‘H Ανατολική Μακεδονία κατά τους Ελληνιστικούς και...

25
1

Transcript of ‘H Ανατολική Μακεδονία κατά τους Ελληνιστικούς και...

1

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

2

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

3

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

4

Το άρθρο αυτό είχε εφοδιασθεί με πλήρη επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά για λόγους

για τους οποίους δεν ήμουν ενήμερος δημοσιεύθηκε στο παραπάνω τόμο χωρίς

παραπομπές. Εδώ το άρθρο στην αρχική του μορφή.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

5

Η Ανατολική Μακεδονία κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους

1.) Φυσική Γεωγραφία

Η ανατολική περιοχή του βασιλείου της Μακεδονίας, κυρίως από την εποχή του

Φιλίππου Β΄, ταυτίζεται σχεδόν με το σύγχρονο νομό Σερρών. Ανατολικά συνόρευε

με την αρχαία Θράκη. Αργότερα, στα χρόνια της ρωμαϊκής κηδεμονίας, η επικράτεια

της επαρχίας Μακεδονίας επεκτάθηκε μέχρι τον ποταμό Νέστο1.

Γεωγραφικά η περιοχή αποτελείται από τη λεκάνη του ποταμού Στρυμόνα, ο οποίος

ρέει από το βορρά μέσω ενός στενού στο ανατολικό άκρο της οροσειράς του

Ορβήλου και στη συνέχεια στρέφεται προς νοτιοανατολικά και διέρχεται μέσα από το

κέντρο της κοιλάδας πριν από την εκβολή του στον Στρυμονικό κόλπο, παρά την

αρχαία Ηιόνα. Περίπου 15 χλμ. πριν από την Ηιόνα, ο ποταμός Αγγίτης συμβάλλει

στον Στρυμόνα μέσω μιας στενής κοιλάδας, η οποία οδηγεί από τα βορειοανατολικά

στη λεκάνη της Δράμας. Η τελευταία επικοινωνεί με τη θάλασσα στη Νεάπολη

(σύγχρονη Καβάλα). Ένα φαράγγι, με κατεύθυνση βορειανατολικά-νοτιοδυτικά,

χωρίζει το όρος Παγγαίον από το Σύμβολον. Κατά τα λοιπά, και οι δύο καλά

αρδευόμενες και εύφορες λεκάνες των Σερρών και της Δράμας περιβάλλονται από

ορεινούς όγκους και είναι -κατ΄ αυτόν τον τρόπο- φυσικά προστατευμένες,

τουλάχιστον από τον βορρά και την ανατολή. Στην αρχαιότητα, ο Στρυμόνας

σχημάτιζε μία μικρή λίμνη, ίσως την λίμνη Πρασιάδα, στο βόρειο άκρο της λεκάνης

των Σερρών, ενώ το νότιο άκρο της κατελάμβαναν έλη, τα οποία απέληγαν σε μία

μεγάλη λίμνη, πιθανώς την Κερκινίτιδα. Έλη εκτείνονταν και σε όλη την περιοχή

μεταξύ του Παγγαίου και του όρους Λεκάνη, στις νοτιοδυτικές υπώρειες του οποίου

ιδρύθηκαν οι Φίλιπποι. Με εξαίρεση τα έλη, οι περικλειόμενες από τα όρη περιοχές

είναι επίπεδες και βατές.

2.) Ανθρωπογεωγραφία

Το οδικό δίκτυο

Αν και ο Στρυμόνας δεν ήταν τόσο σπουδαία αρτηρία επικοινωνίας, όσο ο Αξιός,

παρόλα αυτά την κοιλάδα διατρέχει μία σημαντική οδός για τη Σερδική (σύγχρ.

Σόφια), η οποία οδηγεί δυτικά προς την Ναϊσσό (σύγχρ. Niš) και, στη συνέχεια, σε

διάφορους προορισμούς στο Δούναβη. Νοτιο-ανατολικά της Σερδικής ένας δρόμος

οδηγεί στη Φιλιππούπολη (σύγχρ. Plovdiv), από όπου ξεκινούσαν δρόμοι για τη

Σωζόπολη, στη δυτική ακτή της Μαύρης Θάλασσας, και –μέσω της κοιλάδας του

Έβρου- για την Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη.

Στο νότιο όριο της λεκάνης του Στρυμόνα, η Εγνατία Οδός (Via Egnatia), έχοντας

περάσει στο βόρειο άκρο της Χαλκιδικής, διασχίζει την Αμφίπολη πριν να φθάσει

στο στόμιο της λεκάνης της Δράμας. Συνεχίζοντας κατά μήκος της ελώδους περιοχής

μεταξύ του Παγγαίου των Φιλίππων, διχοτομεί τους τελευταίους και φθάνει στην

ακτή της Νεάπολης, αφού περάσει μέσα από ένα φαράγγι μεταξύ των ορεινών όγκων

του Συμβόλου και της Λεκάνης. Ανατολικά της Νεάπολης ανοίγεται η

προσχωσιγενής παραλιακή πεδιάδα του ποταμού Νέστου, με την απόκρημνη

οροσειρά της Ροδόπης στο βόρειο όριό της.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

6

Η Εγνατία δεν υπήρξε -βεβαίως- ο πρώτος δρόμος, ο οποίος διαμορφώθηκε στην

περιοχή. Ο Θουκυδίδης μνημονεύει οδό από το Βυζάντιο, μέσω της Θράκης και της

Μακεδονίας, για τη Θέρμη και από εκεί για το ιλλυρικό Δυρράχιο. Γεγονότα του

Ελληνιστικού Κόσμου έφεραν τους Ρωμαίους στην Ιλλυρία και τη Βόρεια Ελλάδα

από τον ύστερο 3ο αι. π.Χ. και η Εγνατία, η οποία εξασφάλιζε την πρόσβαση στην

Μακεδονία, τη Θράκη και την Μικρά Ασία, ήταν μια στρατηγική αναγκαιότητα.

Κατασκευάσθηκε κατά τον 2ο αι. π.Χ., πιθανώς μεταξύ 146 και 120 π.Χ. Ο ένας

βραχίονάς της άρχιζε από το Δυρράχιο και ο άλλος από την Απολλωνία στην

ιλλυρική ακτή, δύο σημαντικούς χώρους ρωμαϊκής επιρροής στη Δυτική Ελλάδα.

Μετά από διαδρομή 20 χλμ., οι δύο βραχίονες ενώνονταν και η οδός κατευθυνόταν

προς τη Θεσσαλονίκη. Βρισκόταν προφανώς σε άσχημη κατάσταση, όταν την

επισκεύασε ο Τραϊανός κατά τον πρώιμο 2ο αι. μ.Χ. στο πλαίσιο των στρατιωτικών

φιλοδοξιών του. Μέχρι τον πρώιμο 4ο αι. μ.Χ. επισκευάσθηκε επανειλημμένα. Όπως

όλοι οι κύριοι δρόμοι της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν εφοδιασμένη με mutationes

(σταθμούς αλλαγής των ζώων για τους επίσημους ταξιδιώτες) και mansiones

(καταλύματα για αξιωματούχους)2.

Mικρότεροι δρόμοι διέσχιζαν επίσης την περιοχή. Από αυτούς σπουδαιότεροι ήταν

αυτοί στις υπώρειες των ορέων και στις δύο πλευρές της λεκάνης του Στρυμόνα και

στη βόρεια πλευρά της λεκάνης της Δράμας και εκείνος, ο οποίος συνέδεε την

Νεάπολη με την Αμφίπολη μέσω της κοιλάδας μεταξύ του Παγγαίου και του

Συμβόλου3.

Φυσικοί πόροι

Η περιοχή διαθέτει πολλούς φυσικούς πόρους. Το μεγαλύτερο, όμως, προτέρημά της

είναι το κλίμα και η ευφορία της, παράγοντες οι οποίοι ευνόησαν την παραγωγή των

βασικών αγροτικών προϊόντων της αρχαιότητας, της λεγόμενης «μεσογειακής

τριάδας», δηλ. του οίνου, των δημητριακών και, κατά τόπους της ελιάς. Η ανθρώπινη

παρέμβαση, με την μορφή των αποστραγγιστικών έργων, κατά τη βασιλεία του

Φιλίππου Β΄, αν όχι αργότερα, απλώς αύξησε την παραγωγικότητα4. Η γεωγραφική

εξάπλωση της λατρείας του Διονύσου μαρτυρεί για τη σημασία της οινοπαραγωγής, η

οποία μαρτυρείται για όλη την αρχαιότητα και έδωσε στους Θράκες τη φήμη των

μέθυσων, αν και η καλλιέργεια της αμπέλου ήταν μάλλον περιορισμένη στο νότιο

τμήμα της περιοχής, προφανώς για κλιματικούς λόγους5 . Το βασικό αγροτικό προϊόν

της περιοχής, όμως, ήταν τα δημητριακά. Η αρχαιότητα και η σημασία της

παραγωγής σιτηρών για την περιοχή αποκαλύπτεται στο τοπωνύμιο Σίρις (σύγχρ.

Σέρρες), το οποίο ετυμολογείται από τη λέξη «σιρός»6, (δηλ. αποθήκη σιτηρών),

αλλά και στους μυλόλιθους και τις απεικονίσεις δημητριακών στην τοπική

νομισματοκοπία7. Άλλα αγροτικά προϊόντα εμφανίζονται στις πηγές. Οπωροφόρα

δένδρα φύονταν στην περιοχή της Γαζώρου, περίπου 15 χλμ. από τις Σέρρες, στα

μέσα του 2ου

αι. μ.Χ., αν όχι και πολύ ενωρίτερα8. Τον 3

ο αι. π.Χ. ρόδα

καλλιεργούνταν στο Παγγαίον9. Ίσως η παρουσία αυτού του προϊόντος

συνδυαζόμενη με την αγάπη των Ρωμαίων για τα ρόδα να εξηγεί τη δημοτικότητα της

εισηγμένης εορτής των Rosalia.

Τα όρη, τα οποία περικλείουν την περιοχή, και ιδιαιτέρως το Παγγαίον, αποτελούσε

πηγή ξυλείας, η οποία αξιοποιήθηκε από τον 5ο αι. π.Χ. στη ναυπηγική και, βεβαίως

μέχρι και την ρωμαϊκή περίοδο ήταν αντικείμενο εκμετάλλευσης10

. Η χλωρίδα των

ορεινών όγκων προσφερόταν για κτηνοτροφία, αν και –εκτός της λατρείας του θεού

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

7

Πάνα- δεν υπάρχει άλλη απόδειξη για αυτήν τη δραστηριότητα11

. Τέλος, η παρουσία

της λατρείας της θεάς του κυνηγιού, είτε με την μορφή της Αρτέμιδας είτε ως

ρωμαϊκή Diana ή θρακική Βένδις12

, υπαινίσσεται ότι το κυνήγι ήταν αγαπητή

ασχολία αναψυχής αλλά και πηγή εισοδήματος. Η αλιεία αποτελούσε επίσης έναν

τρόπο εξεύρεσης τροφής και υπάρχουν ενδείξεις ότι κατά τους χρόνους της Ρωμαϊκής

Δημοκρατίας ή την αυτοκρατορική εποχή εκτρέφονταν ψάρια13

.

Η περιοχή διαθέτει αξιόλογο μεταλλευτικό πλούτο, ο οποίος δεν εξαντλήθηκε κατά

την αρχαιότητα. Προφανώς υπήρχαν αποθέματα πηλού στην νότια περιοχή της

πεδιάδας του Στρυμόνα. Το όνομα της Αργίλου, ιδρυμένης κατά τους αρχαϊκούς

χρόνους, μαρτυρεί ότι η παραγωγή πηλίνων προϊόντων ήταν αξιοσημείωτη εκεί από

ενωρίς. Αντικείμενα από πηλό θα ήταν δυνατόν να έχουν δημιουργηθεί στη Νέα

Φυλή, 15 χλμ. βορειανατολικά της Αμφίπολης, και στον Ολδηνό αλλά και αλλού

στην περιοχή των Σερρών14

. Έγχρωμο μάρμαρο, θεμελιώδες δομικό υλικό της

αρχιτεκτονικής των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, ήταν διαθέσιμο στην

περιοχή αλλά δεν φαίνεται να το εξόρυξαν, αφού το λατομείο στους Φιλίππους

σταμάτησε να λειτουργεί τον 2ο αι. μ.Χ., αν κρίνουμε από τη χρονολόγηση των

επιγραφών εκεί15

. Χαλκός, μόλυβδος, σίδηρος, χρυσός και άργυρος ανευρίσκονται

σε διάφορα σημεία αλλά κυρίως στο Παγγαίον. Ο χρυσός του Παγγαίου, τον οποίο ο

Φίλιππος βρήκε τόσο χρήσιμο για τη διπλωματία του, φαίνεται ότι εξαντλήθηκε κατά

τη διάρκεια των χρόνων της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, παρά το γεγονός ότι

συνεχίσθηκε η παραγωγή αργύρου16

.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί το εμπόριο σκλάβων, ιδιαιτέρως από τη γειτονική

Θράκη, όπως μας θυμίζει η αφιέρωση από την Αμφίπολη του 1ου

αι. μ.Χ. ενός

απελεύθερου, εμπόρου σκλάβων17

. Αυτή η δραστηριότητα άνθησε περισσότερο κατά

τους αυτοκρατορικούς χρόνους, οπότε η οικονομία στηριζόταν στους δούλους18

.

Οι κάτοικοι της περιοχής

Kατά τη διάρκεια του 6ου

και 5ου

αι. π.Χ, διάφορες φυλές κατέλαβαν τη λεκάνη του

Στρυμόνα και της Δράμας, εκδιώκοντας τους γηγενείς κατοίκους, και έδωσαν το

όνομά τους στις περιοχές, όπου εγκαταστάθηκαν. Στη νοτιοδυτική λεκάνη του

Στρυμόνα, μεταξύ του ποταμού και του όρους Βέρτισκος, κατοίκησαν οι Βισάλται.

