Kώστας Μπαλάφας: Περί Φωτογραφίας ή Η δυσκολία της...

11

Transcript of Kώστας Μπαλάφας: Περί Φωτογραφίας ή Η δυσκολία της...

ΚΩΣΤΑ Σ ΜΠ Α ΛΑ ΦΑ Σ Περί φ ωτο γ ραφ ί ας

ή Η δ υσ κ ο λί α της δ ημι ο υργ ί ας σ ε μι α “εύκ ο λη” τέχν η

Συνέντευξη του Κώστα Μπαλάφα στον Νίκο Παναγιωτόπουλο,

στο ΤΕΤΑΡΤΟ, Νο23, Μάρτιος1987.

Στο χώρο της ελληνικής φωτογραφίας, ο Κώστας Μπαλάφας είναι γνωστός ως ένας απ' τους αξιόλογους φωτογράφους-δημιουργούς της παλιότερης γενιάς. Είναι όμως λίγο παράξενο πως η κλασική φωτογραφική αντίληψη αυτής της γενιάς αποδέχεται έναν τέτοιο δημιουργό, ο οποίος ακριβώς, από πολλές απόψεις αμφισβήτησε την αντίληψη αυτή. Σε μια εποχή, που η Καλλιτεχνική Φωτογραφία στηριζόταν στα δανεικά δεκανίκια της ακαδημαϊκής ζωγραφικής, ο Κώστας Μπαλάφας αφοσιώθηκε στην κατ' εξοχήν ανόθευτη φωτογραφική γλώσσα, αυτή του κοινωνικού ντοκουμέντου. Δόθηκε ολόψυχα στην έρευνα της κοινωνικής πραγματικότητας και όχι στη ρητορική της ωραιοποίησής της. Έτσι, συνειδητά, από κάποια στιγμή και μετά, βρέθηκε σε αντιπαράθεση με το ευρύτερο φωτογραφικό κατεστημένο, που είχε καθιερώσει την καρτ ποστάλ ως το κυρίαρχο είδος καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο ίδιος χαρακτηρίζεται από σπάνιο ήθος και σεμνότητα. Η σκέψη του είναι διαλεκτική και η έκφρασή του απλή. Η φωτογραφική δημιουργία δεν είναι γι' αυτόν ενας εύκολος δρόμος για να τον ονομάσουν καλλιτέχνη. Είναι, αντίθετα, τρόπος και στάση ζωής, μια μοναδική διαδικασία έρευνας του Κόσμου και του ίδιου του εαυτού του. Σήμερα, κάτω απ' τη σύγχρονη θεώρηση της φωτογραφικής έκφρασης, ο Κώστας Μπαλάφας δεν είναι πλέον ένας απ' τους αξιόλογους φωτογράφους της περιόδου που αρχίζει το 1940 και φτάνει ως τις μέρες μας. είναι μια κορυφαία μορφή της δημιουργικής φωτογραφίας, και από ορισμένες μάλιστα πλευρές, μοναδική. Γεννήθηκε το 1920 στην Κυψέλη, ένα ορεινό μαστοροχώρι της Ηπείρου. Μικρό παιδί, η φτώχεια τον φέρνει πρώτα στην Αθήνα και μετά στα Γιάννενα. Με σκληρή δουλειά και αιματηρές οικονομίες κατορθώνει να σπουδάσει Γαλακτολογία στην Ιταλία. Γύρω στα 1938 πρωτογνωρίζει τη φωταγραφία στα Γιάννενα, απ' τον Απόστολο Πανταζίδη. Η μηχανή του, μια Robot που παίρνει “κινηματογραφικό” φιλμ των 35mm, είναι ένα είδος σπάνιο ακόμα και για κείνη την εποχή στη χώρα μας. Οι νέες συνθήκες που δημιουργεί ο πόλεμος, κάνουν ανέφικτη την ανεύρεση ενός τέτοιου φιλμ. Η μοναδική μηχανή που έχει είναι πια άχρηστη. 