (Ψηλορείτης), η οποία υψώνεται αμέσωςδυτικά της. Κατείχε έτσι μια εύφορη γεωργική περιοχή που ισοδυναμεί με το δυτικότμήμα της πεδιάδας της βόρειας κεντρικής Κρήτης. Εύκολη όμως θα ήταν και ηεπαφή της με τη θάλασσα που δεν απέχει πάνω από 8 χλμ. Κατά τη ΜινωικήΕποχή, το επίνειο της Τυλίσου βρισκόταν στο σημερινό χωριό Γάζι. Τα αρχαιότερα

ίχνη κατοίκησης στην Τύλισο ανάγονται στην 3η χιλιετία και συνίσταται σελείψανα οικιών της Πρωτομινωικής Εποχής. Η ζωή της όμως ως οργανωμένουαστικού κέντρου αρχίζει πιθανώς κατά τη Μέση Μινωική Εποχή (αμέσως μετά το2000 π.Χ.) και γνωρίζει ακμή για 1.000 ίσως χρόνια, έως το τέλος της 2ης π.Χ.χιλιετίας. Οι ανασκαφές του Κρητικού Ιωσήφ Χατζηδάκη, έγιναν κατά τις αρχέςτου αιώνα (1909-1913, μεταπολεμικά πραγματοποιήθηκαν περαιτέρω ανασκαφέςκαι συντήρηση των ερειπίων), αποκάλυψαν τμήματα του μινωικού οικισμού, στονοποίο κυριαρχούν τρία μεγάλα οικοδομήματα. Παρουσιάζουν όλα εκείνα ταχαρακτηριστικά που διακρίνουν την υψηλής στάθμης μινωική ανακτορικήαρχιτεκτονική. Βρέθηκαν χάλκινο τάλαντο, αποθήκες με τρεις τεράστιουςχάλκινους λέβητες, λουτρό ή δεξαμενή καθαρμών, αντικείμενα καθημερινήςχρήσης, χάλκινα ειδώλια και τοιχογραφίες. Βρέθηκαν επίσης νομίσματα πουδείχνουν μια γυναίκα (η Ήρα) με ανθοστόλιστο στέμμα (με φοίνικες) και πίσω οΑπόλλων με τη λέξη ΤΥΛΙΣΙΩΝ. Άλλα παριστάνουν νέο κυνηγό, που κρατάκεφάλι αίγαγρου και τόξο, με την επιγραφή ΤΥΛΙΣΙΩΝ. Πήλινοι σωλήνεςυδραγωγείου μετέφεραν το νερό της σημερινής πηγής του Αγίου Μάμα, πουυδρεύει και σήμερα το χωριό. Το χάλκινο ειδώλιο και ένα πιθάρι έχουν εγχάρακτηεπιγραφή στη Γραμμική Α. Στο ειδώλιο διαβάζομε τη λέξη ναύα. Κατά τον Ησύχιοναύειν = ικετεύειν, επομένως η επιγραφή μας λέει ότι το ειδώλιο παριστάνειικέτη.

Για πρώτη φορά διαβάζομε το όνομα της Τυλίσου στις πινακίδες Γραμμικής Β’γραφής της Κνωσού και Τυλίσου κατά την εποχή αυτή. Τα ευρήματα τωνγεωμετρικών χρόνων είναι λίγα. Κατά τους ιστορικούς χρόνους, η Τύλισος υπήρξεανεξάρτητη πόλη – κράτος, κατά περιόδους σύμμαχος ή υποτελής της Κνωσσού. Ηιστορία της όμως )όπως και όλης της Κρήτης) είναι ατελώς γνωστή και κατά βάσημόνο από επιγραφές με σημαντικότερη μία των μέσων του 5ου αιώνα π.Χ. στηνοποία αναγράφεται η σύναψη συνθήκης με την Κνωσό με επιδιαιτητή το Άργος.

Υδραμία (ή Ύδραμον). Δράμια Αποκορώνου

Υδράμια ή Ύδραμον. Στο γήλοφο Κεφάλα κοντά στο χωριό Δράμια, της κοινότηταςΦυλακής Αποκορώνου βρίσκεται η αρχαία πόλη Ύδραμία ή Ύδραμον, επίνειο τηςΛάππας στον κόλπο του Αλμυρού. Η Υδραμία φαίνεται να υπήρχε τημετανακτορική περίοδο, όπως δείχνει λάρνακα που βρέθηκε εδώ. Αλλά στηΡωμαϊκή περίοδο ήταν στην ακμή της. Βρέθηκαν ρωμαϊκά όστρακα και άγαλμαγυμνού Ηρακλή 0,90 μ. Ρωμαϊκής τέχνης. Εκεί βρισκόταν η μονή του ΑγίουΓεωργίου, άλλοτε εξάρτημα της μονής Μυριοφύτων, που ερημώθηκε το 1770 με τησφαγή όλων των καλόγερων μέσα σε αυτή. Στον κατάλογο των 100 πόλεων τηςΚρήτης του Κώδικα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης αναφέρεται Idramia, allogiamentode forestieri, era ove hora e il casale Dramia nel confine tra Rettimmo e la Canea. (=Υδράμια. Εγκατάσταση ξένων. Ήταν όπου είναι τώρα το χωριό Δράμια στα σύνοραΡεθύμνου και Χανίων).