Για μια περίοδο η επικράτεια των Βισαλτών εκτεινόταν μέχρι τη Σιθωνία και την

Παλλήνη της Χαλκιδικής αλλά την εποχή του Ξέρξη είχε συρικνωθεί στα όρια της

Βισαλτίας19

. Απέναντι από αυτούς βρίσκονταν οι Οδομάντες, οι οποίοι ήλθαν από την

Χαλκιδική στην περιοχή του Παγγαίου, από όπου εκτοπίσθηκαν στην προσωρινά

άδεια χώρα των Σιριοπαιόνων, στην βορειοανατολική πλευρά της κοιλάδας του

Στρυμόνα20

. Οι Ηδωνοί στα τέλη του 6ου

αι. π.Χ. ήταν επιμερισμένοι σε τρεις

ομάδες. Η μία κατοικούσε στην περιοχή των Φιλίππων και της Νεάπολης. Από τις

άλλες δύο, η μία απαντούσε στην Μυγδονία στη βόρεια Χαλκιδική, νοτιοδυτικά του

όρους Βέρτισκος, ενώ η άλλη είχε καταλάβει τη χερσόνησο της Σιθωνίας. Το 479

π.Χ. ο Αλέξανδρος Α΄ εξεδίωξε τις δύο αυτές ομάδες, οι οποίες ακολουθώντας τους

αρχηγούς τους εγκαταστάθηκαν στην περιοχή γνωστή ως Ηδωνίς, αφού εκτόπισαν

τους Οδομάντες21

. Η νότια πλευρά του Παγγαίου και του όρους Σύμβολον από την

εποχή του μακεδονικού βασιλείου και εξής καταλήφθηκε από μία άλλη εκτοπισμένη

φυλή, τους Πιέρες. Αυτοί αρχικώς είχαν εγκατασταθεί μεταξύ του Ολύμπου και του

ποταμού Αλιάκμονα αλλά εκδιώχθηκαν από τους Μακεδόνες τον 7ο-6

ο αι. π.Χ.

22.

Τέλος, και τις δύο πλευρές του βόρειου άκρου της λεκάνης του Στρυμόνα είχαν

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

8

καταλάβει οι Σιντοί, οι οποίοι ενδεχομένως είχαν συγγένεια με τους Σιντούς του

Βοσπόρου. Βρέθηκαν, όμως, στην Σιντική πριν από τον 5ο αι. π.Χ.

23. Ο χώρος στην

εκβολή του Νέστου ελεγχόταν την εποχή του Ηροδότου, και πιθανώς και αργότερα,

από τους Σαπαίους24

.

Aυτές οι φυλές προέβαλλαν περιστασιακά άγρια αντίσταση στις προσπάθειες άλλων

Ελλήνων να αποκτήσουν έρεισμα σε μία τόσο επιθυμητή γη, εξαιτίας των φυσικών

της πόρων. Η Θάσος αποικίσθηκε από Πάριους και κατ΄ αυτόν τον τρόπο –αν και οι

Άνδριοι και οι Χαλκιδείς συνέβαλαν σε μικρότερο βαθμό25

- αναδείχθηκε σε μείζονα

αποικιστική δύναμη με την ίδρυση παράλιων οικισμών από την Αμφίπολη, στον

Στρυμόνα, μέχρι μάλλον τον Νέστο και ακόμη μακρύτερα26

. Οι φιλολογικές πηγές

αποδίδουν την ίδρυση της Γαληψού και της Οισύμης σε Θάσιους, ενώ η Βέργη

«παρά τον Στρυμόνα 200 στάδια από την Αμφίπολη» πρέπει να είναι θασιακή

αποικία27

, όπως ήταν οι περισσότεροι –αν όχι όλοι- οι οικισμοί στην περιοχή.

Η αέναη επιδίωξη των ελληνικών πόλεων-κρατών για εξασφάλιση φυσικών πόρων σε

μεγάλη κλίμακα προσέλκυσε τους Αθηναίους στην περιοχή και, από τον 6ο αι. π.Χ.,

το ενδιαφέρον και η επιρροή τους στο συγκεκριμένο χώρο είναι ήδη γεγονός28

. Οι

αθηναϊκές προσπάθειες για μόνιμο έρεισμα στην περιοχή στέφθηκαν από επιτυχία το

437 π.Χ., με την ίδρυση της αθηναϊκής αποικίας της Αμφίπολης. Η στρατηγική θέση

της τελευταίας κατά τον Λίβιο «αποκόπτει κάθε πρόσβαση στη Μακεδονία από την

ανατολή»29

.

3.) Ιστορική Επισκόπηση

Πριν από το Φίλιππο Β΄

Τον πυρήνα του βασιλείου της Μακεδονίας αποτελεί η περιοχή δυτικά του Αξιού

μέχρι την ανατολική ακτή του Θερμαϊκού Κόλπου, τον ποταμό Πηνειό και το όρος

Όλυμπος. Ο Αλέξανδρος Α΄, με τη φαινομενική υποταγή του στους Πέρσες το 482

π.Χ., ίσως πέτυχε να επεκτείνει τη δικαιοδοσία του μέχρι τον Αξιό. Με την

υποχώρηση των Περσών, το 479/8 π.Χ., προσάρτησε εκτεταμένες περιοχές μέχρι τον

Στρυμόνα, με την απόκτηση της Κρεστονίας, της Βισαλτίας και των ορυχείων της,

της Μυγδονίας και του Ανθεμούντος30

. Αυτή η επέκταση εξοικείωσε τους Μακεδόνες

με την αστικοποίηση, μέσω της ίδρυσης της Ευπορίας, ίσως στη θέση της σύγχρονης

Βέργης31

. Σε όλη την ιστορία της οι περισσότερες απειλές για την εδαφική

ακεραιότητα της Μακεδονίας προήλθαν κατά κύριο λόγο από τα δυτικά και τα

βορειοδυτικά, από την Ιλλυρία και την Ήπειρο, και, αργότερα, από το θάνατο του

Αλεξάνδρου και εξής, από τη Νότια Ελλάδα, ενώ η Δυτική Θράκη ήταν γενικώς πιο

ήσυχη. Η τρομερότερη και συνεχέστερη πίεση στο ανατολικό όριο της Μακεδονίας,

πριν από τη βασιλεία του Φιλίππου Β΄, προερχόταν από τους Αθηναίους. Κατά τη

διάρκεια του πρώιμου 4ου

αι. π.Χ. και μέχρι το 370 π.Χ. η Μακεδονία συγκλονίσθηκε

από δυναστικές έριδες, οι οποίες την εξέθεσαν στις λεηλασίες των Ιλλυριών. Το

394/3 π.Χ. αναγορεύθηκε βασιλέας ο Αμύντας Γ΄ για να αντιμετωπίσει την πίεση από

τους Ιλλυριούς και τις μηχανορραφίες της Χαλκιδικής Συμμαχίας. Αυτή διαλύθηκε

το 379 π.Χ. τουλάχιστον παροδικά, με τη μεσολάβηση της Σπάρτης, ηγέτιδας

δύναμης εκείνη την εποχή στον ελληνικό χώρο. Έτσι ο Αμύντας πέτυχε να

διατηρήσει το βασίλειό του αλώβητο.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

9

Ο Αμύντας Γ΄ πέθανε το 370 π.Χ. και ο Αλέξανδρος Β΄ κληρονόμησε έναν

οργανισμό στα πρόθυρα της διάλυσης. Ένας διεκδικητής, ο Παυσανίας,

υποστηριζόμενος από την αναγεννημένη Χαλκιδική Συμμαχία, προέβαλλε την

απαίτησή του, οι Ιλλυριοί πίεζαν στα βορειοδυτικά και το βασίλειο υπέφερε από την

παρέμβαση των Θηβαίων, των νέων ηγεμόνων στη Νότια Ελλάδα, οι οποίοι

εκτόπισαν τους Μακεδόνες από τη Θεσσαλία και προωθούσαν τον Πτολεμαίο, τον

γαμπρό του Αλεξάνδρου Β΄. Ο Αλέξανδρος Β΄ δολοφονήθηκε με εντολή του

Πτολεμαίου. Ο τελευταίος αναγορεύθηκε σε προστάτη του μελλοντικού Περδίκκα

Γ΄. Ο Πτολεμαίος, όμως, δολοφονήθηκε το 365 π.Χ., όταν ο Περδίκκας έλεγξε την

πλειοψηφία. Ο ηγεμόνας αυτός φονεύθηκε το 360 π.Χ. στο πεδίο της μάχης εναντίον

των εισβολέων Ιλλυριών, οι οποίοι στη συνέχεια ερήμωσαν των Άνω Μακεδονία32

.

Ο Φίλιππος Β΄ και η Ανατολική Μακεδονία

Ο Φίλιππος Β΄, αναγέννησε το μακεδονικό βασίλειο με τρόπο εξαιρετικό,

ολοκλήρωσε τη διαδικασία εδαφικής επέκτασής του και μετέθεσε το ανατολικό όριο

του κράτους του στην κοιλάδα του Στρυμόνα. Έτσι κατέλαβε τα πολύτιμα ορυχεία

του Παγγαίου, κυρίευσε διάφορες πόλεις στην ακτή της δυτικής Θράκης, διασφάλισε

την πρόσβαση στην επικράτειά του από εισβολείς και αποίκισε την κοιλάδα του

μέσου ρου του Έβρου33

. Το 357 π.Χ. συνήψε συνθήκη με τη Χαλκιδική Συμμαχία

για να αποκόψει την αθηναϊκή επιρροή στην περιοχή, η οποία είχε αναβιώσει με την

ίδρυση της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Κατέλαβε την Αμφίπολη το 357 π.Χ. και, στη

συνέχεια, κατέστρεψε μία σειρά πόλεων γύρω από την ακτή της θασιακής περαίας

αλλά, ενδεχομένως, και ακόμη μακρύτερα, ίσως τους Φάγρες, τη Γαληψό (η οποία

επανιδρύθηκε αργότερα), πιθανώς την Απολλωνία και την Οισύμη34

. Επανίδρυσε

επίσης τις Κρηνίδες, τη θασιακή αποικία, η οποία ιδρύθηκε το 360 π.Χ., και τους

Φιλίππους το 356 π.Χ. εγκαθιστώντας νέους, Μακεδόνες εποίκους. Στα επόμενα

χρόνια, εξασφάλισε το μακεδονικό έλεγχο στα παράλια μέχρι τον Έβρο. Μετά

στράφηκε εναντίον των πρώην συμμάχων του και προσάρτησε στο κράτος του τη

Χαλκιδική το 349/8 π.Χ., με αποτέλεσμα να απλώνεται η μακεδονική επιρροή σε όλη

την ακτή από τον Πηνειό στη Θεσσαλία μέχρι τη Μαρώνεια στη δυτική Θράκη. Το

αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να ασκεί η Μακεδονία επιρροή σε όλα τα παράλια,

από τον Πηνειό στη Θεσσαλία μέχρι τη Μαρώνεια στη δυτική Θράκη, αν και η

καθεαυτή επικράτεια του μακεδονικού κράτους δεν επεκτάθηκε πέραν του Στρυμόνα

μέχρι τη βασιλεία του Φιλίππου Ε΄, φθάνοντας στο Νέστο μόνον κατά τους

ρωμαϊκούς χρόνους και αφήνοντας την πόλη των Φιλίππων εκτός του ελέγχου της

μέχρι την εποχή της ρωμαϊκής κατάκτησης.35

.

Ο Φίλιππος Β΄ δε διασφάλισε μόνον την ακεραιότητα της Μακεδονίας αλλά αύξησε

το έδαφός της και, έτσι, αντιμετώπισε το πρόβλημα της συνοχής των πολιτικά

ετερογενών περιοχών και της διατήρησης της υπεροχής της κεντρικής διοίκησης,

ιδιαιτέρως σε ένα κλίμα με έντονες τάσεις αυτονόμησης, χαρακτηριστικές της

νοοτροπίας των πόλεων του βασιλείου του36

. Αυτό το πέτυχε με δύο κυρίως τρόπους.

Ο Φίλιππος διαίρεσε τη Μακεδονία σε αυτοδιοικούμενες πόλεις, με ιδιαίτερη χωρική

δικαιοδοσία η καθεμία37

. Σε αυτόν επίσης πρέπει πιθανότατα να αποδοθεί η επιβολή

των διοικητικών περιφερειών, οι οποίες επικράτησαν την εποχή των Αντιγονιδών και

υιοθετήθηκαν από τους Ρωμαίους. Περιελάμβαναν τα εδάφη της λεκάνης του

Στρυμόνα, την επικράτεια μεταξύ του ανατολικού άκρου της λεκάνης του Στρυμόνα

και της ανατολικής όχθης του Αξιού, την περιοχή μεταξύ του Αξιού και του Πηνειού

και, τελικά, τη γη της Άνω Μακεδονίας. Σε κάποιες από αυτές τις περιοχές, αλλά

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

10

προφανώς όχι στη λεκάνη του Στρυμόνα, διακρίθηκαν, στην ύστερη φάση της

βασιλείας των Αντιγονιδών, υπο-περιοχές με ονόματα προερχόμενα από τα εθνικά

των αρχικών κατοίκων, οι οποίες δε φαίνεται να υπήρξαν εντελώς διοικητικής φύσης.

Επιστολές απευθύνονται σε μέλη αυτών των κοινωνιών, οι οποίες διέθεταν κάποιες,

πιθανώς στοιχειώδεις συνελεύσεις38

, με αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων μπορεί

να περιλαμβάνονταν και στρατηγοί39

.