'Ένα απίθανο όμως γεγονός συμ6αίνει . Τα ελληνικά αντιαεροπορικά χτυπούν ένα ιταλικό αεροπλάνο πάνω απ' τα Γιάννενα και αυτό διαλυμένο σκορπίζεται μέσα στο κέντρο της πόλης. 'Ένας “στιγμιαίος” φωτογράφος ανασύρει ανάμεσα στα συντρίμμια ένα στρογγυλό μεταλλικό κουτί με την επιγραφή Ferrania, αναγνωρίζοντας τή φίρμα. Διακόσια μέτρα κινηματογραφικό ασπρόμαυρο φιλμ 35 mm, άχρηστο ως φορμά γι' αυτόν, χρήσιμο όμως για τον Μπαλάφα, που το ανταλλάσσει “για λίγες οκάδες καλαμπόκι”. Μ ' αυτό, αποκλειστικά, θα φωτογραφήσει τ' αντάρτικο στην Ηπειρο, προσφέροντας στην ιστορία μας ενα ανεπανάληπτο φωτογραφικό ντοκουμέντο! Με τά πρώτα-πρώτα κομματάκια απ’ το φιλμ ο Κώστας Μπαλάφας θα πραγματοποιήσει ένα πρώτο καθοριστικό φωτογραφικό άλμα. Άγνωστος ακόμα και στους φωτογραφικούς κύκλους της πόλης, στα κατεχόμενα πλέον Γιάννενα, κυκλοφορεί στους δρόμους με τη μηχανή μέσα σε μια χαρτοσακούλα του μανάβη. Ανοίγοντας μια τρύπα σ'

αυτήν, φωτογραφίζει τις θηριωδίες του ναζισμού, την αρπαγή των Εβραίων, σκηνές κρεμασμένων, συλλήψεις, κ.λπ. “Κανείς δεν έπρεπε να ξέρει ότι φωτογραφίζω. Δεν ήταν μόνο οι Γερμανοί, αλλά και οι χωροφύλακες που ήταν χειρότεροι”. Μέσα σε μια μικρή παράγκα, εμφανίζει και τυπώνει κρυφά. Χωρίς ηλεκτρικό, κατασκευάζει ένα σκοτεινό θάλαμο που δουλεύει με τον ... ήλιο! Άπό ένα μικρό παράθυρο στέλνει το φως μ' έναν καθρέφτη στους συγκεντρωτικούς φακούς του μεγεθυντήρα! Αργότερα, ύποχρεωμένος να δουλεύει μόνο τη νύχτα, φτιάχνει μια ξύλινη διχάλα με δεμένα πάνω της καλώδια, την οποία πετάει και αγκιστρώνει κάθε βράδυ στα εναέρια σύρματα, κλέβοντας ρεύμα απ' τους Γερμανούς! Οργανώνεται στην Αντίσταση και κατατάσσεται στην Έκτη Μεραρχία τού E.Λ.A.Σ., στα Ζαγόρια. Η Ασφάλεια κάνει έρευνα στο σπίτι του στα Γιάννενα, βρίσκει το περισσότερο υλικό απ' τα “ντοκουμέντα της χαρτοσακούλας”, το κατάσχει και βέβαια ποτέ πια δεν πρόκειται να ξαναδρεθεί. Ο Κώστας Μπαλάφας αρχίζει να φωτογραφίζει το Αντάρτικο. Το σύνολο της δουλειάς του αυτής θ' αποτελέσει αργότερα ένα σπουδαίο φωτογραφικό ντοκουμέντο, που, μαζί μ' αυτό του Σπύρου Μελετζή, θ' αποδειχτούν οι μοναδικές ουσιαστικά φωτογραφικές μαρτυρίες της Αντίστασης στά βουνά. Αν και το θεματικό πλαίσιο είναι σχεδόν κοινό για τους δύο φωτογράφους, οι φωτογραφικές προσεγγίσεις τους είναι διαφορετικές. Ο Μελετζής, έχοντας αφομοιώσει τήν τεχνική και αισθητική του κλασικού πορτραίτου της εποχής του και επηρεασμένος απ’ την αντίστοιχη ακαδημαϊκή ζωγραφική αλλά και από στοιχεία του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, αναπτύσσει ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος πού βρίσκει τη φυσιολογική του ανάπτυξη στο επικό πορτραίτο του αγωνιστή. Ο Κώστας Μπαλάφας, με πολύ διαφορετική παιδεία και καταγωγή, λειτουργεί περισσότερο με το ένστικτο και το παρορμητικό συναίσθημα. Χωρίς ιδιαίτερη φωτογραφική παιδεία ακόμα, αναπόφευκτα μένει ανεπηρέαστος σε μεγάλο βαθμό απ' τα καθιερωμένα τεχνικά και αισθητικά φωτογραφικά κριτήρια της εποχής του. Με αυτό το δεδομένο και χάρη στη συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία του υιοθετεί - χωρίς στην ούσία να το ξέρει - την πιο γνήσια ίσως χρήση του φωτογραφικού μέσου . Η χρήση αυτή τον όδηγεί σ' ένα άμεσο, ρεαλιστικό φωτογραφικό ύφος, που φυσιολογικά πλέον τον απομακρύνει απ' το “σκηνοθετημένο” πορτραίτο καί τον φέρνει περισσότερο κοντά στην “άποφασιστική στιγμή” του ρεπορτάζ. Ο κύριος όγκος της δουλειάς του στο Αντάρτικο είναι εικόνες από πορείες, μάχες, ανάπαυλες, καθημερινές στιγμές των αγωνιστών. Με την πικρή εμπειρία, του υλικού που του πήρε η Ασφάλεια, ο Κώστας Μπαλάφας γίνεται πιο προσεκτικός. Δεκάδες εμφανισμένα τμήματα του περίφημου εκείνου δώρου εξ ουρανών, τα δίνει σε μια γνωστή του κοπέλα, να τα κρύψει στα Γιάννενα. Το πατρικό σπίτι του φίλου της, που η oικoγένειά του είναι “αντιθέτου ίδεολογίας”, είναι επιταγμένο απ' τους Γερμανούς. Εκεί μέσα, κάτω απ' τις μπότες των κατακτητών στην κυριολεξία -κάτω απ' τις σανίδες του πατώματος- κρύβονται τα πολύτιμα φωτογραφικά ντοκουμέντα. Καταδιωγμένος στον Έμφύλιο και μετά, δεν θα αισθανθεί ασφαλής παρά μόνο αφοϋ πέσει και η χούντα το 1974. Μόνο τότε, πηγαίνει και παίρνει απ' την κρυψώνα το πολύτιμο υλικό μέσα στο αρχικό κουτί Ferrania, που μόνο αυτός και η κοπέλα ήξεραν την ύπαρξή του. Είχαν το νου τους στο σπίτι αυτό για σχεδόν τριάντα χρόνια! Μέσα στις δραματικές συνθήκες του Εμφύλιου που αρχίζει, ο Κώστας Μπαλάφας συνειδητοποιεί την ανάγκη του να χρησιμοποιήσει το φωτογραφικό μέσο σε σχέση με τα κοινωνικά προβλήματα.

Ν. Παναγιωτόπουλος: Μου είπατε ότι κάποια έντονα προσωπικά σας βιώματα, που ζήσατε μέσα σε λίγες μόνο μέρες εκείνη την εποχή, σας έκαναν να συνειδητοποιήσετε την αντίθεσή σας απέναντι στην ιδεολογία της “καλλιτεχνικής” λεγόμενης φωτογραφίας πού κυριαρχούσε τότε. Κ. Μπαλάφας: Έχουμε, είπα, ένα λαό που ζει τέτοιες δύσκολες καταστάσεις κι εμείς καθόμαστε και φωτογραφίζουμε χρυσάνθεμα, παπαρούνες, ηλιοβασιλέματα καί βαρκούλες; - Έχοντας δουλέψει σ' έvα τόσο διαφορετικό είδος, πως σας αντιμετώπισαν οι “καλλιτέχνες” φωτογράφοι