IKEE - ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

49
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ «Η επίδραση διαφορετικών μορφών προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές ικανότητες αθλητριών ρυθμικής γυμναστικής και μπαλέτου» Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία της Ζαγγελίδου Ελένης Που υποβάλλεται στο καθηγητικό σώμα του ΤΕΦΑΑ/ΑΠΘ για την μερική εκπλήρωση των υποχρεώσεων απόκτησης του Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης με τίτλο «Φυσική Δραστηριότητα και Ποιότητα Ζωής» Θεσσαλονίκη Δεκέμβριος 2016

Transcript of IKEE - ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

«Η επίδραση διαφορετικών μορφών προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές

ικανότητες αθλητριών ρυθμικής γυμναστικής και μπαλέτου»

Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία

της

Ζαγγελίδου Ελένης

Που υποβάλλεται στο καθηγητικό σώμα του ΤΕΦΑΑ/ΑΠΘ για την μερική εκπλήρωση των

υποχρεώσεων απόκτησης του Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης με τίτλο «Φυσική

Δραστηριότητα και Ποιότητα Ζωής»

Θεσσαλονίκη Δεκέμβριος 2016

1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ»

Η επίδραση διαφορετικών μορφών προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές

ικανότητες αθλητριών ρυθμικής γυμναστικής και μπαλέτου»

Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία

της

Ζαγγελίδου Ελένης

Που υποβάλλεται στο καθηγητικό σώμα του ΤΕΦΑΑ/ΑΠΘ για την μερική εκπλήρωση των

υποχρεώσεων απόκτησης του Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης με τίτλο «Φυσική

Δραστηριότητα και Ποιότητα Ζωής»

Εγκεκριμένο από το καθηγητικό σώμα:

Επιβλέπων: Γαλαζούλας Χρήστος, Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ

Υπογραφή………………….

Μέλος : Γιαννιτσοπούλου Ευγενία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ

Υπογραφή………………….

Μέλος: Παυλίδου Εύα Επίκουρη Καθηγήτρια ΤΕΠΑΕ-ΑΠΘ

Υπογραφή………………….

Θεσσαλονίκη Δεκέμβριος 2016

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ .................................................................................................................................. 5

ABSTRACT .................................................................................................................................. 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..................................................................................................... 7

Γενικά .................................................................................................................................. 7

Είδη προπόνησης διατάσεων ................................................................................................ 8

Η επίδραση των διατάσεων στην απόδοση ........................................................................... 8

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ .......................................................................................................... 10

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ .................................................................................................... 10

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ...................................................................................................... 10

ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ .......................................................................................................................... 11

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ......................................................................................................... 11

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ .......................................................................................................... 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ........................................................ 12

Στατικές διατάσεις ................................................................................................................ 12

Δυναμικές διατάσεις ............................................................................................................ 15

ΠΙΝΑΚΑΣ 1. ΕΡΕΥΝΕΣ ΟΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΕ Η ΑΜΕΣΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ

ΠΡΟΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ...................................................................................................................... 17

Λειτουργικά τεστ των κάτω άκρων και ιδιοδεκτικότητας ...................................................... 19

Δοκιμασίες/τεστ αναπήδησης στο ένα πόδι ........................................................................... 21

ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΩ

ΑΚΡΩΝ ......................................................................................................................................... 22

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ .............................................................................................. 23

Χαρακτηριστικά δείγματος .................................................................................................... 23

Περιγραφή Διαδικασίας ........................................................................................................ 23

Συνεδρία προ-ελέγχου ........................................................................................................... 24

Μέτρηση της ευκαμψίας ....................................................................................................... 24

Δοκιμασίες/τεστ αναπήδησης στο ένα πόδι (hop tests) ......................................................... 24

3

ΕΙΚΟΝΑ 1. ΤΕΣΤ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ................................................................................................... 25

Μονοποδική αναπήδηση απόστασης (single leg hop test) .................................................... 25

Τριπλή μονοποδική αναπήδηση απόστασης (triple hop for distance) ................................... 25

Διαδοχική (δεξιά – αριστερά) αναπήδηση κατεύθυνσης σε ευθεία με χρονομέτρηση

(cross over hop test) ............................................................................................................. 26

Τεστ χρόνου για 6 μέτρα (6-m hop for time) ......................................................................... 26

Περιγραφή των οργάνων ...................................................................................................... 26

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ ΕΥΚΑΜΨΙΑΣ .............................................................................. 27

Κάμψη ισχίου ....................................................................................................................... 27

Κάμψη γόνατος .................................................................................................................... 27

Ραχιαία κάμψη ποδοκνημικής .............................................................................................. 27

ΠΙΝΑΚΑΣ 3. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΠΡΟΘΕΡΜΑΝΣΗΣ .................................................................. 28

Περιγραφή στατικής και δυναμικής προθέρμανσης .............................................................. 28

Πρωτόκολλο προθέρμανσης ................................................................................................. 29

Διαδικασία μέτρησης ............................................................................................................ 29

Σχεδιασμός της έρευνας ........................................................................................................ 29

Στατιστική ανάλυση .............................................................................................................. 30

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ............................................................................................ 30

Περιγραφική στατιστική ........................................................................................................ 30

ΠΙΝΑΚΑΣ 4. ΑΝΘΡΩΠΟΜΕΤΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΜΠΑΛΕΤΟΥ ........ 30

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.ΑΝΘΡΩΜΕΤΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΡΥΘΜΙΚΗΣ ................. 30

Γράφημα 1. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 1) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου. ...................................................................... 31

Γράφημα 2. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 2 ) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου. ...................................................................... 31

Γράφημα 3. Αξιολόγηση της απόστασης με χρονομέτρηση (τεστ 3 ) πριν και μετά την

στατική και δυναμική προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου. .................................. 32

Γράφημα 4. Αξιολόγηση με χρονομέτρηση (τεστ 4 ) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου. ...................................................................... 32

4

Γράφημα 5. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 1) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής. ....................................................................... 33

Γράφημα 6. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 2) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής. ....................................................................... 33

Γράφημα 7. Αξιολόγηση της απόστασης με χρονομέτρηση (τεστ 3 ) πριν και μετά την

στατική και δυναμική προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής. ................................... 34

Γράφημα 8. Αξιολόγηση με χρονομέτρηση (τεστ 4 ) πριν και μετά την στατική και

δυναμική προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής. ....................................................... 34

Γράφημα 9. Η αρθρική κινητικότητα πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση. .......................................................................................................... 35

Γράφημα 10. Η αρθρική κινητικότητα πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση. .......................................................................................................... 35

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΣΥΖΗΤΗΣΗ ........................................................................................ 36

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ .................................................................................. 38

Προτάσεις για μελλοντικές έρευνες ....................................................................................... 39

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ................................................................................................... 40

5

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ζαγγελίδου Ελένη: «Η επίδραση διαφορετικών μορφών προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα

και σε κινητικές ικανότητες αθλητριών ρυθμικής γυμναστικής και μπαλέτου»

(Με την επίβλεψη του κ. Γαλαζούλα Χρήστου, Επίκ. Καθηγητή)

Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η αξιολόγηση της επίδρασης διαφορετικών μορφών

προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές ικανότητες των αθλητριών ρυθμικής

γυμναστικής και μπαλέτου. Στη μελέτη συμμετείχαν συνολικά 25 αθλήτριες (12) αθλήτριες

μπαλέτου και (13) ρυθμικής, ηλικίας ±14,24. Όλες οι συμμετέχουσες αξιολογήθηκαν και στα δύο

πρωτόκολλα προθέρμανσης με τυχαία σειρά και απείχαν μεταξύ τους δύο ημέρες. Αρχικά, έγινε η

μέτρηση της αρθρικής κινητικότητας, ακολούθησε η γενική προθέρμανση και η αξιολόγηση στα

hop tests, ακολούθως οι στατικές ή οι δυναμικές διατάσεις και η επαναμέτρηση της αρθρικής

κινητικότητας και αξιολόγηση στα hop tests. Για την ανάλυση των αποτελεσμάτων

χρησιμοποιήθηκε ανάλυση διακύμανσης (ANOVA) με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις και στους

δύο παράγοντες. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε στο p<0.05. Από τα αποτελέσματα

διαπιστώθηκε, θετική επίδραση και των δύο πρωτοκόλλων προθέρμανσης στην αρθρική

κινητικότητα των αθλητριών μπαλέτου και ρυθμικής καθώς και τις κινητικές ικανότητες που

αξιολογήθηκαν. Υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση σε όλες τις αρθρώσεις και με τα δύο

πρωτόκολλα. Συμπερασματικά, η εφαρμογή και των δύο πρωτοκόλλων προθέρμανσης είχε

παρόμοια βελτίωση στην αρθρική κινητικότητα σε όλες τις αρθρώσεις που μετρήθηκαν, όσον

αφορά τα κινητικά τεστ που αξιολογήθηκαν υπάρχει μια τάση μεγαλύτερης επίδρασης της

δυναμικής προθέρμανσης, χωρίς ωστόσο να είναι στατιστικά σημαντική. Περαιτέρω μελέτη

χρειάζεται για τη διερεύνηση του βέλτιστου μοντέλου προθέρμανσης σε αθλήτριες ρυθμικής και

κλασικού χορού.

Λέξεις κλειδιά: ρυθμική γυμναστική, μπαλέτο, αρθρική κινητικότητα, κινητικές ικανότητες.

6

ABSTRACT

Ζαγγελίδου Ελένη: «The effect of different types of warm-up in range of motion and in motor

abilities of rhythmic gymnasts athletes and ballet dancers»

(Under the supervision of Mr. Galazoulas Christos Ass. Prof.)

The aim of this study was to examine the acute effects of different types of warm up in range of

motion and in motor abilities of rhythmic gymnasts and ballet athletes. Twenty-five ballet dancers

(12) and (13) rhythmic gymnasts athletes were participated in this study aged ±14, 24. All the

participants were examined randomly in two types of warm up (static/dynamic), the two types

executed in two different days and the duration of the procedure was one week. Firstly, the ROM

was measured then, followed a general warm up and the evaluation of hop tests therefore, they

carried out both static or dynamic stretches and the remeasurement of ROM and again the

assessment of hop tests. It was used for the results, analysis of variance (ANOVA) with repeated

measurements in both factors and the level of significance was set at p<0.05. Positive effects of

both types of warm up in ROM and in motor abilities showed by the results. There was statistically

significant difference at all joints by both protocols. In conclusion, the utilization of both types of

warm up had almost the same improvement in ROM at all the joints which were measured.

Regarding the ability tests there is a bigger tendency of dynamic warm up without being statistically

significant. Further research is needed to be for the proper type of warm up in rhythmic gymnasts

and ballet athletes.

Key words: rhythmic gymnastics, ballet, range in motion, motor abilities.

7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Γενικά

Ο βασικός παράγοντας της αθλητικής ικανότητας απόδοσης είναι η φυσική κατάσταση

(ΦΚ)/φυσική ικανότητα ή «fitness» με την ευρύτερη έννοια του όρου. Η ΦΚ προσδιορίζεται από το

βαθμό ανάπτυξης των ικανοτήτων δύναμη, αντοχή, ταχύτητα, ευκινησία και ευλυγισία. Το επίπεδο

της φυσικής κατάστασης βασίζεται στη συνδυασμένη δράση των ικανοτήτων αυτών και της

συμβολής των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας.

Η προθέρμανση είναι ένας ευρέως αποδεκτός τρόπος πρακτικής που προηγείται σχεδόν πριν

από κάθε αθλητική δραστηριότητα (Jones et al, 2003; Bishop, 2003; Bishop & Maxwell, 2009). Ο

κύριος στόχος της προθέρμανσης είναι να προετοιμάσει το σώμα για μετέπειτα άσκηση (Smith,

1994). Θεωρείται ότι είναι ένας κρίσιμος παράγοντας που χρησιμοποιείται από τους αθλητές κατά

τη διάρκεια της προπόνησης και του αγώνα προκειμένου να αποφευχθούν οι τραυματισμοί και να

προετοιμάσει κατάλληλα το άτομο για τη δραστηριότητα που θα ακολουθήσει. Η επίδραση της

προθέρμανσης στην απόδοση εξετάζεται από τη δεκαετία του ’30 για το αν και πόσο συνεισφέρει

στη βελτίωση της αθλητικής απόδοσης.

Οι προθερμαντικές ασκήσεις συνήθως περιλαμβάνουν γενικές και ειδικές δραστηριότητες για

τις περιοχές μυϊκής ενδυνάμωσης, ευκαμψίας και αντοχής και καρδιοαναπνευστικής αντοχής

(Vetter, 2007). Οι ασκήσεις αυτές θα πρέπει να παράγουν λίγο ιδρώτα χωρίς να είναι πολύ έντονες

και να επιτρέπουν επαρκή “ανάκαμψη” ώστε να μην κουράζει τα άτομα (Bishop, 2003; Woods et

al., 2007). Η προθέρμανση μπορεί να είναι παθητική και ενεργητική (Bishop, 2003). Το γενικό

μέρος της προθέρμανσης εστιάζει στην αύξηση θερμοκρασίας του πυρήνα και των μυών, τον

κυτταρικό μεταβολισμό και το εύρος της κίνησης (Zentz et al., 1998). Το ειδικό μέρος σχετίζεται

με τη δραστηριότητα που ακολουθεί και επικεντρώνεται στην ενίσχυση των κινητικών

προγραμμάτων (Bishop, 2003; Burkett et al, 2005).

Έχουν επικρατήσει γενικά δύο βασικοί τύποι προθέρμανσης ο στατικός και ο δυναμικός και

συνήθως αυτός ο διαχωρισμός αναφέρεται στον τύπο των διατάσεων που χρησιμοποιούνται. Η

προθέρμανση δυναμικού τύπου φαίνεται να αυξάνει τόσο τις μακροπρόθεσμες (> 5 min) όσο και

τις ενδιάμεσες αποδόσεις (> 10 s, αλλά < 5 min) εάν επιτραπεί στους αθλητές να ξεκινήσουν το

ακόλουθο έργο σε σχετικά ξεκούραστη κατάσταση, λόγω της αυξημένης κατανάλωση οξυγόνου

(Bishop, 2003). Απεναντίας, όταν στην προθέρμανση εμπεριέχονται στατικές διατάσεις πριν την

έντονη άσκηση, με κράτημα 30s του μυός σε διάταση, έχουν εμφανιστεί σημαντικές μειώσεις σε

άλματα ύψους (Vetter, 2007, Fletcher, 2010).

8

Είδη προπόνησης διατάσεων

Οι διατάσεις είναι τεχνικές ασκήσεις που βελτιώνουν την ελαστικότητα των μαλακών ιστών

και των μυών και συμβάλλουν στην αύξηση του περιορισμένου εύρους κίνησης της άρθρωσης.

Υπάρχουν πέντε κύριοι μέθοδοι προπόνησης διατάσεων (Alter, 1998): α) η στατική, β) η

ενεργητική γ) η δυναμική και δ) δύο μορφές της νευρομυϊκής ιδιοδεκτικής διευκόλυνσης (ΙΝΔ ή

PNF).

H στατική διάταση (ΣΔ) αναφέρεται συχνά ως αργή ή παθητική διάταση κατά την οποία ο

ασκούμενος διατείνει τις μυϊκές ομάδες (3 έως 60 δευτερόλεπτα) με βοήθεια. Το άκρο λαμβάνει

μια θέση όπου αισθάνεται τη μυοτενόντια σκληρότητα της μυοτενόντιας μονάδας και στη συνέχεια

παραμένει στη θέση αυτή (Borms et al, 1987). Θεωρείται ουσιαστικό μέρος της προθέρμανσης για

την προστασία του ατόμου από μυϊκούς τραυματισμούς και τη βελτίωση των επιδόσεων του

(Shellock & Prentice, 1985; Safran et al, 1989; Kreighbaum & Barthels, 1996).

Στις ενεργητικές διατάσεις, η θέση της διάτασης διατηρείται με την ενεργητική σύσπαση των

αγωνιστών μυών που κινούνται, βασίζονται στην αργή λήψη της τελικής θέσης της διάτασης και

στη συνέχεια, στη σταθερή έλξη του χαλαρού μυός, για εκτεταμένο χρονικό διάστημα (Alter,

1998).

Η δυναμική διάταση (ΔΔ) είναι η διάταση με την οποία επιτυγχάνεται η επιμήκυνση της

μυϊκής ομάδας με έντονες και απότομες κινήσεις στα ακραία σημεία του φυσιολογικού εύρους

κίνησης της άρθρωσης. Εκτελούνται ελεγχόμενες αιωρητικές κινήσεις, οι οποίες συνήθως

αποτελούν μέρος αθλητικών ή καθημερινών κινήσεων. Οι κινήσεις αυτές, μπορεί να είναι αργές

ρυθμικές, αλλά και επαναλαμβανόμενες βαλλιστικού τύπου, όπως ταλαντεύσεις, αιωρήσεις,

αναπηδήσεις, εκτελούμενες ανάλογα με το ρυθμό της κινητικής προσπάθειας. Σε καμία περίπτωση

δεν πρέπει να συγχέονται με τις με τις διατάσεις βαλλιστικού τύπου (McHugh & Cosgrave, 2010).