Δεύτερον, ο Φίλιππος, με μια αξιοσημείωτη κοινωνική επανάσταση, διεύρυνε τη

βάση των υποστηρικτών του στη μακεδονική κοινωνία40

. Οι στρατιωτικές

μεταρρυθμίσεις του έγιναν το όχημα για την υλοποίηση αυτού του αξιόλογου

μετασχηματισμού. Η στηριζόμενη στη σάρισα πολεμική τεχνική του πεζικού, την

οποία εισήγαγε ο Φίλιππος, προϋπέθετε πολύ φθηνότερο οπλισμό από τον

παραδοσιακό των βαρέως οπλισμένων στρατιωτών. Αυτή η αλλαγή επέτρεψε σε

περισσότερους Μακεδόνες να καταταγούν στην υπηρεσία του βασιλέα και να

συνδεθούν στενότερα με τη μοναρχία. Ταυτοχρόνως, οι νέες κατακτήσεις του

Φιλίππου του πρόσφεραν εδάφη, τα οποία θα μπορούσε μοιράσει, ώστε να αυξήσει το

δυναμικό των ιππέων και να επεκταθεί πέρα από τα παραδοσιακά όρια της τάξης των

εταίρων. Αυτή η κίνηση των αποίκων στις νέες γαίες του διευρυμένου βασιλείου είχε

το πρόσθετο προτέρημα της αραίωσης και διάλυσης πιθανών κέντρων αντίστασης σε

αυτές.

Οι διοικητικές ανάγκες των Μακεδόνων σε συνδυασμό με την ποικιλία των

πληθυσμών στη Χαλκιδική και τη λεκάνη του Στρυμόνα είχαν και απρόβλεπτες

συνέπειες για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας. Τα επίσημα κείμενα της

Χαλκιδικής Συμμαχίας και της Αμφίπολης συντάσσονταν συνήθως στην ιωνική

διάλεκτο, διανθισμένα με αττικισμούς, ενώ τα ιδιωτικά διατυπώνονταν στην αττική.

Αυτή η γλώσσα αναπτύχθηκε περαιτέρω, όταν οι Μακεδόνες μετακινήθηκαν στη

λεκάνη του Στρυμόνα και πέραν αυτής. Αποτέλεσε τη βάση της Κοινής, η οποία

εξαπλώθηκε στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου κατά τους ελληνιστικούς και

ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους.

Από το θάνατο του Αλεξάνδρου έως την ανάδειξη στο θρόνο του Αντιγόνου Γονατά

Η εδαφική ακεραιότητα της Μακεδονίας απειλήθηκε κατά τη θυελλώδη περίοδο από

το 323 έως το 276 π.Χ., οπότε αποκαταστάθηκε η σταθερότητα από τον Αντίγονο

Γονατά. Ο αντιβασιλέας της Μακεδονίας, ο Αντίπατρος, όρισε -πριν από το θάνατό

του το 319 π.Χ.- ως αντιβασιλέα του γιού του Κασσάνδρου τον Πολυπέρχοντα Αυτό

ώθησε τον Κάσσανδρο να συμμαχήσει με τον Αντίγονο και τον Πτολεμαίο και στην

αύξηση της επιρροής της Ολυμπιάδας, μητέρας του Αλεξάνδρου Γ΄ του Μεγάλου.

Στη σύγκρουση με τον Κάσσανδρο, η Ολυμπιάς ηττήθηκε στην Πύδνα και

εκτελέσθηκε, ενώ ο Κάσσανδρος έγινε αντιβασιλέας του Αλεξάνδρου Δ΄, γιού του

Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης. Την περίοδο από το 316 έως το 301 π.Χ.

κυριάρχησαν οι προσπάθειες του Αντιγόνου και του γιού του Δημητρίου να

βελτιώσουν τη θέση τους εις βάρος του Κασσάνδρου. Η ειρήνη του 311 π.Χ. ήταν μια

έμμεση ήττα για τον Αντίγονο και το Δημήτριο, επειδή –μεταξύ άλλων- ο

Κάσσανδρος ορίσθηκε «στρατηγός της Ευρώπης» μέχρι την ενηλικίωση του

Αλεξάνδρου Δ΄, γεγονός το οποίο οδήγησε στη δολοφονία αυτού και της μητέρας του

Ρωξάνης το π. 311 π.Χ. στην Αμφίπολη από τον Αντίπατρο, ενώ ο Λυσίμαχος θα

γινόταν κύριος της Θράκης41

. Ο Κάσσανδρος είχε αυτοαναγορευθεί βασιλέας της

Μακεδονίας το π. 305 π.Χ., αντιδρώντας σε ανάλογες κινήσεις των άλλων Διαδόχων.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

11

Οι νέες προσπάθειες των Αντιγόνου και Δημητρίου να βελτιώσουν τη θέση τους

προκάλεσε τελικά τη συμμαχία μεταξύ Λυσιμάχου και Σελεύκου εναντίον του

Αντιγόνου και του Δημητρίου και τη μάχη της Ιψού το 301 π.Χ., στην οποία οι

Αντίγονος και Δημήτριος ηττήθηκαν. Ο Κάσσανδρος συνέχισε να είναι κυρίαρχος

της Μακεδονίας μέχρι το θάνατό του το 297 π.Χ., ενώ ο Λυσίμαχος έλεγχε τη Θράκη

και την περιοχή μέχρι το Δούναβη.

Αφού οι γιοί του Κασσάνδρου είχαν δολοφονηθεί ή πεθάνει, ο Δημήτριος ανέβηκε

στο θρόνο της Μακεδονίας το 295 π.Χ., υποβοηθούμενος από το μίσος, το οποίο

ένιωθαν οι Μακεδόνες για τον Κάσσανδρο42

. Από τη Μακεδονία επέκτεινε την

επιρροή του στη νότια Ελλάδα και εισέβαλε στη Θράκη, προκαλώντας κατ΄ αυτόν τον

τρόπο μία συμμαχία μεταξύ του Σελεύκου, του Πτολεμαίου και του Λυσιμάχου.

Αυτοί έπεισαν τον Πύρρο να εισβάλλει στη δυτική Μακεδονία, ενώ ο Λυσίμαχος

εισέβαλε στην ανατολική το 288 π.Χ.43

. Στη συνέχεια ο Λυσίμαχος εκδίωξε τον

Πύρρο και κατέλαβε την υπόλοιπη Μακεδονία. Η δολοφονία του Αγαθοκλέους, γιού

του Λυσιμάχου από τον πρώτο γάμο του, μετά από εντολή της δεύτερης γυναίκας

του, οδήγησε στην ήττα του στο Κορουπέδιον το 281 π.Χ. και στο διαμελισμό των

κτήσεων του. Τότε ο Σέλευκος κατέλαβε τη Μικρά Ασία και αποπειράθηκε να

κατακτήσει τη Μακεδονία αλλά δολοφονήθηκε το 281/0 π.Χ. από τον Πτολεμαίο

Κεραυνό, αδελφό του δολοφονημένου Αγαθοκλέους. Ο Κεραυνός παρέμεινε στο

θρόνο για μικρό διάστημα., πριν να πεθάνει σε μάχη εναντίον των Κελτών, οι οποίοι

ορμώμενοι από την Κεντρική Ευρώπη εισέβαλαν στην Ελλάδα και στη βορειοδυτική

Μικρά Ασία το π. 280/279 π.Χ. Ηττήθηκαν από τον Αντίγονο Γονατά, γιό του

Δημητρίου. Αυτή η νίκη του έδωσε την αυθεντία και το κύρος να αξιώσει και να

ανέλθει στο θρόνο της Μακεδονίας, γεγονός το οποίο σηματοδότησε την αρχή

ειρηνικότερων ημερών για τη Μακεδονία.

Η Ανατολική Μακεδονία από τον Αντίγονο Γονατά έως το τέλος του βασιλείου της

Μακεδονίας

Με την ανάρρηση του Αντίγονου Γονατά, το Μακεδονικό βασίλειο εισήλθε σε

περίοδο αντιμετώπισης διάφορων γεω-πολιτικών απειλών, από τις οποίες, όμως,

καμμία δεν επηρέασε άμεσα την ανατολική Μακεδονία. Εκτός από τις αναταραχές

που μπορούσαν να εμφανισθούν ανά πάσα στιγμή στις ιστορικά δύσκολες περιοχές

της Ιλλυρίας, της Δαρδανίας και της Ηπείρου, τώρα υπήρχαν δύο ακόμη περιοχές που

απαιτούσαν προσοχή. Πρώτον η ασφάλεια της Μακεδονίας τώρα εξαρτιόταν από τον

έλεγχο της νότιας Ελλάδας, με τον επιπλέον κίνδυνο η σύγκρουση μεταξύ των

Αντιγονιδών και των Πτολεμαίων να διεξάγεται μέσω τρίτων στην πολιτική σκηνή

της νότιας Ελλάδας και του Αιγαίου. Δεύτερον, προς το τέλος του 3ου

αι π.Χ., οι

Ρωμαίοι εμφανίσθηκαν στην πολιτική σκηνή του Ελληνικού κόσμου με τον Α΄

Ιλλυρικό Πόλεμο (229 π.Χ.) και με την επακόλουθη διαρκή τους παρουσία στην

πολιτική σκηνή της Δυτικής Ελλάδας. Αντίθετα, στα ανατολικά της Μακεδονίας, οι

Οδρυσοί, οι οποίοι κατοικούσαν στο ανατολικό τμήμα της οροσειράς της Ροδόπης,

παρά την αντιμακεδονική τους στάση κατά την διάρκεια του 3ου

αι. π.Χ., δεν

συνιστούσαν πραγματική απειλή. Ο βασιλιάς του, ο Κότυς, υποστήριζε το Φίλιππο

Ε΄ και τον Περσέα εναντίον των Ρωμαίων.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

12

Η περίοδος της Mακεδονικής Δημοκρατίας (168-146 π.Χ.)

Παρακινημένοι από τον Άτταλο Β΄, οι Ρωμαίοι αποφάσισαν να λύσουν το

μακεδονικό πρόβλημα οριστικά και, έτσι ενεπλάκησαν στον Γ΄ Μακεδονικό Πόλεμο

(171-168 π.Χ.) Μετά την ήττα της από τους Ρωμαίους η μακεδονική μοναρχία

καταλύθηκε και οι υποστηρικτές της εξορίσθηκαν. Οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν τις κτήσεις

της και εγκαθίδρυσαν δημοκρατία, διαιρώντας τη χώρα στις τέσσερις μερίδες, η

δημιουργία των οποίων ανάγεται στους Αντιγονίδες, αν όχι στους Τημενίδες.

Καθεμία μερίς διοικείτο από μία περιφερειακή συνέλευση αντιπροσώπων με έδρα την

πρωτεύουσά της, ενώ θα υπήρχε και ένα είδος παμμακεδονικού Συνεδρίου44

. Αυτή η

πρώτη ρύθμιση των Ρωμαίων προφανώς δημιούργησε ή επέτεινε αξιοσημείωτες

κοινωνικές εντάσεις στη Μακεδονία, γιατί σημειώθηκε μία εξέγερση το 167 π.Χ., οι

σύνεδροι στη συνέλευση στην Πέλλα σφαγιάσθηκαν και η έκρυθμη κατάσταση

κορυφώθηκε με την επανάσταση του Ανδρίσκου, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ήταν ο

γιός του βασιλέα Περσέα. Όλα αυτά οδήγησαν στη ρωμαϊκή επέμβαση και στη

δημιουργία της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας, πιθανώς το 148 π.Χ. Δεν

σημειώθηκαν μείζονες διοικητικές αλλαγές, αφού δεν μαρτυρείται εφαρμογή του lex

proviniciae, δηλ. του δικαίου εκείνου, το οποίο καθορίζει τη συνταγματική και

διοικητική υπόσταση μίας επαρχίας.

Η Μακεδονία ως ρωμαϊκή επαρχία

Η κεντρική Βαλκανική ήταν συνεχής πηγή αναταραχών μέχρι τα μέσα του 1ου

αι.

μ.Χ., όταν παγιώθηκε η ειρήνη. Μέχρι τη δεκαετία του 80 π.Χ. οι Ρωμαίοι

προστάτευαν την επαρχία από τους επιτιθέμενους, μία κελτική φυλή στα περίχωρα

του σημερινού Βελιγραδίου45

και από τους Βησσούς, η επικράτεια των οποίων

περιέβαλλε την Φιλιππούπολη (σημερινό Plovdiv) 46

. Oι Σκορδίσκοι απωθήθηκαν

τελικά το 84 π.Χ. αλλά οι Βησσοί εξακολούθησαν να δημιουργούν ταραχές μέχρι

τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους, ενώ η κακοδιοίκηση του ανθυπάτου L.

Calpurnius Piso προκάλεσε την εισβολή τους το 56/55 π.Χ.