της Αθήνας; - Οι σχέσεις μου με τους άλλους φωτογράφους δεν ήταν οι ίδιες. Ας πούμε, ένας δάσκαλός μου ήταν ο Σπύρος ο Μελετζής, ας το πω έτσι. Τον θαύμαζα στη δουλειά του, ιδιαίτερα στην τεχνική. Η φωτογραφική του δουλειά της Αντίστασης, είναι ένα έργο ιστορικό και ανεπανάληπτο . - Με τους άλλους; - Όσοι ασχολούνταν μ' ένα είδος τέχνης ήταναυτοί που έκαναν καρτ ποστάλ και τίποτα παραπάνω. Εμένα με βασάνιζε πάντοτε η φωτογραφία σαν καλλιτεχνική έκφραση, σαν μια έμφυτη ανάγκη, επειδή δεν εγραφα, δέν ζωγράφιζα, άλλά φωτογράφιζα . Ήταν φωτογραφία προβληματισμοϋ, δεν είχε καμιά σχέση με τη δουλειά αυτών των ανθρώπων . - Είχατε δει κάτι παρόμοιο σε φωτογράφους που δούλευαν στον Τύπο; - Δεν τους είχα γνωρίσει, αλλά και αυτοί βγάζανε γλυκερά πράγματα, αποφεύγανε να δώσουν τη δραματικότητα της ζωής. Την καλλιτεχνική φωτογραφία εγώ τη γνώρισα στον Τλούπα. Μας έδωσε, φυσικά, αριστουργήματα. Τυχαία συναντηθήκαμε το '45 στη Λάρισα. Ξεκίνησα ένα είδος φωτογραφικής επικοινωνίας, είχαμε μια αλληλογραφία. Ανταλλάσσαμε εικόνες και εντυπώσεις ο ένας για τη δουλειά του άλλου. - Φαντάζομαι ότι θα είχατε διαφορετικές απόψεις για το ρόλο της τεχνικής. - Κάποτε, θυμάμαι, μου είπαν για μια καλή φωτογραφία μου, που εμένα μου άρεσε πολύ, ότι “Κρίμα, την έχεις φλου”. Για εμένα το θέμα ήταν το σημαντικό. Δεν με ένοιαζε αν ήταν φλου ή τι ήταν. Ήταν αυτό που ήθελα, έβγαινε μια αίσθηση από μέσα… Αν ήταν νετ, δεν θα το 'λεγε αυτό, αυτό που εγώ αισθανόμουν. Πολλές φορές θα πρέπει ν' άφήνουμεκαί κάτι για κείνον που τη βλέπει, να βάζει κι αυτός κάτι απ' τη δική του ψυχή. - Κι όμως για πολύ καιρό δεν παρουσιάζατε τη δουλειά σας. - Έφτασαν να μου λένε ότι κρύβω τη δουλειά μου για να μην τη δει κανείς. Μην και την αντιγράψουν, μην κλέψουν τα θέματα, τέτοια πράγματα. Απλά δεν ένιωθα ακόμα ώριμος για να παρουσιαστώ. Όταν έκανα την πρώτη μου έκθεση, πρίν 15 χρόνια ... - Μετά από 35χρόνια δουλειάς στη φωτογραφία. - Ναι, τότε λοιπόν μου λέγανε ότι ήταν ένα ξάφνιασμα, ότι δεν περιμένανε να έχω μιας τέτοιας υφής δουλειά. Μετά έκανα κι άλλες εκθέσεις, μια για την Αντίσταση κ.λπ. Το “Ετος του Παιδιού” ήταν ένα ακόμη ερέθισμα, πριν μερικά χρόνια. Πολλοί παρουσιάσανε φωτογραφίες παιδιών που ταίζουν τα περιστέρια στο Ζάππειο. Τότε έκανα μια εκθεση με εικόνες κάποιων άλλων παιδιών ... Πήγα μέσα στα τυφλά παιδιά, έκατσα πολύ μαζί τους, έκλεισα τα μάτια μου ο ίδιος για να δώ πως αντιμετωπίζουν τη ζωή. Έζησα μαζί τους και έχω κάνει κι από κει μια ορισμένη δουλειά.