<<Η Υδραμία είναι πόλη της Κρήτης, όπως αναφέρει ο Ξενίων ο οποίος έγραψε ταΚρητικά, οι πολίτες λέγονται Υδραμιείς όπως Μεγαρείς >> (Στ.Βυζ.).

Υρσός (Υρταίοι).

Στο δίτομο έργο <<ΚΡΗΤΗ Ιστορία και Πολιτισμός>>, αναφέρεται στη λέξη

Υρταίοι: Πόλη ή κοινόν που προσαρτήθηκε μάλλον από τη Γόρτυνα. Η υπόθεσηαυτή, όσο αφορά το <<πόλη>>, είναι σωστή, σύμφωνα με όσα διάβασα πριν μερικάχρόνια στο <<Δίσκο της Φαιστού>> και δημοσιεύτηκαν περιληπτικά στο περιοδικό<<Κρήτη>> και στην εφημερίδα του Ηρακλείου <<Πατρίς>> στις 22/23/24/25-4-1998. Θα αναφέρω εδώ με λίγα λόγια τα απαραίτητα. Στο Δίσκο της Φαιστού έχουνγράψει δια τεχνάσματος Ορφικοί, με αλφάβητο της εποχής των Κωδίκων τηςΓόρτυνας, ένα κείμενο που μεταξύ άλλων λέει ότι: Όταν ο Σόλων αυτοεξόριστοςήλθε στην πόλη την πάσχουσα από τους κατ’επανάληψη σεισμούς, ορκίστηκε αφούτον μύησαν στα Ορφικά των Φαιστίων και στους θεούς των ντόπιων Στιαίων, έκανεδε θυσία χοίρων όπως θυσιάζουν στην Υρσό χοίρους, και ορκίστηκε ότι θα μείνειγια πάντα ομοϊδεάτης τους. Από το κείμενο αυτό φαίνεται ότι η Υρσός ήταν πόληκαι κατ’επέκταση το Υρσαίος πρέπει να είναι εθνικό όνομα.

Ύρτακος (ή Υρτάκινος ή Υρτακίνα). Τεμένια Σελίνου

Υρτακίνα, ή (Σκύλαξ 47) Πόλη της Δυτικής Κρήτης, γνωστή και ως Αρτακίνα(Πτολεμαίος ΙΙΙ, 17, 10) και Υρτακός (Στ. Βυζ.). Βρισκόταν στα δυτικά της Ελύρουκαι της Λισσού, κόντα στο σημερινό χωριό Παπαδιανά, στα νότια του σημερινούχωριού Τεμένια, πάνω στο απότομο και απρόσιτο ύψωμα που ακούεται σήμεραΚαστρί, όπου σώζόνται αρχαία ερείπια. Ο Thenon πιστεύει πως ήταν η πρωτεύουσατων Αχαιών στη δυτική Κρήτη και καταστράφηκε από τους Δωριείς. Η περιοχή τηςήταν η κοιλάδα του Βλιθιά μέχρι τη θάλασσα. Την περιέβαλλαν δυο σειρέςισχυρότατα τείχη κυκλώπεια, που τα λείψανά τους σώζονται. Ήταν μια πόληφρούριο όπου οι στρατιώτες ζούσαν με τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Σαναυτόνομη πόλη είχε δικά της νομίσματα όπου εικονίζονταν το κρητικό αγρίμι απότο ένα μέρος και από το άλλο μέλισσα, όμοια με της Τάρρας. Άλλα είχαν από τοένα μέρος δελφίνι και από το άλλο αστέρα με 8 ακτίνες, που δείχνει ότι παρ’όλοπου ήταν μεσόγεια δεν της ήταν άγνωστη η ναυσιπλοϊα. Η Έλυρος, η Λισός, ηΤάρρα και η Υρτακίνα είχαν συνάψει νομισματική ένωση και είχαν τα ίδιανομίσματα, όπως ήταν μέλη στο κοινό των Κρηταιέων, μέσα 3ου π.Χ. αιώνα.Αναφέρεται στις κρητικές πόλεις που υπόγραψαν τη συνθήκη με τον Ευμένη Β’ τηςΠεργάμου το 174 π.Χ. Στην ακρόπολη της βρέθηκε μαρμάρινο ακέφαλο άγαλματου Πανός με σκέλη τράγου και πόδια δίχηλα, με ιμάτιο, ρωμαϊκών χρόνων. Το1939 ο Θεοφανίδης ανάσκαωε το Ιερό του Πανός.

Υρτακός ή Υρτακίνος. Πόλις της Κρήτης. Ο πολίτης Υρτακίνος. Πολύβιος δε τοθηλυκόν Υρτακίνη από του Υρτακίνος εθνικού. Από Υρτάκου δε Υρτάκος.(Στ.Βυζ.).