Εν τω μεταξύ, από τον πρώιμο 1ο αι. π.Χ., οι ανταγωνισμοί μεταξύ ισχυρών

προσωπικοτήτων κατέστρεψε την πολιτική ζωή και σκόρπισε βία στη Ρώμη και την

Ιταλία. Αυτό το γεγονός, μαζί με τη δυσαρέσκεια για τη ρωμαϊκή αρχή είχε

προκαλέσει αναταραχές στην Ελλάδα και τη Μικρά Ασία. Στον πόλεμο μεταξύ του

Καίσαρα και του Πομπήιου (το 48 π.Χ.) η περιοχή έγινε το πεδίο των συγκρούσεών

τους και συνέχισε να είναι το θέατρο αναμέτρησης των πρωταγωνιστών του

ρωμαϊκού εμφυλίου πολέμου μέχρι το 31 π.Χ., οπότε νικήθηκαν οι στρατοί του

Αντώνιου και της Κλεοπάτρας από τον ανταπαιτητή της ηγεμονίας στη Μεσόγειο,

Οκταβιανό. Μετά από αυτό μία εύθραυστη ειρήνη επέστρεψε στον ελληνορωμαϊκό

κόσμο, με τον Οκταβιανό να ανακηρύσσεται Αύγουστος το 27 π.Χ. και σιωπηρά να

αναγνωρίζεται ως αυτοκράτορας, μία πολιτική διευθέτηση, η οποία έθεσε τα θεμέλια

για τα επόμενα 250 χρόνια ειρήνης. Ένα από τα κομβικά χαρακτηριστικά της νέας

πολιτικής τάξης ήταν η δημιουργία των λεγόμενων «αυτοκρατορικών» και

«συγκλητικών» επαρχιών από τον Αύγουστο, ο οποίος με αυτόν το θεσμό

προσδοκούσε, γενικά με επιτυχημένα αποτελέσματα, να αποφύγει τις συγκρούσεις

μεταξύ των ιδιωτικών στρατών φιλόδοξων πολιτικών, οι οποίες καταρράκωσαν τη

Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Οι «αυτοκρατορικές» επαρχίες δεν είχαν ειρηνεύσει ακόμη ή

γνώριζαν μία εύθραυστη ηρεμία, φιλοξενούσαν πολυάριθμους στρατιώτες και

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

13

διοικούνταν από τον αυτοκράτορα. Οι συγκλητικές ήταν ήσυχες και, γιαυτό

ελεύθερες από ρωμαϊκές λεγεώνες και μπορούσαν να ανατεθούν σε διοικητές

επιλεγόμενους από τη Σύγκλητο.

Η παρουσία των δυνάμεων του Πομπήιου στη Μακεδονία κατά τη διάρκεια της

σύγκρουσής του με τον Καίσαρα υποστηρίχθηκε από τον Σαπαίο δυνάστη

Ρασκούπορη, ο οποίος προσέφερε στρατιωτική βοήθεια στον Πομπήιο κατά τη μάχη

της Φαρσάλου το 48 π.Χ. Μετά την ήττα του Βρούτου και του Κάσσιου στη μάχη

των Φιλίππων το 42, ο Ρασκούπορης αυτομόλησε στον Αντώνιο. Μεταξύ του 42 και

31 π.Χ. η Μακεδονία εξαρτιόταν από τον Αντώνιο, τον οποίο υποστήριζε ο

Ροιμητάλκης, ο γιός του Ρασκούπορη. Ο Ροιμητάλκης, όμως, προαισθανόμενος την

πορεία των μελλοντικών εξελίξεων, λιποτάκτησε προς τον Οκταβιανό πριν την ήττα

του Αντώνιου στο Άκτιο47

.

Η αυτομόληση του Ροιμητάλκη έθεσε τις βάσεις για την εφαρμογή της ρωμαϊκής

πολιτικής στα Βαλκάνια, μέχρι το 46 π.Χ, οπότε η Θράκη έγινε ρωμαϊκή επαρχία,

αφού πρόσφερε στους Ρωμαίους έναν φιλικά διακείμενο δυνάστη, μέσω του οποίου,

θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να ελέγξουν τη Θράκη. Στη ρύθμιση του 27 π.Χ. η

Μακεδονία έγινε συγκλητική επαρχία. Ταυτόχρονα σχεδόν, η δυναστεία, την οποία

είχε ιδρύσει ο Ρασκούπορης ανακηρύχθηκε ως υποτελής βασιλικός οίκος των

Ρωμαίων, πιστός στους τελευταίους παρά τα ταραχώδη γεγονότα στη Θράκη τα

επόμενα εξήντα περίπου χρόνια. Μεταξύ του 16 και του 10 π.Χ., η Μακεδονία

ερημώθηκε από τις επιδρομές θρακικών φυλών, ιδιαιτέρως των Βησσών και

Οδρυσών. Το 15 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Τιβέριος απέσπασε τη Μακεδονία από τη

Σύγκλητο και όρισε ως κυβερνήτη της τον C. Poppaeus Sabinus, ο οποίος διατήρησε

το αξίωμά του μέχρι το θάνατό του το 35 μ.Χ.48

. Το 44 μ.Χ., σε μία περιφερειακή

αναδιοργάνωση για την αντιμετώπιση μίας εξέγερσης –μεταξύ άλλων μέτρων- οι

επαρχίες Μακεδονίας και Αχαΐας επεστράφησαν στη Σύγκλητο. Παρέμειναν στη

δικαιοδοσία της, αν και ο αυτοκράτορας παρενέβαινε49

, και δεν υπέστησαν επιδρομές

κατά τα επόμενα διακόσια χρόνια (με εξαίρεση την εισβολή των Κοστοβόκων το 170-

171 μ.Χ.50

).

4.) Αστικοποίηση και πολεοδομική συγκρότηση

Οι θεσμοί

Μέχρι την εποχή του Φιλίππου Β΄, στα μέσα του 4ου

αι. π.Χ., οι αστικοί οικισμοί

στην Ανατολική Μακεδονία ήταν περιορισμένοι στα παράλια. Η αστικοποίηση με

πόλεις, όμως, ήταν χαρακτηριστικό άλλων περιοχών του μακεδονικού βασιλείου και

της δυναμικής της πολιτικής ζωής του51

. Για την πόλιν, την πιο προωθημένη μορφή

πολιτικής οργάνωσης του Ελληνικού Κόσμου κατά την αρχαϊκή και κλασική εποχή,

οι σημαντικότερες αξίες ήταν η αυτονομία και η ανεξαρτησία καθώς η απαίτηση

πλήρους αφοσίωσης από τους πολίτες της. Αυτά τα ζητήματα δημιουργούσαν ένταση

στη σχέση μεταξύ βασιλέα και πόλεων και -από κοινού με τις δυναστικές διενέξεις

και την έλλειψη ενότητας- συνέβαλλαν στη χρόνια αστάθεια του μακεδονικού

βασιλείου πριν από την άνοδο του Φιλίππου Β΄ στο θρόνο. Αυτός μετρίασε αυτήν την

ένταση διαιρώντας τη Μακεδονία σε αυτοδιοικούμενες πόλεις52

.

Με αυτήν τη ρύθμιση του Φιλίππου, η οποία ανταποκρινόταν στις ανάγκες της

περιοχής, και την οργάνωση του μακεδονικού κράτους στη βάση των σχέσεων μεταξύ

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

14

βασιλέα και πόλεων, η πόλις έγινε το όχημα για την απορρόφηση εκ μέρους της

Μακεδονίας των κοινοτήτων στις λεκάνες του Στρυμόνα και της Δράμας. Οι πόλεις

στην Ανατολική Μακεδονία παρουσιάζουν τους ίδιους δημοκρατικούς θεσμούς, οι

οποίοι χαρακτήριζαν τις πόλεις του υπολοίπου βασιλείου. Αυτοί είναι τα διάφορα

αξιώματα, προφανώς ενιαύσια, η εκκλησία (αν και άμεση αναφορά στη βουλή δεν

μαρτυρείται) και οι επώνυμοι ιερείς. Το σπουδαιότερο αξίωμα, τουλάχιστον μέχρι τον

πρώιμο 3ο αι. π.Χ., είναι ο επιστάτης (των αρχόντων), ο οποίος εμφανίζεται στην

Άργιλο και την Αμφίπολη, πριν από την κατάκτησή της λεκάνης του Στρυμόνα από

τους Μακεδόνες53

. Είναι ο κυριότερος αξιωματούχος54

, μερικές φορές επώνυμος55

,

πιθανώς κατά κύριο λόγο με ετήσια θητεία56

, ο οποίος συγκαλεί τη συνέλευση του

δήμου. Φαίνεται ότι αναδεικνύεται από την πόλη και δεν διορίζεται από τον βασιλέα,

αν και για το ζήτημα αυτό οι ερευνητές δεν συμφωνούν57

. Σε κάθε περίπτωση, αυτός

λειτουργεί ως σύνδεσμος με τον βασιλέα στις επαφές του τελευταίου με την πόλη.

Πέραν της επικράτειας της Ανατολικής Μακεδονίας, επιστάται συναντώνται στη

Θεσσαλονίκη, Βέροια και Μίεζα58

, ενώ στον χώρο της Ανατολικής Μακεδονίας,

μέχρι το 214-212 π.Χ., στην Αμφίπολη59

.

Πιθανώς κατά τη «βασιλεία των τελευταίων Αντιγονιδών»60

, εμφανίζεται μία νέα

ομάδα αξιωματούχων, οι πολιτάρχαι, αντί του επιστάτη. Προφανώς δύο στην αρχή,

αυξάνονται σε πέντε στη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια αλλά και στην Αμφίπολη. 61

. Η

αντικατάσταση ενός κύριου αξιωματούχου από μία επιτροπή θα μπορούσε να

εκληφθεί ως ένδειξη ενός αυξανόμενου δημοκρατικού πνεύματος στις πόλεις,

τουλάχιστον στο ανώτερο επίπεδο των πολιτειακών θεσμών. Εάν αυτό

αντικατοπτρίζει και μία ενίσχυση στο βαθμό ανεξαρτησίας και ελευθερίας των

πόλεων από την κεντρική διοίκηση αποτελεί ένα άλλο ζήτημα και θα ήταν δυνατόν,

όχι πάντως κατ΄ ανάγκην, να συνδέεται με την προφανώς ανεξάρτητη

νομισματοκοπία εκ μέρους αριθμού πόλεων, όπως η Αμφίπολη62

. Άλλα αξιώματα

είναι οι άρχοντες στους Φιλίππους και στην Αμφίπολη63

, οι πολέμαρχοι, πιθανώς 1064

,

οι επιμεληταί65

, οι ταμίαι66

and οι γυμνασίαρχοι, αλλά και άλλα αξιώματα σχετιζόμενα

με το γυμνάσιο67

. Στην υπόλοιπη Μακεδονία συναντώνται ταμίαι68

και θεσμοί

συνδεόμενοι με το γυμνάσιο69

. Μέχρι στιγμής δεν μαρτυρούνται στην Ανατολική

Μακεδονία νομοφύλακες70

, εξετασταί71

, αγορανόμοι72

και στρατηγοί73

.

Άμεσες αναφορές στην εκκλησία ή στον δήμο είναι σπανιότερες από εκείνες σε

άλλους θεσμούς στην Ανατολική Μακεδονία και, επί του παρόντος, περιορίζονται

στην περίοδο του μακεδονικού βασιλείου. Όποτε, όμως, αναφέρεται ο δήμος,

πρόκειται για την πηγή της πολιτικής εξουσίας74

. Δεν υπάρχει καμμία μνεία σε

βουλευτικό όργανο αλλά, όπως στην περίπτωση της απουσίας του στην Πέλλα, δεν

σημαίνει την ανυπαρξία του στις πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας75

.

Η πόλις και η αυξανόμενη δημοτικότητα της ιδέας της συμπολιτείας ήταν το πρότυπο

των Μακεδόνων για την κοινωνική οργάνωση των μικρότερων κοινοτήτων της

περιοχής. Οι Μακεδόνες φαίνεται ότι ομαδοποίησαν τις κώμες της περιοχής σε μικρές

συμπολιτείες76

, οι οποίες αποτελούνταν από τον κύριο οικισμό –την μητρόπολη- και

τις σχετιζόμενες με αυτήν κώμες, μερικές φορές χαρακτηριζόμενες ως πολιτείες. Με

τον τρόπο επέβαλαν μία μικρή ομόσπονδη δομή. Οι κάτοικοι μίας κώμης είχαν

δυνατότητα να νομοθετήσουν για θέματα, τα οποία αφορούσαν την κοινότητά τους,

ενώ είχαν και δικαίωμα ψήφου στη συνέλευση της «ομοσπονδίας» για ζητήματα, τα

οποία απασχολούσαν όλη τη συμπολιτεία77

.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

15

Ο βασιλέας προΐστατο των πόλεων αλλά απείχε πολύ από τον απόλυτο μονάρχη. To

Κοινόν Μακεδόνων αναδύεται στις πηγές πολύ αποσπασματικά και η ιστορία του

κατά την ελληνιστική εποχή είναι θολή78

. Όλες οι σοβαρές αποφάσεις, όπως η

κήρυξη πολέμου, πρακτικώς απαιτούσε τη συναίνεση του Κοινού των Μακεδόνων,

την κύρια σύνοδο των Μακεδόνων, η οποία συνερχόταν τουλάχιστον δύο φορές το

χρόνο79

. Για τα διοικητικά ζητήματα της καθημερινότητας ο βασιλέας στηριζόταν στη

βοήθεια ενός συμβουλίου80

. Ούτε η οικονομική θέση του βασιλέα ήταν ισχυρή,

δεδομένου ότι αυτός δεν μπορούσε να επιβάλλει άμεση φορολόγηση -η οποία δεν θα

ήταν πολιτικά αποδεκτή- σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι συγγραφείς κατά καιρούς

διατείνονται ότι ο Μακεδόνας βασιλέας «δεν κατέχει τίποτε»81

. Κατά τη διάρκεια της

βασιλείας, όμως, δεν υπήρχε επισήμως διαμορφωμένο καθεστώς στη σχέση των

πόλεων με το μονάρχη ούτε καθορισμένη ομοσπονδιακή σύνοδος για την

εκπροσώπησή τους82

.

Αυτή η απουσία ενός επισήμου πλαισίου για τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ

μονάρχη και πόλεων συνολικά, από κοινού με τον διακαή πόθο για ανεξαρτησία, που

χαρακτηρίζει την πόλη δημιουργεί την εντύπωση ενός σεβαστού βασιλέα στο

παρασκήνιο της πολιτικής ζωής των μακεδονικών πόλεων. Η εμφάνιση του θεσμού

των πολιταρχών, οι οποίοι λειτουργούν ως επιτροπή και προφανώς υποκαθιστούν τον

επιστάτη, και η κοπή νομισμάτων από διάφορες πόλεις, συμπεριλαμβανόμενης της

Αμφίπολης, αλλά και ευρύτερων περιοχών, μπορεί να υποδηλώνει την αυξανόμενη

ανεξαρτησία των πόλεων.

