Θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα εφαρμογής δομικών...

9
1 Θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα εφαρμογής δομικών ενισχύσεων με μεταλλικά στοιχεία σε μνημεία Πέτρος Κουφόπουλος Αρχιτέκτων αναστηλωτής, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Μαρίνα Μυριανθέως Κουφοπούλου Αρχιτέκτων αναστηλώτρια, ερευνήτρια Η παρούσα εργασία αφιερώνεται στον καθ/τή μας Χαράλαμπο Μπούρα, που πρώτος δίδαξε την επιστημονικά τεκμηριωμένη αναστήλωση στην Ελλάδα. 1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Σε ένα ιστορικό κτήριο ή μνημείο οι συνήθεις δομικές βλάβες, όπως ρωγμές και παραμορ- φώσεις, αποτελούν τον κανόνα. Επειδή όμως, σύμφωνα με διεθνείς χάρτες και συμβάσεις «η διαδικασία της αποκαταστάσεως είναι μια επέμβαση υψηλής εξειδικεύσεως που επιβάλλεται να γίνεται κατεξαίρεσιν» (χάρτης Βενετίας, άρθρο 9), θα πρέπει πάντα αυτές να αξιολογούνται με τρόπο που να τεκμηριώνεται η επικινδυνότητα της καταστάσεως του μνημείου και το κατεξαίρεσιν της κάθε περιπτώσεως. Όταν οι βλάβες είναι τοπικές και μικρής σημασίας (θέσεις αρμών φάσεων, κλειδιά τόξων, διόγκωση μεταλλικών στοιχείων κλπ) αρκούν προσεγμένες τοπικού χαρακτήρα κατάλληλες επισκευές. Όταν όμως οι ζημιές επηρεάζουν την ευστάθεια του μνημείου (καθιζήσεις, κίνδυνος από σεισμούς, πρόσθετη επιβάρυνση από φορτία της νέας χρήσης, κλπ) χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή στη μελέτη και στο σχεδιασμό ώστε να αιτιολογηθεί πλήρως το κατεξαίρεσιν. Εικ.1-4 Παραδοσιακός οικισμός Πάους Αχαΐας, νεοκλασικό στην Πολυγνώτου 1 Αθήνα, ναός στην Πύλο Μεσσηνίας, Ανατ. Πτέρυγα Μονής Παντοκράτορος Αγ. Όρους. ∆υστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις επεμβάσεων σε ιστορικά κτήρια η έκταση των ενι- σχύσεων είναι σημαντική με αποτέλεσμα την έντονη αλλοίωση ή και την πλήρη καταστροφή τους. Τέποιες επεμβάσεις είναι η διατήρηση μόνον της προσόψεως (gutting), η ενίσχυση με εκτοξευόμενο σκυρόδεμα (gunite), η εκτεταμένη ανακατασκευή που αντικαθιστά το αυθεν- τικό υλικό, κλπ. Έτσι κατά την επέμβαση προκαλούνται αλλαγές στα γεωμετρικά και μορφο- λογικά χαρακτηριστικά του κτηρίου και καταστροφές των αυθεντικών υλικών δομής, που συχνά ισοδυναμούν με την καταστροφή από εγκατάλειψη και φυσικά αίτια. Χάνουμε έτσι, εν ονόματι μάλιστα της αποκατάστασης’, το περιορισμένο ιστορικό κτηριακό απόθεμα που μας έχει απομείνει. H δικαιολογία ότι στα πλαίσια του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου η ευθύνη του μελετητή μηχανικού για τη στατική επάρκεια του κτίσματος και την ασφάλεια των χρηστών του οδηγεί αναπόφευκτα στις αναφερόμενες βαρειές επεμβάσεις είναι γνωστή. Για το θέμα αυτό έχει γίνει εκτεταμένος δημόσιος διάλογος 1 τα τελευταία χρόνια και γίνεται

Transcript of Θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα εφαρμογής δομικών...

