"Οι αρχαιοελληνικές μεταφράσεις του Γιώργου Κοτζιούλα": Α΄ Επιστημονικό Συνέδριο για τα Τζουμέρκα
«“Ξένη Κατοχή» ή «Μαζί τα φάγαμε»: Θυματοποίηση και...
Transcript of «“Ξένη Κατοχή» ή «Μαζί τα φάγαμε»: Θυματοποίηση και...
«Ξένη Κατοχή» ή «Μαζί τα φάγαµε»: θυµατοποίηση και ενοχή στο δηµόσιο λόγο της
κρίσης*
Τζένη Λιαλιούτη
Ιανουάριος 2013
Κείµενο Εργασίας 6, Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
* To παρόν κείµενο εργασίας στηρίζεται σε ανακοίνωση που πραγµατοποιήθηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου «Στη δίνη της Ελληνικής κρίσης: κόµµατα, θεσµοί, πολιτική, ιδεολογίες», Κέντρο Πολιτικών Ερευνών-Τµήµα Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήµιο, Αθήνα 14-15/1/2013.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
2
Μία σηµαντική διάσταση της κρίσης αφορά στις ιδεολογικές της συνέπειες,
έτσι όπως αυτές αποτυπώνονται στα επίπεδα του πολιτικού λόγου και της πολιτικής
επικοινωνίας. Κεντρικής σηµασίας σε αυτές τις διεργασίες είναι οι µορφές και οι
εκφράσεις του ελληνικού εθνικισµού, υπό το πρίσµα της κρίσης, και οι αλλαγές που
καταγράφονται στην εθνική αυτοεικόνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτούν οι
ερµηνευτικές χρήσεις του παρελθόντος ως µέσο απόδοσης νοήµατος και
πολιτικοποίησης του παρόντος. Η συζήτηση περί των λεγόµενων ιστορικών
αναλογιών αναδεικνύει τη σηµασία της ιστορίας ως ερµηνευτικού πλαισίου και την
συσχέτισή της µε τη διαπραγµάτευση της εθνικής ταυτότητας1. Προσεγγίζοντας το
πρόβληµα της ηγεµονίας, η Κριτική Ανάλυση Λόγου προτείνει την έννοια των
«ερµηνευτικών ρεπερτορίων», τα οποία ορίζονται ως «ευρέως ορατά συµπλέγµατα
όρων, περιγραφών και σχηµάτων λόγου…τα [συλλογικά διαθέσιµα] δοµικά
στοιχεία…για την κατασκευή εκδοχών των δράσεων, των ατοµικών και συλλογικών
δοµών»2. Εστιάζοντας στη σχέση µεταξύ γλώσσας και εξουσίας, τα «ερµηνευτικά
ρεπερτόρια» εξετάζονται ως πλαίσια ενός ιστορικά θεµελιωµένου, ευρέως
διαδεδοµένου-παρότι συχνά αµφισβητούµενου-νοήµατος3, τα οποία συνδυάζουν µία
γνωστική λειτουργία ως προς την απόδοση νοήµατος µε µία σηµαίνουσα πολιτική
λειτουργία. Εδώ διερευνούµε την ιδεολογική λειτουργία των ερµηνευτικών
ρεπερτορίων ως προς την κατασκευή, αναπαραγωγή και αµφισβήτηση της εθνικής
ταυτότητας και αυτοεικόνας στο πλαίσιο-και διαµέσου-του δηµόσιου λόγου.
