Ανιχνεύοντας την Πέλλα του 4ου αι. π.Χ./Tracing Pella of the 4th...

9

Transcript of Ανιχνεύοντας την Πέλλα του 4ου αι. π.Χ./Tracing Pella of the 4th...

Ανιχνεύοντας την Πέλλα του αι. ίτ,Χ.

Μαρία Λιλιμπάκη-Ακαμάτη, Νίκος Ακαμάτης

Η αποκάλυψη τα τελευταία χρόνια στην Πέλλα ευρημάτων που για πρώτη φορά βεβαιώνουν τη

διαχρονική κατοίκηση της μακεδόνικης πρωτεύουσας από την τφώιμη εποχή του χαλκού' έφερε στο επίκε-ντρο της έρευνας τη χωροθέτηση των οικιστικών εγκα-ταστάσεων των ττροϊστορικών και ιστορικών χρόνων πριν από το τέλος του 5°" au π JL Η ανεύρεση οργανω-μένων νεκροταφείων της εποχής του χαλκού, της επο-χής του σιδήρου αλλά και τάφων των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων σε δρόμους της αρχαίας πόλης^, στην περιοχή της νέας εισόδου του αρχαιολογικού χώ-ρου, υποδεικνύει τη θέση των οικισμών των χρόνων αυτών σε κοντινή απόσταση, voτιότεpα^ χωρίς όμως να μπορεί να γίνει ακόμα σαφέστερη χωροθέτησή τους. Μετά την αποκάλυψη των σημαντικών αυτών στοιχεί-ίΰν, επανερχόμαστε στην εξέταση του θέματος της θέ-σης της πόλης από τον ύστερο 5° ως και το τρίτο τέ-ταρτο του 4°" au π Χ , που αρκετές φορές ως σήμερα μας έχει απασχολήσει·*.

Αν και το αρχαιολογικό υλικό της ανωτέρω περιόδου, που τιροέρχεται από το νεκροταφείο της περιοχής της

1. LM. Ακαμάτης, «Προϊστορική Πέλλα. Νεκροταφείο Εποχής Χαλ-κού», στο Σ. Δρσϋγου, Δ. Ε»γενΐδου (επιμ.), Κερμάτια Φιλίας. Τιμητικός τόμος για τον Ιωάννη Τουράτσαγλου, τόμ. Β' (2009) 193 κ.ε.

2. Οι τάφοι αποκαλύφθηκαν κατά τις εργασίες επίστρωσης των δρόμων της αρχαίας πόλης, για να χρησιμοποιηθούν ως διαδρομές των επισκεπτών, στο πλαίσιο του έργου του ΤΔΠΕΑΕ «Συντήρηση-ανάδειξη αρχοαολογικού χώρου Πέλλας και τιεριοχής της». Για το έργο, βλ. συνο-λικά Μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη, «Το έργο της Ετπτροτιής Ανάδειξης Αρχαι-ολογικού Χώρου Πέλλας», στο Το έργο των Επιστημονικών Επιτροπών Αναστήλωσης, Συντήρησης και Ανάδειξης Μνημείων (2006) 443 κ.ε.

3. Κεραμική εποχής χοΛκού έχει βρεθεί και στην περιοχή του Φα-κού, βλ. Μ. Αιλιμπάκη-Ακαμάτη, ΑΕΜΘ 17,2003,466 και σημ. 10, αλ-λά και σε αποθέτη του δυηκού ελληνιστικού νεκροταφείου, βλ. Π. Χρυ-σοστόμου, ΑΕΜΘ 20, 2006, 641 κ.ε. Για ευρήματα προϊστορικών χρό-νων στην Πέλλα, βλ. και I. Ακαμάτης, ό.π. (σημ. 1), 213, σημ. 65.

4. Μ. Αιλιμπάκη-Ακαμάτη, «Στοιχεία για την Πέλλα του α' μισού του 4°" OL πΧ», Αρχαία Μακεδονία ΥΠ (2007) 585 κ.ε.