1

Θεωρητικά και πρακτικά ζητήµατα εφαρµογής δοµικών ενισχύσεων µε µεταλλικά στοιχεία σε µνηµεία Πέτρος Κουφόπουλος Αρχιτέκτων – αναστηλωτής, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστηµίου Πατρών Μαρίνα Μυριανθέως – Κουφοπούλου Αρχιτέκτων – αναστηλώτρια, ερευνήτρια

Η παρούσα εργασία αφιερώνεται στον καθ/τή µας Χαράλαµπο Μπούρα, που πρώτος δίδαξε την επιστηµονικά τεκµηριωµένη αναστήλωση στην Ελλάδα.

1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Σε ένα ιστορικό κτήριο ή µνηµείο οι συνήθεις δοµικές βλάβες, όπως ρωγµές και παραµορ-φώσεις, αποτελούν τον κανόνα. Επειδή όµως, σύµφωνα µε διεθνείς χάρτες και συµβάσεις «η διαδικασία της αποκαταστάσεως είναι µια επέµβαση υψηλής εξειδικεύσεως που επιβάλλεται να γίνεται κατ’ εξαίρεσιν» (χάρτης Βενετίας, άρθρο 9), θα πρέπει πάντα αυτές να αξιολογούνται µε τρόπο που να τεκµηριώνεται η επικινδυνότητα της καταστάσεως του µνηµείου και το κατ’ εξαίρεσιν της κάθε περιπτώσεως. Όταν οι βλάβες είναι τοπικές και µικρής σηµασίας (θέσεις αρµών φάσεων, κλειδιά τόξων, διόγκωση µεταλλικών στοιχείων κλπ) αρκούν προσεγµένες τοπικού χαρακτήρα κατάλληλες επισκευές. Όταν όµως οι ζηµιές επηρεάζουν την ευστάθεια του µνηµείου (καθιζήσεις, κίνδυνος από σεισµούς, πρόσθετη επιβάρυνση από φορτία της νέας χρήσης, κλπ) χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή στη µελέτη και στο σχεδιασµό ώστε να αιτιολογηθεί πλήρως το κατ’ εξαίρεσιν.

Εικ.1-4 Παραδοσιακός οικισµός Πάους Αχαΐας, νεοκλασικό στην Πολυγνώτου 1 Αθήνα, ναός στην Πύλο Μεσσηνίας, Ανατ. Πτέρυγα Μονής Παντοκράτορος Αγ. Όρους.

∆υστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις επεµβάσεων σε ιστορικά κτήρια η έκταση των ενι-σχύσεων είναι σηµαντική µε αποτέλεσµα την έντονη αλλοίωση ή και την πλήρη καταστροφή τους. Τέποιες επεµβάσεις είναι η διατήρηση µόνον της προσόψεως (gutting), η ενίσχυση µε εκτοξευόµενο σκυρόδεµα (gunite), η εκτεταµένη ανακατασκευή που αντικαθιστά το αυθεν-τικό υλικό, κλπ. Έτσι κατά την επέµβαση προκαλούνται αλλαγές στα γεωµετρικά και µορφο-λογικά χαρακτηριστικά του κτηρίου και καταστροφές των αυθεντικών υλικών δοµής, που συχνά ισοδυναµούν µε την καταστροφή από εγκατάλειψη και φυσικά αίτια. Χάνουµε έτσι, εν ονόµατι µάλιστα της ‘αποκατάστασης’, το περιορισµένο ιστορικό κτηριακό απόθεµα που µας έχει αποµείνει. H δικαιολογία ότι στα πλαίσια του ισχύοντος νοµοθετικού πλαισίου η ευθύνη του µελετητή µηχανικού για τη στατική επάρκεια του κτίσµατος και την ασφάλεια των χρηστών του οδηγεί αναπόφευκτα στις αναφερόµενες βαρειές επεµβάσεις είναι γνωστή. Για το θέµα αυτό έχει γίνει εκτεταµένος δηµόσιος διάλογος1 τα τελευταία χρόνια και γίνεται

