“Ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας στήν ἐποχή τῆς...

22
Χριστόφορος Ελ. Αρβανίτης Επίκουρος Καθηγητής στην ΠΑΕΑΚ [email protected] “Ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας στήν ἐποχή τῆς νεωτερικότητας” Εἶναι ἀποδεκτό ὅτι ἡ σύγχρονη ἠθική 1 σκέψη καί προβληματική ἀντλώντας τά «δεδομένα» της ἀπό τήν θεολογία, ἐπιδιώκει, ἀκολουθώντας τίς συναφεῖς μέ αὐτήν ὑπόλοιπες ἀνθρωπο-κοινωνικές ἐπιστῆμες, νά καταθέσει μία προσέγγιση τῆς κοινωνικῆς καί πολιτιστικῆς της διάστασης ἀπαλλαγμένη ἀπό δογματισμούς καί κανονιστικές δομές. 2 Ἀποδέχεται ὅτι τά σύνολα τῶν διάφορων κοινωνιολογικῶν καί πολιτισμικῶν κατηγοριῶν δέν πρέπει νά ἐξαντλοῦνται ἐμπλεκόμενα σέ κλειστά προσδιορισμένα ἤ δογματικά πλαίσια ἀλλά νά ἐπιτρέπουν, ὅσο αὐτό εἶναι δυνατόν, ἤ καί νά ἐπιδιώκουν, τίς διαφορετικές προσεγγίσεις τῶν προσώπων πού συμμετέχουν σέ αὐτές. 3 Ἔχοντας αὐτό ὡς ἀφετηρία, ὁμολογεῖ ὅτι μέχρι τώρα λειτούργησε καί πραγματεύθηκε τά ἀντικείμενα 1 Μέ τό ἐπίθετο «ἠθικός» διαστέλλονται οἱ ἠθικές ἀπό τίς ἀνήθικες πράξεις μέ τήν ἔννοια ἑνός ποιοτικοῦ διαχωρισμοῦ πού χαρακτηρίζει τό ἠθικό ὡς ἀγαθό καί ἐνάρετο καί τό ἀνήθικο ὡς κακό. Βλ, Dictionnaire critique de Théologie, direction Jean-Yves Lacoste, pp. 413-416 2 Γιά τό τί συμβαίνει στό χῶρο τῶν ἀνθρωπο-κοινωνικῶν ἐπιστημῶν βλέπε Edgar Morin., Kοινωνιολογία., Εἰκοστοῦ Πρώτου, Ἀθήνα. 1998. σ. 70. Bλ. ἐπίσης γιά τή σχέση ἐπιστήμης- θεολογίας Μax Weber., Ἡ ἐπιστήμη ὡς ἐπάγγελμα, Εἰσαγωγή, μετάφραση, σχόλια Μιχ. Γ. Κυπραῖος, Ἀθήνα, Παπαζήση, σ.125. 3 Edgar Morin, ibid., p. 35

Transcript of “Ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας στήν ἐποχή τῆς...

Χριστόφορος Ελ. ΑρβανίτηςΕπίκουρος Καθηγητής στην ΠΑΕΑΚ

[email protected] 

“Ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας στήν ἐποχή τῆςνεωτερικότητας”

Εἶναι ἀποδεκτό ὅτι ἡ σύγχρονη ἠθική1 σκέψη καίπροβληματική ἀντλώντας τά «δεδομένα» της ἀπό τήνθεολογία, ἐπιδιώκει, ἀκολουθώντας τίς συναφεῖς μέαὐτήν ὑπόλοιπες ἀνθρωπο-κοινωνικές ἐπιστῆμες, νάκαταθέσει μία προσέγγιση τῆς κοινωνικῆς καίπολιτιστικῆς της διάστασης ἀπαλλαγμένη ἀπόδογματισμούς καί κανονιστικές δομές.2 Ἀποδέχεται ὅτιτά σύνολα τῶν διάφορων κοινωνιολογικῶν καίπολιτισμικῶν κατηγοριῶν δέν πρέπει νά ἐξαντλοῦνταιἐμπλεκόμενα σέ κλειστά προσδιορισμένα ἤ δογματικάπλαίσια ἀλλά νά ἐπιτρέπουν, ὅσο αὐτό εἶναι δυνατόν,ἤ καί νά ἐπιδιώκουν, τίς διαφορετικές προσεγγίσειςτῶν προσώπων πού συμμετέχουν σέ αὐτές.3

Ἔχοντας αὐτό ὡς ἀφετηρία, ὁμολογεῖ ὅτι μέχριτώρα λειτούργησε καί πραγματεύθηκε τά ἀντικείμενα

1 Μέ τό ἐπίθετο «ἠθικός» διαστέλλονται οἱ ἠθικές ἀπό τίςἀνήθικες πράξεις μέ τήν ἔννοια ἑνός ποιοτικοῦ διαχωρισμοῦ πούχαρακτηρίζει τό ἠθικό ὡς ἀγαθό καί ἐνάρετο καί τό ἀνήθικο ὡςκακό. Βλ, Dictionnaire critique de Théologie, direction Jean-YvesLacoste, pp. 413-4162 Γιά τό τί συμβαίνει στό χῶρο τῶν ἀνθρωπο-κοινωνικῶνἐπιστημῶν βλέπε Edgar Morin., Kοινωνιολογία., Εἰκοστοῦ Πρώτου,Ἀθήνα. 1998. σ. 70. Bλ. ἐπίσης γιά τή σχέση ἐπιστήμης-θεολογίας Μax Weber., Ἡ ἐπιστήμη ὡς ἐπάγγελμα, Εἰσαγωγή,μετάφραση, σχόλια Μιχ. Γ. Κυπραῖος, Ἀθήνα, Παπαζήση, σ.125.3 Edgar Morin, ibid., p. 35

πού τήν ἀπασχολοῦσαν ὡς χρηστικό ἐργαλεῖο τῆςἐπίσημης ἄποψης πού κατέθετε ἡ θεσμική Ἐκκλησία,ἀδυνατώντας νά ξεπεράσει τόν «παραδοσιακό» θεολογικόστοχασμό. Αὐτή ἡ ὁμολογία, γίνεται κατανοητό ὅτιὁδηγεῖ οὐσιαστικά σήμερα τήν ἠθική σκέψη πρός μιάθεσμική-λειτουργική διάσπαση. Ἀπό τό ἕνα μέροςἀποτελεῖ πάντα ἕνα κλειστό πανεπιστημιακό γνωστικόἀντικείμενο,4 καί ἀπό τό ἄλλο ἐπιχειρεῖ τήν ἔξοδοπρός τό σύγχρονο καί τό μετανεωτερικό, ἐπιδιώκονταςτή συμμετοχή της σέ ἕνα διάλογο μέ πολυσύνθετη τήπροσέγγιση τῆς πραγματικότητας5. Στήν τρίτη ἐκδοχήτης, τήν «παλαιά», παραμένει ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέτόν θεσμικό ἐκκλησιαστικό λόγο, ἀποδεχόμενη παθητικά4 Στά Εὐρωπαϊκά πανεπιστήμια, ἡ ἠθική, κυρίως στίς σχολές τῆςΚοινωνικῆς Ἀνθρωπολογίας, ἀποτελεῖ μέρος τοῦ κύκλου σπουδῶνμέ ἕνα τελείως ἀνεξάρτητο ἀπό τήν θεολογία περιεχόμενο. Κατάτόν Καθηγητή Κο Γεώργιο Μαντζαρίδη «ὁποιαδήποτε προσπάθειααὐτονομήσεως τῆς ἠθικῆς ἀπό τή θρησκεία καί τή μεταφυσικήὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σέ ἀδιέξοδα ἤ δημιουργεῖ θρησκευτικάὑποκατάστατα». «Ἡ θρησκεία ἀπωθήθηκε στήν περιοχή τῆςἰδιωτικῆς ζωῆς, καί ὡς παράγοντας ἑνοποιήσεως τῆς κοινωνίαςθεωρήθηκε ἡ ἠθική». Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ἠθική.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, σς.9 καί 19. Στή δεύτερη ἀναφορά ὁἴδιος παραπέμπει στόν W. Pannenberg, «Antwort an GerhardEbeling», in Ethik und Ekklesiologie, Tübingen 1977, pp. 60-61 Βλ,ἐπ. K.J.Scott., “Liberty, Licence and Not Being Free” στόPolitical Studies, τ.ΙV, 1956, pp. 176-178.Bλ, ἐπ. Παπανούτσου Π.Ε., Ἠθική, τ.ΙΙ, Δωδώνη, Ἀθήνα, σσ. 337-368. 5 Οὐσιαστικότατες πρός αὐτή τήν κατεύθυνση ὑπῆρξαν οἱπανεπιστημιακές μελέτες τοῦ καθηγητοῦ τῆς Χριστιανικῆς Ἠθικῆςκαί τῆς Κοινωνιολογίας τοῦ Χριστιανισμοῦ στό τμ Θεολογίας τοῦΑ.Π.Θ. Κου Γεωργίου Μαντζαρίδη, ὁ ὁποῖος στίς ἐπιτομές τῶνπανεπιστημιακῶν του μελετῶν καταθέτει τήν ἀναγέννηση,ἀπορίπτοντας τόν μέχρι τότε ἠθικισμό, τῆς ἠθικῆς θεολογίας,συνδέοντάς την μέ τήν πατερική παράδση.