Οι φράσεις των επιγραφών, όπου περιέχεται η χρονολογία, μνημονεύουν το έτος

βασιλείας του οικείου μονάρχη83

. Οι πρέσβεις από την Κω λαμβάνουν πρόνοια, ώστε

να περιλάβουν και τον βασιλέα, όταν απευθύνονται το 243 π.Χ. στη συνέλευση των

Φιλίππων84

. Η συγκατάθεσή του απαιτείται από τους Γαζωρείς σε ένα τιμητικό

ψήφισμα του 216/5 π.Χ.85

, ενώ αυτός αφιερώνει στην Άρτεμη Ταυροπόλο από κοινού

με τους Αμφιπολίτες, πιθανώς το 179 π.Χ.86

.

Ο βασιλέας δεν αναμειγνύεται στα εσωτερικά των πόλεων, εκτός εάν αυτό του

ζητηθεί, όπως στην περίπτωση των Αινίων στην Αμφίπολη87

. Επεμβαίνει, όμως, σε

ζητήματα, τα οποία αφορούν τη σχέση της πόλης με την ευρύτερη μακεδονική

κοινότητα. Ο Φίλιππος ζητεί από τους γυμνασίαρχους της Μακεδονίας να εγγράψουν

αθλητές παρόντες εκεί προκειμένου να συμμετάσχουν σε στεφανίτες αγώνες88

. Κατά

προτεραιότητα, ο βασιλέας χειρίζεται τα πιο φλέγοντα ζητήματα μεταξύ των πόλεων,

την επίλυση π.χ. των συνοριακών διαφορών, όπως συνέβη με τον Αλέξανδρο στους

Φιλίππους89

και όπως έπραξε ο Φίλιππος (Β΄ ή Ε΄) για τους Βραγυλίους και των

σχετιζόμενων με αυτούς κοινότητες90

. Σε περίοδο πολέμου, ο Φίλιππος Ε΄ επιβάλλει

στην Αμφίπολη91

κανόνες για στρατιωτική οργάνωση και της ασκεί πιέσεις για

καταβολή σε χρήμα92

. Αυτό το είδος πολιτικών σχέσεων απέβη στη συνέχεια

ιδιαιτέρως λειτουργικό στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, γιατί δημιούργησε το πρότυπο

για τις σχέσεις μεταξύ της πόλης και του βασιλέα κατά την ελληνιστική εποχή και,

αργότερα, του ρωμαίου αυτοκράτορα.

Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κηδεμονίας πολύ λίγα πράγματα φαίνεται ότι

άλλαξαν στη διακυβέρνηση, εκτός από την επιβολή φόρων σε κοινότητες, οι οποίες

δεν εξαιρούνταν λόγω του καθεστώτος τους. Η Αμφίπολη και η Σκοτούσσα ήταν

civitates liberae, δηλ. θεωρητικά ελεύθερες αν και υπάγονταν στη δικαιοδοσία του

διοικητή93

. Άλλες πόλεις χαρακτηρίζονταν ως civitates peregrinae, οι οποίες

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

16

διατηρούσαν τους παλαιούς θεσμούς τους αλλά πλήρωναν φόρους. Η πιο

προνομιούχος κοινότητα ήταν η αποικία των Φιλίππων. Ιδρύθηκε το 42 π.Χ. από τον

Αντώνιο για τους παλαιμάχους στρατιώτες ως Colonia Victrix Philippensium και

επανιδρύθηκε το 30 π.Χ. από τον Οκταβιανό ως Colonia Augusta Iulia

Philippensis94

. Διέθετε τους συνήθεις αξιωματούχους και ιερατείο των ρωμαϊκών

αποικιών95

. Η επικράτειά της επεκτεινόταν κατ΄ ελάχιστον στους εύφορους

βοσκότοπους της λεκάνης της Δράμας96

. Απολάμβανε το ius italicum, το οποίο

σήμαινε ότι της ανήκε η γη αλλά τόσο αυτή όσο και ο πληθυσμός δεν

φορολογούνταν97

. Ένας σημαντικός θεσμός για τη διατήρηση της ισορροπίας των

σχέσεων μεταξύ των κυβερνωμένων, του επαρχιακού διοικητή και του αυτοκράτορα

ήταν το Κοινόν Μακεδόνων των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, το οποίο

ενδέχεται ή όχι να ανάγει τις καταβολές του στο Κοινόν των ελληνιστικών χρόνων98

.

Ο κύριος και δημόσιος προορισμός του Κοινού κατά τους ρωμαϊκούς

αυτοκρατορικούς χρόνους ήταν η θεραπεία της αυτοκρατορικής λατρείας με τις

συνοδές εκδηλώσεις της, ιδιαίτερα τους αγώνες, αλλά και η παραχώρηση βήματος

στην ανώτερη τάξη της πόλης, στην οποία στηριζόταν η ρωμαϊκή κυριαρχία, για να

παρακάμψει το διοικητή και να επικοινωνήσει απευθείας με τον αυτοκράτορα. Παρά

τις συνταγματικές και νομικές σχέσεις μεταξύ του διοικητή και των κοινοτήτων της

Ανατολικής Μακεδονίας, οι ρωμαϊκές αρχές δεν αναμειγνύονταν πολύ στα εσωτερικά

των πόλεων της περιοχής.

Αθλητισμός

Η ελληνική αθλητική ζωή άρχισε ως μία αριστοκρατική δραστηριότητα κατά τον

χρόνο γένεσης της πόλης, τον 8ο αι. π.Χ. Στη διάρκεια των επόμενων αιώνων

εκδημοκρατίσθηκε, καθώς οι πόλεις έγιναν γενικώς δημοκρατικότερες και ο

αθλητισμός αναδείχθηκε ως η κυριότερη ενασχόληση των πολιτών σε καιρό ειρήνης.

Μετά τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, το γυμνάσιο έγινε το κύριο όχημα διάδοσης

του ελληνικού πολιτισμού και εξελληνισμού τοπικών πληθυσμών. Στη Μακεδονία,

λόγω της κυρίαρχης παρουσίας του μονάρχη, η εικόνα είναι ελαφρώς διαφορετική. Η

αθλητική δραστηριότητα στη Μακεδονία είναι τόσο δημοφιλής, όσο και αλλού. Η

συμμετοχή των βασιλέων στους Ολυμπιακούς Αγώνες κατά τον 5ο αι. π.Χ. μαρτυρεί

ότι η αρχαϊκή αριστοκρατική άποψη για την αθλητική παράδοση ήταν ακόμη

επίκαιρη, ενώ ο αθλητισμός αποτελούσε τμήμα της εκπαίδευσης των ‘βασιλικών

παίδων’, τους οποίους πιθανώς αναδιοργάνωσε ο Φίλιππος Β΄99

. Η ισχυρή

αυτοσυνειδησία, η οποία διέκρινε τους Μακεδόνες υπαινίσσεται ότι υπήρχαν

Παμμακεδονικές εορτές, όπως τα Ολύμπια στο Δίον, τα οποία τελούνταν στο πλαίσιο

της φθινοπωρινής εορτής προς τιμήν του Δία100

. Η παρουσία της μοναρχίας και η

ενεργή συμμετοχή της στην αθλητική ζωή οδηγεί στην υπόθεση ότι τελευταία

ελεγχόταν από την πρώτη σε βαθμό, ο οποίος δεν διαπιστώνεται σε άλλες περιοχές

της Ελλάδας, επειδή ακριβώς συνδεόταν με την άμυνα101

. Τέλος, η Μακεδονία ήταν

σαφώς πιο πρωτόγονη κοινωνία από άλλες ελληνικές περιοχές, η οποία –όπως η

Σπάρτη- έδινε έμφαση στην κατηγοριοποίηση κατά ηλικία, γεγονός το οποίο θα

ερμήνευε την εμμονή στους νέους και εφήβους.

Στην Ανατολική Μακεδονία, η γυμναστική ζωή παρουσιάζει όλα αυτά τα

χαρακτηριστικά. Η Αμφίπολη ήταν πιθανώς το σημαντικότερο κέντρο της αθλητικής

ζωής. Διέθετε το μόνο γυμνάσιο, το οποίο έχει –επί του παρόντος- εντοπισθεί, και

λειτουργούσε από τον 4ο-3

ο αι. π.Χ. μέχρι τα μέσα του 1

ου αι. μ.Χ., αν όχι και

αργότερα. Στις Σέρρες επίσης υπήρχε ένα γυμνάσιο, αφού μαρτυρείται γυμνασίαρχος

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

17

και αγώνες, κάποια εποχή μεταξύ του 50 μ.Χ. και του πρώϊμου 2ου

αι. μ.Χ. Ακόμη και

στην καρδιά των Φιλίππων της ρωμαϊκής εποχής υπάρχει μία παλαίστρα του 2ου

αι.

μ.Χ., ενδεικτική της επιρροής των ελληνικών αθλητικών παραδόσεων102

. Στην

Αμφίπολη υπάρχουν έφηβοι το 168 π.Χ., εάν όχι πολύ ενωρίτερα103

, οι οποίοι

εποπτεύονται από έναν εφήβαρχο και έναν προστάτη το 4 μ.Χ.104

και υφίστανται

ακόμη το 75 μ.Χ.105

. Υπάρχουν επίσης οι νέοι, η επόμενη ομάδα μετά τους εφήβους,

στην Αμφίπολη106

και τις Σέρρες107

. Η κρατική ρύθμιση είναι εμφανής στους

εφηβικούς νόμους, κυρίως εκείνον του 24/3 π.Χ., ο οποίος αναφέρεται σε κάθε πτυχή

αυτής της δραστηριότητας, έως και την επιβεβλημένη συμπεριφορά των νεαρών ως

θεατών. Πιθανώς το γυμνάσιο πέρασε στην κρατική δικαιοδοσία κατά τη διάρκεια

της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄108

. Φαίνεται στον τρόπο, με τον οποίο αυτός ο

μονάρχης –σε ένα ψήφισμα, το οποίο σώζεται στην Αμφίπολη- ζητεί από όλους τους

γυμνασίαρχους να συμβάλλουν στην καλή διοργάνωση των αγώνων με

παμμακεδονική και διεθνή εμβέλεια, με την εγγραφή των επισκεπτών αθλητών, οι

οποίοι παρίστανται στις μακεδονικές πόλεις προκειμένου να συμμετάσχουν σε αυτούς

τους αγώνες109

. Τέλος, ο ρόλος του γυμνασίου ως οχήματος ελληνισμού (και

ρωμαϊκότητας) δεν θα ήταν δυνατόν να είναι σαφέστερος από την περίπτωση του

Κότυος. Ήταν ο γόνος της Σαπαίας δυναστείας, ο οποίος διοίκησε τη Θράκη για

κάποιο διάστημα υπό τους Ρωμαίους. Τοποθετήθηκε στο θρόνο της Armenia Parva

το 38 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Γάϊο. Στην Αμφίπολη αναδείχθηκε αρχιερεύς και

αγωνοθέτης των Σεβαστών – ένας εξελληνισμένος (και εκρωμαϊσμένος) Θράκας, ο

οποίος διεξήγε αγώνες προς τιμήν του ρωμαίου αυτοκράτορα.

Συνδεδεμένη με την αθλητική ζωή είναι η ύπαρξη θεάτρου, το οποίο από τους

ελληνιστικούς χρόνους και εξής φιλοξενούσε περιστασιακά αθλητικά δρώμενα,

καθώς και τη συνέλευση. Σώζεται μόνον ένα θέατρο στην Ανατολική Μακεδονία,

εκείνο στους Φιλίππους, η πρώτη φάση του οποίου χρονολογείται στην εποχή του

Φιλίππου Β΄. Υπέστη, όμως, αλλαγές κατά τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς

χρόνους για την πραγματοποίηση θηριομαχιών110

και λειτούργησε μέχρι τον 3ο αι.

μ.Χ. Από τα περίχωρα των Σερρών προέρχεται μία πολύ αποσπασματική επιγραφή

πιθανώς του 1ου

αι. μ.Χ., η οποία αναφέρει ένα θέατρο, ίσως στις ίδιες τις Σέρρες111

.

Τέλος, μία εκδοχή της ελληνικής παλαίστρας, δραστικά τροποποιημένης στην

αρχιτεκτονική της στην κεντρική και νότια Ιταλία, όπου αποτελούσε βασικό στοιχείο

του ρωμαϊκού λουτρικού συγκροτήματος του 2ου

-1ου

αι. π.Χ., εντοπίζεται σε δύο

ρωμαϊκά λουτρά των Φιλίππων. Το ένα από αυτά χρονολογείται στην εποχή του

Αυγούστου και το δεύτερο στον 3ο αι. μ.Χ.

112.

