Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο - Προσφορά και ζήτηση

25
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΠΜ 60 Οικονομία του Πολιτισμού ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΡΙΤΗ ΘΕΜΑ: Με βάση το περιεχόμενο και τις έννοιες που περιγράφονται στο κεφάλαιο 4 (ενότητες 4.1 έως και 4.4) του βιβλίου «Οικονομική Διαχείριση» του Ε.Α.Π. Τόμος Α και στο κεφάλαιο 1 (ενότητες 1.1 έως και 1.2) του βιβλίου «Πόροι» του Ε.Α.Π. Τόμος Β και εξετάστε και αναλύστε την έννοια των μη-κερδοσκοπικών οργανισμών καθώς και την έννοια της προσφοράς και της ζήτησης. Ειδικότερα, αναφέρετε, εξετάστε και αναλύστε τους παράγοντες που συμβάλλουν στην οικονομική βιωσιμότητα και στην ανάπτυξη ενός πολιτιστικού οργανισμού. Επιλέξτε (από την προσωπική σας εμπειρία, το βιβλίο του ΕΑΠ ή επίσης από συμπληρωματική βιβλιογραφία) ένα παράδειγμα που να αναφέρεται στους παράγοντες της ζήτησης και της προσφοράς για τα πολιτιστικά αγαθά και υπηρεσίες ενός πολιτιστικού οργανισμού και αναλύστε την σημασία των παραγόντων αυτών που συμβάλλουν στην βιωσιμότητα και ανάπτυξη των πολιτιστικών μονάδων και οργανισμών.

Transcript of Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο - Προσφορά και ζήτηση

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΠΜ 60

Οικονομία του Πολιτισμού

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΡΙΤΗ

ΘΕΜΑ: Με βάση το περιεχόμενο και τις έννοιες που

περιγράφονται στο κεφάλαιο 4 (ενότητες 4.1 έως και 4.4)

του βιβλίου «Οικονομική Διαχείριση» του Ε.Α.Π. Τόμος Α

και στο κεφάλαιο 1 (ενότητες 1.1 έως και 1.2) του βιβλίου

«Πόροι» του Ε.Α.Π. Τόμος Β και εξετάστε και αναλύστε την

έννοια των μη-κερδοσκοπικών οργανισμών καθώς και την

έννοια της προσφοράς και της ζήτησης. Ειδικότερα,

αναφέρετε, εξετάστε και αναλύστε τους παράγοντες που

συμβάλλουν στην οικονομική βιωσιμότητα και στην ανάπτυξη

ενός πολιτιστικού οργανισμού.

Επιλέξτε (από την προσωπική σας εμπειρία, το βιβλίο

του ΕΑΠ ή επίσης από συμπληρωματική βιβλιογραφία) ένα

παράδειγμα που να αναφέρεται στους παράγοντες της ζήτησης

και της προσφοράς για τα πολιτιστικά αγαθά και υπηρεσίες

ενός πολιτιστικού οργανισμού και αναλύστε την σημασία των

παραγόντων αυτών που συμβάλλουν στην βιωσιμότητα και

ανάπτυξη των πολιτιστικών μονάδων και οργανισμών.

ΟΝΟΜΑ ΦΟΙΤΗΤΗ:

ΤΣΙΑΚΛΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

Α.Μ.:54417

Επιβλέπων καθηγητής:

ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙΡΗΝΗ

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2012

ΑΘΗΝΑ

Περιεχόμενα

Λέξεις

κλειδιά

………………………………………………………….. 3

Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

…………………………………………………………..

ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ-ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ

3

1.1 ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ - Έννοια……….

4-5

1.2

1.3

ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗ – Έννοια …………………...

Οικονομική βιωσιμότητα και ΠολιτιστικοίΟργανισμοί….

5-7

7-8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ 2.1 Προσφορά και ζήτηση υπηρεσιών

Πολιτισμού

8

2.2 Προσδιοριστικοί παράγοντες προσφοράς και ζήτησης υπηρεσιών Πολιτισμού…………………………………….

8-9

2.3 Συνάρτηση προσφοράς και προσδιοριστικοίπαράγοντες πολιτιστικών αγαθών Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου..

9-11

2

2.4Συνάρτηση ζήτησης και προσδιοριστικοί παράγοντες πολιτιστικών αγαθών Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου..

11-14

Επίλογος ……………………………………………………………. 14Πηγές ……………………………………………………………. 15Βιβλιογραφί

α

…………………………………………………………….. 15-

16

Λέξεις – κλειδιά:

- Προσφορά

- Ζήτηση

- Βιωσιμότητα

- Πολιτιστικοί οργανισμοί

- Μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί

- Μουσεία

- Πολιτιστικά αγαθά

3

- Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο

Εισαγωγή:

Χώρες που σχεδίαζαν τη μετάβαση τους σε δημοκρατικό

κράτος, συνειδητοποίησαν ότι η δημιουργία και η διατήρηση

οικονομικής και πολιτικής ελευθερίας, που είναι και η

ουσία της αληθινής δημοκρατίας, η δύναμη να επηρεάζεις

και να προκαλείς αλλαγές, δε μπορεί να συγκεντρωθεί σε

ένα τομέα του κράτους. Επιβάλλεται ένας πλουραλισμός

ιδρυμάτων στην κοινωνία, ο οποίος θα διατυμπανίζει ότι η

ικανότητα να επιφέρεις αλλαγές και η συσσώρευση της

δύναμης, δεν μπορεί να ανήκει σε έναν και μόνο παράγοντα,

δηλαδή την κυβέρνηση. Η κοινωνία που έχει επιτύχει αυτού

του είδους τον πλουραλισμό, είναι γνωστή ως Κοινωνία

Πολιτών. (Hopkins, 2009: 3).Η κατηγορία των μη

κερδοσκοπικών οργανισμών, καλύπτει ένα ευρύ φάσμα

οργανισμών και δραστηριοτήτων, που υπερβαίνουν τους

στενούς ορισμούς της «ανάπτυξης» ή «ανακούφισης της

φτώχειας (Lewis, 2007:8).Έρευνα που πραγματοποιήθηκε

έδειξε ότι μη κερδοσκοπικοί και κερδοσκοπικοί οργανισμοί

δεν παρουσιάζουν γενικά κάποια διαφορά όσον αφορά στις

επιδόσεις τους (Koning, Noailly & Visser, 2007).