2

τήν δικανική της κανονικοποίηση. Αὐτή ἡ«τρισυπόστατη» διάσπασή της φαίνεται ὅτι ἔχει τήδυνατότητα νά γίνει «δισυπόστατη», ἑνοποιώντας τίςδύο πρῶτες καί ἀφήνοντας μόνη, ὡς ἕτερο πόλο, τήντρίτη.

Ἡ νεωτερικότητα γέννησε μέσα ἀπό τίς συγκρούσειςκαί τίς ἀντιφάσεις αὐτό πού ὀνομάστηκεἀνθρωποκοινωνική πολυπλοκότητα. Ἐνῶ ἡ ἁπλοποίηση καίὁ δογματικός ἀκρωτηριασμός ὁδήγησαν σέ προτάσεις καίἀποφάσεις τυφλές καί ξένες γιά τίς ἀνάγκες τῆςκοινωνίας,6 ἡ ἔννοια καί ἡ μέθοδος τῆς πολυπλοκότηταςὁδήγησαν σέ μιά ἀνθρωπο-οἰκο-κοινωνιολογική ἀντίληψηἡ ὁποία προσπαθεῖ νά συνδυάσει τίς διαστάσεις τῆςκαθημερινῆς ζωῆς μέ τά συγκεκριμένα προβλήματα τῶνἀτόμων. Αὐτό δίνει τό δικαίωμα στήν ἠθική σκέψη νάἐπανακαθορίσει τήν ἐπικοινωνία της μέ τίς ἄλλεςἀνθρωπιστικές ἐπιστῆμες, ὥστε μέσα ἀπό τήνπροσέγγιση καί τήν ἐξέταση τῶν θεμάτων νά ἀνακαλύψειπλούτους, τούς ὁποίους ἡ θεολογία δέν μπορεῖ ἀπόμόνη της νά ἀποκαλύψει, ἀλλά θά μποροῦσε νά τούςἐνσωματώσει ἤ νά τούς ἀφομοιώσει.

Σ’αὐτό τόν ἐπανακαθορισμό τῆς ἠθικῆςἐπικοινωνίας θά πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι ἡνεωτερικότητα, αὐτή καθ’ἕαυτή, κινεῖται ἔξω ἀπό τίςἔννοιες τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Αὐτό τό νέοδεδομένο ἡ ἠθική σκέψη ὀφείλει νά τό δεῖ δεόντωςθετικά. Πρώτον, γιατί τῆς δίνει τή δυνατότητα νά6 Βλ. τή θαυμάσια μελέτη τοῦ Κου Οὐλῆ Δ., Ἔρωτας καίΝεοπλατωνίκη., Ἡ μελέτη αὐτή ἀποκαθιστᾶ σέ βασικέςἀνθρωπολογικές ἔννοιες τό πραγματικό τους ἠθικό καί θεολογικόἐμπερίστατο καί ἀπαλλάσει τόν ἀναγνώστη ἀπό τήν, μέχρι τώρα,ἠθικιστική πρόσληψή τους.

3

ἀπεμπλακεῖ ἀπό τό σύμπλεγμα τῶν τεχνικῶν κανόνωνπού ἡ ἴδια δημιούργησε γιά νά ἐξυπηρετήσει τόἀνθρωποκεντρικό σύστημα καί δεύτερον νά κατανοήσειὅτι σήμερα τό ἴδιο τό σύστημα δέν τήν ἀποδέχεται,ἀποκλείοντάς την ἀπό τόν τρόπο λειτουργίας του.7

Ἡ ἐπικυριαρχία τῆς οἰκονομίας μέσα στό σύστημαἀποβάλλει τόν ἀνθρώπινο παράγοντα, ὁ ὁποῖος ἀπόὑποκείμενο τῆς λειτουργίας αὐτοῦ τοῦ συστήματοςμεταβάλλεται σέ ἐξάρτημά του καθώς αὐτό πούθεωρεῖται πλέον τό πιό σημαντικό εἶναι ἡἀποδοτικότητα, τό κέρδος καί ὁ πλουτισμός.8 Ἐδῶσημαντικό μερίδιο εὐθύνης κατέχει ἡ ἐπιστημονικήἔρευνα9 ἡ ὁποία δημιουργεῖ ἕνα τρόπο ζωῆς εἴτε ἀπότεχνητά ὑποκατάστατα γιά ὅ,τι ἀγγίζει τήν ἀνθρώπινηζωή ὅπως, τήν ἀγάπη, τόν ἔρωτα, τήν συμπάθεια, τόγέλιο, τήν εἰρωνία, τό ψέμα, τήν καλοσύνη, τό πάθος,τήν ἐπικοινωνία εἴτε τροφοδοτεῖ τή ζωή μέ γενετικῶςμεταλαγμένα ὑποκατάστατα τῶν φυσικῶν προϊόντων.10

Διερωτᾶται ὅμως ὁ κάθε σκεπτόμενος γιά τό ποιόςεἶναι ὁ ρόλος καί ποιά ἡ συνεισφορά τῆς ἐπιστήμηςστήν ἀντιμετώπιση γιά παράδειγμα τῆς πείνας ἤ τοῦπολέμου στόν κόσμο τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας. Ἀρωγόςσ’ αὐτήν τήν παραπλάνηση τῆς κοινωνικῆς σκέψης ἀπότήν ἐπιστήμη ἀποτελεῖ ὁ τρόπος, ὁ ἐπιστημονικόςτρόπος, λειτουργίας τῆς τηλεπικοινωνίας, καθώς

7 Karel Kosik., Ἡ κρίση τῆς νεωτερικότητας., Ψυχογιός, Ἀθήνα, 2003, σς. 167-1688 ibid., p. 169.9Βλ., Γέμπτου Α. Πέτρου., Μεθοδολογία τῶν κοινωνικῶν ἐπιστημῶν,Ἀθήνα, Παπαζήση, 1987, σς. 37-39.10 Albert Jacquard ., Παγίδες καί ἀπειλές τῆς ἐπιστήμης,. Δρομέας,Ἀθήνα, 1999, σς. 17-43.