2

σταδιακά αντιληπτό σε όλους ότι χρειάζεται να θεσµοθετηθεί άµεσα µια κανονιστική διάταξη. Πρέπει στο σηµείο αυτό να τονιστεί ο ουσιαστικός ρόλος που πρέπει να έχει ο εξειδικευµένος αρχιτέκτονας, που έχει τη βαθύτερη γνώση του µνηµείου από την αποτύπωση-τεκµηρίωση και την αναγνώριση του δοµικού συστήµατος και των ιδιαιτεροτήτων του, στη διατύπωση των κριτηρίων του σχεδιασµού και τη διαµόρφωση των προτάσεων ενίσχυσης. Το σοβαρό αυτό πρόβληµα της σύγκρουσης µεταξύ της δεοντολογίας µεταχείρισης των µνη-µείων και των ιστορικών κτηρίων και της εξασφάλισης της στατικής τους επάρκειας µας έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη στη µελετητική και αναστηλωτική δραστηριότητά µας την τε-λευταία δεκαπενταετία. Μελετήθηκαν κατά περίπτωση, σε συνεργασία µε τους πολιτικούς µηχανικούς Κώστα Ζάµπα και Παναγιώτη Παναγιωτόπουλο, προτάσεις ενισχύσεως µνηµείων και ιστορικών κτηρίων που σε µεγάλο τους ποσοστό έχουν ήδη εφαρµοστεί. Αυτές είχαν πάντα ως κύριο σκοπό την ελάχιστη δυνατή αλλοίωση του αυθεντικού παράλληλα µε την εξασφάλιση της δοµικής επάρκειας του µνηµείου. Σε όλες τις περιπτώσεις επιδιώχθηκε ο εξ-ορθολογισµός των στόχων της επεµβάσεως και η ισορροπία ανάµεσα στις προς διατήρηση αξίες του µνηµείου. Ακόµη λαµβάνοντας υπ’ όψη ότι «όταν οι παραδοσιακές τεχνικές αποδει-κνύονται ανεπαρκείς, η στερέωση µπορεί να εξασφαλισθεί µε την προσφυγή σ’ όλες τις σύγχρο-νες τεχνικές» (χάρτης Βενετίας, άρθρο 10) σχεδιάστηκαν ειδικά συστήµατα ενισχύσεων που σε πολλές περιπτώσεις περιορίζουν τις ζηµιές αλλά και το κόστος της αποκατάστασης. Πάντοτε µετά από σχολαστική τεκµηρίωση και αξιολόγηση της καταστάσεως και των προτει-νοµένων νέων χρήσεων λαµβάνονται πάντοτε σοβαρά δύο βασικά κριτήρια στο σχεδιασµό και την εφαρµογή των επεµβάσεων στα ιστορικά κτήρια. Τό πρώτο είναι η προσπάθεια δια-τηρήσεως όσο το δυνατόν περισσότερου αυθεντικού υλικού έναντι της αυθεντικότητος της αρχικής δοµής που ενισχύεται µε πρόσθετα στοιχεία είτε µετασχηµατίζεται, προκειµένου να εξασφαλιστεί η ελάχιστη απαραίτητη επέµβαση. Το δεύτερο είναι η αναστρεψιµότητα µιάς επεµβάσεως µερική ή πλήρης, ώστε να είναι δυνατή η αντιστροφή των ενεργειών µας σε περίπτωση αστοχιών στο µέλλον, κατά το πρότυπο των επεµβάσεων στα κλασσικά µνηµεία. Οι τρόποι επέµβασης ποικίλουν ανάλογα µε τη σοβαρότητα των προβληµάτων. Στην ανακοί-νωση αυτή δεν εξετάζονται οι απλές περιπτώσεις συντήρησης και επισκευής, αλλά ιστορικά κτήρια που απαιτούσαν σοβαρές ενισχύσεις. Σε αυτές χρησιµοποιήθηκαν πρόσθετα στοιχεία από ανοξείδωτο ή γαλβανισµένο εν θερµώ χάλυβα για την ενίσχυση ή τον µετασχηµατισµό του φορέα τους. Τα διαθέσιµα εργαλεία ποικίλουν από απλές ράβδους και ελάσµατα, κοχλιο-τµηµένες ράβδους (ντίζες) µικρού µήκους ως 2µ., ελκυστήρες, δοκοί από µορφοσίδηρο ή κοίλες διατοµές ( Ι,Τ,Π,Η,Ο,, κλπ), συστήµατα δοκών και ελκυστήρων και τέλος µηχανι-σµοί. Οι µέθοδοι εφαρµογής των ενισχύσεων διαφέρουν από µνηµείο σε µνηµείο και εξαρ-τώνται από πολλούς παράγοντες όπως τη µορφή και τη δοµή του κτηρίου, το είδος και την έκταση των βλαβών, κλπ. Αυτές θα µπορούσαν να καταταχθούν σε γενικές κατηγορίες όπως είναι: η δέση, η συρραφή, η περίδεση ή περίσφιξη, η υποστύλωση, η αντιστήριξη, η ανάρ-τηση, η αγκύρωση, η ένθεση, η εµπλοκή, η επικάθηση κλπ. 2. ΕNΙΣΧΥΣΕΙΣ ΜΕ ΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ Στην πρώτη οµάδα κτηρίων, που συνήθως καλύπτονται µε θολοδοµία, προτάθηκαν και χρη-σιµοποιήθηκαν ελκυστήρες ενσωµατωµένοι µέσα στο πάχος της τοιχοποιίας που απαιτούν διατρήσεις (Φ30mm) µεγάλου µήκους που έχουν φθάσει µέχρι και 25µ. περίπου. Για τις ράβδους χρησιµοποιείται ανοξείδωτος νευροχάλυβας και τα εξαρτήµατα είναι µηχανουργικά κατασκευασµένα. Στις θέσεις που οι ελκυστήρες είναι εµφανείς, στις γεννέσεις τόξων και θόλων, χρησιµοποιείται λείος χάλυβας.