5.) Θρησκεία

Ίχνη πολλών θεοτήτων έχουν βρεθεί στην Ανατολική Μακεδονία. Συχνότερες, όμως,

είναι εκείνες, οι οποίες έχουν συγκερασθεί με τις προϋπάρχουσες θρακικές. Από τους

ελληνικούς θεούς σημαντικότερος είναι ο Διόνυσος, τον οποίο συνάντησαν οι

Έλληνες ήδη τον 5ο αι. π.Χ., πριν να αποικήσουν την περιοχή, στο μαντείο του όρους

Παγγαίον113

. Αυτό παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι τους ύστερους χρόνους της

Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, αν όχι αργότερα114

. Από τον 4ο αι. π.Χ., αν όχι ενωρίτερα,

και μέχρι τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους η Δράμα ήταν το κύριο κέντρο

της λατρείας του Διονύσου115

. Ο Διόνυσος προσλαμβάνει επίσης τα χαρακτηριστικά

του λεγόμενου «Θράκα Ιππέα»116

, τη θεότητα, η οποία απεικονίζεται ως έφιππος σε

ανασηκωμένο ζώο και συχνά πλαισιώνεται από ένα δένδρο, ένα φίδι και έναν

αγριόχοιρο. Τα ίχνη αυτής της θεότητας, θρακικής προέλευσης, εμφανίζονται στη

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

18

νότια κοιλάδα του Στρυμόνα, αλλά η θεοκρασία με τον Διόνυσο ανάγεται στους

ελληνιστικούς χρόνους, αν όχι ενωρίτερα. Αναλόγως και η Άρτεμη, παρά το γεγονός

ότι περιστασιακά εμφανίζεται με τον αδελφό της Απόλλωνα, για πρώτη φορά τον 4ο

αι. π.Χ.117

, εύκολα ταυτίσθηκε με την τοπική θεά του κυνηγιού Βένδιδα118

και την

τοπική εκδοχή της την Αρτέμιδα Ταυροπόλο, η οποία εμφανίζεται στην Αμφίπολη

και την Αδριανόπολη119

και ίσως για τον λόγο αυτό εμφανίζεται μόνη της στη

Γάζωρο120

. Πιθανές ενδείξεις για τους άλλους Ολύμπιους θεούς εντοπίζονται σε

θεοφορικά ονόματα, όχι κατ΄ ανάγκην τη βεβαιότερη μαρτυρία121

, με συνθετικό τον

Απόλλωνα, τον Ερμή, το Δία και τον Ποσειδώνα, αν και η λατρεία των δύο

τελευταίων μαρτυρείται στην Αμφίπολη και τους Φιλίππους. Η Δήμητρα εμφανίζεται

στην Αμφίπολη, αναμφίβολα ως αθηναϊκή επιρροή, ήδη το π. 450 π.Χ.122

. Ενδέχεται

να λατρευόταν ο Άττις και η Κυβέλη στην Αμφίπολη από τον 2ο-1

ο αι. π.Χ.

123 . Ο

Ασκληπιός εμφανίζεται σε θεοφορικά ονόματα και με έναν επώνυμο άρχοντα στην

Αμφίπολη124

. Ο Ηρακλής, με αξιοσημείωτη παρουσία στη λοιπή Μακεδονία κοσμεί

τα νομίσματα της Ηράκλειας Σιντικής αλλά πουθενά αλλού125

και δεν ταυτίζεται με

τον Ηρακλή των Φιλίππων των ρωμαϊκών χρόνων.

Η ελληνιστική περίοδος φαίνεται ότι έφερε τους αιγυπτιακούς θεούς στην κάτω

κοιλάδα του Στρυμόνα, αφού εντοπίζονται στη Αμφίπολη και τιμώνται από το

Φίλιππο Ε΄126

και στους Φιλίππους, όπου λατρεύονταν η Ίσις, ο Σέραπις ο

Ώρος/Αρποκράτης μαζί με τον Τελέσφορο, κατά τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς

χρόνους127

. Η βασιλική λατρεία, ένας άλλος θρησκευτικός θεσμός του Ελληνιστικού

κόσμου, εμφανίζεται στην Ανατολική Μακεδονία, αλλά δεν φαίνεται να κερδίζει

πολύ έδαφος, πράγμα το οποίο ίσως οφείλεται στην πιο τετριμμένη και λιγότερο

υποτακτική σχέση των Μακεδόνων με το βασιλέα τους128

.

Η ίδρυση της Ρωμαϊκής αποικίας στους Φιλίππους δεν άλλαξε πολύ το θρησκευτικό

τοπίο της περιοχής. Πιθανώς εισήγαγε την αυτοκρατορική λατρεία, στη διάδοση της

οποίας η παρουσία της αποικίας συνέβαλε πολύ, με την θέσπιση όλων των

συνηθισμένων ιερατικών αξιωμάτων στους Φιλίππους. Η λατρεία αυτή απολάμβανε

ευρεία υποστήριξη, δεδομένου ότι ταυτιζόταν από τους κατοίκους με άλλες

λατρείες129

. Εκτός από τους Φιλίππους, κάνει την εμφάνισή της στις Σέρρες, αλλά

και στην Αμφίπολη, όπου συνοδεύεται από αγώνες130

. Από τις λατρείες των κύριων,

επίσημων θεών του ρωμαϊκού κράτους, εγκαθίστανται αυτές του Jupiter Optimus

Maximus, της Juno, της Minerva, αλλά και του Mercurius στην χώρα της αποικίας131

.

Από αυτές τις θεότητες μερικές όντως αφομοιώνονται, αλλά οι ελληνικές και

θρακικές θρησκευτικές συνήθειες δέχονταν πιο εύκολα από όλους τον Liber Pater.

Αυτός, μαζί με την Libera, ηταν ο ρωμαϊκός θεός της ευφορίας και ήδη ταυτιζόταν με

τον Διόνυσο πριν την εμφάνιση του πρώτου στην Ανατολική Μακεδονία. Στις

επιγραφές των Φιλίππων συνοδεύεται από την Libera και τον Hercules, όπως και

στην Δράμα κατά το 2ον

-3ον

αι. μ.Χ.132

. Η λατρεία του ίδιου του Διονύσου

συνεχίζεται κατά τα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, υποστηριζόμενη από

θιάσους, οι οποίοι ελκύουν Έλληνες και Θράκες ως λατρευτές, αλλά και Ρωμαίους133

.

Κρίνοντας από την ασυνήθιστη και παράξενη επιγραφή που έχει διασωθεί στο

Δοξάτο, η λατρεία του θεού έχει εξελιχθεί σε μυστηριακή που προσέφερε μια

ανώδυνη και ευχάριστη μεταθανάτιο ζωή134

. Αυτή η ενασχόληση και φροντίδα για

την μεταθανάτιο ζωή, μαζί με το μεγάλο κύρος που δινόταν στο θεό σε αυτή την

περιοχή, μπορεί να αποτελεί το λόγο για τον οποίο προσκολλήθηκαν τα Rosalia, μια

ρωμαϊκή γιορτή, κατά την οποίαν οι τάφοι στολίζονταν με ρόδα135

. Δεν γίνονταν

όλες οι θεότητες που εισήχθησαν από τους Ρωμαίους δεκτές από τον ευρύτερο τοπικό

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

19

πληθυσμό. Η λατρεία του Silvanus, του θεού της υπαίθρου, του οποίου οι λατρευτές

προέρχονταν από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και ήταν πολύ καλά

οργανωμένοι, δεν εξαπλώηθηκε έξω από το αστικό κέντρο της αποικίας136

. Από την

άλλη, η λατρεία του ‘Θράκα ιππέα’, που εμφανιζόταν ως ο ΄Ήρως Αυλωνείτης, ήταν

τόσο ισχυρή έτσι, ώστε απέκτησε Έλληνες και Ρωμαίους ακόλουθους, αλλά και την

επίσημη στήριξη της αποικίας137

.

6.) Κοινωνία και Οικονομία στην Ανατολική Μακεδονία

Αν και με αργό ρυθμό, η φύση της κοινωνίας της Ανατολικής Μακεδονίας άλλαξε

βαθύτατα κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή. Στην αρχή της περιόδου, η ακτή

μεταξύ Αμφίπολης και Νεάπολης ήταν το περισσότερο ελληνοποιημένο τμήμα της

περιοχής, το οποίο είχε αποικισθεί από καιρό από τους Θάσιους, τα ίχνη των οποίων

παρέμειναν ορατά μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους138

. Φαίνεται ότι οι Θάσιοι ποτέ δεν

προωθήθηκαν βόρεια των Φιλίππων και ότι η λεκάνη του Αγγίτη παρέμεινε ανέγγιχτη

από την αστικοποίηση ελληνικού τύπου. Αντιθέτως, υπό τους Μακεδόνες, μετά τα

μέσα του 4ου

αι. π.Χ., τα φυλετικά χωριά της κοιλάδας του Στρυμόνα,

διασκορπισμένα σε γαίες με Μακεδόνες αποίκους, έγιναν πόλεις και συμπολιτείες139

,

και οι κάτοικοί τους απορρόφησαν τον μακεδονικό Ελληνισμό, όπως προκύπτει από

τους μακεδονικούς τάφους και τα ονόματα στην κοιλάδα του Στρυμόνα. Η

διαδικασία εξελληνισμού έθεσε τις βάσεις για μία αστική αριστοκρατία, στην οποία

στηρίχθηκε μεταγενέστερα η ρωμαϊκή αρχή140

. Η διαδικασία εξελληνισμού

δημιούργησε τις προϋποθέσεις μιας αστικής ανώτερης τάξης, στην οποία

στηρίχθηκαν αργότερα οι Ρωμαίοι. Ταυτόχρονα, η ελληνική αστικοποίηση δεν

περιελάμβανε τους κατοίκους της υπαίθρου, ίσως καλλιεργητές εξαρτημένους από το

βασιλέα ή την άλλη μακεδονική αριστοκρατία, οι οποίοι ζούσαν εκτός των

εξελληνισμένων αστικών οικισμών. Η τάξη αυτών των προσώπων, οι οποίοι μπορεί

να ήταν πολίτες, θα ήταν κατώτερη λόγω της εγκατάστασής τους στην ύπαιθρο. Από

την εποχή της κατίσχυσης των Μακεδόνων ανιχνεύονται σε διάφορα αστικά κέντρα,

κυρίως στην Αμφίπολη, πάροικοι, δηλ. ξένοι κάτοικοι141

.

Μετά την ήττα των Μακεδόνων το 167 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατάργησαν τη μοναρχία,

απομακρύνοντας τους άμεσους υποστηρικτές της. Αντιλαμβάνονταν και διοίκησαν

τη χώρα ως ένα άθροισμα πόλεων, οι οποίες –χωρίς καμμία εξαίρεση- υπέθαλπαν τις

τάσεις για μεγαλύτερη αυτονομία, αναγόμενες στην εποχή του Φιλίππου Ε΄. O

εναγκαλισμός των τοπικών ανώτερων τάξεων εκ μέρους των Ρωμαίων αύξησε την

αφοσίωσή των πρώτων στους επικυρίαρχους. Λίγο πριν από τα μέσα του 1ου

αι. π.Χ.

εμφανίζονται στη Μακεδονία Romani cives (Ρωμαίοι πολίται) and Italici (Ιταλιώται).

Σε άλλα σημεία της, πέραν της Ανατολικής Μακεδονίας, χαρακτηρίζονται ως

consistentes (εγκαταστημένοι), δηλ. μόνιμοι άποικοι με το δικαίωμα να κατέχουν γη

και οικία that (‘γης και οικίας έγκτησις’), ή ως negotiatores (συμπραγμευόμενοι)142

.

Τα ενδιαφέροντα των negotiatores επικεντρώνονταν γενικώς στο εμπόριο, τα

οικονομικά, την αγροτική φορολόγηση και τη γεωργία. Ίσως οι Ρωμαίοι άρχισαν να

εμφανίζονται σε μεγάλους αριθμούς στην Ανατολική Μακεδονία μόνον με την πρώτη

ίδρυση της αποικίας των Φιλίππων το 42 π.Χ. Οι Φίλιπποι ήταν μία νησίδα του

ρωμαϊκού τρόπου ζωής και πολιτισμού. Η θρησκευτική, πολιτική και πολιτιστική

οργάνωσή τους ήταν ολοκληρωτικά ρωμαϊκή. Η αρχιτεκτονική της αποικίας, με τη

ρωμαϊκή αγορά (forum) και το θέατρο, το οποίο, προσαρμοσμένο για θηριομαχίες,

προφανώς φιλοξενούσε και άλλα ρωμαϊκού τύπου θεάματα143

. Η λατινική παρέμεινε

η επίσημη γλώσσα της αποικίας μέχρι τον 2ο αι. μ.Χ., οπότε την αντικατέστησε η

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

20

ελληνική144

. Κρίνοντας από τα ονόματα στις επιγραφές των Φιλίππων, οι Θράκες

είναι οι μεγάλοι απόντες από την πόλη145

. Ενδεχομένως έμεναν στις κώμες (vici)

στην επικράτεια των Φιλίππων146

. Περαιτέρω, υπήρχε εβραϊκή κοινότητα στους

Φιλίππους, την οποία συνάντησε ο Παύλος στα τέλη του 49 μ.Χ., η οποία –αν και

πολυάνθρωπη- δε διέθετε συναγωγή αλλά συγκεντρωνόταν για να προσευχηθεί εκτός

πόλης147

. Υπήρχαν Εβραίοι διασκορπισμένοι σε διάφορες μακεδονικές πόλεις. Η

αντίστοιχη κοινότητα των Φιλίππων δεν ήταν σημαντική εκτός από το γεγονός ότι

συνδέθηκε με τη σταδιοδρομία του δεύτερου, στην τάξη, θεμελιωτή του

Χριστιανισμού, του Απόστολου Παύλου148

. Αν και ο τελευταίος επισκέφθηκε τους

Φιλίππους πάλι το 57 π.Χ., η παλαιοχριστιανική κοινότητα των Φιλίππων δεν

εμφανίζεται στις φιλολογικές πηγές. Σταυροί χαραγμένοι στους βράχους της

ακρόπολης, από κοινού με σύμβολα άλλων λατρειών149

, συνιστούν τη μόνη σχετική

αρχαιολογική μαρτυρία.

Τέλος, υπήρχαν οι σκλάβοι. Αν και η Θράκη ήταν μόνιμη πηγή σκλάβων, η χρήση

των ιδιόκτητων δούλων δεν πρέπει να ήταν διαδεδομένη στη Μακεδονία την εποχή

του Μακεδονικού βασιλείου150

. Εικάζεται ότι εντονότερη χρήση δούλων γίνεται στη

διάρκεια της ρωμαιοκρατίας, αφού οι σχετικές μαρτυρίες είναι πιο συγκεκριμένες.

Παρά την ποικιλία των φυσικών πόρων στην περιοχή, η οικονομική βάση αυτής της

κοινωνίας ήταν, φυσικά, αγροτική, όπως και στον υπόλοιπο ελληνο-ρωμαϊκό κόσμο.