- Πως σας αντιμετώπισε η Έλληνική Φωτογραφική Έταιρεία; - Είμαι, αν όχι από τα ίδρυτικά της μέλη, απ' τα πρώτα-πρώτα. Ήταν μια όαση για μένα στην αρχή, ήταν όλοι οι καλοί φωτογράφοι. Όλος αυτός ο κόσμος που ασχολείτο σοβαρά με τη φωτογραφία. 'Όλα ξεκινούν καλά σέ τούτο τον τόπο και στην πορεία ξεφτίζουνε και στραβώνουνε εντελώς. Είναι φανερό γιατί γίνεται έτσι. Οι τότε άρμόδιοι, θέλοντας να βοηθήσουν κάποιους ανθρώπους που πρόσφεραν με αφοσίωση τις υπηρεσίες τους στο σύλλογο, παρασύρθηκαν σ' ένα φαβοριτισμό. Τελικά, έτσι δεν βοηθάνε ούτε αύτούς τους ίδιους, γιατί πρέπει πριν πετάξουν να μάθουν να περπατάνε κι αύτό δεν το σκέφτηκαν ποτέ. Κι άρχισαν αύτούς τους διαγωνισμούς μ’ ένα τέτοιο πνεύμα, που αναπόφευκτα έφερε το ξέφτισμα. - Δεν υπήρχε εκεί μέσα έvα συντηρητικό Ιδεολογικά πνεύμα; - Εμείς, ορισμένοι που είχαμε με τα μέτρα της εποχής εκείνης μια “βεβαρυμένη ιδεολογία” δεν εκδηλωνόμαστε. - Η φωτογραφία- κοινωνικό ντοκουμέντο θα πρέπει να ήταν κόκκινο πανί γι' αυτούς. - Είχα στείλει φωτογραφίες μου για την πρώτη διεθνή έκθεση που είχε γίνει στην Έλλάδα. Όπως και πολλοί άλλοι ήμουν και εγώ σχετικά γνωστός για τη δουλειά μου. Έστειλα αυτή τη φωτογραφία με τα τρία γυναικεία κεφάλια - μάνες, που αναγνωρίζουν τα έκτελεσμένα παλικάρια τους σ' ένα αλατωρυχείο έξω απ' τά Γιάννενα -μέ τίτλο “Όχι άλλος πόλεμος”. Τούς σοκάρισε τόσο πολύ που την πετάξανε ασυζητητί και κοντά σ' αυτήν πέταξαν και τις υπόλοιπες που είχα δώσει, κι έβαλαν κάτι καραβάκια, βαρκούλες, τέτοια. Έφυγα απ' την Ε.Φ.Ε . Όλοι σχεδόν φύγαμε, ο Μελετζής, ο Τλούπας, η Παπαδάκη, ο Κάδμιος, ο Κοντουζάκης, όλοι οι αξιόλογοι τέλος πάντων φωτογράφοι. - Έμοιαζε με σας κανείς απ' αυτούς; - Δεν νομίζω. Κανένας. Με τον Τλούπα είχαμε ορισμένες συγγενικές ποιότητες ως προς το τοπίο. Είναι ένας άνθρωπος που γεννήθηκε στην άσφαλτο, δεν αντιμετώπισε τα δικά μου προβλήματα, δεν είχε αυτούς τους δικούς μου ψυχισμούς. Έχει όμως έναν λυρισμό, μια άλλη εύαισθησία, έχει μια λεπτότητα. Η δουλειά μου είναι πιο σκληρή. Ό Μελετζής ασχολούταν με την αρχαιoλoγία, με τη φωτογραφία αρχαιοτήτων. Είναι ένας πατριδολάτρης, αθεράπευτα ρομαντικός, γι' αύτό τον τόπο. Έχει φωτογραφήσει όλη την Ελλάδα, με μια ψυχική ευαισθησία που την έχουν μόνο οι Έλληνες της διασποράς. - Ποιά νομίζετε εΙναι αυτή η σημαντική Ιδιότητα που κάνει συνήθως ένα φωτογράφο μεγάλο να ξεχωρίζει; - Ή καλλιέργεια, εΙναι το πρωταρχικό. Όλα τά άλλα τα δίνει ένα προσπέκτους, μιά μηχανή, ένα φιλμ. Από κει και πέρα όμως; πως θα ξεχωρίσει ο φωτογράφος, να μπορέσει να βάλει τον εαυτό του, ν' αποκτήσει προσωπικό υφος στη δουλειά του; - Ακρι6ώς δηλαδή το αντίθετο απ ' αυτό που πιστεύει ο κόσμος. - Φοβοϋμαι, ναί. Όταν βλέπουν μια φωτογραφία σου λένε με τι μηχανή την τράβηξες. Μέ μιά ακριβή μηχανή, θα πρέπει να 'ναι και καλή η φωτογραφία. Αν ήταν έτσι ένας