4

ὀργανώνει τήν ἀγωγή τῆς ψυχῆς τοῦ σύγχρονουἀνθρώπου, παραπλανώντας τό ἀνθρώπινο ὑποκείμενο,ἀρνούμενος νά καταθέσει στήν πολυπλοκότητα τῆςκοινωνίας τήν ἀλήθεια, ἀλλά τήν κυνικότητα καί τόνχλευασμό γιά τήν ἀνθρώπινη ζωή καί ἀξιοπρέπεια.11

Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τούς μύθους τῆς προϊστορίας του,ὅπως γιά παράδειγμα στόν Προμηθέα Δεσμώτη, μέχρι τήνἱστορική καταγραφή τοῦ σύγχρονου μύθου του γιά τήν«κυριαρχία του» πάνω στή φύση καί τό πεπρωμένο του,ἀντιλαμβάνεται τήν ἱκανότητά του γιά τή γνώση τοῦκαλοῦ καί τοῦ κακοῦ μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῆςἐλπίδας γιά ἐλευθερία. Στήν Ἀντιγόνη τοῦ Σοφοκλῆ, στόνστίχο 332, ὁ ἄνθρωπος χαρακτηρίζεται ὡς ὁδεινότερος12 ἀλλά καί αὐτός πού ἔχει τή γνώση «τότε μένκακόν, ἄλλοτ’ ἐπ’ ἐσθλόν ἕρπε»ι. Ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέγει τό καλό ἤτό κακό χωρίς νά ἀναζητεῖ νά προσδιορίσει τό ἀτομικόἤ τό κοινωνικό του ἐνδιαφέρον. Ὁ Προμηθέας ἐνεργεῖτό «καλό» μέ ἀναφορά στό κοινωνικό καί ἀποδέχεται τό«κακό» μέ ἀναφορά στό ἀτομικό. Τό ἴδιο ἐνεργεῖ καί ἡἈντιγόνη. Οἱ ἀποφάσεις τῶν ἐπιλογῶν τους εἶναιἀποτέλεσμα τῆς ἐλεύθερης σκέψης τους (δένἐξετάζονται ἐδῶ τά κίνητρα τῶν πράξεων τους), ἐνῶαὐτό τό ὁποῖο ἁλυσοδένεται ἤ φυλακίζεται εἶναι ἡἐλευθερία τους, ἡ ἐλεύθερη ὕπαρξή τους.

Αὐτή ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποίαπροσλαμβάνει σημαντικές λεπτομέρειες ἀπό τή ζωή τοῦἀνθρώπου δέν μπορεῖ παρά νά συγκρούεται μέὁποιαδήποτε διαδικασία καί ἐπιλογή πού στοχεύει στόν

11 Νoam Chomsky., Ἡ χειραγώγηση τῶν μαζῶν, Scripta, Ἀθήνα, 1997, σς.147-172.12 «πολλά τά δεινά κοὐδέν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει».

5

ἔλεγχο καί τήν ἐνδυνάμωση τῆς ἀνθρώπινης ἐξουσίας.13

Στήν Κούβα τοῦ Κάστρο «ἡ ἐπανάσταση» τόν Ἀπρίλιο τοῦ2003 ἀποφάσισε νά ἐπαναανακαλύψει τόν σταλινισμό, νάθυσιάσει τόν Λόγο καί τήν συνείδηση τῆς ἐλευθερίαςστό ὄνομα τῆς δικῆς της ἱστορίας καί σωτηρίας. Στήνἀντίπερη ὄχθη ἡ νεοφιλελεύθερη ἄποψη ἄσκησης τῆςκρατικῆς ἐξουσίας ἐπιδίδεται σέ ἐκτελέσεις θανατικῶνποινῶν μέ ζῆλο νεοφώτιστου, ἐνῶ παράλληλα,ἀντιμέτωπη μέ ἐπιλογές πού γεννοῦν τήν τρομοκρατία,ἐπιλέγει τήν πρακτική τῶν προληπτικῶν πολέμων,ἔχοντας ὡς στόχο νά ἑδραιώσει τήν παγκόσμιακυριαρχία της, χωρίς νά ὑπολογίζει τήν ἀνθρώπινηζωή. Εἶναι ἡ ἠθική τῆς τάξης καί τῆς ἀσφάλειαςἀντιμέτωπη μέ τήν ἠθική τῆς ἐλευθερίας. Ἕνα καίριοἀνέκαθεν ἐρώτημα γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ Hobbes δίνειἀπάντηση λέγοντας πώς ὁ ἄνθρωπος τελικά ἐπιλέγει τήνἀσφάλεια.14 Δέν ἀπαντᾶ ὅμως στό ἐρώτημα γιά τόν τρόπομέ τόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἀποφασίζει τελικά νάστερηθεῖ τήν ἐλευθερία του ἁπλῶς καί μόνο γιά νάαἰσθάνεται ἀσφαλής.

13 Τό Ἀπρίλιο τοῦ 2003 τό νεο-σταλινικοῦ τύπου καθεστώς τῆςΚούβας ἐπανέφερε τή θανατική ποινή ὡς ἐργαλεῖο χειραγώγησηςκαί τρομοκράτησης τῆς ἐλεύθερης σκέψης καί μέ συνοπτικέςδίκες τῶν τριῶν ἡμερῶν ἐκτέλεσε 4 ἀντικαθεστωτικούςδιανοούμενους καί φυλάκισε ἄλλους 73.14 Hobbes T. Leviathan, Penguin, Harmondsworth. 1968. pp. 227-228. Μτφρ. Λεβιάθαν Ι, ΙΙ, Πασχαλίδης Γ, Δημητρακόπουλος Γ,Μεταξόπουλος Αἰμ. Γνώση, Ἀθήνα, 1989. Ὁ Hobbes ὑποστηρίζειὅσα ὑποστηρίζει βαθύτατα ἐπηρεασμένος ἀπό τήν κοινωνικήἀναταραχή καί τή πολιτική ἀστάθεια πού ἐπικρατοῦσε κατά τήνπερίοδο τοῦ ἀγγλικοῦ ἐμφυλίου πολέμου προσπαθώντας νάκαταδείξει ὅτι ἡ ὕπαρξη ἑνός πανίσχυρου κράτους ἀποτελεῖἀναγκαιότητα γιά μιά εἰρηνική καί ἄνετη ζωή.

6

Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει μέ συστηματικό τρόποπροσδιορίσει ὅτι ὅταν ἀναφέρεται στίς ἔννοιες τοῦκαλοῦ καί τοῦ κακοῦ, αὐτές κατανοοῦνται καθ’ὁλοκληρίαν μέ ὀντολογικό περιεχόμενο. «Καλόν» εἶναιἡ τάση τοῦ ἀνθρώπου πρός τό εἶναι, τήν διάθεση τουνά ὑπάρχει καί «κακόν» ἡ τάση του πρός τό μηδέν,πρός τήν ἀνυπαρξία. Ἡ ὕπαρξή του μπορεῖ ἀϊδίως νάἐπιδιώκει τό «καλόν» μόνο ὅμως ὑποστατικά,ἑνοποιώντας τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο ὅπως αὐτόπρωτοτυπικά συνέβη στό πρόσωπο τοῦ θεανθρώπου.Συνεπῶς οἱ ἔννοιες τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦἀναφέρονται στήν ἐπιλεκτική στάση, ὡς πράξηἐλευθερίας, πού προκρίνει ὁ ἄνθρωπος στή σχέση τουμέ τόν Θεό.15 Τό κακό ὁδηγεῖ στόν θάνατο ἐξ αἰτίαςτοῦ ὅτι ἀρνεῖται, ὡς ἐπιλογή τοῦ ἀνθρώπου, τόγεγονός τῆς ὕπαρξης, ἐνῶ τό καλό στή συνεχήπαρουσία, στήν ὕπαρξη, στήν αἰώνια ζωή. Ἡ ἐπιλογήτοῦ «καλοῦ» ἀπελευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόνθάνατο, ἡ δέ ἐλευθερία του προσλαμβάνει τά χαρίσματατοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δίνοντάς του τή δυνατότητα νάπεῖ: «Κύριον Ἰησοῦν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι».16

Ἡ ἠθική τῆς ἐλευθερίας τοποθετεῖται ἀπό τόνΠαῦλο σέ ἀντιπαράθεση μέ τή δουλεία17 καί τήνἁμαρτία,18 ἑνοποιημένη μέ τούς καρπούς τοῦ ἉγίουΠνεύματος, τήν ἀγάπη, τήν εἰρήνη, τή μακροθυμία, τήνκαλοσύνη, τήν ἀγαθότητα, τήν πίστη, τήν πραότητα,15 Ματθ., 7,21-2816 Α΄ Κορ. 12,1-3 Βλ, Στογιάννου Β., Ἐλευθερία. Ἡ περί ἐλευθερίαςδιδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου και ταῶν πνευματικῶν ρευμάτων τῆς ἐποχῆςτου., Θες/νίκη, 1970, σ. 21117 Γαλ. 5,118 Γαλ. 5,13