Αγοράς®, είναι πολυπληθές και ιδιαίτερα διαφωτιστικό για την κοινωνική και πολιτιστική δομή της πόλης, τα βέβαια οικιστικά κατάλοιπα αυτής της εποχής εξακο-λουθούν να είναι πολύ περιορισμένα®. Προσδιορίζεται, έτσι, από τη θέση του νεκροταφείου μόνο μια γενική χωροθέτηση της πόλης t o j v κλασικών χρόναιν νότια της Αγοράς (Σχ. 1). Τα λιγοστά ως σήμερα στοιχεία για την οικιστική φάση της μακεδονικής πρωτεύουσας της επο-χής αιττής εξακολουθούν να προέρχονται από την περι-οχή του ιερού του Δάρρωνος, όπως και παλαιότερα έχει αναφερθεΡ, και αντλούνται από σχετικά περιορισμένα αρχιτεκτονικά λείψανα, άφθονη, όμως, κεραμική και νο-μίσματα

5. Ι.Μ. Ακαμάτης, ΑΕΜΘ 4,1990,146 κ.ε., ο ίδιος, «Αγορά Πέλλας, 15 χρόνια αρχαιολογικής έρευνας». Αρχαία Μακεδονία VI, 1 (1999) 23 κ.ε. και σημ. 2-5.

6. Αυτό οφείλεται στην καταστροφή των αρχιτεκτονικών λειψάνων που προκάλεσε η ριζική ανοικοδόμηση κατά την επέκταση της πόλης στο τελευταίο τέταρτο του 4°° αι. π.Χ., αλλά και στην περιορισμένη ως σήμερα έρευνα παλαιότερων οικοδομικών φάσεων. Εδώ πρέπει να ση-μειωθεί ότι η ανασκαφική έρευνα της πόλης τόσο στην πρώτη περίοδο των ανασκαφών (1957-1963), όσο και στη νεότερη, είχε ως στόχο την αποκάλυψη της μορφής και την κατανόηση της λειτουργίας συγκεκρι-μένων κτηριακών συγκροτημάτων δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του πολεοδομικού συστήματος. Μόνον πε-ριστασιακά, με επιμέρους τομές δοκιμαστικού κυρίως χαρακτήρα, έχουν ερευνηθεί στρώματα παλαιότερων επιχώσεων σε επιλεγμένες περιοχές, είτε στο πλαίσιο ειδικών μελετών είτε κατά τις εργασίες συντήρησης και ανάδειξης του χώρου. Στις περισσότερες, όμως, περιπτώσεις η κάθετη έρευνα δεν είχε ως σήμερα ικανά αποτελέσματα, που θα βοηθούσαν στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης άποψης για τα οικιστικά κατάλοιπα της πόλης πριν από το τελευταίο τέταρτο του 4°" αι. π.Χ.

7. Συγκεκριμένα, προέρχονται από στρωματογραφικές τομές στο εσωτερικό μεγάλου κυκλικού κτηρίου με μικρότερες θόλους στην περι-φέρεκχ, που έχει συσχετισθεί με την ηρωική λατρεία του τοπικού θερα-πευτή θεού, καθώς και στο γειτονικό, στα ανατολικά, κτήριο το οποίο έχει ερμηνευθεί ως εστιατόριο, βλ. Μ. Αιλιμπάκη-Ακαμάτη, ΑΕΜΘ 10Α, 1996,93 κ.ε., όπου και όλη η σχετική με την έρευνα της περιοχής αυτής βιβλιογραφία. Η παρουσία στοιχείων της πρώιμης φάσης της πόλης, του πρώτου μισού του 4°" au π,Χ. (κυρίως κεραμική και νομίσματα), είναι βεβαιωμένη και σε επιχώσεις άλλων περιοχών της (οικοδομικά τετρά-γωνα οικίας κονιαμάτων, δημόσιου λουτρού, περιοχή Φάκου κλπ.).