Παράλληλα, αναλύουµε την κατασκευή «µυθοτόπων» [mythscape] (Bell,
2003) σε συνάφεια µε την εξέλιξη του εθνικού λόγου. Η έννοια του «µυθότοπου»
ορίζεται από τον Duncan Bell ως εξής: «η χωρικά και χρονικά εκτεινόµενη σφαίρα
του λόγου, στην οποία σφυρηλατούνται, µεταδίδονται, τίθενται υπό διαπραγµάτευση
1 Christian Karner, “The Uses of the Past and European Integration: Austria between Lisbon, Ireland, and EURO 08”, Identities: Global Studies in Culture and Power, 2010, 17:4, 387. 2 Margaret Wetherell and Jonathan Potter, “Discourse Analysis and the Identification of Interpretative Repertoires”. In C. Antaki (ed.), Analysing Everyday Explanation, Sage, London 1988, p.168. Also, J. Potter and M. Wetherell, Discourse and Social Psychology, London, Sage 1987. M. Wetherell, “Positioning and interpreting repertoires: Conversation analysis and post-structuralism in dialogue”, Discourse and Society, 9(3), 387-412. 3 H. Marshall, “Discourse Analysis in the Occupational Context”. In C. Cassell and G. Seymour (eds.), Qualitative Methods in Organizational Research: A practical guide, London, Sage 1994, p.93 (91-106).
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
3
και ανακατασκευάζονται συνεχώς οι µύθοι του έθνους» 4. Η έννοια του µυθότοπου
αναφέρεται σε µία ιδεολογικά ετερογενή και δυναµική σφαίρα του λόγου5.
Η βασική υπόθεση µας είναι ότι η οικονοµική κρίση (µε συµβατικό χρόνο
εκδήλωσης τα τέλη του 2009) σηµατοδοτεί ένα σηµείο καµπής για τον εθνικό λόγο
και µία τοµή σε επίπεδο εθνικής αυτοεικόνας και µνηµονικών πρακτικών. Από αυτή
τη σκοπιά, θα µπορούσαµε να χαρακτηρίσουµε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του
2000 µέχρι και τα τέλη του 2008 ως εποχή εθνικής αισιοδοξίας, που τη διαδέχεται µία
περίοδος διάχυτης αποµυθοποίησης.
Η περίοδος της εθνικής αισιοδοξίας έχει σε µεγάλο βαθµό ως σηµείο
αναφοράς τον οικονοµικό εθνικισµό που δηµιουργεί συναίνεση σε επίπεδο ελίτ και
µαζών. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου (αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από
10.087$ το 1995 σε 14.173$ το 2005. Πηγή: ΟΟΣΑ) και η ενίσχυση του
καταναλωτισµού εδραίωσαν µία αντίληψη σχετικής ευηµερίας και ανωτερότητας σε
σχέση µε τις γειτονικές, βαλκανικές χώρες. Το σύνθηµα «ισχυρή Ελλάδα» συνόψιζε
αυτό το κλίµα, όπως και ο λόγος αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης που περιέβαλε τη
διοργάνωση των Ολυµπιακών Αγώνων. Ο οικονοµικός εθνικισµός της περιόδου είχε
άµεση σύνδεση µε τον φιλοευρωπαϊσµό, όπως αποτυπωνόταν και στις σχετικές
µετρήσεις του Ευρωβαρόµετρου, µε απτό σύµβολό του την αντικατάσταση της
δραχµής από το ευρώ.
Η περίοδος αυτή διακρίνεται και από την καθιέρωση διακριτών µνηµονικών
πρακτικών από πολιτικούς και ΜΜΕ στη βάση ενός καθεστώτος αµνησίας/λήθης
όσον αφορά τις κοινωνικοοικονοµικές συνθήκες που χαρακτήριζαν το παρελθόν της
χώρας. Ο λόγος του τότε πρωθυπουργού που δήλωνε ότι «Σήµερα τελειώνει οριστικά
η εικόνα µιας Ελλάδας µικρής και ανασφαλούς» αποτελεί τυπικό παράδειγµα6. Σε
αυτό το σύστηµα λόγου, η έννοια της ευηµερίας δεν αναφερόταν απλώς σε µία
παροντική και µελλοντική κατάσταση πραγµάτων, αλλά συγκροτούσε ένα ηγεµονικό
αφήγηµα το οποίο τροποποιούσε τις προηγούµενες µνηµονικές κατασκευές. Το
καθεστώς «αµνησίας» και η συναίνεση περί την ευηµερία αντανακλούσε και στην
πρόσληψη του Άλλου, µε χαρακτηριστικό παράδειγµα την πρόσληψη των Αλβανών
µεταναστών και το εύγλωττο σύνθηµα «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ». Αυτή η
4 Duncan Dell, Mythscapes: memory, mythology, and national identity, The British Journal of Sociology, 54(1):63-81, 2003. 5 Christian Karner, The Uses of the Past and European Integration, 404. 6 http://www.costas-simitis.gr/content/75
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
4
εµφατική άρνηση της ιδιότητας του Έλληνα εµπεριείχε µεταξύ άλλων και την
αδυναµία πρόσβασης σε συγκεκριµένα πρότυπα διαβίωσης και κατανάλωσης, που
έµοιαζε να διαχωρίζουν τις δύο οµάδες.