Η παρακάτω εργασία αναφέρεται στην έννοια των μη

κερδοσκοπικών οργανισμών, στην έννοια της προσφοράς και

ζήτησης καθώς και στην οικονομική βιωσιμότητα των

πολιτιστικών οργανισμών. Στο δεύτερο μέρος,

επισημαίνονται μέσω της λειτουργίας του Εθνικού

Αρχαιολογικού Μουσείου, οι προσδιοριστικοί παράγοντες

4

προσφοράς και ζήτησης των υπηρεσιών του. Το παράδειγμα

επιλέχθηκε λόγω της μείωσης των ποσοστών επισκεψιμότητας

του. Μεθοδολογικά η έρευνα υλικού βασίστηκε σε

βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ – ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ

ΖΗΤΗΣΗ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ

1.1 ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΟΊ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ - Έννοια

Στην Ελλάδα η πρώτη διάκριση των μη κερδοσκοπικών φορέων

που δραστηριοποιούνται στην Ελληνική Επικράτεια

επιχειρήθηκε με βάση το Α.Ν.2039/1939. Στο πρώτο άρθρο,

στην πρώτη παράγραφο, ορίζεται ως κοινωφελής σκοπός «…

κατ’αντίθεσιν προς τον ιδιωτικόν πάς κρατικός, φιλανθρωπικός, εν γένει

δ’επωφελής είς το κοινόν εν όλω η έν μέρει σκοπός». Σήμερα αποτελούν

μια οικονομική πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει άσχετα από

το αν και κατά πόσον οι οργανισμοί αυτοί, αποτελούν

κυβερνητική ή ακόμα πολιτική επιταγή ή εναλλακτική, αν

προσανατολίζονται ή όχι στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα

της οικονομίας, ή ακόμη και αν έχουν μεικτό χαρακτήρα

(σύμπραξη ιδιωτικού με δημόσιο τομέα). Ειδικότερα στη

χώρα μας οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί βρίσκονται βασικά

κάτω από την ομπρέλα του δημοσίου τομέα. (Κορρές &

Γλύτση, 2002 & Millard, 1983).

Ο όρος μη κερδοσκοπικός συνήθως αναφέρεται σε κάποιο

οργανισμό ή οργάνωση, γενικότερα όμως, μη κερδοσκοπικό,

ονομάζεται ένα νομικό πρόσωπο που ο σκοπός της

λειτουργίας του δεν είναι η επίτευξη κέρδους, αλλά

5

συνήθως κάποιος κοινωφελής σκοπός. Ο μη κερδοσκοπικός

χαρακτήρας δεν απαγορεύει την ανάληψη από την οργάνωση

οικονομικών δραστηριοτήτων. Η ειδοποιός διαφορά από τα

κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα είναι, ότι τυχόν κέρδος δεν

διανέμεται στα μέλη του νομικού προσώπου, αλλά παραμένει

στην οργάνωση (Allison & Kaye, 2009).

Τόσο οι κερδοσκοπικοί, όσο και οι μη κερδοσκοπικοί

οργανισμοί δραστηριοποιούνται στο ίδιο οικονομικό και

κοινωνικό περιβάλλον. Επομένως είναι άκρως φυσιολογικό να

υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες ανάμεσά τους (Chuck,

2008).Οι βασικότερες διαφορές μεταξύ των παραπάνω δύο

μορφών οργανισμών είναι οι οργανωτικοί αντικειμενικοί

στόχοι, οι πηγές άντλησης των οικονομικών πόρων και,

τέλος, η ρύθμιση και ο έλεγχος αυτών. (Lynn & Freeman,

1977: 135).Ενώ οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί δεν έχουν

να κάνουν άμεσα με τη δημιουργία κέρδους, την κατανομή

εισοδήματος, την πληρωμή μερισμάτων κλπ., όπως συμβαίνει

με τον επιχειρηματικό ιδιωτικό τομέα, οι οικονομικές και

χρηματοοικονομικές τους διαδικασίες δεν παύουν να είναι

λιγότερο σημαντικές από εκείνες των κερδοσκοπικών

οργανισμών. (Henke, 1983: 5-9) Δεν αποκλείουν την

πρόσληψη και μισθοδοσία εργαζομένων, την παραγωγή αγαθών

και υπηρεσιών με συγκεκριμένη τιμή με στόχο την κάλυψη

των αναγκών των καταναλωτών και του κόστους παραγωγής

(Κορρές & Γλύτση, 2002: 17), την οικονομική τους

δραστηριοποίηση προκειμένου να διατηρήσουν ή να αυξήσουν

την περιουσία τους για την επίτευξη των κοινωφελών σκοπών

τους .

6

Σύμφωνα με τους Κορρέ και Γλύτση (2002) οι μη

κερδοσκοπικοί οργανισμοί δύναται να είναι κτητικοί (που

στοχεύουν στη δημιουργία κέρδους και στην επανεπένδυσή

του σε πάγια περιουσιακά στοιχεία), εξισωτικοί (υπάρχει

ισορροπία εσόδων – εξόδων· καθορισμός τιμής προϊόντων και

υπηρεσιών με βάση τα έξοδά τους) και ελλειμματικοί ( οι

ετήσιες δαπάνες υπερτερούν των ετήσιων εσόδων). Όπως όλες

οι οικονομικές μονάδες, έχουν μακροχρόνιους ( π.χ.

ελαχιστοποίηση κόστους και μεγιστοποίηση κέρδους,

επενδύσεων και περιουσιακών στοιχείων) ή βραχυχρόνιους

στόχους (π.χ. παραγωγική διαδικασία, αναβάθμιση

παρεχόμενων υπηρεσιών και προσφορά ποιοτικών προϊόντων).

Επιπλέον, διέπονται υπό μια ορισμένη νομική μορφή, είτε

ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Ιδιωτικού Δικαίου.

Ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί λογίζονται οι πολιτιστικές

μονάδες, οι βιβλιοθήκες, τα μουσεία, οι ανθρωπιστικές

και οικολογικές οργανώσεις, οι αθλητικοί σύλλογοι, οι

ειρηνιστικοί, καλλιτεχνικοί, θρησκευτικοί,

μεταναστευτικοί και αντιρατσιστικοί σύλλογοι κ.α.

1.2 ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗ - Έννοια

Οι όροι προσφορά και ζήτηση αναφέρονται στην συμπεριφορά

του καταναλωτή, καθώς και στην αλληλεπίδραση μεταξύ τους

στο περιβάλλον των ανταγωνιστικών αγορών (Mankiw,

2012:65).