Α Ν Ι Χ Ν Ε Ύ Ο Ν Τ Α Σ Τ Η Ν Π Ε Λ Λ Α Τ Ο Υ αι. π.Χ. 205

Σχ. I. Τοπογραφικό σχέδιο της Πέλλας.

206 τ ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ | 23, 2009

h.^A Εικ. I. Τείχος ανασκαφής 1977.

Με την πόλη των κλασικών χρόνων, από τη δεκαετία του '80, έχει σχετισθεί και ένα μνημείο που απασχόλησε αρκετά τους ανασκαφείς της Πέλλας ως σήμερα. Πρό-κειται για τα τμήματα τείχους που διασχίζει το κεντρικό τμήμα της ανασκαμμένης ελληνιστικής πόλης από ΝΑ προς ΒΔ®, με λοξή δηλαδή κατεύθυνση σε σχέση με τους άξονες του ρυμοτομικού σχεδίου της (Σχ. 1).

Τμήματα του τείχους αυτού, ένα με διαμορφωμένη πύλη, είχαν έρθει στο φως το 1977 (Εικ. 1). Αλλα τμή-ματά του ερευνήθηκαν τις περιόδους 1985-86' και 2008, δυτικότερα, σε δρόμους της αρχαίας πόλης με προσα-νατολισμό Β-Ν, όπου το τείχος δεν είχε ολοσχερώς κα-ταστραφεί από τη μεταγενέστερη ανοικοδόμηση.

Στη δημοσίευση του τμήματος του τείχους με την πύλη από τη Μ. Σιγανίδου, προτείνεται με επιφύλαξη ως χρόνος κατασκευής του η εποχή του Φιλίππου Β', χωρίς, όμως, να αποκλείεται και η εποχή του Αρχελά-

ου'®. Ακόμα, ενώ αναφέρεται η ύπαρξη ημικυκλικού πύργου στη βόρεια παρειά του τείχους, ανατολικότερα, στη μελέτη το μνημείο αναφέρεται ως νότιο τείχος της πόλης, και δεν ορίζεται με σαφήνεια η λειτουργία της πύλης, αποτέλεσμα προφανώς της προβληματικής που δημιουργούσε τότε η χωροθέτηση του τείχους μέσα στην ελληνιστική πόλη, αλλά και η ομοιομορφία προ-σανατολισμού του με αυτόν του βόρειου τείχους, της εποχής του Κασσάνδρου, βόρεια του ανακτόρου".

Αν και ο συσχετισμός του τείχους αυτού με την κλα-σική πόλη έγινε αρκετές φορές'^, η απουσία πρωιμότε-ρων του ύστερου 4°" αι. π.Χ. ανασκαφικών στοιχείων ως το 2009 μας απασχόλησε αρκετά, υποχρεώνοντάς μας να εξετάσουμε και άλλες πιθανές ερμηνείες του μνημείου'^, χωρίς, όμως, καμιά από αυτές να φαίνεται ικανοποιητική και να επιλύει τα σύνθετα προβλήματα μορφολογίας και λειτουργίας του μέσα στο χρονολογι-

8. Τα τμήματα του τείχους αποκαλύφθηκαν στη σωστική ανασκαφή που διενεργήθηκε σε τάφρο μεταφοράς νερού από τις πηγές της Αρα-βησσού στη Θεσσαλονίκη. Για την ανασκαφή αυτή, που είναι γνωστή ως ανασκαφή τομής ΟΥΘ, βλ. Μ. Σιγανίδου, «Τα τείχη της Πέλλας», στο Αμητός, Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο, τόμ. Β'(1987) 765 κ.ε.

9. Βλ. ό.π. (σημ. 8).

10. Μ. Σιγανίδου, ό.π. (σημ. 8), 778 κ.ε. 11. Για το τείχος αυτό, βλ. Μ. Σιγανίδου, ό.π. (σημ. 8), 771 κ.ε., Π.