7

τήν ἐγκράτεια19 καί ἀντιπαρατιθεμένη «τῶν στοιχείων τοῦκόσμου» καί τῶν ἀπαγορεύσεων οἱ ὁποῖες «ἐστι πάντα εἰςφθοράν τῇ ἀποχρήσει, κατά τά ἐντάλματα καί διδασκαλίας τῶνἀνθρώπων΄ ἅτινά ἐστι λόγον μέν ἔχοντα σοφίας ἐν ἐθελοθρησκία καίταπεινοφροσύνῃ καί ἀφειδίᾳ σώματος, οὐκ ἐν τιμῇ τινι πρός πλησμονήντῆς σαρκός».20 Ὁ Πέτρος ταυτίζει καί αὐτός τό καλόν μέτόν ἄνθρωπο πού ἀρνεῖται «λαλῆσαι δόλον»21 καί ζητᾶ τήνεἰρήνη ἐπίμονα,22 ὁ δέ Ἰωάννης χαρακτηρίζει ὡς παιδιάτοῦ Θεοῦ, τούς δικαίους, αὐτούς πού ποιοῦν τήνδικαιοσύνη23 καί αὐτούς πού ἀγαποῦν τόν συνάνθρωπότους,24 γιατί «πᾶς ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται καί γινώσκειτόν Θεόν... ὅτι ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν».25 Διαφορετικά «ἐάν τις εἴπῃ ὅτιἀγαπῶ τόν Θεόν, καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν».26 Ἡἔννοια τῆς σχέσης τοῦ καλοῦ μέ τόν Θεόν κορυφώνεταιστό «μή μιμοῦ τό κακόν, ἀλλά τό ἀγαθόν. ὁ ἀγαθοποιῶν ἐκ τοῦ Θεοῦἐστίν΄ ὁ κακοποιῶν οὐχ ἑώρακε τόν Θεόν».27

Παρ’ὅτι στόν Χριστιανισμό ἡ ἐλευθερίασυμπυκνώνεται ὡς ἔννοια καί πραγματικότητα στόπρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, στήν ἠθική τῆς ἐλευθερίας, ἡἄποψη ὅτι δέν εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση ἡ ἐξαρχῆςἀλλαγή τῶν ἀντικειμενικῶν κοινωνικῶν καταστάσεων, θάμποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ ὡς ἀρκετά ἀδύναμη.28 Αὐτό

19 Γαλ. 5,22-2320 Κολ. 2,22-2321 Α΄Πέτρ. 3,1022 ibid., 3,1123 Α΄ Ἰωαν. 3,724 ibid., 3,1025 ibid., 4, 7-826 ibid., 4,2027 Γ΄Ἰωαν. 1,11.28 Μαντζαρίδη Γ., Κοινωνιολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ., Πουρναρᾶς,Θεσσαλονίκη, 1985, σσ. 205-206.

8

συμβαίνει γιατί στήν ἐποχή τῆς νεωτερικότητας οἱἐναλλαγές τῆς ἀνθρώπινης σκέψης καί πρακτικῆς στόζήτημα τῆς ἐλευθερίας περνοῦν μέσα ἀπό συνεχεῖς καίἀδιάκοπες ἀναζητήσεις. Σέ ὅλες ὅμως τίς περιπτώσειςὁ ἄνθρωπος δέν παύει νά ἀγωνίζεται γιά τήν ἐλευθερίατου σχετικοποιώντας κάθε φορά τόν στόχο του ἀνάλογαμέ τά καθεστῶτα πού καλεῖται νά ἀντιμετωπίσει. Κατάπαράδοξο τρόπο, ὁ ἄνθρωπος κάθε φορά πού κατορθώνειτήν ἐλευθερία του, ὁδηγεῖται στή συνέχεια στήνἐπιλογή μιᾶς νέου εἴδους τυρρανίας. Ἀπό τήν ἐλέωΘεοῦ Βασιλεία στόν Ροβεσπιέρο καί τόν Βοναπάρτη, ἀπότό «φιλόχριστο» Τσαρικό καθεστώς στίς ἐκτελέσεις μέπρογραφές τοῦ Σταλινισμοῦ, ἀπό τό τέλος τοῦ ΑΠαγκοσμίου Πολέμου στόν φασισμό καί στόν ναζισμό,ἀπό τήν νίκη ἐνάντια στό φασισμό καί τόν ναζισμόστήν ψυχροπολεμική περίοδο μέ ἔνθεν κακεῖθεν ἐπιβολήδικτατοριῶν, καί ἀπό τήν κατάρευση τῆς ΕΣΣΔ στόννεοηγεμονισμό τῶν ΗΠΑ καί τή Νέα Τάξη πραγμάτων.

Ὁ ἄνθρωπος τή στιγμή τῆς ἀντίστασής του στήτυρρανία ἀπολυτοποιεῖ τή ἰδέα τοῦ ἀγώνα του γιάἐλευθερία29 (παρ’ὅτι αὐτή εἶναι σχετική μέσα στόἀνθρώπινο κοινωνικο-πολιτικό σύστημα), ἀκόμη καίὅταν τήν ὑποτάσσει στήν ἱστορική νομοτέλεια.30

Βεβαίως αὐτή ἡ ἀντίσταση δέν ἔχει πάντα θετικά ἤἀμυντικά χαρακτηριστικά, ἀλλά καί παθητικά ὅπωςσυνέβη στήν περίπτωση τοῦ ἀγώνα τοῦ Γκάντι καί τοῦἸνδικοῦ λαοῦ ἐνάντια στούς Ἄγγλους ἀποικιοκράτες.

29 Γιούλτση Β., Πνευματικότητα καί κοινωνική ζωή, Πουρναρᾶς, Θες/νίκη, 1999, σ.70-71.30 G.W.F Hegel., Vorlesungen über die Philosophie der Geschichte.,Ἅπαντα, Suhrkamp, 3, Frankfurt, 1970, pp. 12,32

9

Αὐτές οἱ ἀντιθέσεις ἔρχονται νά ἐπιβεβαιώσουν ὅτι ἡἐλευθερία ὡς ἠθική ἀξία γίνεται ἀντιληπτήδιαφορετικά μεταξύ τῶν λαῶν ἀλλά καί μεταξύἱστορικῶν περιόδων τοῦ ἰδίου λαοῦ. Αὐτό δέ σημαίνειβεβαίως ὅτι ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας ἀξιολογικά εἶναιἱστορικά καί χωρικά περιορισμένη, ἀλλά οὔτε καίμπορεῖ νά κρίνεται ἀνάλογα μέ τίς πολιτικέςἰδιαιτερότητες ἑνός συστήματος.31

Ὀντολογικά εἶναι καί ὀφείλει νά εἶναιἀπολυτοποιημένη σέ σύγκριση μέ τήν δεοντολογικήἠθική ἡ ὁποία ὡς σχετικοποιημένη βιώνει τήνἐλευθερία ἀναλόγως τῶν ἐμπειριῶν της.32 Ἡ ἐμπειρίαφανερώνει ὅτι ἡ σύγκρουση ἀνάμεσα στήν ἐλευθερία καίτήν ἀσφάλεια πού πιθανόν νά προσφέρει ἡ ἑκάστοτεἐξουσία ἦταν πάντα στό ἐπίκεντρο τῆς ἀνθρώπινηςσκέψης καί δράσης.33 Ἡ ἐπιδίωξη τῆς πραγματοποίησηςτῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας ὡς ἀξίας ἤ σκοποῦἀπογοητεύει τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος συνδέοντάς την μέτήν πολιτική, θεωρεῖ ὅτι αὐτή μπορεῖ νά τοῦπροσφέρει ἠθικές ἐναλλακτικές λύσεις.34 Αὐτή ἡ

31 Bλ. Δεληκωνσταντῆ Κ., Τό ἦθος τῆς ἐλευθερίας, 1990, σς.14-15. 32 Γέμπτος Π., Οἱ κοινωνικές ἐπιστῆμες, Τυπωθήτω, Ἀθήνα, 1998, σς. 210-21133 Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ Πλάτωνας, ὁ ὁποῖοςμεταφέροντας τή θεωρία τῶν τριῶν μερῶν τῆς ψυχῆς στόπολιτειακό του σύστημα παραγνωρίζει οὐσιαστικά τήν ἀνθρώπινηἐλευθερία καθώς τό κυρίαρχο ζητούμενο στήν πολιτική του σκέψηεἶναι ἡ διασφάλιση τῆς σταθερότητας τοῦ κράτους, παρ’ὅτι ὁἴδιος στούς Ὃρους, 412d 1 ὁρίζει τήν ἐλευθερία ὡς «ἡγεμονία βίουαὐτοκράτεια ἐν παντί».34 Γιούλτση Β., ibid, σ.68. Βλ. Berdiaeff N., Χριστιανισμός καίκοινωνική πραγματικότητα, μτφρ. Γιούλτση Β, Πουρναρᾶς, Θες/νίκη,σς.124-143.