Για να υπάρχει ισορροπία σε μια αγορά, θα πρέπει η

ποσότητα ενός προϊόντος που ζητείται, και αυτή ενός

προϊόντος που προσφέρεται, να είναι ίσες μεταξύ τους

7

(Κορρές, 2002: 136).Η επίτευξη της ισορροπίας μεταξύ της

συνολικής προσφοράς και της συνολικής ζήτησης του

προϊόντος, καθορίζει το συνολικό προϊόν και το εισόδημα

σε μια οικονομία (ο.π.).

Σύμφωνα με τον Henderson (2004) η προσφορά και ζήτηση

αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής θεωρίας

και περικλείει τους παρακάτω νόμους: Α. όταν η ζήτηση

υπερβαίνει την προσφορά, η τιμή τείνει να αυξάνει.

Αντιθέτως, όταν η προσφορά υπερτερεί της ζήτησης, η τιμή

πέφτει. Β. Η αύξηση της τιμής τείνει, αργά ή γρήγορα, να

μειώσει τη ζήτηση και να αυξήσει την προσφορά. Σε

αντίθετη περίπτωση, όταν μειώνεται η τιμή, έχουμε αύξηση

της ζήτησης και μείωση της προσφοράς. Γ. Η τιμή τείνει

προς το επίπεδο, όπου η ζήτηση είναι ίση με την προσφορά.

Τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση προσδιορίζονται από

παράγοντες, που μεταβάλλουν αυξητικά ή μειωτικά τις

καμπύλες προσφοράς και ζήτησης αντίστοιχα. Συγκεκριμένα η

καμπύλη ζήτησης μεταβάλλεται αυξητικά, όταν η ποσότητα

που θα αγοραστεί από τους καταναλωτές σε μια δεδομένη

χρονική περίοδο, θα είναι μεγαλύτερη, όσο μικρότερη είναι

η τιμή, ή μειωτική σε αντίστροφη περίπτωση (Κορρές,

2002:138). Είναι δηλωτική της ζητούμενης ποσότητας ενός

αγαθού, όταν οι τιμές ποικίλουν, κρατώντας σταθερές όλες

τις άλλες μεταβλητές (Mankiw, 2012:69-71).

Προσδιοριστικοί παράγοντες ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών

αποτελούν οι προτιμήσεις των καταναλωτών-κατέχοντας τη

μεγαλύτερη βαρύτητα-(Ball & Seidman, 2012: 20), η τιμή,

το εισόδημα και η κατανομή του μεταξύ των καταναλωτών, το

8

μέγεθος του πληθυσμού, οι τιμές των υπολοίπων αγαθών,

καθώς και άλλα κοινωνικά, οικονομικά και δημογραφικά

κριτήρια (όπως φύλλο, εκπαίδευση, ηλικία).

Εν συνεχεία, ο νόμος της προσφοράς δηλώνει τη σχέση

ανάμεσα στην τιμή και στην προσφερόμενη ποσότητα (Mankiw,

2012: 73). Όπως η ζήτηση της αγοράς είναι το άθροισμα της

ζήτησης όλων των αγοραστών, έτσι και η προσφορά είναι το

άθροισμα των προσφορών όλων των πωλητών (ο.π.: 77).

Η καμπύλη προσφοράς δηλώνει ότι η ποσότητα που παρέχεται

από κάθε αγαθό ή υπηρεσία είναι το ποσό που οι πωλητές

είναι πρόθυμοι ή ικανοί να πουλήσουν. Η τιμή και πάλι

κατέχει ειδικό ρόλο (ο.π.:73).

Προσδιοριστικοί παράγοντες που μετατοπίζουν αυξητικά ή

μειωτικά την καμπύλη προσφοράς είναι η τιμή του

προσφερόμενου αγαθού, οι τιμές των υπολοίπων αγαθών, η

τεχνολογία, οι προβλέψεις των οικονομικών μονάδων, το

κόστος παραγωγής, ο αριθμός των πωλητών, οι καιρικές

συνθήκες (Mankiw, 2012: 73 & Κορρές, 2002:155).

Τόσο η ζήτηση όσο και η προσφορά χαρακτηρίζονται από μια

ελαστικότητα. Η ελαστικότητα είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη

καθώς επιτρέπει την ακριβής ανάλυση της προσφοράς και

ζήτησης .Μετρά το βαθμό αντίδρασης των καταναλωτών και

παραγωγών στις αλλαγές στις συνθήκες αγοράς. Ειδικότερα

είναι ο βαθμός αντίδρασης της ζητούμενης ή προσφερόμενης

ποσότητας σε μεταβολές της τιμής

(eclass.farm.teithe.gr/FARM101/document/.../6ο

%20Ελαστικότητα.ppt).

1.3 Οικονομική βιωσιμότητα και Πολιτιστικοί Οργανισμοί

9

Οι Barlow και Shilbi αναφέρουν ότι επιβάλλεται ένας

πολιτιστικός οργανισμός να γνωρίζει όχι μόνο το υπάρχον

αλλά και το δυνητικό κοινό του (2007:106). Ο σχεδιασμός

ευέλικτων διαδικασιών είναι αναγκαίος προκειμένου να

αντιμετωπίσουν συνάμα, το συνεχώς αυξανόμενο ανταγωνισμό

και τις απαιτήσεις των πολυπολιτισμικών επισκεπτών-

καταναλωτών, οι οποίοι λόγω της εντατικοποίησης των

ρυθμών της ζωής, αδυνατούν να δεσμεύσουν μεγάλο μέρος του

ελεύθερου χρόνου τους ή να κάνουν μακροπρόθεσμο

προγραμματισμό για παρακολούθηση πολιτιστικών δρωμένων

(Rizkallah, 2009 & Κοντοχρήστου στο Γκαντζιάς:29) Οι

πολιτιστικοί διαχειριστές οφείλουν μέσα στο κλίμα των

νέων συνθηκών της ψηφιο-επικοινωνιακής παγκοσμιοποίησης,

να αποδίδουν συνοπτικά και κατανοητά το ανταγωνιστικό και

συγκριτικό πλεονέκτημα του πολιτιστικού οργανισμού, και

να προβάλουν αποτελεσματικά αυτούς σε τοπικό, εθνικό,

ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο (Κοντοχρήστου στο

Γκαντζιάς:29).