που γράφει με ... στυλό Parker θα μπορούσε να ήταν ποιητής ή συγγραφέας. - Θεωρείτε βέβαια τη φωτογραφία ότι μπορεί να είναι και τέχvη. Γιατί όμως; - Είναι σύγχρονη τέχνη, αυτόνομη, …κατόρθωσε να γίνει το τρίτο μάτι, να μας φέρει συγκινήσεις και “εμπειρίες” από κει που δεν μπορεί να φτάσει ο ίδιος ο άνθρωπος. Και το τι δεν έχει προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, πως άλλαξε καταστάσεις, πολιτικές κυβερνήσεις, πεποιθήσεις, τι επίδραση έχει στην κοινωνία ... Είναι τέχνη κυρίαρχη γιατί έχει και τα αισθητικά εχέγγυα μιας τέχνης, αλλά είναι ακόμα και ντοκουμέντο ενός αμείλικτου ρεαλισμού, ότι αυτό

το πράγμα είναι, υπήρξε, υπάρχει. ‘Οταν όμως εξυπηρετεί το Λόγο και μπαίνει στο δημοσιογραφικό χώρο, εκεί συχνά αλλάζει ποιότητα, γίνεται σαν το χαμαιλέοντα. - Είναι γvωoτό πως ο Τύπος πολύ συχνά παραμορφώνει την αρχική πρόταση του φωτογράφου στην εικόνα που αυτός δημιουργεί. - Δεν είναι πια αυτόνομη τέχνη, αλλά εξυπηρετεί δουλικά το Λόγο. Όπως π.χ, όταν ο ίδιος ο συντάκτης ηταν στην “Ακρόπολη” και στο “Ριζοσπάστη”. Στο δεύτερο έλεγε “διανομή τροφίμων” και στην πρώτη “πάλι μπακαλιάρο”. - Αλλά και οι θεατές ερμηνεύουν διαφορετικά την ίδια εικόνα. - Βέβαια. Εξαρτάται απ' τον ψυχισμό τους, τα βιώματά τους, την καλλιέργειά τους, όπως κι όταν αντικρίζoυμε την ίδια τη φύση. Μπροστά σε μια ανθισμένη αμυγδαλιά, ο έμπορος θα πει “Α, μεγάλη σοδειά φέτος, να πουλήσω τ' απόθεμα γιατί οι τιμές θα πέσουν”, ο ποιητής θα της κάνει ένα ποίημα, ο τεχνίτης της Δ.Ε.Η. θα πει ότι “Εδώ χαλάει τα σύρματα, πρέπει να την κόψω”. Καθένας βλέπει διαφορετικά. - Η καλλιέργεια του φωτογράφου απαιτεί όμως και ένα κοινό με καλλιέργεια. - Εδώ είναι η σύγχυση. Η μάθηση θεωρείται ταυτόσημη με την καλλιέργεια. Προσθέτει γνώση αλλά δεν προσθέτει ποιότητα συνήθως. Γι' αυτό πολλοί βλέπουν τα πράγματα με μια στενή αντίληψη, μια “αστυνομική” θα 'λεγα θεώρηση. Όπως και στη φωτογραφία. Όπως με την έκθεση για τα Μετέωρα. Εκνευριστικές ερωτήσεις.“Πως αυτοί ζούνε χωρίς γυναίκες;” ακριβώς γιατί δεν μπορούσαν να δουν τίποτα περισσότερο απ' ότι μια σκανδαλώδη σκέψη που κυριαρχούσε στο νου τους. - Λίγοι είναι αύτοί πού είναι έτοιμοι νά “συναντήσoυν” τις ιδέες του φωτογράφου μέσα σε μια εικόνα. ΟΙ πολλοί θέλoυν να δουν αυτό που αυτοί θέλoυν να δούν. - Εμείς οι φωτογράφοι θα πρέπει να ξέρουμε που θα τελειώσουμε μια εικόνα και αν πρέπει να την τελειώσουμε. Οι περισσότεροι, ιδιαίτερα οι παλιοί, λένε ότι να, αν είχες κι αυτό εκεί μέσα, κι αν είχες το άλλο, κι αν αυτό ήταν πιο κει κ.λπ. κ.