Η ιδιοδέκτρια νευρομυϊκή διευκόλυνση (PNF), ορίζεται ως μια μέθοδος διάτασης στην οποία

χρησιμοποιούνται ενεργητικές και παθητικές διατάσεις μαζί με ισομετρικές συσπάσεις των μυών

(αγωνιστών ή ανταγωνιστών), που προάγει ή επιταχύνει το νευρομυϊκό μηχανισμό, μέσω της

διέγερσης των ιδιοϋποδοχέων για να επιτευχθεί μεγαλύτερη διάταση (Alter, 1998);Page, Frank, &

Lardner, 2010).

Η επίδραση των διατάσεων στην απόδοση

Οι διατάσεις αποτελούν ένα σημαντικό συστατικό της προπόνησης (Sands, 1988; Sands &

McNeal, 2000) των αθλητριών της ΡΓ. Στην προθέρμανση, καθώς και κατά τη διάρκεια

συγκεκριμένων δραστηριοτήτων της προπόνησης εκτελούν συχνά μια ποικιλία ενεργητικών και

παθητικών διατάσεων για τη βελτίωση της ευλυγισίας τους (McNeal & Sands, 2003).

9

Ένας σημαντικός στόχος των διατάσεων πριν από τις αθλητικές επιδόσεις είναι να αυξηθεί το

εύρος της κίνησης για να γίνεται η κίνηση πιο ελεύθερα. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε

δραστηριότητες που απαιτούν ένα μεγάλο εύρος κίνησης σε πολλαπλές αρθρώσεις, όπως είναι ο

κλασικός χορός και η ρυθμική γυμναστική, στις οποίες ο συνδυασμός της προθέρμανσης και των

διατάσεων αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του συνολικού χρόνου της προπόνησης (Reid et al,

1987).

Αναφέρονται περίπου δεκαεφτά παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν το εύρος της

κίνησης, συμπεριλαμβανομένων: την ηλικία, τη μορφολογία του σώματος, τα χαρακτηριστικά, το

φύλο, τα οστά, τα νεύρα, τους μυς, τους συνδετικούς ιστούς και τους συνδέσμους (Deighan, 2005).

Η ρυθμική γυμναστική (ΡΓ) είναι ένα καλλιτεχνικό άθλημα παρόμοιο με την ενόργανη, το

καλλιτεχνικό πατινάζ, την συγχρονισμένη κολύμβηση και την ακροβατική γυμναστική. Η ΡΓ έχει

στόχο την αρμονία, την άρτια εκτέλεση της κίνησης και τον συνδυασμό της με την μουσική

συνοδεία. Περιλαμβάνει τα στοιχεία του σώματος και τον χειρισμό των οργάνων και η απόδοση

αυτών καθορίζεται από τον Διεθνή Κώδικα βαθμολογίας. Τα όργανα που χρησιμοποιούνται για την

εκτέλεση ενός προγράμματος μια αθλήτριας είναι η μπάλα, το σχοινάκι, το στεφάνι η κορδέλα και

οι κορύνες. Η ΡΓ είναι ένα άθλημα που απαιτεί από τις αθλήτριες υψηλό επίπεδο ευλυγισίας,

συντονισμού και ισορροπίας και συσχετισμό μεταξύ της δύναμης και της ευλυγισίας για υψηλή

απόδοση (Donti, Tsolakis, & Bogdanis, 2014; Douda, Tokmakidis, & Tsigilis, 2002).

Το μπαλέτο γεννήθηκε στα ανάκτορα της Ιταλίας και της Γαλλίας κατά τη διάρκεια της

Αναγέννησης. Σύμφωνα με τον ερευνητή του χορού Au (1988), θα ήταν δύσκολο για τους

ανθρώπους σήμερα να αναγνωρίσουν το χορό της βασιλικής αυλής του 16ου και 17ου αιώνα, όπως

το μπαλέτο. Ο στόχος του μπαλέτου είναι η τεχνική δεξιοτεχνία, η οποία φαίνεται σε ένα

ελεγχόμενο σώμα. Συνήθως το μπαλέτο έχει την τάση να δίνει την εντύπωση της ελαφρότητας,

όπως και αρκετή έμφαση στην τεχνική του στηρίζεται στην αψήφιστη βαρύτητα (Ellfeldt, 1980).

Υπάρχει συνεχής κίνηση του κορμού και των χεριών, κίνηση προς τα πάνω, ψηλά άλματα, η

ισορροπία και οι στροφές είναι επίσης χαρακτηριστικό του μπαλέτου.

Μια επιτυχημένη καριέρα στο χορό απαιτεί από τον χορευτή να είναι τόσο ευλύγιστος, όσο

και δυνατός. Οι βασικές κινήσεις μπαλέτου είναι το plie και το turnout (έξω στροφή του ισχίου).

Αυτές οι κινήσεις είναι η βάση από την οποία εκκινούν πολλές άλλες κινήσεις, όπως τα άλματα και

οι αναπηδήσεις (Grossman & Wilmerding, 2000). Είναι γνωστό ότι οι χορευτές έχουν καλή φυσική

κατάσταση και καλλίγραμμα σώματα, καθώς και μεγάλο εύρος κίνησης στις αρθρώσεις τους

(ROM) (Koutedakis, & Sharp, 1999), πράγμα που αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα σε πολλά είδη

χορού (McCormack et al., 2004).

Η ευλυγισία είναι ένα σημαντικό μέρος της φυσικής κατάστασης για τους χορευτές, και το

υψηλό επίπεδο ευλυγισίας είναι απαραίτητο για να ανταποκριθούν στις χορογραφικές απαιτήσεις

10

που τίθενται για αυτούς σήμερα. Οι χορευτές και οι αθλήτριες ρυθμικής συνδέονται με την

ευλυγισία και απαιτείται επίσης από αυτούς μεγάλη σε έκταση εύρος κίνηση κυρίως στις

αρθρώσεις του ισχίου.

Η σωστή τεχνική του χορού βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην παρατεταμένη έκταση της

αρθρώσεων, της οσφυϊκής μοίρας, γενικά της σπονδυλικής στήλης και των κάτω άκρων (Grieg,

1994), κάτι το οποίο δεν είναι ικανοί να πετύχουν όλοι οι νέοι χορευτές. Σύμφωνα με τον Quirk

(1994), πολλοί χορευτές καταβάλουν σημαντική προσπάθεια για την αύξηση του εύρους της

κίνησής τους (ROM) και για την αντίληψη των τέλειων κινήσεων ή θέσεων, όπως η εξωτερική

στροφή των αρθρώσεων του ισχίου/turnout (Grossman, & Wilmerding, 2000).

Οι Van Dillen και οι συνεργάτες του (2008) αναφέρουν ότι το περιορισμένο εύρος της

άρθρωσης σε ορισμένες αρθρώσεις, όπως στο ισχίο (στη στροφή προς τα έξω), μπορεί να είναι ένας

παράγοντας που συμβάλλει στην ανάπτυξη ή και τη διατήρηση των τραυματισμών ή των

συμπτωμάτων (όπως οσφυαλγία) στις αθλήτριες που εκτελούν τακτικά ασκήσεις στροφής τέτοιου

είδους.

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η αξιολόγηση της επίδρασης διαφορετικών μορφών

προθέρμανσης στην αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές ικανότητες των αθλητριών ρυθμικής

γυμναστικής και μπαλέτου.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

1) Η ευκαμψία θα βελτιωθεί και με τα δύο προγράμματα προθέρμανσης.

2) Η απόδοση θα βελτιωθεί είτε από την στατική είτε από την δυναμική μέθοδο

προθέρμανσης.

3) Η απόδοση θα βελτιωθεί περισσότερο με τη μία από τις μεθόδους προθέρμανσης.

4) Η απόδοση θα βελτιωθεί και με τα δύο προγράμματα.

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Μηδενική υπόθεση: τα πρωτοκόλλα προθέρμανσης δεν θα επηρεάσουν θετικά την ευκαμψία

και τις κινητικές ικανότητες των αθλητριών.

Εναλλακτική υπόθεση: τα πρωτοκόλλα προθέρμανσης θα επηρεάσουν θετικά την ευκαμψία

και τις κινητικές ικανότητες των αθλητριών.

11

ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ

1. Στην έρευνα αξιολογήθηκαν εθελοντικά προέφηβες ερασιτέχνες χορεύτριες μπαλέτου και

ενεργές αθλήτριες ρυθμικής γυμναστικής.

2. Το δείγμα φορούσε τα παπουτσάκια της προπόνησης καθώς εκτελούσε τα τεστ και οι

μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν στον χώρο προπόνησης της κάθε ομάδας.

3. Η μέτρηση της ευκαμψίας έγινε πριν από την προθέρμανση και από τα δύο προγράμματα.

Μόνο στο κυρίαρχο πόδι (που ορίζεται ως το πόδι στην θέση πλήρης διάτασης όταν

εκτελούν το άλμα) ελέγχθηκε για δοκιμή στα τεστ. Έτσι, όλες οι συγκρίσεις ήταν στο

κυρίαρχο πόδι.

4. Κατά τη διάρκεια των τεστ προσφερόταν λεκτική παρακίνηση και οπτική ανατροφοδότηση

για να διασφαλίζεται η παραγωγή της μέγιστης επίδοσης.

5. Μόνο αθλήτριες ρυθμικής και χορεύτριες μπαλέτου μελετήθηκαν. Το εύρος της ηλικίας

ήταν 13-18.

6. Πραγματοποιήθηκαν τυποποιημένες μετρήσεις για την αξιολόγηση της

αποτελεσματικότητας των διαφορετικών παρεμβάσεων που αφορούν την ατομική πρόοδο

σχετικά με την απόσταση, τον χρόνο και το μήκος του άλματος (Petschnig, Baron &

Albrecht, 1998; Blackburn & Morrissey, 1998; Noyes, Barber & Mangine, 1991).

7. Οι μετρήσεις και οι ασκήσεις εκτελέστηκαν κάτω από τις ίδιες συνθήκες για όλες τις

ασκούμενες.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Προθέρμανση: είναι η σταδιακή φυσική και ψυχική προσαρμογή του σώματος του

ασκούμενου στη φυσική δραστηριότητα που θα ακολουθήσει (Bangsbo, 1994). Μέτρηση αρθρικής

κινητικότητας: είναι το μέτρο του μέγιστου εύρους της κίνησης μιας άρθρωσης (Μανδρούκας,

1996).

Ευκαμψία: η ικανότητα μιας μεμονωμένης άρθρωσης ή μιας ομάδας γειτονικών αρθρώσεων

να εκδηλώνουν το φυσιολογικό κινητικό εύρος (Ζάκας, 2003).

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ

α). Δεν ελέγχθηκε η ψυχοσυναισθηματική κατάσταση των συμμετεχόντων.

β). Δεν ελέγχθηκε η φυσική δραστηριότητα των εξεταζόμενων εκτός προπονήσεων.

γ). Διαφορετικοί εξεταστές έκαναν τις μετρήσεις σε κάθε μία από αυτές που εξετάστηκαν σε

αυτή τη μελέτη. Ωστόσο, για κάθε επιμέρους δοκιμή ήταν υπεύθυνο ένα άτομο. Η μέτρηση της

ευκαμψίας έγινε από ένα άτομο. Η μέτρηση των τεστ από δύο εξεταστές.

12

δ). Το δείγμα ακολούθησε μια μορφή σταθμό προς σταθμό με την σειρά του πρωτόκολλου

προθέρμανσης. Το δείγμα εκτέλεσε πολλές δοκιμές εξοικείωσης με τα τεστ πριν το επίσημο

πρωτόκολλο. Η σειρά των δοκιμών ήταν αυστηρά ελεγχόμενη.

ε). Τα αποτελέσματα δεν μπορούν να γενικευτούν σε άλλους πληθυσμούς εκτός από υγιείς,

ενεργές αθλήτριες ρυθμικής και χορεύτριες μπαλέτου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Η προθέρμανση (Π) είναι γενικά αποδεκτό ότι είναι ωφέλιμη για πολλούς λόγους στις

αθλητικές δραστηριότητες (Woods, Bishop, & Jones, 2007). Οι αθλητές και άλλα άτομα εκτελούν

την (Π) θεωρώντας ότι συμβάλει στη μέγιστη δυνατή απόδοση και στην πρόληψη τραυματισμών.

Τα αποτελέσματα πολλών μελετών καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είναι δύσκολο να

διερευνηθούν πλήρως οι φυσιολογικές της ανταποκρίσεις, (Π) διαφέρουν μεταξύ τους σχετικά με

τη διάρκεια, την ένταση, τον τύπο των ασκήσεων, την περίοδο ανάληψης και τη συνεχή ή

διαλειμματική τους μορφή (Bishop, 2003).

Υπάρχουν όμως και μερικές μελέτες που αναφέρουν ότι δεν μείωσαν τον κίνδυνο

τραυματισμών (Jazaieri, Goldin, Werner, Ziv, & Gross, 2012).

Ο παραδοσιακός τρόπος προθέρμανσης περιλαμβάνει ένα μέρος με γενικές ενεργητικές

διατάσεις και ένα με συγκεκριμένες ειδικές του αθλήματος. Ωστόσο είναι σαφές ότι πολλοί

αθλούμενοι δεν ακολουθούν αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο. Κάποιοι επιλέγουν να εκτελέσουν

μόνο την γενική ενεργητική προθέρμανση, άλλοι μόνο τις ειδικές διατάσεις και άλλοι αρχικά

κάνουν τις διατάσεις και στη συνέχεια εκτελούν αερόβια άσκηση (Safran, Seaber, &Garrett, 1989).

Οι διατάσεις μετά από υπομέγιστη αερόβια δραστηριότητα έχει αποδειχθεί ότι αυξάνουν περαιτέρω

το εύρος της κίνησης (Magnusson & Renström, 2006) και ενισχύουν την επίδοση (Young & Behm,

2002), ενώ μπορεί επίσης να μειώσουν τη συχνότητα εμφάνισης τραυματισμού (McHugh &

Cosgrave, 2010).

Οι Witvrouw, Mahieu, Danneels, και Mcnair, (2004) υποστηρίζουν ότι ένας λόγος για την

αντικρουόμενη έρευνα στη βιβλιογραφία είναι το είδος της αθλητικής δραστηριότητας που

συμμετέχει το άτομο. Σύμφωνα με τις φυσιολογικές απαιτήσεις και τα εύρη των κινήσεων, το

μπαλέτο έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με αθλήματα όπως η ενόργανη και η ρυθμική γυμναστική.

Στατικές διατάσεις

Στην αθλητική δραστηριότητα πριν την έναρξη των αγώνων είναι σύνηθες για μια

προθέρμανση να περιλαμβάνει στατικές διατάσεις μετά από τις οποίες ακολουθεί μια περίοδος

άσκησης σχετική με το συγκεκριμένο άθλημα (Pearce, Kidgell, Zois & Carlson, 2009). Η εφαρμογή

13

των έντονων στατικών διατάσεων μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες μορφές διάτασης είχε ως

αποτέλεσμα την αύξηση της εύρους της κίνησης των αρθρώσεων. Χρησιμοποιούνται ως ένα

αποτελεσματικό μέσο για την αύξηση του εύρους κίνησης της άρθρωσης (Power, Behm, Cahill,

Carroll, & Young, 2004).

Οι ΣΔ έχουν γίνει ευρέως η πιο χρησιμοποιούμενη μέθοδος για την αύξηση της αρθρικής

κινητικότητας (ROM), λόγω της απλής τους εκτέλεσης και της μειωμένης πιθανότητας για

τραυματισμό του ιστού (Sady, Wartman & Blanke, 1982; Bandy, Irion & Briggler, 1997). Εκτός

από την αύξηση της αρθρικής κινητικότητας έχει παρατηρηθεί πως τα προτεινόμενα οφέλη της

στατικής διάτασης είναι η μείωση (Safran et al. 1989) ή η πρόληψη (Smith, 1994) του

τραυματισμού, η μετέπειτα μείωση του μυϊκού πόνου και η βελτιωμένη απόδοση (Young and

Behm 2002; Young, 2007).