Η ανάδυση της οικονοµικής κρίσης και η ρητορική πραγµάτευσή της από τις
πολιτικές ελίτ αποτελεί ένα σηµείο καµπής όσον αφορά τις ρηµατικές πρακτικές που
συνδέονται µε την εθνική ταυτότητα. Ως πρωθυπουργός, ο Γ. Παπανδρέου επέλεξε το
ακριτικό Καστελόριζο, µε τις σχετικές συνδηλώσεις, για να ανακοινώσει την
προσφυγή στο ΔΝΤ και υποστήριξε ότι το οικονοµικό πρόβληµα της χώρας
συνιστούσε και περιορισµό της εθνικής κυριαρχίας (23/4/2012). Η διάσταση του
περιορισµού της εθνικής κυριαρχίας ενσωµατώθηκε στις στρατηγικές πολιτικής
επικοινωνίας των κοµµάτων µετά την υπογραφή του Μνηµονίου. Σε ό, τι αφορά το
τότε κυβερνόν κόµµα, η έµµεση επίκληση του εξωτερικού εχθρού λειτούργησε ως
µέσο απόσεισης του πολιτικού κόστους.
Στο επίπεδο του δηµόσιου λόγου, η κρίση πυροδότησε µία έντονη συζήτηση
και αντιπαράθεση µε επίκεντρο τις έννοιες της ενοχής, της ευθύνης, αλλά και της
θυµατοποίησης. Εδώ διερευνούµε δύο από τα ερµηνευτικά σχήµατα που
προβλήθηκαν στο δηµόσιο λόγο της κρίσης και το καθένα συνδέεται µε διαφορετικές
διαστάσεις του τρέχοντος εθνικού λόγου.
Το πρώτο µπορεί να συνοψιστεί στην έννοια της «ξένης κατοχής» και
στηρίζεται στην κατασκευή ενός εξωτερικού εχθρού, που ενοχοποιείται για τις
οικονοµικές και κοινωνικές συνέπειες της κρίσης. Συνήθης έκφραση αυτού του
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
5
σχήµατος αποτελεί ο αντιγερµανικός λόγος, που αξιοποιεί µνήµες και σύµβολα του
Δευτέρου Παγκοσµίου Πολέµου, του Ναζισµού και της Γερµανικής κατοχής. Σε αυτό
το σχήµα αναµφίβολα υπάρχουν στοιχεία συνέχειας µε προγενέστερα στερεότυπα και
συστήµατα πεποιθήσεων που σχετίζονται µε την πρόσληψη της Γερµανίας, αλλά και
τις ιστορικές εκφράσεις του ελληνικού εθνικισµού7. Ωστόσο, η εµπειρία της κρίσης
µε τις διάφορες εκφάνσεις της ήταν καθοριστική ώστε προϋπάρχοντα στερεότυπα,
έννοιες και µνηµονικές πρακτικές να αποτελέσουν µία συνεκτική ρηµατική
κατασκευή.
Στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας, τον Ιανουάριο του 2011 ο Γ.
Παπανδρέου ανακοίνωσε την απόφαση της κυβέρνησής του να παρέµβει στο Διεθνές
Δικαστήριο της Χάγης για το ζήτηµα των αποζηµιώσεων των θυµάτων του Διστόµου
επικαλούµενος το εθνικό συµφέρον, αλλά και «τον ιδιαίτερο συµβολισµό του
θέµατος»8.