Φαιστός. Φαιστός Πυργιώτισσας

Φαιστός. Πανάρχαια και ονομαστή πόλη της Κρήτης, δεύτερη σε σημασία μετά τηνΚνωσό. Γι’αυτό και η παρουσία της στην αρχαία ελληνική γραμματεία είναιπληθωρική. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Όμηρο (στο <<ΝηώνΚατάλογος>> Ιλιάδα Β648-, Οδύσσεια γ269) ως πόλη <<ευ ναιετάωσα>>, δηλαδήκαλά κατοικημένη. Μνημονεύεται από τον ίδιο η συμμετοχή της, κατά τουςμυκηναϊκούς χρόνους, στον τρωικό πόλεμο. Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτηςαναφέρει ότι η Φαιστός ήταν μαζί με την Κνωσό και την Κυδωνία, μία από τις τρειςκύριες πόλεις που ίδρυσε ο Μίνωας στην Κρήτη. Αντίθετα ο Παυσανίας και ο Στ.Βυζάντιος υποστηρίζουν ότι την ίδρυσε ο Φαιστός, γιος του Ηρακλή ή γιος του

Ρόπαλου. Ειδικότερα η Φαιστός συνδέεται με το Ροδάμανθυ, ο οποίος κατά τηνπαράδοση φέρεται ως γιος του Φαιστού και όχι αδελφός του Μίνωα. Το αρχαίοκέντρο της Φαιστού βρίσκεται σε μια λοφώδη περιοχή που διαγράφεται από τρίαυψώματα, στην πεδιάδα της Μεσαράς, στην αριστερή όχθη του Γεροπόταμου, τουαρχαίου Ληθαίου, όχι μακριά από τη νότια ακτή της Κρήτης στο Λιβυκό πέλαγος.Ο πρώτος που υπέδειξε με ακρίβεια και ταύτισε τη θέση της Φαιστού, βασιζόμενοςστιςυποδείξεις του Στράβωνος, ήταν στα μέσα του περασμένου αιώνα, ο ΆγγλοςΣπραττ. Υπήρξε το μεγαλύτερο κέντρο της κεντρομεσημβρινής Κρήτης καιονομαστότερη σε όλη τη νήσο πόλη, κατά την περίοδο των Παλαιών Ανακτόρων ήΠαλαιοανακτορικής Εποχής.

Η ζωή της διήρκησε 4 περίπου χιλιετίες, από τη Νεολιθική Εποχή (που μας έδωσεένα τύπο κεραμεικής μοναδικό για αυτή την εποχή, βαμμένης με κόκκινη ώχραπάνω σε στιλπνή μαύρη επιφάνεια) μέχρι τις παρυφές της Βυζαντινής Εποχής.Γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθησή της το α΄ μισό της 2ης π.Χ. χιλιετίας (κατασκευήτου πρώτου ανακτόρου και των πολυάριθμων συνοικιών) χάρη και στηνπρονομιούχο θέση της, καθώς βρισκόταν στην οδό που συνέδεε τα λιμάνια τηςΦαιστού στις σημερινές τοποθεσίες Μάταλα και Κομός, στη νότια ακτή της νήσου,με την Κνωσό και το λιμάνι της, και αποτελούσε την αρτηρία του εμπορίου μεταξύτης Κρήτης, της Αιγύπτου και πιθανώς των ανατολικών ακτών του Αιγαίου.Βρέθηκε πολλές φορές σε πόλεμο με τη γείτονά της τη Γόρτυνα και στο τέλος τηνκατάστρεψαν και την κατάσκαψαν οι Γορτύνιοι, γύρω στο 200 π.Χ.

Η Φαιστός ανεξάρτητη και αυτόνομη πόλη είχε δικά της νομίσματα. Ο Σβορώνοςαναφέρει πολλούς τύπους. Τα περισσότερα απεικόνιζαν την Ευρώπη με χιτώνα,καθισμένη πάνω στον ταύρο και από την άλλη πλευρά κεφαλή λιονταριού και τιςλέξεις ΦΑΙΣΤΙΩΝ ΤΟ ΦΑΙΜΑ ή τον Ερμή καθισμένο σε βράχο. Άλλα εικονίζουντο μυθικό ήρωα Τάλω, νεό, γυμνό με φτερά και στα πόδια του ένα σκύλο. Άλλαπαριστάνουν τον Ηρακλή με τη λεοντή.

Οι Γορτύνιοι κατάστρεψαν μόνο την Ελληνιστική Φαιστό, γιαυτό σε όλη τηνέκταση του ανακτόρου βρέθηκαν ερείπια της ελληνιστικής εποχής, πουπαραμερίστηκαν, για να μην εμποδίσουν τη θέα των μινωικών ανακτόρων. Μόνοστην πλατεία παρέμειναν τα ελληνιστικά αυτά ερείπια, επειδή, ήταν έξω από τοκυρίως ανάκτορο και δεν έβλαπτε η παραμονή τους. Τα διάφορα στρώματακαταστροφής του Μινωικού ανακτόρου οφείλονται σύμφωνα με τα κείμενα πουείναι γραμμένα στο <<Δίσκο της Φαιστού>> σε αλλεπάλληλους σεισμούς, αφού ηπόλη <<όλο σείεται>> όπως γράφουν οι Φαίστιοι Ορφικοί στο Δίσκο. Οιτελευταίες όμως ανασκαφές (1993-4) που έγιναν από τους Ιταλούς στη Φαιστόαπέδειξαν αυτό που γράφει ο Δίσκος για τους αλλεπάλληλους σεισμούς.