Η απόκτηση μεγάλου πλούτου μάλλον ήταν δυνατή εδώ, όπως σε άλλα μέρη της

Μακεδονίας, όπως προκύπτει από την περίπτωση του C. Popillius Python από την

Βέροια151

. Οι Θράκες επίσης πλούτιζαν152

. Αυτός ο πλούτος προερχόταν –κατά τα

φαινόμενα- από τη γεωργία, καθώς καμμία άλλη δραστηριότητα του αρχαίου κόσμου

δεν ήταν δυνατόν να αποφέρει υψηλά εισοδήματα, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουμε

λίγα για την οργάνωση της κτήσης γης και της γεωργίας.

Οι μεγάλες πόλεις της περιοχής ήταν προφανώς κέντρα εμπορίου, στηριζόμενου

πρωτογενώς ή δευτερογενώς στη γεωργία. Οι Φίλιπποι επί της Εγνατίας και πλησίον

του λιμένα της Νεάπολης ήταν ιδεώδης τοποθεσία για εμπορικούς σκοπούς. Ο ρόλος

του εμπορίου στη ζωή της αποικίας είναι προφανής από τα καταστήματα στο

συγκρότημα της αγοράς (forum) και την ύπαρξη macellum153

.

Χωρίς αμφιβολία υπήρχαν τεράστιες διαφορές πλούτου μεταξύ των κατοίκων της

περιοχής. Η παρουσία πληβείων στους Φιλίππους των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών

χρόνων τεκμαίρεται από τον όχλο, ο οποίος επιτέθηκε κατά του Παύλου και του

Σύλλα. Το ίδιο προκύπτει και από τον φόβο για ταραχές εκ μέρους των αρχών της

πόλης, όταν αυτές αντέδρασαν πανικόβλητες στην παρουσία του Παύλου και του

συντρόφου του, διατάζοντας τη μαστίγωση και τη φυλάκισή τους154

. Από την άλλη

πλευρά, η από κοινού αναγραφή ελληνικών, ρωμαϊκών και θρακικών ονομάτων σε

σχέση με θρησκευτική ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα αποκαλύπτει καλές σχέσεις

μεταξύ των διαφόρων στοιχείων της ελληνορωμαϊκής κοινωνίας στην Ανατολική

Μακεδονία.

Περιοδικά

ΒCH = Bulletin de correspondence hellénique

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

21

SEG = Supplementum Epigraphicum Graecum

Άρθρα και Βιβλία

Collart 1937 = Collart, P. Philippes: Ville de Macédoine depuis ses origins

jusqu’à la fin de l’époque romaine (Paris, 1937)

Ellis 1983 = Ellis, J. R., ‘Zenith and End of the Macedonian Kingdom:

Political History’ 111-133 του Σακελαρρίου Μ.Β., (επιμ.)

Macedonia: 4000 Years of Greek History and Civilization (Aθήνα,

1988)

Gauthier, Hatzopoulos 1993 = Hatzopoulos, M. , Gauthier, P. La loi gymnasiarchique de Beroia

(Μελετήματα 16, Athens, 1993)

Ηammond 1983 = Hammond, N. G. L., ‘The Establishment and Consolidation of

the Kingdom of Macedonia: Political History’ 64-78 του

Σακελαρρίου Μ.Β., (επιμ.) Macedonia: 4000 Years of Greek

History and Civilization (Aθήνα, 1988)

Hansen, Nielsen 2004 = Hansen, M. H., Nielsen, T.H. An Inventory of Archaic and

Classical Poleis (Oxford, 2004)

Hatzopoulos 1996/1 = Hatzopoulos, M. Macedonian Institutions under the Kings Vol 1

A Historical and Epigraphic Study (Aθήνα, 1996)

Hatzopoulos 1996/ 2 = Hatzopoulos, M. Macedonian Institutions under the Kings Vol 2

A Historical and Epigraphic Study (Athens, 1996)

Kουκούλη-Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής 2006

= Kουκούλη-Χρυσανθάκη, Χ., Μπακιρτζής, Μ. Φίλιπποι (Αθήνα,

2006)

Λαζαρίδης 1993 = Λαζαρίδης, Δ. Αμφίπολις (Αθήνα, 1993)

Papazoglou 1983 = Papazoglou, F. ‘Macedonia under the Romans’, 192-207 του

Sakellariou, M. B. (ed.) Macedonia: 4000 Years of Greek History

and Civilization (Athens, 1983)

Papazoglou 1988 = Papazoglou, F. Les Villes de Macédoine à l’époque romaine,

BCH Supplement XVI (Athens, 1988)

Pilhofer 1995/ 1 = Pilhofer, P. Philippi 1 Die erste christliche Gemeinde Europas

(Tübingen, 1995)

Pilhofer 1995/ 2 = Pilhofer, P. Philippi 2 Die erste christliche Gemeinde Europas

(Tübingen, 1995)

Samsaris 1989 = Σαμσάρης, Δ. Κ., ‘La vallée du Bas Strymon’, Δωδώνη 18

(1989) 203-382

Σαμσάρης 1976 = Σαμσάρης, Δ. Κ., Ιστορική γεωγραφία της ανατολικής

Μακεδονίας κατά την αρχαιότητα (Θεσσαλονίκη, 1976)

Walbank 1983α

= Walbank, F. W., ‘Zenith and End of the Macedonian Kingdom:

Political History’ 133-158 του Σακελαρρίου Μ.Β., (επιμ.)

Macedonia: 4000 Years of Greek History and Civilization (Aθήνα,

1988)

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

22

Walbank 1983β = Walbank, F. W., ‘‘Zenith and End of the Macedonian Kingdom: Political, Social and

Economic Institutions’ 158-166 του Σακελαρρίου Μ.Β., (επιμ.)

Macedonia: 4000 Years of Greek History and Civilization (Aθήνα,

1988)

1 Ο όρος «Ανατολική Μακεδονία» είναι σύγχρονος και χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την

περιοχή ενδιαφέροντος αυτής της μελέτης, αφού κατά την αρχαιότητα δεν χρησιμοποιήθηκε κάποιος

ιδιαίτερος όρος. Παρομοίως, οι όροι ‘Ελληνιστικός’, ‘της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας’ και ‘Ρωμαϊκός

αυτοκρατορικός’ αναφέρονται, αντιστοίχως, στις περιόδους 323-31 π.Χ., 509-31 π.Χ. – 31 π.Χ. και 31

π.Χ. – 325 μ.Χ. Βλ. κατωτέρω και σημ. 35. 2 Για το χρόνο κατασκευής της Via Egnatia, βλ.: Π. Τσατσοπούλου-Καλούδη Εγνατία Οδός: Iστορία

και Διαδρομή στο Χώρο της Θράκης (Αθήνα, 2005) 7-10, 12, 19. 3 Σαμσάρης 1976, 48.

4 Ginouvès, Macedonia 21, Collart 1937 186, 186 σημ. 2 [check]

5 Σαμσάρης 1976, 29-30.

6 Samsaris 1989, 360, 360 σημ.. 4.

7 Σαμσάρης 1976, 28-29.

8 Samsaris 1989, 275 αρ. 111, 260.

9 Collart 1937, 186, 186 σημ. 6.

10 Σαμσάρης 1976 31-32.

11 Samsaris 1989, 361.

12 Για θεοκρασία Βένδιδος με Άρτεμη/Diana στους Φιλίππους: Collart 1937, 430-433.

13 Σαμσάρης 1976, 31.

14 Άργιλος, Ολδηνός: Σαμσάρης 1976, 332; Nέα Φυλή, Σέρρες: Samsaris 1989, 361.

15 Σαμσάρης 1976, 33.

16 Σαμσάρης 1976, 35-37.

17 Για το ανάθημα του Αύλου Καπρειλίου Τιμοθέου, βλ.: SEG 36 (1986) αρ. 587

18 Papazoglou 1983, 199

19 Σαμσάρης 1976 54-55.

20 Για τους Οδομάντες: Σαμσάρης 1976, 57-58·για τους Σιροπαίονες: Σαμσάρης 1976, 57-58.

21 Για τους Ηδωνούς: Σαμσάρης 1976, 62-63.

22 Για τους Πιέρες: Σαμσάρης 1976, 66.

23 Για τους Σιντούς: Σαμσάρης 1976, 56.

24Για τους Σαπαίους: Σαμσάρης 1976, 68-69.

25 Σαμσάρης 1976 ,79.

26 Για θασιακή εγκατάσταση στην ακτή της Πιερίας: Σαμσάρης 1976 ,71-76· για ίχνη παρουσίας

Παρίων και Θασίων στη θέση της Αμφίπολης: Λαζαρίδης, Αμφίπολις 14-15. 27

Βέργη: Inventory 858-859, αρ. 628 28

Για αθηναϊκό ενδιαφέρον από την εποχή του Πεισιστράτου: Λαζαρίδης, Αμφίπολις 16. 29

Για τη στρατηγική σπουδαιότητα της Αμφίπολης: Λίβιος 45.30.3. 30

Για την κατάκτηση της Μυγδονίας, Κρεστονίας, Ανθεμούντος και Βισαλτίας από τον Αλέξανδρο Α΄:

Sakellariou et al 1983, 26-27. 31

Σαμσάρης 1976 ,70, 70 n. 1. 32

Για τη μακεδονική ιστορία από τα μέσα του 5ου

αι. π.Χ. μέχρι την άνοδο του Φιλίππου Β΄στην

εξουσία βλ.: Sakellariou et al 1983 pp. 41-42. 33

Για την επέκταση του Φιλίππου Β΄ προς τα ανατολικά: Sakellariou et al 1983, 114-119. 34

Για τους Φάγρες: Hansen-Nielsen 2004, 864 no. 636˙ για τη Γαληψό: Hansen-Nielsen 2004, 861 αρ..

631˙ για την Απολλωνία: Hansen,-Nielsen, 2004 858 αρ. 627˙ για την Οισύμη: Hansen-Nielsen 2004,

864 αρ. 635. 35

Για το ανατολικό όριο του μακεδονικού κράτους: Hansen- Nielsen 2004, 794˙ Μ. Hatzopoulos ,

‘Décret pour un bienfaiteur de la cité de Philippes’ BCH 117 (1993) 315-326, ιδιαιτέρως 322, 323. Επί

Περσέα η μακεδονική επικράτεια ενδέχεται να περιελάμβανε την πεδιάδα τν Φιλίππων και την ακτή

της Πιερίας μέχρι τη Νεάπολη (Hatzopoulos, στο ίδιο 323). 36

Για την ανάπτυξη ισχυρής κεντρικής διοίκησης με στόχο τον περιορισμό της αυτονομίας των

πόλεων βλ.: Hatzopoulos 1996. 480-481. 37

Hansen-Nielsen 2004, 794. 38

Για τη συνέλευση εκάστης μερίδος: Hatzopoulos 1996/ 1, 257. 39

Για αξιωματούχους των μερίδων: Hatzopoulos 1996/1, 258.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

23

40

Για την κοινωνική επανάσταση του Φιλίππου Β΄: Hatzopoulos 1996/ 1, 267-269. 41

Για τους όρους της ειρήνης του 311 π.Χ. βλ.. : Διοδ. Σικελ. 19.105.1. 42

Πλουτ. Δημήτριος, 37. 43

Για την εισβολή στη Μακεδονία των Πύρρου και Λυσιμάχου το 287 π.Χ.: Πλουτ. Δημήτριος, 44,

Πλουτ. Πύρρος, 11. 44

Για το σύστημα διακυβέρνησης της δημοκρατικής Μακεδονίας: Papazoglou 1983, 192-193. 45

Σκορδίσκοι: Papazoglou 1983, 194. 46

Βησσοί: Papazoglou 1983 243-244 47

Collart 1937, 245-246. 48

Για τη Μακεδονία την εποχή του Αυγούστου και του Τιβερίου: Papazoglou 1983, 196-197· Collart

1937 246-255. 49

Αυτοκρατορική ανάμειξη στη συγκλητική δικαιοδοσία στη Μακεδονία: Papazoglou 1983, 197. 50

Για την εισβολή των Κοστοβόκων το 170/1 μ.Χ.: Papazoglou 1983, 198. 51

Ανάδυση των πόλεων στο τέλος της αρχαϊκής εποχής στην Κάτω Μακεδονία: Hatzopoulos 1996 /1,

464. 52

Αιτίες για αστάθεια στη Μακεδονία πριν από τον Φίλιππο: Hatzopoulos 1996/ 1, 463. 53

Hatzopoulos 1996 /1, 391-392. 54

Στο ίδιο, 156. 55

Σειρά ωνών από την Αμφίπολη από τα μέσα του 4ου

έως τον 3ο αι. π.Χ. χρονολογούνται από την

αναφορά στον οικείο επιστάτη και τον ιερέα του Ασκληπιού: Hatzopoulos 1996/2, αρ. 84-91 56

Hatzopoulos 1996/1, 427 57

Hatzopoulos 1996 1 392-393 58

Για επιστάτες στη Θεσσαλονίκη, Βέροια και Μίεζα: Hatzopoulos 1996/1, 156. 59

Hatzopoulos 1996/2 αρ. 84-91 (μέσα 4ου

αι. -3ος

αι. π.Χ.), αρ. 41 (243 π.Χ.), αρ. 61 (214-212 π.Χ.). 60

Hatzopoulos 1996/1, 151 61

Hatzopoulos 19961, 137-138. 62

Sakellariou et al 165-166˙ Hatzopoulos 1996/1, 432-433. 63

Άρχοντες στους Φιλίππους: Hatzopoulos 1996/2 αρ. 7 (4ος

αι. π.Χ. ;), αρ. 36 (243 π.Χ.), αρ. 37 (π.