Τα Καλάβρυτα, το Δίστοµο ως τόποι µαρτυρίου, συνοδευόµενα από
φορτισµένες αφηγήσεις και οπτικό υλικό κυριάρχησαν στα έντυπα και ηλεκτρονικά
ΜΜΕ. Κατασκευάζεται ένας «µυθότοπος», που παραπέµπει σε συνθήκες
θυµατοποίησης, αλλά και δυνητικής αντίστασης
7 Z. Lialiouti and G. Bithymitris “ ‘The Nazis Strike Again’: the concept of German enemy, party strategies and mass perceptions under the prism of the Greek economic crisis”, in C. Karner and B.Mertens (eds), Nation States Between Memories of World War Two and Contemporary European Politics, Transaction Publishers, NJ 2013, 155-172. 8 http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22767&subid=2&pubid=50314948
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
6
Πέραν της προφανούς υπογράµµισης της θυµατοποίησης, οι αφηγήσεις αυτές
προσέφεραν ένα είδος αποκατάστασης της εθνικής υπερηφάνειας, µε την έµφαση
στην ιστορική, υλική και ηθική, οφειλή των Γερµανών έναντι της Ελλάδας, η οποία
σαφώς επισκιάζει ή υπερκαλύπτει οποιαδήποτε σηµερινή ελληνική οφειλή έναντι της
Γερµανίας. Η ρηµατική αυτή πρακτική αποτελεί δυνάµει µέρος τόσο µιας
δεξιόστροφης όσο και µιας αριστερόστροφης πολιτικής κουλτούρας, στο πλαίσιο του
λεγόµενου αντιµνηµονιακού χώρου. Η εργαλειακή χρήση της έννοιας της Γερµανικής
κατοχής πήρε ποικίλες µορφές στο πλαίσιο του αντιµνηµονιακού χώρου, όπως η
ίδρυση του κόµµατος των Ανεξάρητων Ελλήνων στα Καλάβρυτα. Άλλα
παραδείγµατα αποτέλεσαν η τοποθέτηση του Μ. Γλέζου ως επικεφαλής του
ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η υιοθέτηση του συνθήµατος «ΌΧΙ
στο Δ’ Ράιχ» στα προεκλογικά διαφηµιστικά φυλλάδια των υποψηφίων βουλευτών.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
7
Αξίζει εδώ να αναφερθεί ο επετειακός εορτασµός της 28ης Οκτωβρίου του
2011, ο οποίος συνέπεσε χρονικά µε την απόφαση της συνόδου κορυφής της ΕΕ για
το «κούρεµα» του ελληνικού χρέους (27/11). Η κοινωνική διαµαρτυρία και η έξαρση
του εθνικισµού οδήγησαν στην ανα-νοηµατοδότηση του επίσηµου τελετουργικού και
στην ταύτιση εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού όσον αφορά την αποδοκιµασία της
κυβερνητικής πολιτικής. Μεγάλη µερίδα του τύπου αξιοποίησε τις µνήµες και τα
σύµβολα της επετείου προκειµένου να απονοµιµοποιήσει τους κυβερνητικούς
χειρισµούς µε αναφορά στην απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας και στο σχήµα περί
γερµανικής επικυριαρχίας ή κατοχής.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
8
Η άλλη διάσταση αυτού του λόγου σχετίζεται µε τη δραµατική επιδείνωση
των κοινωνικοοικονοµικών συνθηκών. Αυτή η επιδείνωση είχε, µεταξύ άλλων, ως
συµβολική συνέπεια, την καταρράκωση του καθεστώτος λήθης που στηρίχτηκε στην
έννοια της ευηµερίας και επανέφερε στο δηµόσιο λόγο µνήµες φτώχειες, οι οποίες
επέστρεψαν ως αναπόσπαστο κοµµάτι της εθνικής ιστορίας ξανακάνοντας ορατά στη
µαζική επικοινωνία εικόνες και σύµβολα των µεταπολεµικών χρόνων. Αυτό είναι το
δεύτερο πλαίσιο, πέραν εκείνου που αναφέρεται στην απώλεια της εθνικής
ανεξαρτησίας, στο οποίο εγγράφεται η επίκληση της Κατοχής, ως περιόδου που η
λαϊκή µνήµη έχει καταγράψει ως περίοδο ακραίας φτώχειας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο
Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι ο χειµώνας που διανύουµε είναι συγκρίσιµος µε εκείνον
του 19419.