3

Η πρώτη εφαρµογή ήταν στο Καθολικό της Σιµωνόπετρας Αγίου Όρους (17ος-19ος αι.)2, όπου προτάθηκαν ενισχύσεις από τον Κ. Ζάµπα για τη συγκράτηση του δυτικού τοίχου του εξωνάρθηκα που παρουσίαζε επικίνδυνη απόκλιση από την κατακόρυφο προς τη πλευρά του γκρεµού. Για την ένθεση των ελκυστήρων κατά µήκος των µακρών τοίχων αναπτύχθηκε, διαµορφώθηκε και εφαρµόστηκε σταδιακά από τον Π. Κουφόπουλο το σύστηµα των διατρήσεων µεγάλου µήκους. Εικ.5-6 Κάτοψη και τοµή του Καθολικού της Σιµωνόπετρας όπου φαίνονται οι δοµικές ενισχύσεις που εφαρµόστηκαν. Στη συνέχεια η εφαρµογή ελκυστήρων στη µάζα της τοιχοποιίας προτάθηκε και για τον κοι-µητηριακό ναό της Σιµωνόπετρας (17οαι.)3 όπου λόγω των σοβαρών βλαβών, παραµορφώσε-ων και καθιζήσεων είχαν τοποθετηθεί εµφανή προεντεταµένα καλώδια περίδεσης, µετά το σεισµό του 1978 στη Θεσσαλονίκη. Η νέα, σχεδόν αφανής διάταξη των ελκυστήρων το περι-έδεσε, το σταθεροποίησε και έδωσε τη δυνατότητα ανάδειξης των ιδιαίτερων µορφολογικών χαρακτηριστικών του µνηµείου.