Στη Φαιστό, οι Φαίστιοι γιόρταζαν τα Εκδύσια, προς τιμήν της Φυτίης Λατούς, ηοποία μεταμόρφωσε την κόρη της Γαλάτειας σε νεαρό.( Η Γαλάτεια είχεπαντρευτεί και γέννησε μια κόρη, ενώ ο σύζυγός της ήθελε γιο. Η Γαλάτειααπόκρυψε το φύλο του παιδιού και το ονόμασε Λεύκιππο, και ξεγέλασε το σύζυγο.Αλλά όταν μεγάλωσε το παιδί δεν μπορούσε να συνεχιστεί η απάτη, και η Γαλάτειαέκαμε παράκληση στη θεά Φυτίη Λητώ να μεταμορφώσει την κόρη της σε άνδρα.Η θεά εισάκουσε την παράκληση και το παιδί εκδόθηκε τον παρθενικό πέπλο.Για το θαύμα αυτό οι Φαίστιοι καθιέρωσαν εορτή και την ονόμασαν εκδύσια).

Η Φαιστός ήταν πατρίδα του μάντη και θεοσοφιστή Επιμενίδη, σύγχρονου τουΣόλωνα των Αθηνών (Πλουτάρχ. Σόλων 12). Ο Επιμενίδης προσκλήθηκε στηνΑθήνα, για να την καθαρίσει από το Κυλώνειον άγος το 596 π.Χ. Θεωρούντανένας από τους επτά σοφούς της Ελλάδας. Λόγω της φιλίας του φαίνεται με τονΣόλωνα, ο δεύτερος αυτοεξόριστος επισκέφτηκε τη Φαιστό, σύμφωνα με το<<Δίσκο της Φαιστού>>, όπου μυήθηκε στα Ορφικά των Φαιστίων και κάνονταςθυσία υποσχέθηκε να μείνει για πάντα ομοϊδεάτης τους. Για το <<Δίσκο τηςΦαιστού>>, ο οποίος βρέθηκε στη βόρεια πλευρά του ανακτόρου σε στρώμαδιαταραγμένο (ήταν αναμειγμένα, υλικά ανακτορικής εποχής με Ελληνιστικής), ότιέχει γραφτεί πριν από την προηγούμενη ανάγνωση, στηρίζεται μόνο σε υποθέσεις.Είχε επικρατήσει η υποθετική άποψη ότι το κείμενο είναι ύμνος προς την θεότητα.Βέβαια πάνω στο Δίσκο δεν είναι γραμμένο μόνο το κείμενο της ΕλληνικήςΚρητικής Διαλέκτου. Εδώ έχομε ένα πραγματικό μήνυμα των Φαιστίων προςαυτούς που θα εύρισκαν το Δίσκο, με το οποίο περιγράφεται με κείμενα, με εικόνες,με γεωμετρικά σχήματα και σύμβολα Ορφικά ο πολιτισμός της περιοχής στοπέρασμα των αιώνων μέχρι την Ελληνιστική εποχή. Φυσικά δεν είναι δυνατόν νααναφέρομε περισσότερα εδώ για το <<Δίσκο της Φαιστού>>, λόγω έλλειψηςχώρου. Ο Δίσκος βρίσκεται στο Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης, στην προθήκη 41,και αποτελεί μέχρι σήμερα, ως μήνυμα και κατασκευή ένα από τα κορυφαίαδημιουργήματα ή μια κορυφαία πράξη του ανθρώπου στο πέρασμα του από αυτόντον πλανήτη. Η αξία του Δίσκου θα γίνει κατανοητή μόνον όταν κορυφαίοιαστροφυσικοί, θρησκιολόγοι, μαθηματικοί, γεωμέτρες, σεισμολόγοι, γεωλόγοι,ιστορικοί και πολλοί άλλοι των θετικών ειδικά επιστημών αναλύσουν ο καθέναςαπό την πλευρά της επιστήμης του τα μηνύματα που του έστειλαν οι Φαίστιοι.

Το ελληνικό κείμενο στο Δίσκο της Φαιστού.

Α πλευρά.

ΟΣ ΟΤΑΝ ΟΤΕΩΝ ΟΣΨΙΑ ΠΟΛΙΝ ΦΕΣΤΟ ΟΣΟ ΕΣΟ. ΟΤΑΝ ΠΟΛΙΝ ΟΣΥ ΙΠΙ.ΠΟΛΙ ΟΤΑΝ ΟΨΕΕΙ ΟΛΟ ΣΕΙ. ΕΡΦΕΦΕΙ ΟΕΩΝ ΜΥΣΝ. ΕΜΦΕΟ ΟΤΕΩΝΣΌΛΩΝ ΟΨΟΙ ΑΣΤΥ. ΟΡΦΕΩ ΤΩΝ ΟΤΕΩΝ ΕΟΣΟ ΟΜΝΩΝ.

Μετάφραση.