Η άλλη όψη αυτής της επιστροφής της φτώχειας ως στοιχείου της εθνικής
αυτοεικόνας είναι η καταφυγή σε µία πλαστή µνήµη, σε έναν µυθότοπο όπου η
ευηµερία, η καταναλωτική δύναµη και η αίγλη του αστικού χώρου υπήρξαν παρόντα,
σε ένα παρελθόν που θα µπορούσε να είναι παρόν αν είχε εξελιχθεί γραµµικά.
9 http://www.tanea.gr/news/greece/article/4761805/?iid=2
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
9
Σύµπτωµα αυτής της τάσης υπήρξε η υποδοχή της φωτογραφίας του Κ. Μπαλάφα
µιας λαµπερής Αθήνας από τη δεκαετία του ΄60, που αναπαρήχθη κατά κόρον από
ΜΜΕ και µέσα κοινωνικής δικτύωσης:
Προσπαθώντας να ερµηνεύσει την απήχηση της δηµοσίευσης αυτού του
στιγµιότυπου, ένας αρθρογράφος του Βήµατος εξηγεί:
«Μια φωτογραφία µάς έκανε να νοσταλγήσουµε ένα παρελθόν που δεν υπήρξε
ποτέ… Η νοσταλγία είναι πόνος. Είναι πόνος γιατί ξέρεις πως δεν µπορείς να
γυρίσεις εύκολα εκεί που ήσουν. Η νοσταλγία είναι και απάτη… δεν είχε φτώχεια,
δεν είχε τζάκια, δεν είχε λαµόγια, δεν είχε προδοσίες, δεν είχε τίποτα κακό…», ενώ
επιµένει ότι η ανάµνηση αυτής της εποχής παραπέµπει σε «µια γενική φτώχεια που
φαινόταν, όµως, λογική»10.
Το δεύτερο ερµηνευτικό σχήµα στηρίζεται σε µία αντίληψη περί συλλογικής
ενοχής ή αυτοκριτικής θεώρησης, όπως αποτυπώθηκε εµβληµατικά στη φράση του
Θ. Πάγκαλου «µαζί τα φάγαµε» (21/9/2010). Η συγκεκριµένη φράση αποτέλεσε και
10Θεοδωρόπουλος Δηµήτρης, «Η Αθήνα που δεν υπήρξε», Το Βήµα, 8/1/2013 http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=491931&wordsinarticle=%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
10
τίτλο ενός επιτυχηµένου εµπορικά βιβλίου, αλλά και ενός διαδικτυακού τόπου όπου
επιτελείται µία συµβολική και τελετουργική απόδοση ενοχής. Το κεντρικό ζήτηµα
της απόδοσης ενοχής εµφανίζεται και στην επίσηµη περιγραφή του βιβλίου: «Το
βιβλίο ορίζει την έννοια της συνευθύνης και της συνενοχής των πολιτών στο πάρτυ
που έγινε. Περιγράφει το πόσα, πότε, πώς και ποιοι «τα φάγανε» και πώς κατανέµεται
η ευθύνη από πάνω προς τα κάτω».
Σε αυτό το λόγο, η έµφαση µετατοπίζεται από τον εξωτερικό εχθρό στις
εσωτερικές «παθογένειες», ενώ η θυµατοποίηση υποκαθίσταται από την ενοχή και
την έννοια της ευθύνης, παραπέµποντας και σε µια αναγκαιότητα βαθέων αλλαγών.