Αρκετοί ερευνητές ασχολήθηκαν σχετικά με τις στατικές μορφές των διατάσεων και

συγκεκριμένα: την τεχνική (Davis, Ashby, Mccale, & Mcquain, 2005), τη διάρκεια (Ford,

Mazzone, & Taylor, 2005), τον αριθμό των επαναλήψεων (Cipriani, Abel, Pirrwitz, 2003), τη

διάρκεια του προγράμματος (Chan et al., 2001) τη συχνότητα (Medina, et al. 2007) και τη θέση της

διάτασης (Decoster, Scanlon, Horn, & Cleland, 2004). Έρευνες επίσης αναφέρουν ότι υπάρχει ένας

αριθμός από αθλήματα με εφαρμογή έντονης στατικής διάτασης στο εύρος της κίνησης (Murphy,

Di Santo, Alkanani, & Behm, 2010) που καταδεικνύουν ότι η ευλυγισία βελτιώνεται στατικά και

συμβάλλει στην αύξηση της απόδοσης, όπως: η (ΡΓ) όπου οι αθλήτριες παίρνουν διαφορές θέσεις

πλήρους διάτασης, οι «πολεμικές τέχνες», η συγχρονισμένη κολύμβηση, το καλλιτεχνικό πατινάζ,

το χόκεϊ στον πάγο. Οι ΣΔ θεωρούνται οι πιο κατάλληλες για την αύξηση του μήκους του ιγνυακού

τένοντα και κατά συνέπεια είναι αυτές που μπορούν να προσδώσουν τις μεγαλύτερες τιμές στο

εύρος της κάμψης του ισχίου (ROM).

Όσον αφορά τις φυσικές ικανότητες φαίνεται ότι οι έντονες στατικές διατάσεις πριν από τη

δραστηριότητα μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την ισομετρική και ισοκινητική ροπή (μυϊκή

απόδοση) των διατεινόμενων μυών (McHugh & Cosgrave, 2010; Herda, Cramer, Ryan, McHugh,

& Stout, 2008), μειώνουν την επίδοση στο κάθετο άλμα (Duncan, & Woodfield, 2006), τη μυϊκή

αντοχή (Nelson, Kokkonen, & Arnall, 2005) και την ταχύτητα (Fletcher, Im & Anness, 2007).

Αντίθετα επηρεάζουν θετικά την κινητικότητα/ευκινησία, γεγονός που πολλές φορές είναι και το

ζητούμενο.

Έχει αποδειχθεί ότι μειώθηκε το ύψος/επίδοση στο κατακόρυφο άλμα μετά από ΣΔ και

επαναλαμβανόμενες μετρήσεις, αμέσως μετά και για περιόδους μέχρι και 120 λεπτά (Bradley,

Olsen, &Portas, 2007; Brandenburg, Pitney, Luebbers, Veera, & Czajka, 2007; Pearce, Kidgell,

Zois, & Carlson, 2009). Το ίδιο επίσης παρατηρήθηκε, μικρές μειώσεις στο ύψος άλματος και σε

άλλες μελέτες που χρησιμοποιήθηκαν πρωτόκολλα μικρής διάρκειας στατικής διάτασης (1-2

14

λεπτά) (Burkett, Phillips & Ziuraitis, 2005; Knudson & Noffal, 2005; Unick, Kieffer, Cheesman &

Feeney, 2005).

Οι Woolstenhulme και συν. (2006), αναφέρουν ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά, όταν

σύγκριναν το ύψος του κάθετου άλματος αμέσως μετά από ΣΔ και μετά από 20 λεπτά

συμπληρωματικού παιχνιδιού μπάσκετ. Μια άλλη έρευνα δείχνει ότι ΣΔ μπορεί να παράγουν

σημαντικές μειώσεις στη δύναμη και στην παραγωγή ισχύος των μυϊκών ομάδων που

πραγματοποιούν διάταση (Borms, VanRoy, Santens & Haentjens, 1987; Church, Wiggins, Moode

& Crist, 2001; Burkett, Phillips & Ziuraitis 2005). Ο Winchester και οι συν. (2009), απέδειξαν ότι

μια διάταση των 30s γενικά ήταν αρκετά επαρκής για τη μείωση της δύναμης.

Οι Cramer και συν. του στις μελέτες τους (2004), ανέφεραν ότι όταν η ΣΔ εκτελούνταν στο

κυρίαρχο πόδι προέκυψαν μειωμένη μέγιστη ενεργοποίηση της ροπής και της κινητήριας μονάδας

και μειώσεις στην παραγωγή της μέγιστης ισχύος και στα δύο πόδια που διατάθηκαν και που δεν

διατάθηκαν. Ο ανασταλτικός μηχανισμός του κεντρικού νευρικού συστήματος πρέπει να είναι

τουλάχιστον μερικώς υπεύθυνος για αυτές τις παρατηρούμενες μεταβολές (Cramer et al. 2005).

Οι μειώσεις των επιδόσεων μετά από ΣΔ είναι αποτέλεσμα συνδυασμού μηχανικών και

νευρικών παραγόντων. Μηχανικά, τα αποτελέσματα των ΣΔ οδηγούν στη μείωση «σκληρότητα»

της μυοτενόντιας μονάδας (Muscle tendon unit stiffness), (Witvrouw, Mahieu, Danneels & McNair,

2004). Νευρολογικά, η ΣΔ φαίνεται να σχετίζεται με τη μυϊκή ενεργοποίηση (Power, Behm, &

Cahill, 2004).

Η έρευνα των Wong και συν. (2011) έδειξε πως η ενσωμάτωση των στατικών διατάσεων για

3 διαδοχικές ημέρες στην καθημερινή ρουτίνα προθέρμανσης ποδοσφαιριστών δεν επηρέασε

αρνητικά την ταχύτητα του σπριντ αλλά ούτε και τη συνολική ικανότητα εκτέλεσης του

πραγματοποιούμενου για αυτό τεστ. Αντίστροφα, οι Fletcher και Anness (2007), ανέφεραν ότι οι

χρόνοι στο σπριντ των αθλητών βελτιώθηκαν όταν αφαιρέθηκε η ΣΔ από ένα συνδυασμό

προθέρμανσης που αποτελούνταν από το τρέξιμο, ή στατική και δυναμική διάταση.

Αρκετές μελέτες έχουν συγκρίνει την άμεση επίδραση της στατικής διάτασης με την

δυναμική ή με χωρίς συνθήκες διάτασης χρησιμοποιώντας το μέγιστο τεστ κατακόρυφου άλματος,

που δείχνει τις μειώσεις της απόδοσης στο κατακόρυφο άλμα μετά από ΣΔ (Behm, Button & Butt,

2001; Cornwell, Nelson, Heise & Sidaway, 2001; Church, Wiggins, Moode, & Crist, 2001; Wright,

Williams, Greany, & Foster, 2006). Παρόμοια ευρήματα έχουν επίσης επαναληφθεί σε παιδιά και

στους εφήβους (Faigenbaum, Bellucci, Bernieri, Bakker, & Hoorens, 2005; McNeal & Sands,

2003).

Πρόσφατη βιβλιογραφία έχει δείξει ότι η απόδοση μετά την εκτέλεση στατικών διατάσεων

μεγάλης διάρκειας και έντασης μπορεί να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις και οι επιπτώσεις

αυτές να είναι αποτέλεσμα εξειδικευμένου προπονητικού περιεχομένου (Behm, & Chaouachi,

15

(2011). Μια πρόσφατη ανασκόπηση αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η άσκηση προ-διάτασης μειώνει την

παραγωγή της δύναμης και την ταχύτητας της μυϊκής σύσπασης για τουλάχιστον ένα μέρος της

κινητικότητας του εύρους κίνησης (ROM) (Behm, & Kibele, (2007).

Οι στατικές διατάσεις είναι ο μόνος τρόπος για την επίτευξη υψηλού επιπέδου ευλυγισίας,

που συμβάλουν στην αύξηση του εύρους της κίνησης των αρθρώσεων που απαιτείται για την

εκτέλεση των δύσκολων τεχνικών στοιχείων στα αγωνιστικά προγράμματα της ΡΓ, όπου και

συνηθίζεται να εκτελείται προθέρμανση με στατικές διατάσεις ακριβώς πριν την είσοδο της

αθλήτριας στον αγωνιστικό χώρο/ταπί. Είναι μία διαδικασία απαραίτητη για την προθέρμανση,

κυρίως επειδή χρησιμοποιούνται για να βελτιωθεί η ευλυγισία, αλλά και για την επίτευξη του

σχήματος των τεχνικών στοιχείων της ατομικής ρουτίνας που απαιτούνται από τον Διεθνή Κώδικα

ΡΓ. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν λίγες έρευνες μέχρι σήμερα που διερευνούν τη σχέση μεταξύ της

ανάπτυξης των κινητικών ικανοτήτων της ισχύος, της ταχύτητας, της ευλυγισίας και της απόδοσης

στα εξειδικευμένα άλματα διαφορετικού επιπέδου δυσκολίας.

Ο χρόνος για τις στατικές διατάσεις παραμένει αμφισβητήσιμος. Μερικοί ερευνητές

υποστηρίζουν ότι το πρωτόκολλο των διατάσεων θα πρέπει να γίνεται μέσα σε 15 λεπτά πριν από

την δραστηριότητα για καλύτερα οφέλη, ενώ άλλοι δίνουν έμφαση στη διάταση μετά την άσκηση

(Kay & Blazevich, 2012).

Τελευταία μόνο ένας περιορισμένος αριθμός μελετών έχουν προσπαθήσει να καθορίσουν αν

οι μειώσεις των επιδόσεων που σχετίζονται με την ΣΔ παραμένουν μετά την έναρξη της

δραστηριότητας. Τεκμηριώνεται επίσης ότι η ΣΔ πριν από την άσκηση έχει ακόμη αρνητικές

επιπτώσεις στη δύναμη, την ταχύτητα, ή την ισχύ (Fletcher & Anness, 2007; Herda et al. 2008;

Samuel et al. 2008). Πρόσφατες έρευνες έχουν αναδείξει ότι όταν οι ΣΔ ακολουθούνται από ΔΔ

ή/και ασκήσεις ενεργοποίησης ή εξειδικευμένη ανάλογα με το άθλημα προθέρμανση, τότε

μειώνεται ή ακόμα και αντιστρέφεται η αρνητική τους επίδραση στην απόδοση.

Δυναμικές διατάσεις

Οι δυναμικές ασκήσεις διάτασης και οι ασκήσεις συντονισμού μπορούν να ενσωματωθούν

στην προθέρμανση (Hedrick, 2006; Verheijen, 1998; Smith, 1994). Μελέτες αναφέρουν ότι οι

δυναμικές διατάσεις ΔΔ προκαλούν αύξηση στη στατική κινητικότητα/ευλυγισία που είναι

παρόμοια με εκείνη της στατικής διάτασης (Beedle & Mann 2007; Herman & Smith 2008). Άλλες

μελέτες έχουν δείξει ότι οι ΔΔ δεν είναι τόσο αποτελεσματικές στην αύξηση της στατικής

ευλυγισίας όσο η ΣΔ (Bandy et al. 1998; Chan et al. 2001; Davis et al. 2005; O’Sullivan et al.

2009; Covert et al. 2010).

Οι ΔΔ περιλαμβάνουν γρήγορες και ειδικές τυποποιημένες κινήσεις που συνήθως μιμούνται

την αθλητική δραστηριότητα. Χρησιμοποιούνται συνδυαστικά και σε ορισμένες περιπτώσεις

16

αντικαθιστούν τις ΣΔ. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι η ΔΔ μπορεί να αυξήσει τη μυϊκή απόδοση

και φαίνεται ότι αυτές είναι αποτελεσματικότερες από τις ΣΔ, λόγω της στενής ομοιότητας με τις

κινήσεις που εκτελούνται κατά τη διάρκεια της άσκηση που ακολουθεί (Tsolakis, & Bogdanis,

2012).

Ωστόσο, είναι εξίσου σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι οι στατικές διατάσεις

παρόλο που έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τη μυϊκή δύναμη, δεν εμποδίζουν την μεταγενέστερη

απόδοση (Boyle, 2004). Οι Knudson και Noffal (2009), κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι

παρατηρήθηκαν μειώσεις στη δύναμη μετά από εκτέλεση διάτασης διάρκειας μεγαλύτερης από 20

δευτερόλεπτα (εύρος: 20 - 40 s). Έρευνες υποστηρίζουν ότι οι δυναμικές διατάσεις βελτιώνουν τη

μυϊκή απόδοση και η θετική τους επίδραση έχει να κάνει με τη «μεταδιεγερτική ενεργοποίηση» που

ακολουθεί (Faigenbaum και συν., 2005; Needham και συν., 2009).

Οι προπονητές και επαγγελματίες της φυσικής κατάστασης αντικατέστησαν στην πορεία τις

στατικές με τις δυναμικές διατάσεις στις προθερμάνσεις πριν την δραστηριότητα (Baechle & Earle,

2008). Ωστόσο διάφοροι ερευνητές οι Simic και άλλοι (2013), και οι Kay και Blazevich (2012),

κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι ΣΔ με διάρκεια εκτέλεσης λιγότερο από 45 δευτερόλεπτα σε

κάθε ομάδα των μυών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις ρουτίνες προ-άσκησης χωρίς τον κίνδυνο

σημαντικών μειώσεων στη δύναμη και την επίδοση, ενώ μεγαλύτερης διάρκειας διατάσεις (>60

δευτερόλεπτα) έχουν περισσότερες πιθανότητες να προκαλέσουν μία μικρή έως μέτρια μείωση

στην απόδοση.

Πολλές προηγούμενες μελέτες έχουν επίσης αποδείξει ότι οι διαφορετικοί παράμετροι (η

ένταση, ο όγκος, η διάρκεια και ο τύπος των δυναμικών διατάσεων) μιας προθέρμανσης με

ενεργητικές διατάσεις επηρεάζουν τη μυϊκή απόδοση (ισομετρική, ισοτονική), την παραγωγή

εκρηκτικής δύναμης (ρυθμός ανάπτυξης της ροπής και της ταχύτητας στο σπριντ), την

κινητικότητα (παθητική μυϊκή δυσκαμψία) και την αναερόβια αντοχή (επαναλαμβανόμενη

ικανότητα σπριντ) (Ryan et al., 2008a,b; Bishop & Maxwell, 2009; Turki et al., 2012; Herda et al.,

2013).

Η ρυθμική γυμναστική είναι ένα άθλημα που χαρακτηρίζεται γενικά από υψηλά επίπεδα

μυϊκής αντοχής σε σχέση με το βάρος του σώματος, καθώς επίσης και από υψηλού επιπέδου

ευλυγισίας (Arkaev & Sutsilin, 2004).

Μια ρουτίνα δυναμικών διατάσεων ενσωματώνει τρέξιμο με ψηλά τα γόνατα, τρέξιμο σε

κατευθύνσεις, συρτό βάδισμα και ποικίλες άλλες γυμναστικές ασκήσεις που αυξάνουν την

προσομοίωση, αλλά όμως με ένταση στο πρότυπο της κίνησης που είναι κρίσιμες μεταβλητές για

το σχεδιασμό μιας κατάλληλης ρουτίνας για τους αθλητές. Μετά την προπόνηση των δυναμικών

διατάσεων έχουν τεκμηριωθεί βελτιώσεις στην απόδοση στο σπριντ (Fletcher, & Anness, 2007),

στο άλμα (Holt & Lambourne, 2008) και αύξηση στην παραγωγή της μυϊκής ισχύος (Yamaguchi,

17

Ishii, Yamanaka &Yasuda, 2007). Για παράδειγμα, το κατακόρυφο άλμα και η επίδοση ενός

μεγάλου άλματος φαίνεται ότι επηρεάζονται τόσο από την ταχύτητα (Fletcher, 2010), όσο και από

την ένταση (Faigenbaum et al., 2005; Thompsen et al, 2007) της ρουτίνας των δυναμικών

διατάσεων.

Λόγω της ενεργητικής της φύσης, η ΔΔ πριν τη δραστηριότητα μπορεί να βελτιώσει την

απόδοση, λόγω της δυνατότητας δοκιμής της κίνησης (Little & Williams, 2006) και της αύξησης

της ροής του αίματος στους μυς (Thacker, Gilchrist, Stroup & Kimsey, 2004). Ο συνδυασμός

στατικών και δυναμικών διατάσεων μπορεί να μετριάσει τα επιβλαβή αποτελέσματα της στατικής

διάτασης εντός της προθέρμανσης (Behm & Chaouachi, 2011). Η εκτέλεση αλληλουχίας στατικών

και δυναμικών διατάσεων (οκτώ συνδυασμών) με διαφορετικές εντάσεις από μια ομάδα ελίτ

αθλητών δεν έδειξε επιβλαβείς επιδράσεις στο σπριντ, την ευλυγισία και την επίδοση στο άλμα

(Chaouachi et al., 2010).