Στη σύγχρονη εποχή οι μη κερδοσκοπικοί πολιτιστικοί

οργανισμοί έρχονται αντιμέτωποι με πολλές δυσκολίες, στις

οποίες εντάσσονται οι ολοένα και μεγαλύτεροι οικονομικοί

περιορισμοί (μείωση των κρατικών επιχορηγήσεων και των

χορηγιών, γενικότερη οικονομική ύφεση, μείωση εσόδων από

εισιτήρια), ο δευτερεύων ρόλος του πολιτισμού στις

σύγχρονες δυτικές τεχνοκρατικές κοινωνίες, η πλειάδα

ανταγωνιστικών του πολιτισμού δραστηριοτήτων ελεύθερου

χρόνου και οικονομικών, υψηλής ποιότητας παραγωγών των

πολιτιστικών βιομηχανιών (π.χ. CDs, DVDs, mp3 κτλ.),

10

καθώς επίσης οι ριζικές μεταβολές στον τρόπο ζωής του

σύγχρονου ανθρώπου. Παρά τις απαιτητικές συνθήκες

δρομολογείται διεθνώς η σχετική αυτονόμηση των

επιχορηγούμενων πολιτιστικών οργανισμών από την κρατική

οικονομική υποστήριξη, η οποία εστίαζε πρωτίστως στην

στήριξη της πολιτιστικής υποδομής και παραγωγής (ήτοι

στην πολιτιστική προσφορά).Οι πολιτικές στρέφονται

σταδιακά προς την κατεύθυνση του συνυπολογισμού της

κατανάλωσης, προς τις ιδιωτικές επενδύσεις στον πολιτισμό

και στην αποτελεσματική διαχείριση των οικονομικών πόρων,

από τους πολιτιστικούς οργανισμούς, και στην εξασφάλιση

νέων, εκπληρώνοντας ταυτόχρονα την καλλιτεχνική και

κοινωνική αποστολή τους, δηλαδή την προστασία της

ελευθερίας της καλλιτεχνικής έκφρασης από τις πιέσεις της

αγοράς, και τη διάδοση του πολιτιστικού αγαθού σε ευρεία

κοινωνικά στρώματα χωρίς εξαιρέσεις (Κουρή, 2010: 63-64 &

IMO et all:2011).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

2.1 Προσφορά και ζήτηση υπηρεσιών Πολιτισμού

Στο πολιτισμικό γίγνεσθαι η προσφορά και η ζήτηση αγαθών

και υπηρεσιών παρουσιάζει ιδιαιτερότητες από εκείνες των

άλλων μορφών αγοράς. Συνήθως η προσφορά και η διάθεση των

πολιτιστικών υπηρεσιών είναι αυτή , που «κινεί»,

οριοθετεί και προσδιορίζει τη ζήτηση (Γκαντζιάς & Κορρές,

2011:24 & Κορρές, 2002: 137).Το σύστημα της προσφοράς και

ζήτησης των πολιτιστικών αγαθών (προϊόντων και

υπηρεσιών), διαμορφώνεται από τους παραγωγούς, τους

προμηθευτές των πολιτιστικών αγαθών, τους

11

πολίτες/επισκέπτες/καταναλωτές και το περιβάλλον της

αγοράς τους( π.χ. τοπικό, περιφερειακό και παγκόσμιο)

(Γκαντζιάς & Κορρές, 2011:24). Στο σημείο αυτό θα πρέπει

να αναφερθούμε και στην εξής ιδιαιτερότητα των

πολιτιστικών αγαθών:η κατανάλωση δεν καταστρέφει την αξία

του αγαθού, αλλά μπορεί να αυξήσει τη συμβολική του αξία

φέρνοντας μια αύρα επιτυχίας (Evrard & Colber, 2000).

Επιπρόσθετα, μια πολιτιστική οργάνωση δεν παράγει ένα

πολιτιστικό προϊόν ανταποκρινόμενη στις επιταγές της

αγοράς, αλλά αναζητά του καταναλωτές που παρουσιάζουν

ενδιαφέρον για το προϊόν της (Colbert, 2003). Εξάλλου η

έννοια και οι στόχοι του πολιτιστικού μάρκετινγκ είναι

ως επί το πλείστον ποιοτικής φύσεως εν αντιθέσει με τους

ποσοτικούς στόχους που θεσπίζει η αγορά, ενώ η οπτική

γωνία των οργανώσεων αυτού του είδους δεν πρέπει να είναι

αυτή της προσφοράς αλλά της ζήτησης, δηλαδή του

καταναλωτή των πολιτιστικών προϊόντων (Meler, 2005).

2.2 Προσδιοριστικοί παράγοντες προσφοράς και ζήτησης

υπηρεσιών Πολιτισμού

Είδαμε παραπάνω ότι τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση

προσδιορίζονται από συγκεκριμένους παράγοντες, που

ρυθμίζουν τη μορφή και το επίπεδο παραγωγής (Κορρές,

2002: 155).

Οι διαφορετικοί αυτοί παράγοντες εκφράζονται σε απλές

συναρτήσεις γραμμικής μορφής, αντιστοίχως για την

προσφορά και τη ζήτηση. Σύμφωνα με τον Κορρέ (2002),η

συνάρτηση της ζήτησης έχει την ακόλουθη μορφή:

12

Q=f

(P,Y,PS,PY,Pr, K κτλ.).

Όπου P = η τιμή, Y= το εισόδημα, PS= η τιμή των

συμπληρωματικών αγαθών, PY= η τιμή των υποκατάσταστων,

Pr= οι προτιμήσεις των καταναλωτών, και K= ο αριθμός των

καταναλωτών. Δύναται να υπάρξουν και επιπλέον παράγοντες,

όπως βασικά κοινωνικοοικονομικά και δημογραφικά κριτήρια.

Επιπροσθέτως, η συνάρτηση της προσφοράς έχει την εξής

μορφή:

Qx =

f(Px,G,T,Pi,Wi,R,C).

Όπου Qx =η προσφερόμενη ποσότητα του αγαθού Χ, f = η

μαθηματική μορφή της συνάρτησης, Px = η τιμή του αγαθού Χ,

G= οι στόχοι στους οποίους αποβλέπουν οι επιχειρήσεις, T

= το επίπεδο της τεχνολογίας, Pi = οι τιμές των υπολοίπων

αγαθών, Wi = οι τιμές των παραγωγικών συντελεστών, R= οι

προβλέψεις των παραγωγών, C = οι καιρικές συνθήκες.

(Κορρές, 2002) .

Ας δούμε τώρα πώς οι συναρτήσεις μεταφράζονται σε ένα

Μουσείο, και δει το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που

είναι το μεγαλύτερο αρχαιολογικό μουσείο της ελληνικής

επικράτειας και ένα από τα σημαντικότερα της αρχαίας

ελληνικής τέχνης (www . namuseum . gr ).