10

ἀπογοήτευση δέν συνδέεται μέ τήν ἀσυνέπεια πούἐπικρατεῖ στίς ἀνθρώπινες σχέσεις, ἀλλά μέ τήνἔννοια ὅτι ὡς ἄτομο ἐπιδιώκει τήν αὐτοδιάθεσή τουκαί τόν αὐτοπροσδιορισμό του, νιώθοντας ὅτικαταπιέζεται ἀπό τούς συλλογικούς περιορισμούς πούθέτει ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία.35

Το γενικῶς ἀποδεκτό εἶναι ὅτι ἡ ἠθική ὡςἐπιστήμη ἐρευνᾶ καί ἀναλύει τήν ἀτομική καίκοινωνική συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου κατά τήν ἐν τόπῳκαί ἐν χρόνῳ παρουσία του.36 Στόν χριστιανισμό ἡἠθική ταυτίζεται μέ τό ἔθος ἤ τό ἦθος καί μπορεῖ νάἑρμηνευθεῖ μέ προσεγγίσεις ἀπό φράσεις ὅπως:«περιπατεῖν κατά Πνεῦμα», «περιπατεῖν ἐν τῷ φωτί»,«ζῆν κατά Θεόν» ἤ «κατά Πνεῦμα» ἤ «κατά Χριστόν» ἤ«ἐν Χριστῷ».37 Ἀπαραίτητη διευκρίνηση ἐδῶ ἀποτελεῖ τόἐξῆς μεθοδολογικό πρόβλημα. Ἡ ἠθική τοῦ ἀνθρώπου δένπρέπει νά προσδιορίζεται ἀπό ἀρχές, ἔννοιες καίκανόνες ἐξω ἀπό αὐτόν. Στόν χριστιανισμό ὅμως, ὅπωςπροαναφέρθηκε, ἡ ἠθική ζωή χαρακτηρίζεται ἀπό τήνσχέση της μέ τόν Θεό, τό Πνεῦμα, τόν Χριστό. Αὐτός ὁχαρακτηρισμός ὅμως τῆς ἠθικῆς ζωῆς δέν εἶναιἑτεροπροσδιοριστικός καθώς ὁ χριστιανός καλεῖται νάτοποθετηθεῖ ἠθικά μέ ἀναφορά σέ κάτι ἔξω ἀπό αὐτόν;Μέ μιά πρώτη ματιά ἡ ἀπάντηση φαίνεται νά εἶναιθετική.38 Μιά δεύτερη ὅμως πιό προσεκτική προσέγγιση

35 Βλ. Max Weber., Ἡ ἐπιστήμη ὡς ἐπάγγελμα., Εἰσαγωγή, μετάφραση,σχόλια Μιχ.Γ. Κυπραῖος, Ἀθήνα, Παπαζήση.Βλ. Ράμφου Στ. Ὁ καημός τοῦ ἑνός, Ἁρμός, Ἀθήνα, 2000, σς.347-35136 Ἀριστοτέλη., Ἠθικά Νικομάχεια VI,2,1139a, VIII,15,1162b, VII,12,1152b37 Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική ἠθική, ibid, σσ. 3-7. Βλ. Στογιάννου Β., ibid, σ.20438 Erich Fromm., Πέρα ἀπό τά δεσμά τῆς αὐταπάτης: Ἡ γνωριμία μου μέ τόνΜάρξ και τον Φρόϋντ., μτφρ. Μ. Κορνήλιου, Ἀθήνα, Μπουκουμάνης,

11

λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν της τήν ὀντολογική διάσταση τῆςχριστιανικῆς ἠθικῆς.

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπό τόν Θεό κατ’εἰκόνακαί καθ’ ὁμοίωσίν του, ὁπότε ὁ Θεός δέν θεωρεῖταιγιά τόν ἄνθρωπο κάτι τό ἔξω ἀπό αὐτόν. Συμμετέχειστίς θεῖες καί ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦἐπιδιώκοντας δυνητικά τό καθ’ὁμοίωσιν, τήν θέωση.Αὐτό ἐπιβεβαιώνει τό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωποςδημιουργεῖται πάνω ἀπ’ ὅλα ἐλεύθερος, χωρίς νάὑπόκειται σέ καμιά ἀναγκαιότητα φυσική ἤ μεταφυσική,ἱστορική ἤ μεταϊστορική. Ἡ ἔνσταση πού ὑποστηρίζειὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐμπειρικά ζεῖ στήν μεταπτωτικήκατάσταση, ὁπότε ἡ ἐλευθερία πού βιώνει καίκαλλιεργεῖ δέν εἶναι «κατά φύσιν», φαίνεται ὅτιλησμονεῖ τό γεγονός τῆς ἐνανθρώπισης ὡς δυνατότηταἕνωσης κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ἡ ἐνανθρώπιση κενώνειτόν Θεό δίνοντάς τή δυνατότητα στὀν ἄνθρωπο νάκατορθώσει τό καθ’ὅμοίωσιν. Αὐτή ἡ δυνατότηταἐμπεριέχεται καί σέ ὅλες τίς προσπάθειες τοῦἀνθρώπου νά κατορθώσει ἐκτός τῶν ἄλλων καί τήνἐλευθερία του παρ’ ὅτι αὐτή συνεχίζει νά γίνεταιἀντιληπτή στήν σχετικότητά της. Ἡ διάκριση αὐτήεἶναι σημαντική γιατί ἐπιδιώκει νά διαχωρίσει τήνπορεία καί τῶν ἀγώνα γιά τήν ἐλευθερία μέ τήνκατάκτηση τῆς ἴδιας τῆς ἐλευθερίας. Μέ αὐτή τήνἀντίληψη τό ὅλον ἔθος καί ἦθος τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖτόν τρόπο ὑλοποίησης τῆς ἐλευθερίας του καί ὄχι τήνοὐσία της. Οὔτως ἤ ἄλλως ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νάκατορθώσει τό καθ’ ὁμοίωσιν ὅπως εἶναι στήν οὐσία

1977, σ.222: «Κανένας Θεός, οὒτε μέ τό θεολογικό οὒτε μέφιλοσοφικό οὒτε μέ ἱστορικό ἔνδυμα, δέ λυτρώνει οὒτεκαταδικάζει τόν ἄνθρωπο. Μόνο ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἱκανόςνά βρεῖ ἕνα σκοπό στή ζωή καί τά μέσα γιά τήν πραγματοποίησηαὐτοῦ τοῦ σκοποῦ».

12

του, κτιστός, ἑπομένως κατά τόν ἴδιο τρόπο καλεῖταινά κατακτήσει καί τήν ἐλευθερία του, κτιστῶς.39

Ἀποτελεῖ κοινή πεποίθηση τό γεγονός ὅτι κατά τήννεωτερικότητα, μέσω τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ἐπιστήμης καίτῆς τεχνολογίας στή βιομηχανία καί στή κοινωνικήζωή, ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας ἀποδεσμεύθηκε ἀπό τόἠθικό πλαίσιο πού ὅριζε ἡ θρησκεία κυρίως λόγω τῆςπροεργασίας πού ἔκανε ἡ Μεταρρύθμιση χωρίς ὅμως νάκατορθώσει νά αὐξήσει τήν ἀνθρώπινη εὐτυχία στόβαθμό πού πολλοί προσδοκοῦσαν.