Όταν στο οσοδήποτε μακρινό μέλλον θα είσαι στην περι ού ο λόγος καλυμμένη(σκεπασμένη) πόλιν τους. Όταν η πόλη έτσι καταπλακώθηκε. Όταν απ΄ότι φαίνεταιη πόλη όλο σείεται. Αφού επέτρεψε έβγαλαν λόγο και τον εμύησαν. Αυτοεξόριστοςαπ΄ότι φαίνεται ο Σόλων στην πόλη τους. Στα Ορφικά τα δικά τους ορκίστηκε.

Β πλευρά.

ΕΟΙ ΟΙ ΞΕΙΕΤΕΩΝ. ΕΟΙ ΕΥΤ ΟΛΩΝ. ΩΣΥ ΥΡΣΩ ΟΣΕΕΝΩΝ ΣΥΩΝ. ΟΙΣΤΙΕΩΝ ΣΥΩΝ. ΤΩ ΞΕΙΕΤΕΩΝ ΣΥΩΝ. ΟΙ ΣΤΙΕΩΝ ΟΨ ΕΤΕΟΝ ΟΜΝΩ.ΕΥΝΩΝ ΕΣΟ. ΑΣΜΩΝ ΠΙΩ. ΟΟΣΩ ΟΜΟΩΝ ΑΪΝ. ΩΣΥ ΟΜΦΕ ΣΟΛΩΝ.

Μετάφραση.

Θεοί των οικοδεσποτών. Θεοί στους οποίους προσεύχονται και θυσιάζουν όλοι.Όπως στην Υρσώ κάθε χρόνο χοίρους. Στους (Θεούς) των Στιέων προσφέρουν

χοίρους. Δια τούτο στους θεούς των οικοδεσποτών προσφέρουν χοίρους. Στουςθεούς των Στιέων μα την αλήθεια ορκίζομαι. Μου είστε συμπαθείς.Ευχαριστημένος είμαι. Και προβλέπω να είμαι πάντα ομοϊδεάτης σας. Έτσιπρόβλεψε ο Σόλων.

Φαιστός: Πόλις Κρήτης, οξυτόνως το γαρ βαρύτονον κύριον εκτίσθη υπό Φαίστουτου Ροπάλου, Ηρακλέους παιδός. Ο πολίτης Φαίστιος και Φαίστια και Φαίστιον καιΦαιστιάς. Έστι δε τις Λισσής αιπεία τε εις άλα πέτρη. Έστι και Αχαϊας, ως Ριανόςεν Αχαϊκών τρίτω το εθνικόν ομοίως Φαίστιος. Έστι και από του ΦαιστίνοςΦαιστίνιος. Έστι και άλλη Φαιστός Πελοποννήσου η πρότερον Φρίξα καλούμενη.(Στ.Βυζ.).

Φαιστός πόλις Κρήτης. Όμηρος (γ296) <<ες Φαιστόν. Μικρός δε λίθος μέγακυμ’αποέργει>>. (Σούδα).

Φαλάννα(ι). Βένι Αμαρίου;

Η Φάλαννα αναφέρεται και στον πίνακα των Θεωροδόκων της ΔελφικήςΕπιγραφής. Αναφέρεται επίσης σε κατάλογο των Εκατό αρχαίων πόλεων τηςΚρήτης: Phalana, da quale e Phalenide peripaticio. (=Φάλαννα από την οποίαείναι Φαλενίδης ο περιπατητικός). Η Φάλαννα θεωρήθηκε αποικία της ομώνυμηςαχαϊκής πόλης της Θεσσαλίας. Ο Σβορώνος αναφέρει νόμισμα με κεφαλή της Ήραςστεφανωμένη και πίσω δύο ιχθύες και ανάμεσα τους ένα ζώο. Αυτό σημαίνει ότιήταν πόλη ελεύθερη και ανεξάρτητη.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει και την Φάλαννα της Κρήτης, από την οποία κατάγεται οΦανιάδης ο περιπατητικός, ο πολίτης λέγεται Φαλανναίος και Φαλανναία τοθηλυκό.

Φαλάνναια. Πιθανόν στο χωριό, Βένι Αμαρίου.

Φαλανναία. Πόλη της αρχαίας Κρήτης. Πολλοί την ταυτίζουν με την πόληΦάλαννα, της οποίας σώζονται ασημένια νομίσματα. Πιστεύεται ότι πρόκειται γιατο εθνικό θηλυκό Φαλανναία.

<<Η Φαλάνναια είναι πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λέγεται Φαλανναιεύς, όπως τουΉραια Ηραιεύς>> (Στ.Βυζ.).

Φαλάσαρνα. Ακρωτήριο Κούτρι Κισάμου.

Φαλάσαρνα, η. Η δυτικότερη πόλη της Κρήτης, με σημαντικό λιμάνι, που συχνάχρησίμευε και ως επίνειο της Πολυρρήνιας. Δεν πήρε μέρος στο κοινό τωνΚρηταιέων, επειδή βρισκόταν υπό πτολεμαϊκή κατοχή. Το 184 π.Χ. κατελήφθηπροσωρινά από τους Κυδωνιάτες. Ερείπια της Φαλάσαρνας αναγνωρίστηκαν στοακρωτήριο Κουτρί και στους πρόποδες της χερσονήσου Κωρυκίας (Γραμπούσας).Σώζονται τμήματα της ακρόπολης και πύργων του τείχους, υδατοδεξαμενές τοίχοιοικιών και ναών αφιερωμένων στη Δίκτυννα και στον Απόλλωνα. Όλαχρονολογούνται από τον 6ο π.Χ. ως τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Από τις λιμενικέςεγκαταστάσεις δεν σώζονται σαφή ίχνη, αφού η στάθμη της θάλασσας έχει ανέβει.Στα νοτιοανατολικά της πόλης βρίσκονταν οι νεκροπόλεις με τους λαξευτούς και