Ακολούθως, µετατοπίζεται και η αναφορά στον ιστορικό χρόνο, από τη Γερµανική
κατοχή στην περίοδο της Μεταπολίτευσης. Το ερµηνευτικό αυτό σχήµα έχει
ενσωµατωθεί σε µέρος του κεντροαριστερού, συντηρητικού, φιλελεύθερου και
νεοφιλελεύθερου λόγου.
Και τα δύο ερµηνευτικά σχήµατα οικοδοµούνται αποδεχόµενα, σε διάφορες
παραλλαγές, το πρόταγµα της εθνικής σωτηρίας. Ωστόσο, παρουσιάζει ενδιαφέρον
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
11
ότι στις σχετικές αναφορές αναδεικνύεται συχνά µία διχασµένη εθνική ή πολιτική
κοινότητα, ένα σχήµα δύο Ελλάδων.
Στην περίπτωση του αφηγήµατος της ξένης κατοχής, ο αποκλεισµός από το
εθνικό σώµα επιτελείται µε την απόδοση της ιδιότητας του προδότη, ο οποίος
εµφανίζεται ως πειθήνιο όργανο των ξένων, άλλοτε της τρόικας ή των Γερµανών, και
θεωρείται ότι βρίσκεται σε αναντιστοιχία µε τη βούληση του λαού και του έθνους.
Στην αφήγηση που προκρίνει την έννοια της ενοχής και της κριτικής
θεώρησης του ελληνικού κοινωνικού µοντέλου, µία βάση διάκρισης αποτελεί η
έννοια της παραγωγικής Ελλάδας, η οποία ζητά να καταστεί κυρίαρχη και γίνεται
αντιληπτή ως ρήξη µε το στρεβλό παρελθόν του έθνους.
Ο αποκλεισµός από το πρόταγµα της εθνικής σωτηρίας της µη παραγωγικής
Ελλάδας αποτυπώνεται στην ακόλουθη ανάλυση της Καθηµερινής:
«Η µόνη Ελλάδα που µπορεί να σωθεί είναι η παραγωγική. Αυτή που όλοι οι
παραπάνω δεν αφήνουν να πάρει ανάσα. Απαρτίζεται απ’ όλους εκείνους που
δουλεύουν, παράγουν, δηµιουργούν. Είναι πολλοί αυτοί που µπορούν πραγµατικά να
σώσουν τη χώρα, αλλά τους σκεπάζουν όλοι οι άλλοι, αυτοί που σήµερα
κλαυθµυρίζουν ότι «δεν σώθηκε η Ελλάς», εννοώντας ότι δεν σώθηκε το δικό τους
τέλµα»11.
Συνήθης απόληξη αυτού του τύπου ανάλυσης είναι η υιοθέτηση της
πεποίθησης περί ελληνικού εξαιρετισµού, όπου η Ελλάδα αποκλείεται από ένα ιδεατό
πρότυπο κανονικότητας. Όπως διαπιστώνει ο Α. Παπαχελάς:
«Γιατί εν τέλει η κρίση, µε όλα της τα θύµατα και τις ακρότητες, µπορεί και να µας
κάνει µια κανονική χώρα» 12.
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Α. Σαµαράς, µετά τη µεταστροφή του
από τον αντιµνηµονιακό λόγο της πρώιµης περιόδου, αφηγείται την κατάσταση
πραγµάτων που απορρέει από το πλαίσιο των δανειακών συµβάσεων ως παρένθεση
«ταπείνωσης» στην ιστορία του έθνους, που µοιραία θα δώσει τη θέση της στην
εθνική αναγέννηση13.