Ἡ μετάβαση σέ ἕνα κόσμο πιό ὀρθολογικό ὁδήγησεσ’ αὐτό πού χαρακτηρίσθηκε ἀπό πολλούςκοινωνιολόγους ὡς ἐκκοσμίκευση ἤ κατά τόν Weber ὡς«ἀπομυθοποίηση» τοῦ κόσμου («Entzauberung derWelt»). Αὐτή ἡ ἀπομυθοποίηση ὁδήγησε τόν ἄνθρωπο ἀπότή μιά μεριά στό νά σκέφτεται πιό «ἐλεύθερα» σέσχέση μέ τίς θρησκευτικές ἐνασχολήσεις του κατά τήνπροηγούμενη ἱστορική περίοδο, ἀπό τήν ἄλλη δέ ὅμωςμεταμόρφωσε, κατά τόν Marx, τήν ἐργασία του σέἐργαλεῖο ἀποξένωσης ἤ ἀλλοτρίωσης μέ ἀποτέλεσμα ὁἄνθρωπος νά μήν αἰσθάνεται ὅτι ἐνεργεῖ ἐλεύθερα.40

Αὐτό ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατά τήμετάβασή του ἀπό τό Μεσαίωνα στή νεωτερικότηταἀποβάλει ἀπό τό ἀτομικό καί κοινωνικό του γίγνεσθαι

39 Γιά τήν ἐλευθερία ὡς τρόπο ὕπαρξης τοῦ προσώπου Βλ,Γιανναρᾶ Χρ. Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἤθους, Ἀθήνα , 1970, σ.199. Πάντως τόπρόβλημα δέν εἶναι νέο. Ἡ ἴδια προβληματική ὑπῆρξε ἀνάμεσαστούς Στωϊκούς καί στούς Χριστιανούς κατά τον 2ο αἰ. ὅπου κατάμέν τούς πρώτους ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ κατάσταση τῆς δύναμηςτοῦ λόγου καί τῆς αὐτοδύναμης βούλησης τοῦ ἀνθρώπου κατά δέτούς δεύτερους δωρεά τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Βλ. ΔεληκωνσταντῆΚ., ibid, σς.54-60. 40 Marcuse Herbert., Industrialisierung und Kapitalismus im Werk Max Webers στό Kultur und Gesellschaft 2, Suhrkamp, Frankfurt, 1968, p.111

13

ἰδέες καί ἠθικές ἀξίες πού σχετίζονταν μέ τούςπαραδοσιακούς θρησκευτικούς τρόπους ζωῆς (συχνάἀπόλυτους καί ἀπολυταρχικούς), ἀλλά δέν δημιουργεῖνέες ἠθικές ἀξίες ἤ δέν μορφοποιεῖ τίς προϋπάρχουσεςἀξίες μέ βάση τά σύγχρονα δεδομένα. Κυρίαρχη ἀξίαθεωρεῖται ἡ κυριαρχία πού ἐπιτυγχάνεται μέσα ἀπό τήδομική φύση τῆς ἐξουσίας στηριζόμενη στή τεχνολογίακαί τήν ἐπιστήμη, 41 παύοντας ὅμως νά διακρίνει τόκαλό ἀπό τό κακό.42

Τό γεγονός αὐτό ὁδήγησε ἕνα μέρος τῆς νεωτερικῆςδιαδικασίας στά τερατουργήματα τοῦ ναζισμοῦ, τοῦφασισμοῦ, τοῦ σταλινισμοῦ καί τοῦ φυλετισμοῦ. Ἡπροσπάθεια ταύτισης τοῦ λογικοῦ μέ ἠθικές,πολιτιστικές καί πολιτισμικές ἀξίες ὁδήγησε σέπεριθωριοποίηση καί οὐδετεροποίηση τή σκέψη τοῦἀνθρώπου ὅσον ἀφορᾶ στίς προαναφερόμενες ἀξίες καίσέ ἕνα ἠθικό κενό τό ὁποῖο προσπάθησαν νά καλύψουντά διάφορα παράλογα προαναφερόμενα κινήματα. Κύριοἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν ἀκροτήτων ἦταν ἡ ἀπαξίωση τῆςἠθικῆς τῆς ἐλευθερίας, παρ’ὅτι διακηρυκτικά ἡἐλευθερία ὡς ἀξιακή ἀρχή τοῦ μοντέρνου ἀνθρώπουεἶναι παντοῦ παροῦσα.

Ὁ ὀρθός λόγος, στήν παράχρησή του, ἀπαξίωσε σέμεγάλο βαθμό μιά ἀπό τίς βασικές ἀνθρώπινες ἀξίες,τήν ἐλευθερία, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά τήν συμπεριλάβει στόἀξιακό του πλαίσιο. Μέ αὐτό τόν τρόπο μπορεῖ νάγίνει κατανοητή καί ἡ ἀντίληψη περί οὐδετερότηταςτῆς ἐπιστήμης σέ θεωρητικό ἐπίπεδο παρ’ ὅτιἀποδείχθηκε ὅτι στήν ἐμπειρική της ἐφαρμογή τό

41 Habermas J., Technik und Wissenschaft als Ideologie στόIdeologie-Wissenschaft-Gesellschaft, Hrsg.v. H-J Lieber, Darmstadt(Wissen.Bushgesel), 1976, p.296.42 Lipowetsky G., “L’ empire de l’ éphémère” στό Un objet commeil vous plaira, Gallimard, Paris, 1987, pp.201-217.

14

οἰκοδόμημά της ἦταν κατά τό πλεῖστον ἐλεγχόμενο καίκατευθυνόμενο.43 Ὁ Max Weber θά περιγράψει ὡς ἐξῆςτήν προϋπάρχουσα κατάσταση γιά τόν ἄνθρωπο τοῦμονοδιάστατου ὀρθολογισμοῦ: «Εἰδικοί χωρίς πνεῦμα,αἰσθησιαρχικοί χωρίς καρδιά΄ αὐτή ἡ ἀκυρότηταφαντασιώνεται ὅτι ἔχει πραγματώσει ἕνα ἐπίπεδοπολιτισμοῦ πού δέν εἶχε ποτέ ἐπιτευχθεῖ»,44 γιά νάτόν συμπληρώσει λίγο ἀργότερα ὁ Freud λέγοντας: «ἡἐξουσία πάνω στή φύση δέν εἶναι ἡ μοναδικήπροϋπόθεση τῆς ἀνθρώπινης εὐτυχίας, ἀκριβῶς ὅπως δένεἶναι ὁ μοναδικός στόχος τῆς ἐπίμονης πολιτιστικῆςπροσπάθειας΄...».45

Βασικό στοιχεῖο, πάντως, κατά τή νεωτερικότητα,γι’αὐτή τήν προβληματική συμπεριφορά ἔναντι τῆςἐλευθερίας ἀποτελεῖ ἡ προσπάθεια ἁπλοποίησης ἡθῶνκαί ἐθίμων μέ ἄμεσο ἀποτέλεσμα τή δημιουργίαστερεοτύπων γιά πολιτισμούς καί πρακτικές πού δένσυμφωνοῦσαν μέ τόν ἐξευρωπαϊσμένο «ὀρθό λόγο».Κριτήρια στερεοτυ-ποποίησης ἀπετέλεσαν ἡ ἄρνησηἀναγνώρισης στόν ἄλλον ἤ στό ἄλλο τῆςδιαφορετικότητας καί ἡ ἐπιβολή τοῦ εὐρωπαϊκοῦπολιτιστικοῦ μοντέλου ὡς τεκμηρίου καί ὁρίου μεταξύἀποδεκτοῦ ἤ ἀπορριπτέου τρόπου συμπεριφορᾶς.46

Αὐτή ἡ ἀντίληψη εἰσήγαγε ἕναν ὑπεραπλουστευμένοπολιτιστικό δυϊσμό μέ ἔντονες ἠθικές ἀποκλίσειςμεταξύ «καλοῦ» καί «κακοῦ».47 Ἀπάντηση προσπάθησαν νά

43 Albert Jacquard., Au pèril de la science, μτφρ. Ζαχαριουδάκης Γ., Παγίδες καί ἀπειλές τῆς ἐπιστήμης , Δρομέας, 1999, σς. 13-43.44 The Protestant Ethik and the Spirit of Capitalism, London, UnwinUniversity Books, 1971, p. 183.45 Civilization and its Discontents., The Hogarth Press, 1963, pp. 24-2546 Βλ Γιούλτση.-Στερεότυπα.Hulme P., Colonial Encounters: Europe and the Native Caribbean, 1492-1797,Methuen, London, pp. 49-50, pp.147-152.