Χρυσοστόμου, ΑΕΜΘ 10Α, 1996, 106 και σημ. 5, ο ίδιος, ΑΕΜΘ 15, 2001, 441 κ.ε., ο ίδιος, ΑΕΜΘ 16, 2002,447 κ.ε.

12. Βλ. ό.π. (σημ. 11). 13. Μ. Αιλιμπάκη-Ακαμάτη, ΑΕΜΘ 6, 1992, 129 κ.ε., η ίδια, ό.π.

(σημ. 4), 593 κ.ε.

α ν ι χ ν ε ύ ο ν τ α ς τ η ν Π Ε Λ Λ Α Τ Ο Υ 4°"^ αι. π . Χ . 207

Σχ. 2. Κάτοψη ανασκαφικής τομής 2009 (σχεδιαστική αποτύπωση Μ. Γκάτζιου).

Εικ. 2. Τείχος ανασκαφής 2009, από νότια.

208 το ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ | 23, 2009

EiK. 3. Τείχος ανασκαφής 2009, νότια παρειά.

κό πλαίσιο που όριζαν τα ανασκαφικά στοιχεία. Έτσι, το 2009, έχοντας πλέον υπόψη τα νέα δεδομένα της έρευνας για τη διαχρονική κατοίκηση της περιοχής και τη συστηματικότερη μελέτη ευρημάτων του και αι. π.Χ., κυρίως της κεραμικής, διενεργήθηκε μικρής κλίμακας έρευνα δοκιμαστικού χαρακτήρα στο ανατο-λικό τμήμα του οικοδομικού τετραγώνου της οικίας των κονιαμάτων. Αναμέναμε συγκεκριμένα εδώ τη συ-νέχεια του τείχους που είχε αποκαλυφθεί το 2008 στον δρόμο ανατολικά του τετραγώνου (Σχ. 2). Η διατήρη-ση του τείχους οφείλεται στην ύπαρξη ανοικτού χώρου στο τμήμα αυτό του τετραγώνου κατά την ελληνιστική εποχή με δάπεδο από πατημένο πηλόχωμα. Τον χώρο διέτρεχε από ΒΔ-ΝΑ πήλινος αγωγός, που κατέστρεψε το τείχος δυτικότερα. Το νέο τμήμα του τείχους, πλά-τους 3,00 μ., σώζεται σε μήκος 5,30 μ. Δυτικά του αγω-γού που το κατέστρεψε διατηρείται μόνο στρώμα λα-τύπης από τη λάξευση των λιθοπλίνθων του. Το τείχος είναι θεμελιωμένο στο παρθένο έδαφος. Από το κατώ-τερο λίθινο τμήμα του σώζεται καλύτερα το νότιο μέ-τωπο, το οποίο διατηρείται σε ύψος 0,65 μ. περίπου. Είναι κτισμένο με ανισοϋψείς εγγώνιους λίθους διαφό-ρων μεγεθών, επιμελώς επεξεργασμένων με βελόνι (Εικ. 2, 3). Η εσωτερική πλευρά τους, που δεν ήταν ορατή, έχει μείνει αδρή. Από το βόρειο μέτωπο σώζεται μόνον η θεμελίωση, ενώ σε καλή κατάσταση διατηρεί-ται το γέμισμα ανάμεσα στις δύο παρειές, το οποίο

αποτελείται από εμπλεκόμενους αδρούς λίθους διαφό-ρων μεγεθών".