200-175 π.Χ.)˙ άρχοντες στην Aμφίπολη: Hatzopoulos 1996/2 αρ. 41 (243 π.Χ.), αρ. 61 (214-212 π.Χ. 64

Πολέμαρχοι στην Αμφίπολη το 350-300 π.Χ. Hatzopoulos 1996/2 αρ. 64. 65

Eπιμεληταί: Hatzopoulos 1996/2 αρ. 16 (στην Αμφίπολη, 183-182 π.Χ.), αρ. 65 (l. 4, ‘[εμ]πορίου

επιμεληταί’, α΄ τρίτο του 2ου

αι. π.Χ.). 66

Tαμίαι:Hatzopoulos 1996/2 αρ. 36 (στους Φιλίππους, 243 π.Χ.), αρ.. 37 (στους Φιλίππους, 200-175

Β.C.) 67

Βλ.κ. σημ. 70. 68

Tαμίαι: Κασσάνδρεια, 243 π.Χ. (Hatzopoulos 1996/1, 144), Πέλλα, 243 π.Χ. (Hatzopoulos 1996/1

139), Θεσσαλονίκη, 223 π.Χ. (Hatzopoulos 1996/1, 142). 69

Gauthier, Hatzopoulos 1993, 155-172. 70

Nομοφύλακες στην Κασσάνδρεια το 243 B.C.: Hatzopoulos 1996/1, 143-144. 71

Eξετασταί στη Βέροια το π. 200-167 π.Χ.: Hatzopoulos 1996/1, 133. 72

Aγορανόμοι στη Βέροια τον ύστερο 2ο αι. π.Χ.: Hatzopoulos 1996/1, 150.

73 Στρατηγοί στην Κασσάνδρεια το 243 π.Χ.: Hatzopoulos 1996/1 132˙ στη Βέροια το 2

ο αι. π.Χ. και

πριν από 167 π.Χ.: Hatzopoulos 1996/1, 143. 74

Ψήφισμα εξορίας εκ μέρους του δήμου της Αμφίπολης Amphipolis, το 357 π.Χ.: Hatzopoulos

1996/2, 59 αρ. 40˙ πρέσβεις στην Αμφίπολη απευθύνονται στην εκκλησία ζητώντας αναγνώριση της

ασυλίας του ιερού του Ασκληπιού στην Κω, 243 π.Χ.: Hatzopoulos 1996/2, 60 αρ. 41; ˙ πρέσβεις

στους Φιλίππους απευθύνονται στην εκκλησία ζητώντας αναγνώριση της ασυλίας του ιερού του

Ασκληπιού στην Κω, 243 π.Χ.: Hatzopoulos 1996/2, 54 αρ. 36˙ η εκκλησία στους Φιλίππους τιμά

ευεργέτη, 200-175 π.Χ. Hatzopoulos 1996/2, 55-56 αρ. 37˙ αναφορά σε επιγραφή των Φιλίππων στο

δήμο των Φιλίππων (;): Hatzopoulos 1996 2/56 αρ. 38. 75

Hatzopoulos 1996/1, 139. 76

Στο ίδιο, 69-70. 77

Στο ίδιο, 1 64-68. 78

Για μια περίληψη των απόψεων για τις καταβολές και την εξέλιξη του ελληνιστικού κοινού των

Μακεδόνων.: Papazoglou 1988, 44-47. 79

Hatzopoulos 1996/1, 261-267, 272-322. 80

Στο ίδιο, 323-347. 81

Στο ίδιο, 431-442. 82

Στο ίδιο, 487-494.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

24

83

Αναφορά στο έτος βασιλείας του ηγεμόνα ως χρονολογικού μέσου στην Αμφίπολη: Hatzopoulos

1996/2 αρ. 41, l.2 (243 π.Χ., επί Αντιγόνου Δώσωνος), αρ. 61 (επί Φιλίππου Ε΄, 214/3 ή 213/2 π.Χ.),

αρ. 16 (επί Φιλίππου Ε΄, 183 π.Χ.). 84

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 36, l. 7 (Αντίγονος Δώσων, 243 π.Χ.). 85

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 39, ll. 17-19. 86

179 B.C. (;): Hatzopoulos 1996/2, αρ. 29. 87

Αίνιοι κάτοικοι στην Αμφίπολη προσφεύγουν στον Φίλιππο Ε΄ το Φεβρουάριο του 218 π.Χ..:

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 9 ll. 2-3. 88

Για εγγραφή αθλητών διαγωνιζόμενων σε στεφανίτες<αγώνες το 183/2 π.Χ.:Hatzopoulos 1996/2,

αρ. 16. 89

Στο ίδιο αρ. 6. 90

Για επαναβεβαίωση της απόφασης του Φιλίππου για τα όρια των Βραγυλίωνν το 2ο αι. μ.Χ.:

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 65. 91

Για το Διάγραμμα του Φιλίππου Ε΄σχετικά με τα στρατιωτική οργάνωση των Αμφιπολιτών:

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 12 (π. 200 π.Χ.). 92

Στο ίδιο, αρ. 14 (Οκτώβριος 193/192 π.Χ.). 93

Για την Αμφίπολη και Σκοτούσσα ως civitates liberae: Papazoglou 1983 198 94

Για το χρόνο ίδρυσης και την ονομασία της αποικίας: Collart 1937, 240-241. 95

Για αξιωματούχους και ιερατείο στους Φιλίππους: Collart 1937, 262-269. 96

Για την επικράτεια των Φιλίππων: Pilhofer 1995/1, 51-67. 97

Για τους Φιλίππους ως δικαιούχους του ius italicum: Papazoglou 1983, 197. 98

Στο ίδιο, 199. 99

Για βασιλική συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες και τους βασιλικούς παίδες: Gauthier,

Hatzopoulos 1993, 155-158. 100

Για τα Ολύμπια στο Δίον: Gauthier, Hatzopoulos 1993, 156. 101

Για εφήβους σε ρόλο υπερασπιστή στην Κασσάνδρεια, Θεσσαλονίκη: Gauthier, Hatzopoulos 1993,

162-163. 102

Για την παλαίστρα των Φιλίππων: Kουκούλη-Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής 2006, 45, fig. 35. 103

Για τον νόμο για τους εφήβους, 221-168 π.Χ..: Hatzopoulos 1996/2, no 42. 104

Εφήβαρχος, προστάτης στην Αμφίπολη, 4 μ.Χ.: SEG 51 (2001) αρ. 787. 105

Για τον εφηβαρχικό νόμο στην Αμφίπολη, 75-100 μ.Χ.: SEG 50 (1990) αρ. 522 (j). 106

Νέοι στην Αμφίπολη: SEG 51 (2001) αρ.. 786 (105/4 π.Χ.), SEG 43 (1983) αρ. 501 (76/77 μ.Χ.) 107

Νέοι στις Σέρρες: Samsaris 1989, 370. 108

Gauthier, Hatzopoulos 1993, 160. 109

Hatzopoulos 1996/2, αρ. 16. 110

Kουκούλη-Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής 2006 23-24 111

Samsaris 1989, 239 αρ. 41. 112

Για τ ο λουτρό του Οκταγώνου στους Φιλίππους την εποχή του Αυγούστου: Kουκούλη-

Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής 2006, 56˙ για τη λέσχη των λουτρών στους Φιλίππους, 2ο-3

ο αι.μ.Χ.

Kουκούλη-Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής 2006, 47, 48 εικ. 38, 39 113

Herodotus 7.111˙ Euripides Ρήσος 971-974˙ Pilhofer 1995/ 1˙ Samsaris 1976, 15. 114

Pilhofer 1995/ 1, 101, 101 αρ. 30. 115

Για τη Δράμα ως κέντρο της λατρείας του Διονύσου: Pilhofer 1995/1, 100-101, Pilhofer 1995/2 αρ.

499 (ελληνιστικών χρόνων), αρ. 500 (λατινική, για τοους Liber Pater, Libera και Hρακλή), αρ. 501a (2-

1αι. π.Χ..), αρ. 501b (2-3αι. μ.Χ.), αρ. 501c (λατινική, για τον Liber Pater), αρ. 501 d (4-3αι. π.Χ.). 116

Collart 1937, 423-425. 117

Για την Αρτέμιδα από κοινού με τον Απόλλωνα: Pilhofer 1995/2, αρ. 246 (στους Φιλίππους, π. 350-

300 π.Χ.) ˙ Samsaris 1989, 227 αρ. 29, 373 (Ηράκλεια Σιντική, 156 μ.Χ.). 118

Η Βένδις στους Φιλίππους: Collart 1937, 430-434. 119

Για την Αρτέμιδα Ταυροπόλο στην Αμφίπολη: Hatzopoulos 1996/2, αρ. 9 (218 π.Χ.), αρ. 29 (179

(;) π.X.), στην Ανδριανούπολη: RE. 5.1 , 35-36 . 120

Για την Αρτέμιδα Γαζωρία: Hatzopoulos 1996/2, 57 αρ. 39 (216/5-215/4 ή 174/3 π.Χ.). 121

Θεοφορικά ονόματα από τον Απόλλωνα: Samsaris 1989, 373; Θρακικά και ελληνικά ονόματα από

τον Δία: Samsaris 1989, 372-373˙ θεοφορικά ονόματα από τον Ερμή: Samsaris 198,9 374˙θεοφορικά

ονόματα από τον Ποσειδώνα: Samsaris 1989, 374. 122

Για πιθανό θεσμοφόριον στην Αμφίπολη: Λαζαρίδης 1993, 28-29. 123

Για τον Άττι και την Κυβέλη στην Αμφίπολη: Λαζαρίδης 1993, 47-52. 124

Για τον Ασκληπιό σε θεοφορικά ονόματα: Samsaris 198,9 374˙ για τον επώνυμο ιερέα του

Ασκληπιού στην Αμφίπολη: Hatzopoulos 1996/ 1, 153-154.

Α. Farrington, H Aνατολική Μακεδονία κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Περίοδο

25

125

Για τον Ηρακλή στην Ηράκλεια Σιντική: Samsaris 1989, 373-374. 126

Για αφιέρωμα του Φιλίππου Ε΄στον Σάραπι στην Αμφίπολη: Samsaris 1989, 375. 127

Για αιγυπτιακούς θεούς: Collart 1937, 409-410, 444-455˙ Κουκουλή-Χρυσανθάκη, Μπακιρτζής

Φίλιπποι 28. 128

Λατρεία των ηγεμόνων στη Μακεδονία: SEG 48 (1998) αρ. 708. 129

Για αυτοκρατορική λατρεία στους Φιλίππους: Collart 1937, 412. 130

Για αγωνοθέτη του Κοινού στις Σέρρες, 50-100 μ.Χ.: Samsaris 1989, 237, αρ. 37, 367; Amphipolis,

αρχιερεύς και αγωνοθέτης των Σεβαστών στην Αμφίπολη, 1-50 μ.Χ.: Samsaris 1989, 237, αρ. 38, 367. 131

Για το Δία στους Φιλίππους: Collart 1937, 393-394; Για την Ήρα στους Φιλίππους: Collart 1937,

395; Για την Αθηνά στους Φιλίππους: Collart 1937, 395-396˙ για τον Ερμή στους Φιλίππους: Collart

1937, 398-399. 132

Για τον Ηρακλή στους Φιλίππους: Collart 1937, 400-401, 414. 133

Για τη χωρική δικαιοδοσία των Φιλίππων Philippi και τους διονυσιακούς θιάσους: Collart 1937,

105. 134

Για την επιγραφή των διονυσιακών μυστηρίων του Δοξάτου: Pilhofer 1995/2, 429-431, αρ. 439. 135

Διαθήκη νεκρού για ετήσιο εορτασμό των Rosalia στο μνήμα: Pilhofer 1995/1, 103˙ Pilhofer

1995/2, αρ. 524, 525. Rosalia: Pilhofer 1995/ 1, 104˙ Papazoglou 1983, 206. 136

Για τη λατρεία του Σιλβανού στους Φιλίππους: Pilhofer 1995/1, 108-110. 137

Για τον Ήρωα Αυλωνείτη: Pilhofer 1995/ 1, 93-97. 138

Θασιακή παρουσία στην περιοχή: Σαμσάρης 1976, 76. 139

Hatzopoulos 1996/1, 70-72. 140

Για ονόματα σε μακεδονικούς τάφους: Σαμσάρης 1976, 354. 141

Για παροίκους: Σαμσάρης 1976, 83 142

Για Ρωμαίους κατοίκους ως consistentes και negotiatores στη Μακεδονία: Papazoglou 1983, 196,

196 σημ. 23. 143

Για ρωμαϊκού τύπου θεάματα στους Φιλίππους: Pilhofer 1995/1, 91˙ Collart 1937, 272. 144

Για κυριαρχία της λατινικής στους Φιλίππους, 1ος

-2ος

αι. μ.Χ.: Pilhofer 1995/1 91. 145

Απουσία Θρακών από την πόλη των Φιλίππων: Pilhofer 1995, 89. 146

Για τους κατοίκους των vici στην επικράτεια των Φιλίππων: Pilhofer 1995/1 88. 147

Για τον Παύλο στους Φιλίππους, 49 μ.Χ.: Πράξεις των Αποστόλων 16.11-40. 148

Για τους Εβραίους στην ανατολική Μακεδονία: Σαμσάρης 1976, 86-87. 149

Για τον Παύλο στους Φιλίππους και την πρωτοχριστιανική κοινότητα: Collart 1937, 456-466. 150

Possible small-scale use of chattel slavery in Macedonia under kings: Walbank ‘Macedonia’ 166. 151

Για τον C. Popillius Python¨Papazoglou 1983, 201, 201 σημ. 62. 152

Για πολύτιμες θρακικές σαρκοφάγους του 2ου

αι. μ.Χ.: Pilhofer 1995/ 1, 89. 153

Για τα καταστήματα και το macellum στους Φιλίππους: Pilhofer 1995/ 1, 83. 154

Πράξεις των Αποστόλων 16.20-23.