15

δώσουν ὁ Rousseau48 καί ὁ Didero, ὁ ὁποῖος προέβλεψεὅτι «μιά μέρα αὐτοί (οἱ Εὐρωπαῖοι) θά ἔρθουν μέ τόνΣταυρό στό ἕνα χέρι καί μέ τό μαχαίρι στό ἄλλο γιάνά σᾶς κόψουν τό λαιμό ἤ νά σᾶς ἐξαναγκάσουν νάἀποδεχθεῖτε τά ἔθιμά τους καί τίς ἀντιλήψεις τους».49

Aὐτός ὁ στερεοτυπικός ὅσο καί ἠθικός δυϊσμόςλειτουργεῖ λοιπόν ὡς «ἐφόδιο» (στήν ἀπαρχή τῆςνεωτερικότητας) αὐτοπροσδιορισμοῦ μέσα ἀπό τήνἀπόρριψη τοῦ Ἄλλου. Φυσικό ἐπακόλουθο μιᾶ τέτοιαςἀπόρριψης τοῦ Ἄλλου – καθώς ὁ ἴδιος δέν ἔχει τήδυνατότητα νά αὐτοπροσδιορίζεται παρά μόνο μέσα ἀπόπροσδιορισμούς πού τοῦ δίνει ἡ «ὀρθολογικότητα» τῆνεωτερικῆς σκέψης– εἶναι ὅτι στό χῶρο τῶν ἀξιῶν καίτῆς ἐλευθερίας νά ὑπάρχουν ἀντιλήψεις οἱ ὁποῖες ναίμέν ἀπέδιδαν ἠθικές ἀξίες στόν ἄνθρωπο γενικά ὄχιὅμως δέ καί τμηματικά. Ἐλευθερία π.χ γιά τούς«πολιτισμένους δυτικούς ἀνθρώπους» ὄχι ὅμως καί γιάτούς «βάρβαρους» ἰνδιάνους ἤ Ἀφρικανούς γιά τούςὁποίους ὁ δυτικός πολιτσμός τούς παραχώρησε τήνσκοτεινή πλευρά, τήν ἀντίστροφη εἰκόνα τῆςνεωτερικότητας.

Βέβαια στή πορεία ἀποδείχθηκε πόσο καταστροφικήἦταν αὐτή ἡ ἀντίληψη τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ γιά τήνπολιτιστική ζωή τοῦ ἄλλου. Σήμερα εὐτυχῶς αὐτή ἡπορεία ἔπαψε νά θεωρεῖται εὐλογία καί νά γίνεται47 Κάτι ἀνάλογο ἐπιχειρεῖ σήμερα νά καταθέσει ὁ πολιτικόςἐπιστήμονας Samuel Huntington διαχωρίζοντας τούς πολιτισμούςσέ δυτικούς καί μή δυτικούς. Βλ. Samurel Huntington., Ἡσύγκρουση τῶν πολιτισμῶν καί ὁ ἀνασχηματισμός τῆς παγκόσμιας τάξης., μτφρ.Σήλια Ριζοθανάση, ΤΕRZO BOOKS, Ἀθήνα, 1999. Κριτική στηθεωρία τοῦ Huntington στο Πέτρου Ἰ., Πολυπολιτισμικότητα καιθρησκευτική ἐλευθερία, Παρατηρη-τής, Θες/νίκη, 2003, σς.90-105.48 Tό κοινωνιικό συμβόλαιο., μτφρ. Φ. Κονδύλης, Δαμιανός, Ἀθήνα, σ.11449 Stuart Hall, Bran Gieben., ibid., pp. 452-453

16

ἀντιληπτό ὅτι ἡ νεωτερικότητα δέν εἶναι ὁ μονόδρομοςτοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Ὑπάρχουν πλέον φωνέςἀνθρώπινης ἀλληλεγγύης, οἰκολογικῆς καίπεριβαλλοντικῆς εὐαισθησίας, ἀνθρωπίνων δικαιωμάτωνπού βασικό τους στοιχεῖο ἀνάλυσης ἔχουν νάἐνσωματώσουν στή σκέψη τους τήν ἀξία τῆς ἐλευθερίας.

Πάντως καί σ’αὐτό πιστεύω ὅτι θά συμφωνήσουνὅλοι, ἡ νεωτερικότητα ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήδυνατότητα νά διαμορφώσει ἕνα σύγχρονο τρόποπροσέγγισης τοῦ ἰδίου καί τοῦ κοινωνικοῦ τουπεριβάλλοντος. Ὁ κριτικός ὀρθολογισμός τοῦΔιαφωτισμοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα στόν ἄνθρωπο νάσκέφτεται πιό ἐλεύθερα σέ σχέση μέ τίςπροκαταλήψεις, τίς δεισιδαιμονίες καί τίςμισαλλοδοξίες πού κυριαρχοῦσαν μέχρι τότε ὡςἀποτέλεσμα τῆς ἄγνοιας. Τό ἄτομο θεωρήθηκε πηγήγνώσης καί δράσης ἑνός συνόλου ἰδεῶν, συνεπειῶν καίἀποτελεσμάτων, ἐνάντια σέ κατεστημένες ἀντιλήψειςκαί παραδοσιακές κοσμοθεωρίες. Ἰδέες, συνέπειες καίἀποτελέσματα πού βρῆκαν ἐφαρμογές στό πολιτισμό,στήν τεχνολογία, στήν ἐπιστήμη –κυρίως σ’αὐτήν–μέσα ἀπό τή διαδικασία ἐξειδικευμένων κλάδων50 καίἐκφράστηκαν ἔντονα στό κοινωνικό ἐπίπεδο μέσα ἀπό τόσφοδρό ἀντιεκκλησιαστικό ριζοσπαστισμό, καθώς ἡθεσμική δομή τῆς Ρωμαιολαθολικῆς Ἐκκλησίας θεωρήθηκεκαί ἦταν ἔντονα ἀπολυταρχική, αὐταρχική καί ὑπαίτια50 Ἡ διαδικασία τῆς ἐξειδίκευσης πού τόσο ἔντονα συνεχίζει νάλειτουργεῖ μέχρι σήμερα μοιάζει νά φαίνεται κάπως ξένη στήνὅλη γνωσιολογική καθολικότητα πού εἰσήγαγε ὁ Διαφωτισμός.Ὅσο καί ἄν φαίνεται στόν ἄνθρωπο τῆς σημερινῆςνεωτερικότητας αὐτή ἐσφαλμένη, ἐν τοῦτοις, ἡ ἀξίωση τοῦΔιαφωτισμοῦ προερχόνταν ἀπό τήν ἀντίληψη ὅτι ὁ ἄνθρωποςμποροῦσε νά γνωρίζει τά πάντα, καί ὁ ἄνθρωπος πού μποροῦσε νάγνωρίζει τά πάντα ἦταν ὁ οἰκουμενικός ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωποςπού μποροῦσε «νά ἀνήκει σέ ὅλα τά ἔθνη» κατά τόν Didero.

17

τοῦ ἀνορθολογισμοῦ καί τῆς αἰσχρότητας, χωρίς ὅμωςνά ἀπρρίπτουν τή λογική πιθανότητα ὕπαρξης ἑνόςΘεοῦ, ὄχι ὅμως ἐξ ἀποκαλύψεως.