Διαφωτιστικά για την περίοδο κατάργησης του τεί-χους αυτού είναι τα ευρήματα ωοειδούς σχήματος αποθέτη που αποκαλύφθηκε στο νοτιοδυτικό τμήμα της ανασκαφικής τομής (Εικ. 4). Ο αποθέτης ο οποίος κατέστρεψε το τείχος, καταλαμβάνοντας μικρό μέρος του νότιου τμήματός του^^, ήταν γεμάτος με στάχτη και αρκετά τμήματα πλίνθων, πιθανότατα της ανωδο-μής του. Με βάση την κεραμική, που ήταν πολυπληθής και ομοιογενής χρονικά, ο αποθέτης μπορεί να χρονο-λογηθεί στο τελευταίο τέταρτο του αι. π.Χ. Στο εσωτερικό του βρέθηκαν αρκετά τμήματα σκυφιδίων και λύχνων (Εικ. 5, 6), τμήμα λοπάδας και ενεπίγρα-φου κανθάρου. Τη χρονολόγηση επιβεβαιώνουν τέσ-σερα χάλκινα νομίσματα Αλεξάνδρου Γ' (Εικ. 7) και ένα διαβρωμένο χάλκινο Φιλίππων. Παρόμοια ανα-σκαφικά δεδομένα προέκυψαν και από την έρευνα στη βόρεια παρειά του τείχους, καθώς στο βάθος της υπο-θεμελίωσης βρέθηκε κεραμική του δεύτερου μισού του 4°" αι. π.Χ., με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τμήμα σκυφιδίου σε κατατομή (Εικ. 8).

14. Για το εσωτερικό γέμισμα των τειχών (έμπλεκτον), βλ. Θ. Στεφα-νίδου-Τιβερίου, Ανασκαφή Δίου, 1. Η οχύρωση (1998) 135, σημ. 209.

15. Τα βόρεια όρια του αποθέτη απέχουν 0,30 μ. περίπου από τη νό-τια παρειά του τείχους.

α ν ι χ ν ε ύ ο ν τ α ς τ η ν Π Ε Λ Λ Α Τ Ο Υ 4°"^ αι. π . Χ . 209

EiK. 5. Τμήμα σκυφιδίου από τον αποθέτη.

Εικ. 6. Τμήμα λύχνου από τον αποθέτη.

Εικ. 7. Χάλκινο νόμισμα Αλεξάνδρου Γ.

Εικ. 8. Σκυφίδιο (τομή κατά μήκος της βόρειας παρειάς).

Εικ. 4. Τείχος ανασκαφής 2009 και αποθέτης, από ανατολικά. Εικ. 9. Τμήμα ερυθρόμορφου ασκού (τομή νότιας παρειάς).

Εικ. 10. Τμήμα ενεπίγραφης βά-σης αγγείου (τομή νότιας πα-ρειάς).

Έτσι, ο ύστερος αι. π.Χ. μπορεί να αποτελέσει ένα ασφαλές terminus ante quem για τη χρήση του τεί-χους, για την ακριβή, όμως, χρονολόγηση της κατα-σκευής του είμαστε υποχρεωμένοι να βασισθούμε σε ένα συνδυασμό ανασκαφικών και τοπογραφικών στοι-χείων. Η τοιχοδομία ως μέσο χρονολόγησης, όπως και σε άλλες περιπτώσεις τειχών, και εδώ δεν είναι ασφα-λής, εφόσον το συγκεκριμένο σύστημα χρησιμοποιεί-ται γενικά από το δεύτερο μισό του 5°" αιώνα ως το τέλος του αι. π.Χ. με τοπικές διαφοροποιήσεις'®. Τα πρωιμότερα ανασκαφικά στοιχεία ανθρώπινης εγκατά-στασης στην ανασκαφική τομή ανάγονται στην πρώι-μη εποχή του χαλκού και στην εποχή του σιδήρου. Στην πρώτη περίοδο χρονολογούνται λιγοστά όστρα-

16. Παρόμοια σχεδόν με το τείχος της Πέλλας τοιχοδομία έχει το τείχος που ερευνήθηκε στην παραλία του σύγχρονου οικισμού της Ν. Καλλικράτειας Χαλκιδικής, βλ. Ά. Μπιλούκα, Γ. Γραικός, ΑΕΜΘ 14, 2000, 304 κ.ε.