4

Εικ.7-8 Κάτοψη και τοµή του κοιµητηριακού ναού της Σιµωνόπετρας όπου φαίνονται οι ελκυστήρες που ενσωµατώθηκαν στις τοιχοποιίες. Το Κυριακό της Σκήτης Αγίου ∆ηµητρίου της µονής Βατοπαιδίου (11ος & 18ος αι.)4 παρουσί-αζε επίσης πολύ σοβαρά δοµικά προβλήµατα λόγω διαφορικών καθιζήσεων εξ αιτίας του αρ-γιλώδους ολισθαίνοντος εδάφους. Εκετεταµένες επισκευές των µέσων της δεκαετίας του ’70 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία είχαν ήδη αστοχήσει και απαιτείτο άµεση επέµβαση λόγω της ετοιµορροπίας ορισµένων περιοχών του µνηµείου. Στην περίπτωση αυτή οι δυσκολίες εφαρµογής των ελκυστήρων ήταν πολύ µεγαλύτερες λόγω των σηµαντικών παραµορφώσεων της γεωµετρίας του κτηρίου, του µεγάλου µήκους των ελκυστήρων, καθώς και της ύπαρξης τοιχογραφικού διακόσµου του 18ου αι στο εσωτερικό που δεν έπρεπε να υποστεί βλάβες. Εικ.9-10 Εικόνα των εξαρτηµάτων που απαρτίζουν έναν εγκάρσιο ελκυστήρα στο Κυριακό της σκήτης Αγ. ∆ηµητρίου Βατοπαιδίου και κάτοψη της διάταξης των ελκυστήρων στο Ν∆ γωνιακό διαµέρισµα. Εικ.11-14 Εικόνες και επεξηγηµατικό σκαρίφηµα που παρουσιάζουν την εφαρµογή των ελκυστήρων στις τοιχογραφηµένες επιφάνειες του Κυριακού της σκήτης Αγίου ∆ηµητρίου µονής Βατοπαιδίου.

5

Ανάλογες µικρότερης κλίµακας εφαρµογές έλαβαν χώρα στον Πύργο του Τσιµισκή της µονής Μεγίστης Λαύρας, στην ανατολική και νότια πτέρυγα της µονής Βατοπαιδίου, στον πύργο του Προδρόµου της µονής Βατοπαιδίου5, στο ∆οχειο-Σκευοφυλάκιο µονής Βατοπαιδί-ου, στο Καθολικό της µονής Σωτήρος στο Αλεποχώρι Μεγαρίδος και αλλού. Έχουν προταθεί ενισχύσεις µε ελκυστήρες µεγάλου µήκους στη µάζα της τοιχοποιίας για το Καθολικό της µονής Βατοπαιδίου6, το Καθολικό µονής Πετράκη7 και τον κοιµητηριακό ναό της µονής Βα-τοπαιδίου8 που µέχρι σήµερα δεν έχουν εφαρµοστεί. 3. ΝΕΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΕΜ-ΠΛΕΓΜΕΝΟΙ ΣΤΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΦΟΡΕΑ Σε µια δεύτερη οµάδα κτηρίων, των οποίων ο φέρων οργανισµός αποτελείται από τοιχοποιίες και σηµαντικά ξυλόπηκτα τµήµατα, προκειµένου να περιοριστούν οι ζηµιές από τις καθαι-ρέσεις δαπέδων και οροφών και να εξασφαλισθεί η δοµική επάρκεια, προτάθηκε και εφαρ-µόστηκε ένα σύστηµα εµ-πλεγµένων δοκών και ελασµάτων µέσα στον αρχικό φορέα. Αυτά είναι από γαλβανισµένο ή ανοξείδωτο χάλυβα και σε ορισµένες περιοχές απλώς ενισχύουν και υποστηρίζουν τον αυθεντικό φορέα και σε άλλες βελτιώνουν ή µετασχηµατίζουν τη λει-τουργία του προκειµένου να αρθούν αστοχίες και να αντιµετωπιστούν κακοτεχνίες στον αρχικό σχεδιασµό και την κατασκευή. Συχνά συνδυάζονται µε ενισχυτικά διαζώµατα από Ο.Σ. µε ανοξείδωτο οπλισµό. Τα στοιχεία αυτά διαθέτουν σηµαντικό βαθµό αναστρεψιµό-τητος και συµβάλλουν στη διατήρηση πολλών αυθεντικών στοιχείων του φέροντος οργανι-σµού και του διακόσµου των κτηρίων στα οποία εντάσσονται. Η πρώτη εφαρµογή έγινε στην Ανατολική Πτέρυγα της µονής Βατοπαιδίου9, όπου ο µεταλλι-κός φορέας πέραν του ενισχυτικού του ρόλου και της πρόσθετης ακαµψίας, έδωσε τη δυνατό-τητα να διαµορφωθούν ελαφρά σύµµεικτα πατώµατα στις περιοχές των υγρών χώρων. Τα µε-ταλλικά στοιχεία παρακολουθούν τις παραµορφώσεις του ξύλινου φορέα και είναι συµβατά µε αυτόν. Στη νότια πτέρυγα της µονής Βατοπαιδίου εφαρµόζεται ένα ανάλογο σύστηµα ενισχύσεων10 Εικ.15-16 Σχέδιο τοµής όπου διακρίνεται ο εµ-πλεγµένος νέος φορέας (γαλάζιο) µέσα στο υφιστάµενο εξαόροφο δόµηµα. Επεξηγηµατικό σκαρίφηµα που παρουσιάζει τη γενική πλοκή των µεταλλικών στοι-χείων επί των οποίων αναρτώνται ή υποστυλώνονται τα αρχικά ξύλινα πατώµατα και οι τοίχοι.