Σύμφωνα με το Δελτίο Τύπου της Ελληνικής Στατιστικής

Αρχής, αναφορικά με την έρευνα κίνησης μουσείων και

αρχαιολογικών χώρων για τον Σεπτέμβριο του 2011,

παρουσιάστηκε αύξηση των επισκεπτών των Μουσείων σε

ποσοστό 6,5%, με εξαίρεση των μουσείων Ακρόπολης &

13

Εθνικού Αρχαιολογικού που παρουσίασαν μείωση κατά 5,7%

και 15,6% αντίστοιχα, σε σχέση με το Σεπτέμβριο του 2010.

Οι δε εισπράξεις παρουσίασαν μείωση κατά 1,3%

(www.tourismpress.gr & www . statistics . gr ).

Ο αριθμός επισκεπτών στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο κατά

το Σεπτέμβριο του 2010 ανερχόταν στους 27.614, ενώ τον

ίδιο μήνα του 2011, μειώθηκε στους 23.316.

2.3 Συνάρτηση προσφοράς και προσδιοριστικοί παράγοντες

πολιτιστικών αγαθών Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Πρώτος προσδιοριστικός παράγοντας της συνάρτησης

προσφοράς, είναι η τιμή του προσφερόμενου αγαθού. Στην

προκειμένη περίπτωση η είσοδος στο Μουσείο κοστίζει 7

ευρώ. Αναλογιζόμενος κανείς, τόσο το ίδιο το κτίριο του

Μουσείου, που στεγάζεται σε επιβλητικό νεοκλασικό κτίριο,

καθώς και το μέγεθος της συλλογής, που απαριθμεί

περισσότερα από 11.000 εκθέματα και προσφέρει στον

επισκέπτη ένα πανόραμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού

από τις αρχές της προϊστορίας έως την ύστερη αρχαιότητα,

το εισιτήριο κυμαίνεται σε λογικά πλαίσια. Μάλιστα για

επισκέπτες άνω των 65, ισχύει μειωμένο εισιτήριο στα 3

ευρώ και για φοιτητές, νέους μέχρι 19, στρατιώτες,

υπαλλήλους του Υπουργείου Πολιτισμού και μέλη του ICOM

και ICOMOS, η είσοδος είναι ελεύθερη. (www . namuseum . gr ).

Οι στόχοι του Μουσείου, επικεντρώνονται μεν, στη διαφύλαξη

των αρχαιοτήτων από όλη την Ελλάδα, προβάλλοντας την

ιστορική, πνευματική και καλλιτεχνική τους αξία

παγκοσμίως, αλλά περαιτέρω στην προσέλκυση κοινού. Το

14

τελευταίο επιδιώκεται με τη συχνή ανανέωση των μόνιμων

εκθέσεων, με περιοδικές εκθέσεις και πολιτιστικές

εκδηλώσεις επιπέδου, με ευαισθητοποίηση του κοινού και

εκπαιδευτικά προγράμματα, με διασφάλιση της πρόσβασης

στους πάντες, με ουσιαστική προβολή και κατάλληλη

διαφήμιση, με εκδόσεις και ψηφιακές εφαρμογές (ΣΕΑ,

2008).

Το επίπεδο της τεχνολογίας, αποτελεί επιπλέον ένα

προσδιοριστικό παράγοντα της προσφοράς υπηρεσιών του

Μουσείου. Μέσω των ψηφιακών εφαρμογών και διαδικτυακών

μεταδόσεων, ξεπερνά το φράγμα των αποστάσεων και ανοίγει

τις πύλες του, όχι μόνο στην ελληνική, αλλά και στην

παγκόσμια ερευνητική και ακαδημαϊκή κοινότητα. Ανοίγει

ένα παράθυρο  στον κόσμο, συνδέει απομακρυσμένες περιοχές

με τα κέντρα πολιτιστικής παραγωγής, και μπορεί να

αποτελέσει ένα ισχυρό μοχλό ενίσχυσης της εκπαιδευτικής

διαδικασίας στα ακαδημαϊκά ιδρύματα της χώρας. Η πρόσβαση

σε ψηφιακό πολιτιστικό περιεχόμενο, με χαρακτηριστικά

ποιότητας και αξιοπιστίας, αποτελεί στρατηγική

προτεραιότητα (www . grnet . gr ).

Επιπλέον, το Μουσείο καλείται να ανταγωνιστεί τις τιμές

των υπολοίπων αγαθών. Oι καταναλωτές-επισκέπτες μουσείων

ξοδεύουν ουσιαστικά ποσά ερχόμενοι σε αυτά, περικλείοντας

το κόστος των εισιτηρίων και των δαπανών στα πωλητήρια

και στους χώρους αναψυχής των μουσείων(Frey & Meier,

2006: 1019). Στεγάζεται στο κέντρο της πόλης, όπου οι

εναλλακτικές ψυχαγωγικών υπηρεσιών ποικίλουν (θέατρα,

κινηματογράφοι, εστιατόρια). Το Μουσείο προκειμένου να

15

φανεί αντάξιο της επιστημονικής, ερευνητικής, παιδευτικής

και ψυχαγωγικής του διάστασης, προσαρμόζει το ωράριο του

και καταργεί το εισιτήριο συγκεκριμένες μέρες το χρόνο,

ώστε να αποκτήσει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των

υπολοίπων επιλογών της βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου.

Όσον αφορά στον παράγοντα κόστους παραγωγής του αγαθού , η

γενικότερη οικονομική ύφεση καλεί και τους πολιτιστικούς

οργανισμούς να επιβιώσουν με μεγαλύτερη οικονομική

αυτάρκεια ενόψει των περικοπών και των μειωμένων

επιχορηγήσεων(Κουρή, 2010). Το κόστος λειτουργίας και

συντήρησης του Μουσείου (συντήρηση εκθεμάτων και κτιρίου,

προσωπικό, ασφάλεια, τεχνικές εξαρτήσεις και τεχνολογικές

απαιτήσεις κ.α.) (Frey & Meier, 2006:1024), προϋποθέτουν

έξυπνο οικονομικό προγραμματισμό και διαχείριση πόρων. Το

οικονομικό δίλημμα, που διακατέχει τους πολιτιστικούς

οργανισμούς στο σύνολό τους, η «αρρώστια του κόστους»,

υπόκειται στην έλλειψη της παραγωγικότητας με σκοπό το

κέρδος (ο.π.).