κα που σχετίζονται πιθανότατα με το νεκροταφείο που εντοπίστηκε νοτιότερα. Στην εποχή του σιδήρου ανή-κουν τρεις ταφές, οι οποίες εντάσσονται στο νεκροτα-φείο της εποχής αυτής και καταστράφηκαν από το τεί-χος, που πάτησε επάνω τους'^ (Εικ. 11, 12, 13). Όπως απέδειξε η μελέτη της στρωματογραφίας, το τείχος κα-τασκευάστηκε επάνω στο νεκροταφείο της εποχής του σιδήρου, χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου μεταγενέστε-ρου αρχαιολογικού στρώματος, στοιχείο που δυσχε-ραίνει τη χρονολόγησή του, αλλά είναι συγχρόνως και μια ένδειξη πρωιμότητας. Αδιατάρακτα στρώματα, που μπορούν να συμβάλλουν στη χρονολόγηση, αποτε-λούν τα στρώματα λατύπης της λάξευσης των λιθο-πλίνθων της οχύρωσης που εντοπίστηκαν δυτικά του

17. ο ένας τάφος, λιθοπερίκλειστος, ήταν κτερισμένος με δίωτη χει-ροποίητη φιάλη. Ο δεύτερος, λακκοειδής, περιείχε γυναικεία ταφή σε ύττΓία στάση, με δύο χάλκινα ψέλλια στους βραχίονες. Ο τρίτος, λακκο-ειδής, τάφος ήταν παιδικός με μοναδικό κτέρισμα έναν μόνωτο σκύφο.

210 τ ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ | 23, 2009

Εικ. II. Τάφος εποχής σιδήρου.

Εικ. 12. Κτέρισμα τάφου εποχής σιδήρου. Εικ. 13. Κεραμική εποχής σιδήρου.

μεταγενεστερου αγωγού και κατα μήκος του νοτίου μετώπου του τείχους. Για την επιβεβαίωση των ανωτέ-ρω ανασκαφικών δεδομένων πραγματοποιήθηκαν στρωματογραφικές τομές και στο γέμισμα του εσωτε-ρικού του τείχους τόσο στο τμήμα που βρέθηκε στο τετράγωνο της οικίας των κονιαμάτων, όσο και σ' αυτό της περιοχής της πύλης. Τα αποτελέσματα της έρευνας σε όλες τις τομές ήταν παρεμφερή. Βρέθηκε κυρίως κε-ραμική εποχής σιδήρου, που συνδέεται με το νεκροτα-φείο της. Η μεταγενέστερη κεραμική ήταν δυστυχώς εξαιρετικά περιορισμένη και αποσπασματική. Στα χα-ρακτηριστικότερα παραδείγματα συγκαταλέγεται μι-κρό τμήμα ερυθρόμορφου ασκού, όπου αποδίδεται πι-θανόν ράμφος πτηνού και τμήμα βάσης bolsal με graf-

fito τέσσερα Δ (Εικ. 9, 10). Τα όστρακα αυτά παραπέ-μπουν με κάθε επιφύλαξη στο τελευταίο τέταρτο του

αι. π.Χ. ή στις αρχές του αι. π.Χ. Τον προσδιορισμό του χρόνου κατασκευής του τεί-

χους με βάση τα στοιχεία που προαναφέραμε μπορεί να ενισχύσει και η θέση των τάφων του αι. π.Χ., καθώς και η μελέτη της κεραμικής, κυρίως της ερυθρό-μορφης, η οποία βρέθηκε νότια και βόρεια της οχύρω-σης. Οι τάφοι του 5™ αι. π.Χ. που αποκαλύφθηκαν τα τελευταία χρόνια νότια του τείχους χρονολογούνται ως και το τρίτο τέταρτο του 5™ αι. π.Χ. Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα απουσιάζουν ταφές του τέλους του και του πρώτου μισού του 4™ αι. π.Χ., οι οποίες εντοπίζονται μόνο βόρεια του τείχους.