6

Εικ.17 Κάτοψη της στέγης της νότιας πτέρυγας Βατοπαιδίου όπου διακρίνονται οι προτεινόµενες δοµικές ενισχύσεις (διαζώµατα, δοκοί και τένοντες). Εικ.18-20 Λεπτοµέρειες από την εφαρµογή του εµ-πλεγµένου ενισχυτικού φορέα µέσα στον υφιστάµενο της νότιας πτέρυγας Βατοπαιδίου. Με ανάλογο τρόπο ενισχύθηκαν ακόµη η Ανατολική πτέρυγα της Σιµωνόπετρας, η στέγη του παλαιού Οικονοµείου της µονής Ορµύλιας Χαλκιδικής, ο τελευταίος όροφος του πύργου του Πρωτάτου στις Καρυές, Πύργος Αγ. Ιω. Θεολόγου στο Βατοπαίδι και µελετήθηκαν, αλλά δεν εφαρµόστηκαν, στη Βόρεια πτέρυγα µονής Μεγίστης Λάυρας, στη Συναγωγή της Βέροιας και το νεοκλασσικό κτήριο του ΥΠΠΟ στην οδό Πολυγνώτου 2 στην Αθήνα. Στο τελευταίο το κύριο πρόβληµα ήταν η απουσία ελκυστήρων στη στέγη και οι µετασκευές στην κάτοψη του ορόφου που οδήγησαν µετά τους δύο σεισµούς (1981 & 1999) στην εγκατάλειψη του κτηρίου. Η παρουσία πολύ αξιόλογων οροφογραφιών έθετε σοβαρούς περιορισµούς στον τρόπο επέµβασης. Η µεταλλική εσχάρα που προτάθηκε µετατρέπει πρώτον τα ατελή ζευκτά της στέγης σε δικτυώµατα, δηµιουργεί ένα διάφραγµα στη στάθµη αυτή και χρησιµοποιείται για την ανάρτηση των οροφών.

Εικ.21-22 Κάτοψη, τοµή και σκαρίφηµα των ενισχύσεων στη στέγη κτηρίου, στην Πολυγνώτου 2, Αθήνα.