τους λακκοειδείς τάφους. Από αυτούς προέρχονται αγγεία κλασικών καιελληνιστικών χρόνων. Σαν ανεξάρτητη και αυτόνομη πόλη είχε δικά της νομίσματαπου είχαν από το ένα μέρος κεφαλή γυναίκας με ενώτια και από το άλλο ταγράμματα ΦΑ ανάμεσα σε μια τρίαινα. Αναφέρεται στον κατάλογο των κρητικώνπόλεων που υπόγραψαν τη συνθήκη με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου. Ο Πολύβιοςαναφέρει ότι το 184 π.Χ. την κατάλαβαν οι Κυδωνιάτες, αλλά ο Ρωμαίος Άππιοςτους διέταξε και την εγκατάλειψαν. Σήμερα σώζονται αναληματικοί τοίχοι πουστήριζαν τα διάφορα επίπεδα όπου ήταν η πολιτεία, κτισμένη με τετραγωνισμένεςακατέργαστες πέτρες δίχως συνδετική ύλη, όπως οι παρόμοιοι τοίχοι αντιστήριξηςστην Λατώ Ετέρα. Σώζονται επίσης υπολείμματα από τα κυκλώπεια τείχη της,θεμέλια σπιτιών με τα κατώφλια ακόμη στη θέση τους, ερείπια ναού της ΑρτέμιδοςΔικτύννης ή του Απόλλωνος. Ο Πάσλευ επισκέφτηκε τη Φαλάσαρνα τον Απρίλητου 1834. Είδε 30 περίπου τάφους λαξευτούς στο βράχο, όπως στα Μάταλα, καιένα πέτρινο θρόνο, που υποθέτουν ότι ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, επειδήήταν ναυτική πόλη. Αλλά επειδή υπήρχε ναός της Δικτύννης Αρτέμιδος ο Πάσλευπίστευε πως ήταν αφιερωμένος στη Δίκτυννα. Αντίθετα ο Σπράττ υποθέτει ότι δενήταν θρόνος, γιατί οι διαστάσεις του δεν επιτρέπουν τέτοια χρήση, αλλά μάλλονβήμα από το οποίο μιλούσαν οι ρήτορες. Ο Πέτλεμπούρυ είδε πολλά ελληνιστικάκαι ρωμαϊκά όστρακα στην επιφάνεια του αρχαίου χώρου και στις τοποθεσίεςΜετόχι και της Παναγιάς το Λιβάδι, δεξαμενές, υδραγωγείο και δωρικάκιονόκρανα. Στα Λουθούρια και την Αναλάβωση τάφους. Το 1960 συνελέγησανστη Φαλάσαρνα ταφικοί πίθοι και βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο Χανίων.

<<Η Φαλάσαρνα είναι πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λέγεται Φαλασάρνιος, όπωςλέει ο Ξενίων>> (Στ.Βυζ.).

Φαραί. Μεσόγεια πόλη της Κρήτης, στην περιοχή της Λιγόρτυνο.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει και την Κρητική πόλη Φαραί, η οποία είναι αποικία τηςαντίστοιχης πόλης της Μεσσήνης, όπως γράφει ο Φίλων

Φελαία. Ακρωτήρι Τράχηλας Κισάμου.

Φοινικούς. Λουτρό Σφακίων

Φοινικούς, ο. Συχνή ονομασία λιμένων, από τους οποίους πιο γνωστοί είναι τωνΚυθήρων, της Κρήτης, της Μεσσηνίας, της Παμφυλίας, της Σικελίας και τηςΛιβύης. Η ονομασία αυτή οφείλεται προφανώς στην εγκατάσταση στις περιοχέςαυτές Φοινίκων εμπόρων.

Ήταν επίνειο της Ανώπολης Σφακίων και για αυτό λεγόταν Κάτω Πόλη. Σώζονταιυπόγειοι θόλοι και ερείπια όλων των εποχών, ρωμαϊκά λείψανα, θεμέλιαοικοδομών, επιγραφές, τάφοι, τοίχοι αντιστήριξης κλπ. Στο Φοινικούντα υπήρχανεργαστήρια επεξεργασίας και χρήσης πορφύρας. Τα ερείπια της βυζαντινής πόληςείναι κοντά στον κόλπο του Λουτρού, και φθάνουν μέχρι την τοποθεσία Φοινικιές,που διατηρεί το αρχαίο όνομα. Από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο αναφέρεται Φοινικούςλιμήν και Φοίνιξ πόλις. Αναφέρεται επίσης στους Σταδιαμούς της ΜεγάληςΘαλάσσης, 328: Από Απολλωνίας εις Φοίνικα στάδιοι ρ’ (100) πόλιν και λιμένα καιαπό Φοίνικος εις Τάρραν στάδιοι ξ’. Την Απολλωνία τοποθετεί η Γκαρντούσι στο

χάρτη στην περιοχή του Πλακιά του Αγίου Βασιλείου, Ρεθύμνου.