Οι περισσότερες από τις μελέτες που διεξήχθησαν στο παρελθόν των τελευταίων 15 ετών

σχετικά με τις διατάσεις δεν έχουν συμπεριλάβει όλα τα συστατικά της τυπικής προθέρμανσης.

Μια έρευνα έδειξε ότι οποιοδήποτε είδος της προθέρμανσης είχε πραγματικά μικρή επίδραση στις

επιδόσεις στο άλμα σε άνδρες ή γυναίκες (Koch et al. 2005). Άλλη έρευνα βρήκε ότι η διάταση

πριν τον αγώνα δεν μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την απόδοση των προπονημένων γυναικών

(Uckert & Joch, 2007). Αντίθετα, δεν υπήρχαν σημαντικά μεγαλύτερες βελτιώσεις στην επίδοση

στο κάθετο και οριζόντιο άλμα των παιδιών που συμπεριέλαβαν στη ρουτίνα τους άλματα μαζί με

ΔΔ από την εκτέλεση μόνο των δυναμικών διατάσεων (Vetter, 2007).

Παρόλο, που η βιβλιογραφία δείχνει ότι οι δυναμικές διατάσεις έχουν βελτιώσεις στην

απόδοση σε σύγκριση με τις στατικές, παρουσιάζει ενδιαφέρον το ότι σε μερικές μελέτες οι ΔΔ δεν

είναι τόσο αποτελεσματικές στη βελτίωση της ευλυγισίας όπως οι στατικές (Chan et al., 2001;

Davis et al., 2005; O’Sullivan et al., 2009; Covert et al., 2010).

Πίνακας 1. ΕΡΕΥΝΕΣ ΟΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΕ Η ΑΜΕΣΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ

ΠΡΟΘΕΡΜΑΝΣΗΣ

Συγγραφείς Δείγμα Πρωτόκολλο

προθέρμανσης

Επίδραση Αποτελέσματα

McNeal & Sands

(2003)

Ν=13

Αθλ. Εν. Γμν.-

ελίτ (Η=13.3

±2.6)

2 ΠΡ.

1) 3 ΣΔ × (30s)+3

Καθ. Αλμ. + ΠΡ

Ενργ.

2) 3 Καθ. Αλμ. +

ΠΡ Ενργ.

DJ

(Ισχ.)

↓DJ (9,6%) μετά από

ΣΔ

18

Faigenbaum και συν.

(2005)

Ν= 60 (Α+Κ)

(Η=11.3 ± 0.7)

3 ΠΡ.

α) Αρβ+ ΣΔ +

β) (ΔΔ, Εντ .μσ-

ψλ) +

γ) (ΔΔ, Εντ. μσ-

ψλ.) + 3 Κάθ.

Αλμ.

VJ

LJ,

shuttle run,

& v-sit

Flexibility

(Ισχ., Ταχ.,

Ευκ.)

↓ 6.5% μετά από ΣΔ

↓ 1.9% από ΣΔ

↓ 2.6% μετά από ΣΔ

↔ μετά και από τις 3

ΠΡ

Murphy& συν.

(2010)

Ν=10

(Η= 22-30)

2 ΠΡ.

10΄ Αρβ+ΣΔ

(6×6s)

(ΠΡ ίδιες –

συνθήκες διαφ.)

ROM

CMJ

(Ισχ., Ευκ.)

↑ ROM σημαντική

αύξηση

↔ CMJ

Di Cagno και συν.

(2010)

Ν=38

αθλήτριες

ρυθμικής

(Η= 14.1 ±3.2)

2 ΠΡ.

1)τυπική

προθέρμανση

2) ΣΔ

Τ.Α

CMJ

Hop Test

↓ 7% μετά ΣΔ

↑ μετά την ΠΡ. και ↑

μετά από ΣΔ στον

χρόνο επαφής

Tsolakis&Bogdanis

(2012)

Ν=20 (10 Α+10

Γ) Αθλ. Στίβου

(Ταχ./Ισχ.)

(Η= 22-24)

2 ΠΡ.

5΄Αρβ+

ΣΔ (15-45 s) +

Πλμ. Αλμ.

(Ογκ=Μσ-Μγ)

ROM

CMJ

(Ισχ., Ευκ.)

↑ (~12.6%)

─ 5.5% μεγάλης

διάρκειας διάταση

Aires de Arruda &

Arli Ramos de

Oliveira (2012)

Ν=58 (29 Α+29

Κ)

(Η=8.58±0.92)

1 ΠΡ.

8΄ Αρβ (3Τρ+5

Βδ)+5΄ ΣΔ (20s)

2χ/εβδ ×16 εβδ.

(μαθ. ΦΑ)

ROM sit-

reach test

(Ευκ.)

↑ ROM σημαντική

αύξηση μετά από ΠΡ

Arazi& συν.

(2012)

Ν=20 Α

(ομαδικών

αθλημ.)

(Η=25.1 ± 9.1)

2 ΠΡ.

1)10΄ Αρβ + 3 σετ

ΣΔ (7×20s) ×2 =

20΄

2) 10΄ Αρβ +

μασάζ 15΄= 25΄

VJ

sprint

Agility Test

(Εκν.)

Sit & reach

↓ VJ σημαντική

μείωση

↑ μετά από ΣΔ και

μασάζ

Carvalho & συν.

(2012)

Ν=16 Α

(Αντισφαίριση)

(Η=14.5 ±2.8 )

3 ΠΡ.

5΄Αρβ+10

Καθ.Αλμ. (+ 1), -

(+ 2), - (+ 3)

- 1) Π.Δ 3 (3×15s)

=5΄

- 2) Ε.Δ 3(3×15s) =

- 3) Δ.Δ 3(3×15s)

= 5΄

SJ

VJ

CMJ

↓σημαντική μείωση

(3.5-3.7%) μετά από

Π.Δ και Ε.Δ

↑ (2.1%) μετά από Ε.Δ

και Δ.Δ.

↔ μετά από

οποιαδήποτε ΠΡ

συγκριτικά με την

ομάδα ελέγχου

Samson και συν.

(2012)

Ν=19 (9 Α+10

Γ)

Η=27.8 ± 8.4)

4 ΠΡ.

1) ΓΠ + ΔΔ

3(30×30s)

2) ΓΠ + Εδ.Π + ΔΔ

3(30×30s) + 3 ≠

sprint ×20 μ

3) ΓΠ + ΣΔ

ROM

sprint

CMJ

↑ μετά από ΣΔ

↑ μετά από Εδ.Π

↔ Δεν βρέθηκαν

διαφορές

19

3(30×30s)

4) ΓΠ + Εδ.Π +

ΣΔ+ΔΔ+ 3 ≠ sprint

×20 μ

Belkhiria και συν.

(2012)

Ν=37 Α

ποδοσφαιριστές

(Η=20.6±1.0)

2 ΠΡ.

1)ΓΠ+ Εδ.Π +ΕΔΔ

5(14)×20msprint

2)ΓΠ+ Εδ.Π +ΣΔΔ

5(14) ×20m sprint

Sit & reach

SJ/CMJ

sprint

↑ παρόμοια βελτίωση

μετά από ΣΔ και ΔΔ

↑ μετά από ΣΔ και ΔΔ

↔ μετά από ΣΔ και

ΔΔ

Paradisis και συν.

(2013)

Ν=47 παιδιά

Α/Κ

(Η=14.6±1.7)

3 ΠΡ.

5΄Αρβ πριν από

1),2) και 3)

1) 6 ΄ χωρίς

Διάταση

2)Σ.Δ (4×20s) ×2 =

20΄

3)Δ.Δ 4 ασκήσεις

για 40s

20-m sprint

CMJ

ROM

↓ μετά από ΣΔ κατά

2.5%

↓ 6.3%μετά από ΣΔ

και 2.2% μετά ΔΔ

↑ 5.2% από το 1),

12.1% από το 2) και

ΔΔ (6.5%)

VJ= κατακόρυφο άλμα, LJ= οριζόντιο άλμα, CMJ= κατακόρυφο άλμα με προδιάταση, ROM= εύρος της άρθρωσης,

DJ= άλμα πτώσης, SJ= κατακόρυφο άλμα από ημικάθισμα, Α= αγόρια, Κ= κορίτσια, Γ= γυναίκες, Αρβ= αερόβιο, ΣΔ=

στατική διάταση, ΔΔ=δυναμική διάταση, Εντ= ένταση, Μσ=μεσαία, Ψηλ= ψηλή, κάθ. άλμα= κάθετο άλμα, ΠΡ=

προθέρμανση, Πλμ= πλειομετρικά, Όγκ=όγκος, Ενργ= ενόργανη, Ισχ=Ισχύς, Ευκ= ευκαμψία, Εκν= ευκινησία, Τρ=

τρέξιμο Βδ= βάδισμα, Εβδ= εβδομάδα, Μαθ= μαθητές, ΓΠ= γενική προθέρμανση, ΠΔ= παθητική διάταση, ΕΔ=

ενεργητική διάταση, Εδ.Π= ειδική προθέρμανση, ΕΔΔ= ενεργητική δυναμική διάταση, ΣΔΔ= στατική δυναμική

διάταση Τ.Α= τεχνικά άλματα

Λειτουργικά τεστ των κάτω άκρων και ιδιοδεκτικότητας

Για τους αθλητές συγκεκριμένων αθλημάτων δεν υπάρχει μια ενιαία δέσμη λειτουργικών

τεστ (ΛΤ) που να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της λειτουργίας των κάτω άκρων.

Υπάρχουν λίγες γνωστές πληροφορίες για το πώς τα διάφορα ΛΤ σχετίζονται μεταξύ τους και ποια

χρησιμοποιούνται καλύτερα σε συνδυασμό, προκειμένου να εκτιμηθεί ένα ευρύ φάσμα της

λειτουργίας των κάτω άκρων. Οι αλτικές δοκιμασίες ελέγχου/hoptests, αν και φαίνονται πολύ

απλές και εύκολες για μερικά άτομα, είναι πραγματικά ένας πολύ καλός τρόπος για τη καταγραφή

αποτελεσμάτων και τη μέτρηση επιδόσεων (Dick, 2007).

Τα αλτικά τεστ (ΑΤ) είναι εύκολο να οργανωθούν και δεν απαιτούν ακριβό εξοπλισμό,

συνήθως χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της λειτουργικής απόδοσης πριν από την

επιστροφή στο άθλημα μετά την αποκατάσταση των τραυματισμών των κάτω άκρων (Augustsson

et al. 2006; Reid et al., 2007) . Έχουν σχεδιαστεί κυρίως για να αναπαράγουν τις φυσικές κινήσεις

20

σε αθλητικές ή καθημερινές εκδηλώσεις Roos, Östenberg, Roos, Ekdahletal., 2001)και απαιτούν

διαφορετικές φυσικές ικανότητες, όπως δύναμη, ορθοστατικό έλεγχο (ικανότητα διατήρησης μιας

ευθυτενούς στάσης του κορμού) και συγχρονισμό με τη συμμετοχή διαφόρων μυών και αρθρώσεων

(Ageberg, Zatterstrom, &Moritz, 1998; Rooset al., 2001; Fitgerald, Lephart, Hwang, &Wainner,

2001).

Τα (ΛΤ) αξιολογούν έμμεσα τη μυϊκή δύναμη και την ισχύ μέσα από την απόδοση σε μια

μέγιστης έντασης δραστηριότητα ή μιας σειράς δραστηριοτήτων και συνδυάζουν τη μυϊκή δύναμη,

την ευκαμψία, την ευλυγισία, τη σταθερότητα της άρθρωσης, την ισορροπία και το συγχρονισμό.

Τα πιο κοινά ΛΤ που χρησιμοποιούνται από τους κλινικούς γιατρούς περιλαμβάνουν το

τρέξιμο/σπριντ, τρέξιμο με αλλαγή κατεύθυνσης και το άλμα σε απλές μορφές ή σε πολύπλοκους

συνδυασμούς (Hamilton, Shultz, Schmitz, & Perrin, 2008).

Είναι φανερό ότι μια μεγάλη ποικιλία από άλματα είναι διαθέσιμα για την αξιολόγηση της

ισχύος των ποδιών. Το ερώτημα που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τους προπονητές και τους

κλινικούς ιατρούς είναι ποιο άλμα ή άλματα μπορεί να έχει καλύτερη προγνωστική ή διαγνωστική

αξία (πχ. το άλμα με προδιάταση/CMJ που καθορίζει τη διαφορά των κάτω άκρων σε σχέση με την

εκρηκτική δύναμη) (Ricard, Hills-Meyer, Miller, &Michael, (2006). Προφανώς πρέπει να

αντιμετωπιστούν ζητήματα που αφορούν το κύρος, την αξιοπιστία και την ευαισθησία που

απαιτούνται, ώστε να απευθύνονται ορθά και να καθοδηγούν στην κατάλληλη επιλογή εκτίμηση

του άλματος.

Η πιο κοινή μέθοδος της ποσοτικοποίησης της ιδιοδεκτικότητας των κάτω άκρων είναι μέσω

των λειτουργικών τεστ. Τα αλτικά και τα τεστ ισορροπίας του ενός άκρου είναι πολύ κοινά τεστ

και αξιολογούν έμμεσα την ιδιοδεκτικότητα μεταξύ του υγιούς και του τραυματισμένου άκρου

(Reiman&Manske, 2009). Χρησιμοποιούνται περισσότερο για την αξιολόγηση μετά από κάποιον

τραυματισμό των αρθρώσεων των γόνατων. Όσοι δεν μπορούν να ολοκληρώσουν τη συγκεκριμένη

δοκιμασία είναι το πιο πιθανό να έχουν προβλήματα αργότερα με άλλους τραυματισμούς στο

γόνατο (Clark, 2001;Hopper, Strauss, Boyle, &Bell, 2008).

Υπάρχουν διάφοροι τύποι (ΛΤ) επίδοσης που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των

ασθενών με τραυματισμούς στα κάτω άκρα. Αυτά μπορούν να ταξινομηθούν σε κινητικά όπως

αναπήδησης/άλματος (hop/jump), ισορροπίας και ευκινησίας (agility) (Kivlan,Martin,&Enseki,

2017). Τα λειτουργικά τεστ για τα κάτω άκρα χρησιμοποιούνται ως έγκυρα και αξιόπιστα τεστ για

να αξιολογήσουν με ακρίβεια ένα ευρύ φάσμα λειτουργιών, συμπεριλαμβανομένων της δύναμης,

της ευκαμψίας, της ισχύος, της ισορροπίας, της αλλαγής της κατεύθυνσης και του ελέγχου της

κίνησης (Clark, 2001).

21

Δοκιμασίες/τεστ αναπήδησης στο ένα πόδι

Η αναπήδηση στο ένα πόδι είναι μια προχωρημένη θεμελιώδης κινητική δεξιότητα και μια

ασύμμετρη μορφή μετακίνησης η οποία αναπτύσσεται μετέπειτα αφότου η όρθια βάδιση έχει

καθιερωθεί (Rudolph, Axe, &Snyder-Mackler, 2000). Τα παιδιά αναπτύσσουν την αλτική

δεξιότητα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και χρησιμοποιούν τη μονοποδική αναπήδηση σε

πολλές παιγνιώδεις, αθλητικές και χορευτικές δραστηριότητες τους. Για να είναι σε θέση ένα παιδί

να αναπηδήσει στο ένα του πόδι πρέπει να δημιουργήσει αρκετή δύναμη για να άρει το σώμα του

από το έδαφος, επιπλέον να απορροφήσει το βάρος του σώματος και να διατηρήσει την ισορροπία

του στην μικρή βάση στήριξης που του παρέχει το ένα πόδι πριν να το εκτοξεύσει στον αέρα ξανά

(Malina, Bouchard, Bar-OrO. & Growth, 2004).

Η μυϊκή δύναμη και η ισορροπία είναι απαραίτητα στοιχεία πολλών κινητικών επιδόσεων,

που σημαίνει ότι ένα ορισμένο επίπεδο δύναμης και ισορροπίας είναι απαραίτητα για την εκτέλεση

ενός έργου. Η σημασία τους στην απόκτηση της δεξιότητας της μονοποδικής αναπήδησης απαιτεί

την διερεύνηση της ακριβούς επιρροής της μυϊκής δύναμης του μηρός (τετρακέφαλου και

δικέφαλου μυ) και της στατικής ισορροπίας με την έννοια της εύρεσης προγνωστικών τιμών για την

αναπήδηση στα παιδιά (Cech&Martin, 2002).

Διαφορετικές αλτικές δοκιμασίες/τεστ χρησιμοποιούνται συνήθως ως δείκτες της μυϊκής

δύναμης. Η μονοποδική αναπήδηση θεωρείται ότι είναι η πιο προχωρημένη αλτική δεξιότητα, γιατί

εκτός από τις ελεγχόμενες και τις ρυθμικές κινήσεις και των δύο χεριών και των ποδιών, απαιτεί

μεγαλύτερη δύναμη και καλύτερη ισορροπία από ό, τι άλλες αλτικές δεξιότητες (Roos et al., 2001).