7

Σε κτήρια της µονής Σινά όπου η δόµηση είναι από πλίθρες ή αργούς λίθους µε χωµατοκο-νίαµα η ένθεση φορέων ενίσχυσης γίνεται συχνά µε ξύλο, αντί για µέταλλο, για µεγαλύτερη συµβατότητα. Στο παράδειγµα του κτηρίου των Πατερικών Κελλιών της ανατολικής πτέρυ-γας της Μονής έχει γίνει ‘ανάρτησή’ της από το τείχος µε ελκυστήρες και στο δώµα έχει τοποθετηθεί ξύλινη εσχάρα µε φύλλα κόντρα πλακέ θαλάσσης για την ενίσχυση του φορέα, την ανάρτηση των οροφών και τη βελτίωστη της διαφραγµατικής λειτουργίας. Εικ.23-24 Τοµή της ανατολικής πτέρυγας κελλιών στη µονή Σινά όπου διακρίνεται η ανάρτησή τους από το τείχος και αξονοµετρική οικοδοµικη λεπτοµέρεια της επισκευής και ενίσχυσης του δώµατος. 4. ΝΕΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΕΠΙΚΑΘΗΜΕΝΟΙ ΣΤΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΦΟΡΕΑ Πρόκειται για δύο προτάσεις που αφορούν µνηµεία που διατηρούν την αρχική τους στέγη που έχει τεράστια ιστορική, αρχαιολογική και αισθητική αξία. Από την άλλη µεριά η κατά-σταση διατήρησής τους είναι τέτοια που δεν επαρκούν πλέον δοµικά και οι επεµβάσεις ενίσχυσης της αυθεντικής κατασκευής είναι απευκταίες. Έτσι προτάθηκαν νέοι χαλύβδινοι λεπτοί πρόσθετοι φορείς που επικάθηνται πάνω από τους υφιστάµενους, φέρουν τα φορτία των επικαλύψεων και ταυτόχρονα ενισχύουν δοµικά έχοντας το µέγιστο βαθµό αναστρεψι-µότητος. Πρώτο είναι το βυζαντινό κωδωνοστάσιο της µονής Βατοπαιδίου (1423), όπου τα προβλή-µατα του τελευταίου ορόφου είναι εµφανή και έχουν αντιµετωπιστεί µε σιδηροδεσιές από τη δεκαετία του 193011. Εικ.26-27 Συνεπτυγµένη τοµή και σκαρίφηµα όπου φαίνεται η θέση και η γενική διάταξη του προτεινό-µενου επικαθήµενου φορεά στο κωδωνοστάσιο της µονής Βατοπαιδίου.

8

∆εύτερο είναι το Καθολικό της µονής Αγ. Αικατερίνας Όρους Σινά, όπου διατηρείται η αρχι-κή ξύλινη στέγη του 6ου αιώνα12. Τα δοµικά προβλήµατα στα προέχοντα αετώµατα και τους τοίχους του υπερυψωµένου κεντρικού κλίτους σε συνδυασµό µε την ανάγκη αποκατάστασης της επικαλύψεως οδήγησαν στο σχεδιασµό ενός νέου φορέα που θα ενισχύσει το ναό και θα φέρει τις απαραίτητες µονώσεις και τα µολυβδόφυλλα. Εικ. 28-30 Καθολικό µονής Αγ. Αικατερίνης, Όρους Σινά. Σχέδια που παρουσιάζουν τη γενική διάταξη του επικαθήµενου χαλύβδινου φορέα πάνω από τη στέγη του κεντρικού κλίτους. Αυτός αυξάνει σηµαντικά την αντισεισµική συµπεριφορά του κτηρίου και περιορίζει τις εργασίες στην αυθεντική στέγη σε απλό καθαρισµό και περιορισµένη συντήρηση.