Οἱ ἀρχές καί οἱ ἔννοιες τῆς ἰσότητας, τῆςδημιουργίας καί τῆς χειραφέτησης εἶχαν ὁπωσδήποτε νάκάνουν μέ τήν ἀξιακή ἠθική διάσταση τῆς ἐλευθερίαςκαί ὁδήγησαν κατά τόν Hume στή δημιουργία μιᾶςὁμάδας ἠθικῶν ἐπιστημῶν πού εἶχαν ὡς στόχο τήβαθύτερη κατανόηση τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης καί τῆςἀνθρώπινης φύσης καί ὡς σκοπό τή δημιουργία τῆς«ἐπιστήμης τοῦ ἀνθρώπου».51 Βασικό της στοιχεῖο ἦτανἡ ἀποδεδειγμένη ἀπόρριψη τῆς χριστιανικῆς ἄποψης γιάτή φύση τοῦ ἀνθρώπου μέσα κυρίως ἀπό τόν ἐμπειρισμότοῦ Λόκ καί τό tabula rasa καθώς μιά τέτοια ἀντίληψηἀποδέχεται τό γεγονός ὅτι ἡ ὅλη γνώση ἑνός ἀνθρώπουδέν μπορεῖ παρά νά εἶναι ἀποτέλεσμα ἐμπειρίας. Ἡπροσπάθεια εἶχε ὡς στόχο κατά πρῶτον τήν ἀπαλλαγήτῆς ἠθικῆς καί τῶν ἀξιῶν της ἀπό τήν θεολογική-ἐκκλησιαστική ἐξάρτηση καί κατά δεύτερον τήν ἐπίλυσητῶν ἠθικῶν ζητημάτων μέσα ἀπό τήν πνευματικήἀναζήτηση καί ὄχι ἀπό τήν ἐπιβολή μιᾶς ἐξωτερικῆςἐξουσίας.

Ἡ ἐλευθερία ὡς ἠθική ἀξία θεωρήθηκε ὅτι εἶναιἀντικείμενο τῆς πνευματικῆς ἀναζήτησης τοῦ ἀνθρώπουκαί ὄχι ἀποκλειστικότητα τῆς θρησκείας καθώς ἡἐξουσιατική δομή τῆς θεσμικῆς Ἐκκλησίας τήν εἶχεκάνει ἐργαλιακό ὑποχείριο τῆς ἑκάστοτε ἐξουσίας της.Αὐτή ἡ διαφορετική-συγκρουσιακή ἀντίληψη γιά τήνἐλευθερία πηγάζει κυρίως ἀπό τήν ἀντίθεση τῆςνεωτερικῆς σκέψης στήν ὑποδούλωση τῶν λαῶν, τῆςἀποικιοκρατίας καί τοῦ βίαιου ἐκχριστιανισμοῦ. Τόκαντιανό sapere aude (τόλμησε τή γνώση) ἔρχεται σέ51 David Hume., Δοκίμια φιλολογικά, ἠθικά, πολιτικά., Εἰσαγωγή-μτφρ-σχόλια Ε.Π. Παπανούτσου, Ἑστία, Ἀθήνα, α.χ. σς. 23-29.

18

πλήρη ἀντίθεση μέ τήν κατεστημένη θρησκευτικήἰδεολογία καί προϋποθέτει τήν ἀξιακή σημαντική τῆςἐλευθερίας γιά νά κατορθώσει τήν πραγματοποίησή του,παρ’ὅτι στή συνέχεια κατά τόν Comte ὁ ἀνθρωποςὑποτάσσεται στή κοινωνία μέσα ἀπό ἕνα πλήρωςκανονικοποιημένο καί νομιμοποιημένο σύστημα,52 ὅπου ὁρόλος τῆς θρησκείας εἶναι νά συγκρατεῖ τίςἀντιθέσεις σάν ἕνα εἶδος κοινωνικοῦ δεσμοῦ.

Ἀντιθετικά λειτουργεῖ ἡ ἀσκητική σκέψη τοῦBlaise Pascal. Ἡ ἐλευθερία ὑποστηρίζει εἶναι ἡ ἀρετήπού μπορεῖ νά βγάλει τήν ψυχή (νά τήν ἀπελευθερώσει)ἀπό τήν ἀνάγκη γιά τόν κόσμο, νά τήν τραβήξει μακριάἀπ’ ὅ,τι ἔχει πιό ἀγαπητό, la faire mourir en soi-même, νά τή φέρει καί νά τήν προσκολλήσει μόνο καίπάντα στόν Θεό.53 Δηλ. ἄν ἐπιδιωχθεῖ μιά σύγχρονημεταφορά, ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος παύει νάἐνεργεῖ ὡς μέρος ἑνός κοινωνικοῦ αὐτοματισμοῦ καίἐπιδιώκει τήν προσωπική του αὐθυπαρξία μέ ἐλευθερίακαί ὑπευθυνότητα τότε χαράζει τό δρόμο τῆς ὑπέρβασηςτῆς κοινωνικά καθιερωμένης καί κωδικοποιημένηςἠθικῆς, ἁπλώνοντας τό χέρι του στό Θεό. Ὁ ΝίκοςΚαζαντζάκης στά Σόδομα καί Γόμορα γράφει: «Λώτ –Ποῦ νάμέ νιώσεις, γέρο Ἀβραάμ; Εἶσαι ἁγνός, ἐσύ, ὑπάκουος,λές Ναί! καί κολνοῦν τά χείλια σου΄ δέν ἔχεις ἄγριακαρδιά νά παλέβεις μαζί της. Ἡ ψυχή σου κ’ ἡ καρδιάσου δυό μερωμένες καμῆλες, ζεμένες καί σέ πᾶνε ἴσιαγραμμή στόν Θεό... Κοιτᾶς τ’ἄστρα καί λές: Τόσα τ’ἀγγόνια μου καί τά δισέγγονα. Ἐγώ κοιτάζω τ’ἄστρακαί λέω: Τόσα τά κρίματά μου! Ἡ ἀρετή μου δέν εἶναιἐμένα περιβόλι νά σεργιανίζω τό δειλινό καί νά

52 Auguste Comte., Cours de Philosophie Positive., τομ.ΙΙ, στόνThompson K., «Auguste Comte : The foundation of Sociology »,Nelson, London, 1976.53 Lettres provinciales., τ.Ι, ἐπιστ. 5η, Paris, 1902, p.56.

19

κουβεντιάζω μέ τόν Θεό΄ εἶναι γκρεμός καίγκρεμίζουμαι. Ὁλημέρα παίζω τήν ψυχή μου καί τήνκερδίζω΄ ὁληνύχτα παίζω τήν ψυχή μου καί τήχάνω...». 54 Ὁ ἀγώνας γιά την ἐλευθερία δέν εἶναι«ἄκοσμος» καθώς δρᾶ καί κινεῖται μέσα στόν κόσμο.Ἐπιτρέπει στόν ἄνθρωπο νά συνομιλεῖ καί νάσυμπορεύεται μέ τόν συνάνθρωπό του . Ἐπιτρέπει στόνἄνθρωπο νά συνομιλεῖ καί νά συμπορεύεται μέ τόνΔημιουργό του. Σ’ αὐτή του τήν ὁδοιπορία πολλέςφορές ἀλλοιώνει τό ἀπόλυτο περιεχόμενο τῆςἐλευθερίας, πολλές φορές τό μεταμορφώνει, πολλέςφορές τό κατορθώνει μέχρι ἑνός ὁρισμένου σημείου.Παρ’ ὅλα αὐτά ἀγωνίζεται καί ἐλπίζει καθώς «Ἐάν οὖνὁ Υἱός ἡμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἐσόμεθα».55

54 περ. «Νέα Ἑστία», 15, Ἀπρλ. 1949, σ.495.55 Bλ. Στογιάννου Β., Ἀνάλεκτα, Πουρναρᾶς, Θες/νίκη, 1988, σς. 238-243.

20

21

22