Η αναπήδηση αναφέρεται επίσης ως μια δοκιμασία της ισορροπίας, διότι αυτή η βασική κινητική

δεξιότητα απαιτεί το σώμα να στηρίζεται στο ένα πόδι.

Η δοκιμασία μονοποδικής αναπήδησης (ΜΑ), με ικανοποιητική αξιοπιστία επαναληπτικών

μετρήσεων (Ageberg et al., 1998), είναι ένα από τα πλέον χρησιμοποιούμενα τεστ για την

αξιολόγηση της λειτουργίας ασθενών σε αποκατάσταση, ιδίως μετά από τραυματισμούς στο γόνατο

(Tegner, Lysholm, Lysholm & Gillquist, 1986). Εκτελείται σε πρόσθια κατεύθυνση και επειδή τα

περισσότερα αθλήματα περιλαμβάνουν και χαρακτηρίζονται από τις πολλών κατευθύνσεων

κινήσεις, αλλαγές/κοψίματα, ή περιστροφές, συνιστώνται συμπληρωματικές αλτικές δοκιμασίες.

Προτείνεται διότι αντανακλά διαφορετικές δομές, όπως η δύναμη όσον αφορά την ισχύ κατά την

απογείωση, η νευρομυϊκή σταθερότητα και ο ορθοστατικός έλεγχος (Rudolph, Axe, & Snyder-

Mackler, 2000) .

Οι Noyes και συν. (1991), ανέπτυξαν (4) δοκιμασίες/τεστ αναπήδησης στο ένα πόδι που

μπορούν να αξιολογούν τις δυνατότητες του οριζόντιου άλματοςκαιέχουν μεγάλο δείκτη

αξιοπιστίας για νεαρά άτομα: α) αναπήδηση απόστασης (μονοποδική αναπήδηση), β) τριπλή

μονοποδική αναπήδηση απόστασης (triple hop for distance), γ) διαδοχική (δεξιά –αριστερά)

22

αναπήδηση κατεύθυνσης σε ευθεία (cross over hop test) και το τεστ χρόνου για 6 μέτρα (6-m hop

for time).

Τα τεστ αναπήδησης απόστασης/ΜΑ (μονοποδική αναπήδηση) είναι αξιόπιστα,

χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της εκρηκτικής μυϊκής δύναμης των κάτω άκρων, για τον

προσδιορισμό φυσικών ελαττωμάτων στη λειτουργική δομή του κάτω μέρους του σώματος και

αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την έκκεντρη δύναμη συγκεκριμένων μυϊκών ομάδων.

Ειδικότερα o Booher και οι συνεργάτες του (2010), επιθυμώντας τον καθορισμό της αξιοπιστίας

των ασκήσεων κλειστής κινητικής αλυσίδας (εκείνες στις οποίες το πόδι βρίσκεται σε επαφή με μια

σταθερή επιφάνεια) συμπεριλαμβανομένων και των τεστ ΜΑ απόστασης συμπέραναν ότι αυτά

είναι αξιόπιστα όσον αφορά το χρόνο και την απόσταση με μικρές αποκλίσεις λάθους. Επίσης

βρέθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των εμπλεκόμενων άκρων και μη κατά την εκτέλεση τους.

ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΩ

ΑΚΡΩΝ (Assessing methods for the functional power of the lower body)

A) ΑΛΜΑΤΑΜΟΝΟΠΟΔΙΚΗΣ

ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Αξιολόγηση Μονάδες μέτρησης

Μονό άλμα απόστασης

(Single-limb Single-Hop test for distance)

Aλτικότητα Εκατοστά/cm

Τριπλό άλμα απόστασης

(Single-limb Triple-Hop test for distance)

Aλτικότητα Εκατοστά/cm

Διαδοχικά άλµατα απόστασης (µια δεξιά και

µια αριστερά) µε εναλλαγή κατεύθυνσης

πάνω από µια ευθεία γραµµή.

(Single-limb Crossover-Hop test for distance)

Αλτικότητα Εκατοστά/cm

Άλματα σε απόσταση 6 μέτρων

(Single-limb 6m Hop test for time)

Αλτικότητα Δευτερόλεπτα/s

Β) ΑΛΜΑΤΑΔΙΠΟΔΙΚΗΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Αλτικότητα Μονάδες μέτρησης

Άλμα από ημικάθισμα/κατακόρυφο

(Vertical Squat Jump)

Αλτικότητα Watt/kg σωματικής μάζας

Άλμα προδιάτασης

(Counter Movement Jump)*

Αλτικότητα Watt/kg σωματικής μάζας

Άλμα πτώσης/βάθους

(Drop Jump)

Αλτικότητα Watt/kg σωματικής μάζας

23

*Μετρούμενες μεταβλητές (CMJ): Ύψος (εκφραζόμενο in cm); Ισχύς (εκφραζόμενη σε W/kg); Δύναμη(εκφραζόμενη

σε N/kg) και ταχύτητα (εκφραζόμενη σε cm/s).

Τα (ΛΤ) επίδοσης παρέχουν ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες που σχετίζονται με

εξειδικευμένες κινήσεις του αθλητισμού, του επαγγέλματος και της άσκησης. Τα αποτελέσματα

αυτών των τεστ μπορεί να βοηθήσουν στο προσδιορισμό της προθυμίας για συμμετοχή στην

επιθυμητή δράση και τη μέτρηση της ουσιαστικής προόδου προς την κατεύθυνση ενός στόχου με

τον οποίον η δραστηριότητα σχετίζεται. Σε αντίθεση με τα παραδοσιακά μέτρα ελέγχου, όπως το

εύρος της κίνησης (ROM) και τις δοκιμασίες δύναμης που απομονώνουν την κίνηση, αυτά

εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο πολλαπλά τμήματα και συστήματα του σώματος

αλληλοεπιδρούν.

Λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις του χορού, τα αλτικά και τα τεστ της ισορροπίας

παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αξιολόγηση των χορευτών. Μεσαία και πλάγια τεστ

αναπήδησης με προσομοίωση αλμάτων και προσγειώσεων που πραγματοποιούνται συνήθως από

τους χορευτές έχουν αξιόπιστα αναπαραχθεί και σε άλλους αθλητικούς πληθυσμούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Χαρακτηριστικά δείγματος

Ένα σύνολο από τριάντα αθλήτριες ρυθμικής γυμναστικής υψηλού επιπέδου και χορεύτριες

κλασσικού χορού ιδιωτικής σχολής συμμετείχαν εθελοντικά στην έρευνα. Οι νεαρές αθλήτριες δεν

αντιμετώπιζαν μυοσκελετικά προβλήματα και δεν είχαν κάποιο σοβαρό τραυματισμό τον τελευταίο

μήνα, πριν τις μετρήσεις. Ωστόσο, 5 αθλήτριες δεν ολοκλήρωσαν την διαδικασία της μελέτης. Το

δείγμα χωρίστηκε στις αθλήτριες ρυθμικής (n=11) 13 έως 18 ετών και στις χορεύτριες μπαλέτου

(n=14). Οι αθλήτριες συμμετείχαν στην έρευνα έπειτα από γραπτή συγκατάθεση των γονέων τους

και προφορική συγκατάθεση με τους εξεταστές ενώ η μελέτη πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις

αρχές του Κώδικα Δεοντολογίας Ερευνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Περιγραφή Διαδικασίας

Πριν από την έναρξη της έρευνας, όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν εισαγωγικά σχόλια σχετικά

με το σκεπτικό της έρευνας, τη χρήση των δεδομένων, τα θέματα και τα αντικείμενα που πρέπει να

επιδιωχθούν. Δόθηκαν επίσης, προφορικές οδηγίες σχετικά με την διαδικασία της έρευνας.

Ζητήθηκε υπογεγραμμένη συγκατάθεση από τους γονείς των παιδιών για την σύμφωνη συμμετοχή

τους στην έρευνα πριν από τη συλλογή των δεδομένων.

24

Όλες οι χορεύτριες και οι αθλήτριες υποβλήθηκαν σε μια συνεδρία προ-ελέγχου και δοκιμών

για την εξοικείωση τους με την διαδικασία της μέτρησης και των τεστ πριν από τα πρωτόκολλα

προθέρμανσης. Η συνεδρία αυτή αποτελούνταν από τις ανθρωπομετρικές μετρήσεις και την

εξοικείωση των αθλητριών με τα τεστ (hop test) στα οποία θα εξετάζονταν.

Συνεδρία προ-ελέγχου

Μετρήθηκε το βάρος και το ύψος των αθλητριών χρησιμοποιώντας μια ζυγαριά (tefal) και

μία μετροταινία. Για να μετρηθεί το ποσοστό του σωματικού λίπους μετρήθηκαν 4 δερματοπτυχές

του τρικέφαλου, του υπερλαγώνιου, της κοιλιάς και του μηρού με το δερματοπτυχόμετρο

(Harpenden). Για την πρόβλεψη του σωματικού λίπους [FM (%)], χρησιμοποιήθηκε η εξίσωση που

περιγράφεται από τον McArdle (McArdle et al. 1996), χρησιμοποιώντας 4 δερματοπτυχές

(τρικέφαλου, υπερλαγώνιου, κοιλιά και μηρού) που επιλέχθηκαν για αυτήν την έρευνα. Σ αυτήν

την συνεδρία οι αθλήτριες εξοικειώθηκαν με τα hop τεστ και εκτέλεσαν πολλές επαναλήψεις μέχρι

να είναι ικανές να γνωρίζουν με την ονομασία τους τα τεστ για την εκτέλεση τους.

Μέτρηση της ευκαμψίας

Στη μελέτη εξετάστηκε το κινητικό εύρος κατά την κάμψη του ισχίου, την κάμψη του

γόνατος καθώς και τη ραχιαία κάμψη της ποδοκνημικής άρθρωσης από έναν έμπειρο εξεταστή.

Όλες οι μετρήσεις έγιναν με το γωνιόμετρο Myrin, σύμφωνα με τη μέθοδο των Ekstrand,

Wilkorsson, Oberg και Guillquist (1982). Για τη συλλογή των δεδομένων οι μετρήσεις έγιναν στο

άκρο με την καλύτερη απόδοση.

Όλες οι μετρήσεις έγιναν στο πάτωμα σε μαλακό στρώμα εκτός από τη ραχιαία κάμψη της

ποδοκνημικής, που έγινε από την όρθια στάση με το δεξί γόνατο λυγισμένο και το πέλμα του να

εφάπτεται σε ανυψωμένη επιφάνεια ύψους 40 cm.

Η κίνηση της άρθρωσης από την ουδέτερή της θέση στην ακραία γινόταν παθητικά από τον

ίδιο εξεταστή, όπως καθορίζεται από την American Academy of Οrthopaedic Surgeons (1965) ο

οποίος κατέγραφε την τιμή του κινητικού εύρους των αρθρώσεων σε μοίρες.

Η παθητική κίνηση της άρθρωσης στην ακραία της θέση γινόταν ως το σημείο εκείνο, στο

οποίο ο εξεταστής ένοιωθε τη μέγιστη αντίσταση των μυϊκών ομάδων που επιμηκύνονταν, όπως

καθορίζεται από τους Ferber, Gravelle και Osternig (2002), χωρίς το εξεταζόμενο άτομο να νοιώθει

δυσφορία ή μυϊκό πόνο.

Δοκιμασίες/τεστ αναπήδησης στο ένα πόδι (hop tests)

Είναι γνωστό ότι απαιτείται ευλυγισία υψηλού επιπέδου στα αθλήματα που προαναφέρθηκαν

και είναι σημαντικό να αποσαφηνιστεί ποια μορφή προθέρμανσης συμβάλλει περισσότερο στην

απόδοση και στην υψηλή επίδοση για αυτά τα αθλήματα. Στην έρευνα εφαρμόστηκαν

συγκεκριμένα αλτικά/hop τεστ που ελέγχουν την σταθερότητα της άρθρωσης του γόνατος και τα

25

οποία χρησιμοποιούνται κυρίως στην αποκατάσταση ατόμων μετά από τραυματισμό, αλλά

ταυτόχρονα επίσης αξιολογούν τη δύναμη, την ισορροπία και την ισχύ.

Στην εικόνα 1 απεικονίζονται τα τεστ που χρησιμοποιήθηκαν και η διαδικασία μέτρησης.

Εικόνα 1. ΤΕΣΤ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Μονοποδική αναπήδηση απόστασης (single leg hop test)

Η εξεταζόμενη αρχίζει την διαδικασία στέκοντας στο κυρίαρχο πόδι με τα δάχτυλα του ίδιου

ποδιού στην γραμμή εκκίνησης. Η εξεταζόμενη καθοδηγείται έτσι ώστε η αναπήδηση της να γίνει

μπροστά και όσο πιο μακριά γίνεται και να προσγειωθεί στο ίδιο πόδι το οποίο στεκόταν. Ο

εξεταστής μετρά την απόσταση της αναπήδησης από την γραμμή εκκίνησης μέχρι το σημείο της

επαφής στο πάτωμα που έφτασε η φτέρνα του ποδιού.

Τριπλή μονοποδική αναπήδηση απόστασης (triple hop for distance)

Η εξεταζόμενη αρχίζει την διαδικασία στέκοντας στο κυρίαρχο πόδι με τα δάχτυλα του ίδιου

ποδιού στην γραμμή εκκίνησης. Η εξεταζόμενη καθοδηγείται να εκτελέσει τρεις μέγιστες

αναπηδήσεις μπροστά με το κυρίαρχο πόδι. Ο εξεταστής μετράει την απόσταση που αναπήδησε η

εξεταζόμενη από την γραμμή εκκίνησης μέχρι το σημείο που έφτασε μετά την τρίτη αναπήδηση και

μετρά από την φτέρνα του ποδιού της.

26

Διαδοχική (δεξιά – αριστερά) αναπήδηση κατεύθυνσης σε ευθεία με χρονομέτρηση (cross over hop

test)

Η εξεταζόμενη αρχίζει την διαδικασία στέκοντας στο κυρίαρχο πόδι με τα δάχτυλα του ίδιου

ποδιού στην γραμμή εκκίνησης. Σε περίπτωση που το κυρίαρχο πόδι είναι το δεξί πρέπει να

σταθούν από την δεξιά μεριά της γραμμής των 8 μέτρων αν είναι το αριστερό τότε από τα αριστερά

της γραμμής. Μετά από την εντολή του εξεταστή ``1, 2, 3, πάμε’’ ξεκινάει ο χρόνος στο

χρονόμετρο και η εξεταζόμενη καθοδηγείται να εκτελέσει αναπηδήσεις μπροστά με το κυρίαρχο

της πόδι διαδοχικά κάθε φορά από την γραμμή στο πάτωμα δεξιά και αριστερά μέχρι να περάσει

την τελική γραμμή και όσο γίνεται πιο γρήγορα. Η χρονομέτρηση λήγει όταν η εξεταζόμενη

περάσει την τελική γραμμή και ο εξεταστής μετράει με το χρονόμετρο την επίδοση που θα κάνει η

αθλήτρια.

Τεστ χρόνου για 6 μέτρα (6-m hop for time)

Η εξεταζόμενη αρχίζει την διαδικασία στέκοντας στο κυρίαρχο πόδι με τα δάχτυλα του ίδιου

ποδιού στην γραμμή εκκίνησης. Μετά από την εντολή του εξεταστή ``1, 2, 3, πάμε’’ ξεκινάει ο

χρόνος στο χρονόμετρο και η εξεταζόμενη διανύει την απόσταση των 6 μέτρων με αναπηδήσεις

όσο πιο γρήγορα μπορεί με το κυρίαρχο της πόδι. Η χρονομέτρηση λήγει όταν η εξεταζόμενη

περάσει την τελική γραμμή.

Σ αυτήν την έρευνα χρησιμοποιήθηκαν τα τεστ αναπηδήσεων (hop test) το single hop τεστ

για την απόσταση, το triple hop τεστ για την απόσταση, το crossover hop τεστ για την απόσταση με

χρονομέτρηση και το 6-m timed hop για χρονομέτρηση (Noyes, & Barber, 1991). Όλοι οι

συμμετέχοντες εκτέλεσαν μία πρακτική δοκιμασία με το κυρίαρχο πόδι αφού είχε προηγηθεί πριν

την αξιολόγηση εξοικείωση με τα τεστ. Δεν δόθηκαν περιορισμοί για τη κίνηση των χεριών.