9

5. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – ΑΝΑΦΟΡΕΣ 1 Ενδεικτικά αναφέρεται η πρόσφατη διηµερίδα «Αντισεισµικές επεµβάσεις σε µνηµεία και ιστορικούς οικισµούς» στις 16&17 Φεβρουαρίου 2006 στην Αθήνα. 2 Σε συνεργασία µε τους Στ.& Α. Μαµαλούκο και τον πολ. µηχανικό Κ. Ζάµπα τη περίοδο 1990-96. Το έργο τιµήθηκε µε δίπλωµα της Europa Nostra το 1997. 3 Σε συνεργασία µε τον πολιτικό µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο και τους αρχιτέκτονες Κ. Σκαρή και Στ. Παρασκευόπουλο. Στο έργο αυτό (1999-2001) οι τεχνικές εφαρµογής των µα-κρών διατρήσεων βελτιώθκαν σηµαντικά από τους Θεόφιλο και Γεώργιο Κουφόπουλο που τις εφάρµοσαν παράλληλα µε τα ενέµατα υδραυλικού ασβεστοκονιάµατος. 4 Σε συνεργασία µε τους Στ.& Α. Μαµαλούκο και τους συνεργάτες τους που αποτύπωσαν και σχεδίασαν το µνηµείο και τον πολ. µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο. Η εφαρµογή των ενε-µάτων και η διάτρηση και τοποθέτηση των ελκυστήρων πραγµατοποιήθηκε από τους Θ. και Γ. Κουφόπουλο µε την παρουσία και συνεργασία των συντηρητών της 10ης ΕΒΑ τη περίοδο 2004-5. 5 Μελετητές οι αρχιτέκτονες Στ.& Α. Μαµαλούκος και ο πολιτικός µηχανικός Π. Παναγιω-τόπουλος, σύµβουλος αρχιτέκτων Πλ. Θεοχαρίδης. 6 Σε συνεργασία µε τους αρχιτέκτονες Στ. & Α. Μαµαλούκου, ∆. Μυριανθέα και τον πολιτι-κό µηχανικό Κ. Ζάµπα. 7 Σε συνεργασία µε τον πολ. µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο, τους αρχιτέκτονες Κ. Σκαρή, Στ. Παρασκευόπουλο και Π. Κοκκινάκη και τις συντηρήτριες Α. Γαλανού και Γ. ∆ογάνη. 8 Σε συνεργασία µε τον πολ. µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο και τους αρχιτέκτονες Κ. Σκαρή και Στ. Παρασκευόπουλο. 9 Σε συνεργασία µε τους αρχιτέκτονες Στ.& Α. Μαµαλούκο, ∆. Μυριανθέα και τον πολιτικό µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο (1998-2002). Στη φάση της κατασκευής στη τελική διαµόρφω-ση των φορέων συνέβαλε σηµαντικά ο πολιτικός µηχανικός και κατασκευαστής Α. Κολοκα-σίδης καθώς και ο αρχιτέκτων ∆. Κροκίδης. 10 Σε συνεργασία µε τον πολιτικό µηχανικό Π. Παναγιωτόπουλο και τον αρχιτέκτονα Κ. Σκαρή. Η κατασκευή γίνεται µε αυτεπιστασία από την ίδια τη Μονή (2006- ). 11 Σε συνεργασία µε τον πολιτικό µηχανικό Κ. Ζάµπα και τον αρχιτέκτονα Κ. Σκαρή και σύµβουλο τον αρχιτέκτονα της 10ης ΕΒΑ Πλ. Θεοχαρίδη. 12 Σε συνεργασία µε τον πολιτικό µηχανικό Κ. Ζάµπα, τον αρχιτέκτονα Κ. Σκαρή και τις συντηρήτριες Α. Γαλανού και Γ. ∆ογάνη. Βλ. πιό αναλυτικά στο P. Koufopoulos, M. Myrian-theos-Koufopoulou, C. Zambas, A. Galanou, I. Dogani - The 6th century roof of St Catherine Sinai: identification, research and proposals for its protection. ‘Interaction between Science, Technology and Architecture in Timber Construction’, Proceedings of Culture 2000 Projects, Elsevier 2000, pp 563-572.