Οι προβλέψεις των ιθυνόντων του Μουσείου για τις μελλοντικές συνθήκες

της αγοράς, δύναται να αποβούν καθοριστικές για την αύξηση

της επισκεψιμότητας του ιδρύματος. Το επικείμενο

πρόβλημα της επιβίωσης, τείνει να μετατρέψει τη μουσειακή

απόλαυση σε μια «άχρηστη πολυτέλεια» (Γκότσης, 2009).

Ωστόσο, το Μουσείο επιδιώκει με χαρακτήρα περισσότερο

«ανθρωποκεντρικό» και «επισκεπτοκεντρικό», να

επικοινωνήσει αμφίδρομα με τους επισκέπτες και τους εν

δυνάμει επισκέπτες, να ανταποκριθεί στα αιτήματα, στις

αγωνίες και τις αναζητήσεις τους (ο.π.).

16

Τέλος, οι καιρικές συνθήκες, διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο

στην επισκεψιμότητα του Μουσείου κατά το μήνα Σεπτέμβριο,

καθώς έρευνες παρουσιάζουν δραματική μείωση της

επισκεψιμότητας στα Μουσεία σε σύγκριση με τους ανοικτούς

αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα, με αιχμή τον Αύγουστο

και Σεπτέμβριο, γεγονός το οποίο οδηγεί στο συμπέρασμα,

ότι η επίσκεψη σε τέτοιους χώρους σχετίζεται με τους

μήνες των διακοπών (Πικοπούλου-Τσολάκη κ.α., 2002).

2.4 Συνάρτηση ζήτησης και προσδιοριστικοί παράγοντες

πολιτιστικών αγαθών Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Πρωταρχικό ρόλο στη ζήτηση υπηρεσιών πολιτισμού κατέχει η

τιμή του. Η τιμή εισιτηρίου στο Μουσείο ανέρχεται στα 7

Ευρώ, παρουσιάζοντας μια ελαστικότητα στις

προαναφερθείσες ειδικές κατηγορίες κοινού. Επιπλέον

διατίθενται και δελτία ελευθέρας εισόδου τριετούς

διάρκειας. Η τιμή είναι ανταγωνιστική των υπολοίπων

μουσείων, μιας και αποτελεί το κεντρικό Εθνικό

Αρχαιολογικό Μουσείο της χώρας, το οποίο εμπλουτίστηκε με

ευρήματα από όλα τα σημεία του ελληνικού κόσμου.

Οικονομετρικές εκτιμήσεις για ένα μεγάλο αριθμό

διαφορετικών μουσείων σε διάφορες χώρες, δείχνουν ότι η

ζήτηση για μουσειακές υπηρεσίες, είναι ανελαστική στις

τιμές (Frey & Meier, 2006:1021). Ωστόσο, αν υπήρχε χαμηλή

ελαστικότητα, τα μουσεία θα μπορούσαν να αυξήσουν

σημαντικά τους πόρους τους με την αύξηση του εισιτηρίου

τους (ο.π.).

17

Το εισόδημα , εν συνεχεία, επηρεάζει δραματικά την

επισκεψιμότητα του Μουσείου. Στατιστικές έρευνες και πάλι

για τα χαρακτηριστικά των επισκεπτών και την κοινωνική

διάσταση των επισκέψεων στα μουσεία, δείχνουν μεταξύ

άλλων, ότι το κοινό τους έχει υψηλότερα εισοδήματα, σε

σύγκριση με το σύνολο του πληθυσμού (Οικονόμου, 1999:51)

Τις τελευταίες δεκαετίες αυξάνεται η πίεση προς τα

μουσεία (αλλά και όλους τους πολιτιστικούς οργανισμούς)

να ανοίξουν προς όλα τα στρώματα της κοινωνίας, να

εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες των νέων μέσων παρουσίασης

και της σύγχρονης τεχνολογίας, και να προσφέρουν

υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Γι’ αυτούς τους λόγους

προβάλλεται επιτακτική η ανάγκη προσεκτικής εξέτασης των

υπηρεσιών που προσφέρουν και του τρόπου λειτουργίας τους,

καθώς και η μελέτη του κοινού τους (Οικονόμου, 2003).

Υπάρχει, σύμφωνα με τους Frey και Meier (2006), άμεση

σχέση μεταξύ εισοδήματος και εκπαίδευσης, καθώς άνθρωποι

υψηλού μορφωτικού επιπέδου διαθέτουν τα κριτήρια να

επωφεληθούν πιο ουσιαστικά από τις μουσειακές συλλογές.

Η τιμή των συμπληρωματικών αγαθών, αποτελεί έναν επιπλέον

προσδιοριστικό παράγοντα της ζήτησης. Το Μουσείο διαθέτει

δύο καφέ, εκ των οποίων το ένα λειτουργεί στο προαύλιο

χώρο του, με θέα το ιστορικό κτίριο του μουσείου,

πωλητήριο, χώρους υγιεινής, καθίσματα, χάρτη σε έντυπη

και ηλεκτρονική μορφή όλων των χώρων, εσωτερικό κήπο και

κυλικείο. Το Μουσείο αναζητά κυρίως τους λεγόμενους

«περιστασιακούς επισκέπτες», άνθρωποι από την εργατική

κυρίως τάξη, με καλή αμοιβή αλλά ασταθή εργασία και

18

χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, έναντι των «συχνών

επισκεπτών» του, ήτοι τους επαγγελματίες, διευθυντές ή

υψηλόμισθους εργάτες και αρκετά υψηλού μορφωτικού

επιπέδου (Πικοπούλου-Τσολάκη κ.α., 2002:41).Το γεγονός

ότι δεν διαθέτει χώρο στάθμευσης, λειτουργεί ανασταλτικά

στην επιλογή του.

Η τιμή των υποκατάστατων αγαθών· στην προσπάθεια τους τα

μουσεία να επιβιώσουν του ανταγωνισμού ανάμεσα τους, όσο

και με τις γειτονικές εμπορικές επιχειρήσεις ψυχαγωγίας,

αναγκάστηκαν να παρουσιάσουν τις υπηρεσίες τους με

παρόμοιο εμπορικό και επαγγελματικό τρόπο (Merriman,

1999:43). Το Μουσείο προβάλλει τις υπηρεσίες του είτε στο

διαδίκτυο, ή με αφίσες σε κεντρικά σημεία της πόλης

(πλατείες ,μετρό κ.α.).