λπ. Θέλω όμως εγώ να λείπει, να 'χει μια συμμετοχή κι ο θεατής, αλλά και εσύ ο ίδιος σε μια άλλη στιγμή να την ξαναδείς και ν' ανακαλύψεις κι άλλα, νέα στοιχεία μέσα στην ίδια πάντα εικόνα. Αν μια σου φωτογραφία διαπιστώσεις ότι αντέχει να την βλέπεις ξανά και ξανά, κάθε φορά κάτι νέο αναγνωρίζεις, τότε καλώς είναι. Αλλιώς πέταξέ την. Αυτή είναι και μια συμβουλή στους νέους φωτογράφους. - Πως βλέπετε στ' αλήθεια τους Νέους Έλληνες φωτογράφους; Σας ενoχλεί η αvτίδρασή τους απέναντι στις φωτoγραφικές αvτιλήψεις της δικής σας γενιάς; - Όπως σ' όλους τους τομείς, όπως σ' όλες τις Τέχνες, έτσι και στη φωτογραφία πολλοί απ' τους νεότερους μιμούνται ξένες απόψεις, αντί απλώς να ενημερώνονται γι' αυτές. Αυτό μ' ενοχλεί. Κοιτάζουν να αποτινάξουν καθιερωμένες αξίες για να δημιουργήσουν τις δικές τους. Σωστά. Πλην όμως έχουν υιοθετήσει νέους τρόπους που δεν είναι δικοί τους, εΙναι δάνεια. Και πελαγοδρομούν. Θέλουν να αναγνωριστούν μέσα απ' αυτούς, μέσα απ' τα δάνεια αυτά, χωρίς να έχει καθιερωθεί η δική τους η δουλειά, η δική τους η προσπάθεια να αλλάξουν την Τέχνη. ΕΙναι, πιστεύω, σ' αυτό το μεταίχμιο. - Πως εξηγείτε την υπεροψία άλλων τεχνών απέναvτι στη φωτογραφία, ακόμα και σήμερα; - ΕΙναι εύκολη τέχνη. Έτσι μπερδεύονται οι καλλιτέχνες των άλλων τεχνών και νομίζουνε ότι ο καθένας που κρατά μια μηχανή μπορεί να 'ναι και καλλιτέχνης. Το να κάνεις όμως μια δημιουργική δουλειά στη φωτογραφία που να έχει άποψη και προσωπικό ύφος είναι απ' τα πιο δύσκολα. Γιατί όλη αυτή η ευκολία μετατρέπεται σε δυσκολία. Οί ζωγράφοι τα βλέπουνε απ' τη δική τους μεριά, εντελώς άλλα πράγματα. Γι' αυτό δεν νομίζω πως έχει συγγένεια πλέον η φωτογραφία με τη ζωγραφική. ΕΙναι εντελώς διαφορετικές. Γι' αυτό η φωτογραφία πρέπει να 'ναι η φωτογραφία. Πολλοί φωτογράφοι, αποφεύγοντας το ρεαλισμό της, προσπαθούν

λανθασμένα με διάφορες τεχνικές και επεξεργασίες να αλλοιώσουν τα πράγματα. Αυτά όμως είναι φτηνά τεχνάσματα. - Μόλις τελευταία έγινε η Σχολή Φωτογραφίας στο Τ.Ε.Ι. της Αθήνας. Η Α.Σ.Κ.Τ., επίσης, τελευταία, αρχίζει να μιλά για εφαρμoσμενες Tέχνες, για φωτογραφία. - 'Ένα σχολείο, είτε ανώτερο είτε κατώτερο, θα δώσει ορισμένες κατευθύνσεις, δεν μπορεί να κάνει καλλιτέχνες. Από κει θα ξεκαθαρίσουν ποιοι θα είναι για τον Τύπο (άνθρωποι με παρατηρητικότητα), ποιοι θα έχουν καλό γούστο για τη μόδα, τη διαφήμιση και ποιοι θα ειναι με ανθρώπινους-κοινωνικούς προβληματισμούς που θα κάνουν έργο ποιότητας με εκφραστικές δυνατότητες. Φοβάμαι για την Α.Σ.Κ.Τ. ότι θα τη ζημίωνε τη φωτογραφία. Η φωτογραφία θα πρέπει να αποτελέσει κάτι εντελώς καινούριο. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν μάθει ορισμένα πράγματα, αλλά δεν νομίζω ότι έχουν τόση μάθηση για τη φωτογραφία και η ημιμάθεια εΙναι χειρότερη από την αμάθεια. - Η φωτογραφία αρχίζει να γίνεται της μόδας στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό. Η ημιμάθεια που την είχε υποτιμήσει αvτικαταστάθηκε απ' την ημιμάθεια του “in”. Έχω αυτή την αίσθηση. - Σ' αυτό τον τόπο καθετί νέο στην αρχή το κοροϊδεύουν, μετά το πολεμούν και μετά το αποθεώνουν. Αυτό δυστυχώς συμβαίνει και με τη φωτογραφία.