Ένα ενδιαφέρον παράδειγµα υβριδικών αφηγηµάτων που αξιοποιούν στοιχεία
και των δύο ερµηνευτικών σχηµάτων αποτελεί ο συγκερασµός του αιτήµατος για
παραγωγική ανασυγκρότηση µε την καταγγελία του καθεστώτος υποτέλειας στη 11 Πάσχος Μανδραβέλης, «Ποια Ελλάδα δεν σώθηκε;», Καθηµερινή, 1/12/2012. 12 Αλέξης Παπαχελάς, «Πρόδροµοι µιας νέας εποχής», Καθηµερινή, 9/1/2013. 13 Οµιλία του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαµαρά, στη Θεσσαλονίκη, για την επέτειο για τα 100 χρόνια από την Απελευθέρωση της Μακεδονίας, 26/10/2012.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
12
βάση του πατριωτισµού, όπως διατυπώθηκε από το Βήµα σε άρθρο µε τίτλο «Μόνο
παραγωγή και χρεοκοπία θα ξεπλύνουν την ντροπή της χρεοκοπίας»:
«Αυτή η διαδικασία απόλυτης εξάρτησης από τις δόσεις, από τα χρέη και την
«καλοσύνη» των ξένων δεν αντέχεται άλλο…η Ελλάδα… θα πρέπει να αρχίσει να
ενεργεί δυναµικά ώστε να απελευθερωθεί το ταχύτερο από αυτό το τόσο απεχθές
καθεστώς υποτέλειας και εξάρτησης…Έπειτα από όσα µεσολάβησαν στα τρία χρόνια
της κρίσης µόνο ένα οργανωµένο κίνηµα παραγωγής και δηµιουργίας µπορεί να
ξεπλύνει την ντροπή της υπερχρέωσης και της χρεοκοπίας. Και για την σύλληψη και
εκτέλεσή του οφείλουν να συµπράξουν όλες οι µάχιµες παραγωγικές δυνάµεις του
τόπου…Είναι ο µόνος ικανός τρόπος για να επανακτηθεί η χαµένη τιµής της χώρας
και του λαού µας»14.
Από µία σειρά ανάλογων σχολίων προκύπτει ότι η έννοια της εθνικής
παραγωγής και του ελέγχου επί της σφαίρας της εθνικής οικονοµίας συνδέονται
σταθερά µε την εθνική υπερηφάνεια. Η απώλεια ή η αµφισβήτηση αυτών των
στοιχείων παραπέµπουν επίσης σε µία αµφισβητούµενη ή απειλούµενη εθνική
ταυτότητα, που διευκολύνει την αναζήτηση ερµηνειών στο επίπεδο του εξωτερικού
εχθρού. Στο πλαίσιο αυτό επιστρέφει µία έννοια από το λόγο του ελληνικού
εθνικισµού, η έννοια του σχεδίου εναντίον της Ελλάδας. Αφήνοντας κατά µέρος τις
πλέον ακραίες και συνωµοσιολογικές εκδοχές αυτού του σχήµατος, αναφέρουµε την
ενσωµάτωσή του και σε έντυπα πέραν του αντιµνηµονιακού χώρου. Στο ακόλουθο
σχόλιο αρθρογράφου του Βήµατος, η ύπαρξη σχεδίου τίθεται ως ενδεχόµενο ενώ η
οικονοµική ανεξαρτησία αναγνωρίζεται ρητά ως στοιχείο της εθνικής ταυτότητας:
«Χρεοκοπηµένες τράπεζες και χρεοκοπηµένη πραγµατική οικονοµία θα περάσουν υπό ξένο έλεγχο µέσα από τη µεταφορά του κέντρου λήψης αποφάσεων εκτός Ελλάδος. Αν ορισµένοι θεωρούν την έννοια της εθνικής κυριαρχίας κενή νοήµατος, θα πρέπει να πληροφορηθούν ότι καµία από τις ισχυρές χώρες δεν έχει εγκαταλείψει τη συστηµατική προσπάθεια για τη διατήρηση ισχυρής εθνικής ταυτότητας η οποία εξαρτάται ευθέως από την επιρροή στην οικονοµική ζωή. Μια Ελλάδα στην οποία οι νέοι και νέες πτυχιούχοι, αν είναι τυχεροί, θα εργάζονται για 400 ευρώ σε επιχειρήσεις που ελέγχονται από ξένα κεφάλαια είναι µια χώρα-δορυφόρος, είναι µια σύγχρονη αποικία. Ακόµη κι αν ποτέ δεν υπήρχε σχέδιο για τον διασυρµό της Ελλάδος και τον εξευτελισµό των Ελλήνων, το διαφαινόµενο αποτέλεσµα µοιάζει µε σχέδιο».15