Όσον αφορά στις προτιμήσεις των καταναλωτών, το Μουσείο

φαίνεται ότι προσελκύει ιδιαίτερες ομάδες κοινού. Η

υλοποίηση περιοδικών εκθέσεων, εκπαιδευτικών

προγραμμάτων, επετειακών εκδηλώσεων, διαλέξεων, καθώς και

ειδικές συνεργασίες με ειδικές ομάδες κοινού, π.χ. άτομα

σε απεξάρτηση, ψυχικά ασθενείς, άτομα με αισθητηριακές

και νοητικές αναπηρίες, αποσκοπούν στο άνοιγμα του

μουσείου προς ένα ευρύτερο κοινό, σε συνεργασία με την

τοπική κοινωνία και την προσέλκυση ευαίσθητων κοινωνικά

ομάδων (www . namuseum . gr ). Πραγματοποιούνται ξεναγήσεις

στα ενδιαφέροντα του επισκέπτη, π.χ. συγκεκριμένη χρονική

περίοδος, εξέλιξη κάποιας έκφανσης της τέχνης, για

παράδειγμα γλυπτική, θεματικές ενότητες, όπως παιδί,

19

αθλητισμός, γυναίκα, παιχνίδι, δημόσιος βίος, κ.α.

(ο.π.).

Ο αριθμός των καταναλωτών, είδαμε στην προκειμένη περίπτωση

πως έχει μειωθεί κατά 15,6% σε σχέση με τον περασμένο

Σεπτέμβριο. Αυτό οφείλεται πιθανότατα στο γεγονός ότι το

νέο Μουσείο της Ακρόπολης, κατέφερε μέσω της συστηματικής

προβολής και διαφήμισης να αποτελέσει πόλο έλξης, τόσο

των τοπικών επισκεπτών όσο και των τουριστών. Είδαμε,

επίσης, πως κατά τους θερινούς μήνες, η επισκεψιμότητα

των κλειστών μουσείων, μειώνεται αισθητά σε σχέση με τους

ανοικτούς αρχαιολογικούς χώρους. Επιπλέον, κατά το μήνα

Σεπτέμβριο, το σχολικό έτος είναι στην έναρξή του, ώστε

να υπάρχει κινητικότητα και συνεργασία με σχολεία στην

διεξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

Όσον αφορά στα δημογραφικά χαρακτηριστικά, η ηλικία, το

φύλλο και η εκπαίδευση, επιδρά καταλυτικά στα ποσοστά

επισκεψιμότητας. Σύμφωνα με τον Grooper-Greenhill (1996)

τα πιο ηλικιωμένα άτομα επισκέπτονται λιγότερο τα μουσεία

και προτιμούν άλλες μορφές τέχνης και ψυχαγωγίας (θέατρο,

συναυλίες). Παιδιά και ενήλικες, άνδρες και γυναίκες,

Έλληνες και τουρίστες προτιμούν μια βόλτα στο Μουσείο,

στο οποίο υπάρχει η δυνατότητα ξενάγησης στην αγγλική,

γαλλική, γερμανική, ιαπωνική, ισπανική, ιταλική και

ρώσικη γλώσσα. Σχετικές έρευνες, αναφορικά με το

μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο, παρουσιάζουν εξαιρετικό

ενδιαφέρον, διότι όσο πιο μορφωμένος και οικονομικά

ανεξάρτητος, είναι κανείς, τόσο αυξάνεται η πολιτιστική

βουλιμία για μάθηση και επίσκεψη στο μουσείο.

20

Ένας άλλος σημαντικός προσδιοριστικός παράγοντας, είναι

το είδος του μουσείου. Το εν λόγω Μουσείο, αμιγώς ιστορικό

και αρχαιολογικό, επιτελεί ρόλο εκπαιδευτικό και

ψυχαγωγικό. Αποτελεί πόλο έλξης, των λεγόμενων «συχνών

επισκεπτών», που έχουν άμεση σχέση με τον πολιτισμό, είτε

ως επαγγελματίες ή ερευνητές και ακαδημαϊκοί.Δεν

προσφέρει διαδραστικές εκθέσεις και συλλογές, αλλά

στατικά εκθέματα, γεγονός που συμβάλλει καθοριστικά στις

προτιμήσεις των μεμονωμένων επισκεπτών νεαρής ηλικίας,

ηλικίας 15-25 (Πικοπούλου-Τσολάκη, 2002).

Εν κατακλείδει, η πρόσβαση , δύναται να αποβεί καθοριστική

στην επιλογή ή όχι του Μουσείου. Η πρόσβαση στο Εθνικό

Αρχαιολογικό Μουσείο γίνεται με Μετρό, ΗΣΑΠ, Λεωφορεία

και Τρόλλεϋ. Σύμφωνα με τους Frey και Meier, οι άνθρωποι

επιλέγουν ποιά μουσεία θα επισκεφτούν, εξετάζοντας όχι

μόνο τη διάρκεια της επίσκεψης, αλλά και τον χρόνο που

απαιτείται για να φτάσεις στο μουσείο (2006: 1021).

Επίλογος:

Οι δύσκολες συνθήκες του σύγχρονου περιβάλλοντος καλούν

τους μη κερδοσκοπικούς πολιτιστικούς οργανισμούς να

επιβιώσουν με μεγαλύτερη οικονομική αυτάρκεια

συνεχίζοντας παράλληλα την εκπλήρωση της καλλιτεχνικής

και κοινωνικής αποστολής τους. Ως λύση στην πρόκληση

εξισορρόπησης οικονομικών, καλλιτεχνικών και κοινωνικών

στόχων προτείνεται η ανάπτυξη κοινού, μια σχετικά

σύγχρονη πρακτική, άγνωστη στον ευρωπαϊκό χώρο.

Πρωτεργάτης οι πολιτιστικοί οργανισμοί στις ΗΠΑ, στις

21

δεκαετίες ‘70-’80, στην προσπάθεια τους να αντεπεξέλθουν

στις παραδοσιακά ελάχιστες έως ανύπαρκτες κρατικές

επιχορηγήσεις, στράφηκαν πιο ουσιαστικά στους επισκέπτες

τους, προκειμένου να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές

εσόδων (Κουρή, 2010).