ΑΝΙΧΝΕΎΟΝΤΑΣ Τ Η Ν ΠΕΛΛΑ ΤΟΥ 4°"^ αι. π.Χ. 211

στην περιοχή της Αγοράς'®. Όσον αφορά στην κεραμι-κή, έχει διαπιστωθεί ότι νότια του τείχους παρουσιάζε-ται σταδιακή αύξηση ερυθρόμορφης κεραμικής της τελευταίας δεκαετίας του αι. π.Χ. ως και τα μέσα του αι. π.Χ. Συναντάται μεγάλη ποικιλία σχημάτων, κρατήρες, πελίκες, ασκοί, σκύφοι, κύλικες, λήκυθοι, λεκανίδες, πυξίδες, που παραπέμπουν σε οικιστική χρήση του χώρου. Αντίθετα, η ερυθρόμορφη κεραμική του ύστερου 5°" και των αρχών του αι. π.Χ. που βρέθηκε βόρεια του τείχους είναι σχετικά περιορισμένη σε αριθμό και περιλαμβάνει κυρίως αρυβαλλοειδείς ληκύθους και πελίκες, σχήματα δηλ. που παραπέμπουν σε ταφική χρήση και συνδέονται κατά συνέπεια με το νεκροταφείο της περιοχής της Αγοράς. Με συνδυασμό, λοιπόν, όλων των παραπάνω στοιχείων θα μπορούσε να υποστηρίξει πλέον κανείς, με τα ως σήμερα ανα-σκαφικά δεδομένα, τη χρονολόγηση'' της κατασκευής του τείχους αυτού στο τέλος του ή στις αρχές του

αι. π.Χ., μια περίοδο στην οποία η στρατηγική της άμυνας των πόλεων αρχίζει να διαφοροποιείται από αυτήν του αι. π.Χ., καθώς προσαρμόζεται πλέον στις απαιτήσεις για δημιουργία ισχυρών αμυντικών έρ-γων που επέβαλε η εφαρμογή νέων πολιορκητικών πρακτικών^". Το τείχος αυτό είναι πολύ πιθανό να δέ-χθηκε επισκευές ή και να ανοικοδομήθηκε σε τμήματά του μέσα στον 4° αι.

Για την Πέλλα του τέλους του και του πρώτου μισού του 4°" αι. π.Χ., όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, δεν υπάρχουν ακόμα πολλά στοιχεία. Ωστόσο, υπάρ-χουν ενδείξεις για την ύπαρξη ορθοτομημένων οικοδο-μικών τετραγώνων από το τέλος του αι. π.Χ., η χω-ροθέτηση των οποίων καθόρισε πιθανότατα και τη μορφή της επέκτασης της πόλης στα πρώιμα ελληνι-στικά χρόνια (Σχ. 1). Συγκεκριμένα, στο εσωτερικό του

κυκλικού κτηρίου της περιοχής του ιερού του Δάρρω-νος αποκαλύφθηκαν λείψανα παλαιότερου κτίσματος, ο εξωτερικός τοίχος του οποίου συμπίπτει με την εξω-τερική γραμμή του τετραγώνου της πρώιμης ελληνι-στικής εποχής^^. Ακόμα, η πύλη του τείχους της κλασι-κής πόλης συμπίπτει, με μικρή απόκλιση, με μνημειακό δρόμο, πλάτους 9,00 μ., της ελληνιστικής πόλης, γεγο-νός που υποδεικνύει την ύπαρξη ανάλογης οδικής αρ-τηρίας και στην κλασική πόλη, νότια της πύλης^^. Τέ-λος, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η ομοιότητα προσα-νατολισμού που έχουν τα βόρεια σκέλη των τειχών της κλασικής και ελληνιστικής πόλης, βόρεια του ανακτό-ρου. Η ομοιότητα αυτή υποδεικνύει σύγχρονη χάραξη. Βέβαια, το τείχος, βόρεια του ανακτόρου, χρονολογεί-ται, με τα ως σήμερα γνωστά στοιχεία, στα πρώιμα ελ-ληνιστικά χρόνια. Δεν αποκλείεται, όμως, το τείχος αυτό να κατασκευάστηκε πάνω σε παλαιότερο, του τέ-λους του - αρχών αι. π.Χ., που θα προστάτευε το ανακτορικό συγκρότημα της εποχής αυτής^"*. Οι παρα-τηρήσεις αυτές υποδεικνύουν τη διατήρηση των πολε-οδομικών αξόνων της κλασικής πόλης κατά την ανοι-κοδόμηση της στο τελευταίο τέταρτο του αι. π.Χ.25.