14 http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=485210 15 Παύλος Παπαδόπουλος, «Ο βίαιος αναδασµός των συµφερόντων», Το Βήµα, 2/9/2012, σελ.21.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
13
Υβριδικό εξάλλου µεταξύ θυµατοποίησης και ενοχής είναι και το ακόλουθο
σχόλιο στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα Protagon, όπου σε τόνο συναισθηµατικής
φόρτισης επιλέγεται ο πίνακας του Γκόγια που απεικονίζει την εκτέλεση Ισπανών
πατριωτών από τα ναπολεόντεια στρατεύµατα, ενώ τονίζεται ότι επιλέγεται ακριβώς
επειδή απουσιάζει η διάσταση της εξιδανίκευσης των θυµάτων:
«Εδώ ο πόλεµος δεν έχει σχέση µε τον ηρωισµό. Πρόκειται για ωµή υποταγή. Δεν υπάρχουν ούτε πανηγυρισµοί από πλευράς Γαλλίας, αλλά και καµία προσπάθεια εξιδανίκευσης των θυµάτων. Ο Γκόγια συµπαθεί τα θύµατα. Αλλά δεν τα εξιλεώνει...Αυτό που παρακολουθούµε είναι ένα απλό συµβάν, µια παράδοση, µια υποταγή, ένα γεγονός αναπόφευκτο. Η υποταγή µιας χώρας σε µιαν άλλη. Χωρίς ντροπές, ηττοπάθειες, χωρίς θριαµβολογίες. Κάπως έτσι υποτάσσεται η Ελλάδα στους λοιπούς Ευρωπαίους»16.
Συµπεράσµατα
Η διαίρεση Μνηµόνιο-Αντιµνηµόνιο είναι µόνο µία όψη των ιδεολογικών διεργασιών
που συντελούνται στην Ελλάδα της κρίσης. Ωστόσο, η διαίρεση αυτή µας
παραπέµπει σε δύο διακριτές «κοινότητες λόγου», οι οποίες διεκδικούν την ηγεµονία
επιστρατεύοντας διακριτά «ερµηνευτικά ρεπερτόρια» και µέσα από αυτή τη
διαδικασία διαπραγµατεύονται την εθνική ταυτότητα και αυτοεικόνα. Τα
ερµηνευτικά ρεπερτόρια που σχολιάσαµε εδώ και οι µυθότοποι που κατασκευάζουν,
αν και φαίνονται ως αντιτιθέµενα στο δηµόσιο λόγο, εν τούτοις αλληλεπιδρούν και
διαµορφώνουν υβριδικούς λόγους. Παρά τις σηµαντικές ιδεολογικές αναφορές των
δύο λόγων, το έθνος γίνεται κοινά αποδεκτό ως αδιαµφισβήτητο βασικό σηµείο
16 Protagon, 26/11/2011.
Κείµενο Εργασίας 6 Κέντρο Πολιτικών Ερευνών
14
αναφοράς, ενώ αναπαράγεται το σχήµα περί ελληνικού εξαιρετισµού. Εν τούτοις, η
µελέτη των κρίσεων σε συνάφεια µε την προβληµατική της εθνικής ταυτότητας έχει
αναδείξει ότι αυτές τείνουν να µετατρέπουν ένα «προηγούµενα θεωρούµενο ως
δεδοµένο πολιτισµικό νόηµα σε ιδεολογικά διαφοροποιηµένες και πολιτικοποιηµένες
απόψεις»17.
17 Christian Karner, National DOXA, “National DOXA, Crises and Ideological Contestation in Contemporary Austria”, Nationalism and Ethnic Politics, 2005, 11 (2), 22.