Φοινικούς. Πόλις Κρήτης. Εστι και νήσος προς τη Λυκία. Εστι και Φοινικούςλιμήν. Θουκυδίδης ογδόη. Το εθνικό Φοινικούντιος και Φοινικούσιος, ωςΣελινούντιος και Σελινούσιος. (Στ.Βυζ.).

Φοίνιξ Λαμπαίων. Πλακιάς Αγίου Βασιλείου;

Παράλιος αρχαίος οικισμός στα νότια παράλια της Κρήτης. Αναφέρεται από τοΣτράβωνα (Χ,475):Φοίνικας των Λαμπαίων, που πιστεύεται ότι ήταν στην περιοχήτου παράλιου σημερινού οικισμού Πλακιάς, επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου.Ο χαρακτηρισμός των Λαμπαίων έγινε, προφανώς, για διάκριση από τον Φοίνικατων Σφακίων, γιατί ανήκε στους Λαμπαίους, τους κατοίκους της Λάμπης ή Λάππαςτης αρχαίας πόλης Λάππα, που ήταν στη θέση της σημερινής Αργυρούπολης.

Χαλκητόριον. Άγνωστη θέση.

<<Το Χαλκητόριον είναι πόλη της Κρήτης, ο πολίτης λέγεται Χαλκητορεύς, όπωςαναφέρει ο Απολλόδωρος στο τέταρτο από τα χρονικά και ο Κρατερός στο περίψηφισμάτων αποκαλεί αυτούς Χαλκήτορας>> (Στ.Βυζ.).

Χερρόνησος ή Χερσόνησος. Χερσόνησος Πεδιάδος

Χερσόνησος, η. Ισχυρή πόλη της Κρήτης στα βόρεια παράλια του νησιού. Ήτανεπίνειο της Λύκτου και βρισκόταν ανάμεσα στο Ηράκλειο και την Ολούντα. ΟΠλούταρχος αναφέρει ότι ιδρύθηκε από τα παιδιά των κατοίκων της Ίμβρου και τηςΛέσβου οι οποίοι τα απόκτησαν με Αθηναίες (Βραβρώνα) τις οποίες είχαν απαγάγεικαι τα οποία με τη σειρά τους παντρεύτηκαν Σπαρτιάτισες. Τα έδιωξαν από τηΣπάρτη με τις γυναίκες τους, με χρήματα και πλοία και μάλιστα με αρχηγούς τωντους Λακεδαιμονίους Πόλλιν, Δέλφον και Κραταϊδαν. Αυτό αληθεύει, διότι σεσφραγίδα με ιερογλυφικά από τη Λύττο διαβάσαμε λέξεις οι οποίες αποδίδονταιστη Σπαρτιατική διάλεκτο. Οι κάτοικοι αυτοί έφεραν μαζί τους ένα άγαλμα τηςΑρτέμιδος. Ο Στράβων αναφέρει ένα ναό της Βριτομάρτεως, της κρητικής θεάς πουαπεικόνισαν οι Χερσονήσιοι στα νομίσματά τους. Η πόλη πήρε μέρος στο κοινότων Κρηταίεων (μέσα του 3ου αιώνα π.Χ.) και αργότερα συμμετείχε στη συνθήκηειρήνης που σύναψαν οι κρητικές πόλεις με τον Ευμένη Β’ της Περγάμου. Στιςεπιγραφές του 2ου και του 1ου π.Χ. αιώνα αναφέρεται ως <<παραθαλάσσια Λύκτος(Λύττος)>>. Οι κάτοικοι των δυο πόλεων θεωρούνταν συγγενείς και είχαν στενέςοικονομικές σχέσεις. Μάλιστα μια επιγραφή θεωρεί τους κατοίκους των δύοπόλεων Λύττιους:<<α των Λυττίων>> των τε την άνω πόλιν οικούντων και των επίθάλασσα>> (Β.Γ.Θ. 1885 σελ. 17). Οι ανασκαφές στον Λιμένα Χερσονήσουέφεραν στο φως ίχνη μινωικής εγκατάστασης. Κατά τους κλασικούς χρόνους ηακρόπολη βρισκόταν στη χερσονησώδη προβολή της ακτής. Η ρωμαϊκή πόληεκτεινόταν στα νότια και δυτικά της ακρόπολης. Έχουν βρεθεί ίχνη του ρωμαϊκούθεάτρου (που ήταν εν μέρει ορατό ως το 1897), λιμενικά έργα και οικίες. Στη θέσητου ναού του Αγίου Νικολάου ίσως βρισκόταν ο ναός της Βριτομάρτεως. Εκεί οΜαρινάτος βρήκε επιγραφή δίστιχο που αναφέρεται στην <<Βριτομάρτιν>>, τουπρώτου αιώνα π.Χ.: <<Ευκλείδας και Λύκος οι Αλεξιμάχω – Βριτομάρτιχαριστήριον>>.