Υπάρχουν αρκετά είδη πρακτικών τεστ επίδοσης που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση

ασθενών σχετικά με τους τραυματισμούς του κάτω άκρου. Αυτά μπορούν να ταξινομηθούν σε τεστ

κίνησης, αναπήδησης /άλματος, ισορροπίας και ευκινησίας (Kivlan & Martin 2012). Δεδομένου τις

απαιτήσεις στον χορό, τα τεστ αναπήδησης και ισορροπίας μπορούν να αποτελέσουν ιδιαίτερο

ενδιαφέρον για την αξιολόγηση των χορευτών. Ωστόσο παρόλη αυτήν την έρευνα, παραμένει

άγνωστο εάν τα τεστ (hop) έχουν αξία για την αξιολόγηση των χορευτών σχετικά με την επίδοση

τους.

Περιγραφή των οργάνων

Το γωνιόμετρο Myrin (Lic Rehab 17183 Solna, Sweden) είναι όργανο μέτρησης κάθετων και

οριζόντιων κινήσεων των αρθρώσεων και βασίζεται στο γωνιόμετρο κάμψης Leighton (1955). Το

όργανο αυτό αποτελείται από μια κυκλική κλίμακα με ένδειξη από 0 έως 180 μοίρες,

περιστρεφόμενο δίσκο με δυο δείκτες. Ο ένας δείκτης είναι προσαρμοσμένος στο κέντρο του

δίσκου και ελέγχεται από τη βαρύτητα, μετρώντας το κινητικό εύρος σε μοίρες στις κάθετες

27

κινήσεις των αρθρώσεων. Ο άλλος δείκτης είναι προσανατολισμού και μετρά το κινητικό εύρος σε

οριζόντιες κινήσεις των αρθρώσεων.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ ΕΥΚΑΜΨΙΑΣ

Κάμψη ισχίου

Η μέτρηση στο εξεταζόμενο σκέλος γινόταν με τεντωμένο γόνατο. Η εξεταζόμενη βρισκόταν

στην ύπτια κατάκλιση με τα χέρια χαλαρά, δίπλα στον κορμό. Στη θέση αυτή ο εξεταστής

τοποθετούσε ένα ειδικό ιμάντα στο κάτω μέρος του δεξιού μηρού, 5 δάκτυλα πάνω από την

επιγονατίδα. Το γωνιόμετρο τοποθετούνταν πάνω στον ιμάντα και στον άξονα μεταξύ του έξω

κονδύλου και του μεγάλου τροχαντήρα. Στην ουδέτερη αυτή θέση γινόταν μηδενισμός του

γωνιομέτρου με την ένδειξη του δείκτη βαρύτητας στον αριθμό μηδέν. Από την αφετηρία αυτή ο

εξεταστής σήκωνε παθητικά το τεντωμένο σκέλος, μέχρι την ακραία θέση της άρθρωσης και

σημείωνε την ένδειξη του γωνιόμετρου στο πρωτόκολλο καταγραφής.

Κάμψη γόνατος

Η εξεταζόμενη βρισκόταν στην πρηνή κατάκλιση στο πάτωμα με τα πέλματα να εξέχουν λίγο

από την άκρη του. Το γωνιόμετρο τοποθετούνταν στον ιμάντα, 5 εκατοστά πάνω από τον

αστράγαλο του δεξιού σκέλους, εξωτερικά του ανατομικού άξονα της κνήμης (έξω κνημιαίος

κόνδυλος-έξω σφυρό). Μετά το μηδενισμό του γωνιομέτρου στην ένδειξη μηδέν, ο εξεταστής

μετέφερε παθητικά την κνήμη προς το γλουτό, προτρέποντας την εξεταζόμενη να χαλαρώνει το

σκέλος της και σημείωνε την ένδειξη του γωνιόμετρου στο πρωτόκολλο καταγραφής.

Ραχιαία κάμψη ποδοκνημικής

Η εξεταζόμενη βρισκόταν στην όρθια στάση, τοποθετώντας το δεξί σκέλος σε ένα ειδικά

κατασκευασμένο πάγκο, με το γόνατο λυγισμένο στις 90 μοίρες και το πέλμα σε πλήρη επαφή με

το υπόστρωμα. Το γωνιόμετρο τοποθετούνταν στον ιμάντα, 5 εκατοστά πάνω από τον αστράγαλο

του δεξιού σκέλους, εξωτερικά του ανατομικού άξονα της κνήμης (έξω κνημιαίος κόνδυλος-έξω

σφυρό), όπως στην προηγούμενη μέτρηση. Από την αφετηρία αυτή η εξεταζόμενη εκτελούσε

κάμψη της ποδοκνημικής άρθρωσης. Ο ένας εξεταστής έλεγχε με τη μία παλάμη τη φτέρνα, ώστε

να μην ανασηκώνεται από το υπόστρωμα κατά την κάμψη της. Ο άλλος σημείωνε την ένδειξη του

γωνιόμετρου στο πρωτόκολλο καταγραφής.

Πρωτόκολλο προθέρμανσης

Σε αυτήν την διαδικασία και οι δύο ομάδες ακολούθησαν το ίδιο πρωτόκολλο. Στις ομάδες

έγινε τυχαία επιλογή. Το πρόγραμμα που ακολούθησαν οι αθλήτριες ήταν για δύο φορές την

28

εβδομάδα την μία ημέρα εκτελούν το πρόγραμμα της στατικής προθέρμανσης και την άλλη της

δυναμικής. Πριν από κάθε δοκιμή, γίνεται ατομικά η μέτρηση της αρθρικής κινητικότητας (ROM)

των αθλητριών και των χορευτών, ακολουθεί μια γενική προθέρμανση, στη συνέχεια γίνεται

αξιολόγηση στα hop testsκαι ακολουθεί το πρωτόκολλο (στατικό/δυναμικό), επαναμέτρηση της

αρθρικής κινητικότητας και ξανά η αξιολόγηση στα τεστ.

Αρχικά ξεκίνησαν οι αθλήτριες με χαλαρό τρέξιμο 3 λεπτών και συνέχισαν με συνδυασμό

αλμάτων όπως το επιτόπιο-κάθετο άλμα από τα δύο στα δύο πόδια, αναπηδήσεις στα δύο πόδια και

στο ένα με άρση του ποδιού προς και πίσω.

Περιγραφή στατικής και δυναμικής προθέρμανσης

Οι δύο ομάδες εκτέλεσαν για την προθέρμανση τους ασκήσεις μπαλέτου στην μπάρα και στο

κέντρο προσαρμοσμένες στην στατική και δυναμική διάταση.

Στον πίνακα 3 παρουσιάζονται αναλυτικά οι ασκήσεις που έγιναν στην προθέρμανση στις

αθλήτριες.

ΠΙΝΑΚΑΣ 3. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΠΡΟΘΕΡΜΑΝΣΗΣ

Μπάρα Στατική Δυναμική

Plie Παραμονή 15΄΄ στις 4 θέσεις των

ποδιών

3 επαναλήψεις στις 4 θέσεις των

ποδιών

Battement tendu Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Battement Jete Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Rond de jambe par

terre

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Rond de jambe en

l’ air

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Battement Frappe

(Στην ακροστασία)

Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Adagio

(Στην ακροστασία)

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Πόδι στην μπάρα

(Στην ακροστασία)

Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Κέντρο Οι ίδιες ασκήσεις και ο ίδιος

τρόπος εκτέλεσης χωρίς μπάρα

Οι ίδιες ασκήσεις και ο ίδιος

τρόπος εκτέλεσης χωρίς μπάρα

Plie Παραμονή 15΄΄ στις 4 θέσεις των

ποδιών 3 επαναλήψεις στις 4 θέσεις

των ποδιών

3 επαναλήψεις στις 4 θέσεις των

ποδιών

Battement tendu Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Battement Jete Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για 3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

29

την εκτέλεση της άσκησης την εκτέλεση της άσκησης

Rond de jambe par

terre

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Battement Fondu

Rond de jambe en

l’ air

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Battement Frappe

(Χωρίς

ακροστασία)

Παραμονή 15΄΄ σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

3 επαναλήψεις σε κάθε θέση για

την εκτέλεση της άσκησης

Adagio

(Χωρίς

ακροστασία)

Αργή εκτέλεση της άσκησης

μένοντας 15΄΄ σε κάθε θέση

Γρήγορη εκτέλεση από 3

επαναλήψεις σε κάθε θέση

Grand Battements

Allegro(γρήγορες

ασκήσεις

αναπηδήσεων)

Echappe chaute 3 επαναλήψεις παραμονή 10΄΄ 3 επαναλήψεις σε κάθε θέση ποδιών

Assemble I 3 επαναλήψεις παραμονή 10΄΄ 3 επαναλήψεις σε κάθε θέση ποδιών

Assemble II 3 επαναλήψεις παραμονή 10΄΄ 3 επαναλήψεις σε κάθε θέση ποδιών

Jetes I

Jetes II

Διαδικασία μέτρησης

Η διαδικασία ξεκινούσε με την μέτρησης της ευκαμψίας μετά από γενική προθέρμανση χωρίς

κάποια προθέρμανση των αθλητριών. Στη συνέχεια ακολουθούσε η γενική προθέρμανση και

μετέπειτα η αξιολόγηση στα τεστ. Στα τεστ οι αθλήτριες την επίσημη ημέρα της διαδικασίας

εκτελούσαν από μία προσπάθεια καθώς είχαν εξοικειωθεί με τις δοκιμές στη συνεδρία προ-

ελέγχου. Είχε τοποθετηθεί μία ταινία των έξι μέτρων στο πάτωμα η οποία ήταν κολλημένη και

σταθερή και το χρονόμετρο το κρατούσε ο εξεταστής την ώρα που εκτελούσε τα τεστ η ασκούμενη.

Ακολουθούσε η στατική προθέρμανση ,έπειτα η επαναμέτρηση της ευκαμψίας και ξανά

ακολουθούσε η αξιολόγηση στα τεστ.

Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν όλες οι μετρήσεις ήταν οι ίδιες για

όλους τους αθλητές (καμία αθλητική δραστηριότητα την προηγούμενη, καθώς και την ημέρα της

μέτρησης).

Σχεδιασμός της έρευνας

Υπάρχουν τρεις ανεξάρτητες μεταβλητές: ο τύπος προθέρμανσης, η ομάδα και η γενική

προθέρμανση. Οι εξαρτημένη μεταβλητές είναι η απόδοση στα τεστ και η αρθρική κινητικότητα.

30

Στατιστική ανάλυση

Για όλες τις εξεταζόμενες παραμέτρους υπολογίστηκαν οι μέσες τιμές και η τυπική απόκλιση

(mean±SD). Η στατιστική ανάλυση έγινε εφαρμόζοντας ανάλυση διακύμανσης (ANOVA) με

επαναλαμβανόμενες μετρήσεις και στους δύο παράγοντες. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε

στο p< 0.05. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με το στατιστικό πακέτο SPSS

(Statistical Package for Social Sciences, Chicago Illinois USA, version 22.0).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Περιγραφική στατιστική

Η ηλικία των συμμετεχόντων κυμαίνονταν από 12 έως 16 ετών, η μέση ηλικία τους ήταν

14,24 έτη με τυπική απόκλιση 1,222 για την ομάδα μπαλέτου.

Στον πίνακα 4 παρουσιάζονται τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά της ομάδας μπαλέτου.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4. ΑΝΘΡΩΠΟΜΕΤΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΜΠΑΛΕΤΟΥ

ΟΜΑΔΑ ΜΠΑΛΕΤΟΥ ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ & ΤΥΠΙΚΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ

ΗΛΙΚΙΑ 15,4±1,2

ΒΑΡΟΣ 52,1±5,7

ΥΨΟΣ 1,60±0,05

ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΛΙΠΟΣ 10±9,3

ΔΕΙΚΤΗΣ ΜΑΖΑΣ

ΣΩΜΑΤΟΣ

20,13±1,8

Στον πίνακα 5 παρουσιάζονται τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά της ρυθμικής.

ΠΙΝΑΚΑΣ 5.ΑΝΘΡΩΜΕΤΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΡΥΘΜΙΚΗΣ

ΟΜΑΔΑ ΡΥΘΜΙΚΗΣ ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ &ΤΥΠΙΚΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ

ΗΛΙΚΙΑ 12,7±1,489

ΒΑΡΟΣ 36,0±7,2

ΥΨΟΣ 1,43±0,86

ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΛΙΠΟΣ 6,16±2,45

ΔΕΙΚΤΗΣ ΜΑΖΑΣ

ΣΩΜΑΤΟΣ

17,41±1,86

31

Γράφημα 1. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 1) πριν και μετά την στατική και δυναμική προθέρμανση

στην ομάδα μπαλέτου.

Ο δείκτης σημαντικότητας ήταν p>0,05.

Γράφημα 2. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 2 ) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου.

Δείκτης σημαντικότητας p<0,005

32

Γράφημα 3. Αξιολόγηση της απόστασης με χρονομέτρηση (τεστ 3 ) πριν και μετά την στατική και

δυναμική προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου.

26

26,5

27

27,5

28

28,5

29

29,5

30

30,5

static dynamic

ΧΡ

ΟΝ

ΟΣ

ΟΜΑΔΑ ΜΠΑΛΕΤΟΥ

Crossover test

before after

Δείκτης σημαντικότητας p>0,005

Γράφημα 4. Αξιολόγηση με χρονομέτρηση (τεστ 4 ) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα μπαλέτου.

Δείκτης σημαντικότητας p>0,005

33

Γράφημα 5. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 1) πριν και μετά την στατική και δυναμική προθέρμανση

στην ομάδα ρυθμικής.

Δείκτης σημαντικότητας p>0,05

Γράφημα 6. Αξιολόγηση της απόστασης (τεστ 2) πριν και μετά την στατική και δυναμική προθέρμανση

στην ομάδα ρυθμικής.

Δείκτης σημαντικότητας p<0,005

34

Γράφημα 7. Αξιολόγηση της απόστασης με χρονομέτρηση (τεστ 3 ) πριν και μετά την στατική και

δυναμική προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής.

Δείκτης σημαντικότητας p>0,005

Γράφημα 8. Αξιολόγηση με χρονομέτρηση (τεστ 4 ) πριν και μετά την στατική και δυναμική

προθέρμανση στην ομάδα ρυθμικής.

Δείκτης σημαντικότητας p>0,005

35

Γράφημα 9. Η αρθρική κινητικότητα πριν και μετά την στατική και δυναμική προθέρμανση.

Δείκτης σημαντικότητας p<0,001 για δικέφαλο, p<0,005 για τετρακέφαλο και p<0,005 για

ποδοκνημική άρθρωση.

Γράφημα 10. Η αρθρική κινητικότητα πριν και μετά την στατική και δυναμική προθέρμανση.

Δείκτης σημαντικότητας p<0,001 για δικέφαλο, p<0,005 για τετρακέφαλο και p<0,005 για

ποδοκνημική άρθρωση.

36

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Στην παρούσα μελέτη εξετάστηκε η επίδραση δύο διαφορετικών μορφών προθέρμανσης στην

αρθρική κινητικότητα και σε κινητικές ικανότητες των αθλητριών ρυθμικής και μπαλέτου. Από τα

αποτελέσματα της παρούσας μελέτης διαπιστώθηκε ότι και τα δύο πρωτόκολλα προθέρμανσης

βελτίωσαν την αρθρική κινητικότητα των αθλητριών μπαλέτου και ρυθμικής καθώς και τις

κινητικές ικανότητες που αξιολογήθηκαν. Συγκεκριμένα, στην ομάδα μπαλέτου παρατηρήθηκε

αύξηση της αρθρικής κινητικότητας σε όλες τις αρθρώσεις που μετρήθηκαν μετά την εφαρμογή και

των δύο πρωτοκόλλων, ενώ η ομάδα της ρυθμικής γυμναστικής παρουσίασε αύξηση της αρθρικής

κινητικότητας στην έκταση του ισχίου και ποδοκνημικής άρθρωσης μετά την εφαρμογή και των

δύο πρωτοκόλλων, στην κάμψη του γόνατος όμως παρατηρήθηκε αύξηση μόνο μετά την δυναμική

προθέρμανση.

Τα αποτελέσματα δεν μπορούν να συγκριθούν άμεσα με άλλες ερευνητικές εργασίες, παρόλα

αυτά υπάρχουν μελέτες που προσεγγίζουν το θέμα που έθεσαν με παρόμοια ερευνητικά

προβλήματα σε διαφορετικούς πληθυσμούς ή με διαφορετικό πρωτόκολλο προθέρμανσης.

Διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση σε όλες τις αρθρώσεις και με τα δύο

πρωτόκολλα. Υπάρχει επίσης, επίδραση και των δύο πρωτοκόλλων προθέρμανσης όσον αφορά την

αρθρική κινητικότητα καθώς και υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά και για τις δύο ομάδες.