Στο πλαίσιο όσων προαναφέραμε, που πιστεύουμε ότι θα απασχολούν για πολύ ακόμα την έρευνα της Πέλλας, φαίνεται η τείχισή της και η εφαρμογή πολεο-δομικού σχεδίου με ορθογώνια τετράγωνα να συνδέε-ται πλέον με περισσότερα στοιχεία με την εποχή του Αρχελάου, ο οποίος σύμφωνα με τον Θουκυδίδη^® «...τά νύν έν τή χώρα φκοδόμησε και όδούς εύθεϊας έτεμε και τάλλα διεκόσμησε τά (τε) κατά τόν πόλεμον ΐπποις και δπλοις και τή άλλη παρασκευή κρείσσονι ή ξύμπαντες οί άλλοι βασιλής όκτώ οί πρό αύτοϋ γενό-μενοι».

Έδεσσα, ΙΖ' Εφορεία Προϊστορικών

και Κλασικών Αρχαιοτήτων

18. Βλ. ό.π. (σημ. 5). 19. Για τη χρονολόγηση του τείχους των Αιγών στα μέσα του αι.

π.Χ., βλ. Α. Κοτταρίδη, ΑΕΜΘ 18, 2004, 536 κ.ε. 20. Γ, Σταϊνχάουερ, Ο πόλεμος στην αρχαία Ελλάδα (2000) 169 κ.ε. 21. Ιδίως σε ταραγμένες περιόδους, όπως π.χ. αυτή της κατάληψης

της πόλης από τους Χαλκιδείς το 382 π.Χ., βλ. Ν. Hammond, G. Griffith, Ιστορία της Μακεδονίας, τόμ. Β' (1995) 207.

22. Βλ. ό.π. (σημ. 7). 23. Με βάση τις θέσεις του βόρειου τείχους της κλασικής πόλης και

των αρχιτεκτονικών λειψάνων στην περιοχή του Φάκου, που θα ήταν στο τέλος του 5°" αι. π.Χ. παραθαλάσσια, το μήκος της πόλης των κλα-σικών χρόνων στον άξονα Β-Ν υπολογίζεται σε 1.000 μ. περίπου.

24. Η ομοιότητα του προσανατολισμού θα μπορούσε να δικαιολο-γηθεί από την παρόμοια διαμόρφωση του εδάφους στις δύο περιοχές, πράγμα, όμως, που δεν μπορεί να δεχθεί κανείς αβασάνιστα, καθώς αυ-τές απέχουν περίπου 1.250 μ. μεταξύ τους.

25. Στην Πέλλα οι άξονες των κάθετων, Β-Ν, δρόμων και των οχυ-ρώσεων δεν σχηματίζουν μεταξύ τους ορθές γωνίες. Έτσι, εδώ δεν φαί-νεται να ισχύει ο εναρμονισμός τετράγωνου σχήματος οχύρωσης και οδικών αξόνων, που εφαρμόζεται ευρύτατα από τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια και εξής, βλ. Στεφανίδου-Τιβερίου, ό.π. (σημ. 14), 218 κ.ε.

26. Θουκυδίδης, II, 100.1-2.

212 ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ | 23, 2009