Πηγές:- www.namuseum.gr

- www.statistics.gr

- www.tourismpress.gr

- www.grnet.gr

22

- Α.Ν.2039/1939 , «Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως

και κωδικοποιήσεως των Νόμων περί εκκαθαρίσεως

και διοικήσεως των εις το Κράτος και υπέρ

κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών,

κληροδοσιών και δωρεών» (ΦΕΚ. Α’ 455/24.10.1939)

Βιβλιογραφία:

- Γκαντζιάς Γιώργιος Κ. - Κορρές Γιώργος (2011)Πρόγραμμα Σπουδών Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων Θεματική ενότηταΟικονομία του Πολιτισμού, Πολιτιστική Οικονομία και Χορηγίες: οικονομικήδιαχείριση και ανάπτυξη πολιτισμικών μονάδων Πάτρα: ΕΑΠ- Κοντοχρήστου, Μαρία «Διαχείριση προβολής πολιτιστικώνοργανισμών στην κοινωνία των πληροφοριών και της γνώσης»,στο Γκαντζιάς, Γ. Εναλλακτικό Διδακτικό Υλικό της Θεματικής ΕνότηταςΠολιτιστική Πολιτική και Διοίκηση-Υπερκείμενο (σελ. 27-49), Αθήνα:ΕΑΠ- Κορρές, Γεώργιος (c2002), Πρόγραμμα Σπουδών ΔιοίκησηΠολιτισμικών Μονάδων Θεματική ενότητα Οικονομία του Πολιτισμού,Οικονομική Διαχείριση (Τόμ. Α’) Πάτρα:ΕΑΠ- Κορρές, Γεώργιος - Γλύτση, Έλενα (c2002), ΠρόγραμμαΣπουδών Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων Θεματική ενότητα Οικονομία τουΠολιτισμού, Πόροι (Τόμ. Β’) Πάτρα:ΕΑΠ- Κουρή, Μαρία (c2010), «Ανάπτυξη κοινού: αξιοποιώντας τηλαϊκή και παραδοσιακή μουσική» HeJMEC, 1, Νο.6, σ. 63-73.- Οικονόμου, Μαρία (1999), «Μουσεία για τους ανθρώπους ήγια τα αντικείμενα;», Αρχαιολογία & Τέχνες, 72, σ. 50-55 - Οικονόμου, Mαρία (2003) Η αξιολόγηση και η μελέτη τωνεπισκεπτών στομουσείο Μουσείο:αποθήκη ή ζωντανός οργανισμός;μουσειολογικοί προβληματισμοί και ζητήματα. Αθήνα: ΕκδόσειςΚριτική- Γκότσης, Στάθης (Νοέμβριος 2009) «Το μουσείο, τομνημείο και οι διαφορετικοί κάτοικοι της πόλης. Για μιαεπαναδιαπραγμάτευση των ορίων της δημόσιας ιστορίας»διαθέσιμο στο http://www.monumenta.org- Πικοπούλου-Τσολάκη, Δέσποινα – Κακούρου-Χρόνη, Γεωργία,Ζαφειράκου, Αίγλη κ.α. (2002), Πρόγραμμα Σπουδών ΔιοίκησηΠολιτισμικών Μονάδων Θεματική ενότητα Οι διαστάσεις των ΠολιτιστικώνΦαινομένων Πολιτισμός και Εκπαίδευση (Τόμ. Γ’), Πάτρα: ΕΑΠ

23

- Σαμαθρακής, Βαγής «6η Διάλεξη, Ελαστικότητα Ζήτησης καιΠροσφοράς» διαθέσιμο στοhttp://eclass.farm.teithe.gr/FARM101/document/ .../6ο%20Ελαστικότητα.ppt- Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων 17-7-2008 « Ο ρόλος τωνδημόσιων Αρχαιολογικών Μουσείων» διαθέσιμο στοhttp://www.sea.org.gr/press/pages/viewpess. aspx?PressID=8- Allison, M.-Kaye, J. (2009) “Eight Characteristics ofNonprofit Organizations” available athttp://www.craig.csufresno.edu/slt/Comm.%20partner%20Section/Articles/Eight%20Characteristics %20of%20Nonprofit %20Organizations.pdf- Ball, Madeline K. - Seidman, David (2012) Supply andDemand:dollars and sense a guide to financial literacy (1rst ed.) N.Y.:The Rosen Publishing Group Inc.- Barlow, M. - Shilbi, S. (2007) “Audience development inthe arts: a case study of chamber music”, Managing Leisure, 12,No.2&3, p. 102-119- Chuck (2008) “For Profit vs Non-Profit Form of Busuness”available at Http: //hubpages.com/hub/For-Profit-vs-Non-Profit-Form-of-Business- Colbert F.(2003) “Entrepreneurship and Leadership inMarketing the Arts” International Journal of Arts Management, 6,No. 1, p. 30-39- Colbert F. - Evrard Y. (2000) “Arts Management: A NewDiscipline Entering the Millennium?” International Journal ofArts Management, 2, No 2, p. 4-13- Frey, Bruno S. - Meier, Stephan (c2006) “The Economics ofMuseums” Handbook of the Economics of Arts and Culture , 1, 29, p.1018-1047- Henderson, Hubert D. (2004) Supply and Demand KessingerPublishing- Henke, O.E. (1983) Accounting for Nonprofit Organization (3rd ed.)Boston Mass : Kent Publishing Comp. Inc.- Hopkins, Bruce R. (c2009) Starting and managing a nonprofitorganization: a legal quide, New Jersey: John Wiley and Sons- Hooper – Greenhill, E. (1996) Museums and their visitorsLeicester, London, New York:Leicester University Press- IMO - Copic, Vesna - Uselac, Aleksandra et all, (c2011),Ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων στον τομέα του Πολιτισμού, σύνοψηΒρυξέλες: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- Koning, P.- Noailly, J. - Visser, S. (2007) “Do Not-

24

For-Profits Make A Difference In Social Services? ASurvey Study”, De Economist, 155, No. 3, p. 251–270.- Lewis, David (2007) Non-Governmental Development Organizations(2nd ed) London:Routledge- Lynn, E.S. - Freeman, R.J. (1977) Fund Accounting: theory andpractice.: Engle-wood Cliffs, N.J.: Prentice Hall Inc.- Mankiw,Gregory N. (2012) Principles of Economics (6th ed.)South-Western Cengage Learning- Meller M. (2005) “Arts and Cultural Marketing: Croatian Theoriticaland Practical Experiences” , Croatia: University of Osijek- Merriman, Nick (1999), «Ανοίγοντας τα Μουσεία για τοκοινό», Αρχαιολογία & Τέχνες, 72, σ. 43-46- Millard, Steve (1983) “Voluntary action and the States:the other alternative”, National Civic Review, 72, p.262-269- Rizkallah, E.G. “A non-classical marketing approach forclassical music performing organizations: an empiricalperspective” Journal of Business & Economic Research, 7, No. 4,p.111-124.

25