Στην έρευνα των Tsolakis και Bogdanis (2012) φάνηκε ότι σε αθλητικές δραστηριότητες

ισχύος σε 20 αθλητές στίβου, οι στατικές διατάσεις (15-45s) όταν ακολουθούνται από ασκήσεις

μυϊκής ενεργοποίησης, υπάρχει αύξηση του εύρους κίνησης κατά 12.6% και παράλληλη αύξηση

της μυϊκής ισχύoς κατά 5.5%. Παράλληλα στην δικιά μας έρευνα, τα αποτελέσματα της αρθρικής

κινητικότητας συμφωνούν με την παραπάνω έρευνα καθώς υπάρχει βελτίωση της αρθρικής

κινητικότητας και στις δύο ομάδες αλλά και στην επίδοση των και τεστ μετά από τη στατική

προθέρμανση.

Οι DiCagno και συν. (2010) επιβεβαιώνουν και αυτοί στην έρευνα τους ότι σε 38 αθλήτριες

ρυθμικής γυμναστικής οι στατικές διατάσεις όταν συμπεριλαμβάνονται στην προθέρμανση έχουν

αρνητική επίδραση στα τεχνικά άλματα 7% μετά από ΣΔ και μείωση στο κατακόρυφο άλμα με

προδιάταση. Τα αποτελέσματα όμως των DiCagno και συν. μετά από τη χρήση των hop test στην

προθέρμανση δείχνουν αύξηση μετά από ΣΔ και αύξηση στον χρόνο επαφής. Τα αποτελέσματα της

έρευνας μας σχετικά με τα hop test συμφωνούν με την μελέτη αυτή καθώς μετά από την μέτρηση

των αλμάτων μονοποδικής στήριξης δείχνουν μια άνοδο όσον αφορά τον χρόνο επαφής και την

απόσταση.

Παρόμοια, οι Samson και συν. (2012) μετά από γενική προθέρμανση και στατικές διατάσεις

έως 30s παρατήρησαν αύξηση στην αρθρική κινητικότητα και στο σπριντ μετά από ειδική

37

προθέρμανση με συνδυασμό στατικών και δυναμικών διατάσεων. Σε πιο πρόσφατες έρευνες έχει

βρεθεί ότι ο συνδυασμός στατικών διατάσεων με δυναμικές ασκήσεις, ασκήσεις ενεργοποίησης ή

εξειδικευμένες για κάθε άθλημα, μειώνει ή και αντιστρέφει την αρνητική επίδραση τους στην

απόδοση. Οι Belkhiria και συν. (2012) επίσης, εξέτασαν τον συνδυασμό στατικών και δυναμικών

διατάσεων σε ποδοσφαιριστές και τους μέτρησαν μετά το sit and reach test όπου υπήρχε βελτίωση.

Οι ίδιοι εξέτασαν και το σπριντ μετά από ειδική προθέρμανση όπου δεν βρήκαν διαφορές. Τα

ευρήματα της έρευνας μας συμφωνούν και με τις δύο εργασίες καθώς τα αποτελέσματα των

λειτουργικών τεστ και της αρθρικής κινητικότητας σε συνδυασμό με το πρωτόκολλο

προθέρμανσης ήταν θετικά και για τις δύο ομάδες.

Μέρος των ευρημάτων μας μπορεί συγκριθεί με την εργασία των McNair και Stanley (1996),

οι οποίοι μελέτησαν τρία πρωτόκολλα σχετικά με το τρέξιμο τις στατικές διατάσεις και των

συνδυασμό τους. Τα αποτελέσματα των στατικών διατάσεων καθώς και ο συνδυασμός των δύο

πρωτοκόλλων εμφάνισαν ευεργετική επίδραση για τα άτομα που ασχολούνται με αθλητικές

δραστηριότητες καθώς και ότι παρατηρήθηκε αυξημένη η αρθρική κινητικότητα στην ποδοκνημική

άρθρωση μετά από τις στατικές διατάσεις. Αν και η διαφορά δεν ήταν σημαντική, στην μελέτη μας

διαπιστώθηκε επίσης αύξηση στην ποδοκνημική άρθρωση, στην ομάδα μπαλέτου να είναι ελαφρώς

καλύτερη μετά και από τους δύο τύπους και στην ομάδα ρυθμικής μόνο μετά από την δυναμική

προθέρμανση.

Σημαντικός αριθμός ερευνών της τελευταίας δεκαετίας δείχνει ότι σε διάφορες παραμέτρους

μέγιστης απόδοσης, η οξεία επίδραση των στατικών διατάσεων στην προθέρμανση έχει αρνητική

επίδραση (Behm &Bambury, 2004; Behm &Kibele, 2007). Για αυτό συνίσταται η αποφυγή τους

όταν μετά την προθέρμανση ακολουθούν δραστηριότητες που απαιτούν ταχύτητα, ισχύ και μυϊκή

δύναμη. Οι Paradisis και συν. (2014), εξέτασαν την επίδραση στατικών και δυναμικών διατάσεων

διάρκειας 40s σε 47 έφηβους και βρήκαν αρνητική επίδραση των στατικών διατάσεων (2.5%) στην

επίδοση στο sprint σε 20 m καθώς και ότι και τα δύο είδη διατάσεων επέδρασαν αρνητικά στην

απόδοση των παιδιών στο κατακόρυφο άλμα (6.3% μετά από στατικές και 2.2% μετά από

δυναμικές). Επίσης, οι McNeal και Sands (2003), μελέτησαν την επίδραση των στατικών

διατάσεων διάρκειας 30s σε 13 ελίτ αθλητές ενόργανης γυμναστικής και βρήκαν αρνητική

επίδραση στο κατακόρυφο άλμα (9,6%).

Σχετικά με την δικιά μας έρευνα τα αποτελέσματα της ομάδας των αθλητριών της ρυθμικής

μετά από την δυναμική προθέρμανση, στα hop test συγκεκριμένα στο cross over τεστ και στο τεστ

των 6 μέτρων όσον αφορά την επίδοση στον χρόνο ήταν αρνητικά. Η δυναμική προθέρμανση δεν

αναστέλλει τις επιδόσεις στο σπριντ αλλά μπορεί να μειώσει την εκρηκτική δύναμη. Παράλληλα, οι

αθλήτριες είχαν αρνητικό αποτέλεσμα πιθανά λόγω κόπωσης. Οι επιδόσεις στο σπριντ και στην

38

εκρηκτική δύναμη γενικά επηρεάζονται αρνητικά όταν προηγούνται ΣΔ πριν από αυτές τις

ασκήσεις. Γι’ αυτό, οι ΣΔ θα πρέπει να αποφεύγονται πριν από αυτές τις ασκήσεις.

Οι Faigenbaum και συν. (2005) μετά από τρία διαφορετικά πρωτόκολλα προθέρμανσης

στατικών διατάσεων βρήκαν μείωση στο κατακόρυφο άλμα 6.5% μετά από ΣΔ, σε μακρύ άλμα

1.9% μετά από ΣΔ και μείωση στην ευλυγισία 2.6% μετά και από τις 3 προθερμάνσεις στατικών

διατάσεων.

Προγενέστερες έρευνες αναφέρουν ότι βελτίωση στη μέγιστη δύναμη και την ισχύ των κάτω

άκρων μπορεί να επέλθει μετά από χρόνια προπόνηση ευλυγισίας. Αυτό παρατηρείται και στην

δικιά μας έρευνα καθώς η αρθρική κινητικότητα παρουσιάζει αύξηση μετά και από την στατική

αλλά και από την δυναμική προθέρμανση και στις δύο ομάδες (μπαλέτου/ρυθμικής) που

μετρήθηκαν.

Πρόσφατες έρευνες αναφέρουν ότι η μέγιστη δύναμη και ισχύ των κάτω άκρων μπορεί να

βελτιωθεί μετά από χρόνια προπόνηση ευλυγισίας (Hunteretal 2002; Worrell, Smith&Winegardner,

1994).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας ενισχύουν την άποψη ότι η αρθρική κινητικότητα

βελτιώθηκε και με τα δύο προγράμματα προθέρμανσης. Επίσης, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι

τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν τις ερευνητικές μας υποθέσεις και κυρίως ότι η απόδοση θα

βελτιωθεί και με τα δύο προγράμματα.

Σχετικά με την επίδραση των στατικών διατάσεων είναι πιθανόν να υπάρχουν αντικρουόμενα

αποτελέσματα όσον αφορά τον τρόπο χρήση τους, διαφορετικοί μέθοδοι και δείγματα. Η

προπονητική εμπειρία των αθλητριών είναι πιθανόν να παίζει κάποιο ρόλο σχετικά με την

επίδραση. Σε πιο πρόσφατες έρευνες έχει βρεθεί ότι ο συνδυασμός στατικών διατάσεων με

δυναμικές ασκήσεις, ασκήσεις ενεργοποίησης ή εξειδικευμένες για κάθε άθλημα, μειώνει ή και

αντιστρέφει την αρνητική επίδραση τους στην απόδοση.

Οι στατικές διατάσεις μεγάλης διάρκειας πιθανά δημιουργούν αρνητικές προϋποθέσεις για

δραστηριότητες ταχύτητας, ισχύος και δύναμης γι' αυτό και προτείνεται να αποφεύγονται στην

προθέρμανση. Σχετικά με την αρθρική κινητικότητα οι διατάσεις, ανεξάρτητα από τον τύπο τους

επιδρούν θετικά στην αύξησή της. Όπως φάνηκε και από την δικιά μας έρευνα στα αποτελέσματα

στην απόδοση υπάρχουν πολλές έρευνες με αντικρουόμενα αποτελέσματα που είναι πιθανά να

οφείλονται σε διαφορετικές μεθοδολογίες και δείγματα αθλητών που χρησιμοποιούν με

διαφορετική προπονητική εμπειρία.

39

Προτάσεις για μελλοντικές έρευνες:

Ενδιαφέρον για μελέτη είναι

η διερεύνηση της επίδρασης των σε διαφορετικών κινητικών τεστ στην απόδοση.

Η επίδραση του τύπου προθέρμανσης σε επιπλέον κινητικές ικανότητες ή στον συνδυασμό

μεταξύ τους όπως: 1) στην ισορροπία 2) τον συγχρονισμό και 3) τον συντονισμό.

40

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ageberg, E., Zätterström, R., & Moritz, U. (1998). Stabilometry and one‐leg hop test have high

test‐retest reliability. Scandinavian journal of medicine & science in sports, 8(4), 198-

202.

Alter, M.J. (1988). Science of stretching. Champaign, IL: Human Kinetics.

Arkaev L.I., Sutsilin N.G. (2004) Gymnastics: How to create Champions. The Theory and

Methodology of Training Top-Class Gymnasts. Fizkultura I Sport, Moscow.

Au, S. (1988). Ballet & modern dance. Thames and Hudson.

Augustsson, J., Thomeé, R., Linden, C., Folkesson, M., Tranberg, R., & Karlsson, J. (2006).

Single‐leg hop testing following fatiguing exercise: reliability and biomechanical

analysis. Scandinavian journal of medicine & science in sports, 16(2), 111-120.

Baechle, T. R., and Earle, R, W. (2008). Essentials of Strength Training and Conditioning. (3rd ed.).

Champaign, IL: Human Kinetics, .

Bandy, W. D., Irion, J. M., & Briggler, M. (1997). The effect of time and frequency of static

stretching on flexibility of the hamstring muscles. Physical therapy, 77(10), 1090-1096.

Bandy, W. D., Irion, J. M., & Briggler, M. (1998). The effect of static stretch and dynamic range of

motion training on the flexibility of the hamstring muscles. Journal of Orthopaedic &

Sports Physical Therapy, 27(4), 295-300.

Bangsbo, J. (1994). Time motion characteristics of competition soccer. Science and Football, 21-

25.muscles. J. Orthop. Sports Phys. Ther. 27(4): 295–300. PMID:9549713.

Beedle, B. B., & Mann, C. L. (2007). A comparison of two warm-ups on jointy range of motion.The

Journal of Strength & Conditioning Research, 21(3), 776-779.

Behm, D. G., & Kibele, A. (2007). Effects of differing intensities of static stretching on jump

performance. European Journal of Applied Physiology, 101(5), 587-594.

Behm, D. G., Button, D. C., & Butt, J. C. (2001). Factors affecting force loss with prolonged

stretching. Canadian Journal of Applied Physiology, 26, 261-272.

Behm, D.G. and Chaouachi, A. (2011) A review of the acute effects of static and dynamic

stretching on performance. European Journal of Applied Physiology 111, 2633-2651.

Bishop, D. (2003). Warm up I. Sports medicine, 33(6), 439-454.

Bishop, D. (2003). Warm up II. Sports Medicine, 33(7), 483-498.

Bishop, D., & Maxwell, N.S. (2009). Effects of active warm up on thermoregulation and

intermittent-sprint performance in hot conditions. Journal of Science & Medicine in

Sport, 12 (1), 196–204.

41

Booher, L. D., Hench, K. M., Worrell, T. W., & Stikeleather, J. (2010). Reliability of three single-

leg hop tests. Journal of Sport Rehabilitation 2(3).

Borms, J., van Roy, P., Santens, J. P., & Haentjens, A. (1987). Optimal duration of static stretching

exercises for improvement of coxo‐ femoral flexibility∗ . Journal of sports sciences,

5(1), 39-47.

Boyle, P. M. (2004). The effect of static and dynamic stretching on muscle force production.(Part

IV: Physiology). Journal of Sports Science and Medicine, 22, 273-274.

Bradley, P. S., Olsen, P. D., & Portas, M. D. (2007). The effect of static, ballistic, and

proprioceptive neuromuscular facilitation stretching on vertical jump performance.

Journal of Strength and Conditioning Research, 21, 223-226.

Brandenburg, J., Pitney, W., Luebbers, P., Veera, A., & Czajka, A. (2007). Time course of changes

in vertical-jumping ability after static stretching. International Journal of Sports

Physiology and Performance, 2, 170-181.

Burkett, N.L., Phillips, W.T. and Ziuraitis, J. (2005). The best warm up for the vertical jump in

college-age athletic men. Journal of Strength and Conditioning Research 19(3), 673-

676.

Cech, D. J., & Martin, S. T. (2002). Functional movement development across the life span.

Elsevier Health Sciences.

Chan, S. P., Hong, Y., & Robinson, P. D. (2001). Flexibility and passive resistance of the hamstrings

of young adults using two different static stretching protocols. Scandinavian journal of

medicine & science in sports, 11(2), 81-86.

Chaouachi, A., Castagna, C., Chtara, M., Brughelli, M., Turki, O., Galy, O., Chamari, K. and

Behm, D.G. (2010) Effect of warm-ups involving static or dynamic stretching on

agility, sprinting, and jumping performance in trained individuals. Journal of Strength

and Conditioning Research 24(8), 2001-2011.

Church, J. B., Wiggins, M. S., Moode, F. M., & Crist, R. (2001). Effect of warm-up and flexibility

treatments on vertical jump performance. Journal of Strength and Conditioning

Research, 15, 332-336.

Cipriani, D., Abel, B., & Pirrwitz, D. (2003). A comparison of two stretching protocols on hip range

of motion: implications for total daily stretch duration. The Journal of Strength &

Conditioning Research, 17(2), 274-278.

Clark, R. H., Gerstmann, D. R., Jobe, A. H., Moffitt, S. T., Slutsky, A. S., & Yoder, B. A. (2001).

Lung injury in neonates: causes, strategies for prevention, and long-term

consequences. The Journal of pediatrics, 139(4), 478-486.

42

Cornwell, A., Nelson, A. G., Heise, G. D., & Sidaway, B. (2001). Acute effects of passive muscle

stretching on vertical jump performance. Journal of Human Movement Studies, 40, 307-

324.

Cipriani, D., Abel, B., & Pirrwitz, D. (2003). A comparison of two stretching protocols on hip range

of motion: implications for total daily stretch duration. The Journal of Strength &

Conditioning Research, 17(2), 274-278.

Cramer, J. T., Housh, T. J., Johnson, G. O., Miller, J. M., Coburn, J. W., & Beck, T. W. (2004). Acute

effects of static stretching on peak torque in women. The Journal of Strength &

Conditioning Research, 18(2), 236-241.

Cramer, J. T., Housh, T. J., Weir, J. P., Johnson, G. O., Coburn, J. W., & Beck, T. W. (2005). The

acute effects of static stretching on peak torque, mean power output, electromyography,

and mechanomyography. European journal of applied physiology, 93(5-6), 530-539.

Davis, D. S., Ashby, P. E., McCale, K. L., McQuain, J. A., & Wine, J. M. (2005). The effectiveness

of 3 stretching techniques on hamstring flexibility using consistent stretching

parameters. The journal of strength & conditioning research, 19(1), 27-32.