Στη θέση Πόλη, βρέθηκε επιγραφή σε μαρμαρόπετρα, που περιέχει συνθήκη μεταξύΓορτυνίων και Κνωσίων, τεμάχια αγαλμάτων και αρχιτεκτονικά μέλη οικοδομών.Μετέφεραν το νερό από μακρινές περιοχές με κτιστά υδραγωγεία. Στο 25 χλμ. Τουδρόμου Ποταμιές – οροπέδιο Λασιθίου, σώζονται ερείπια γιγαντιαίαςυδατογέφυρας, που ΄εδωσε το όνομα Ξεροκαμάρες στην τοποθεσία. Επίσης στοδρόμο Χερσόνησο – Καστέλι Πεδιάδος, στη θέση μετά το Άγιο Πνεύμα, φαίνονταιτα ερείπια άλλης υδατογέφυρας του υδραγωγείου Χερσονήσου, το οποίο όπωςδιαπίστωσε ο Νικ. Οικονομάκης μετέφερε το νερό στη ρωμαϊκή Χερσόνησο απότην πηγή Κουτσουνάρα, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση ΝΑ από το ΚαλόΧωριό, επαρχία Πεδιάδος. Πολλά νομίσματα της Χερσονήσου παριστάνουν κεφαλήτης Αρτέμιδος και από το άλλο μέρος τον Απόλλωνα γυμνό, καθισμένο σε κορμόδένδρου, κρατώντας τη λύρα. Άλλα παριστάνουν τον Ηρακλή, άλλα την κεφαλή τηςΑθηνάς κλπ και τη λέξη ΧΕΡΣΟΝΑΣΙΟΝ.

Η πόλη διατήρησε τη σπουδαιότητά της κατά τη πρωτοβυζαντινή περίοδο, καιακολούθησε τις περιπέτειες της Κρήτης κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας και τηςΤουρκοκρατίας. Είχε παρακμάσει μόνο κατά την περίοδο της Αραβοκρατίας.

Ο Στ. Βυζάντιος αναφέρει ότι υπάρχει νησί κοντά στην Κρήτη το οποίο ονομάζεταιΧερρόνησος, πάνω στο οποίο υπάρχει ομώνυμος μικρή πόλη. Επίσης ότι υπάρχειπόλη με το όνομα αυτό κοντά στη θάλασσα μεταξύ Κνωσού και Ολούντος. Οιπολίτες λέγονται Χερρονησίται και Χερρονήσιοι όπως γράφει ο Ξενίων σταΚρητικά. Το εθνικό αυτών είναι Χερρονήσιος.

Χερσόνησος. Ακρωτήριο Σφηνάρι Κισάμου;

Αρχαία πόλη της Δυτικής Κρήτης Ρωμαϊκής περιόδου. Τοποθετείται στη δυτικήπαραλία της Κρήτης, στο σημερινό όρμο Σφηνάρι Κισάμου. Αυτή η Χερσόνησος,όπως και τα Φαλάσαρνα ήταν λιμάνια της Πολυρρηνίας. Αναφέρεται από τονΠτολεμαίο (Γεωγραφική Υφήγησις ΙΙΙ, 15, 2) και από τον Στράβωνα (ΧVII, 838).

Ψυχίον, το. Ακρωτήριο Μέλισσα Αγ. Βασιλείου

<<Το Ψυχίον είναι τόπος της Κρήτης στον οποίο υπάρχει ομώνυμος πόλη, τοεθνικό Ψυχιεύς>> (Στ.Βυζ.)

Ώλερος. Μεσελέροι Ιεράπετρας

Ώλερος. Αρχαία πόλη της Κρήτης. Ήταν χτισμένη σε ένα ύψωμα, βορειοανατολικάτης Ιεράπυτνας και έχει ορατότητα και στο Κρητικό και στο Λιβυκό πέλαγος. ΗΏλερος από πολύ παλιά κατακτήθηκε από τους γείτονές της, Ιεραπυτνίους. Οικάτοικοί της λάτρευαν, την Ωλέρια Αθηνά και για να την τιμήσουν καθιέρωσαν ταΩλέρια, μια από τις πιο σπουδαίες εορτές της Ωλέρια και της Ιεράπυτνας. Το όνοματου χωριού Μεσελέροι, στη θέση του οποίου ήταν η αρχαία πόλη, είναι παραφθοράτου αρχαίου ονόματός της. Η ΄Ωλερος ήταν, ως φαίνεται, εξάρτημα τηςπλησιόχωρης ισχυράς Ιεράπετρας. Για αυτό δεν είχε δικά της νομίσματα και μόνοαπό το Στ. Βυζάντιο αναφέρεται, και σε επιγραφές. Το όνομα Ώλερος είναι αρχαίοελληνικό.

<< Η Ώλερος είναι Κρητική πόλη, για την οποία ο Ξενίων στα Κρητικά, λέει ότι

είναι κτισμένη σε υψηλό τόπο κοντά στην Ιεράπυτνα. Ο πολίτης λέγεται Ωλέριοςκαι η Αθηνά Ωλερία , το ουδέτερο Ωλέριον. Λέει ο ίδιος ότι την εορτή που ήταναφιερωμένη στη θεά αυτή πειραν από εδώ οι Ιεραπύτνιοι και την ονομάζουνΩλέρια>> (Στ.Βυζ.).