Decoster, L. C., Scanlon, R. L., Horn, K. D., & Cleland, J. (2004). Standing and supine hamstring

stretching are equally effective. Journal of athletic training, 39(4), 330.

Deighan, M. A. (2005). Flexibility in dance. Journal of Dance Medicine & Science, 9(1), 13-17.

Donti, O., Tsolakis, C., & Bogdanis, G. C. (2014). Effects of baseline levels of flexibility and

vertical jump ability on performance following different volumes of static stretching

and potentiating exercises in elite gymnasts. Journal of sports science &

medicine, 13(1), 105.

Douda, H., Tokmakidis, S., & Tsigilis, N. (2002). Effects of specific training on muscle strenght

and flexibility of thythmic sports and artistic female gymnasts. Coaching and sport

science journal , 4, 23-27.

Duncan, M. J., & Woodfield, L. A. (2006). Acute effects of warm up protocol on flexibility and

vertical jump in children. J. Exerc. Physiol, 9, 9-16.

Ellfeldt, L. E. (1980). The Unique Contribution of Dance. Design for Arts in Education, 82(2), 8-

11.

Faigenbaum, A. D., Bellucci, M., Bernieri, A., Bakker, A., & Hoorens, K. (2005). Acute effects of

different warm-up protocols on fitness performance in children. Journal of Strength and

Conditioning Research, 19, 376-381.

Fitzgerald, G. K., Lephart, S. M., Hwang, J. H., & Wainner, M. R. S. (2001). Hop tests as predictors

of dynamic knee stability. Journal of Orthopaedic & Sports Physical Therapy, 31(10),

588-597.

43

Fletcher, I. M., & Anness, R. (2007). The acute effects of combined static and dynamic stretch

protocols on fifty-meter sprint performance in track-and-field athletes. The Journal of

Strength & Conditioning Research, 21(3), 784-787.

Ford, G., & Mazzone, M. Y. T. K.(2005). The effect of 4 different durations of static hamstring

stretching on passive knee-extension range of motion. Journal of Sport Rehabilitation,

14, 95-107.

Grieg V. Inside Ballet Technique: Separating Anatomical Fact from Fiction in the Ballet Class .

Pennington, NJ : Princeton Book Co, 1994

Grossman, G., & Wilmerding, V. (2000). Dance physical therapy for the leg and foot: Plantar

fasciitis and Achilles tendinopathy. Journal of Dance Medicine & Science, 4(2), 66-72.

Hamilton, R. T., Shultz, S. J., Schmitz, R. J., & Perrin, D. H. (2008). Triple-hop distance as a valid

predictor of lower limb strength and power. Journal of athletic training, 43(2), 144-151.

Hedrick, A. (2006). Learning From Each Other: Warming Up. Strength & Conditioning Journal,

28(1), 43-45.

Herda, T. J., Cramer, J. T., Ryan, E. D., McHugh, M. P., & Stout, J. R. (2008). Acute effects of static

versus dynamic stretching on isometric peak torque, electromyography, and

mechanomyography of the biceps femoris muscle. The Journal of Strength &

Conditioning Research, 22(3), 809-817.

Herda, A. A., Herda, T. J., Costa, P. B., Ryan, E. D., Stout, J. R., & Cramer, J. T. (2013). Muscle

performance, size, and safety responses after eight weeks of resistance training and

protein supplementation: a randomized, double-blinded, placebo-controlled clinical

trial. The Journal of Strength & Conditioning Research, 27(11), 3091-3100.

Herman, S. L., & Smith, D. T. (2008). Four-week dynamic stretching warm-up intervention elicits

longer-term performance benefits. The Journal of Strength & Conditioning Research,

22(4), 1286-1297.

Holt, B. W., & Lambourne, K. (2008). The impact of different warm-up protocols on vertical jump

performance in male collegiate athletes. The Journal of Strength & Conditioning

Research, 22(1), 226-229.

Hopper, D. M., Strauss, G. R., Boyle, J. J., & Bell, J. (2008). Functional recovery after anterior

cruciate ligament reconstruction: a longitudinal perspective. Archives of physical

medicine and rehabilitation, 89(8), 1535-1541.

Hunter, J. P., & Marshall, R. N. (2002). Effects of power and flexibility training on vertical jump

technique. Medicine and science in sports and exercise, 34(3), 478-486.

44

Jazaieri, H., Goldin, P. R., Werner, K., Ziv, M., & Gross, J. J. (2012). A randomized trial of MBSR

versus aerobic exercise for social anxiety disorder. Journal of Clinical Psychology,

68(7), 715-731.

Jones, A. M., Koppo, K., & Burnley, M. (2003). Effects of prior exercise on metabolic and gas

exchange responses to exercise. Sports Medicine, 33(13), 949-971.

Kay, A. D., & Blazevich, A. J. (2012). Effect of acute static stretch on maximal muscle

performance: a systematic review. Med Sci Sports Exerc, 44(1), 154-164.

Knudson, D., & Noffal, G. (2005). Time course of stretch-induced isometric strength deficits.

European journal of applied physiology, 94(3), 348-351.

Koch, A. J., O'BRYANT, H. S., Stone, M. E., Sanborn, K., Proulx, C., Hruby, J., & Stone, M. H.

(2003). Effect of warm-up on the standing broad jump in trained and untrained men and

women. The Journal of Strength & Conditioning Research, 17(4), 710-714.

Koutedakis, Y., Myszkewycz, L., Soulas, D., Papapostolou, V., Sullivan, I., & Sharp, N. C. C.

(1999). The effects of rest and subsequent training on selected physiological parameters

in professional female classical dancers. International journal of sports medicine,

20(06), 379-383.

Kreighbaum, E., & Barthels, K. M. (1996). Linear momentum and kinetic energy. Biomechanics: A

Qualitative Approach for Studying Human Movement, Ed, 3.

Little, T., & Williams, A. G. (2006). Effects of differential stretching protocols during warm-ups on

high-speed motor capacities in professional soccer players. The Journal of Strength &

Conditioning Research, 20(1), 203-307.

Magnusson, P. and Renström, P. (2006) The European College of SportsSciences Position

Statement: The role of stretching exercises in sports. European Journal of Sport

Sciences 6, 87-91.

Magnusson, S.P., Simonsen, E.B., Aagard, P., Sørensen, H. and Kjaer, M. (1996) A mechanism for

altered flexibility in human skeletal muscle. Journal of Physiology 497, 291-298.

Malina, R. M., Bouchard, C., & Bar-Or, O. (2004). Growth, maturation, and physical activity.

Human Kinetics.

Martin, R. L., Kivlan, B. R., & Enseki, K. R. (2017). Rehabilitation After Hip Arthroscopy. In Hip

Joint Restoration (pp. 815-823). Springer New York.

Katch, F. I., Katch, V. L., & McArdle, W. D. (1996). Exercise physiology: energy, nutrition and

human performance. Lea and Febiger, Philadelphia.

McCormack, M., Briggs, J., Hakim, A., & Grahame, R. (2004). Joint laxity and the benign joint

hypermobility syndrome in student and professional ballet dancers. The Journal of

rheumatology, 31(1), 173-178.

45

McHugh, M.P. and Cosgrave, C.H. (2010) To stretch or not to stretch: the role of stretching in

injury prevention and performance. Scandinavian Journal of Medicine and Science in

Sports 20, 169-181.

McNeal, J. R., Sands W. A. (2003). Acute static stretching reduces lower extremity power in trained

children. Pediatric Exercise Science, 15, 139–145.

Medina, F. S., Andujar, P. S. D. B., Garcia, P. R., Miñarro, P. L., & Jordana, M. C. (2007). Effects

of frequency of static stretching on straight-leg raise in elementary school

children. Journal of sports medicine and physical fitness, 47(3), 304.

Murphy, J.R., Di Santo, M.C., Alkanani, T. and Behm, D.G. (2010) Aerobic activity before and

following short-duration static stretching improves range of motion and performance vs.

a traditional warm-up. Applied Physiology, Nutrition, and Metabolism 35, 679-690.

Nelson, A. G., Kokkonen, J., & Arnall, D. A. (2005). Acute muscle stretching inhibits muscle

strength endurance performance. The Journal of Strength & Conditioning

Research, 19(2), 338-343.

Noyes, F. R., Barber, S. D., & Mangine, R. E. (1991). Abnormal lower limb symmetry determined

by function hop tests after anterior cruciate ligament rupture. The American journal of

sports medicine, 19(5), 513-518.

O'Sullivan, K., Murray, E., & Sainsbury, D. (2009). The effect of warm-up, static stretching and

dynamic stretching on hamstring flexibility in previously injured subjects. BMC

musculoskeletal disorders, 10(1), 1.

Page, P., Frank, C., & Lardner, R. (2010). Assessment and treatment of muscle imbalance: the

Janda approach. Human Kinetics.

Paradisis, G. P., Pappas, P. T., Theodorou, A. S., Zacharogiannis, E. G., Skordilis, E. K., &

Smirniotou, A. S. (2014). Effects of static and dynamic stretching on sprint and jump

performance in boys and girls. The Journal of Strength & Conditioning Research, 28(1),

154-160.

Pearce, A. J., Kidgell, D. J., Zois, J., & Carlson, J. S. (2009). Effects of secondary warm up

following stretching. European Journal of Applied Physiology, 105, 175-183

Power, K., Behm, D., Cahill, F. A. R. R. E. L. L., Carroll, M., & Young, W. A. R. R. E. N. (2004).

An acute bout of static stretching: effects on force and jumping performance. Medicine

and science in sports and exercise, 36, 1389-1396.

Quirk, R. (1994). Common foot and ankle injuries in dance. The Orthopedic clinics of North

America, 25(1), 123-133.

46

Reid, D. C., Burnham, R. S., Saboe, L. A., & Kushner, S. F. (1987). Lower extremity flexibility

patterns in classical ballet dancers and their correlation to lateral hip and knee injuries.

The American journal of sports medicine, 15(4), 347-352.

Reiman, M. P., & Manske, R. C. (2009). Functional testing in human performance. Human

kinetics.

Ricard, M. D., Hills-Meyer, P., Miller, M. G., & Michael, T. J. (2006). The effects of bicycle frame

geometry on muscle activation and power during a Wingate anaerobic test. Journal of

Sports Science and Medicine, 5(1), 25-32.

Roos, E. M., Östenberg, A., Roos, H., Ekdahl, C., & Lohmander, L. S. (2001). Long-term outcome

of meniscectomy: symptoms, function, and performance tests in patients with or without

radiographic osteoarthritis compared to matched controls. Osteoarthritis and

Cartilage, 9(4), 316-324.

Rudolph, K. S., Axe, M. J., & Snyder-Mackler, L. (2000). Dynamic stability after ACL injury: who

can hop?. Knee Surgery, Sports Traumatology, Arthroscopy, 8(5), 262-269.

Ryan, E. D., Beck, T. W., Herda, T. J., Hull, H. R., Hartman, M. J., Costa, P. B., ... & Cramer, J. T.

(2008). The time course of musculotendinous stiffness responses following different

durations of passive stretching. journal of orthopaedic & sports physical therapy,

38(10), 632-639.

Ryan, E. D., Beck, T. W., Herda, T. J., Hull, H. R., Hartman, M. J., Stout, J. R., & Cramer, J. T.

(2008). Do practical durations of stretching alter muscle strength? A dose-response

study. Medicine and science in sports and exercise, 40(8), 1529-1537.

Sady, S. P., Wortman, M. V., & Blanke, D. (1982). Flexibility training: ballistic, static or

proprioceptive neuromuscular facilitation?. Archives of physical medicine and

rehabilitation, 63(6), 261-263.

Safran, M. R., Seaber, M. A. V., & Garrett Jr, W. E. (1989). Warm-up and muscular injury

prevention an update. Sports Medicine, 8(4), 239-249.

Samuel, M. N., Holcomb, W. R., Guadagnoli, M. A., Rubley, M. D., & Wallmann, H. (2008). Acute

effects of static and ballistic stretching on measures of strength and power. The Journal

of Strength & Conditioning Research, 22(5), 1422-1428.

Sands, W. A. (1988). Gymnastics Federation physical abilities testing for women. Technique, 8 (3–

4), 27–32.

Sands, W. A., McNeal, J. R. (2000). Enhancing flexibility in gymnastics. Technique, 20, 6–9.

Shellock, F.G. and Prentice, W.E. (1985). Warming-up and stretching for improved physical

performance and prevention of sports related injuries. Sports Medicine2, 267-278.

47

Simic, L., Sarabon, N., & Markovic, G. (2013). Does pre-exercise static stretching inhibit maximal

muscular performance? A meta-analytical review. Scandinavian journal of medicine &

science in sports, 23(2), 131-148.

Smith, C. A. (1994). The warm-up procedure: to stretch or not to stretch. A brief review. Journal of

Orthopaedic & Sports Physical Therapy, 19(1), 12-17.

Tegner, Y., Lysholm, J., Lysholm, M., & Gillquist, J. (1986). Strengthening exercises for old

cruciate ligament tears. Acta Orthopaedica Scandinavica, 57(2), 130-134.

Thacker, S. B., Gilchrist, J., Stroup, D. F., & Kimsey Jr, C. D. (2004). The impact of stretching on

sports injury risk: a systematic review of the literature. Medicine & Science in Sports &

Exercise, 36(3), 371-378.

Thompsen, A. G., Kackley, T., Palumbo, M. A., & Faigenbaum, A. D. (2007). Acute effects of

different warm-up protocols with and without a weighted vest on jumping performance

in athletic women. The Journal of Strength & Conditioning Research, 21(1), 52-56.

Tsolakis, C., & Bogdanis, G. C. (2012). Acute effects of two different warm-up protocols on

flexibility and lower limb explosive performance in male and female high level athletes.

Journal of Sports Science and Medicine, 11(4), 669-675.

Ückert, S., & Joch, W. (2007). Effects of warm-up and precooling on endurance performance in the

heat. British journal of sports medicine, 41(6), 380-384.

Unick, J., Kieffer, H. S., Cheesman, W., & Feeney, A. (2005). The acute effects of static and

ballistic stretching on vertical jump performance in trained women. The Journal of

Strength & Conditioning Research, 19(1), 206-212.

Verheijen, R. (1998). The complete handbook of conditioning for soccer.

Vetter, R. E. (2007). Effects of six warm-up protocols on sprint and jump performance. The Journal

of Strength & Conditioning Research, 21(3), 819-823.

Winchester, J. B., Nelson, A. G., & Kokkonen, J. (2009). A single 30-s stretch is sufficient to inhibit

maximal voluntary strength. Research quarterly for exercise and sport, 80(2), 257-261.

Witvrouw, E., Mahieu, N., Danneels, L., & McNair, P. (2004). Stretching and injury prevention.

Sports medicine, 34(7), 443-449.

Wong, P. L., Lau, P. W., Wu, Y. Y., Behm, D. G., & Wisløff, U. (2011). Three days of static

stretching within a warm-up does not affect repeated-sprint ability in youth soccer

players. The Journal of Strength & Conditioning Research, 25(3), 838-845.

48

Woods K, Bishop P, & Jones E. (2007). Warm-up and stretching in the prevention of muscular

injury. Sports Medicine, 37(12), 1089-1099.

Woolstenhulme, M. T., Griffiths, C. M., Woolstenhulme, E. M., & Parcell, A. C. (2006). Ballistic

stretching increases flexibility and acute vertical jump height when combined with

basketball activity. The Journal of Strength & Conditioning Research, 20(4), 799-803.

Wright, G., Williams, L., Greany, J., & Foster, C. (2006). Effect of Static Stretching, Dynamic

Stretching, and Warm-up on Active Hip Range of Motion and Vertical Jump.Medicine &

Science in Sports & Exercise, 38(5), S280-S281.

Yamaguchi, T., Ishii, K., Yamanaka, M., & Yasuda, K. (2007). Acute effects of dynamic stretching

exercise on power output during concentric dynamic constant external resistance leg

extension. The Journal of Strength & Conditioning Research, 21(4), 1238-1244.

Young, W. B., & Behm, D. G. (2002). Should Static Stretching Be Used During a Warm-Up for

Strength and Power Activities?. Strength & Conditioning Journal, 24(6), 33-37.

Young, W. B. (2007). The use of static stretching in warm-up for training and competition.

International journal of sports physiology and performance, 2(2), 212.

Zentz, C., Fees, M., Mehdi, O. and Decker, A. (1998) Incorporating resistance training into the

precompetition warm-up. Strength and Conditioning Journal 20(4), 51-53.

Ζάκας, A. (2003). Η ευκαμψία και η βελτίωσή της. Θεσσαλονίκη.

Μανδρούκας K. (1996). Μυϊκές διατάσεις: Μέτρηση και προπόνηση της κινητικότητας. Νέα

έκδοση. Θεσσαλονίκη. Εκδόσεις Μπαχαρίδη.